ΣΟΦΙΑ ΣΕΙΡΑΧ
ΠΡΟΛΟΓΟΣ
Πολλῶν καὶ
μεγάλων ἡμῖν διὰ τοῦ νόμου καὶ τῶν προφητῶν
καὶ τῶν ἄλλων τῶν κατ᾿ αὐτοὺς ἠκολουθηκότων
δεδομένων, ὑπὲρ ὧν δέον ἐστὶν ἐπαινεῖν
τὸν Ἰσραὴλ παιδείας καὶ σοφίας, καὶ ὡς οὐ
μόνον αὐτοὺς τοὺς ἀναγινώσκοντας δέον ἐστὶν
ἐπιστήμονας γίνεσθαι, ἀλλὰ καὶ τοῖς ἐκτὸς
δύνασθαι τοὺς φιλομαθοῦντας χρησίμους εἶναι καὶ
λέγοντας καὶ γράφοντας, ὁ πάππος μου Ἰησοῦς ἐπὶ
πλεῖον ἑαυτὸν δοὺς εἴς τε τὴν τοῦ
νόμου καὶ τῶν προφητῶν καὶ τῶν ἄλλων
πατρίων βιβλίων ἀνάγνωσιν καὶ ἐν τούτοις ἱκανὴν ἕξιν
περιποιησάμενος, προήχθη καὶ αὐτὸς συγγράψαι τι τῶν εἰς
παιδείαν καὶ σοφίαν ἀνηκόντων, ὅπως οἱ φιλομαθεῖς,
καὶ τούτων ἔνοχοι γενόμενοι, πολλῷ μᾶλλον ἐπιπροσθῶσι
διὰ τῆς ἐννόμου βιώσεως. παρακέκλησθε οὖν μετ᾿ εὐνοίας
καὶ προσοχῆς τὴν ἀνάγνωσιν ποιεῖσθαι καὶ συγγνώμην
ἔχειν ἐφ᾿ οἷς ἂν δοκῶμεν τῶν κατὰ
τὴν ἑρμηνείαν πεφιλοπονημένων τισὶ τῶν λέξεων ἀδυναμεῖν·
οὐ γὰρ ἰσοδυναμεῖ αὐτὰ ἐν ἑαυτοῖς
ἑβραϊστὶ λεγόμενα καὶ ὅταν μεταχθῇ εἰς ἑτέραν
γλῶσσαν. οὐ μόνον δὲ ταῦτα, ἀλλὰ καὶ
αὐτὸς ὁ νόμος καὶ αἱ προφητεῖαι καὶ τὰ
λοιπὰ τῶν βιβλίων οὐ μικρὰν ἔχει τὴν διαφορὰν
ἐν ἑαυτοῖς λεγόμενα. ἐν γὰρ τῷ ὀγδόῳ
καὶ τριακοστῷ ἔτει ἐπὶ τοῦ Εὐεργέτου
βασιλέως παραγενηθεὶς εἰς Αἴγυπτον καὶ συγχρονίσας, εὑρὼν
οὐ μικρᾶς παιδείας ἀφόμοιον, ἀναγκαιότατον ἐθέμην
αὐτὸς προσενέγκασθαί τινα σπουδὴν καὶ φιλοπονίαν τοῦ
μεθερμηνεῦσαι τήνδε τὴν βίβλον, πολλὴν ἀγρυπνίαν καὶ
ἐπιστήμην προσενεγκάμενος ἐν τῷ διαστήματι τοῦ χρόνου
πρὸς τὸ ἐπὶ πέρας ἀγαγόντα τὸ βιβλίον ἐκδόσθαι
καὶ τοῖς ἐν τῇ παροικίᾳ βουλομένοις φιλομαθεῖν,
προκατασκευαζομένους τὰ ἤθη ἐννόμως βιοτεύειν.
ΣΟΦΙΑ ΣΕΙΡΑΧ 1
Σοφ. Σειρ.
1,1 Πᾶσα
σοφία παρὰ Κυρίου καὶ μετ᾿ αὐτοῦ ἐστιν εἰς
τὸν αἰῶνα.
Σοφ. Σειρ. 1,1 Καθε σοφία έχει πηγήν και προέλευσίν της τον Κυριον και
εις αυτόν και με αυτόν υπάρχει αιωνίως.
Σοφ. Σειρ.
1,2 ἄμμον
θαλασσῶν καὶ σταγόνας ὑετοῦ καὶ ἡμέρας αἰῶνος
τίς ἐξαριθμήσει;
Σοφ. Σειρ. 1,2 Ποιός ημπορεί να μετρήση τους κόκκους
της άμμου των θαλασσών, τας σταγόνας της βροχής, τας ημέρας του χρόνου, που
έχει ήδη παρέλθει;
Σοφ. Σειρ.
1,3 ὕψος
οὐρανοῦ καὶ πλάτος γῆς καὶ ἄβυσσον καὶ
σοφίαν τίς ἐξιχνιάσει;
Σοφ. Σειρ. 1,3 Ποιός ημπορεί να εξιχνιάση το ύψος του ουρανού, το πλάτος
της γης, τα βάθη των θαλασσών και την σοφίαν εις όλην αυτής την εκτασιν;
Σοφ. Σειρ.
1,4 προτέρα
πάντων ἔκτισται σοφία καὶ σύνεσις φρονήσεως ἐξ αἰῶνος
Σοφ. Σειρ. 1,4 Η σοφία εδημιουργήθη παρά του Θεού πριν από όλα τα άλλα
δημιουργήματα, η δε σύνεσις της φρονήσεως υπάρχει από της αιωνιότητος.
Σοφ. Σειρ.
1,5 [πηγὴ
σοφίας λόγος Θεοῦ ἐν ὑψίστοις, καὶ αἱ πορεῖαι
αὐτῆς ἐντολαὶ αἰώνιοι].
Σοφ. Σειρ. 1,5 Πηγή σοφίας είναι ο λόγος του Θεού του Υψίστου και οι
δρόμοι αυτής είναι αιώνιοι και αναλλοίωτοι.
Σοφ. Σειρ.
1,6 ῥίζα
σοφίας τίνι ἀπεκαλύφθη; καὶ τὰ πανουργεύματα αὐτῆς
τίς ἔγνω;
Σοφ. Σειρ. 1,6 Η ρίζα της σοφίας εις ποίον έχει αποκαλυφθή εξ ολοκλήρου;
Και ποιός έως τώρα εγνώρισε τα σοφά αυτής σχέδια και έργα;
Σοφ. Σειρ.
1,7 [ἐπιστήμη
σοφίας τίνι ἐφανερώθη; καὶ τὴν πολυπειρίαν αὐτῆς
τίς συνῆκε;]
Σοφ. Σειρ. 1,7 Η επίγνωσις της σοφίας εις ποίον απεκαλύφθη; Ποιός την
εγνώρισε εις βάθος και το πολύπλευρον της γνώσεώς της ποιός το κατενόησεν;
Σοφ. Σειρ.
1,8 εἷς
ἐστι σοφὸς φοβερὸς σφόδρα καθήμενος ἐπὶ τοῦ
θρόνου αὐτοῦ.
Σοφ. Σειρ. 1,8 Ενας είναι ο απολύτως σοφός, ο πολύ φοβερός, εκείνος ο
οποίος κάθεται επί του θρόνου του.
Σοφ. Σειρ.
1,9 Κύριος
αὐτὸς ἔκτισεν αὐτὴν καὶ εἶδε καὶ
ἐξηρίθμησεν αὐτὴν καὶ ἐξέχεεν αὐτὴν ἐπὶ
πάντα τὰ ἔργα αὐτοῦ,
Σοφ. Σειρ. 1,9 Ο Κυριος, αυτός ο ίδιος εδημιούργησε την σοφίαν. Την είδε,
την εξηρεύνησε λεπτομερώς και την εσκόρπισεν εις όλα τα έργα του.
Σοφ. Σειρ.
1,10 μετὰ
πάσης σαρκὸς κατὰ τὴν δόσιν αὐτοῦ, καὶ ἐχορήγησεν
αὐτὴν τοῖς ἀγαπῶσιν αὐτόν.
Σοφ. Σειρ. 1,10 Την ενέθεσεν εις κάθε ζωντανόν
οργανισμόν σύμφωνα με το μέτρον της δωρεάς του. Ιδίως όμως την εχορήγησεν στους
ανθρώπους, οι οποίοι τον αγαπούν.
Σοφ. Σειρ.
1,11 φόβος
Κυρίου δόξα καὶ καύχημα καὶ εὐφροσύνη καὶ στέφανος ἀγαλλιάματος.
Σοφ. Σειρ. 1,11 Η ευλάβεια προς τον Κυριον είναι δια
τον άνθρωπον δόξα, καύχημα, χαρά και στέφανος αγαλλιάσεως.
Σοφ. Σειρ.
1,12 φόβος
Κυρίου τέρψει καρδίαν καὶ δώσει εὐφροσύνην καὶ χαρὰν καὶ
μακροημέρευσιν.
Σοφ. Σειρ. 1,12 Ο σεβασμός προς τον Κυριον τέρπει την
καρδίαν, δίδει ευφροσύνην και χαράν και μακροημέρευσιν.
Σοφ. Σειρ.
1,13 τῷ
φοβουμένῳ τὸν Κύριον εὖ ἔσται ἐπ᾿ ἐσχάτων,
καὶ ἐν ἡμέρᾳ τελευτῆς αὐτοῦ εὑρήσει
χάριν.
Σοφ. Σειρ. 1,13 Εις τον φοβούμενον τον Κυριον θα δοθούν
καλά τέλη ζωής. Κατά δε την ημέραν του θανάτου του θα εύρη χάριν ενώπιον του
Θεού.
Σοφ. Σειρ.
1,14 ἀρχὴ
σοφίας φοβεῖσθαι τὸν Κύριον, καὶ μετὰ πιστῶν ἐν
μήτρᾳ συνεκτίσθη αὐτοῖς.
Σοφ. Σειρ. 1,14 Αρχή και πηγή της σοφίας είναι το να
φοβήται και να σέβεται κανείς τον Κυριον. Αυτή δε η σοφία συνοδεύει τους
ανθρώπους από την κοιλίαν ακόμη της μητρός των.
Σοφ. Σειρ.
1,15 μετὰ
ἀνθρώπων θεμέλιον αἰῶνος ἐνόσσευσε καὶ μετὰ
τοῦ σπέρματος αὐτῶν ἐμπιστευθήσεται.
Σοφ. Σειρ. 1,15 Η σοφία κατεσκεύασε τον οίκον της
αιώνιον μεταξύ των ανθρώπων και θα παραμείνη αυτή πιστή στους απογόνους των.
Πλούτος σοφίας είναι το να ευλαβήται κανείς τον Κυριον.
Σοφ. Σειρ.
1,16 πλησμονὴ
σοφίας φοβεῖσθαι τὸν Κύριον καὶ μεθύσκει αὐτοὺς ἀπὸ
τῶν καρπῶν αὐτῆς·
Σοφ. Σειρ. 1,16 Από τους καρπούς δε της σοφίας
χορταίνουν και ευφραίνονται εκείνοι, οι οποίοι την κατέχουν.
Σοφ. Σειρ.
1,17 πάντα
τὸν οἶκον αὐτῆς ἐμπλήσει ἐπιθυμημάτων καὶ
τὰ ἀποδοχεῖα ἀπὸ τῶν γεννημάτων αὐτῆς.
Σοφ. Σειρ. 1,17 Ολον τον οίκον, στον οποίον αυτή θα κατοικήση,
θα τον γεμίση από επιθυμητούς θησαυρούς και τας αποθήκας από τα προϊόντα της.
Σοφ. Σειρ.
1,18 στέφανος
σοφίας φόβος Κυρίου ἀναθάλλων εἰρήνην καὶ ὑγίειαν ἰάσεως.
Σοφ. Σειρ. 1,18 Ολοκλήρωσις και στέφανος σοφίας είναι η
ευλάβεια προς τον Κυριον. Αυτή βλαστάνει συνεχώς ειρήνην και σώματος υγείαν.
Σοφ. Σειρ.
1,19 καὶ
εἶδε καὶ ἐξηρίθμησεν αὐτήν, ἐπιστήμην καὶ
γνῶσιν συνέσεως ἐξώμβρησε καὶ δόξαν κρατούντων αὐτῆς
ἀνύψωσε.
Σοφ. Σειρ. 1,19 Ο Κυριος μόνος εγνώρισεν απολύτως και
εξιχνίασε την σοφίαν. Αυτός σκορπίζει ως βροχήν στους ανθρώπους επιστήμην και
γνώσιν. Αυτός εξυψώνει και δοξάζει εκείνους, οι οποίοι κατέχουν την σοφίαν.
Σοφ. Σειρ.
1,20 ῥίζα
σοφίας φοβεῖσθε τὸν Κύριον, καὶ οἱ κλάδοι αὐτῆς
μακροημέρευσις.
Σοφ. Σειρ. 1,20 Ριζα και αρχή της σοφίας είναι να
ευλαβήται κανείς τον Κυριον. Οι κλάδοι του δένδρου της είναι μακροημέρευσις.
Σοφ. Σειρ.
1,21 [φόβος
Κυρίου ἀπωθεῖται ἁμαρτήματα, παραμένων δὲ ἀποστρέψει
ὀργήν].
Σοφ. Σειρ. 1,21 Ο σεβασμός προς τον Κυριον απομακρύνει
τα αμαρτήματα. Οταν δε μονίμως ενθρονισθή εις την καρδίαν, απομακρύνει από τον
άνθρωπον κάθε οργήν.
Σοφ. Σειρ.
1,22 οὐ
δυνήσεται θυμὸς ἄδικος δικαιωθῆναι, ἡ γὰρ ῥοπὴ
τοῦ θυμοῦ αὐτοῦ πτῶσις αὐτῷ.
Σοφ. Σειρ. 1,22 Ανθρωπος, που κρατεί μέσα του θυμόν
άδικον και εχθρότητα, δεν θα εύρη δικαίωσιν, διότι η ορμή του θυμού του
αποτελεί δι' αυτόν πτώσιν και καταδίκην.
Σοφ. Σειρ.
1,23 ἕως
καιροῦ ἀνθέξεται μακρόθυμος, καὶ ὕστερον αὐτῷ
ἀναδώσει εὐφροσύνη·
Σοφ. Σειρ. 1,23 Ο μακρόθυμος επί ολίγον καιρόν θα δείξη
υπομονήν, ύστερον δε θα δοθή εις αυτόν ως αμοιβή χαρά και ευφροσύνη.
Σοφ. Σειρ.
1,24 ἕως
καιροῦ κρύψει τοὺς λόγους αὐτοῦ, καὶ χείλη πιστῶν
ἐκδιηγήσεται σύνεσιν αὐτοῦ.
Σοφ. Σειρ. 1,24 Μέχρις ωρισμένου καιρού θα κρύπτη εντός
αυτού και θα κρατή εν τη μακροθυμία του τους λόγους του. Επειτα όμως τα στόματα
των ευσεβών ανθρώπων θα διηγούνται την σύνεσιν αυτού.
Σοφ. Σειρ.
1,25 ἐν
θησαυροῖς σοφίας παραβολὴ ἐπιστήμης, βδέλυγμα δὲ ἁμαρτωλῷ
θεοσέβεια.
Σοφ. Σειρ. 1,25 Εις τους θησαυρούς της σοφίας υπάρχουν
τα σοφά αποφθέγματα. Εις δε τον αμαρτωλόν η προς τον Θεόν ευσέβεια είναι πολύ
μισητή.
Σοφ. Σειρ.
1 ,26 ἐπεθύμησας
σοφίαν διατήρησον ἐντολάς, καὶ Κύριος χορηγήσει σοι αὐτήν.
Σοφ. Σειρ. 1,26 Επιθυμείς να αποκτήσης σοφίαν· Φυλασσε
τας εντολάς του Θεού και ο Κυριος θα σου χορηγήση αυτήν.
Σοφ. Σειρ.
1,27 σοφία
γὰρ καὶ παιδεία φόβος Κυρίου, καὶ ἡ εὐδοκία αὐτοῦ
πίστις καὶ πρᾳότης.
Σοφ. Σειρ. 1,27 Διότι η σοφία και η μόρφωσις πηγάζουν
άττο τον σεβασμόν προς τον Κυριον, η πίστις δε και η πραότης είναι χαρίσματα
της ιδικής του καλωσύνης.
Σοφ. Σειρ.
1,28 μὴ
ἀπειθήσῃς φόβῳ Κυρίου καὶ μὴ προσέλθῃς αὐτῷ
ἐν καρδίᾳ δισσῇ.
Σοφ. Σειρ. 1,28 Μη γίνεσαι απειθής στον φόβον του Κυρίου
και μη προσέρχεσαι προς αυτόν με παλίμβουλον και διπρόσωπον καρδίαν.
Σοφ. Σειρ.
1,29 μὴ
ὑποκριθῇς ἐν στόμασιν ἀνθρώπων καὶ ἐν τοῖς
χείλεσί σου πρόσεχε.
Σοφ. Σειρ. 1,29 Μη υποκρίνεσαι ενώπιον των ανθρώπων και
πρόσεχε στους λόγους σου.
Σοφ. Σειρ.
1,30 μὴ
ἐξύψου σεαυτόν, ἵνα μὴ πέσῃς καὶ ἐπαγάγῃς
τῇ ψυχῇ σου ἀτιμίαν, καὶ ἀποκαλύψει Κύριος τὰ
κρυπτά σου καὶ ἐν μέσῳ συναγωγῆς καταβαλεῖ σε, ὅτι
οὐ προσῆλθες φόβῳ Κυρίου, καὶ ἡ καρδία σου πλήρης
δόλου.
Σοφ. Σειρ. 1,30 Μη αλαζονεύεσαι, δια να μη πέσης και
προσάψης εις την ζωήν σου εντροπήν. Ο δε Κυριος θα αποκαλύψη τα κρυπτά σου έργα
και θα σε ταπεινώση εν μέσω συναθροίσεως του λαού. Διότι δεν προσήλθες με
ευλαβειαν πλησίον του Κυρίου, αλλά τουναντίον η καρδία σου ήτο γεμάτη
δολιότητα.
ΣΟΦΙΑ ΣΕΙΡΑΧ 2
Σοφ. Σειρ.
2,1 Τέκνον,
εἰ προσέρχῃ δουλεύειν Κυρίῳ Θεῷ, ἑτοίμασον τὴν
ψυχήν σου εἰς πειρασμόν·
Σοφ. Σειρ. 2,1 Παιδί μου, εάν προσέρχεσαι να υπηρετήσης τον Κυριον,
ετοίμασε τον εαυτόν σου δια διαφόρους δοκιμασίας.
Σοφ. Σειρ.
2,2 εὔθυνον
τὴν καρδίαν σου καὶ καρτέρησον καὶ μὴ σπεύσῃς ἐν
καιρῷ ἐπαγωγῆς·
Σοφ. Σειρ. 2,2 Να έχης ευθείαν και ειλικρινή την καρδίαν σου. Οπλισε τον
εαυτόν σου με υπομονήν και θάρρος και να μη παρασυρθής μακράν από τον Κυριον
εις περίοδον δυσκολιών.
Σοφ. Σειρ.
2,3 κολλήθητι
αὐτῷ καὶ μὴ ἀποστῇς, ἵνα αὐξηθῇς
ἐπ᾿ ἐσχάτων σου.
Σοφ. Σειρ. 2,3 Μένε προσκολλημένος στον Θεόν, μη απομακρυνθής από αυτόν,
δια να δοξασθής και μεγαλυνθής κατόπιν.
Σοφ. Σειρ.
2,4 πᾶν
ὃ ἐὰν ἐπαχθῇ σοι, δέξαι καὶ ἐν ἀλλάγμασι
ταπεινώσεώς σου μακροθύμησον·
Σοφ. Σειρ. 2,4 Καθε πειρασμόν και δύσκολον περίστασιν, που θα εκσπάση επάνω
σου, δέξου τα με υπομονήν. Εις δε τας μεταπτώσεις και εναλλαγάς των θλίψεών σου
δείξε μακροθυμίαν·
Σοφ. Σειρ.
2,5 ὅτι
ἐν πυρὶ δοκιμάζεται χρυσὸς καὶ ἄνθρωποι δεκτοὶ
ἐν καμίνῳ ταπεινώσεως.
Σοφ. Σειρ. 2,5 διότι, όπως με την φωτιάν καθαρίζεται και γίνεται
λαμπρότερος ο χρυσός, έτσι και οι άνθρωποι γίνονται δεκτοί ενώπιον του Κυρίου δια
μέσου της καμίνου των θλίψεων.
Σοφ. Σειρ.
2,6 πίστευσον
αὐτῷ, καὶ ἀντιλήψεταί σου· εὔθυνον τὰς
ὁδούς σου καὶ ἔλπισον ἐπ᾿ αὐτόν.
Σοφ. Σειρ. 2,6 Εμπιστεύσου τον εαυτόν σου στον Κυριον και αυτός θα σε
προστατεύση. Φρόντισε να είναι ειλικρινείς και ευθείαι αι οδοί και οι τρόποι
της ζωής σου και στήριξε εις Εκείνον τας ελπίδας σου.
Σοφ. Σειρ.
2,7 οἱ
φοβούμενοι τὸν Κύριον ἀναμείνατε τὸ ἔλεος αὐτοῦ
καὶ μὴ ἐκκλίνητε, ἵνα μὴ πέσητε.
Σοφ. Σειρ. 2,7 Οσοι φοβείσθε τον Κυριον, αναμείνατε την εκβασιν, που
Εκείνος θα δώση, και μη παρεκκλίνετε από τον δρόμον του Κυρίου, δια να μη
πέσετε και συντριβήτε.
Σοφ. Σειρ.
2,8 οἱ
φοβούμενοι Κύριον πιστεύσατε αὐτῷ, καὶ οὐ μὴ
πταίσῃ ὁ μισθὸς ὑμῶν.
Σοφ. Σειρ. 2,8 Ολοι όσοι φοβούνται τον Κυριον ας εμπιστευθούν τον εαυτόν
των εις Εκείνον και η αμοιβή της υπομονής των δεν θα χαθή.
Σοφ. Σειρ.
2,9 οἱ
φοβούμενοι Κύριον ἐλπίσατε εἰς ἀγαθὰ καὶ εἰς
εὐφροσύνην αἰῶνος καὶ ἐλέους.
Σοφ. Σειρ. 2,9 Σεις, που φοβείσθε τον Κυριον, να έχετε την ελπίδα, ότι θα
απολαύσετε το έλεός του, τα αγαθά και την αιωνίαν χαράν.
Σοφ. Σειρ.
2,10 ἐμβλέψατε
εἰς ἀρχαίας γενεὰς καὶ ἴδετε· τίς ἐνεπίστευσε
Κυρίῳ καὶ κατῃσχύνθη; ἢ τίς ἐνέμεινε τῷ φόβῳ
αὐτοῦ καὶ ἐγκατελείφθη; ἢ τίς ἐπεκαλέσατο αὐτόν,
καὶ ὑπερεῖδεν αὐτόν;
Σοφ. Σειρ. 2,10 Παρατηρήσατε εις τας αρχαίας γενεάς των
ανθρώπων και ιδέτε, ποιός από εκείνους, που ενεπιστεύθησαν τον εαυτόν των στον
Κυριον, εντροπιάστηκε; Η ποιός έμεινεν ακλόνητος στον σεβασμόν προς αυτόν και
εγκατελείφθη από Εκείνον; Η ποιός παρεκάλεσε τον Κυριον και ο Κυριος του
έδειξεν αδιαφορίαν και εγκατάλειψιν;
Σοφ. Σειρ.
2,11 διότι
οἰκτίρμων καὶ ἐλεήμων ὁ Κύριος καὶ ἀφίησιν ἁμαρτίας
καὶ σώζει ἐν καιρῷ θλίψεως.
Σοφ. Σειρ. 2,11 Διότι ο Κυριος είναι οικτίρμων και
ελεήμων, συγχωρεί τας αμαρτίας και σώζει τους ανθρώπους εις περίοδον θλίψεων και
πειρασμών.
Σοφ. Σειρ.
2,12 οὐαὶ
καρδίαις δειλαῖς καὶ χερσὶ παρειμέναις καὶ ἁμαρτωλῷ
ἐπιβαίνοντι ἐπὶ δύο τρίβους.
Σοφ. Σειρ. 2,12 Αλλοίμονον εις τας δειλάς καρδίας, εις τα
παραλελυμένα χέρια και στον αμαρτωλόν, ο οποίος προσπαθεί να βαδίζη δύο
δρόμους, ένα του Θεού και ένα του πονηρού.
Σοφ. Σειρ.
2,13 οὐαὶ
καρδίᾳ παρειμένῃ, ὅτι οὐ πιστεύει· διὰ τοῦτο
οὐ σκεπασθήσεται.
Σοφ. Σειρ. 2,13 Αλλοίμονον εις την άτονον και
παραλελυμένην καρδίαν, διότι δεν πιστεύει στον Θεόν. Εξ αιτίας δε της απιστίας
της δεν θα τεθή υπό την σκέπην και προστασίαν του Κυρίου.
Σοφ. Σειρ.
2,14 οὐαὶ
ὑμῖν τοῖς ἀπολωλεκόσι τὴν ὑπομονήν· καὶ
τί ποιήσετε ὅταν ἐπισκέπτηται ὁ Κύριος;
Σοφ. Σειρ. 2,14 Αλλοίμονον εις σας, που έχετε χάσει την
υπομονήν! Τι θα κάμετε, όταν σας επισκεφθή ο Κυριος με δοκιμασίας και θλίψεις;
Σοφ. Σειρ.
2,15 οἱ
φοβούμενοι Κύριον οὐκ ἀπειθήσουσι ῥημάτων αὐτοῦ,
καὶ οἱ ἀγαπῶντες αὐτὸν συντηρήσουσι τὰς
ὁδοὺς αὐτοῦ.
Σοφ. Σειρ. 2,15 Εκείνοι, που σέβονται τον Κυριον, δεν θα
δείξουν ανυπακοήν στους λόγους του. Οι δε αγαπώντες αυτόν θα τηρήσουν πιστώς
τας εντολάς του.
Σοφ. Σειρ.
2,16 οἱ
φοβούμενοι κύριον ζητήσουσιν εὐδοκίαν αὐτοῦ, καὶ οἱ
ἀγαπῶντες αὐτὸν ἐμπλησθήσονται τοῦ νόμου.
Σοφ. Σειρ. 2,16 Οσοι φοβούνται τον Κυριον θα ζητήσουν και
θα εύρουν την καλωσύνην και τας δωρεάς του. Εκείνοι δέ, που τον αγαπούν, θα
χορτάσουν με το παραπάνω από την μελέτην και εφαρμογήν του Νομου του.
Σοφ. Σειρ.
2,17 οἱ
φοβούμενοι Κύριον ἑτοιμάσουσι καρδίας αὐτῶν καὶ ἐνώπιον
αὐτοῦ ταπεινώσουσι τὰς ψυχὰς αὐτῶν.
Σοφ. Σειρ. 2,17 Οι φοβούμενοι τον Κυριον ας έχουν
ετοίμους τας καρδίας των να υποστούν πειρασμούς. Και ενώπιον του Κυρίου ας
υποτάξουν και ταπεινώσουν τους εαυτούς των λέγοντες·
Σοφ. Σειρ.
2,18 ἐμπεσούμεθα
εἰς χεῖρας Κυρίου καὶ οὐκ εἰς χεῖρας ἀνθρώπων·
ὡς γὰρ ἡ μεγαλωσύνη αὐτοῦ, οὕτως καὶ
τὸ ἔλεος αὐτοῦ.
Σοφ. Σειρ. 2,18 Θα παραδοθώμεν εις τα χέρια του Κυρίου
μάλλον και οχι εις τα χέρια των ανθρώπων. Διότι όσον μεγάλη και απροσμέτρητος
είναι η μεγαλοπρέπειά του, έτσι μέγα και απροσμέτρητον είναι το έλεός του.
ΣΟΦΙΑ ΣΕΙΡΑΧ 3
Σοφ. Σειρ.
3,1 Ἐμοῦ
τοῦ πατρὸς ἀκούσατε, τέκνα, καὶ οὕτως ποιήσατε, ἵνα
σωθῆτε·
Σοφ. Σειρ. 3,1 Παιδιά μου, ακούσατε εμέ τον πατέρα σας και πράξατε εκείνο,
το οποίον εγώ σας λέγω, δια να εύρετε σωτηρίαν και χαράν.
Σοφ. Σειρ.
3,2 ὁ
γὰρ Κύριος ἐδόξασε πατέρα ἐπὶ τέκνοις καὶ κρίσιν
μητρὸς ἐστερέωσεν ἐφ᾿ υἱοῖς.
Σοφ. Σειρ. 3,2 Διότι ο Κυριος εδόξασε και κατέστησε σεβαστόν τον πατέρα εις
τα τέκνα του, εστερέωσε δε και ενίσχυσε το κύρος και τα δικαιώματα της μητρός
απέναντι των παιδιών της.
Σοφ. Σειρ.
3,3 ὁ
τιμῶν πατέρα ἐξιλάσεται ἁμαρτίας,
Σοφ. Σειρ. 3,3 Εκείνος που τιμά τον πατέρα του υπακούων έτσι στον Θεόν
εξιλεώνει τας αμαρτίας του.
Σοφ. Σειρ.
3,4 καὶ
ὡς ὁ ἀποθησαυρίζων, ὁ δοξάζων μητέρα αὐτοῦ.
Σοφ. Σειρ. 3,4 Εκείνος δέ που τιμά και σέβεται την μητέρα του, ομοιάζει με
ο άνθρωπον, ο οποίος αποταμιεύει θησαυρούς.
Σοφ. Σειρ.
3,5 ὁ
τιμῶν πατέρα εὐφρανθήσεται ὑπὸ τέκνων, καὶ ἐν
ἡμέρᾳ προσευχῆς αὐτοῦ εἰσακουσθήσεται.
Σοφ. Σειρ. 3,5 Εκείνος που τιμά και σέβεται τον πατέρα του, θα ευφρανθή
και ο ίδιος εκ μέρους των τέκνων του. Και εις ημέραν, κατά την οποίαν θα
προσευχηθή, θα γίνη ακουστή η προσευχή του.
Σοφ. Σειρ.
3,6 ὁ
δοξάζων πατέρα μακροημερεύσει, καὶ ὁ εἰσακούων Κυρίου ἀναπαύσει
μητέρα αὐτοῦ·
Σοφ. Σειρ. 3,6 Αυτός, που τιμά και σέβεται τον πατέρα, θα μακροημερεύση επί
της γης. Και εκείνος, ο οποίος υπακούει στον Κυριον, θα επαναπαύη και θα
ευφραίνη την μητέρα του.
Σοφ. Σειρ.
3,7 καὶ
ὡς δεσπόταις δουλεύσει ἐν τοῖς γεννήσασιν αὐτόν.
Σοφ. Σειρ. 3,7 Ο στοργικός υιός θα υπηρετή τους γονείς του, ως εάν αυτοί
είναι οι κύριοι και αυθένται του.
Σοφ. Σειρ.
3,8 ἐν
ἔργῳ καὶ λόγῳ τίμα τὸν πατέρα σου, ἵνα ἐπέλθῃ
σοι εὐλογία παρ᾿ αὐτοῦ·
Σοφ. Σειρ. 3,8 Με τα έργα και με τα λόγια σου να τιμάς τον πατέρα σου, δια
να έλθη εις σε η ευλογία του,
Σοφ. Σειρ.
3,9 εὐλογία
γὰρ πατρὸς στηρίζει οἴκους τέκνων, κατάρα δὲ μητρὸς
ἐκριζοῖ θεμέλια.
Σοφ. Σειρ. 3,9 Διότι η ευλογία του πατρός στηρίζει τους οίκους των παιδιών
του. Εξ αντιθέτου δε η κατάρα της μητρός καταστρέφει τα σπίτια των υιών εκ
θεμελίων.
Σοφ. Σειρ.
3,10 μὴ
δοξάζου ἐν ἀτιμίᾳ πατρός σου, οὐ γάρ ἐστί σοι
δόξα πατρὸς ἀτιμία·
Σοφ. Σειρ. 3,10 Μη επιδιώκης να δοξασθής με την
δυσφήμησιν του πατρός σου. Διότι δεν είναι δυνατόν η ανυποληψία του πατρός σου
να είναι ιδική σου δόξα.
Σοφ. Σειρ.
3,11 ἡ
γὰρ δόξα ἀνθρώπου ἐκ τιμῆς πατρὸς αὐτοῦ,
καὶ ὄνειδος τέκνοις μήτηρ ἐν ἀδοξίᾳ.
Σοφ. Σειρ. 3,11 Διότι η δόξα του παιδιού πηγάζει από την
υπόληψιν και το καλόν όνομα του πατρός. Εξ αντιθέτου είναι καταισχύνη δια τα
τέκνα η ανυποληψία της μητρός των.
Σοφ. Σειρ.
3,12 τέκνον,
ἀντιλαβοῦ ἐν γήρᾳ πατρός σου, καὶ μὴ λυπήσῃς
αὐτὸν ἐν τῇ ζωῇ αὐτοῦ·
Σοφ. Σειρ. 3,12 Παιδί μου, γίνε στήριγμα του πατρός σου
εις τα γεράματά του και μη τον λυπήσης καθόλου κατά το διάστημα της ζωής του.
Σοφ. Σειρ.
3,13 κἂν
ἀπολείπῃ σύνεσιν, συγγνώμην ἔχε καὶ μὴ ἀτιμάσῃς
αὐτὸν ἐν πάσῃ ἰσχύϊ σου.
Σοφ. Σειρ. 3,13 Και εάν ακόμη η διάνοιά του και η
φρόνησις εξασθενήσουν, συ να είσαι μεγαλόκαρδος και επιεικής απέναντί του. Μη
τον εξευτελίσης και μη τον δυσφήμησης, όταν συ θα ευρίσκεσαι εις την ακμήν των
δυνάμεών σου.
Σοφ. Σειρ.
3,14 ἐλεημοσύνη
γὰρ πατρὸς οὐκ ἐπιλησθήσεται, καὶ ἀντὶ
ἁμαρτιῶν προσανοικοδομηθήσεταί σοι.
Σοφ. Σειρ. 3,14 Η σπλαγχνική σου συμπεριφορά πους τον
πατέρα σου δεν θα λησμονηθή από τον Θεόν. Και αντί να σε τιμωρήση ο Θεός δια
τας άλλας αμαρτίας σου, θα αποκαταστήση ευτυχισμένον και σταθερόν τον οίκον
σου.
Σοφ. Σειρ.
3,15 ἐν
ἡμέρᾳ θλίψεώς σου ἀναμνησθήσεταί σου· ὡς εὐδία
ἐπὶ παγετῷ, οὕτως ἀναλυθήσονταί σου αἱ ἁμαρτίαι.
Σοφ. Σειρ. 3,15 Εις περίοδον δοκιμασιών και πειρασμών ο
Κυριος θα σε ενθυμηθή. Και όπως ο ηλιόλουστος καιρός διαλύει τον πάγον, κατά
παρόμοιον τρόπον θα διαλυθούν και θα εξαφανισθούν αι αμαρτίαι σου.
Σοφ. Σειρ.
3,16 ὡς
βλάσφημος ὁ ἐγκαταλιπὼν πατέρα, καὶ κεκατηραμένος ὑπὸ
Κυρίου ὁ παροργίζων μητέρα αὐτοῦ.
Σοφ. Σειρ. 3,16 Το παιδί, που εγκαταλείπει αβοήθητον τον
πατέρα του, είναι όμοιον με τον άνθρωπον εκείνον, που βλασφημεί τον Θεόν.
Κατηραμένος δε είναι από τον Κυριον εκείνος, ο οποίος με την απρεπή
συμπεριφοράν του εξοργίζει την μητέρα του.
Σοφ. Σειρ.
3,17 τέκνον,
ἐν πραΰτητι τὰ ἔργα σου διέξαγε, καὶ ὑπὸ ἀνθρώπου
δεκτοῦ ἀγαπηθήσῃ.
Σοφ. Σειρ. 3,17 Τέκνον μου, πράττε πάντοτε τα έργα σου
με πραότητα και ετσι θα εκτιμηθής και θα αγαπηθής από κάθε καλόν άνθρωπον.
Σοφ. Σειρ.
3,18 ὅσῳ
μέγας εἶ, τοσούτῳ ταπεινοῦ σεαυτόν, καὶ ἔναντι
Κυρίου εὑρήσεις χάριν·
Σοφ. Σειρ. 3,18 Οσον μέγας και ένδοξος είσαι, τόσον
περισσότερον να ταπεινώνης τον εαυτόν σου και έτσι θα εύρης χάριν ενώπιον του
Κυρίου.
Σοφ. Σειρ.
3,20 ὅτι
μεγάλη ἡ δυναστεία τοῦ Κυρίου καὶ ὑπὸ τῶν
ταπεινῶν δοξάζεται.
Σοφ. Σειρ. 3,20 Διότι μεγάλη είναι η εξουσία και η
μεγαλοπρέπεια του Κυρίου, και δοξάζεται πάντοτε από τους ταπεινούς ανθρώπους.
Σοφ. Σειρ.
3,21 χαλεπώτερά
σου μὴ ζήτει καὶ ἰσχυρότερά σου μὴ ἐξέταζε·
Σοφ. Σειρ. 3,21 Μη επιζητής δυσκατόρθωτα πράγματα, και
ανώτερα από τας δυνάμεις σου μη τα εξετάζης καθόλου.
Σοφ. Σειρ.
3,22 ἃ
προσετάγη σοι, ταῦτα διανοοῦ, οὐ γάρ ἐστί σοι χρεία τῶν
κρυπτῶν.
Σοφ. Σειρ. 3,22 Εκείνα, δια τα οποία έχεις λάβει εντολήν
και δύνασαι να τα εκτέλέσης, αυτά να σκέπτεσαι πάντοτε. Διότι δεν υπάρχει
καμμία ανάγκη να ερευνάς τας κρυπτάς βουλάς του Θεού.
Σοφ. Σειρ.
3,23 ἐν
τοῖς περισσοῖς τῶν ἔργων σου μὴ περιεργάζου·
πλείονα γὰρ συνέσεως ἀνθρώπων ὑπεδείχθη σοι·
Σοφ. Σειρ. 3,23 Μη περιεργάζεσαι υπέρτερα έργα από
εκείνα, που σου έχουν ανατεθή· διότι τα όσα έχεις διδαχθή και γνωρίζεις,
υπερβαίνουν την διάνοιαν των ανθρώπων.
Σοφ. Σειρ.
3,24 πολλοὺς
γὰρ ἐπλάνησεν ἡ ὑπόληψις αὐτῶν, καὶ ὑπόνοια
πονηρὰ ὠλίσθησε διανοίας αὐτῶν.
Σοφ. Σειρ. 3,24 Πολλοί άνθρωποι έχουν παραπλανηθή από την
έπαρσίν των και ένοχος διάθεσις παρέσυρε τας διανοίας των εις ολισθήματα.
Σοφ. Σειρ.
3,25 [κόρας
μὴ ἔχων ἀπορήσεις φωτός, γνώσεως δὲ ἄμοιρος ὢν
μὴ ἐπαγγέλλου].
Σοφ. Σειρ. 3,25 Εάν δεν έχης υγιείς τας κόρας των
οφθαλμών σου, θα χάσης μόνον το φως. Εάν όμως μείνης άγευστος της υγιούς
γνώσεως και σοφίας, μη επιχειρής τίποτε, διότι τα πάντα είναι χαμένα δια σέ.
Σοφ. Σειρ.
3,26 καρδία
σκληρὰ κακωθήσεται ἐπ᾿ ἐσχάτων, καὶ ὁ ἀγαπῶν
κίνδυνον ἐν αὐτῷ ἐμπεσεῖται.
Σοφ. Σειρ. 3,26 Ο σκληρός και θρασύς κατά την καρδίαν,
στο τέλος, θα καταστροφή. Εκείνος δε ο οποίος αγαπά να εκτίθεται εις
παράτολμους κινδύνους, θα περιπέση εις κινδύνους και δεν θα ημπορέση να
γλυτώση.
Σοφ. Σειρ.
3,27 καρδία
σκληρὰ βαρυνθήσεται πόνοις, καὶ ὁ ἁμαρτωλὸς
προσθήσει ἁμαρτίαν ἐφ᾿ ἁμαρτίαις.
Σοφ. Σειρ. 3,27 Ανθρωπος εσκληρυμμένος και εγωπαθής θα
καταβαρυνθή με πολλάς ταλαιπωρίας. Και ο αμαρτωλός αυτός θα προσθέτη συνεχώς
την μίαν αμαρτίαν επάνω εις τας άλλας αμαρτίας του.
Σοφ. Σειρ.
3,28 ἐπαγωγὴ
ὑπερηφάνου οὐκ ἔστιν ἴασις, φυτὸν γὰρ
πονηρίας ἐῤῥίζωκεν ἐν αὐτῷ.
Σοφ. Σειρ. 3,28 Η θλίψις και η ταλαιπωρία του υπερηφάνου
είναι αθεράπευτος· διότι ένα φυτόν κακότητος έχει ριζώσει μέσα του.
Σοφ. Σειρ.
3,29 καρδία
συνετοῦ διανοηθήσεται παραβολήν, καὶ οὖς ἀκροατοῦ
ἐπιθυμία σοφοῦ.
Σοφ. Σειρ. 3,29 Εξ αντιθέτου η καρδία του συνετού θα σκέπτεται
πάντοτε σοφά γνωμικά. Και ενας άνθρωπος σοφός επιθυμεί να έχη πάντοτε
προσεκτικόν το αυτί του εις αυτά, που ακούει.
Σοφ. Σειρ.
3,30 πῦρ
φλογιζόμενον ἀποσβέσει ὕδωρ, καὶ ἐλεημοσύνη ἐξιλάσεται
ἁμαρτίας.
Σοφ. Σειρ. 3,30 Το νερό σβήνει τας φλόγας του πυρός. Ετσι
και η ελεημοσύνη εξιλεώνει τας αμαρτίας.
Σοφ. Σειρ.
3,31 ὁ
ἀνταποδιδοὺς χάριτας μέμνηται εἰς τὰ μετὰ ταῦτα,
καὶ ἐν καιρῷ πτώσεως εὑρήσει στήριγμα.
Σοφ. Σειρ. 3,31 Εκείνος ο οποίος ανταποδίδει
ευγνωμοσύνην και χάριν δια τας ευεργεσίας, που έλαβε, θα μνημονεύεται και στο
μέλλον. Εις δε καιρόν δυστυχίας και θλίψεως θα εύρη βοήθειαν.
ΣΟΦΙΑ ΣΕΙΡΑΧ 4
Σοφ. Σειρ.
4,1 Τέκνον,
τὴν ζωὴν τοῦ πτωχοῦ μὴ ἀποστερήσῃς καὶ
μὴ παρελκύσῃς ὀφθαλμοὺς ἐπιδεεῖς.
Σοφ. Σειρ. 4,1 Παιδί μου, μη στερήσης τον πτωχόν από όσα του χρειάζονται
δια την ζωήν του και μη αναβάλης την βοήθειάν σου εις μάτια, τα οποία σε
κυττάζουν ικετευτικώς.
Σοφ. Σειρ.
4,2 ψυχὴν
πεινῶσαν μὴ λυπήσῃς καὶ μὴ παροργίσῃς ἄνδρα
ἐν ἀπορίᾳ αὐτοῦ.
Σοφ. Σειρ. 4,2 Ανθρωπον, που πεινά, μη τον λυπήσης. Μη εξοργίζης άνθρωπον,
ο οποίος ευρίσκεται εις ανάγκην.
Σοφ. Σειρ.
4,3 καρδίαν
παρωργισμένην μὴ προσταράξῃς καὶ μὴ παρελκύσῃς
δόσιν προσδεομένου.
Σοφ. Σειρ. 4,3 Μη ταράξης περισσότερον καρδίαν, την οποίαν έχει αναστατώσει
η οργή, και μη αναβάλης την βοήθειάν σου εις άνθρωπον, που έχει την ανάγκην
σου.
Σοφ. Σειρ.
4,4 ἱκέτην
θλιβόμενον μὴ ἀπαναίνου καὶ μὴ ἀποστρέψῃς τὸ
πρόσωπόν σου ἀπὸ πτωχοῦ.
Σοφ. Σειρ. 4,4 Μη απωθής άνθρωπον, που θλίβεται και ο οποίος σε παρακαλεί.
Και μη αποστρέψης το πρόσωπόν σου από πτωχόν άνθρωπον.
Σοφ. Σειρ.
4,5 ἀπὸ
δεομένου μὴ ἀποστρέψῃς ὀφθαλμὸν καὶ μὴ
δῷς τόπον ἀνθρώπῳ καταράσασθαί σε·
Σοφ. Σειρ. 4,5 Μη απρστρέψης τα μάτια σου από άνθρωπον, που ευρίσκεται εις
ανάγκην, και μη δίδης εις κανένα αφορμήν, να σε καταρασθή·
Σοφ. Σειρ.
4,6 καταρωμένου
γάρ σε ἐν πικρίᾳ ψυχῆς αὐτοῦ, τῆς δεήσεως αὐτοῦ
ἐπακούσεται ὁ ποιήσας αὐτόν.
Σοφ. Σειρ. 4,6 διότι, όταν αυτός υπό το κράτος της ψυχικής του στενοχωρίας
σε καταρασθή, ο Κυριος, ο οποίος τον έπλασε, θα ακούση την δέησίν του.
Σοφ. Σειρ.
4,7 προσφιλῇ
συναγωγῇ σεαυτὸν ποίει καὶ μεγιστᾶνι ταπείνου τὴν
κεφαλήν σου.
Σοφ. Σειρ. 4,7 Καμε τον εαυτόν σου αγαπητόν εις την κοινωνίαν των ανθρώπων.
Και σκύψε ταπεινοφρόνως το κεφάλι σου εμπρός στους άρχοντας.
Σοφ. Σειρ.
4,8 κλῖνον
πτωχῷ τὸ οὖς σου καὶ ἀποκρίθητι αὐτῷ
εἰρηνικὰ ἐν πραΰτητι.
Σοφ. Σειρ. 4,8 Σκύψε και άκουσε τον πτωχόν και να αποκριθής προς αυτόν με
ειρήνην και πραότητα.
Σοφ. Σειρ.
4,9 ἐξελοῦ
ἀδικούμενον ἐκ χειρὸς ἀδικοῦντος καὶ μὴ
ὀλιγοψυχήσῃς ἐν τῷ κρίνειν σε.
Σοφ. Σειρ. 4,9 Βγάλε από τα χέρια αδικούντος τον αδικούμενον και μη
δειλιάσης, όταν αίσαι δικαστής, να αποδώσης το δίκαιον.
Σοφ. Σειρ.
4,10 γίνου
ὀρφανοῖς ὡς πατὴρ καὶ ἀντὶ ἀνδρὸς
τῇ μητρὶ αὐτῶν· καὶ ἔσῃ ὡς
υἱὸς Ὑψίστου, καὶ ἀγαπήσει σε μᾶλλον ἢ
μήτηρ σου.
Σοφ. Σειρ. 4,10 Γινε ωσάν πατέρας εις τα ορφανά και ωσάν
σύζυγος εις την χήραν μητέρα των. Ετσι δε θα γίνης και θα είσαι υιός του
Υψίστου, ο οποίος θα σε αγαπήση πολύ περισσότερον, από όσον σε ηγάπησεν η
μητέρα σου.
Σοφ. Σειρ.
4,11 Ἡ
σοφία υἱοὺς αὐτῆς ἀνύψωσε καὶ ἐπιλαμβάνεται
τῶν ζητούντων αὐτήν.
Σοφ. Σειρ. 4,11 Η σοφία αναδεικνύει και δοξάζει τα
παιδιά της και φροντίζει δι' εκείνους, οι οποίοι ζητούν να την αποκτήσουν.
Σοφ. Σειρ.
4,12 ὁ
ἀγαπῶν αὐτὴν ἀγαπᾷ ζωήν, καὶ οἱ
ὀρθρίζοντες πρὸς αὐτὴν ἐμπλησθήσονται εὐφροσύνης.
Σοφ. Σειρ. 4,12 Εκείνος που αγαπά την σοφίαν, αγαπά εις
την πραγματικότητα την ειρηνικήν ζωήν του. Και όσοι εξυπνούν πρωϊ πρωϊ προς
χάριν αυτής, θα γεμίσουν από χαράν.
Σοφ. Σειρ.
4,13 ὁ
κρατῶν αὐτῆς κληρονομήσει δόξαν, καὶ οὗ εἰσπορεύεται,
εὐλογήσει Κύριος.
Σοφ. Σειρ. 4,13 Εκείνος που κατέχει την σοφίαν και ζη
σύμφωνα με τας εντολάς της, θα αποκτήση δόξαν. Ο δε Κυριος θα ευλογή πάντοτε
την οικίαν, εις την οποίαν αυτή θα εισέρχεται.
Σοφ. Σειρ.
4,14 οἱ
λατρεύοντες αὐτῇ λειτουργήσουσιν ἁγίῳ, καὶ τοὺς
ἀγαπῶντας αὐτὴν ἀγαπᾷ ὁ Κύριος.
Σοφ. Σειρ. 4,14 Οσοι υπηρετούν την σοφίαν, προσφέρουν
λατρείαν στον άγιον Θεόν. Εκείνοι δε οι οποίοι την αγαπούν, θα αγαπηθούν από
τον Κυριον.
Σοφ. Σειρ.
4,15 ὁ
ὑπακούων αὐτῆς κρινεῖ ἔθνη, καὶ ὁ
προσέχων αὐτῇ κατασκηνώσει πεποιθώς.
Σοφ. Σειρ. 4,15 Εκείνος που υπακούει εις τας εντολάς της
σοφίας, θα αναδειχθή άρχων λαών. Και όποιος προσέχει εις αυτήν, θα κατοική εις
την οικίαν του ασφαλής.
Σοφ. Σειρ.
4,16 ἐὰν
ἐμπιστεύσῃ, κατακληρονομήσει αὐτήν, καὶ ἐν
κατασχέσει ἔσονται αἱ γενεαὶ αὐτοῦ·
Σοφ. Σειρ. 4,16 Εάν εμπιστευθή κανείς τον εαυτόν του εις
την σοφίαν, θα γίνη κληρονόμος και κάτοχός της και οι απόγονοί του θα είναι
μέτοχοι εις αυτήν.
Σοφ. Σειρ.
4,17 ὅτι
διεστραμμένως πορεύεται μετ᾿ αὐτοῦ ἐν πρώτοις, φόβον δὲ
καὶ δειλίαν ἐπάξει ἐπ᾿ αὐτὸν καὶ
βασανίσει αὐτὸν ἐν παιδείᾳ αὐτῆς, ἕως
οὗ ἐμπιστεύσῃ τῇ ψυχῇ αὐτοῦ, καὶ
πειράσῃ αὐτὸν ἐν τοῖς δικαιώμασιν αὐτῆς.
Σοφ. Σειρ. 4,17 Η σοφία κατ' αρχάς βαδίζει μαζή με τον
κάτοχον αυτής δια μέσου πολλών δυσκολιών και δι' οδών στενωπών. Θα του φέρη
κάποιον φοβον και δειλίαν και με την διαπαιδαγώγησίν της θα τον ταλαιπωρή,
μέχρις ότου εμπνεύση εις την ψυχήν
του την εμπιστοσύνην της. Και θα δοκιμάση αυτόν δια μέσου των εντολών της.
Σοφ. Σειρ.
4,18 καὶ
πάλιν ἐπανήξει κατ᾿ εὐθεῖαν πρὸς αὐτὸν
καὶ εὐφρανεῖ αὐτὸν καὶ ἀποκαλύψει αὐτῷ
τὰ κρυπτὰ αὐτῆς.
Σοφ. Σειρ. 4,18 Θα επανέλθη όμως κατόπιν προς αυτόν κατ'
ευθείαν και χωρίς περιστροφάά· θα του χαρίση ευφροσύνην και θα αποκαλύψη εις
αυτόν τα μυστικά της.
Σοφ. Σειρ.
4,19 ἐὰν
ἀποπλανηθῇ, ἐγκαταλείψει αὐτὸν καὶ παραδώσει
αὐτὸν εἰς χεῖρας πτώσεως αὐτοῦ.
Σοφ. Σειρ. 4,19 Εάν όμως ο άνθρωπος την εγκαταλείψη και
εκουσίως παραπλανηθή, αυτή επίσης θα τον εγκαταλείψη και θα τον παραδώση
αβοήθητον εις την καταστροφήν.
Σοφ. Σειρ.
4,20 Συντήρησον
καιρὸν καὶ φύλαξαι ἀπὸ πονηροῦ καὶ περὶ
τῆς ψυχῆς σου μὴ αἰσχυνθῇς·
Σοφ. Σειρ. 4,20 Να προσέχης και να εκτιμάς τας εκάστοτε
περιστάσεις· φύλαξε την ψυχήν σου από το πονηρόν και εις ζητήματα, τα οποία
αφορούν την πρόοδον και σωτηρίαν της ψυχής σου, μη εντροπής κανένα.
Σοφ. Σειρ.
4,21 ἔστι
γὰρ αἰσχύνη ἐπάγουσα ἁμαρτίαν, καὶ ἔστιν αἰσχύνη
δόξα καὶ χάρις.
Σοφ. Σειρ. 4,21 Διότι υπάρχει εντροπή, η οποία οδηγεί εις
την αμαρτίαν. Υπάρχει δε και εντροπή, η οποία είναι δόξα και χάρις.
Σοφ. Σειρ.
4,22 μὴ
λάβῃς πρόσωπον κατὰ τῆς ψυχῆς σου καὶ μὴ ἐντραπῇς
εἰς πτῶσίν σου.
Σοφ. Σειρ. 4,22 Μη, δια λόγους συστολής προς κάποιο
πρόσωπον ξένον προς την αλήθειαν του Θεού, αμαρτήσης εναντίον της ψυχής σου και
μη λόγω της κακώς νοουμένης εντροπής προς άνθρωπον, πέσης εις κάποιο παράπτωμα.
Σοφ. Σειρ.
4,23 μὴ
κωλύσῃς λόγον ἐν καιρῷ σωτηρίας·
Σοφ. Σειρ. 4,23 Μη, δια λόγους πάλιν συστολής κρατής τον
λόγον του Θεού εις περίστασιν, κατά την οποίαν αυτός λεγόμενος θα φέρη
σωτηρίαν, εις όσους τον ακούσουν.
Σοφ. Σειρ.
4,24 ἐν
γὰρ λόγῳ γνωσθήσεται σοφία καὶ παιδεία ἐν ῥήματι
γλώσσης.
Σοφ. Σειρ. 4,24 Διότι με τον λόγον τον συνετόν γίνεται
γνωστή η σοφία. Και με γλώσσαν, η οποία ομιλεί λόγους Θεού, προσφέρεται η
μόρφωσις.
Σοφ. Σειρ.
4,25 μὴ
ἀντίλεγε τῇ ἀληθείᾳ καὶ περὶ τῆς ἀπαιδευσίας
σου ἐντράπηθι.
Σοφ. Σειρ. 4,25 Μη, δια λόγους προσωπικής προκαταλήψεως
αντιλέγης προς την αλήθειαν· δια την άγνοιάν σου και την έλλειψιν μορφώσεως
πρέπει να εντρέπεσαι.
Σοφ. Σειρ.
4,26 μὴ
αἰσχυνθῇς ὁμολογῆσαι ἐφ᾿ ἁμαρτίαις
σου καὶ μὴ βιάζου ῥοῦν ποταμοῦ.
Σοφ. Σειρ. 4,26 Μη εντραπής να υμολογήσης τα σφάλματά σου
και μη αντιτίθεσαι εις την φυσικήν ροήν των πραγμάτων.
Σοφ. Σειρ.
4,27 καὶ
μὴ ὑποστρώσῃς σεαυτὸν ἀνθρώπῳ μωρῷ καὶ
μὴ λάβῃς πρόσωπον δυνάστου.
Σοφ. Σειρ. 4,27 Μη, δια λόγους εντροπής, υποταχθής και
πέσης πρηνής εις άνθρωπον άμυαλον και ασεβή και μη επηρεασθής ποτέ από πρόσωπα,
που κατέχουν αξιώματα, ώστε να παρεκκλίνης από την αλήθειαν.
Σοφ. Σειρ.
4,28 ἕως
τοῦ θανάτου ἀγώνισαι περὶ τῆς ἀληθείας, καὶ
Κύριος ὁ Θεὸς πολεμήσει ὑπὲρ σοῦ.
Σοφ. Σειρ. 4,28 Μέχρι της τελευταίας σου αναπνοής να
αγωνίζεσαι δια την αλήθειαν και ο Κυριος θα πολεμήση μετά σου και υπέρ σου.
Σοφ. Σειρ.
4,29 μὴ
γίνου ταχὺς ἐν γλώσσῃ σου καὶ νωθρὸς καὶ
παρειμένος ἐν τοῖς ἔργοις σου.
Σοφ. Σειρ. 4,29 Μη γίνεσαι ταχύς εις λόγους, εις
υποσχέσεις και σχέδια ωραία, αμελής δε και αργοκίνητος εις έργα καλά.
Σοφ. Σειρ.
4,30 μὴ
ἴσθι ὡς λέων ἐν τῷ οἴκῳ σου καὶ
φαντασιοκοπῶν ἐν τοῖς οἰκέταις σου.
Σοφ. Σειρ. 4,30 Μη γίνεσαι σαν ληοντάρι μέσα στο σπίτι
σου, φαντασιοκοπών και καυχώμενος ανάμεσα στους υπηρέτας σου.
Σοφ. Σειρ.
4,31 μὴ
ἔστω ἡ χείρ σου ἐκτεταμένη εἰς τὸ λαβεῖν καὶ
ἐν τῷ ἀποδιδόναι συνεσταλμένη.
Σοφ. Σειρ. 4,31 Ας μη είναι το χέρι σου απλωμένο, δια να
λαμβάνη, σφικτό δε και απρόθυμον στο να δίδη.
ΣΟΦΙΑ ΣΕΙΡΑΧ 5
Σοφ. Σειρ.
5,1 Μὴ
ἔπεχε ἐπὶ τοῖς χρήμασί σου καὶ μὴ εἴπῃς·
αὐτάρκη μοί ἐστι.
Σοφ. Σειρ. 5,1 Μη στηρίζεσαι εις τα χρήματά σου και μη είπης καυχώμενος·
έχω αρκετά χρήματα.
Σοφ. Σειρ.
5,2 μὴ
ἐξακολούθει τῇ ψυχῇ σου καὶ τῇ ἰσχύϊ σου τοῦ
πορεύεσθαι ἐν ἐπιθυμίαις καρδίας σου,
Σοφ. Σειρ. 5,2 Μη ακολουθής τους αμαρτωλούς πόθους της ψυχής σου και μη
στηρίζεσαι, εις την δύναμίν σου, ώστε να πορεύεσαι σύμφωνα προς τας κακάς
επιθυμίας της καρδίας σου.
Σοφ. Σειρ.
5,3 καὶ
μὴ εἴπῃς· τίς με δυναστεύσει; ὁ γὰρ Κύριος ἐκδικῶν
ἐκδικήσει σε.
Σοφ. Σειρ. 5,3 Μη είπης· ποίος έχει εξουσίαν και κυριότητα επάνω μου;»
Διότι Ο Κυριος αυστηρώς θα σε τιμωρήση.
Σοφ. Σειρ.
5,4 μὴ
εἴπῃς, ἥμαρτον, καὶ τί μοι ἐγένετο; ὁ γὰρ
Κύριός ἐστι μακρόθυμος.
Σοφ. Σειρ. 5,4 Μη είπης· ημάρτησα και λοιπόν τι κακόν μο συνέβη προς
τιμωρίαν μου; Δεν ετιμωρήθης διότι ο Κυριος είναι μακρόθυμος.
Σοφ. Σειρ.
5,5 περὶ
ἐξιλασμοῦ μὴ ἄφοβος γίνου, προσθεῖναι ἁμαρτίαν
ἐφ᾿ ἁμαρτίαις·
Σοφ. Σειρ. 5,5 Μη στηρίζεσαι εις την συγχώρησιν, που δίδει ο Θεός, και μη
γίνεσαι άφοβος απέναντι της αμαρτίας και έτσι προσθετής αμαρτίας επάνω εις
αμαρτίας.
Σοφ. Σειρ.
5,6 καὶ
μὴ εἴπῃς· ὁ οἰκτιρμὸς αὐτοῦ
πολύς, τὸ πλῆθος τῶν ἁμαρτιῶν μου ἐξιλάσεται·
ἔλεος γὰρ καὶ ὀργὴ παρ᾿ αὐτοῦ,
καὶ ἐπὶ ἁμαρτωλοὺς καταπαύσει ὁ θυμὸς
αὐτοῦ.
Σοφ. Σειρ. 5,6 Μη είπης· μέγα και πολύ είναι το έλεος του Θεού και
οσονδήποτε πλήθος αμαρτιών και αν έχω διαπράξει, θα με συγχωρήση ο Κυριος. Μη
λησμονής όμως, ότι παρά τω Θεώ υπάρχει βεβαίως το έλεος άλλα και η οργή.
Εναντίον δε εκείνων, οι οποίοι αφόβως αμαρτάνουν, θα επιπέση η οργή του Θεού.
Σοφ. Σειρ.
5,7 μὴ
ἀνάμενε ἐπιστρέψαι πρὸς Κύριον καὶ μὴ ὑπερβάλλου
ἡμέραν ἐξ ἡμέρας· ἐξάπινα γὰρ ἐξελεύσεται
ὀργὴ Κυρίου, καὶ ἐν καιρῷ ἐκδικήσεως ἐξολῇ.
Σοφ. Σειρ. 5,7 Μη βραδύνης αναμένων κατάλληλον τάχα καιρόν, δια να
επιστρέψης προς τον Κυριον, και μη αναβάλλης την μετάνοιαν και διόρθωσίν σου
από την μίαν ημέραν εις την άλλην. Διότι αιφνιδίως θα επέλθη εναντίον σου η
οργή του Κυρίου και κατά τον καιρόν της δικαίας παρά του Θεού τιμωρίας θα
καταστραφής.
Σοφ. Σειρ.
5,8 μὴ
ἔπεχε ἐπὶ χρήμασιν ἀδίκοις· οὐδὲν γὰρ
ὠφελήσει σε ἐν ἡμέρᾳ ἐπαγωγῆς.
Σοφ. Σειρ. 5,8 Μη στηρίζεσαι εις χρήματα άδικα· διότι αυτά τίποτε δεν θα σε
ωφελήσουν κατά την ημέραν των συμφορών και της οργής του Θεού.
Σοφ. Σειρ.
5,9 μὴ
λίκμα ἐν παντὶ ἀνέμῳ καὶ μὴ πορεύου ἐν
πάσῃ ἀτραπῷ· οὕτως ὁ ἁμαρτωλὸς ὁ
δίγλωσσος.
Σοφ. Σειρ. 5,9 Μη λιχνίζης το σιτάρι σου με κάθε άνεμον και μη βαδίζης εις
κάθε δρόμον, που παρουσιάζεται εμπρός σου. Ετσι πράττει ο διπρόσωπος και
ανθρωπάρεσκος αμαρτωλός.
Σοφ. Σειρ.
5,10 ἴσθι
ἐστηριγμένος ἐν συνέσει σου, καὶ εἷς ἔστω σου ὁ
λόγος.
Σοφ. Σειρ. 5,10 Να είσαι σταθερός εις τας συνετάς και
όρθάς πεποιθήσεις και αποφάσεις σου και ο λόγος σου να είναι ένας.
Σοφ. Σειρ.
5,11 γίνου
ταχὺς ἐν ἀκροάσει σου καὶ ἐν μακροθυμίᾳ
φθέγγου ἀπόκρισιν.
Σοφ. Σειρ. 5,11 Να είσαι ταχύς στο να ακούης, βραδύς δε
στο να δίδης απαντήσεις.
Σοφ. Σειρ.
5,12 εἰ
ἔστι σοι σύνεσις, ἀποκρίθητι τῷ πλησίον· εἰ δὲ
μή, ἡ χείρ σου ἔστω ἐπὶ στόματί σου.
Σοφ. Σειρ. 5,12 Εάν έχης συνετήν απάντησιν, αποκρίσου
στον πλησίον σου· ει δε άλλως βάλε το χέρι στο στόμα σου, ώστε να μη ομιλήσης.
Σοφ. Σειρ.
5,13 δόξα
καὶ ἀτιμία ἐν λαλιᾷ, καὶ γλῶσσα ἀνθρώπου
πτῶσις αὐτῷ.
Σοφ. Σειρ. 5,13 Δοξα και εξευτελισμός υπάρχουν εις την
ομιλίαν, αναλόγως των όσων λέγει ο άνθρωπος. Η δε άκριτος και απρόσεκτος γλώσσα
οδηγεί εις πτώσεις και δυσκολίας τον άνθρωπον.
Σοφ. Σειρ.
5,14 μὴ
κληθῇς ψίθυρος, καὶ τῇ γλώσσῃ σου μὴ ἐνέδρευε·
ἐπὶ γὰρ τῷ κλέπτῃ ἐστὶν αἰσχύνη,
καὶ κατάγνωσις πονηρὰ ἐπὶ διγλώσσου.
Σοφ. Σειρ. 5,14 Μη φέρεσαι έτσι, ώστε να σε ονομάσουν
κουτσομπόλην και ψιθυριστήν· με την γλώσσαν σου δε μη στήνης παγίδας εις βάρος
των άλλων. Διότι, εάν δια τον κλέπτην επιφυλάσσεται καταισχύνη, δια τον
διπλοπρόσωπον και καταλάλον επιφυλάσσεται αυστηρά καταδίκη.
Σοφ. Σειρ.
5,15 ἐν
μεγάλῳ καὶ ἐν μικρῷ μὴ ἀγνόει.
Σοφ. Σειρ. 5,15 Και τα μεγάλα και τα μικρά εξέταζέ τα με
πολλήν προσοχήν, ώστε να μη τα αγνοής.
ΣΟΦΙΑ ΣΕΙΡΑΧ 6
Σοφ. Σειρ.
6,1 Καὶ
ἀντὶ φίλου μὴ γίνου ἐχθρός· ὄνομα γὰρ
πονηρὸν αἰσχύνην καὶ ὄνειδος κληρονομήσει· οὕτως
ὁ ἁμαρτωλὸς ὁ δίγλωσσος.
Σοφ. Σειρ. 6,1 Αντί φίλου μη γίνεσαι, με την κακήν συμπεριφοράν ίσου
εχθρός προς τον φίλον σου, διότι έτσι θα αποκτήσης κακήν φήμην, εντροπήν και
όνειδος. Τέτοιος είναι ο διπρόσωπος αμαρτωλός.
Σοφ. Σειρ.
6,2 μὴ
ἐπάρῃς σεαυτὸν ἐν βουλῇ ψυχῆς σου, ἵνα
μὴ διαρπαγῇ ὡς ταῦρος ἡ ψυχή σου·
Σοφ. Σειρ. 6,2 Μη παρασυρθής και δοθής εις τας κακάς εκρήξεις της καρδίας
σου, δια να μη αναστατωθή και καταστραφή ως από μαινόμενον ταύρον η ζωη σου.
Σοφ. Σειρ.
6,3 τὰ
φύλλα σου καταφάγεσαι καὶ τοὺς καρπούς σου ἀπολέσεις καὶ
ἀφήσεις σεαυτὸν ὡς ξύλον ξηρόν.
Σοφ. Σειρ. 6,3 Εάν καταβροχθίζης και καταστρέφης τα φύλλα της ζωής σου, θα
χάσης και τους καρπούς σου. Και εν τέλει θα κάμης και θα αφήσης τον εαυτόν σου
ως ένα ξηρόν ξύλον.
Σοφ. Σειρ.
6,4 ψυχὴ
πονηρὰ ἀπολεῖ τὸν κτησάμενον αὐτὴν καὶ
ἐπίχαρμα ἐχθρῶν ποιήσει αὐτόν.
Σοφ. Σειρ. 6,4 Η πονηρά ψυχή καταστρέφει αυτόν, που την έχει, και θα τον
κάμη περίγελων στους εχθρούς του.
Σοφ. Σειρ.
6,5 Λάρυγξ
γλυκὺς πληθυνεῖ φίλους αὐτοῦ, καὶ γλῶσσα εὔλαλος
πληθυνεῖ εὐπροσήγορα.
Σοφ. Σειρ. 6,5 Ο γλυκύς όμως λόγος θα πληθύνη τους φίλους του. Και γλώσσα,
η οποία ομιλεί καλά, θα ελκύση πλήθος από ευγενείς και καλάς απαντήσεις.
Σοφ. Σειρ.
6,6 οἱ
εἰρηνεύοντές σοι ἔστωσαν πολλοί, οἱ δὲ σύμβουλοί σου εἷς
ἀπὸ χιλίων.
Σοφ. Σειρ. 6,6 Οι άνθρωποι, με τους οποίους ευρίσκεσαι εις ειρηνικάς
σχέσεις, ας είναι πολυάριθμοι. Οι σύμβουλοί σου όμως ας εκλέγωνται μετά
προσοχής, ένας ανάμεσα εις χιλίους.
Σοφ. Σειρ.
6,7 εἰ
κτᾶσαι φίλον, ἐν πειρασμῷ κτῆσαι αὐτόν, καὶ
μὴ ταχὺ ἐμπιστεύσῃς αὐτῷ·
Σοφ. Σειρ. 6,7 Εάν θέλης να αποκτήσης φίλον, απόκτησέ τον κατόπιν
δοκιμασίας και εξετάσεως, και πάντως μη εμπιστεύεσαι τον εαυτόν σου εις εκείνον
αμέσως·
Σοφ. Σειρ.
6,8 ἔστι
γὰρ φίλος ἐν καιρῷ αὐτοῦ καὶ οὐ μὴ
παραμείνῃ ἐν ἡμέρᾳ θλίψεώς σου.
Σοφ. Σειρ. 6,8 διότι υπάρχουν φίλοι προσωρινοί και πρόσκαιροι· αυτοί όμως
δεν θα παραμείνουν κοντά σου ως φίλοι εις περίοδον της δυστυχίας σου.
Σοφ. Σειρ.
6,9 καὶ
ἔστι φίλος μετατιθέμενος εἰς ἔχθραν καὶ μάχην ὀνειδισμοῦ
σου ἀποκαλύψει.
Σοφ. Σειρ. 6,9 Υπάρχουν φίλοι, οι οποίοι μεταβάλλουν συντόμως εις έχθραν
την φιλίαν, αποκαλύπτουν στους άλλους τα τρωτά του χαρακτήρος και της ζωής σου,
ώστε να προκαλούν εναντίον σου μάχην και ονειδισμόν.
Σοφ. Σειρ.
6,10 καὶ
ἔστι φίλος κοινωνὸς τραπεζῶν καὶ οὐ μὴ
παραμείνῃ ἐν ἡμέρᾳ θλίψεώς σου.
Σοφ. Σειρ. 6,10 Υπάρχουν άλλοι, οι οποίοι μένουν φίλοι,
εφ' όσον τρώγουν εις την τράπεζάν σου. Δεν θα μείνουν όμως κοντά σου εις
περίοδον ανάγκης και δοκιμασίας σου.
Σοφ. Σειρ.
6,11 καὶ
ἐν τοῖς ἀγαθοῖς σου ἔσται ὡς σύ, καὶ ἐπὶ
τοὺς οἰκέτας σου παῤῥησιάσεται·
Σοφ. Σειρ. 6,11 Οι ψευδείς και ανειλικρινείς αυτοί φίλοι
θα χρησιμοποιούν τα αγαθά σου, ως
εάν είναι ιδικά των. Και θα ομιλούν
με εξουσίαν προς τους υπηρέτας σου, ως εάν αυτοί είναι οι κύριοί των.
Σοφ. Σειρ.
6,12 ἐὰν
ταπεινωθῇς, ἔσται κατὰ σοῦ, καὶ ἀπὸ
τοῦ προσώπου σου κρυβήσεται.
Σοφ. Σειρ. 6,12 Οταν όμως εκπέσης και ευρεθής εις
ανάγκην, θα στραφούν εναντίον σου και θα φύγουν από εμπρός σου και θα κρυφθούν.
Σοφ. Σειρ.
6,13 ἀπὸ
τῶν ἐχθρῶν σου διαχωρίσθητι καὶ ἀπὸ τῶν
φίλων σου πρόσεχε.
Σοφ. Σειρ. 6,13 Να απομακρυνθής από τους εχθρούς σου·
και από κάτι τέτοιους φίλους να προσέχης.
Σοφ. Σειρ.
6,14 φίλος
πιστὸς σκέπη κραταιά, ὁ δὲ εὑρὼν αὐτὸν
εὗρε θησαυρόν.
Σοφ. Σειρ. 6,14 Ο πιστός φίλος είναι ισχυρά προστασία.
Εκείνος δέ που εύρεν ένα τέτοιον φίλον εύρε θησαυρόν.
Σοφ. Σειρ.
6,15 φίλου
πιστοῦ οὐκ ἔστιν ἀντάλλαγμα, καὶ οὐκ ἔστι
σταθμὸς τῆς καλλονῆς αὐτοῦ.
Σοφ. Σειρ. 6,15 Με τίποτε δεν ανταλλάσσεται ένας πιστός
φίλος, και με κανένα τρόπον δεν ημπορεί κανείς να ζυγίση και εκτιμήση την αξίαν
του.
Σοφ. Σειρ.
6,16 φίλος
πιστὸς φάρμακον ζωῆς, καὶ οἱ φοβούμενοι Κύριον εὑρήσουσιν
αὐτόν.
Σοφ. Σειρ. 6,16 Ο πιστός φίλος είναι φάρμακον, που δίδει
ζωήν. Οσοι δε φοβούνται τον Κυριον, θα εύρουν τέτοιον φίλον.
Σοφ. Σειρ.
6,17 ὁ
φοβούμενος Κύριον εὐθύνει φιλίαν αὐτοῦ, ὅτι κατ᾿
αὐτὸν οὕτως καὶ ὁ πλησίον αὐτοῦ.
Σοφ. Σειρ. 6,17 Εκείνος που ευλαβείται τον Κυριον, είναι
ευθύς και ειλικρινής εις την φιλίαν του. Οπως είναι αυτός, έτσι θα είναι και ο
φίλος, τον οποίον εξέλεξε.
Σοφ. Σειρ.
6,18 Τέκνον,
ἐκ νεότητός σου ἐπίλεξαι παιδείαν, καὶ ἕως πολιῶν
εὑρήσεις σοφίαν.
Σοφ. Σειρ. 6,18 Παιδί μου, από την νεαράν σου ηλικίαν
διάλεξε και προτίμησε την υγιά μόρφωσιν. Ετσι δε θα εύρης και θα κατέχης την
αληθινήν σοφίαν, έως ότου ασπρίσουν αι τρίχες της κεφαλής σου.
Σοφ. Σειρ.
6,19 ὡς
ὁ ἀροτριῶν καὶ ὁ σπείρων πρόσελθε αὐτῇ
καὶ ἀνάμενε τοὺς ἀγαθοὺς καρποὺς αὐτῆς·
ἐν γὰρ τῇ ἐργασίᾳ αὐτῆς ὀλίγον
κοπιάσεις καὶ ταχὺ φάγεσαι γεννημάτων αὐτῆς.
Σοφ. Σειρ. 6,19 Οπως εκείνος που οργώνει και σπείρει,
κοπιάζει, ετσι και συ πρόσελθε προς την αληθή μόρφωσίν με την απόφασιν να κοπιάσης
και περίμενε τους καλούς αυτής καρπούς. Διότι, όταν εργάζεσαι δια την απόκτησιν
αυτής, θα κοπιάσης βέβαια ολίγον, πολύ σύντομα όμως θα γευθής τους καλούς
καρπούς της.
Σοφ. Σειρ.
6,20 ὡς
τραχεῖά ἐστι σφόδρα τοῖς ἀπαιδεύτοις, καὶ οὐκ
ἐμμενεῖ ἐν αὐτῇ ἀκάρδιος·
Σοφ. Σειρ. 6,20 Ποσον όμως δύσκολος είναι δι' εκείνους,
που δεν έχουν ούτε θέλουν παιδείαν και μόρφωσιν! Ανθρωπος δε χωρίς ευγενή
καρδίαν και ανόητος δεν θα επιμείνη, δια να αποκτήση την σοφίαν.
Σοφ. Σειρ.
6,21 ὡς
λίθος δοκιμασίας ἰσχυρὸς ἔσται ἐπ᾿ αὐτῷ,
καὶ οὐ χρονιεῖ ἀποῤῥῖψαι αὐτήν.
Σοφ. Σειρ. 6,21 Διότι η σοφία του είναι ωσάν βαρύς λίθος,
που τον καταβαρύνει και τον πιέζει και δεν θα βραδύνη αυτός να την απορρίψη.
Σοφ. Σειρ.
6,22 σοφία
γὰρ κατὰ τὸ ὄνομα αὐτῆς ἐστι, καὶ
οὐ πολλοῖς ἐστι φανερά.
Σοφ. Σειρ. 6,22 Η σοφία είναι αξία του λαμπρού ονόματος
της. Αλλα δεν γίνεται φανερά και γνωστή στους πολλούς.
Σοφ. Σειρ.
6,23 ἄκουσον,
τέκνον, καὶ δέξαι γνώμην μου, καὶ μὴ ἀπαναίνου τὴν
συμβουλίαν μου.
Σοφ. Σειρ. 6,23 Ακουσε, παιδί μου, δέξαι την γνώμην μου
και μη απαρνείσαι την συμβουλήν μου.
Σοφ. Σειρ.
6,24 καὶ
εἰσένεγκον τοὺς πόδας σου εἰς τὰς πέδας αὐτῆς
καὶ εἰς τὸν κλοιὸν αὐτῆς τὸν τράχηλόν
σου.
Σοφ. Σειρ. 6,24 Θέσε τα πόδια σου εις τα δεσμά της και
τον τράχηλόν σου στο σιδερένιο περιλαίμιόν της.
Σοφ. Σειρ.
6,25 ὑπόθες
τὸν ὦμόν σου καὶ βάσταξον αὐτήν, καὶ μὴ
προσοχθίσῃς τοῖς δεσμοῖς αὐτῆς.
Σοφ. Σειρ. 6,25 Χαμήλωσε τους ώμους σου, φορτώσου την και
βάσταξέ την και μη δυσφορήσης δια τα δεσμά της.
Σοφ. Σειρ.
6,26 ἐν
πάσῃ ψυχῇ σου πρόσελθε αὐτῇ καὶ ἐν ὅλῃ
δυνάμει σου συντήρησον τὰς ὁδοὺς αὐτῆς.
Σοφ. Σειρ. 6,26 Με όλην σου την καρδίαν πλησίασε προς
αυτήν και με όλην σου την δύναμιν φύλαξε τους δρόμους της.
Σοφ. Σειρ.
6,27 ἐξίχνευσον
καὶ ζήτησον, καὶ γνωσθήσεταί σοι, καὶ ἐγκρατὴς
γενόμενος μὴ ἀφῇς αὐτήν·
Σοφ. Σειρ. 6,27 Ακολούθησε τα ίχνη της, αναζήτησέ την και
θα την εύρης, θα γίνη γνωστή εις σέ. Και όταν πλέον την αποκτήσης, μη την
αφήσης ποτέ.
Σοφ. Σειρ.
6,28 ἐπ᾿
ἐσχάτων γὰρ εὑρήσεις τὴν ἀνάπαυσιν αὐτῆς,
καὶ στραφήσεταί σοι εἰς εὐφροσύνην.
Σοφ. Σειρ. 6,28 Διότι εις το τέλος των προσπαθειών και
των κόπων σου θα εύρης ανάπαυσιν από αυτήν. Αυτή θα μεταβληθή και θα γίνη δια
σε χαρά και ευφροσύνη.
Σοφ. Σειρ.
6,29 καὶ
ἔσονταί σοι αἱ πέδαι εἰς σκέπην ἰσχύος καὶ οἱ
κλοιοὶ αὐτῆς εἰς στολὴν δόξης.
Σοφ. Σειρ. 6,29 Τα πεδούκλια της, τα οποία προηγουμένως
σε εστενοχωρούσαν, θα είναι τώρα δια σε ισχυρά προστασία. Και τα σιδερένια της
περιλαίμια θα είναι ένδοξος στολή σου.
Σοφ. Σειρ.
6,30 κόσμος
γὰρ χρύσεός ἐστιν ἐπ᾿ αὐτῆς, καὶ οἱ
δεσμοὶ αὐτῆς κλῶσμα ὑακίνθινον·
Σοφ. Σειρ. 6,30 Ο ζυγός της θα είναι ολόχρυσον κόσμημα
δια σε και τα δεσμά της κλωσμένες κυανές ωραίες ταινίες.
Σοφ. Σειρ.
6,31 στολὴν
δόξης ἐνδύσῃ αὐτήν, καὶ στέφανον ἀγαλλιάσεως
περιθήσεις σεαυτῷ.
Σοφ. Σειρ. 6,31 Θα ενδυθής αυτήν ως ωραίαν ένδοξον
στολήν και θα την θέσης επάνω στο κεφάλι σου ωσάν ένα στέφανον χαράς και δόξης.
Σοφ. Σειρ.
6,32 ἐὰν
θέλῃς, τέκνον, παιδευθήσῃ, καὶ ἐὰν δῷς τὴν
ψυχήν σου, πανοῦργος ἔσῃ.
Σοφ. Σειρ. 6,32 Εάν, παιδί μου, θελήσης και αγαπήσης την
σοφίαν, θα εκπαιδευθής και θα μορφωθής με αυτήν· και αν της δώσης την καρδίαν
σου, θα γίνης πολύ σοφός.
Σοφ. Σειρ.
6,33 ἐὰν
ἀγαπήσῃς ἀκούειν, ἐκδέξῃ, καὶ ἐὰν
κλίνῃς τὸ οὖς σου, σοφὸς ἔσῃ.
Σοφ. Σειρ. 6,33 Εάν την αγαπήσης και θελήσης να την
ακούης, θα διδαχθής από αυτήν πολλά. Και εάν με προσοχήν και ενδιαφέρον κλίνης
το αυτί σου προς αυτήν, θα γίνης σοφός.
Σοφ. Σειρ.
6,34 ἐν
πλήθει πρεσβυτέρων στῆθι, καὶ τίς σοφός, αὐτῷ
προσκολλήθητι.
Σοφ. Σειρ. 6,34 Ανάμεσα εις συγκέντρωσιν πρεσβυτέρων και
εμπείρων ανθρώπων στάσου όρθιος και αφού εξετάσης, ποιός από αυτούς είναι ο
σοφώτερος, προσκολλήσου εις αυτόν.
Σοφ. Σειρ.
6,35 πᾶσαν
διήγησιν θείαν θέλε ἀκροᾶσθαι, καὶ παροιμίαι συνέσεως μὴ
ἐκφευγέτωσάν σε.
Σοφ. Σειρ. 6,35 Με όλην σου την θέλησιν άκουε κάθε θείαν
διδασκαλίαν και ιστορίαν. Τα δε σοφά γνωμικά ας μη σου διαφεύγουν ποτέ.
Σοφ. Σειρ.
6,36 ἐὰν
ἴδῃς συνετόν, ὄρθριζε πρὸς αὐτόν, καὶ βαθμοὺς
θυρῶν αὐτοῦ ἐκτριβέτω ὁ πούς σου.
Σοφ. Σειρ. 6,36 Εάν εύρης ένα συνετόν άνθρωπον, πήγαινε
από πολύ πρωϊ προς αυτόν και με την συχνήν σου φοίτησιν, ας τριβούν από τα
πόδια σου τα σκαλοπάτια της θύρας του σπιτιού του.
Σοφ. Σειρ.
6,37 διανοοῦ
ἐν τοῖς προστάγμασι Κυρίου καὶ ἐν ταῖς ἐντολαῖς
αὐτοῦ μελέτα διὰ παντός· αὐτὸς στηριεῖ
τὴν καρδίαν σου, καὶ ἡ ἐπιθυμία τῆς σοφίας σου
δοθήσεταί σοι.
Σοφ. Σειρ. 6,37 Να έχης πάντοτε εις την διάνοιάν σου και
να σκέπτεσαι τα προστάγματα του Κυρίου και τας εντολάς αυτού να τας μελετάς
πάντοτε. Αυτός θα στηρίξη και θα ενισχύση την καρδίαν σου και η σοφία, την
οποίαν επιθυμείς, θα σου δοθή.
ΣΟΦΙΑ ΣΕΙΡΑΧ 7
Σοφ. Σειρ.
7,1 Μὴ
ποίει κακά, καὶ οὐ μή σε καταλάβῃ κακόν·
Σοφ. Σειρ. 7,1 Μη πράττης το κακόν και κακόν ποτέ δεν θα σε εύρη.
Σοφ. Σειρ.
7,2 ἀπόστηθι
ἀπὸ ἀδίκου, καὶ ἐκκλινεῖ ἀπὸ σοῦ.
Σοφ. Σειρ. 7,2 Φυγε μακρυά από το άδικον, και το άδικον θα απομακρυνθή από
σέ.
Σοφ. Σειρ.
7,3 υἱέ,
μὴ σπεῖρε ἐπ᾿ αὔλακας ἀδικίας, καὶ οὐ
μὴ θερίσῃς αὐτὰς ἑπταπλασίως.
Σοφ. Σειρ. 7,3 Παιδί μου, μη σπέρνης εις αυλάκια αδικίας και έτσι δεν θα
θερίσης επτά φοράς περισσότερα από τας αδικίας, που έσπειρες.
Σοφ. Σειρ.
7,4 μὴ
ζήτει παρὰ Κυρίου ἡγεμονίαν, μηδὲ παρὰ βασιλέως
καθέδραν δόξης.
Σοφ. Σειρ. 7,4 Μη ζητής από τον Κυριον εξουσίας και αξιώματα, ούτε ενδόξους
θέσεις από τον βασιλέα.
Σοφ. Σειρ.
7,5 μὴ
δικαιοῦ ἔναντι Κυρίου καὶ παρὰ βασιλεῖ μὴ
σοφίζου.
Σοφ. Σειρ. 7,5 Μη προσπαθής να δικαιολογηθής και φανής δίκαιος ενώπιον του
Κυρίου, ούτε και να θέλης να φανής σοφός ενώπιον του βασιλέως.
Σοφ. Σειρ.
7,6 μὴ
ζήτει γενέσθαι κριτής, μὴ οὐκ ἐξισχύσεις ἐξᾶραι ἀδικίας·
μή ποτε εὐλαβηθῇς ἀπὸ προσώπου δυνάστου καὶ
θήσεις σκάνδαλον ἐν εὐθύτητί σου.
Σοφ. Σειρ. 7,6 Μη επιζητής να γίνης δικαστής, μήπως τυχόν δεν ημπορέσης να
εξαλείψης τας αδικίας. Υπάρχει δε ο κίνδυνος, μήπως από φόβον και συστολήν προς
το πρόσωπον του άρχοντος θέσης ενώπιόν σου εμπόδια, όπου θα σκοντάψη η
ειλικρίνειά σου.
Σοφ. Σειρ.
7,7 μὴ
ἁμάρτανε εἰς πλῆθος πόλεως καὶ μὴ καταβάλῃς
σεαυτὸν ἐν ὄχλῳ.
Σοφ. Σειρ. 7,7 Μη διαπράττης αδικίας εις βάρος του πλήθους της πόλεως και
μη έρχεσαι αντιμέτωπος προς αυτό. Ούτε πάλιν να πτοήσαι και ξεπέφτης ενώπιον
του όχλου.
Σοφ. Σειρ.
7,8 μὴ
καταδεσμεύσῃς δὶς ἁμαρτίαν, ἐν γὰρ τῇ μιᾷ
οὐκ ἀθῷος ἔσῃ.
Σοφ. Σειρ. 7,8 Μη επαναλάβης δευτέραν φοράν την αμαρτίαν και δεσμευθής
πάλιν από αυτήν, διότι και της μιας μονής αμαρτίας δεν θα αποφύγης την
τιμωρίαν.
Σοφ. Σειρ.
7,9 μὴ
εἴπῃς· τῷ πλήθει τῶν δώρων μου ἐπόψεται καὶ
ἐν τῷ προσενέγκαι με Θεῷ Ὑψίστῳ προσδέξεται.
Σοφ. Σειρ. 7,9 Μη είπης, ότι ο Κυριος θα λάβη υπ' όψιν του το πλήθος των
δώρων μου και ο Θεός ο ύψιστος θα τα προσδεχθή, όταν εγώ τα προσφέρω, και έτσι
θα εξιλεωθώ ενώπιόν του.
Σοφ. Σειρ.
7,10 μὴ
ὀλιγοψυχήσῃς ἐν τῇ προσευχῇ σου καὶ ἐλεημοσύνην
ποιῆσαι μὴ παρίδῃς.
Σοφ. Σειρ. 7,10 Μη αποκάμης και μη ολιγοψυχήσης εις την
προσευχήν σου και μη παραμελής, εφ' όσον δύνασαι, να κάνης ελεημοσύνην.
Σοφ. Σειρ.
7,11 μὴ
καταγέλα ἄνθρωπον ὄντα ἐν πικρίᾳ ψυχῆς αὐτοῦ,
ἔστι γὰρ ὁ ταπεινῶν καὶ ἀνυψῶν.
Σοφ. Σειρ. 7,11 Μη περιγελάς άνθρωπον, ο οποίος
ευρίσκεται εις ψυχικήν στενοχωρίαν, διότι υπάρχει ο Κυριος, ο οποίος ταπεινώνει
και ανυψώνει.
Σοφ. Σειρ.
7,12 μὴ
ἀροτρία ψεῦδος ἐπ᾿ ἀδελφῷ σου, μηδὲ
φίλῳ τὸ ὅμοιον ποίει.
Σοφ. Σειρ. 7,12 Μη καλλιεργής ψεύδη εις βάρος του
αδελφού σου, ούτε να κάμης το ίδιον στον φίλον σου.
Σοφ. Σειρ.
7,13 μὴ
θέλε ψεύδεσθαι πᾶν ψεῦδος, ὁ γὰρ ἐνδελεχισμὸς
αὐτοῦ οὐκ εἰς ἀγαθόν.
Σοφ. Σειρ. 7,13 Πρόσεχε να μη είπης κανένα ψεύδος, διότι
της ψευδολογίας η συνέχεια ποτέ δεν θα καταλήξη στο καλόν.
Σοφ. Σειρ.
7,14 μὴ
ἀδελέσχει ἐν πλήθει πρεσβυτέρων καὶ μὴ δευτερώσῃς
λόγον ἐν προσευχῇ σου.
Σοφ. Σειρ. 7,14 Μη λέγης πολλά και άσκοπα λόγια ενώπιον
πολλών μεγαλυτέρων σου και μη επαναλαμβάνης ασκόπως τα ίδια λόγια και φλυαρής
έτσι εις την προσευχήν σου.
Σοφ. Σειρ.
7,15 μὴ
μισήσῃς ἐπίπονον ἐργασίαν καὶ γεωργίαν ὑπὸ Ὑψίστου
ἐκτισμένην.
Σοφ. Σειρ. 7,15 Μη μισήσης και αποστραφής κοπιώδη
εργασίαν, ούτε την γεωργίαν, διότι αυτή έχει καθιερωθή και επιβληθή από τον
Θεόν.
Σοφ. Σειρ.
7,16 μὴ
προσλογίζου σεαυτὸν ἐν πλήθει ἁμαρτωλῶν. μνήσθητι ὅτι
ὀργὴ οὐ χρονιεῖ.
Σοφ. Σειρ. 7,16 Μη συγκαταλέγης τον εαυτόν σου με τα
πλήθη των αμαρτωλών· έχε υπ' όψιν σου, ότι η οργή του Κυρίου δεν θα βραδύνη να
εκδηλωθή.
Σοφ. Σειρ.
7,17 ταπείνωσον
σφόδρα τὴν ψυχήν σου, ὅτι ἐκδίκησις ἀσεβοῦς πῦρ
καὶ σκώληξ.
Σοφ. Σειρ. 7,17 Ταπείνωσε βαθύτατα τον εαυτόν σου
ενώπιον του Θεού, διότι η καταδίκη του ασεβούς εκ μέρους του Θεού θα είναι πυρ
και σκώληξ.
Σοφ. Σειρ.
7,18 Μὴ
ἀλλάξῃς φίλον ἕνεκεν διαφόρου, μηδ᾿ ἀδελφὸν
γνήσιον ἐν χρυσίῳ Σουφείρ.
Σοφ. Σειρ. 7,18 Μη αλλάξης και μη εγκαταλίπης τον φίλον
σου ένεκα συμφέροντος. Ούτε και γνήσιον αδελφόν σου, έστω και με το πολύτιμον
και γνήσιον χρυσάφι Σουφείρ.
Σοφ. Σειρ.
7,19 μὴ
ἀστόχει γυναικὸς σοφῆς καὶ ἀγαθῆς, ἡ
γὰρ χάρις αὐτῆς ὑπὲρ τὸ χρυσίον.
Σοφ. Σειρ. 7,19 Μη αδιαφορής δια την συνετήν και αγαθήν
σύζυγόν σου, διότι η χάρις των αρετών της είναι ανωτέρα από χρυσάφι.
Σοφ. Σειρ.
7,20 μὴ
κακώσῃς οἰκέτην ἐργαζόμενον ἐν ἀληθείᾳ, μηδὲ
μίσθιον διδόντα ψυχὴν αὐτοῦ.
Σοφ. Σειρ. 7,20 Μη κακοποίησης υπηρέτην, ο οποίος
εργάζεται με ειλικρίνειαν δια σέ, ούτε ημερομίσθιον εργάτην, ο οποίος σου έχει
δώσει την ψυχήν του.
Σοφ. Σειρ.
7,21 οἰκέτην
συνετὸν ἀγαπάτω σου ἡ ψυχή, μὴ στερήσῃς αὐτὸν
ἐλευθερίας.
Σοφ. Σειρ. 7,21 Δούλον συνετόν και φρόνιμον αγάπησέ τον
με όλην σου την καρδίαν· και μη στερήσης αυτόν από την ελευθερίαν του.
Σοφ. Σειρ.
7,22 κτήνη
σοί ἐστιν, ἐπισκέπτου αὐτὰ καὶ εἰ ἔστι
σοι χρήσιμα, ἐμμενέτω σοι.
Σοφ. Σειρ. 7,22 Εάν έχης κτήνη, φρόντιζε δι' αυτά, και
εάν αυτά σου είναι χρήσιμα, φύλαξέ τα κοντά σου.
Σοφ. Σειρ.
7,23 τέκνα
σοί ἐστι, παίδευσον αὐτά, καὶ κάμψον ἐκ νεότητος τὸν
τράχηλον αὐτῶν.
Σοφ. Σειρ. 7,23 Εάν έχης παιδιά, διαπαιδαγώγησέ τα και
μόρφωσέ τα και μάθε τα να κύπτουν τον τράχηλόν των στον ζυγόν των θείων
εντολών.
Σοφ. Σειρ.
7,24 θυγατέρες
σοί εἰσι, πρόσεχε τῷ σώματι αὐτῶν, καὶ μὴ ἱλαρώσῃς
πρὸς αὐτὰς τὸ πρόσωπόν σου.
Σοφ. Σειρ. 7,24 Εάν έχης θυγατέρας, πρόσεχε την σωματικήν
υγείαν και αγνότητα, αλλά και δείχνε τους πρόσωπον αυστηρόν.
Σοφ. Σειρ.
7,25 ἔκδου
θυγατέρα, καὶ ἔσῃ τετελεκὼς ἔργον μέγα, καὶ
ἀνδρὶ συνετῷ δώρησαι αὐτήν.
Σοφ. Σειρ. 7,25 Παντρεψε καλά την κόρην σου και θα
κατορθώσης έτσι μέγα έργον. Δωρησέ την εις άνδρα συνετόν.
Σοφ. Σειρ.
7,26 γυνή
σοί ἐστι κατὰ ψυχήν, μὴ ἐκβάλῃς αὐτήν·
καὶ μισουμένῃ μὴ ἐμπιστεύσῃς σεαυτόν.
Σοφ. Σειρ. 7,26 Εχεις λάβει σύζυγον κατά την επιθυμίαν
της καρδίας σου; Μη την εκδιώξης. Εις γυναίκα δέ, δια την οποίαν τρέφεις
αποτροφήν και μίσος, μη εμπιστευθής και παραδώσης τον εαυτόν σου.
Σοφ. Σειρ.
7,27 Ἐν
ὅλῃ καρδίᾳ δόξασον τὸν πατέρα σου καὶ μητρὸς
ὠδῖνας μὴ ἐπιλάθῃ·
Σοφ. Σειρ. 7,27 Με όλην σου την καρδίαν να σέβεσαι και να
τιμάς τον πατέρα σου και ποτέ να μη λησμονής τους πόνους, που εδοκίμασεν η
μητέρα σου, όταν σε εγέννησε.
Σοφ. Σειρ.
7,28 μνήσθητι
ὅτι δι᾿ αὐτῶν ἐγεννήθης, καὶ τί ἀνταποδώσεις
αὐτοῖς καθὼς αὐτοί σοι;
Σοφ. Σειρ. 7,28 Να ενθυμήσαι, ότι δια μέσου των δύο αυτών
γονέων σου ήλθες στον κόσμον. Και τι ημπορείς συ να ανταποδώσης προς αυτούς εν
συγκρίσει προς εκείνα, που εκείνοι έκαμαν εις σέ;
Σοφ. Σειρ.
7,29 ἐν
ὅλῃ ψυχῇ σου εὐλαβοῦ τὸν Κύριον καὶ
τοὺς ἱερεῖς αὐτοῦ θαύμαζε.
Σοφ. Σειρ. 7,29 Με όλην σου την ψυχήν να ευλαβήσαι τον
Κυριον και να σέβεσαι τους ιερείς του.
Σοφ. Σειρ.
7,30 ἐν
ὅλῃ δυνάμει ἀγάπησον τὸν ποιήσαντά σε καὶ τοὺς
λειτουργοὺς αὐτοῦ μὴ ἐγκαταλίπῃς.
Σοφ. Σειρ. 7,30 Με όλην την δύναμιν της καρδίας και της
διανοίας σου αγάπησε τον Πλάστην σου και μη εγκαταλείψης τους λειτουργούς του.
Σοφ. Σειρ.
7,31 φοβοῦ
τὸν Κύριον καὶ δόξασον ἱερέα καὶ δῷς τὴν
μερίδα αὐτῷ, καθὼς ἐντέταλταί σοι, ἀπαρχὴν
καὶ περὶ πλημμελείας καὶ δόσιν βραχιόνων καὶ θυσίαν ἁγιασμοῦ
καὶ ἀπαρχὴν ἁγίων.
Σοφ. Σειρ. 7,31 Να ευλαβήσαι τον Κυριον, να δοξάσης τον
ιερέα και να δίδης εις αυτόν την μερίδα του, όπως έχει ορίσει ο Νομος· τας
απαρχάς των προϊόντων σου, τα τεμάχια από τας εξιλαστηρίους θυσίας, που
προσφέρεις, τους δεξιούς μηρούς, την αναίμακτον θυσίαν του αγιασμού και τας
απαρχάς των ιερών προσφορών.
Σοφ. Σειρ.
7,32 Καὶ
πτωχῷ ἔκτεινον τὴν χεῖρά σου, ἵνα τελειωθῇ ἡ
εὐλογία σου.
Σοφ. Σειρ. 7,32 Απλωσε ελεήμονα την χείρα σου και προς
τον πτωχόν, δια να είναι πλήρης και τελεία η ευλογία του Θεού προς σέ.
Σοφ. Σειρ.
7,33 χάρις
δόματος ἔναντι παντὸς ζῶντος, καὶ ἐπὶ νεκρῷ
μὴ ἀποκωλύσῃς χάριν.
Σοφ. Σειρ. 7,33 Η γενναιοδωρία σου ας εκδηλώνεται προς
κάθε ζώντα· και προς αυτόν ακόμα τον νεκρόν να δείξης έλεος.
Σοφ. Σειρ.
7,34 μὴ
ὑστέρει ἀπὸ κλαιόντων καὶ μετὰ πενθούντων
πένθησον.
Σοφ. Σειρ. 7,34 Μη παραλείπης να συμπαρίστασαι στους
κλαίοντας, πένθησε δε και συ μαζή με τους πενθούντας.
Σοφ. Σειρ.
7,35 μὴ
ὄκνει ἐπισκέπτεσθαι ἄῤῥωστον, ἐκ γὰρ
τῶν τοιούτων ἀγαπηθήσῃ.
Σοφ. Σειρ. 7,35 Μη είσαι νωθρός και απρόθυμος στο να
επισκέπτεσαι τον άρρωστον, διότι από κάτι τέτοια έργα θα αγαπηθής από τον Θεόν
και από τους ανθρώπους.
Σοφ. Σειρ.
7,36 ἐν
πᾶσι τοῖς λόγοις σου μιμνήσκου τὰ ἔσχατά σου, καὶ
εἰς τὸν αἰῶνα οὐχ ἁμαρτήσεις.
Σοφ. Σειρ. 7,36 Εις όλα τα έργα και τα λόγια σου να
ενθυμήσαι πάντοτε το τέλος της ζωής σου, και έτσι ποτέ δεν θα παρασυρθής εις
αμαρτίας.
ΣΟΦΙΑ ΣΕΙΡΑΧ 8
Σοφ. Σειρ.
8,1 Μὴ
διαμάχου μετὰ ἀνθρώπου δυνάστου, μήποτε ἐμπέσῃς εἰς
τὰς χεῖρας αὐτοῦ.
Σοφ. Σειρ. 8,1 Μη φιλονεικής και μη διαπληκτίζεσαι με άνθρωπον, που έχει
εξουσίαν, μήπως τυχόν και πέσης εις τα χέρια του.
Σοφ. Σειρ.
8,2 μὴ
ἔριζε μετὰ ἀνθρώπου πλουσίου, μήποτε ἀντιστήσῃ
σου τὴν ὁλκήν· πολλοὺς γὰρ ἀπώλεσε τὸ
χρυσίον καὶ καρδίας βασιλέων ἐξέκλινε.
Σοφ. Σειρ. 8,2 Μη διαπληκτίζεσαι με πλούσιον άνθρωπον, μήπως αυτός
χρησιμοποίηση τον πλούτον του εναντίον σου. Διότι πολλούς έχει καταστρέψει ο
χρυσός· και καρδίας ακόμη βασιλέων έχει παρεκκλίνει από την ευθείαν οδόν.
Σοφ. Σειρ.
8,3 μὴ
διαμάχου μετὰ ἀνθρώπου γλωσσώδους καὶ μὴ ἐπιστοιβάσῃς
ἐπὶ τὸ πῦρ αὐτοῦ ξύλα.
Σοφ. Σειρ. 8,3 Μη μάχεσαι εναντίον ανθρώπου αθυροστόμου και αυθάδους, και
μη με τα λόγια και την συμπεριφοράν σου στοιβάζης ξύλα εις την φωτιάν των
παθών, που είναι αναμμένη μέσα του.
Σοφ. Σειρ.
8,4 μὴ
πρόσπαιζε ἀπαιδεύτῳ, ἵνα μὴ ἀτιμάζωνται οἱ
πρόγονοί σου.
Σοφ. Σειρ. 8,4 Μη αστειολογής με αγροίκον άνθρωπον, δια να μη ίδης
υβριζομένους τους προγόνους σου.
Σοφ. Σειρ.
8,5 μὴ
ὀνείδιζε ἄνθρωπον ἀποστρέφοντα ἀπὸ ἁμαρτίας·
μνήσθητι ὅτι πάντες ἐσμὲν ἐν ἐπιτιμίοις.
Σοφ. Σειρ. 8,5 Μη εμπαίξης ποτέ άνθρωπον, ο οποίος επιστρέφει εν μετανοία
από την αμαρτίαν. Εχε δε πάντοτε υπ' όψιν σου, ότι όλοι είμεθα υπόδικοι
τιμωριών ενώπιον του Θεού.
Σοφ. Σειρ.
8,6 μὴ
ἀτιμάσῃς ἄνθρωπον ἐν γήρᾳ αὐτοῦ, καὶ
γὰρ ἐξ ἡμῶν γηράσκουσι.
Σοφ. Σειρ. 8,6 Μη καταφρονήσης και μη εξευτελίσης άνθρωπον στο γήρας αυτού,
διότι από ημάς, καθώς περνα ο καιρός, προέρχονται οι γέροντες.
Σοφ. Σειρ.
8,7 μὴ
ἐπίχαιρε ἐπὶ νεκρῷ, μνήσθητι ὅτι πάντες τελευτῶμεν.
Σοφ. Σειρ. 8,7 Μη σε καταλάβη μοχθηρά χαρά δια νεκρόν, ο οποίος ενδεχομένως
υπήρξεν εχθρός σου. Εχε δε πάντοτε υπ' όψιν σου, ότι όλοι βαδίζομεν προς τον
θάνατον.
Σοφ. Σειρ.
8,8 μὴ
παρίδῃς διήγημα σοφῶν, καὶ ἐν ταῖς παροιμίαις αὐτῶν
ἀναστρέφου· ὅτι παρ᾿ αὐτῶν μαθήσῃ
παιδείαν καὶ λειτουργῆσαι μεγιστᾶσι.
Σοφ. Σειρ. 8,8 Μη απροσεκτήσης εις διδασκαλίας και διηγήσεις σοφών, αλλά τα
σοφά γνωμικά των να τα έχης ως διαρκή απασχόλησίν σου· διότι από αυτά θα
διδαχθής και θα μορφωθής, ώστε να γίνης ικανός να υπηρετής άρχοντας.
Σοφ. Σειρ.
8,9 μὴ
ἀστόχει διηγήματος γερόντων, καὶ γὰρ αὐτοὶ ἔμαθον
παρὰ τῶν πατέρων αὐτῶν· ὅτι παρ᾿ αὐτῶν
μαθήσει σύνεσιν καὶ ἐν καιρῷ χρείας δοῦναι ἀπόκρισιν.
Σοφ. Σειρ. 8,9 Μη αδιαφορής εις τα λόγια των γερόντων, διότι αυτά, που
εκείνοι γνωρίζουν, τα έμαθαν από τους προγόνους των. Από τους γέροντας θα
διδαχθής σύνεσιν και εν καιρώ ανάγκης σου θα γνωρίζης να δίδης τας καταλλήλους
απαντήσεις.
Σοφ. Σειρ.
8,10 μὴ
ἔκκαιε ἄνθρακας ἁμαρτωλοῦ, μὴ ἐμπυρισθῇς
ἐν πυρὶ φλογὸς αὐτοῦ.
Σοφ. Σειρ. 8,10 Μη ανάπτης άνθρακας παθών εις την καρδίαν
του αμαρτωλού, μήπως και συ καής από την φλόγα των.
Σοφ. Σειρ.
8,11 μὴ
ἐξαναστῇς ἀπὸ προσώπου ὑβριστοῦ, ἵνα
μὴ ἐγκαθίσῃ ὡς ἔνεδρον τῷ στόματί σου.
Σοφ. Σειρ. 8,11 Μη εξαναστής και μη απαντήσης εναντίον
του υβριστού, μήπως και σου στήση παγίδα εις τα λόγια του στόματός σου.
Σοφ. Σειρ.
8,12 μὴ
δανείσῃς ἀνθρώπῳ ἰσχυροτέρῳ σου· καὶ ἐὰν
δανείσῃς, ὡς ἀπολωλεκὼς γίνου.
Σοφ. Σειρ. 8,12 Μη δώσης δάνειον στον ισχυρότερόν σου.
Εάν δε και του δώσης, να θεωρής αυτό ως χαμένον.
Σοφ. Σειρ.
8,13 μὴ
ἐγγυήσῃ ὑπὲρ δύναμίν σου· καὶ ἐὰν
ἐγγυήσῃ, ὡς ἀποτίσων φρόντιζε.
Σοφ. Σειρ. 8,13 Μη δίδης εγγύησιν μεγαλυτέραν από τας
δυνάμεις σου. Εάν όμως και δώσης εγγύησιν, ας ετοιμασθής ως εάν πρόκειται να πληρώσης
ο ίδιος.
Σοφ. Σειρ.
8,14 μὴ
δικάζου μετὰ κριτοῦ, κατὰ γὰρ τὴν δόξαν αὐτοῦ
κρινοῦσιν αὐτῷ.
Σοφ. Σειρ. 8,14 Μη έρχεσαι εις αντιδικίαν με δικαστήν,
διότι οι δικασταί, που θα δικάσουν την διαφοράν σας, θα κρίνουν σύμφωνα με την
γνώμην του συναδέλφου των.
Σοφ. Σειρ.
8,15 μετὰ
τολμηροῦ μὴ πορεύου ἐν ὁδῷ, ἵνα μὴ
βαρύνηται κατὰ σοῦ· αὐτὸς γὰρ κατὰ τὸ
θέλημα αὐτοῦ ποιήσει, καὶ τῇ ἀφροσύνῃ αὐτοῦ
συναπολῇ.
Σοφ. Σειρ. 8,15 Με θρασύν και απερισκέπτως τολμηρόν μη
βαδίζης στον ίδιον δρόμον, δια να μη πέση επάνω σου το βάρος εκείνου. Διότι
αυτός θα πράτη πάντοτε σύμφωνα με το θέλημά του, χωρίς να ακούη κανένα. Ετσι δέ
με την απερισκεψίαν εκείνου θα καταστραφής και συ.
Σοφ. Σειρ.
8,16 μετὰ
θυμώδους μὴ ποιήσῃς μάχην καὶ μὴ διαπορεύου μετ᾿
αὐτοῦ τὴν ἔρημον· ὅτι ὡς οὐδὲν
ἐν ὀφθαλμοῖς αὐτοῦ αἷμα, καὶ ὅπου
οὐκ ἔστι βοήθεια, καταβαλεῖ σε.
Σοφ. Σειρ. 8,16 Με θυμώδη άνθρωπον μη ανοίγης φιλονεικίας
και μάχας και μη βαδίζης μαζή του εις ερημικόν δρόμον, διότι αυτός δεν δίδει
σημασίαν στο ανθρώπινον αίμα· και δεν θα διστάση να σε φονεύση εκεί, όπου δια
την ερημίαν του τόπου δεν είναι δυνατόν να σου παρασχεθή καμμία βοήθεια.
Σοφ. Σειρ.
8,17 μετὰ
μωροῦ μὴ συμβουλεύου, οὐ γὰρ δυνήσεται λόγον στέξαι.
Σοφ. Σειρ. 8,17 Μη ζητής συμβουλάς από μωρόν άνθρωπον
και μη εμπιστεύεσαι εις αυτόν τον εαυτόν σου, διότι εκείνος δεν θα ημπορέση να
κρατήση μυστικόν τον λόγον σου.
Σοφ. Σειρ.
8,18 ἐνώπιον
ἀλλοτρίου μὴ ποιήσῃς κρυπτόν, οὐ γὰρ γινώσκεις τί
τέξεται.
Σοφ. Σειρ. 8,18 Ενώπιον ενός ξένου και αγνώστου ανθρώπου
μη κάμης κάτι, το οποίον πρέπει να μείνη μυστικόν, διότι δεν γνωρίζεις τι θα
επακολουθήση.
Σοφ. Σειρ.
8,19 παντὶ
ἀνθρώπῳ μὴ ἔκφαινε σὴν καρδίαν, καὶ μὴ
ἀναφερέτω σοι χάριν.
Σοφ. Σειρ. 8,19 Μη ανοίγης την καρδίαν σου εις οιονδήποτε
άνθρωπον και μη ζητήσης να λάβης από αυτόν καμμίαν εκδούλευσιν.
ΣΟΦΙΑ ΣΕΙΡΑΧ 9
Σοφ. Σειρ.
9,1 Μὴ
ζήλου γυναῖκα τοῦ κόλπου σου, μηδὲ διδάξῃς ἐπὶ
σεαυτὸν παιδείαν πονηράν.
Σοφ. Σειρ. 9,1 Μη ζηλοτυπής την γυναίκα σου, που αναπαύεται εις την
αγκάλην σου. Και μη εμβαλης στον εαυτόν σου πονηράς σκέψεις·
Σοφ. Σειρ.
9,2 μὴ
δῷς γυναικὶ τὴν ψυχήν σου ἐπιβῆναι αὐτὴν
ἐπὶ τὴν ἰσχύν σου.
Σοφ. Σειρ. 9,2 αλλά και μη παραδίδης εξ ολοκλήρου την καρδίαν σου εις την
σύζυγόν σου, δια να μη γίνη αυτή κυρία επί της δυνάμεώς σου.
Σοφ. Σειρ.
9,3 μὴ
ὑπάντα γυναικὶ ἑταιριζομένῃ, μήποτε ἐμπέσῃς
εἰς τὰς παγίδας αὐτῆς.
Σοφ. Σειρ. 9,3 Μη επιζητής συναντήσεις με εταίραν, μήπως περιπέσης εις τας
παγίδας της.
Σοφ. Σειρ.
9,4 μετὰ
ψαλλούσῃς μὴ ἐνδελέχιζε, μήποτε ἁλῷς ἐν τοῖς
ἐπιχειρήμασιν αὐτῆς.
Σοφ. Σειρ. 9,4 Μη συχνάζης και μη συναναστρέφεσαι με τραγουδίστριαν, δια να
μη περιπέσης και κυριευθής εις τα τεχνάσματά της.
Σοφ. Σειρ.
9,5 παρθένον
μὴ καταμάνθανε, μήποτε σκανδαλισθῇς ἐν τοῖς ἐπιτιμίοις
αὐτῆς.
Σοφ. Σειρ. 9,5 Μη περιεργάζεσαι παρθένον, δια να μη σκανδαλισθής και πέσης
εις την αυτήν μαζή της αμαρτίαν και τιμωρίαν.
Σοφ. Σειρ.
9,6 μὴ
δῷς πόρναις τὴν ψυχήν σου, ἵνα μὴ ἀπολέσῃς
τὴν κληρονομίαν σου.
Σοφ. Σειρ. 9,6 Μη παραδίδης την καρδίαν σου εις πόρνας, δια να μη χάσης την
περιουσίαν σου.
Σοφ. Σειρ.
9,7 μὴ
περιβλέπου ἐν ῥύμαις πόλεως καὶ ἐν ταῖς ἐρήμοις
αὐτῆς μὴ πλανῶ.
Σοφ. Σειρ. 9,7 Μη εις τας οδούς της πόλεως στρέφης εδώ και εκεί το βλέμμα
σου και εις δρόμους, όπου δεν υπάρχουν άνθρωποι, μη περιπλανάσαι.
Σοφ. Σειρ.
9,8 ἀπόστρεψον
ὀφθαλμὸν ἀπὸ γυναικὸς εὐμόρφου, καὶ μὴ
καταμάνθανε κάλλος ἀλλότριον· ἐν κάλλει γυναικὸς πολλοὶ
ἐπλανήθησαν, καὶ ἐκ τούτου φιλία ὡς πῦρ ἀνακαίεται.
Σοφ. Σειρ. 9,8 Γυρισε αλλού το βλέμμα σου από ωραίαν γυναίκα και μη
περιεργάζεσαι κάλλος ξένον. Διότι από το κάλλος της γυναικός πολλοί άνδρες
επλανήθησαν και παρεσύρθησαν στο κακόν. Από το κάλλος της ωσάν φωτιά ανάπτει ο
έρως.
Σοφ. Σειρ.
9,9 μετὰ
ὑπάνδρου γυναικὸς μὴ κάθου τὸ σύνολον καὶ μὴ
συμβολοκοπήσῃς μετ᾿ αὐτῆς ἐν οἴνῳ,
μήποτε ἐκκλίνη ἡ ψυχή σου ἐπ᾿ αὐτὴν καὶ
τῷ πνεύματί σου ὀλισθήσῃς εἰς ἀπώλειαν.
Σοφ. Σειρ. 9,9 Μη κάθεσαι καθόλου μαζή με ύπανδρον γυναίκα και μη
παρακαθήσης μαζή της εις ευωχίαν και οινοποσίαν, μήπως παρεκκλίνη η καρδία σου
και υποκύψη στο κάλλος αυτής και ολισθήσης ψυχικώς και καταστραφής.
Σοφ. Σειρ.
9,10 μὴ
ἐγκαταλίπῃς φίλον ἀρχαῖον, ὁ γὰρ πρόσφατος
οὐκ ἔστιν ἔπισος αὐτῷ· οἶνος νέος
φίλος νέος· ἐὰν παλαιωθῇ, μετ᾿ εὐφροσύνης
πίεσαι αὐτόν.
Σοφ. Σειρ. 9,10 Μη αφήνης φίλον παλαιόν και δοκιμασμένον
χάριν ενός νέου· διότι ο νέος δεν είναι δυνατόν να είναι ισάξιος με εκείνον. Ο
νέος φίλος ομοιάζει προς το νέο κρασί. Εάν το κρασί γίνη παλαιόν, θα το πίνης
με πολλήν ευχαρίστησιν.
Σοφ. Σειρ.
9,11 μὴ
ζηλώσῃς δόξαν ἁμαρτωλοῦ, οὐ γὰρ οἶδας τί ἔσται
ἡ καταστροφὴ αὐτοῦ.
Σοφ. Σειρ. 9,11 Μη ζηλεύσης την δόξαν του αμαρτωλού
ανθρώπου, διότι δεν γνωρίζεις ποία και πόσον μεγάλη θα είναι η καταστροφή του.
Σοφ. Σειρ.
9,12 μὴ
εὐδοκήσῃς ἐν εὐδοκίᾳ ἀσεβῶν·
μνήσθητι ὅτι ἕως ᾅδου οὐ μὴ δικαιωθῶσι.
Σοφ. Σειρ. 9,12 Μη δίδης την καρδίαν σου εις τας τέρψεις
των ασεβών ανθρώπων. Εχε υπ' όψιν σου ότι μέχρι και του άδου δεν θα μείνουν
αυτοί ατιμώρητοι.
Σοφ. Σειρ.
9,13 μακρὰν
ἄπεχε ἀπὸ ἀνθρώπου, ὃς ἔχει ἐξουσίαν
τοῦ φονεύειν, καὶ οὐ μὴ ὑποπτεύσῃς φόβον
θανάτου· κἂν προσέλθῃς, μὴ πλημμελήσῃς, ἵνα
μὴ ἀφέληται τὴν ζωήν σου· ἐπίγνωθι ὅτι ἐν
μέσῳ παγίδων διαβαίνεις καὶ ἐπὶ ἐπάλξεων πόλεων
περιπατεῖς.
Σοφ. Σειρ. 9,13 Φεύγε μακρυά από άνθρωπον, ο οποίος έχει
την εξουσίαν να διατάσση φόνον και να εκτελή φόνον, δια να μη σε καταλάβη
καμμιά φορά ο φόβος και η αγωνία του θανάτου. Κοντά του μη διαπράξης ποτέ
κανένα αφάλμα, δια να μη αφαιρέση την ζωήν σου. Καθ' ον χρόνον μένεις μαζή του,
έχε σαφώς υπ' όψιν σου, ότι βαδίζεις εν μέσω παγίδων και περιπατείς επάνω εις
επικινδύνους επάλξεις τειχών πόλεως.
Σοφ. Σειρ.
9,14 κατὰ
τὴν ἰσχύν σου στόχασαι τοὺς πλησίον καὶ μετὰ σοφῶν
συμβουλεύου.
Σοφ. Σειρ. 9,14 Με όλην την δύναμιν της διανοίας σου
εξέταζε τους ανθρώπους, που ευρίσκονται κοντά σου, εάν είναι ευσεβείς και
αξιόπιστοι. Και να ζητής συμβουλήν μόνον από τους σοφούς.
Σοφ. Σειρ.
9,15 καὶ
μετὰ συνετῶν ἔστω ὁ διαλογισμός σου καὶ πᾶσα
διήγησίς σου ἐν νόμῳ Ὑψίστου.
Σοφ. Σειρ. 9,15 Ας συσκέπτεσαι και ας συνομιλής με
αυνετούς ανθρώπους και πρόσεχε, ώστε κάθε συνομιλία σου να αναφέρεται στον
Νομον του Υψιστου Θεού.
Σοφ. Σειρ.
9,16 ἄνδρες
δίκαιοι ἔστωσαν σύνδειπνοί σου, καὶ ἐν φόβῳ Κυρίου ἔστω
τὸ καύχημά σου.
Σοφ. Σειρ. 9,16 Οι δίκαιοι άνθρωποι ας είναι
συνδαιτυμόνες σου, καύχημα δε και δόξα σου ας υπάρχη πάντοτε στον σεβασμόν προς
τον Κυριον.
Σοφ. Σειρ.
9,17 ἐν
χειρὶ τεχνιτῶν ἔργον ἐπαινεθήσεται, καὶ ὁ ἡγούμενος
λαοῦ σοφὸς ἐν λόγῳ αὐτοῦ.
Σοφ. Σειρ. 9,17 Ωραίον έργον, που βγαίνει από τα χέρια
τεχνιτών, επαινείται, και ο συνετός αρχηγός του λαού θα φανή από τα λόγια του.
Σοφ. Σειρ.
9,18 φοβερὸς
ἐν πόλει αὐτοῦ ἀνὴρ γλωσσώδης, καὶ ὁ
προπετὴς ἐν λόγῳ αὐτοῦ μισηθήσεται.
Σοφ. Σειρ. 9,18 Επικίνδυνος και φοβερός είναι εις την
πόλιν ο κακόγλωσσος και αθυρόστομος άνθρωπος· εκείνος δέ που είναι άκριτος και
ταχύς εις τα λόγια του θα μισηθή.
ΣΟΦΙΑ ΣΕΙΡΑΧ 10
Σοφ. Σειρ.
10,1 Κριτὴς
σοφὸς παιδεύσει τὸν λαὸν αὐτοῦ, καὶ ἡγεμονία
συνετοῦ τεταγμένη ἔσται.
Σοφ. Σειρ. 10,1 Σοφός άρχων παιδαγωγεί και μορφώνει τον
λαόν του· η εξουσία δε και η κυβέρνησις του συνετού άρχοντος είναι ορθώς
τακτοποιημένη.
Σοφ. Σειρ.
10,2 κατὰ
τὸν κριτὴν τοῦ λαοῦ αὐτοῦ οὕτως καὶ
οἱ λειτουργοὶ αὐτοῦ, καὶ κατὰ τὸν ἡγούμενον
τῆς πόλεως πάντες οἱ κατοικοῦντες αὐτήν.
Σοφ. Σειρ. 10,2 Οποίος τις είναι ο άρχων ενός λαού,
τέτοιοι θα είναι και οι υπ' αυτόν αξιωματούχοι. Και οποίος είναι ο άρχων μιας
πόλεως, τέτοιοι θα είναι και οι κάτοικοι αυτής.
Σοφ. Σειρ.
10,3 βασιλεὺς
ἀπαίδευτος ἀπολεῖ τὸν λαὸν αὐτοῦ, καὶ
πόλις οἰκισθήσεται ἐν συνέσει δυναστῶν.
Σοφ. Σειρ. 10,3 Αμόρφωτος και ασύνετος βασιλεύς οδηγεί
τον λαόν του εις την καταστροφήν· εξ αντιθέτου αποκτά πολλούς κατοίκους μία
πόλις και ευημερεί χάρις εις την σύνεσιν των καλών αρχόντων.
Σοφ. Σειρ.
10,4 ἐν
χειρὶ Κυρίου ἐξουσία τῆς γῆς, καὶ τὸν
χρήσιμον ἐγερεῖ εἰς καιρὸν ἐπ᾿ αὐτῆς.
Σοφ. Σειρ. 10,4 Από το χέρι του Κυρίου χορηγείται κάθε
εξουσία επάνω εις την γην, τον δε χρήσιμον και καλόν άρχοντα επ' αυτής θα
αναδείξη ο Κυριος στον κατάλληλον καιρόν.
Σοφ. Σειρ.
10,5 ἐν
χειρὶ Κυρίου εὐοδία ἀνδρός, καὶ προσώπῳ
γραμματέως ἐπιθήσει δόξαν αὐτοῦ.
Σοφ. Σειρ. 10,5 Εις το χέρι του παντοδυνάμου Κυρίου
είναι η κατευόδωσις παντός ανθρώπου εις τα έργα του. Και στο πρόσωπον του
δικαίου νομοθέτου θα αποθέση ο Θεός την δόξαν του.
Σοφ. Σειρ.
10,6 Ἐπὶ
παντὶ ἀδικήματι μὴ μηνιάσῃς τῷ πλησίον καὶ
μὴ πρᾶσσε μηδὲν ἐν ἔργοις ὕβρεως.
Σοφ. Σειρ. 10,6 Οιανδήποτε αδικίαν και αν σου κάμη ο
πλησίον, μη μνησικακήσης εναντίον του και μη κάμης τίποτε επάνω εις την ορμήν
του πάθους.
Σοφ. Σειρ.
10,7 μισητὴ
ἔναντι Κυρίου καὶ ἀνθρώπων ὑπερηφανία, καὶ ἐξ
ἀμφοτέρων πλημμελήσει ἄδικα.
Σοφ. Σειρ. 10,7 Η υπερηφάνεια είναι μισητή ενώπιον Θεού
και ανθρώπων και ενώπιον αμφοτέρων ο υπερήφανος θα διαπράξη πολλάς αδικίας.
Σοφ. Σειρ.
10,8 βασιλεία
ἀπὸ ἔθνους εἰς ἔθνος μετάγεται διὰ ἀδικίας
καὶ ὕβρεις καὶ χρήματα.
Σοφ. Σειρ. 10,8 Η βασιλεία περιέρχεται από το ένα έθνος
στο άλλο εξ αιτίας των αδικιών, της υπερηφανείας και του αδίκου πλουτισμού.
Σοφ. Σειρ.
10,9 τί
ὑπερηφανεύεται γῆ καὶ σποδός; ὅτι ἐν ζωῇ ἔῤῥιψα
τὰ ἐνδόσθια αὐτοῦ.
Σοφ. Σειρ. 10,9 Διατί υπερηφανεύεται ο άνθρωπος, που
είναι χώμα και στάκτη; Διότι του υπερηφάνου ανθρώπου, καθ' ον χρόνον ακόμη
εζούσε, εγώ έρριψα τα εντόσθιά του κάτω.
Σοφ. Σειρ.
10,10 μακρὸν
ἀῤῥώστημα σκώπτει ἰατρός· καὶ βασιλεὺς
σήμερον, καὶ αὔριον τελευτήσει.
Σοφ. Σειρ. 10,10 Μακράν ασθένειαν, η οποία δεν φέρει τον
θάνατον αλλά ούτε και θεραπεύεται, την εμπαίζει και ο ιατρός. Και ο ασθενών
βασιλεύς σήμερον υπάρχει, αύριον δε αποθνήσκει.
Σοφ. Σειρ.
10,11 ἐν
γὰρ τῷ ἀποθανεῖν ἄνθρωπον κληρονομήσει ἑρπετὰ
καὶ θηρία καὶ σκώληκας.
Σοφ. Σειρ. 10,11 Οταν δε αποθάνη ο άνθρωπος, θα τον
κληρονομήσουν και θα τον παραλάβουν τα ερπετά και τα θηρία και τα σκουλήκια.
Σοφ. Σειρ.
10,12 ἀρχὴ
ὑπερηφανίας ἀνθρώπου ἀφισταμένου ἀπὸ Κυρίου, καὶ
ἀπὸ τοῦ ποιήσαντος αὐτὸν ἀπέστη ἡ
καρδία αὐτοῦ.
Σοφ. Σειρ. 10,12 Η αρχή και πρώτη αιτία της απομακρύνσεως
του ανθρώπου από τον Κυριον είναι η υπερηφάνεια. Η καρδία του υπερηφάνου έχει
απομακρυνθή από τον δημιουργόν του.
Σοφ. Σειρ.
10,13 ὅτι
ἀρχὴ ὑπερηφανίας ἁμαρτία, καὶ ὁ κρατῶν
αὐτῆς ἐξομβρήσει βδέλυγμα· διὰ τοῦτο
παρεδόξασε Κύριος τὰς ἐπαγωγὰς καὶ κατέστρεψεν εἰς
τέλος αὐτούς.
Σοφ. Σειρ. 10,13 Επειδή δε αρχή και πηγή κάθε αμαρτίας
είναι ο εγωϊσμός, εκείνος ο οποίος κρατεί τον εγωϊσμόν του και κυριαρχείται από
αυτόν, θα ξεχύση ωσάν βροχήν από μέσα του βδελυρότητας. Δια τούτο ο Κυριος θα
του αποστείλη τρομεράς τιμωρίας και θα τον καταστρέψη εξ ολοκλήρου.
Σοφ. Σειρ.
10,14 θρόνους
ἀρχόντων καθεῖλεν ὁ Κύριος καὶ ἐκάθισε πρᾳεῖς
ἀντ᾿ αὐτῶν.
Σοφ. Σειρ. 10,14 Ο Κυριος εκρήμνισε θρόνους αρχόντων και
αντί εκείνων εγκατέστησε πράους ανθρώπους ως άρχοντας.
Σοφ. Σειρ.
10,15 ῥίζας
ἐθνῶν ἐξέτιλεν ὁ Κύριος καὶ ἐφύτευσε
ταπεινοὺς ἀντ᾿ αὐτῶν.
Σοφ. Σειρ. 10,15 Ριζας αλαζονικών εθνών εξερρίζωσεν ο
Κυριος και εφύτευσεν αντί εκείνων ταπεινούς ανθρώπους.
Σοφ. Σειρ.
10,16 χώρας
ἐθνῶν κατέστρεψεν ὁ Κύριος καὶ ἀπώλεσεν αὐτὰς
ἕως θεμελίων γῆς.
Σοφ. Σειρ. 10,16 Χωρας υπερηφάνων εθνών τας κατέστρεψεν ο
Κυριος. Τας εξωλόθρευσεν έως τα θεμέλιά των.
Σοφ. Σειρ.
10,17 ἐξήρανεν
ἐξ αὐτῶν καὶ ἀπώλεσεν αὐτοὺς καὶ
κατέπαυσεν ἀπὸ γῆς τὸ μνημόσυνον αὐτῶν.
Σοφ. Σειρ. 10,17 Εξήρανε την ζωήν των, εξωλόθρευσε τους
κατοίκους των και έσβησε την ανάμνησίν των από την γην.
Σοφ. Σειρ.
10,18 οὐκ
ἔκτισται ἀνθρώποις ὑπερηφανία, οὐδὲ ὀργὴ
θυμοῦ γεννήμασι γυναικῶν.
Σοφ. Σειρ. 10,18 Ο εγωϊσμός δεν είναι προωρισμένος και
ταιριαστός δια τον άνθρωπον, ούτε ο θυμός και η οργή δια τα τέκνα των γυναικών.
Σοφ. Σειρ.
10,19 Σπέρμα
ἔντιμον ποῖον; σπέρμα ἀνθρώπου. σπέρμα ἔντιμον ποῖον;
οἱ φοβούμενοι τὸν Κύριον. σπέρμα ἄτιμον ποῖον; σπέρμα ἀνθρώπου.
σπέρμα ἄτιμον ποῖον; οἱ παραβαίνοντες ἐντολάς.
Σοφ. Σειρ. 10,19 Ποίον γένος είναι έντιμον και ένδοξον
ενώπιον του Θεού; Το γένος των ανθρώπων. Ποίον γένος ανθρώπων και ποίοι
άνθρωποι είναι έντιμοι και δοξασμένοι πλησίον του Θεού; Εκείνοι μόνον, που
φοβούνται τον Κυριον. Ποίον γένος μεταξύ των ζώντων δημιουργημάτων είναι
δυνατόν να καταντήση καταφρονημένον και άδοξον; Το γένος των ανθρώπων. Ποίοι
από το γένος αυτό περιπίπτουν εις αδοξίαν και καταφρόνησιν; Εκείνοι που
παραβαίνουν τας εντολάς του Θεού.
Σοφ. Σειρ.
10,20 ἐν
μέσῳ ἀδελφῶν ὁ ἡγούμενος αὐτῶν ἔντιμος,
καὶ οἱ φοβούμενοι Κύριον ἐν ὀφθαλμοῖς αὐτοῦ.
Σοφ. Σειρ. 10,20 Αρχων απολαμβάνει δικαίαν τιμήν και δόξαν
εν μέσω μόνον ανθρώπων, που θεωρούν ο ένας τον άλλον αδελφόν των. Αυτός δε ας
έχη πάντοτε προ οφθαλμών και ας τιμά εκείνους, που ευλαβούνται τον Κυριον.
Σοφ. Σειρ.
10,22 πλούσιος
καὶ ἔνδοξος καὶ πτωχός, τὸ καύχημα αὐτῶν
φόβος Κυρίου.
Σοφ. Σειρ. 10,22 Και δια τον πλούσιον και δια τον ένδοξον
και δια τον πτωχόν το καύχημα πρέπει να είναι ο σεβασμός προς τον Θεόν.
Σοφ. Σειρ.
10,23 οὐ
δίκαιον ἀτιμάσαι πτωχὸν συνετόν, καὶ οὐ καθήκει δοξάσαι
ἄνδρα ἁμαρτωλόν.
Σοφ. Σειρ. 10,23 Δεν είναι δίκαιον να θεωρήται ανάξιος τιμής
ο συνετός, διότι είναι πτωχός. Ούτε δε να τιμάται και να δοξάζεται ο αμαρτωλός
άνθρωπος επειδή είναι πλούσιος.
Σοφ. Σειρ.
10,24 μεγιστὰν
καὶ κριτὴς καὶ δυνάστης δοξασθήσεται, καὶ οὐκ ἔστιν
αὐτῶν τις μείζων τοῦ φοβουμένου τὸν Κύριον.
Σοφ. Σειρ. 10,24 Οι μεγιστάνες και οι κριταί και οι άρχοντες
δοξάζονται, αλλά κανείς από αυτούς δεν είναι ανώτερος από εκείνον, που φοβείται
τον Κυριον.
Σοφ. Σειρ.
10,25 οἰκέτῃ
σοφῷ ἐλεύθεροι λειτουργήσουσι, καὶ ἀνὴρ ἐπιστήμων
οὐ γογγύσει.
Σοφ. Σειρ. 10,25 Ανθρωποι ελεύθεροι θα γίνουν υπηρέται εις
δούλον σοφόν. Ο δε συνετός και μορφωμένος άνθρωπος δεν θα γογγύση δι' αυτό.
Σοφ. Σειρ.
10,26 Μὴ
σοφίζου ποιῆσαι τὸ ἔργον σου καὶ μὴ δοξάζου ἐν
καιρῷ στενοχωρίας σου.
Σοφ. Σειρ. 10,26 Μη αλαζονεύεσαι, ότι θα κάμης έργα μεγάλα
ανώτερα από τας δυνάμεις σου. Και εις καιρόν δυσκολιών και στενοχωριών μη
επιδεικνύεσαι αποκρύπτων την πραγματικήν σου κατάστασιν.
Σοφ. Σειρ.
10,27 κρείσσων
ἐργαζόμενος καὶ περισσεύων ἐν πᾶσιν ἢ περιπατῶν
δοξαζόμενος καὶ ἀπορῶν ἄρτων.
Σοφ. Σειρ. 10,27 Καλύτερος είναι εκείνος, που εργάζεται και
ετσι ανταποκρίνεται εις όλας αυτού τας βιοτικάς ανάγκας, παρά εκείνος που
περιπατεί καυχησιολογών καθ' ον χρόνον στερείται και από αυτό το ψωμί του.
Σοφ. Σειρ.
10,28 τέκνον,
ἐν πραΰτητι δόξασον τὴν ψυχήν σου καὶ δὸς αὐτῇ
τιμὴν κατὰ τὴν ἀξίαν αὐτῆς.
Σοφ. Σειρ. 10,28 Παιδί μου, να τιμάς τον εαυτόν σου με την
πραότητά σου και να αποδίδης στον εαυτόν σου την τιμήν και την θέσιν, που σου
αξίζει.
Σοφ. Σειρ.
10,29 τὸν
ἁμαρτάνοντα εἰς τὴν ψυχὴν αὐτοῦ τίς
δικαιώσει; καὶ τίς δοξάσει τὸν ἀτιμάζοντα τὴν ζωὴν
αὐτοῦ;
Σοφ. Σειρ. 10,29 Εκείνον που διαπράττει αμαρτήματα εναντίον
της ψυχής του, ποιός θα ευρεθή να τον δικαιώση; Και ποιός θα δοξάση εκείνον, ο
οποίος κατεξευτελίζει τον εαυτόν του με την απρεπή διαγωγήν του;
Σοφ. Σειρ.
10,30 πτωχὸς
δοξάζεται δι᾿ ἐπιστήμην αὐτοῦ, καὶ πλούσιος
δοξάζεται διὰ τὸν πλοῦτον αὐτοῦ.
Σοφ. Σειρ. 10,30 Ο πτωχός αποκτά δόξαν με την γνώσιν και μέ
την σοφίαν του. Ο πλούσιος αποκτά δόξαν με τον πλούτον του. Προτιμότερος όμως
είναι ο πρώτος.
Σοφ. Σειρ.
10,31 ὁ
δεδοξασμένος ἐν πτωχείᾳ, καὶ ἐν πλούτῳ ποσαχῶς;
καὶ ὁ ἄδοξος ἐν πλούτῳ, καὶ ἐν πτωχείᾳ
ποσαχῶς;
Σοφ. Σειρ. 10,31 Εάν ο πτωχός είναι σοφός και δοξάζεται,
πόσον περισσότερον θα δοξασθή όταν αποκτήση και πλούτον; Εάν ο πλούσιος δεν
έχεη την δόξαν της σοφίας, πόσον άδοξος θα είναι, όταν καταντήση πτωχός;
ΣΟΦΙΑ ΣΕΙΡΑΧ 11
Σοφ. Σειρ.
11,1 Σοφία
ταπεινοῦ ἀνυψώσει κεφαλὴν αὐτοῦ, καὶ ἐν
μέσῳ μεγιστάνων καθίσει αὐτόν.
Σοφ. Σειρ. 11,1 Η σοφία του ταπεινόφρονος ανθρώπου τον
δοξάζει και τον τιμά, εν μέσω δε επισήμων ανθρώπων θα του δώση θέσιν.
Σοφ. Σειρ.
11,2 μὴ
αἰνέσῃς ἄνδρα ἐν κάλλει αὐτοῦ καὶ μὴ
βδελύξῃ ἄνθρωπον ἐν ὁράσει αὐτοῦ.
Σοφ. Σειρ. 11,2 Μη επαινέσης άνθρωπον δια την ωραιότητά
του, ούτε και να αποστροφής άλλον άνθρωπον, διότι το πρόσωπόν του δεν είναι
ωραίον.
Σοφ. Σειρ.
11,3 μικρὰ
ἐν πετεινοῖς μέλισσα, καὶ ἀρχὴ γλυκασμάτων ὁ
καρπὸς αὐτῆς.
Σοφ. Σειρ. 11,3 Η μέλισσα από απόψεως σωματικής
εμφανίσεως και ισχύος είναι μικρά μεταξύ των πτερωτών, αλλά το προϊόν των κόπων
της είναι εξαιρετικής γλυκύτητας.
Σοφ. Σειρ.
11,4 ἐν
περιβολῇ ἱματίων μὴ καυχήσῃ καὶ ἐν ἡμέρᾳ
δόξης μὴ ἐπαίρου· ὅτι θαυμαστὰ τὰ ἔργα
Κυρίου, καὶ κρυπτὰ τὰ ἔργα αὐτοῦ ἐν ἀνθρώποις.
Σοφ. Σειρ. 11,4 Μη καυχάσαι δια τα ωραία ενδύματα, που
φορείς, ούτε και να αλαζονεύεσαι εις ημέρας δόξης σου. Ιδού, ότι τα έργα του
Κυρίου είναι θαυμαστά· και όμως τα πλείστα από τα έργα του μένουν άγνωστα
μεταξύ των ανθρώπων.
Σοφ. Σειρ.
11,5 πολλοὶ
τύραννοι ἐκάθισαν ἐπὶ ἐδάφους, ὁ δὲ ἀνυπονόητος
ἐφόρεσε διάδημα.
Σοφ. Σειρ. 11,5 Πολλοί άρχοντες έχασαν τους θρόνους και
την εξουσίαν των και εκάθησαν κάτω στο χώμα. Εκείνος δέ, τον οποίον δια την
ασημότητά του κανείς ποτέ δεν εσκέφθη, εφόρεσε βασιλικόν στέμμα εις την κεφαλήν
του.
Σοφ. Σειρ.
11,6 πολλοὶ
δυνάσται ἠτιμάσθησαν σφόδρα, καὶ ἔνδοξοι παρεδόθησαν εἰς
χεῖρας ἑτέρων.
Σοφ. Σειρ. 11,6 Πολλοί βασιλείς και άρχοντες έχασαν το
στέμμα και την εξουσίαν των και περιέπεσαν εις ασημότητα, όπως επίσης και
πολλοί ένδοξοι παρεδόθησαν εις χείρας άλλων ως δούλοι.
Σοφ. Σειρ.
11,7 πρὶν
ἐξετάσῃς, μὴ μέμψῃ· νόησον πρῶτον καὶ
τότε ἐπιτίμα.
Σοφ. Σειρ. 11,7 Πριν ακριβώς εξετάσης και πληροφορηθής
την αλήθειαν, μη κατηγορήσης. Πρώτα να κατανοήσης καλώς και κατόπιν να
απευθύνης παρατηρήσεις και ελέγχους.
Σοφ. Σειρ.
11,8 πρὶν
ἢ ἀκοῦσαι, μὴ ἀποκρίνου καὶ ἐν μέσῳ
λόγων μὴ παρεμβάλλου.
Σοφ. Σειρ. 11,8 Πριν ακούσης και εννοήσης, μη δίδης
απόκρισιν. Και όταν οι άλλοι ομιλούν, μη παρεμβαίνης, δια να τους διακόψης.
Σοφ. Σειρ.
11,9 περὶ
πράγματος, οὗ οὐκ ἔστι σοι χρεία, μὴ ἔριζε καὶ
ἐν κρίσει ἁμαρτωλῶν μὴ συνέδρευε.
Σοφ. Σειρ. 11,9 Δια ζητήματα, τα οποία δεν σε αφορούν,
μη φιλονεικής, εις δε τας αντεγκλήσεις και τας δίκας των αμαρτωλών ανθρώπων μη
ανακατεύεσαι.
Σοφ. Σειρ.
11,10 Τέκνον,
μὴ περὶ πολλὰ ἔστωσαν αἱ πράξεις σου· ἐὰν
πληθυνῇς, οὐκ ἀθωωθήσῃ· καὶ ἐὰν
διώκῃς, οὐ μὴ καταλάβῃς, καὶ οὐ μὴ ἐκφύγῃς
διαδράς.
Σοφ. Σειρ. 11,10 Παιδί μου, μη εκτείνεσαι εις πολλά έργα
και μάλιστα ανώτερα των δυνάμεών σου. Εάν πληθύνης τα έργα σου και τας ασχολίας
σου, θα περιπέσης ενδεχομένως εις σφάλματα και δεν θα μείνης χωρίς ενόχην. Και
εάν επιδιώκης να επιτύχης πολλά, δεν θα κατορθώσης να αποφύγης τας αποτυχίας.
Σοφ. Σειρ.
11,11 ἔστι
κοπιῶν καὶ πονῶν καὶ σπεύδων, καὶ τόσῳ μᾶλλον
ὑστερεῖται.
Σοφ. Σειρ. 11,11 Υπάρχουν άνθρωποι, οι οποίοι κοπιάζουν
και μοχθούν και σπεύδουν συνεχώς, και όμως τόσον περισσότερον στερούνται.
Σοφ. Σειρ.
11,12 ἔστι
νωθρὸς καὶ προσδεόμενος ἀντιλήψεως, ὑστερῶν ἰσχύϊ
καὶ πτωχείᾳ περισσεύει· καὶ οἱ ὀφθαλμοὶ
Κυρίου ἐπέβλεψαν αὐτῷ εἰς ἀγαθά, καὶ ἀνώρθωσεν
αὐτὸν ἐκ ταπεινώσεως αὐτοῦ.
Σοφ. Σειρ. 11,12 Υπάρχουν εξ αντιθέτου άνθρωποι αδύνατοι,
μειωμένης δραστηριότητος, οι οποίοι έχουν ανάγκην συμπαραστάσεως και βοηθείας
των άλλων, υστερούν αυτοί εις δύναμιν και ευρίσκονται εις μεγάλην πτωχείαν. Εν
τούτοις προς αυτούς ο Κυριος στρέφει με ευμένειαν τους οφθαλμούς του και τους
ανορθώνει από την ταπεινήν και δύσκολον θέσιν των.
Σοφ. Σειρ.
11,13 καὶ
ἀνύψωσε κεφαλὴν αὐτοῦ καὶ ἀπεθαύμασαν ἐπ᾿
αὐτῷ πολλοί.
Σοφ. Σειρ. 11,13 Ανυψώνει την κεφαλήν των τους τιμά και
τους εμφανίζει μεταξύ των άλλων, ώστε πολλοί άνθρωποι να καταλαμβάνωνται από
θαυμασμόν δι' αυτούς.
Σοφ. Σειρ.
11,14 ἀγαθὰ
καὶ κακά, ζωὴ καὶ θάνατος, πτωχεία καὶ πλοῦτος
παρὰ Κυρίου ἐστί.
Σοφ. Σειρ. 11,14 Τα καλά και τα δυσάρεστα, η ζωή και ο
θάνατος, ο πλούτος και η πτωχεία, δίδονται και κατευθύνονται από τον Κυριον.
Σοφ. Σειρ.
11,17 δόσις
Κυρίου παραμένει εὐσεβέσι, καὶ ἡ εὐδοκία αὐτοῦ
εἰς τὸν αἰῶνα εὐοδωθήσεται.
Σοφ. Σειρ. 11,17 Αι δωρεαί του Θεού δίδονται και
παραμένουν εις χείρας των ευσεβών. Η δε ευμενεία του Κυρίου προστατεύει και
κατευοδώνει αυτούς στους αιώνας.
Σοφ. Σειρ.
11,18 ἔστι
πλουτῶν ἀπὸ προσοχῆς καὶ σφιγγίας αὐτοῦ,
καὶ αὕτη ἡ μερὶς τοῦ μισθοῦ αὐτοῦ.
Σοφ. Σειρ. 11,18 Υπάρχουν άνθρωποι, οι οποίοι πλουτούν,
διότι έχουν ενδιαφέρον δια το χρήμα και διότι είναι σφιχτοχέρηδες. Ιδού όμως
ποία θα είναι η αμοιβή των·
Σοφ. Σειρ.
11,19 ἐν
τῷ εἰπεῖν αὐτόν· εὗρον ἀνάπαυσιν καὶ
νῦν φάγομαι ἐκ τῶν ἀγαθῶν μου, καὶ οὐκ
οἶδε τίς καιρὸς παρελεύσεται καὶ καταλείψει αὐτὰ ἑτέροις
καὶ ἀποθανεῖται.
Σοφ. Σειρ. 11,19 Οταν θα είπουν ευρήκα επιτέλους την
ησυχίαν και ανάπαυσίν μου και τώρα θα τρώγω και θα απολαμβάνω τα αγαθά μου, εν
τούτοις δεν γνωρίζει επί πόσον καιρόν θα διαρκέση αυτή η κατάστασις και πότε θα
εγκαταλείψη τα αγαθά του στους άλλους, διότι αυτός θα αποθάνη.
Σοφ. Σειρ.
11,20 στῆθι
ἐν διαθήκῃ σου καὶ ὁμίλει ἐν αὐτῇ καὶ
ἐν τῷ ἔργῳ σου παλαιώθητι.
Σοφ. Σειρ. 11,20 Συ όμως μένε προσηλωμένος στο έντιμον
έργον, που έχεις αναλάβει. Αυτό να έχης σύντροφόν σου εις την καρδίαν και την
διάνοιάν σου και γήρασε στο έργον σου αυτό.
Σοφ. Σειρ.
11,21 μὴ
θαύμαζε ἐν ἔργοις ἁμαρτωλοῦ, πίστευε τῷ Κυρίῳ
καὶ ἔμμενε τῷ πόνῳ σου· ὅτι κοῦφον ἐν
ὀφθαλμοῖς Κυρίου διὰ τάχους ἐξάπινα πλουτίσαι πένητα.
Σοφ. Σειρ. 11,21 Μη καταπλήττεσαι δια τα έργα του
αμαρτωλού. Συ έχε πίστιν και εμπιστοσύνην στον Κυριον και μένε σταθερός στο
έργον σου, όσον κουραστικόν και αν είναι. Διότι είναι εύκολον στον Κυριον
ταχύτατα και αμέσως να δώση πλούτη στον πτωχόν.
Σοφ. Σειρ.
11,22 εὐλογία
Κυρίου ἐν μισθῷ εὐσεβοῦς, καὶ ἐν ὥρᾳ
ταχινῇ ἀναθάλλει εὐλογίαν αὐτοῦ.
Σοφ. Σειρ. 11,22 Η ευλογία του Κυρίου είναι ο μισθός και η
ανταμοιβή του ευσεβούς. Και εις στιγμήν χρόνου ημπορεί να κάμη, ώστε να αναθάλη
και να καρποφορήση η ευλογία του.
Σοφ. Σειρ.
11,23 μὴ
εἴπῃς· τίς ἐστί μου χρεία, καὶ τίνα ἀπὸ
τοῦ νῦν ἔσται μου τὰ ἀγαθά;
Σοφ. Σειρ. 11,23 Μη είπης· τι ανάγκην έχω πλέον, ποιά άλλα
αγαθά ημπορώ από έδω και πέρα να έχω;
Σοφ. Σειρ.
11,24 μὴ
εἴπῃς· αὐτάρκη μοί ἐστι, καὶ τί ἀπὸ
τοῦ νῦν κακωθήσομαι;
Σοφ. Σειρ. 11,24 Μη είπης· αρκετά είναι αυτά, που έχω. Και
ποίον κακόν η ποίαν δυστυχίαν έχω να φοβηθώ από τώρα και στο εξής;
Σοφ. Σειρ.
11,25 ἐν
ἡμέρᾳ ἀγαθῶν ἀμνησία κακῶν, καὶ ἐν
ἡμέρᾳ κακῶν οὐ μνησθήσεται ἀγαθῶν·
Σοφ. Σειρ. 11,25 Εις περίοδον ευτυχίας και μέσα στον
πλούτον των αγαθών δεν ενθυμείται κανείς τας θλίψεις και στενοχωρίας. Οπως
επίσης και εις περίοδον στενοχωριών και συμφορών δεν ενθυμείται τα αγαθά, που
είχεν άλλοτε.
Σοφ. Σειρ.
11,26 ὅτι
κοῦφον ἔναντι Κυρίου ἐν ἡμέρᾳ τελευτῆς ἀποδοῦναι
ἀνθρώπῳ κατὰ τὰς ὁδοὺς αὐτοῦ.
Σοφ. Σειρ. 11,26 Είναι όμως ευκολώτατον στον Κυριον κατά
την ώραν του θανάτου να αποδώση στον κάθε άνθρωπον ανάλογα με τον τρόπον της ζωής
του και με τα έργα του.
Σοφ. Σειρ.
11,27 κάκωσις
ὥρας ἐπιλησμονὴν ποιεῖ τρυφῆς, καὶ ἐν
συντελείᾳ ἀνθρώπου ἀποκάλυψις ἔργων αὐτοῦ.
Σοφ. Σειρ. 11,27 Μια ώρα στενοχωρίας και θλίψεως κάμνει τον
άνθρωπον να λησμονήση τας ημέρας της ευτυχίας του. Κατά δε την ώραν του θανάτου
του θα αποκαλυφθούν όλα αυτού τα έργα.
Σοφ. Σειρ.
11,28 πρὸ
τελευτῆς μὴ μακάριζε μηδένα, καὶ ἐν τέκνοις αὐτοῦ
γνωσθήσεται ἀνήρ.
Σοφ. Σειρ. 11,28 Δια τούτο προ του θανάτου μη καλοτυχίζης
κανένα. Και εις τα τέκνα του, τα οποία θα τον κληρονομήσουν, θα δειχθή ο
άνθρωπος, ποιός πραγματικά είναι.
Σοφ. Σειρ.
11,29 Μὴ
πάντα ἄνθρωπον εἴσαγε εἰς τὸν οἶκόν σου, πολλὰ
γὰρ τὰ ἔνεδρα τοῦ δολίου.
Σοφ. Σειρ. 11,29 Μη εισάγης κάθε άνθρωπον στο σπίτι σου.
Διότι πολλαί είναι αι παγίδες, τας οποίας στήνουν οι δόλιοι άνθρωποι.
Σοφ. Σειρ.
11,30 πέρδιξ
θηρευτὴς ἐν καρτάλλῳ, οὕτως καρδία ὑπερηφάνου, καὶ
ὡς ὁ κατάσκοπος ἐπιβλέπει πτῶσιν·
Σοφ. Σειρ. 11,30 Οπως η πέρδικα τίθεται στο κλουβί του
κυνηγού ως δόλωμα, έτσι είναι η καρδιά, ο νους και η διάθεσις του υπερηφάνου,
διότι ως κατάσκοπος αυτός παρακολουθεί και περιμένει την κατάρρευσίν σου.
Σοφ. Σειρ.
11,31 τὰ
γὰρ ἀγαθὰ εἰς κακὰ μεταστρέφων ἐνεδρεύει καὶ
ἐν τοῖς αἱρετοῖς ἐπιθήσει μῶμον.
Σοφ. Σειρ. 11,31 Αυτός ενεδρεύει και προσπαθεί να μεταβάλη
τα καλά εις κακά, εναντίον δε των εκλεκτών και διακεκριμένων προσπαθεί να
προσάψη κατηγορίας.
Σοφ. Σειρ.
11,32 ἀπὸ
σπινθῆρος πυρὸς πληθύνεται ἀνθρακιά, καὶ ἄνθρωπος
ἁμαρτωλὸς εἰς αἷμα ἐνεδρεύει.
Σοφ. Σειρ. 11,32 Από ένα σπινθήρα ανάπτει μεγάλη φωτιά· και
ένας αμαρτωλός άνθρωπος στήνει ενέδρας, δια να χύση αίματα.
Σοφ. Σειρ.
11,33 πρόσεχε
ἀπὸ κακούργου, πονηρὰ γὰρ τεκταίνει, μήποτε μῶμον
εἰς τὸν αἰῶνα δῷ σοι.
Σοφ. Σειρ. 11,33 Πρόσεχε από τον κακοποιόν άνθρωπον, διότι
αυτός πάντοτε καταστρώνει και θέτει εις ενέργειαν πονηρά σχέδια. Πρόσεχε, μήπως
και εναντίον σου προσάψη κατηγορίαν άδικον, η οποία θα μείνη πάντοτε.
Σοφ. Σειρ.
11,34 ἐνοίκισον
ἀλλότριον καὶ διαστρέψει σε ἐν ταραχαῖς, καὶ ἀπαλλοτριώσει
σε τῶν ἰδίων σου.
Σοφ. Σειρ. 11,34 Βαλε ένα ξένον στο σπίτι σου και αυτός θα
σε αναστατώση με τας ταραχάς, που θα υπεγείρη στον οίκον σου, και θα σε
αποξενώση από τους ιδικούς σου ανθρώπους.
ΣΟΦΙΑ ΣΕΙΡΑΧ 12
Σοφ. Σειρ.
12,1 Ἐὰν
εὖ ποιῇς, γνῶθι τίνι ποιεῖς, καὶ ἔσται
χάρις τοῖς ἀγαθοῖς σου.
Σοφ. Σειρ. 12,1 Εάν κάμνης ευεργεσίας, πρόσεχε εις ποίον
τας κάμνεις, και θα εύρης τότε ευχαρίστησιν δι' αυτάς.
Σοφ. Σειρ.
12,2 εὖ
ποίησον εὐσεβεῖ, καὶ εὑρήσεις ἀνταπόδομα καὶ
εἰ μὴ παρ᾿ αὐτοῦ, ἀλλὰ παρὰ Ὑψίστου.
Σοφ. Σειρ. 12,2 Ευεργέτησε τον ευσεβή, άνθρωπον δηλαδή
που αξίζει να ευεργετηθή, και θα εύρης από αυτόν ευγνώμονα ανταπόδοσιν. Αλλά
και αν δεν εύρης από εκείνον, θα εύρης την ανταπόδοσιν του αγαθού από τον Θεόν.
Σοφ. Σειρ.
12,3 οὐκ
ἔστιν ἀγαθὰ τῷ ἐνδελεχίζοντι εἰς κακὰ
καὶ τῷ ἐλεημοσύνην μὴ χαριζομένῳ.
Σοφ. Σειρ. 12,3 Δεν είναι ορθόν και δίκαιον να
ευεργετήται άνθρωπος, ο οποίος ισχυρογνωμόνως επιμένει στο κακόν. Οπως επίσης
και εκείνος, ο οποίος, ενώ ημπορεί, δεν κάμνει ποτέ ελεημοσύνην.
Σοφ. Σειρ.
12,4 δὸς
τῷ εὐσεβεῖ καὶ μὴ ἀντιλάβῃ τοῦ ἁμαρτωλοῦ.
Σοφ. Σειρ. 12,4 Δώσε την ελεημοσύνην σου στον ευσεβή και
μη έρχεσαι εις βοήθειαν του αμετανοήτου αμαρτωλού.
Σοφ. Σειρ.
12,5 εὖ
ποίησον τῷ ταπεινῷ καὶ μὴ δῷς ἀσεβεῖ·
ἐμπόδισον τοὺς ἄρτους αὐτοῦ καὶ μὴ δῷς
αὐτῷ, ἵνα μὴ ἐν αὐτοῖς σε δυναστεύσῃ·
διπλάσια γὰρ κακὰ εὑρήσεις ἐν πᾶσιν ἀγαθοῖς,
οἷς ἂν ποιήσῃς αὐτῷ.
Σοφ. Σειρ. 12,5 Ευεργέτησε τον ταπεινόν άνθρωπον και μη
δώσης την ευεργεσίαν σου στον πωρωμένον ασεβή. Κράτησε τους άρτους σου, μη τους
δίδης στον ασεβή, δια να μη σε καταδυναστεύση εκείνος με αυτούς. Διότι θα εύρης
από αυτόν όχι ευγνωμοσύνην, αλλά διπλάσια κακά από τα αγαθά, τα οποία του
έκαμες.
Σοφ. Σειρ.
12,6 ὅτι
καὶ ὁ Ὕψιστος ἐμίσησεν ἁμαρτωλοὺς καὶ
τοῖς ἀσεβέσιν ἀποδώσει ἐκδίκησιν.
Σοφ. Σειρ. 12,6 Διότι και αυτός ούτος ο Υψιστος μισεί και
αποστρέφεται τους αμαρτωλούς. Και θα ανταποδώση στους ασεβείς την δικαίαν
τιμωρίαν.
Σοφ. Σειρ.
12,7 δὸς
τῷ ἀγαθῷ καὶ μὴ ἀντιλάβου τοῦ ἁμαρτωλοῦ.
Σοφ. Σειρ. 12,7 Πρόσφερε, λοιπόν, την βοήθειαν και
ευεργεσίαν σου στον αγαθόν και μη έρχεσαι εις βοήθειαν του αμαρτωλού.
Σοφ. Σειρ.
12,8 Οὐκ
ἐκδικηθήσεται ἐν ἀγαθοῖς ὁ φίλος καὶ οὐ
κρυβήσεται ἐν κακοῖς ὁ ἐχθρός.
Σοφ. Σειρ. 12,8 Ο φίλος σου δεν θα σε φθονήση ούτε θα
προσπαθήση να σε βλάψη, όταν ευτυχής· όπως επίσης και ο εχθρός σου δεν θα κρύψη
την χαράν του, εάν περιπέσης εις δυστυχίαν.
Σοφ. Σειρ.
12,9 ἐν
ἀγαθοῖς ἀνδρὸς οἱ ἐχθροὶ αὐτοῦ
ἐν λύπῃ, καὶ ἐν τοῖς κακοῖς αὐτοῦ
καὶ ὁ φίλος διαχωρισθήσεται.
Σοφ. Σειρ. 12,9 Οταν ένας ευτυχή και απολαμβάνη τα αγαθά
του, οι εχθροί του στενοχωρούνται. Οταν όμως περιπέση εις συμφοράς και
στενοχωρίας, τότε και αυτός ακόμη ο φίλος του είναι δυνατόν να τον εγκαταλείψη.
Σοφ. Σειρ.
12,10 μὴ
πιστεύσῃς τῷ ἐχθρῷ σου εἰς τὸν αἰῶνα·
ὡς γὰρ ὁ χαλκὸς ἰοῦται, οὕτως ἡ
πονηρία αὐτοῦ.
Σοφ. Σειρ. 12,10 Μη δίδης ποτέ εμπιστοσύνην στον εχθρόν
σου, διότι, όπως ο χαλκός οξειδώνεται και δεν φαίνεται το εσωτερικόν του, έτσι
είναι και η πονηρία του εχθρού.
Σοφ. Σειρ.
12,11 καὶ
ἐὰν ταπεινωθῇ καὶ πορεύηται συγκεκυφώς, ἐπίστησον
τὴν ψυχήν σου καὶ φύλαξαι ἀπ᾿ αὐτοῦ καὶ
ἔσῃ αὐτῷ ὡς ἐκμεμαχὼς ἔσοπτρον,
καὶ γνώσῃ ὅτι οὐκ εἰς τέλος κατίωσε.
Σοφ. Σειρ. 12,11 Εάν αυτός ταπεινωθή ενώπιόν σου και βαδίζη
με την κεφαλήν προς τα κάτω, πρόσεξε τον εαυτόν σου και φυλάξου από αυτόν. Να
φερθής και να πράξης απέναντι αυτού, όπως κάμνεις, όταν έχης καθαρίσει ένα
καθρέπτην. Η σκουριά χαι η υποκρισία του εχθρού σου δεν θα μείνη έως τέλος. Θα
φανή αυτός που πραγματικά είναι.
Σοφ. Σειρ.
12,12 μὴ
στήσῃς αὐτὸν παρὰ σεαυτῷ, μὴ ἀνατρέψας
σε στῇ ἐπὶ τὸν τόπον σου· μὴ καθίσῃς αὐτὸν
ἐκ δεξιῶν σου, μήποτε ζητήσῃ τὴν καθέδραν σου καὶ
ἐπ᾿ ἐσχάτων ἐπιγνώσῃ τοὺς λόγους μου καὶ
ἐπὶ τῶν ῥημάτων μου κατανυγήσῃ.
Σοφ. Σειρ. 12,12 Μη τοποθετήσης τον εχθρόν σου πλησίον σου,
δια να μη σε ανατρέψη και καθίση εκείνος εις την θέσιν σου. Μη τον βάλης να
καθίση εκ δεξιών σου, δια να μη επιζητήση εκείνος να σε εκτοπίση και καθίση στο
κάθισμά σου. Ετσι δε πολύ αργά θα κατανοήσης την αξίαν των λόγων μου και θα
λυπηθής, διότι δεν ήκουσες τας σύμβουλάς μου.
Σοφ. Σειρ.
12,13 τίς
ἐλεήσει ἐπαοιδὸν ὀφιόδηκτον καὶ πάντας τοὺς
προσάγοντας θηρίοις;
Σοφ. Σειρ. 12,13 Ποιός θα λυπηθή και θα δείξη οίκτον προς
τον μάγον, που γοητεύει τα φίδια με τα άσματα του, όταν τον δαγκώση το φίδι η
προς τους θηριοδαμαστάς, οι οποίοι πλησιάζουν τα θηρία;
Σοφ. Σειρ.
12,14 οὕτως
τὸν προσπορευόμενον ἀνδρὶ ἁμαρτωλῷ καὶ
συμφυρόμενον ἐν ταῖς ἁμαρτίαις αὐτοῦ.
Σοφ. Σειρ. 12,14 Ετσι συμβαίνει και με εκείνον, που
αναστρέφεται και πορεύεται μαζή με αμαρτωλόν άνθρωπον και συμφύρεται με τας
αμαρτίας εκείνου.
Σοφ. Σειρ.
12,15 ὥραν
μετὰ σοῦ διαμενεῖ, καὶ ἐὰν ἐκκλίνῃς,
οὐ μὴ καρτερήσῃ.
Σοφ. Σειρ. 12,15 Προσωρινώς μένει μαζή σου, όταν σε βλέπη
να ίστασαι και έχη συμφέρον από σέ. Εάν όμως κλονισθής, δεν θα σε στηρίξη ούτε
θα παραμείνη κοντά σου.
Σοφ. Σειρ.
12,16 καὶ
ἐν τοῖς χείλεσιν αὐτοῦ γλυκανεῖ ὁ ἐχθρὸς
καὶ ἐν τῇ καρδίᾳ αὐτοῦ βουλεύσεται ἀνατρέψαι
σε εἰς βόθρον· ἐν ὀφθαλμοῖς αὐτοῦ
δακρύσει ὁ ἐχθρός, καὶ ἐὰν εὕρῃ
καιρόν, οὐκ ἐμπλησθήσεται ἀφ᾿ αἵματος.
Σοφ. Σειρ. 12,16 Ο εχθρός σου θα έχη πάντοτε γλυκά λόγια
εις τα χείλη του· εις την καρδίαν του όμως θα σκέπτεται, να σε ανατρέψη και να
σε ρίψη εις βόθρον. Ο εχθρός σου θα έχη υποκριτικά δάκρυα συμπαθείας εις τα
μάτια του δια σέ. Εάν όμως εύρη ευκαιρίαν, δεν θα χορταίνη από το αίμα σου.
Σοφ. Σειρ.
12,17 κακὰ
ἂν ὑπαντήσῃ σοι, εὑρήσεις αὐτὸν ἐκεῖ
πρότερόν σου, καὶ ὡς βοηθῶν ὑποσχάσει πτέρναν σου·
Σοφ. Σειρ. 12,17 Εάν σου συμβή κάτι κακόν, θα εύρης αυτόν
εκεί έμπροσθέν σου· και προσποιούμενος ότι σε βοηθεί, θα σε αρπάση από την
πτέρναν, δια να σε ρίψη κάτω.
Σοφ. Σειρ.
12,18 κινήσει
τὴν κεφαλὴν αὐτοῦ καὶ ἐπικροτήσει ταῖς
χερσὶν αὐτοῦ καὶ πολλὰ διαψιθυρίσει καὶ ἀλλοιώσει
τὸ πρόσωπον αὐτοῦ.
Σοφ. Σειρ. 12,18 Επειτα θα κινή εμπαικτικώς την κεφαλήν
του, θα κτυπά με χαιρεκακίαν τας παλάμας του, θα ψιθυρίζη πολλά εις βάρος σου
και θα μεταβάλη το πρόσωπόν του, ώστε να φανή μοχθηρόν, όπως εις την
πραγματικότητα είναι.
ΣΟΦΙΑ ΣΕΙΡΑΧ 13
Σοφ. Σειρ.
13,1 Ὁ
ἁπτόμενος πίσσης μολυνθήσεται, καὶ ὁ κοινωνῶν ὑπερηφάνῳ
ὁμοιωθήσεται αὐτῷ.
Σοφ. Σειρ. 13,1 Εκείνος που εγγίζει την πίσσαν, θα
πασαλειφθή με την ακαθαρσίαν της, και εκείνος που συναναστρέφεται με άνθρωπον
υπερήφανον, θα γίνη όμοιος με αυτόν.
Σοφ. Σειρ.
13,2 βάρος
ὑπὲρ σὲ μὴ ἄρῃς, καὶ ἰσχυροτέρῳ
σου καὶ πλουσιωτέρῳ μὴ κοινώνει. τί κοινωνήσει χύτρα πρὸς
λέβητα; αὕτη προσκρούσει, καὶ αὕτη συντριβήσεται.
Σοφ. Σειρ. 13,2 Μη σηκώνης στους ώμους σου βάρος
ανώτερον από τας δυνάμεις σου. Με άνθρωπον, που είναι ισχυρότερος και
πλουσιώτερος από σέ, μη έχης πολλήν επικοινωνίαν. Ποίαν σχέσιν ημπορεί να έχη
μία πηλίνη χύτρα με τον χάλκινον λέβητα; Εάν προσκρούση εις εκείνον, αυτή θα
συντριβή.
Σοφ. Σειρ.
13,3 πλούσιος
ἠδίκησε, καὶ αὐτὸς προσενεβριμήσατο· πτωχὸς ἠδίκηται,
καὶ αὐτὸς προσδεηθήσεται.
Σοφ. Σειρ. 13,3 Ο πλούσιος αδικεί και έχει το θράσος να
μεγαλαυχή και να επιπλήττη. Ο πτωχός αδικείται και όμως ικετεύει και παρακαλεί,
ως εάν είναι ένοχος.
Σοφ. Σειρ.
13,4 ἐὰν
χρησιμεύσῃς, ἐργᾶται ἐν σοί· καὶ ἐὰν
ὑστερήσῃς, καταλείψει σε.
Σοφ. Σειρ. 13,4 Εάν συ ο πτωχός είσαι εις κάτι χρήσιμος
προς τον πλούσιον, θα σε εκμεταλλευθή. Εάν όμως ευρεθής εις ανάγκην και
στέρησιν, αυτός θα σε εγκαταλείψη.
Σοφ. Σειρ.
13,5 ἐὰν
ἔχῃς, συμβιώσεταί σοι καὶ ἀποκενώσει σε, καὶ αὐτὸς
οὐ πονέσει.
Σοφ. Σειρ. 13,5 Εάν έχης αγαθά, αυτός υποκριτικώτατα θα
σε συναναστρέφεται και θα ζη μαζή σου, μέχρις ότου σου αρπάση τα αγαθά και σε
αδειάση εντελώς από αυτά. Δεν θα αισθανθή δε καμμίαν λύπην και στενοχωρίαν δια
το κακόν, που σου έκαμε.
Σοφ. Σειρ.
13,6 χρείαν
ἔσχηκέ σου, καὶ ἀποπλανήσει σε καὶ προσγελάσεταί σοι καὶ
δώσει σοι ἐλπίδα· λαλήσει σοι καλὰ καὶ ἐρεῖ·
τίς ἡ χρεία σου;
Σοφ. Σειρ. 13,6 Οταν έχη την ανάγκην σου, θα προσπαθήση
να σε παραπλανήση. Θα φανή φιλομειδής και γελαστός απέναντί σου και θα σου δώση
ελπίδα. Θα ομιλήση προς σε με καλά λόγια και θα σου πη, τι ανάγκην έχεις;
Σοφ. Σειρ.
13,7 καὶ
αἰσχυνεῖ σε ἐν τοῖς βρώμασιν αὐτοῦ, ἕως
οὗ ἀποκενώσῃ σε δὶς ἢ τρίς, καὶ ἐπ᾿
ἐσχάτων καταμωκήσεταί σου· μετὰ ταῦτα ὄψεταί σε καὶ
καταλείψει σε καὶ τὴν κεφαλὴν αὐτοῦ κινήσει ἐπὶ
σοί.
Σοφ. Σειρ. 13,7 Θα σε κάμη να αισθανθής συστολήν
απέναντί του με τα συμπόσιά του, μέχρις ότου σε απογυμνώση από τα αγαθά σου δύο
και τρεις φορές και τελευταία θα σε ειρωνεύεται και θα σε περιγελά. Επειτα θα
ίδη την πτωχείαν, εις την οποίαν σε κατήντησε, θα σε εγκαταλείψη και θα κινή
εμπαικτικώς την κεφαλήν του εις βάρος σου.
Σοφ. Σειρ.
13,8 πρόσεχε
μὴ ἀποπλανηθῇς καὶ μὴ ταπεινωθῇς ἐν ἀφροσύνῃ
σου.
Σοφ. Σειρ. 13,8 Πρόσεχε, μη παραπλανηθής από αυτόν, δια
να μη εξευτελισθής με αυτήν σου την απερισκεψίαν.
Σοφ. Σειρ.
13,9 Προσκαλεσαμένου
σε δυνάστου, ὑποχωρῶν γίνου, καὶ τόσῳ μᾶλλον
προσκαλέσεταί σε.
Σοφ. Σειρ. 13,9 Οταν ένας άρχων σε προσκαλή, δια να σε
τιμήση, συ προσπάθησε να αποφύγης την πρόσκλησιν και αυτός τόσον περισσότερον
θα σε προσκαλή.
Σοφ. Σειρ.
13,10 μὴ
ἔμπιπτε, ἵνα μὴ ἀπωσθῇς, καὶ μὴ μακρὰν
ἀφίστω, ἵνα μὴ ἐπιλησθῇς.
Σοφ. Σειρ. 13,10 Παντως μη σπεύδης προς αυτόν, δια να μη σε
απωθήση κατόπιν, αλλά και να μη στέκεσαι πολύ μακράν, δια να μη σε λησμονήση.
Σοφ. Σειρ.
13,11 μὴ
ἔπεχε ἰσηγορεῖσθαι μετ᾿ αὐτοῦ καὶ μὴ
πίστευε τοῖς πλείοσι λόγοις αὐτοῦ· ἐκ πολλῆς
γὰρ λαλιᾶς πειράσει σε καὶ ὡς προσγελῶν ἐξετάσει
σε.
Σοφ. Σειρ. 13,11 Πρόσεχε, μη ομιλήσης μαζή του ως ίσος
προς ίσον, και μη δίδης εμπιστοσύνην εις τα πολλά λόγια του. Διότι αυτός με τα
πολλά λόγια του θα θελήση να σε δοκιμάση, και καθ' ον χρόνον γελαστός θα σου
ομιλή θα βυθομετρή τα βάθη της καρδίας σου.
Σοφ. Σειρ.
13,12 ἀνελεήμων
ὁ μὴ συντηρῶν λόγους καὶ οὐ μὴ φείσηται περὶ
κακώσεως καὶ δεσμῶν.
Σοφ. Σειρ. 13,12 Σκληρός θα φανή προς σε αυτός, που εδείχθη
πλούσιος εις λόγια και υποσχέσεις. Και δεν θα λυπηθή ούτε θα διστάση, να
χρησιμοποιήση εναντίον σου βασανιστήρια και δεσμά φυλακής.
Σοφ. Σειρ.
13,13 συντήρησον
καὶ πρόσεχε σφοδρῶς, ὅτι μετὰ τῆς πτώσεώς σου
περιπατεῖς.
Σοφ. Σειρ. 13,13 Λαβε τα μέτρα σου, πρόσεχε πάρα πολύ.
Διότι συναναστρεφόμενος εκείνον συμπορεύεσαι με βέβαίαν την πτώσιν σου.
Σοφ. Σειρ.
13,14 [ἀκούων
αὐτὰ ἐν ὕπνῳ σου γρηγόρησον· πάσῃ ζωῇ
σου ἀγάπα τὸν Κύριον, καὶ ἐπικαλοῦ αὐτὸν
εἰς σωτηρίαν σου].
Σοφ. Σειρ. 13,14 Ακούων αυτά πρόσεχε και εις αυτόν ακόμη
τον ύπνον σου. Εις όλην σου την ζωήν τον Κυριον μόνον να αγαπάς και αυτόν να
επικαλήσαι δια την σωτηρίαν σου.
Σοφ. Σειρ.
13,15 Πᾶν
ζῷον ἀγαπᾷ τὸ ὅμοιον αὐτῷ καὶ πᾶς
ἄνθρωπος τὸν πλησίον αὐτοῦ·
Σοφ. Σειρ. 13,15 Καθε ζώον αγαπώ το όμοιον προς αυτό. Ετσι
και κάθε άνθρωπος αγαπά τον από κοινωνικής θέσεως και μορφώσεως όμοιόν του.
Σοφ. Σειρ.
13,16 πᾶσα
σὰρξ κατὰ γένος συνάγεται, καὶ τῷ ὁμοίῳ αὐτοῦ
προσκολληθήσεται ἀνήρ.
Σοφ. Σειρ. 13,16 Καθε ζώον εντάσσεται και αποτελεί ομάδα με
αλλά ζώα του είδους του. Ετσι και κάθε άνθρωπος επικοινωνεί και προσκολλάται
εις άλλους ομοίους του.
Σοφ. Σειρ.
13,17 τί
κοινωνήσει λύκος ἀμνῷ; οὕτως ἁμαρτωλὸς πρὸς
εὐσεβῆ.
Σοφ. Σειρ. 13,17 Ποία σχέσις και επικοινωνία είναι δυνατόν
να υπάρχη μεταξύ λύκου και αρνίου; Ετσι μεταξύ αμαρτωλού και ευσεβούς ανθρώπου.
Σοφ. Σειρ.
13,18 τίς
εἰρήνη ὑαίνῃ πρὸς κύνα; καὶ τίς εἰρήνη
πλουσίῳ πρὸς πένητα;
Σοφ. Σειρ. 13,18 Ποία ειρηνική σχέσις και επικοινωνία είναι
δυνατόν να υπάρχη ανάμεσα εις την ύαιναν και το σκυλί; Καμμία. Ποία κατ'
αναλογίαν ειρηνική επικοινωνία και αναστροφή ημπορεί να υπάρχη μεταξύ ενός
πλουσίου και ενός πτωχού;
Σοφ. Σειρ.
13,19 κυνήγια
λεόντων ὄναγροι ἐν ἐρήμῳ, οὕτως νομαὶ
πλουσίων πτωχοί.
Σοφ. Σειρ. 13,19 Οι λέοντες κυνηγούν αγρίους όνους εις
ερήμους περιοχάς. Ετσι θήραμα και βοσκή των πλουσίων είναι οι πτωχοί.
Σοφ. Σειρ.
13,20 βδέλυγμα
ὑπερηφάνῳ ταπεινότης, οὕτως βδέλυγμα πλουσίῳ πτωχός.
Σοφ. Σειρ. 13,20 Η ταπεινοφροσύνη είναι μισητή και
αποκρουστική στον υπερήφανον. Ετσι αποκρουστικός είναι και ο πτωχός στον
πλούσιον.
Σοφ. Σειρ.
13,21 πλούσιος
σαλευόμενος στηρίζεται ὑπὸ φίλων, ταπεινὸς δὲ πεσὼν
προσαπωθεῖται ὑπὸ φίλων.
Σοφ. Σειρ. 13,21 Οταν κάποιος πλούσιος κλονισθή, στηρίζεται
από τους φίλους του. Οταν όμως ο πτωχός περιπέση εις δυστυχίαν, σπρώχνεται και
από αυτούς τους φίλους του.
Σοφ. Σειρ.
13,22 πλουσίου
σφαλέντος πολλοὶ ἀντιλήπτορες, ἐλάλησεν ἀπόῤῥητα
καὶ ἐδικαίωσαν αὐτόν. ταπεινὸς ἔσφαλε καὶ
προσεπετίμησαν αὐτῷ, ἐφθέγξατο σύνεσιν καὶ οὐκ ἐδόθη
αὐτῷ τόπος.
Σοφ. Σειρ. 13,22 Οταν ένας πλούσιος περιπέση εις αποτυχίας,
πολλοί θα τρέξουν να τον βοηθήσουν. Λέγει ανοησίες και λόγια, που δια συστολήν
και εντροπήν δεν πρέπει να λέγωνται, και σπεύδουν όλοι να τον δικαιολογήσουν.
Οταν όμως ο πτωχός υποπέση εις σφάλμα, όλοι τον παρατηρούν και τον ελέγχουν.
Δεν ευρίσκει ακόμη θέσιν ούτε και όταν λέγη σοφά και συνετά λόγια.
Σοφ. Σειρ.
13,23 πλούσιος
ἐλάλησε καὶ πάντες ἐσίγησαν, καὶ τὸν λόγον αὐτοῦ
ἀνύψωσαν ἕως τῶν νεφελῶν. πτωχὸς ἐλάλησε καὶ
εἶπαν· τίς οὗτος; κἂν προσκόψῃ, προσανατρέψουσιν αὐτόν.
Σοφ. Σειρ. 13,23 Ομιλεί ο πλούσιος και όλοι σιωπούν·
εγκωμιάζουν τα λόγια του και τα ανυψώνουν έως τα σύννεφα του ουρανού. Ομιλεί ο
πτωχός και εκείνοι περιφρονητικώς λέγουν αναμεταξύ των· ποιός είναι αυτός που
τολμά να ομιλή; Εάν ο πτωχός σκοντάψη, θα τον ρίψουν κατά γης και θα τον
ποδοπατήσουν.
Σοφ. Σειρ.
13,24 ἀγαθὸς
ὁ πλοῦτος, ᾧ μή ἐστιν ἁμαρτία, καὶ πονηρὰ
ἡ πτωχεία ἐν στόματι ἀσεβοῦς.
Σοφ. Σειρ. 13,24 Καλός είναι ο πλούτος μόνον εκεί, όπου δεν
υπάρχει αμαρτία. Θεωρείται δε κακή και καταφρονητέα η πτωχεία μόνον από την
καρδίαν και τα στόματα των ασεβών.
Σοφ. Σειρ.
13,25 Καρδία
ἀνθρώπου ἀλλοιοῖ τὸ πρόσωπον αὐτοῦ, ἐάν
τε εἰς ἀγαθὰ ἐάν τε εἰς κακά.
Σοφ. Σειρ. 13,25 Η καρδιά του ανθρώπου ανάλογα με το
περιεχόμενόν της κάνει το πρόσωπόν του είτε ευχάριστον είτε σκυθρωπόν.
Σοφ. Σειρ.
13,26 ἴχνος
καρδίας ἐν ἀγαθοῖς πρόσωπον ἱλαρόν, καὶ εὕρεσις
παραβολῶν διαλογισμοὶ μετὰ κόπου.
Σοφ. Σειρ. 13,26 Εκφρασις καρδίας αγαθής είναι το γλυκύ και
ευχάριστον πρόσωπον. Η εύρεσις και αποδοχή σοφών γνωμικών είναι ένα έργον, που
απαιτεί κόπον.
ΣΟΦΙΑ ΣΕΙΡΑΧ 14
Σοφ. Σειρ.
14,1 Μακάριος
ἀνήρ, ὣς οὐκ ὠλίσθησεν ἐν στόματι αὐτοῦ
καὶ οὐ κατενύγη ἐν λύπῃ ἁμαρτίας.
Σοφ. Σειρ. 14,1 Ευτυχής είναι ο άνθρωπος εκείνος, από το
στόμα του οποίου δεν εξέφυγαν λόγια αμαρτωλά και ο οποίος, ως εκ τούτου, δεν
είχε τύψεις συνειδήσεως και λύπην δι' αμαρτίας στόματός του.
Σοφ. Σειρ.
14,2 μακάριος
οὗ οὐ κατέγνω ἡ ψυχὴ αὐτοῦ, καὶ ὃς
οὐκ ἔπεσεν ἀπὸ τῆς ἐλπίδος αὐτοῦ.
Σοφ. Σειρ. 14,2 Μακάριος είναι ο άνθρωπος, τον οποίον δεν
ελέγχει η συνείδησις και ο οποίος δεν έχει ξεπέσει και δεν έχει χάσει την
ελπίδα του στον Θεόν.
Σοφ. Σειρ.
14,3 Ἀνδρὶ
μικρολόγῳ οὐ καλὸς ὁ πλοῦτος, καὶ ἀνθρώπῳ
βασκάνῳ ἱνατί χρήματα;
Σοφ. Σειρ. 14,3 Εις τον μικροπρεπή άνθρωπον δεν είναι
καλός ο πλούτος. Εις άνθρωπον φθονερόν, που λυώνει από τον φθόνον του, τι
χρειάζονται τα χρήματα;
Σοφ. Σειρ.
14,4 ὁ
συνάγων ἀπὸ τῆς ψυχῆς αὐτοῦ συνάγει ἄλλοις,
καὶ ἐν τοῖς ἀγαθοῖς αὐτοῦ τρυφήσουσιν
ἕτεροι.
Σοφ. Σειρ. 14,4 Εκείνος που συνάγει χρήματα κάμνων
μεγάλας οικονομίας εις βάρος της ζωής του, τα συγκεντρώνει δια τους άλλους. Και
άλλοι είναι εκείνοι, οι οποίοι θα χαρούν και θα γλεντοκοπήσουν με τα αγαθά του.
Σοφ. Σειρ.
14,5 ὁ
πονηρὸς ἑαυτῷ τίνι ἀγαθὸς ἔσται; καὶ
οὐ μὴ εὐφρανθήσεται ἐν τοῖς χρήμασιν αὐτοῦ.
Σοφ. Σειρ. 14,5 Εκείνος που είναι κακός δια τον ίδιον
τον εαυτόν του, εις ποίον είναι δυνατόν να φανή καλός; Αυτός δεν θα απολαύση
και δεν θα χαρή τα αγαθά του.
Σοφ. Σειρ.
14,6 τοῦ
βασκαίνοντος ἑαυτὸν οὐκ ἔστι πονηρότερος, καὶ τοῦτο
ἀνταπόδομα τῆς κακίας αὐτοῦ·
Σοφ. Σειρ. 14,6 Δεν υπάρχει δυστυχέστερος άνθρωπος από
τον ζηλόφθονον. Αυτό τούτο το πάθος του αποτελεί την τιμωρίαν της κακίας του.
Σοφ. Σειρ.
14,7 κἂν
εὖ ποιῇ, ἐν λήθῃ ποιεῖ, καὶ ἐπ᾿
ἐσχάτων ἐκφαίνει τὴν κακίαν αὐτοῦ.
Σοφ. Σειρ. 14,7 Εάν δε τύχη και κάμη κάποιο καλόν, κατά
λάθος το πράττει. Διότι στο τέλος θα φανερώση την κακίαν του.
Σοφ. Σειρ.
14,8 πονηρὸς
ὁ βασκαίνων ὀφθαλμῷ, ἀποστρέφων πρόσωπον καὶ ὑπερορῶν
ψυχάς.
Σοφ. Σειρ. 14,8 Κακός είναι εκείνος, ο οποίος με τα ίδια
του τα μάτια εκδηλώνει τον φθόνον του, γυρίζει το πρόσωπόν του από εκείνους,
που έχουν ανάγκην, και τους αντιπαρέρχεται με αδιαφορίαν.
Σοφ. Σειρ.
14,9 πλεονέκτου
ὀφθαλμὸς οὐκ ἐμπίπλαται μερίδι, καὶ ἀδικία
πονηρὰ ἀναξηραίνει ψυχήν.
Σοφ. Σειρ. 14,9 Το μάτι του πλεονέκτου δεν χορταίνει ποτέ
με εκείνα, που έχει. Η δε αχόρταστος πλεονεξία, που τον ωθεί προς αδικίας,
ξηραίνει κάθε τι καλόν από την ψυχήν του.
Σοφ. Σειρ.
14,10 ὀφθαλμὸς
πονηρὸς φθονερὸς ἐπ᾿ ἄρτῳ καὶ ἐλλιπὴς
ἐπὶ τῆς τραπέζης αὐτοῦ.
Σοφ. Σειρ. 14,10 Ο φθονερός οφθαλμός του φιλαργύρου
τσιγκουνεύεται και αυτόν τον άρτον, ώστε ολιγοστός να παρατίθεται πάντοτε εις
την τράπεζάν του.
Σοφ. Σειρ.
14,11 Τέκνον,
καθὼς ἐὰν ἔχῃς, εὖ ποίει σεαυτὸν καὶ
προσφορὰς Κυρίῳ ἀξίως πρόσαγε.
Σοφ. Σειρ. 14,11 Παιδί μου, ανάλογα με εκείνα, τα οποία
έχεις, να περιποιήσαι τον εαυτόν σου, κατ' αξίαν δε να προσφέρης προς τον
Κυριον θυσίας και δωρεάς.
Σοφ. Σειρ.
14,12 μνήσθητι
ὅτι θάνατος οὐ χρονιεῖ καὶ διαθήκη ᾅδου οὐχ
ὑπεδείχθη σοι·
Σοφ. Σειρ. 14,12 Εχε πάντοτε υπ' όψιν σου ότι ο θάνατος δεν
θα αργήση να έλθη και καμμία συμφωνία με τον άδην δεν σου έχει αποκαλυφθή. Και
άρα δεν γνωρίζεις την ώραν της εκδημίας σου.
Σοφ. Σειρ.
14,13 πρίν
σε τελευτῆσαι, εὖ ποίει φίλῳ καὶ κατὰ τὴν ἰσχύν
σου ἔκτεινον καὶ δῷς αὐτῷ.
Σοφ. Σειρ. 14,13 Πριν, λοιπόν, αποθάνης, κάμνε το καλόν
στον φίλον σου και ανάλογα με την οικονομικήν σου δυνατότητα άπλωνε το χέρι σου
και δίνε εις αυτόν.
Σοφ. Σειρ.
14,14 μὴ
ἀφυστερήσῃς ἀπὸ ἀγαθῆς ἡμέρας, καὶ
μερὶς ἐπιθυμίας ἀγαθῆς μή σε παρελθάτω.
Σοφ. Σειρ. 14,14 Μη απαρνήσαι την ευτυχίαν της παρούσης
καλής ημέρας και μη αφήνης να σου διαφεύγουν αι παρά του Θεού επιτρεπόμενοι
απολαύσεις.
Σοφ. Σειρ.
14,15 οὐχὶ
ἑτέρῳ καταλείψεις τοὺς πόνους σου καὶ τοὺς κόπους
σου εἰς διαίρεσιν κλήρου;
Σοφ. Σειρ. 14,15 Οταν αποθάνης, δεν θα αφήσης τους κόπους
σου εις τα χέρια άλλων και όσα με την εργασίαν σου απέκτησες δεν θα τα αφήσης,
να τα μοιρασθούν με κλήρον μεταξύ των οι κληρονόμοι;
Σοφ. Σειρ.
14,16 δὸς
καὶ λάβε καὶ ἀπάτησον τὴν ψυχήν σου, ὅτι οὐκ
ἔστιν ἐν ᾅδου ζητῆσαι τρυφήν.
Σοφ. Σειρ. 14,16 Δώσε και πάρε. Διδε ευκαιρίαν χαράς και
αναψυχής εις την ζωήν σου, διότι στον άδην δεν θα αναζητήσης και δεν θα εύρης
απόλαυσιν.
Σοφ. Σειρ.
14,17 πᾶσα
σὰρξ ὡς ἱμάτιον παλαιοῦται, ἡ γὰρ διαθήκη ἀπ᾿
αἰῶνος· θανάτῳ ἀποθανῇ.
Σοφ. Σειρ. 14,17 Το σώμα του ανθρώπου γηράσκει, όπως
παληώνει το φόρεμα. Ο θάνατος είναι η από αιώνος εντολή του Θεού. Και συ,
λοιπόν, οπωσδήποτε θα αποθάνης.
Σοφ. Σειρ.
14,18 ὡς
φύλλον θάλλον ἐπὶ δένδρου δασέος, τὰ μὲν καταβάλλει, ἄλλα
δὲ φύει, οὕτως γενεὰ σαρκὸς καὶ αἵματος, ἡ
μὲν τελευτᾷ, ἑτέρα δὲ γεννᾶται.
Σοφ. Σειρ. 14,18 Από το θαλλερόν φύλλωμα πυκνοφύλλου
δένδρου άλλα μεν φύλλα πίπτουν, άλλα δε βλαστάνουν. Ετσι συμβαίνει και μεταξύ
των γενεών των ανθρώπων, που έχουν σάρκα και αίμα· άλλη μεν γενεά αποθνήσκει,
άλλη δε γεννάται.
Σοφ. Σειρ.
14,19 πᾶν
ἔργον σηπόμενον ἐκλείπει, καὶ ὁ ἐργαζόμενος αὐτὸ
μετ᾿ αὐτοῦ ἀπελεύσεται.
Σοφ. Σειρ. 14,19 Ωσάν το φύλλον κάθε έργον πονηρού ανθρώπου
σαπίζει και εξαφανίζεται· μαζή δέ με αυτό περνάει και εξαφανίζεται και φεύγει
και ο άνθρωπος, που το έπραξε.
Σοφ. Σειρ.
14,20 Μακάριος
ἀνήρ, ὃς ἐν σοφίᾳ τελευτήσει καὶ ὃς ἐν
συνέσει αὐτοῦ διαλεχθήσεται,
Σοφ. Σειρ. 14,20 Ευτυχής ο άνθρωπος, ο οποίος θα τελευτήση
μελετών τας αληθείας αυτάς με σοφίαν και ο οποίος συλλογίζεται και σκέπτεταί με
σύνεσιν.
Σοφ. Σειρ.
14,21 ὁ
διανοούμενος τὰς ὁδοὺς αὐτῆς ἐν καρδίᾳ
αὐτοῦ, καὶ ἐν τοῖς ἀποκρύφοις αὐτῆς
νοηθήσεται.
Σοφ. Σειρ. 14,21 Αυτός, που σκέπτεται στο βάθος της καρδίας
του τας εντολάς της θείας σοφίας, αυτός και κατανοεί τα απόκρυφα και άρρητα
αυτής νοήματα.
Σοφ. Σειρ.
14,22 ἔξελθε
ὀπίσω αὐτῆς ὡς ἰχνευτής, καὶ ἐν ταῖς
εἰσόδοις αὐτῆς ἐνέδρευε.
Σοφ. Σειρ. 14,22 Εβγα από το σπίτι σου, ωσάν ανιχνευτής,
ακολούθησε τους δρόμους της σοφίας πίσω από αυτήν και στήσε ενέδραν εις την
είσοδον του οίκου της.
Σοφ. Σειρ.
14,23 ὁ
παρακύπτων διὰ τῶν θυρίδων αὐτῆς καὶ ἐπὶ
τῶν θυρωμάτων αὐτῆς ἀκροάσεται.
Σοφ. Σειρ. 14,23 Εκείνος, που σκύβει και παρατηρεί από τα
παράθυρά της, αυτός και θα ακροασθή σοφά πράγματα από τας θύρας της.
Σοφ. Σειρ.
14,24 ὁ
καταλύων σύνεγγυς τοῦ οἴκου αὐτῆς καὶ πήξει
πάσσαλον ἐν τοῖς τοίχοις αὐτῆς,
Σοφ. Σειρ. 14,24 Αυτός, που κατοικεί κοντά στον οίκον της
και καρφώνει τον πάσσαλον της σκηνής του στον τοίχον της,
Σοφ. Σειρ.
14,25 στήσει
τὴν σκηνὴν αὐτοῦ κατὰ χεῖρας αὐτῆς
καὶ καταλύσει ἐν καταλύματι ἀγαθῶν·
Σοφ. Σειρ. 14,25 στήνει δε την σκηνήν του εκεί, όπου φθάνουν
τα χέρια της, αυτός θα έχη το κατάλυμά του πλήρες από αγαθά.
Σοφ. Σειρ.
14,26 θήσει
τὰ τέκνα αὐτοῦ ἐν τῇ σκέπῃ αὐτῆς
καὶ ὑπὸ τοὺς κλάδους αὐτῆς αὐλισθήσεται·
Σοφ. Σειρ. 14,26 Θα θέση τα τέκνα του υπό την σκέπην και την
προστασίαν της σοφίας, κάτω δε από τους κλάδους του δένδρου της θα καταυλισθή.
Σοφ. Σειρ.
14,27 σκεπασθήσεται
ὑπ᾿ αὐτῆς ἀπὸ καύματος καὶ ἐν τῇ
δόξῃ αὐτῆς καταλύσει.
Σοφ. Σειρ. 14,27 Θα σκεπασθή από αυτήν και θα προφυλαχθή από
το καύμα του ηλίου. Θα μείνη και θα αναπαυθή μέσα εις την δόξαν της.
ΣΟΦΙΑ ΣΕΙΡΑΧ 15
Σοφ. Σειρ.
15,1 Ὁ
φοβούμενος Κύριον ποιήσει αὐτό, καὶ ὁ ἐγκρατὴς τοῦ
νόμου καταλήψεται αὐτήν·
Σοφ. Σειρ. 15,1 Εκείνος που φοβείται τον Κυριον, θα κάμη
αυτό, το οποίον η σοφία του υποδεικνύει. Αυτός δέ που γνωρίζει και εφαρμόζει
τον Νομον του Θεού, θα καταλάβη και θα κάμη κτήμα του την σοφίαν.
Σοφ. Σειρ.
15,2 καὶ
ὑπαντήσεται αὐτῷ ὡς μήτηρ καὶ ὡς γυνὴ
παρθενίας προσδέξεται αὐτόν.
Σοφ. Σειρ. 15,2 Αυτή θα τον προαπαντήση και θα τον
υποδεχθή, όπως υποδέχεται η μητέρα το τέκνον της και όπως υποδέχεται η νεαρά
παρθένος σύζυγος τον συζυγόν της.
Σοφ. Σειρ.
15,3 ψωμιεῖ
αὐτὸν ἄρτον συνέσεως καὶ ὕδωρ σοφίας ποτίσει αὐτόν.
Σοφ. Σειρ. 15,3 Θα τον χορτάση με άρτον συνέσεως, θα τον
ποτίση με το ύδωρ της σοφίας.
Σοφ. Σειρ.
15,4 στηριχθήσεται
ἐπ᾿ αὐτὴν καὶ οὐ μὴ κλιθῇ, καὶ
ἐπ᾿ αὐτῆς ἐφέξει καὶ οὐ μὴ
καταισχυνθῇ·
Σοφ. Σειρ. 15,4 Αυτός δε θα στηριχθή εις αυτήν και έτσι
δεν θα κλονισθή ποτέ. Θα την κρατήση σταθερά και θα προσκολληθή εις αυτήν και
έτσι δεν θα ντροπιασθή ποτέ.
Σοφ. Σειρ.
15,5 καὶ
ὑψώσει αὐτὸν παρὰ τοὺς πλησίον αὐτοῦ
καὶ ἐν μέσῳ ἐκκλησίας ἀνοίξει στόμα αὐτοῦ.
Σοφ. Σειρ. 15,5 Θα τον ανυψώση υπεράνω από τους γύρω του
ανθρώπους και εν μέσω συνάξεως του λαού θα ανοίξη το στόμα του δια να ομιλήση
τα πρέποντα.
Σοφ. Σειρ.
15,6 εὐφροσύνην
καὶ στέφανον ἀγαλλιάματος καὶ ὄνομα αἰώνιον
κατακληρονομήσει.
Σοφ. Σειρ. 15,6 Η σοφία θα δώση ως κληρονομίαν της εις
αυτόν χαράν, στέφανον αγαλλιάσεως και όνομα αιώνιον και ένδοξον.
Σοφ. Σειρ.
15,7 οὐ
μὴ καταλήψονται αὐτὴν ἄνθρωποι ἀσύνετοι, καὶ
ἄνδρες ἁμαρτωλοὶ οὐ μὴ ἴδωσιν αὐτήν·
Σοφ. Σειρ. 15,7 Οι μωροί και ασεβείς δεν θα απολαύσουν
σοφίαν, ούτε οι αμαρτωλοί άνθρωποι θα την αντικρύσουν.
Σοφ. Σειρ.
15,8 μακράν
ἐστιν ὑπερηφανίας, καὶ ἄνδρες ψεῦσται οὐ μὴ
μνησθήσονται αὐτῆς.
Σοφ. Σειρ. 15,8 Διότι η σοφία ευρίσκεται μακράν από την
υπερηφάνειαν και οι άνθρωποι του ψεύδους ούτε καν και θα την ενθυμηθούν.
Σοφ. Σειρ.
15,9 Οὐχ
ὡραῖος αἶνος ἐν στόματι ἁμαρτωλοῦ, ὅτι
οὐ παρὰ Κυρίου ἀπεστάλη·
Σοφ. Σειρ. 15,9 Δεν ταιριάζει και ούτε ενθρονίζεται
ωραίος ύμνος στο στόμα του αμαρτωλού. Τέτοιος ύμνος δεν του έχει αποσταλή από
τον Κυριον.
Σοφ. Σειρ.
15,10 ἐν
γὰρ σοφίᾳ ῥηθήσεται αἶνος, καὶ ὁ Κύριος εὐοδώσει
αὐτόν.
Σοφ. Σειρ. 15,10 Διότι εις την αληθινήν σοφίαν εκφράζεται ο
αίνος προς τον Θεόν και ο Κυριος στέλλει και κατευοδώνει αυτόν.
Σοφ. Σειρ.
15,11 μὴ
εἴπῃς ὅτι διὰ Κύριον ἀπέστην· ἃ γὰρ
ἐμίσησεν, οὐ ποιήσεις.
Σοφ. Σειρ. 15,11 Μη είπης, ότι, εάν εγώ απεμακρύνθην από
την σοφίαν και τας θείας εντολάς, το έπραξα δια τον Κυριον. Διότι, εκείνο το
οποίον αυτός μισεί, συ ποτέ δεν πρέπει να το πράξης.
Σοφ. Σειρ.
15,12 μὴ
εἴπῃς ὅτι αὐτός με ἐπλάνησεν· οὐ γὰρ
χρείαν ἔχει ἀνδρὸς ἁμαρτωλοῦ.
Σοφ. Σειρ. 15,12 Μη είπης ποτέ ότι ο Θεός με έσυρε εις την
πλάνην και με έκαμεν αμαρτωλόν· διότι ο Θεός δεν έχει ανάγκην από αμαρτωλόν
άνθρωπον.
Σοφ. Σειρ.
15,13 πᾶν
βδέλυγμα ἐμίσησε Κύριος, καὶ οὐκ ἔστιν ἀγαπητὸν
τοῖς φοβουμένοις αὐτόν.
Σοφ. Σειρ. 15,13 Καθε βδελυρόν και αηδιαστικόν αμάρτημα το
μισεί ο Κυριος· όσοι δε τον φοφούνται αποστρέφονται το κακόν.
Σοφ. Σειρ.
15,14 αὐτὸς
ἐξ ἀρχῆς ἐποίησεν ἄνθρωπον καὶ ἀφῆκεν
αὐτὸν ἐν χειρὶ διαβουλίου αὐτοῦ.
Σοφ. Σειρ. 15,14 Αυτός απ' αρχής εδημιούργησεν ελεύθερον
τον άνθρωπον και τον αφήκεν εις την ελευθέραν αυτού θέλησιν και διάθεσιν.
Σοφ. Σειρ.
15,15 ἐὰν
θέλῃς, συντηρήσεις ἐντολὰς καὶ πίστιν ποίησαι εὐδοκίας.
Σοφ. Σειρ. 15,15 Εάν θέλης, θα τηρήσης τας εντολάς του και
θα πράξης όσα είναι ευδοκία πίστεως.
Σοφ. Σειρ.
15,16 παρέθηκέ
σοι πῦρ καὶ ὕδωρ· οὗ ἐὰν θέλῃς, ἐκτενεῖς
τὴν χεῖρά σου.
Σοφ. Σειρ. 15,16 Ενώπιόν σου έθεσε φωτιά και νερό, όπου
θέλεις ημπορείς να απλώσης ελευθέρως το χέρι σου.
Σοφ. Σειρ.
15,17 ἔναντι
ἀνθρώπων ἡ ζωὴ καὶ ὁ θάνατος, καὶ ὃ ἐὰν
εὐδοκήσῃ, δοθήσεται αὐτῷ.
Σοφ. Σειρ. 15,17 Ενώπιον των ανθρώπων υπάρχει η ζωή και ο
θάνατος και εκείνο το οποίον κανείς θα θελήση και θα προτιμήση, θα του δοθή.
Σοφ. Σειρ.
15,18 ὅτι
πολλὴ σοφία τοῦ Κυρίου· ἰσχυρὸς ἐν δυναστείᾳ
καὶ βλέπων τὰ πάντα,
Σοφ. Σειρ. 15,18 Πολλή είναι η σοφία του Κυρίου. Αυτός
είναι ισχυρός και παντοδύναμος και επιβλέπει τα πάντα.
Σοφ. Σειρ.
15,19 καὶ
οἱ ὀφθαλμοὶ αὐτοῦ ἐπὶ τοὺς
φοβουμένους αὐτόν, καὶ αὐτὸς ἐπιγνώσεται πᾶν
ἔργον ἀνθρώπου.
Σοφ. Σειρ. 15,19 Οι οφθαλμοί αυτού είναι εστραμμένοι
προστατευτικώς εις εκείνους, που τον φοβούνται, και αυτός βλέπει, εξετάζει και
γνωρίζει καλά κάθε έργον ανθρώπου.
Σοφ. Σειρ.
15,20 καὶ
οὐκ ἐνετείλατο οὐδενὶ ἀσεβεῖν καὶ οὐκ
ἔδωκεν ἄνεσιν οὐδενὶ ἁμαρτάνειν.
Σοφ. Σειρ. 15,20 Εις κανένα δεν έδωσε την εντολήν να είναι
ασεβής και εις κανένα δεν έδωσε το δικαίωμα να διαπράττη αμαρτίας.
ΣΟΦΙΑ ΣΕΙΡΑΧ 16
Σοφ. Σειρ.
16,1 Μὴ
ἐπιθύμει τέκνων πλῆθος ἀχρήστων, μὴ εὐφραίνου ἐπὶ
υἱοῖς ἀσεβέσιν.
Σοφ. Σειρ. 16,1 Μη επιθυμής πλήθος απογόνων, οι οποίοι
δεν θα είναι ικανοί εις τίποτε και μη ευφραίνεσαι δια τα παιδιά σου τα ασεβή.
Σοφ. Σειρ.
16,2 ἐὰν
πληθύνωσι, μὴ εὐφραίνου ἐπ᾿ αὐτοῖς, εἰ
μή ἐστι φόβος Κυρίου μετ᾿ αὐτῶν.
Σοφ. Σειρ. 16,2 Εάν πληθυνθον, μη ευφρανθής δι' αυτά,
έκτος εάν εις τας καρδίας τΩν υπάρχη ο φόβος του Κυρίου.
Σοφ. Σειρ.
16,3 μὴ
ἐμπιστεύσῃς τῇ ζωῇ αὐτῶν καὶ μὴ
ἔπεχε ἐπὶ τὸ πλῆθος αὐτῶν·
κρείσσων γὰρ εἷς ἢ χίλιοι, καὶ ἀποθανεῖν ἄτεκνον
ἢ ἔχειν τέκνα ἀσεβῆ.
Σοφ. Σειρ. 16,3 Μη ελπίζης μακράν και ευτυχισμένην την
ζωήν αυτών, και μη στηρίζεσαι στο πλήθος των. Προτιμότερος είναι ένας ευσεβής
παρά χίλιοι ασεβείς. Και είναι προτιμότερον να αποθάνη κανείς άτεκνος, παρά να
έχη παιδιά ασεβή και αμαρτωλά.
Σοφ. Σειρ.
16,4 ἀπὸ
γὰρ ἑνὸς συνετοῦ συνοικισθήσεται πόλις, φυλὴ δὲ
ἀνόμων ἐρημωθήσεται.
Σοφ. Σειρ. 16,4 Διότι ενας μυαλωμένος και του Θεού άνθρωπος
ημπορεί να γεμίση από πλήθος ανθρώπων μίαν πόλιν. Ολόκληρος δε φυλή ανόμων και
αμαρτωλών ανθρώπων θα εξολοθρευθή και θα ερημωθή.
Σοφ. Σειρ.
16,5 πολλὰ
τοιαῦτα ἑώρακα ἐν ὀφθαλμοῖς μου, καὶ ἰσχυρότερα
τούτων ἀκήκοε τὸ οὖς μου.
Σοφ. Σειρ. 16,5 Πολλά τέτοια γεγονότα είδα με τα μάτια
μου και ακόμη σπουδαιότερα από αυτά ήκουσαν τα αυτιά μου.
Σοφ. Σειρ.
16,6 ἐν
συναγωγῇ ἁμαρτωλῶν ἐκκαυθήσεται πῦρ, καὶ ἐν
ἔθνει ἀπειθεῖ ἐξεκαύθη ὀργή.
Σοφ. Σειρ. 16,6 Εις συγκέντρωσιν αμαρτωλών θα ανάψη
φωτιά, δια να τους κατακαύση, και εναντίον έθνους, που δεν υπακούει εις τας
θείας εντολάς, ωσάν πυρκαϊά θα εκσπάση η οργή του Θεού.
Σοφ. Σειρ.
16,7 οὐκ
ἐξιλάσατο περὶ τῶν ἀρχαίων γιγάντων, οἳ ἀπέστησαν
τῇ ἰσχύϊ αὐτῶν·
Σοφ. Σειρ. 16,7 Ο Θεός δεν εξιλεώθη και δεν συνεχώρησε
τους αρχαίους εκείνους γίγαντας, οι οποίοι, έχοντες πεποίθησιν εις την δύναμίν
των, απεμακρύνθησαν από αυτόν.
Σοφ. Σειρ.
16,8 οὐκ
ἐφείσατο περὶ τῆς παροικίας Λώτ, οὓς ἐβδελύξατο
διὰ τὴν ὑπερηφανίαν αὐτῶν·
Σοφ. Σειρ. 16,8 Δεν ελυπήθη την πόλιν, εις την οποίαν
κατοικούσε ο Λωτ. Τους κατοίκους αυτής τους απεστράφη και τους εμίσησε δια την
υπερηφάνειάν των.
Σοφ. Σειρ.
16,9 οὐκ
ἠλέησεν ἔθνος ἀπωλείας, τοὺς ἐξῃρμένους ἐν
ἁμαρτίαις αὐτῶν·
Σοφ. Σειρ. 16,9 Δεν ηλέησεν έθνος, το οποίον εκουσίως
εβάδισε τον δρόμον της απωλείας, τους ανθρώπους που αλαζονεύθησαν μέσα εις τας
αμαρτίας των.
Σοφ. Σειρ.
16,10 καὶ
οὕτως ἑξακοσίας χιλιάδας πεζῶν τοὺς ἐπισυναχθέντας
ἐν σκληροκαρδίᾳ αὐτῶν.
Σοφ. Σειρ. 16,10 Και έτσι δεν ηλέησεν ο Κυριος αυτούς, αλλά
εξωλόθρευσεν εξακοσίας χιλιάδας ανδρών Εβραίων εις την έρημον, οι οποίοι εν τη
σκληροκαρδία των είχαν συσσωματωθή απειθούντες προς τον Κυριον.
Σοφ. Σειρ.
16,11 κἂν
ᾖ εἷς σκληροτράχηλος, θαυμαστὸν τοῦτο εἰ ἀθωωθήσεται·
ἔλεος γὰρ καὶ ὀργὴ παρ᾿ αὐτῷ,
δυνάστης ἐξιλασμῶν καὶ ἐκχέων ὀργήν.
Σοφ. Σειρ. 16,11 Εάν δε έστω και ένας σκληροτράχηλος
υπάρξη, θα είναι θαυμαστόν, εάν διαφύγη την τιμωρίαν. Διότι στον Κυριον υπάρχει
βεβαίως το έλεος, αλλά και η δικαία οργή. Ο Κυριος είναι ο άρχων και ο χορηγός
των οικτιρμών, άλλα και αφήνει να εκσπά η οργή του εναντίον των αμετανοήτων
αμαρτωλών.
Σοφ. Σειρ.
16,12 κατὰ
τὸ πολὺ ἔλεος αὐτοῦ, οὕτως καὶ πολὺς
ὁ ἔλεγχος αὐτοῦ· ἄνδρα κατὰ τὰ ἔργα
αὐτοῦ κρίνει.
Σοφ. Σειρ. 16,12 Οσον μέγα είναι το έλεός του, τόσον μεγάλη
είναι και η δικαία τιμωρία, που στέλλει. Αυτός κρίνει τον καθένα άνθρωπον κατά
τα έργα του.
Σοφ. Σειρ.
16,13 οὐκ
ἐκφεύξεται ἐν ἁρπάγμασιν ἁμαρτωλός, καὶ οὐ
μὴ καθυστερήσῃ ὑπομονὴν εὐσεβοῦς.
Σοφ. Σειρ. 16,13 Ο αμαρτωλός με τας αρπαγάς του δεν θα
διαφύγη την δικαίαν παρά Θεού τιμωρίαν και δεν θα καθυστερήση ο Κυριος να
βραβεύση την υπομονήν του ευσεβούς.
Σοφ. Σειρ.
16,14 πάσῃ
ἐλεημοσύνῃ ποιήσει τόπον, ἕκαστος κατὰ τὰ ἔργα
αὐτοῦ εὑρήσει.
Σοφ. Σειρ. 16,14 Πρυς πάσαν κατεύθυνσιν θα σκορπίση ο
Κυριος το έλεός του, αλλά ο καθένας θα εύρη κατά τα έργα του.
Σοφ. Σειρ.
16,15 [Κύριος
ἐσκλήρυνε Φαραὼ μὴ εἰδέναι αὐτόν, ὅπως ἂν
γνωσθῇ ἐνεργήματα αὐτοῦ τῇ ὑπ᾿ οὐρανόν.
Σοφ. Σειρ. 16,15 Ο Κυριος αφήκε να σκληρυνθή η καρδία του
Φαραώ, ώστε να μη γνωρίση τον αληθινόν Θεόν, δια να γίνουν έτσι φανερά εις όλην
την γην τα έργα του Κυρίου.
Σοφ. Σειρ.
16,16 πάσῃ
τῇ κτίσει τὸ ἔλεος αὐτοῦ φανερόν, καὶ τὸ
φῶς αὐτοῦ καὶ τὸ σκότος ἐμέρισε τῷ ἀδάμαντι].
Σοφ. Σειρ. 16,16 Το έλεός του είναι ολοφάνερον εις όλην την
δημιουργίαν. Ωσάν δέ με διαμάντι διεχώρισε το φως από το σκότος.
Σοφ. Σειρ.
16,17 μὴ
εἴπῃς, ὅτι ἀπὸ Κυρίου κρυβήσομαι, μὴ ἐξ
ὕψους τίς μου μνησθήσεται; ἐν λαῷ πλείονι οὐ μὴ
γνωσθῶ, τίς γὰρ ἡ ψυχή μου ἐν ἀμετρήτῳ
κτίσει;
Σοφ. Σειρ. 16,17 Μη είπης· εγώ θα κρυφθώ από το βλέμμα του
Κυρίου. Μηπως τάχα και από τα ύψη του ουρανού υπάρχει κανείς, που θα ενθυμηθή
εμέ τον άνθρωπον της γης; Μέσα δε εις τα πλήθη του λαού κανείς δεν θα με
γνωρίση. Και τι είμαι εγώ μέσα εις την απέραντον δημιουργίαν;
Σοφ. Σειρ.
16,18 ἰδοὺ
ὁ οὐρανὸς καὶ ὁ οὐρανὸς τοῦ οὐρανοῦ,
ἄβυσσος καὶ γῆ σαλευθήσονται ἐν τῇ ἐπισκοπῇ
αὐτοῦ.
Σοφ. Σειρ. 16,18 Ιδού, ο ουρανός της γης και ο άλλος, ο
απέραντος ουρανός του σύμπαντος, ιδού η άβυσσος της θαλάσσης και η γη
κλονίζονται, όταν ρίψη το βλέμμα του ο Κυριος επάνω εις αυτά.
Σοφ. Σειρ.
16,19 ἅμα
τὰ ὄρη καὶ τὰ θεμέλια τῆς γῆς ἐν τῷ
ἐπιβλέψαι εἰς αὐτὰ τρόμῳ συσσείονται,
Σοφ. Σειρ. 16,19 Συγχρόνως τα όρη και τα θεμέλια της γης
καταλαμβάνονται από τρόμον και συγκλονίζονται από σεισμόν, όταν ο Κυριος ρίψη
προς αυτά άγριον το βλέμμα του.
Σοφ. Σειρ.
16,20 καὶ
ἐπ᾿ αὐτοῖς οὐ διανοηθήσεται καρδία· καὶ
τὰς ὁδοὺς αὐτοῦ τίς ἐνθυμηθήσεται;
Σοφ. Σειρ. 16,20 Αλλά όλα αυτά δεν τα σκέπτεται η καρδία του
ανθρώπου. Ποιός ενδιαφέρεται και ποιός σκέπτεται τας οδούς του Κυρίου;
Σοφ. Σειρ.
16,21 καὶ
καταιγίς, ἣν οὐκ ὄψεται ἄνθρωπος, τὰ δὲ
πλείονα τῶν ἔργων αὐτοῦ ἐν ἀποκρύφοις.
Σοφ. Σειρ. 16,21 Και αυτή η ορατή και αισθητή καταιγίς
αγνοείται από τον άνθρωπον. Τα πλείστα άλλωστε από τα έργα του Θεού παραμένουν
άγνωστα και μυστηριώδη δια τον άνθρωπον.
Σοφ. Σειρ.
16,22 ἔργα
δικαιοσύνης τίς ἀναγγελεῖ ἢ τίς ὑπομενεῖ; μακρὰν
γὰρ ἡ διαθήκη.
Σοφ. Σειρ. 16,22 Τα έργα της θείας δικαιοσύνης ποιός τα
αναγγέλλει η ποιός τα περιμένει μέχρι τέλους; Διότι ο Νομος και αι υποσχέσστου
Κυρίου ευρίσκονται μακράν από τον άνθρωπον.
Σοφ. Σειρ.
16,23 ἐλαττούμενος
καρδίᾳ διανοεῖται ταῦτα, καὶ ἀνὴρ ἄφρων
καὶ πλανώμενος διανοεῖται μωρά.
Σοφ. Σειρ. 16,23 Αυτά σκέπτεται ο μικρόμυαλος και
στενόκαρδος άνθρωπος. Ασύνετος και πλανώμενος σκέπτεται τοιαύτας μωρίας.
Σοφ. Σειρ.
16,24 Ἄκουσόν
μου, τέκνον, καὶ μάθε ἐπιστήμην καὶ ἐπὶ τῶν
λόγων μου πρόσεχε τῇ καρδίᾳ σου.
Σοφ. Σειρ. 16,24 Παιδί μου, άκουσέ με· μάθε την αληθινήν
γνώσιν και στους λόγους μου ας δώση προσοχήν η καρδία σου.
Σοφ. Σειρ.
16,25 ἐκφανῶ
ἐν σταθμῷ παιδείαν καὶ ἐν ἀκριβείᾳ ἀπαγγελῶ
ἐπιστήμην.
Σοφ. Σειρ. 16,25 Θα φανερώσω ολοκάθαρα εις σε με ακριβές
ζύγι την αληθινήν παιδείαν και μόρφωσιν και με επιμέλειαν και λεπτομέρειαν θα
διακηρύξω ενώπιόν σου την επιστήμην.
Σοφ. Σειρ.
16,26 ἐν
κρίσει Κυρίου τὰ ἔργα αὐτοῦ ἀπ᾿ ἀρχῆς,
καὶ ἀπὸ ποιήσεως αὐτῶν διέστειλε μερίδας αὐτῶν.
Σοφ. Σειρ. 16,26 Με την πάνσοφον κρίσιν του Κυρίου έγιναν
απ' αρχής όλα τα έργα του. Και απ' αρχής της δημιουργίας καθώρισε δια το καθένα
την θέσιν και τον προορισμόν του.
Σοφ. Σειρ.
16,27 ἐκόσμησεν
εἰς αἰῶνα τὰ ἔργα αὐτοῦ καὶ τὰς
ἀρχὰς αὐτῶν εἰς γενεὰς αὐτῶν·
οὔτε ἐπείνασαν οὔτε ἐκοπίασαν καὶ οὐκ ἐξέλιπον
ἀπὸ τῶν ἔργων αὐτῶν·
Σοφ. Σειρ. 16,27 Εστόλισε και ενηρμόνισεν στους αιώνας τα
έργα του, από της αρχής της δημιουργίας των και εις τας γενεάς αυτών μέχρι
συντελείας. Αυτά ούτε επείνασαν ούτε εκοπίασαν και ποτέ δεν παρεξέκλιναν και
δεν παρέλειψαν από τα έργα των.
Σοφ. Σειρ.
16,28 ἕκαστος
τὸν πλησίον αὐτοῦ οὐκ ἐξέθλιψε, καὶ ἕως
αἰῶνος οὐκ ἀπειθήσουσι τοῦ ῥήματος αὐτοῦ.
Σοφ. Σειρ. 16,28 Κανένα από αυτά δεν προσέκρουσε και δεν
επέπεσεν επί του άλλου και μέχρι συντελείας των αιώνων δεν θα απειθήσουν ποτέ
εις την εντολήν του Θεού.
Σοφ. Σειρ.
16,29 καὶ
μετὰ ταῦτα Κύριος εἰς τὴν γῆν ἐπέβλεψε καὶ
ἐνέπλησεν αὐτὴν τῶν ἀγαθῶν αὐτοῦ·
Σοφ. Σειρ. 16,29 Επειτα ο Κυριος έρριψε το βλέμμα του εις
την γην και την εγέμισεν από τα αγαθά του.
Σοφ. Σειρ.
16,30 ψυχὴν
παντὸς ζῴου ἐκάλυψε τὸ πρόσωπον αὐτῆς, καὶ
εἰς αὐτὴν ἡ ἀποστροφὴ αὐτῶν.
Σοφ. Σειρ. 16,30 Εγέμισε την επιφάνειαν της γης με κάθε
ειδός ζώων, και εις την γην αυτά πάλιν θα επιστρέψουν, όταν αποθνήσκουν.
ΣΟΦΙΑ ΣΕΙΡΑΧ 17
Σοφ. Σειρ.
17,1 Κύριος
ἔκτισεν ἐκ γῆς ἄνθρωπον καὶ πάλιν ἀπέστρεψεν
αὐτὸν εἰς αὐτήν.
Σοφ. Σειρ. 17,1 Ο Κυριος έπλασε το σώμα του ανθρώπου από
την γην, και πάλιν διέταΞε να επιστρέψη αυτό εις την γην.
Σοφ. Σειρ.
17,2 ἡμέρας
ἀριθμοῦ καὶ καιρὸν ἔδωκεν αὐτοῖς καὶ
ἔδωκεν αὐτοῖς ἐξουσίαν τῶν ἐπ᾿ αὐτῆς.
Σοφ. Σειρ. 17,2 Μετρημένας τας ημέρας της ζωής των
έδωκεν στους πρωτοπλάστους. Εχορήγησεν επίσης εις αυτούς την εξουσίαν να άρχουν
εις όλα τα ζώα της ξηράς και της θαλάσσης.
Σοφ. Σειρ.
17,3 καθ᾿
ἑαυτοὺς ἐνέδυσεν αὐτοὺς ἰσχὺν καὶ
κατ᾿ εἰκόνα αὐτοῦ ἐποίησεν αὐτοὺς
Σοφ. Σειρ. 17,3 Περιέβαλε τον καθένα από αυτούς με
δύναμιν, τους εδημιούργησε σύμφωνα με την ιδικήν του εικόνα.
Σοφ. Σειρ.
17,4 καὶ
ἔθηκε τὸν φόβον αὐτοῦ ἐπὶ πάσης σαρκὸς
καὶ κατακυριεύειν θηρίων καὶ πετεινῶν.
Σοφ. Σειρ. 17,4 Εις όλα τα δημιουργήματα ενέπνευσε ψόβον
απέναντι του ανθρώπου, δια να κατεξουσιάζη αυτός εις όλα τα θηρία του αγρού και
εις τα πετεινά του ουρανού.
Σοφ. Σειρ.
17,5 [ἔλαβον
χρῆσιν τῶν πέντε τοῦ Κυρίου ἐνεργημάτων, ἕκτον δὲ
νοῦν αὐτοῖς ἐδωρήσατο μερίζων καὶ τὸν ἕβδομον
λόγον ἑρμηνέα τῶν ἐνεργημάτων αὐτοῦ].
Σοφ. Σειρ. 17,5 Επήραν οι πρωτόπλαστοι από τον Κυριον
την δύναμιν και την χρήσιν των πέντε αισθήσεων, ως έκτον δε δώρον εχορήγησεν
εις αυτούς ο Κυριος την διάνοιαν. Εβδομον δε τον προφορικόν λόγον, δια να
ημπορούν να εκφράζουν και να ερμηνεύουν τας ενεργείας και τα δημιουργήματα του
Θεού.
Σοφ. Σειρ.
17,6 διαβούλιον
καὶ γλῶσσαν καὶ ὀφθαλμούς, ὦτα καὶ καρδίαν ἔδωκε
διανοεῖσθαι αὐτοῖς.
Σοφ. Σειρ. 17,6 Ελευθέραν βούλησιν, γλώσσαν, οφθαλμούς,
αυτιά και καρδίαν έδωσεν εις αυτούς ο Θεός, δια να σκέπτωνται.
Σοφ. Σειρ.
17,7 ἐπιστήμην
συνέσεως ἐνέπλησεν αὐτοὺς καὶ ἀγαθὰ καὶ
κακὰ ὑπέδειξεν αὐτοῖς.
Σοφ. Σειρ. 17,7 Τους εγέμισε με γνώσιν συνέσεως, υπέδειξεν
εις αυτούς τα καλά και τα κακά.
Σοφ. Σειρ.
17,8 ἔθηκε
τὸν ὀφθαλμὸν αὐτοῦ ἐπὶ τὰς
καρδίας αὐτῶν δεῖξαι αὐτοῖς τὸ μεγαλεῖον
τῶν ἔργων αὐτοῦ,
Σοφ. Σειρ. 17,8 Εθεσε τον οφθαλμόν του εις τας καρδίας
των, τους έδωσε φως νοήσεως, δια να δείξη εις αυτούς, και εκείνοι να ίδουν, το
μεγαλείον των έργων του.
Σοφ. Σειρ.
17,9 καὶ
ὄνομα ἁγιασμοῦ αἰνέσουσιν,
Σοφ. Σειρ. 17,9 Τους έδωσε την δυνατότητα να υμνολογούν
και να αγιάζουν το Ονομα του
Σοφ. Σειρ.
17,10 ἵνα
διηγῶνται τὰ μεγαλεῖα τῶν ἔργων αὐτοῦ.
Σοφ. Σειρ. 17,10 και να διηγούνται τα μεγαλεία των έργων
του.
Σοφ. Σειρ.
17,11 προσέθηκεν
αὐτοῖς ἐπιστήμην καὶ νόμον ζωῆς ἐκληροδότησεν
αὐτοῖς.
Σοφ. Σειρ. 17,11 Προσέθεσεν εις αυτούς γνώσιν και σοφίαν,
τους εκληροδότησε τον νόμον της ζωής,
Σοφ. Σειρ.
17,12 διαθήκην
αἰῶνος ἔστησε μετ᾿ αὐτῶν καὶ τὰ
κρίματα αὐτοῦ ὑπέδειξεν αὐτοῖς.
Σοφ. Σειρ. 17,12 συνήψε μαζή των αιωνίαν διαθήκην και
υπέδειξεν εις αυτούς τας εντολάς του.
Σοφ. Σειρ.
17,13 μεγαλεῖον
δόξης εἶδον οἱ ὀφθαλμοὶ αὐτῶν, καὶ
δόξαν φωνῆς αὐτῶν ἤκουσε τὸ οὖς αὐτῶν.
Σοφ. Σειρ. 17,13 Μεγαλείον δόξης είδαν τα μάτια των και την
ένδοξον φωνήν του ήκουσαν τα αυτιά των.
Σοφ. Σειρ.
17,14 καὶ
εἶπεν αὐτοῖς· προσέχετε ἀπὸ παντὸς ἀδίκου·
καὶ ἐνετείλατο αὐτοῖς ἑκάστῳ περὶ τοῦ
πλησίον.
Σοφ. Σειρ. 17,14 Είπε δε προς αυτούς· προσέχετε από κάθε
αδικίαν. Εδωσεν στον καθένα των εντολάς σχετικώς με την συμπεριφοράν του
απέναντι του πλησίον του.
Σοφ. Σειρ.
17,15 αἱ
ὁδοὶ αὐτῶν ἐναντίον αὐτοῦ διαπαντός,
οὐ κρυβήσονται ἀπὸ τῶν ὀφθαλμῶν αὐτοῦ.
Σοφ. Σειρ. 17,15 Οι δρόμοι και οι τρόποι της ζωής των
ευρίσκονται πάντοτε ενώπιόν του. Δεν θα ημπορέσουν να αποκρυβούν από τα μάτια
του.
Σοφ. Σειρ.
17,17 ἑκάστῳ
ἔθνει κατέστησεν ἡγούμενον, καὶ μερὶς Κυρίου Ἰσραήλ
ἐστιν.
Σοφ. Σειρ. 17,17 Εις κάθε άλλο έθνος εγκατέστησεν ο Θεός
άρχοντα. Αρχων και κληρονομία όμως του Ισραήλ είναι ο Κυριος.
Σοφ. Σειρ.
17,19 ἅπαντα
τὰ ἔργα αὐτῶν ὡς ὁ ἥλιος ἐναντίον
αὐτοῦ, καὶ οἱ ὀφθαλμοὶ αὐτοῦ ἐνδελεχεῖς
ἐπὶ τὰς ὁδοὺς αὐτῶν.
Σοφ. Σειρ. 17,19 Ολα τα έργα αυτών είναι ενώπιόν του φανερά
όπως ο ήλιος, και τα μάτια του συνεχώς εις τας πορείας της ζωής των.
Σοφ. Σειρ.
17,20 οὐκ
ἐκρύβησαν αἱ ἀδικίαι αὐτῶν ἀπ᾿ αὐτοῦ,
καὶ πᾶσαι αἱ ἁμαρτίαι αὐτῶν ἔναντι
Κυρίου.
Σοφ. Σειρ. 17,20 Δεν απεκρύβησαν ούτε αποκρύπτονται αι
αδικίαι των από αυτόν και όλαι αι αμαρτίαι των ευρίσκονται πάντοτε ενώπιον του
Κυρίου.
Σοφ. Σειρ.
17,22 ἐλεημοσύνη
ἀνδρὸς ὡς σφραγὶς μετ᾿ αὐτοῦ, καὶ
χάριν ἀνθρώπου ὡς κόρην συντηρήσει.
Σοφ. Σειρ. 17,22 Καθε ελεημοσύνη ανθρώπου είναι δι' αυτόν ως
μία σφραγίς. Προσέχει δε και διαφυλάττει ελεημοσύνην ανθρώπου ως κόρην
οφθαλμού.
Σοφ. Σειρ.
17,23 μετὰ
ταῦτα ἐξαναστήσεται καὶ ἀνταποδώσει αὐτοῖς
καὶ τὸ ἀνταπόδομα αὐτῶν εἰς κεφαλὴν αὐτῶν
ἀποδώσει·
Σοφ. Σειρ. 17,23 Επειτα θα εξεγερθή ο Κυριος και θα αποδώση
εις αυτούς, που διαπράττουν αδικίας, το δίκαιον ανταπόδομα. Εις το κεφάλι των
θα ανταποδώση τας αδικίας, τας οποίας διέπραξαν.
Σοφ. Σειρ.
17,24 πλὴν
μετανοοῦσιν ἔδωκεν ἐπάνοδον καὶ παρεκάλεσεν ἐκλείποντας
ὑπομονήν.
Σοφ. Σειρ. 17,24 Αλλά στους μετανοούντας έδωσε το δικαίωμα
και την δυνατότητα επιστροφής, τους δε λιποψυχούντας τους παρηγόρησε και τους
ενίσχυσε, ώστε να υπομένουν.
Σοφ. Σειρ.
17,25 Ἐπίστρεφε
ἐπὶ Κύριον καὶ ἀπόλειπε ἁμαρτίας, δεήθητι κατὰ
πρόσωπον καὶ σμίκρυνον πρόσκομμα.
Σοφ. Σειρ. 17,25 Γυρισε λοιπόν, ω αμαρτωλέ, και έλα προς τυν
Κυριον. Απαρνήσου και άφησε τας αμαρτίας, παρακάλεσέ τον προσωπικώς και
λιγόστεψε τας παραβάσεις σου, αι οποίαι παρεντίθενται πρόσκομμα μεταξύ σου και
του Κυρίου.
Σοφ. Σειρ.
17,26 ἐπάναγε
ἐπὶ Ὕψιστον καὶ ἀπόστρεφε ἀπὸ ἀδικίας,
καὶ σφόδρα μίσησον βδέλυγμα.
Σοφ. Σειρ. 17,26 Επάνελθε προς τον υψιστον Θεόν.
Απομακρύνσου από κάθε αδικίαν, μίσησέ με όλην σου την καρδία αυτά, που είναι
βδελυρά και μισητά δια τον Κυριον.
Σοφ. Σειρ.
17,27 Ὑψίστῳ
τίς αἰνέσει ἐν ᾅδου ἀντὶ ζώντων καὶ ζώντων
καὶ διδόντων ἀνθομολόγησιν;
Σοφ. Σειρ. 17,27 Ποιός θα δοξολογήση κάτω στον άδην τον
Κυριον αντί εκείνων, που ζουν εις την γην, ζουν και αναπέμπουν δοξολογίαν προς
αυτόν;
Σοφ. Σειρ.
17,28 ἀπὸ
νεκροῦ ὡς μηδὲ ὄντος ἀπόλλυται ἐξομολόγησις·
ζῶν καὶ ὑγιὴς αἰνέσει τὸν Κύριον.
Σοφ. Σειρ. 17,28 Από τον νεκρόν, ως εάν πλέον δεν υπάρχη,
χάνεται κάθε δοξολογία προς τον Κυριον. Ο ζων και ο υγιής άνθρωπος θα
υμνολογήση τον Κυριον.
Σοφ. Σειρ.
17,29 ὡς
μεγάλη ἡ ἐλεημοσύνη τοῦ Κυρίου καὶ ἐξιλασμὸς
τοῖς ἐπιστρέφουσιν ἐπ᾿ αὐτόν.
Σοφ. Σειρ. 17,29 Ποσον μέγα είναι το έλεος του Κυρίου! Η
εξιλέωσις και η άφεσις, την οποίαν προσφέρει προς εκείνους, που επιστρέφουν εις
αυτόν!
Σοφ. Σειρ.
17,30 οὐ
γὰρ δύναται πάντα εἶναι ἐν ἀνθρώποις, ὅτι οὐκ
ἀθάνατος υἱὸς ἀνθρώπου.
Σοφ. Σειρ. 17,30 Διότι δεν είναι όλα δυνατά και κατορθωτά εκ
μέρους των ανθρώπων. Κανείς άνθρωπος, κανείς γεννητός γυναικών δεν είναι
αθάνατος.
Σοφ. Σειρ.
17,31 τί
φωτεινότερον ἡλίου; καὶ τοῦτο ἐκλείπει· καὶ
πονηρὸς ἐνθυμηθήσεται σάρκα καὶ αἷμα.
Σοφ. Σειρ. 17,31 Ποίον άλλο κτίσμα είναι φωτεινότερον από
τον ήλιον; Και όμως και ο ίδιος εξαφανίζεται με την δύσιν του. Ετσι εκλείπει
και ο αμαρτωλός, ο οποίος έχει πάντοτε στον νουν και την καρδίαν του αμαρτωλάς
καταστάσεις και πράξεις σαρκός και αίματος.
Σοφ. Σειρ.
17,32 δύναμιν
ὕψους οὐρανοῦ αὐτὸς ἐπισκέπτεται, καὶ
οἱ ἄνθρωποι πάντες γῆ καὶ σποδός.
Σοφ. Σειρ. 17,32 Ο Θεός είναι εκείνος, ο οποίος επιβλέπει
τας εν υψηλοίς ουρανίους στρατιάς, όλοι δε οι άνθρωποι δεν είναι παρά χώμα και
στάκτη.
ΣΟΦΙΑ ΣΕΙΡΑΧ 18
Σοφ. Σειρ.
18,1 Ὁ
ζῶν εἰς τὸν αἰῶνα ἔκτισε τὰ πάντα
κοινῇ·
Σοφ. Σειρ. 18,1 Ο αιώνιος Κυριος εδημιούργησεν όλα
ανεξαιρέτως.
Σοφ. Σειρ.
18,2 Κύριος
μόνος δικαιωθήσεται. [καὶ οὐκ ἔστιν ἄλλος πλὴν αὐτοῦ
Σοφ. Σειρ. 18,2 Ο Κυριος είναι και θα διακηρύσσεται
αιωνίως ο μόνος και απόλυτα δίκαιος. Δεν υπάρχει άλλος πλην αυτού.
Σοφ. Σειρ.
18,3 οἰακίζων
τὸν κόσμον ἐν σπιθαμῇ χειρὸς αὐτοῦ, καὶ
πάντα ὑπακούει τῷ θελήματι αὐτοῦ, αὐτὸς γὰρ
βασιλεὺς πάντων ἐν κράτει αὐτοῦ, διαστέλλων ἐν αὐτοῖς
ἅγια ἀπὸ βεβήλων].
Σοφ. Σειρ. 18,3 Αυτός κυβερνά και διευθύνει τα πάντα εις
την σπιθαμήν της χειρός του, και τα πάντα υποτάσσονται στο θέλημά του, διότι
αυτός με την παντοδυναμίαν του είναι βασιλεύς όλων. Αυτός ξεχωρίζει τα στον
κόσμον υπάρχοντα άγια από τα βέβηλα.
Σοφ. Σειρ.
18,4 οὐθενὶ
ἐξεποίησεν ἐξαγγεῖλαι τὰ ἔργα αὐτοῦ·
καὶ τίς ἐξιχνιάσει τὰ μεγαλεῖα αὐτοῦ;
Σοφ. Σειρ. 18,4 Εις κανένα δεν έδωσε την ικανότητα και
την δύναμιν να αναγγέλλη κατ' αξίαν τα έργα του. Ποίος ημπορεί να εξιχνιάση και
κατανοήση τα μεγαλεία του;
Σοφ. Σειρ.
18,5 κράτος
μεγαλωσύνης αὐτοῦ τίς ἐξαριθμήσεται; καὶ τίς προσθήσει ἐκδιηγήσασθαι
τὰ ἐλέη αὐτοῦ;
Σοφ. Σειρ. 18,5 Ποιός ημπορεί να μετρήση την δύναμιν της
μεγαλωσύνης του; Ποιός ποτέ θα έχη την τόλμην και την δύναμιν να διηγηθή
ακριβώς τα ελέη του;
Σοφ. Σειρ.
18,6 οὐκ
ἔστιν ἐλαττῶσαι οὐδὲ προσθεῖναι, καὶ
οὐκ ἔστιν ἐξιχνιάσαι τὰ θαυμάσια τοῦ Κυρίου·
Σοφ. Σειρ. 18,6 Κανείς δεν δύναται ούτε να μειώση ούτε να
προσθέση στο μεγαλείον του. Και δεν είναι δυνατόν ποτέ, να εξιχνιάση και
κατανοήση ακριβώς κανείς τα θαυμάσια του Κυρίου.
Σοφ. Σειρ.
18,7 ὅταν
συντελέσῃ ἄνθρωπος, τότε ἄρχεται, καὶ ὅταν
παύσηται, τότε ἀπορηθήσεται.
Σοφ. Σειρ. 18,7 Και όταν ο άνθρωπος νομίση ότι έφθανεν
στο τέρμα των ερευνών και αναζητήσεών του, τότε αντιλαμβάνεται ότι ευρίσκεται
εις την αρχήν. Και όταν καταπαύση την προσπάθειάν του εις κατανόησιν των
μεγαλείων του Θεού, τότε θα ευρεθή εις αμηχανίαν προ του έργου, που ανέλαβε.
Σοφ. Σειρ.
18,8 τί
ἄνθωπος καὶ τί ἡ χρῆσις αὐτοῦ; τί τὸ ἀγαθὸν
αὐτοῦ καὶ τί τὸ κακὸν αὐτοῦ;
Σοφ. Σειρ. 18,8 Τι είναι ο άνθρωπος και εις τι αποβλέπουν
αι υπηρεσίαι του; Ποίον είναι το καλόν και ευχάριστον αυτού και ποίον είναι το
κακόν και δυσάρεστον;
Σοφ. Σειρ.
18,9 ἀριθμὸς
ἡμερῶν ἀνθρώπου πολλὰ ἔτη ἑκατόν·
Σοφ. Σειρ. 18,9 Και αν ακόμη τα έτη της ζωής του ανθρώπου
φθάσουν τα εκατόν,
Σοφ. Σειρ.
18,10 ὡς
σταγὼν ὕδατος ἀπὸ θαλάσσης καὶ ψῆφος ἄμμου,
οὕτως ὀλίγα ἔτη ἐν ἡμέρᾳ αἰῶνος.
Σοφ. Σειρ. 18,10 είναι ωσάν μία σταγών ύδατος από την
θάλασσαν και ωσάν ένας κόκκος άμμου· τόσον ολίγα είναι τα εκατόν έτη εμπρός εις
την αιωνιότητα.
Σοφ. Σειρ.
18,11 διὰ
τοῦτο ἐμακροθύμησε Κύριος ἐπ᾿ αὐτοῖς καὶ
ἐξέχεεν ἐπ᾿ αὐτοὺς τὸ ἔλεος αὐτοῦ.
Σοφ. Σειρ. 18,11 Δια την μηδαμινότητα του ανθρώπου και την
μικρότητα των ημερών της ζωής του, έδειξε και δεικνύει ο Κυριος εμακροθυμίαν
προς τους ανθρώπους και αφήνει να εκχυθούν πλούσια τα ελέη του εις αυτούς.
Σοφ. Σειρ.
18,12 εἶδε
καὶ ἐπέγνω τὴν καταστροφὴν αὐτῶν ὅτι
πονηρά· διὰ τοῦτο ἐπλήθυνε τὸν ἐξιλασμὸν
αὐτοῦ.
Σοφ. Σειρ. 18,12 Είδε και κατενόησε πλήρως, ότι τους
αναμένει φοβερά καταστροφή, εάν τους εγκαταλείψη. Δια τούτο έδωσεν εις αυτούς
πλούσιον το έλεός του.
Σοφ. Σειρ.
18,13 ἔλεος
ἀνθρώπου ἐπὶ τὸν πλησίον αὐτοῦ, ἔλεος
δὲ Κυρίου ἐπὶ πᾶσαν σάρκα· ἐλέγχων καὶ
παιδεύων καὶ διδάσκων καὶ ἐπιστρέφων ὡς ποιμὴν τὸ
ποίμνιον αὐτοῦ.
Σοφ. Σειρ. 18,13 Το έλεος του ανθρώπου φθάνει μόνον μέχρι
του πλησίον του· το έλεος όμως του Κυρίου εκτείνεται επί όλης της ανθρωπότητος.
Ο Κυριος ελέγχει, παιδαγωγεί και μορφώνει, διδάσκει και ως καλός ποιμήν
επαναφέρει το πλανηθέν ποίμνιόν του εις την μάνδραν.
Σοφ. Σειρ.
18,14 τοὺς
ἐκδεχομένους παιδείαν ἐλεᾷ καὶ τοὺς
κατασπεύδοντας ἐπὶ τὰ κρίματα αὐτοῦ.
Σοφ. Σειρ. 18,14 Εκείνους που επιθυμούν και αποδέχονται
παιδείαν, τους ελεεί, όπως επίσης και εκείνους, οι οποίοι μετά σπουδής
φροντίζουν δια την εφαρμογην των εντολών του.
Σοφ. Σειρ.
18,15 Τέκνον,
ἐν ἀγαθοῖς μὴ δῷς μῶμον καὶ ἐν
πάσῃ δόσει λύπην λόγων.
Σοφ. Σειρ. 18,15 Παιδί μου, εις τας ευεργεσίας, που
κάμνεις, μη προσθέτης και κατηγορίας εναντίον των ευεργετουμένων. Εις κάθε
δωρεάν και ελεημοσύνην σου, μη προσθέτης λυπηρούς λόγους δια τους αποδεχομένους
αυτάς.
Σοφ. Σειρ.
18,16 οὐχὶ
καύσωνα ἀναπαύσει δρόσος; οὕτως κρείσσων λόγος ἢ δόσις.
Σοφ. Σειρ. 18,16 Ο δροσερός άνεμος δεν είναι εκείνος, ο
οποίος μειώνει και καταπαύει τον καύσωνα; Ετσι και ένας καλός λόγος είναι
ανώτερος από μίαν υλικήν βοήθειαν.
Σοφ. Σειρ.
18,17 οὐκ
ἰδοὺ λόγος ὑπὲρ δόμα ἀγαθόν; καὶ ἀμφότερα
παρὰ ἀνδρὶ κεχαριτωμένῳ.
Σοφ. Σειρ. 18,17 Δεν είναι πράγματι ο καλός λόγος ανώτερος
και από την πολυσιωτέραν δωρεάν; Εις τον άνθρωπον όμως, που έχει χάριν Θεού,
είναι συνδυασμένα και τα δυο, το δώρον και ο καλός λόγος.
Σοφ. Σειρ.
18,18 μωρὸς
ἀχαρίστως ὀνειδιεῖ, καὶ δόσις βασκάνου ἐκτήκει ὀφθαλμούς.
Σοφ. Σειρ. 18,18 Ο μωρός δεν δίδει τίποτε και εκτρέπεται
εις ύβρεις και κατηγορίας. Το δε δώρον του φθονερού ανθρώπου φλογίζει και
λυώνει τα μάτια εκείνου, που το δέχεται.
Σοφ. Σειρ.
18,19 πρὶν
ἢ λαλῆσαι μάνθανε, καὶ πρὸ ἀῤῥωστίας
θεραπεύου.
Σοφ. Σειρ. 18,19 Πριν ομιλήσης, σκέψου και μάθε καλά τι θα
είπης· και πριν ασθενήσης πρόσεχε, να μη αρρωστήσης.
Σοφ. Σειρ.
18,20 πρὸ
κρίσεως ἐξέταζε σεαυτόν, καὶ ἐν ὥρᾳ ἐπισκοπῆς
εὑρήσεις ἐξιλασμόν.
Σοφ. Σειρ. 18,20 Πριν σε κρίνη ο Κυριος, εξέτασε συ τον
εαυτόν σου· και κατά την ώραν της επισκέψεως του Κυρίου, θα εύρης ενώπιόν του
έλεος και συγχώρησιν.
Σοφ. Σειρ.
18,21 πρὶν
ἀῤῥωστῆσαί σε ταπεινώθητι καὶ ἐν καιρῷ
ἁμαρτημάτων δεῖξον ἐπιστροφήν.
Σοφ. Σειρ. 18,21 Πριν πέσης άρρωστος, ταπείνωσε τον εαυτόν
σου και όταν αμαρτήσης δείξε αμέσως μετάνοιαν και επιστροφήν προς τον Κυριον.
Σοφ. Σειρ.
18,22 μὴ
ἐμποδισθῇς τοῦ ἀποδοῦναι εὐχὴν εὐκαίρως,
καὶ μὴ μείνῃς ἕως θανάτου δικαιωθῆναι.
Σοφ. Σειρ. 18,22 Από τίποτε δεν πρέπει να εμποδισθής δια την
έγκαιρον εκπλήρωσιν του τάματος, που έχεις κάμει. Μη περιμένης δε να
τακτοποιηθής και δικαιωθής ενώπιον του Κυρίου κατά την ώραν του θανάτου σου.
Σοφ. Σειρ.
18,23 πρὶν
εὔξασθαι, ἑτοίμασον σεαυτὸν καὶ μὴ γίνου ὡς
ἄνθρωπος πειράζων τὸν Κύριον.
Σοφ. Σειρ. 18,23 Πριν να κάμης το τάμα σου, εξέτασε και
ετοίμασε τον εαυτόν σου δια την εκπλήρωσίν του και μη γίνης σαν άνθρωπος, που
αρνείται το τάμα του και πειράζει έτσι τον Κυριον.
Σοφ. Σειρ.
18,24 μνήσθητι
θυμοῦ ἐν ἡμέραις τελευτῆς καὶ καιρὸν ἐκδικήσεως
ἐν ἀποστροφῇ προσώπου.
Σοφ. Σειρ. 18,24 Να έχης πάντοτε υπ' όψιν σου την οργήν του
Κυρίου κατά την ημέραν του θανάτου σου και την ώραν της δικαίας τιμωρίας σου,
όταν ο Θεός αποστρέφη από σε το πρόσωπόν του δια τας αμαρτίας σου.
Σοφ. Σειρ.
18,25 μνήσθητι
καιρὸν λιμοῦ ἐν καιρῷ πλησμονῆς, πτωχείαν καὶ
ἔνδειαν ἐν ἡμέραις πλούτου.
Σοφ. Σειρ. 18,25 Οταν θα έχης πλούσια τα αγαθά, να ενθυμήσαι
και τον καιρόν της πείνας· όπως επίσης και κατά τας ημέρας του πλουτισμού σου,
να ενθυμήσαι την προτέραν πτωχείαν και στέρησιν.
Σοφ. Σειρ.
18,26 ἀπὸ
πρωΐθεν ἕως ἑσπέρας μεταβάλλει καιρός, καὶ πάντα ἐστὶ
ταχινὰ ἔναντι Κυρίου.
Σοφ. Σειρ. 18,26 Από το πρωϊ έως το βραδύ μεταβάλλεται ο
καιρός· έτσι και όλα ταχύτατα παρέρχονται ενώπιον του Κυρίου.
Σοφ. Σειρ.
18,27 ἄνθρωπος
σοφὸς ἐν παντὶ εὐλαβηθήσεται καὶ ἐν ἡμέραις
ἁμαρτιῶν προσέξει ἀπὸ πλημμελείας.
Σοφ. Σειρ. 18,27 Ο σοφός άνθρωπος είναι εις όλα προσεκτικός
και έτοιμος, και εις ημέρας πειρασμού της αμαρτίας θα προσέξη να αποφύγη την
πτώσιν.
Σοφ. Σειρ.
18,28 πᾶς
συνετὸς ἔγνω σοφίαν καὶ τῷ εὑρόντι αὐτὴν
δώσει ἐξομολόγησιν.
Σοφ. Σειρ. 18,28 Καθε συνετός άνθρωπος κατέχει την αληθή
γνώσιν και σοφίαν. Θα συγχαρή δε ειλικρινώς εκείνον, που θα αναζητήση και θα
εύρη την σοφίαν.
Σοφ. Σειρ.
18,29 συνετοὶ
ἐν λόγοις καὶ αὐτοὶ ἐσοφίσαντο καὶ ἀνώμβρησαν
παροιμίας ἀκριβεῖς.
Σοφ. Σειρ. 18,29 Ευφυείς άνθρωποι, που προσέχουν τους λόγους
των σοφών, θα γίνουν και αυτοί σοφοί και ωσάν ευεργετική βροχή θα πίπτουν τα
σοφά γνωμικά των.
ΕΓΚΡΑΤΕΙΑ ΨΥΧΗΣ
ΑΥΤΟΚΥΡΙΑΡΧΙΑ
Σοφ. Σειρ.
18,30 Ὀπίσω
τῶν ἐπιθυμιῶν σου μὴ πορεύου καὶ ἀπὸ
τῶν ὀρέξεών σου κωλύου.
Σοφ. Σειρ. 18,30 Μη παρασύρεσαι και μη ακολουθής τας κακάς
επιθυμίας σου. Και από τας αμαρτωλάς ορέξεις σου να εμποδίζης τον εαυτόν σου.
Σοφ. Σειρ.
18,31 ἐὰν
χορηγήσῃς τῇ ψυχῇ σου εὐδοκίαν ἐπιθυμίας, ποιήσει
σε ἐπίχαρμα τῶν ἐχθρῶν σου.
Σοφ. Σειρ. 18,31 Εάν χορηγήσης εις την ψυχήν σου την
συγκατάθεσίν σου εις εκπλήρωσιν των ατόπων επιθυμιών, θα γίνης περίγελως των
εχθρών σου.
Σοφ. Σειρ.
18,32 μὴ
εὐφραίνου ἐπὶ πολλῇ τρυφῇ, μηδὲ προσδεθῇς
συμβολῇ αὐτῆς.
Σοφ. Σειρ. 18,32 Μη επιδιώκης την τέρψιν και χαράν σου εις
την πολλήν και μεγάλην τρυφήν, ούτε να προσδεθής και υποταχθής εις την
καλοζωΐαν, την οποίαν αυτή προσφέρει.
Σοφ. Σειρ.
18,33 μὴ
γίνου πτωχὸς συμβολοκοπῶν ἐκ δανεισμοῦ, καὶ οὐδέν
σοί ἐστιν ἐν μαρσιπείῳ.
Σοφ. Σειρ. 18,33 Εάν είσαι πτωχός μη οργανώνης συμπόσια με
δανεικά χρήματα, καθ' ον χρόνον τίποτε δεν έχεις μέσα στο βαλάντιόν σου.
ΣΟΦΙΑ ΣΕΙΡΑΧ 19
Σοφ. Σειρ.
19,1 Ἐργάτης
μέθυσος οὐ πλουτισθήσεται· ὁ ἐξουθενῶν τὰ ὀλίγα
κατὰ μικρὸν πεσεῖται.
Σοφ. Σειρ. 19,1 Μέθυσος εργάτης ποτέ δεν θα πλουτήση.
Εκείνος δέ, ο οποίος καταφρονε και δεν προσέχει τα ολίγα, θα περιπέση ολίγον
κατ' ολίγον εις πτωχείαν.
Σοφ. Σειρ.
19,2 οἶνος
καὶ γυναῖκες ἀποστήσουσι συνετούς, καὶ ὁ
κολλώμενος πόρναις τολμηρότερος ἔσται·
Σοφ. Σειρ. 19,2 Το κρασί και αι γυναίκες απομακρύνουν από
τον Θεόν και αυτούς ακόμη τους φρόνιμους ανθρώπους. Εκείνος που προσκολλάται
εις τας πόρνας, γίνεται θρασύς και αναιδής.
Σοφ. Σειρ.
19,3 σῆτες
καὶ σκώληκες κληρονομήσουσιν αὐτόν, καὶ ψυχὴ τολμηρὰ
ἐξαρθήσεται.
Σοφ. Σειρ. 19,3 Οι μεν θα γίνουν τροφή εις τα σαράκια
και τα σκουλήκια, ο δε θρασύς και αναιδής θα χάση την ψυχήν του.
Σοφ. Σειρ.
19,4 Ὁ
ταχὺ ἐμπιστεύων κοῦφος καρδίᾳ, καὶ ὁ ἁμαρτάνων
εἰς ψυχὴν αὐτοῦ πλημμελήσει.
Σοφ. Σειρ. 19,4 Εκείνος που δίδει αμέσως εμπιστοσύνην εις
όλους και εις όλα είναι ελαφρόμυαλος, και εκείνος που αμαρτάνει, κάμνει κακόν
εις την ψυχήν του.
Σοφ. Σειρ.
19,5 ὁ
εὐφραινόμενος καρδίᾳ καταγνωσθήσεται,
Σοφ. Σειρ. 19,5 Εκείνος που προσπαθεί να ευφραίνη την
καρδίαν του με ασωτίας, θα κατακριθή.
Σοφ. Σειρ.
19,6 καὶ
ὁ μισῶν λαλιὰν ἐλαττονοῦται κακίᾳ.
Σοφ. Σειρ. 19,6 Εκείνος που μισεί και αποστρέφεται την
φλυαρίαν, θα αποφύγη πολλάς πτώσεις.
Σοφ. Σειρ.
19,7 μηδέποτε
δευτερώσῃς λόγον, καὶ οὐθέν σοι οὐ μὴ ἐλαττονωθῇ.
Σοφ. Σειρ. 19,7 Μη περιφέρης εδώ και εκεί λόγον, που
έχεις ακούσει, και έτσι δεν θα χάσης τίποτε.
Σοφ. Σειρ.
19,8 ἐν
φίλῳ καὶ ἐν ἐχθρῷ μὴ διηγοῦ, καὶ
εἰ μή ἔστι σοι ἁμαρτία, μὴ ἀποκάλυπτε·
Σοφ. Σειρ. 19,8 Ούτε στον φίλον ούτε στον εχθρόν σου να
επαναλαμβάνης αδιακρίτως όσα ήκουσες. Μη φανερώνης όσα ήκουσες, έκτος εάν η
απόκρυψίς των καταλογισθή εις σε ως αμαρτία.
Σοφ. Σειρ.
19,9 ἀκήκοε
γάρ σου καὶ ἐφυλάξατό σε, καὶ ἐν καιρῷ μισήσει
σε.
Σοφ. Σειρ. 19,9 Διότι ο εχθρός σου ήκουσε λόγιά σου, τα
εφύλαξε μέσα του και στον κατάλληλον δι' εκείνον χρόνον θα εκδηλώση εναντίον
σου το μίσος του.
Σοφ. Σειρ.
19,10 ἀκήκοας
λόγον, συναποθανέτω σοι· θάρσει, οὐ μή σε ῥήξει.
Σοφ. Σειρ. 19,10 Ηκουσες κάποιο μυστικόν, ας αποθάνη μαζή
σου. Εχε θάρρος και αν το κρατήσης μέσα σου, δεν θα σε κάμη να σκάσης.
Σοφ. Σειρ.
19,11 ἀπὸ
προσώπου λόγου ὠδινήσει μωρὸς ὡς ἀπὸ προσώπου
βρέφους ἡ τίκτουσα.
Σοφ. Σειρ. 19,11 Ο μωρός, όταν ακούση έναν λόγον, θέλει να
τον εξωτερικεύση ως εάν δσκιμάζη ωδίνας τοκετού, όπως η γυναίκα η οποία
πρόκειται να γεννήση βρέφος.
Σοφ. Σειρ.
19,12 βέλος
πεπηγὸς ἐν μηρῷ σαρκός, οὕτως λόγος ἐν κοιλίᾳ
μωροῦ.
Σοφ. Σειρ. 19,12 Οπως όταν ένα βέλος έχη καρφωθή στον μηρόν
του σώματός μας, φέρει πόνον και θέλομεν να το βγάλωμεν, έτσι και ένα μυστικόν,
που ήκουσεν ο μωρός και το έχει μέσα του, του φέρει πόνον και θέλει να το
εξωτερικεύση.
Σοφ. Σειρ.
19,13 Ἔλεγξον
φίλον, μήποτε οὐκ ἐποίησε, καὶ εἴ τι ἐποίησε,
μήποτε προσθῇ.
Σοφ. Σειρ. 19,13 Καμε παρατήρησιν στον φίλον σου δια
σφάλμα, δια το οποίον κατηγορείται και το οποίον ενδέχεται να μη διέπραξε. Και
εάν περιέπεσεν εις κάποιο σφάλμα, πάλιν κάμε του υπόδειξιν, δια να μη το
επαναλάβη και προσθέση νέον σφάλμα στο παλαιόν.
Σοφ. Σειρ.
19,14 ἔλεγξον
τὸν πλησίον, μήποτε οὐκ εἶπε, καὶ εἰ εἴρηκεν,
ἵνα μὴ δευτερώσῃ.
Σοφ. Σειρ. 19,14 Καμε παρατήρησιν στον πλησίον σου δια
λόγια, που κατηγορείται ότι τα είπε, διότι ενδεχομένως δεν τα έχει είπει. Και
εάν κάτι το εσφαλμένον έχη πει, κάμε του παρατήρησιν, δια να μη το επαναλαβη.
Σοφ. Σειρ.
19,15 ἔλεγξον
φίλον, πολλάκις γὰρ γίνεται διαβολή, καὶ μὴ παντὶ λόγῳ
πίστευε.
Σοφ. Σειρ. 19,15 Καμε παρατήρησιν, ζήτησε εξήγησιν από τον
φίλον σου δια κατηγορίαν εκσφενδονισθείσαν εναντίον του, διότι πολλές φορές
υπάρχουν και συκοψαντίαι, και μη δίδης εμπιστοσύνην εις κάθε λόγον κατηγορίας.
Σοφ. Σειρ.
19,16 ἔστιν
ὀλισθαίνων καὶ οὐκ ἀπὸ ψυχῆς, καὶ τίς
οὐχ ἡμάρτησεν ἐν τῇ γλώσσῃ αὐτοῦ;
Σοφ. Σειρ. 19,16 Υπάρχουν άνθρωποι, οι οποίοι ξεγλυστρούν
προς το κακόν, χωρίς να έχουν κακήν πρόθεσιν, αλλά από συναρπαγήν. Και ποιός
άνθρωπος ημπορεί να ισχυρισθή, ότι δεν έχει αμαρτήσει με τα λόγια του;
Σοφ. Σειρ.
19,17 ἔλεγξον
τὸν πλησίον σου πρὶν ἢ ἀπειλῆσαι, καὶ δὸς
τόπον νόμῳ Ὑψίστου. [γινόμενος ἄμηνις.
Σοφ. Σειρ. 19,17 Ελεγξε τον φίλον σου πριν απειλαί και
κίνδυνοι τον περιστοιχίσουν και άφησε να ενεργήση εις την καρδίαν του ο Νομος
του Υψίστου. Συ όμως πρέπει να παραμείνης αόργητος.
Σοφ. Σειρ.
19,18 φόβος
Κυρίου ἀρχὴ προσλήψεως, σοφία δὲ παρ᾿ αὐτοῦ
ἀγάπησιν περιποιεῖ.
Σοφ. Σειρ. 19,18 Ο φόβος του Κυρίου είναι η αρχή και η
αιτία της συνάψεως ειλικρινούς φιλίας. Η δε σοφία, απορρέουσα από τον Θεόν,
εμπνέει αγάπην προς τον φίλον.
Σοφ. Σειρ.
19,19 γνῶσις
ἐντολῶν Κυρίου παιδεία ζωῆς, οἱ δὲ ποιοῦντες
τὰ ἀρεστὰ αὐτῷ ἀθανασίας δένδρον καρποῦνται].
Σοφ. Σειρ. 19,19 Η γνώσις των εντολών του Κυρίου είναι
αληθινή μόρφωσις δια την ζωήν. Οσοι δε πράττουν τα ευάρεστα εις αυτόν,
απολαμβάνουν τους καρπούς του δένδρου της αθανασίας.
Σοφ. Σειρ.
19,20 Πᾶσα
σοφία φόβος Κυρίου, καὶ ἐν πάσῃ σοφίᾳ ποίησις
νόμου· [καὶ γνῶσις τῆς παντοδυναμίας αὐτοῦ.
Σοφ. Σειρ. 19,20 Καθε πραγματική σοφία χαρακτηρίζεται και
διαποτίζεται από την ευλάβειαν προς τον Κυριον. Εις την αληθινήν σοφίαν
ακολουθεί και υπάρχει πάντοτε η τήρησις του θείου Νομου και η γνώσις της
παντοδυναμίας του Θεού.
Σοφ. Σειρ.
19,21 οἰκέτης
λέγων τῷ δεσπότῃ· ὡς ἀρέσκει οὐ ποιήσω, ἐὰν
μετὰ ταῦτα ποιήσῃ, παροργίζει τὸν τρέφοντα αὐτόν].
Σοφ. Σειρ. 19,21 Δούλος, ο οποίος λέγει στον δεσπότην του·
δεν θα κάμω αυτό που αρέσει εις σέ, έστω και εάν κατόπιν μεταμεληθή και
εκτελέση την εντολήν, που έλαβε, εξοργίζει οπωσδήποτε τον τροφοδότην κύριόν
του.
Σοφ. Σειρ.
19,22 καὶ
οὐκ ἔστι σοφία πονηρίας ἐπιστήμη, καὶ οὐκ ἔστιν
ὅπου βουλὴ ἁμαρτωλῶν φρόνησις.
Σοφ. Σειρ. 19,22 Η σοφία δεν είναι επιστήμη της κακίας. Η δε
συνεσις δεν υπάρχει εις τας σκέψεις και τας συμβουλάς των αμαρτωλών.
Σοφ. Σειρ.
19,23 ἔστι
πονηρία καὶ αὕτη βδέλυγμα, καὶ ἔστιν ἄφρων ἐλαττούμενος
σοφίᾳ.
Σοφ. Σειρ. 19,23 Υπάρχει γνώσις και πράξις πονηρά· αυτή όμως
είναι βδελυρά ενώπιον του Κυρίου. Υπάρχει όμως και άφρων, ανόητος,
καθυστερημένος εις νόησιν και γνώσιν.
Σοφ. Σειρ.
19,24 κρείττων
ἡττώμενος ἐν συνέσει ἔμφοβος ἢ περισσεύων ἐν
φρονήσει καὶ παραβαίνων νόμον.
Σοφ. Σειρ. 19,24 Προτιμότερος είναι εκείνος, που υπολείπεται
εις σοφίαν αλλ' έχει φόβον Θεού, από τον άλλον, ο οποίος είναι πλούσιος εις
σοφίαν, παραβαίνει όμως τον νόμον του Κυρίου.
Σοφ. Σειρ.
19,25 ἔστι
πανουργία ἀκριβὴς καὶ αὕτη ἄδικος, καὶ ἔστι
διαστρέφων χάριν τοῦ ἐκφᾶναι κρίμα.
Σοφ. Σειρ. 19,25 Υπάρχουν ικανότητες και δραστηριότητες
αξιόλογοι, οδηγούν όμως εις την αδικίαν. Υπάρχουν δε και άλλοι, οι οποίοι, δια
να υποστηρίξουν και επιτύχουν το ζήτημα των, καταφεύγουν εις την διαστροφήν της
αληθείας και την απάτην.
Σοφ. Σειρ.
19,26 ἔστι
πονηρευόμενος συγκεκυφὼς μελανίᾳ, καὶ τὰ ἐντὸς
αὐτοῦ πλήρης δόλου·
Σοφ. Σειρ. 19,26 Υπάρχουν πονηροί, που βαδίζουν με σκυμμένο
το κεφάλι και σκυθρωπόν το πρόσωπον, δήθεν από λύπην, ενώ το εσωτερικόν των
είναι γεμάτον δολιότητας.
Σοφ. Σειρ.
19,27 συγκύφων
πρόσωπον καὶ ἑτεροκωφῶν, ὅπου οὐκ ἐπεγνώσθη,
προφθάσει σε·
Σοφ. Σειρ. 19,27 Αυτός προχωρεί με σκυμμένο το κεφάλι,
προσποιείται ότι δεν ακούει τίποτε και εάν δεν αντιληφθής εγκαίρως την
υποκρισίαν και δολιότητά του, θα τρέξη ενωρίτερα από σέ, δια να καταπατήση το
δίκαιόν σου.
Σοφ. Σειρ.
19,28 καὶ
ἐὰν ὑπὸ ἐλαττώματος ἰσχύος κωλυθῇ ἁμαρτεῖν,
ἐὰν εὕρῃ καιρόν, κακοποιήσει.
Σοφ. Σειρ. 19,28 Και εάν εξ αιτίας κάποιας αδυναμίας του
εμποδισθή να πραγματοποιήση το κακόν, που έχει αποφασίσει, όταν εύρη κατάλληλον
καιρόν θα το πραγματοποιήση.
Σοφ. Σειρ.
19,29 ἀπὸ
ὁράσεως ἐπιγνωσθήσεται ἀνήρ, καὶ ἀπὸ ἀπαντήσεως
προσώπου ἐπιγνωσθήσεται νοήμων.
Σοφ. Σειρ. 19,29 Από την εξωτερικήν του εμφάνισιν είναι
δυνατόν να γίνη γνωστός ο κακός άνθρωπος και από την έκφρασιν του προσώπου του
είναι δυνατόν να γίνη γνωστός ο καλός και συνετός άνθρωπος.
Σοφ. Σειρ.
19,30 στολισμὸς
ἀνδρὸς καὶ γέλως ὀδόντων καὶ βήματα ἀνθρώπου
ἀναγγέλλει τὰ περὶ αὐτοῦ.
Σοφ. Σειρ. 19,30 Η ενδυμασία του ανθρώπου, το γέλιο των
χειλέων του και το βάδισμά του διαλαλούν, τι άνθρωπος είναι αυτός.
ΣΟΦΙΑ ΣΕΙΡΑΧ 20
Σοφ. Σειρ.
20,1 Ἔστιν
ἔλεγχος ὃς οὐκ ἔστιν ὡραῖος, καὶ ἔστι
σιωπῶν καὶ αὐτὸς φρόνιμος.
Σοφ. Σειρ. 20,1 Υπάρχει έλεγχος άκαιρος και επιβλαβής·
υπάρχει σιωπή, η οποία μαρτυρεί φρόνησιν.
Σοφ. Σειρ.
20,2 ὡς
καλὸν ἐλέγξαι ἢ θυμοῦσθαι, καὶ ὁ ἀνθομολογούμενος
ἀπὸ ἐλαττώσεως κωλυθήσεται.
Σοφ. Σειρ. 20,2 Καλύτερον είναι να ελέγξη κανείς τον
φίλον του δια παράπτωμά του, παρά να θυμώση και να μείνη θυμωμένος εναντίον
του. Εκείνος που ελέγχεται δι' ένα σφάλμα του και αποδέχεται τον έλεγχον, θα
εμποδισθή από άλλα παρόμοια και τας συνεπείας των.
Σοφ. Σειρ.
20,4 ἐπιθυμία
εὐνούχου ἀποπαρθενῶσαι νεάνιδα, οὕτως ὁ ποιῶν
ἐν βίᾳ κρίματα.
Σοφ. Σειρ. 20,4 Οπως απραγματοποίητος μένει η επιθυμία
του ευνούχου να καταστρέψη την παρθενίαν νεάνιδος, ετσι και εκείνος που θέλει
να επιβάλη δια της βίας τας κρίσστου στους άλλους.
Σοφ. Σειρ.
20,5 ἔστι
σιωπῶν εὑρισκόμενος σοφός, καὶ ἔστι μισητὸς ἀπὸ
πολλῆς λαλιᾶς.
Σοφ. Σειρ. 20,5 Υπάρχουν άνθρωποι, που σιωπούν και οι
οποίοι είναι σοφοί· υπάρχουν άλλοι, οι οποίοι λόγω της φλυαρίας των μισούνται.
Σοφ. Σειρ.
20,6 ἔστι
σιωπῶν, οὐ γὰρ ἔχει ἀπόκρισιν, καὶ ἔστι
σιωπῶν εἰδὼς καιρόν.
Σοφ. Σειρ. 20,6 Σιωπά κάποιος, διότι δεν έχει και δεν
ημπορεί να δώση απάντησιν. Σιωπά άλλος, διότι γνωρίζει και περιμένει τον
κατάλληλον καιρόν να ομιλήση.
Σοφ. Σειρ.
20,7 ἄνθρωπος
σοφὸς σιγήσει ἕως καιροῦ, ὁ δὲ λαπιστὴς καὶ
ἄφρων ὑπερβήσεται καιρόν.
Σοφ. Σειρ. 20,7 Ο συνετός άνθρωπος θα σιωπήση μέχρι του
καταλλήλου καιρού, ο καυχησιολόγος όμως και άφρων θα ξεπερνά ασυλλόγιστα τον
κατάλληλον δι' ομιλίας καιρόν.
Σοφ. Σειρ.
20,8 ὁ
πλεονάζων λόγῳ βδελυχθήσεται, καὶ ὁ ἐνεξουσιαζόμενος
μισηθήσεται.
Σοφ. Σειρ. 20,8 Εκείνος που λέγει πολλά λόγια, θα κερδίση
την αποστροφήν εκ μέρους των άλλων· και εκείνος που έχει την απαίτησιν να τον
ακούουν και τον υπακούουν οι άλλοι, θα προκαλέση το μίσος των.
Σοφ. Σειρ.
20,9 ἔστιν
εὐοδία ἐν κακοῖς ἀνδρί, καὶ ἔστιν εὕρημα
εἰς ἐλάττωσιν.
Σοφ. Σειρ. 20,9 Είναι δυνατόν ενας να ίδη κατευόδωσιν και
επιτυχίαν των έργων του εν μέσω θλίψεων και περιπετειών, και εξ αντιθέτου άλλος
από ανέλπιστον επιτυχίαν να οδηγηθή εις καταστροφήν.
Σοφ. Σειρ.
20,10 ἔστι
δόσις, ἣ οὐ λυσιτελήσει σοι, καὶ ἔστι δόσις, ἧς τὸ
ἀνταπόδομα διπλοῦν.
Σοφ. Σειρ. 20,10 Υπάρχει ευεργεσία, η οποία εις τίποτε δεν
θα σε ωφελήση, και υπάρχει ευεργεσία, της οποίας η αμοιβή θα είναι μεγάλη.
Σοφ. Σειρ.
20,11 ἔστιν
ἐλάττωσις ἕνεκεν δόξης, καὶ ἔστιν ὃς ἀπὸ
ταπεινώσεως ᾖρε κεφαλήν.
Σοφ. Σειρ. 20,11 Υπάρχουν περιστάσεις, κατά τας οποίας
μεγάλη δόξα και αι μεγάλαι θέσεις μειώνουν την αξίαν του ανθρώπου. Εξ αντιθέτου
μερικοί άνθρωποι από την κατάστασιν της ταπεινώσεως, εις την οποίαν ευρίσκοντο,
εδοξάσθησαν.
Σοφ. Σειρ.
20,12 ἔστιν
ἀγοράζων πολλὰ ὀλίγου καὶ ἀποτιννύων αὐτὰ
ἑπταπλάσιον.
Σοφ. Σειρ. 20,12 Υπάρχουν μερικοί άνθρωποι, οι οποίοι
αγοράζουν πολλά πράγματα με ολίγα χρήματα· έπειτα όμως πληρώνουν αυτά, που
ηγόρασαν, επτά φορές περισσότερον.
Σοφ. Σειρ.
20,13 ὁ
σοφὸς ἐν λόγῳ ἑαυτὸν προσφιλῆ ποιήσει,
χάριτες δὲ μωρῶν ἐκχυθήσονται.
Σοφ. Σειρ. 20,13 Ο συνετός και φρόνιμος εις τα λόγια του θα
καταστήση τον εαυτόν του προσφιλή στους άλλους. Τα γλυκανάλατα λόγια και έργα
των μωρών ανθρώπων σκορπίζονται χωρίς καμμίαν ωφέλειαν.
Σοφ. Σειρ.
20,14 δόσις
ἄφρονος οὐ λυσιτελήσει σοι, οἱ γὰρ ὀφθαλμοὶ
αὐτοῦ ἀνθ᾿ ἑνὸς πολλοί·
Σοφ. Σειρ. 20,14 Το δώρον ενός ασυνέτου ανθρώπου δεν θα σε
ωφελήση, διότι αυτός θα σε κυττάζη οχι με ένα μάτι αλλά με πολλά, περιμένων
πολλαπλασίαν την ανταπόδοσιν.
Σοφ. Σειρ.
20,15 ὀλίγα
δώσει καὶ πολλὰ ὀνειδίσει καὶ ἀνοίξει τὸ
στόμα αὐτοῦ ὡς κῆρυξ· σήμερον δανιεῖ καὶ
αὔριον ἀπαιτήσει, μισητὸς ἄνθρωπος ὁ τοιοῦτος.
Σοφ. Σειρ. 20,15 Θα σου δώση ολίγα, θα σε ονειδίση όμως δι'
αυτά πολύ. Θα ανοίξη το στόμα του εναντίον σου, ωσάν διαλαλητής δημόσιος.
Σημερα θα σε δανείση και αμέσως αύριον θα σου ζητήση το δάνειον. Αυτός ο
άνθρωπος θα γίνη μισητός εκ μέρους των άλλων.
Σοφ. Σειρ.
20,16 μωρὸς
ἐρεῖ· οὐχ ὑπάρχει μοι φίλος, καὶ οὐκ ἔστι
χάρις τοῖς ἀγαθοῖς μου· οἱ ἔσθοντες τὸν
ἄρτον μου, φαῦλοι γλώσσῃ·
Σοφ. Σειρ. 20,16 Ο ασύνετος άνθρωπος θα πη· δεν υπάρχει για
μένα κανένας φίλος. Καμμίαν ευγνωμοσύνην δεν ευρήκα δια τας ευεργεσίας, που έχω
κάμει. Αυτοί που έφαγαν και εχόρτασαν από το ψωμί μου είναι φαύλοι και
αχάριστοι εις τα λόγια των.
Σοφ. Σειρ.
20,17 ποσάκις
καὶ ὅσοι καταγελάσονται αὐτοῦ; -
Σοφ. Σειρ. 20,17 Ποσες όμως φορές και πόσοι άνθρωποι δεν θα
γελάσουν εις βάρος του μωρού αυτού!
Σοφ. Σειρ.
20,18 Ὀλίσθημα
ἀπὸ ἐδάφους μᾶλλον ἢ ἀπὸ γλώσσης, οὕτως
πτῶσις κακῶν κατὰ σπουδὴν ἥξει.
Σοφ. Σειρ. 20,18 Είναι προτιμότερον να γλυστρήση κανείς και
να πέση κάτω στο χώμα, παρά να γλυστρήση εις την γλώσσαν του και να του
διαφύγουν απρεπή λόγια. Ετσι κλονίζονται και πίπτουν απότομα οι κακοί.
Σοφ. Σειρ.
20,19 ἄνθρωπος
ἄχαρις, μῦθος ἄκαιρος· ἐν στόματι ἀπαιδεύτων
ἐνδελεχισθήσεται.
Σοφ. Σειρ. 20,19 Οπως ένας αγροίκος και βάναυσος άνθρωπος
είναι αποκρουστικός, έτσι και ένας λόγος, που λέγεται στον ακατάλληλον καιρόν.
Ακαιροι λόγοι λέγονται και επαναλαμβάνονται με τα στόματα των αμορφώτων.
Σοφ. Σειρ.
20,20 ἀπὸ
στόματος μωροῦ ἀποδοκιμασθήσεται παραβολή, οὐ γὰρ μὴ
εἴπῃ αὐτὴν ἐν καιρῷ αὐτῆς.
Σοφ. Σειρ. 20,20 Από το στόμα του μωρού δεν βγαίνει ποτέ
κανένα σοφόν γνωμικόν. Δεν θα λεχθή κάτι το συνετόν στον κατάλληλον καιρόν.
Σοφ. Σειρ.
20,21 Ἔστι
κωλυόμενος ἁμαρτάνειν ἀπὸ ἐνδείας, καὶ ἐν τῇ
ἀναπαύσει αὐτοῦ οὐ κατανυγήσεται.
Σοφ. Σειρ. 20,21 Υπάρχουν άνθρωποι, οι οποίοι από φόβον και
πτωχείαν δεν αμαρτάνουν, και στον καιρόν της αναπαύσεως και ησυχίας των δεν θα
έχουν τύψεις συνειδήσεως.
Σοφ. Σειρ.
20,22 ἔστιν
ἀπολλύων τὴν ψυχὴν αὐτοῦ δι᾿ αἰσχύνην,
καὶ ἀπὸ ἄφρονος προσώπου ἀπολεῖ αὐτήν.
Σοφ. Σειρ. 20,22 Υπάρχουν άνθρωποι, οι οποίοι καταστρέφονται
από μίαν άκριτον και επιλήψιμον συστολήν. Βαδίζουν προς την καταστροφήν εξ
αιτίας ενός ασύνετου και μωρού.
Σοφ. Σειρ.
20,23 ἔστι
χάριν αἰσχύνης ἐπαγγελόμενος φίλῳ, καὶ ἐκτήσατο αὐτὸν
ἐχθρὸν δωρεάν. -
Σοφ. Σειρ. 20,23 Υπάρχουν μερικοί, οι οποίοι δια λόγους κακώς
νοουμένης συστολής δίδουν στον φίλον των υπόσχεσιν, και τον οποίον αποκτούν
εχθρόν, χωρίς λόγον, διότι δεν είναι εις θέσιν να εκπληρώσουν την υπόσχεσίν
των.
Σοφ. Σειρ.
20,24 Μῶμος
πονηρὸς ἐν ἀνθρώπῳ ψεῦδος, ἐν στόματι ἀπαιδεύτων
ἐνδελεχισθήσεται.
Σοφ. Σειρ. 20,24 Μεγάλη μομφή είναι δια τον άνθρωπον το
ψεύδος. Εις το στόμα των αμορφώτων θα επαναλαμβάνεται και θα υπάρχη διαρκώς το
ψεύδος.
Σοφ. Σειρ.
20,25 αἱρετὸν
κλέπτης ἢ ὁ ἐνδελεχίζων ψεύδει, ἀμφότεροι δὲ ἀπώλειαν
κληρονομήσουσιν.
Σοφ. Σειρ. 20,25 Προτιμότερος είναι ένας κλέπτης παρά
εκείνος, ο οποίος συνεχώς ψεύδεται. Αλλά και οι δύο θα έχουν ως κατάντημα των
την καταστροφήν.
Σοφ. Σειρ.
20,26 ἦθος
ἀνθρώπου ψευδοῦς ἀτιμία, καὶ ἡ αἰσχύνη αὐτοῦ
μετ᾿ αὐτοῦ ἐνδελεχῶς. Λόγοι ΠΑΡΑΒΟΛΩΝ.
Σοφ. Σειρ. 20,26 Η συνήθεια της ψευδολογίας είναι δια τον
άνθρωπον εξευτελισμός· η καταισχύνη του εξ αιτίας αυτής θα είναι και θα μένη
πάντοτε μαζή του. ΓΝΩΜΙΚΑ.
Σοφ. Σειρ.
20,27 Ὁ
σοφὸς ἐν λόγοις προάξει ἑαυτόν, καὶ ἄνθρωπος
φρόνιμος ἀρέσει μεγιστᾶσιν.
Σοφ. Σειρ. 20,27 Ο συνετός και προσεκτικός εις τα λόγια του
θα εξυψώση τον εαυτόν του και θα γίνη άξιος τιμής και υπολήψεως. Ο φρόνιμος δε
άνθρωπος θα είναι αρεστός και στους άρχοντας.
Σοφ. Σειρ.
20,28 ὁ
ἐργαζόμενος γῆν ἀνυψώσει θημωνίαν αὐτοῦ, καὶ
ὁ ἀρέσκων μεγιστᾶσιν ἐξιλάσεται ἀδικίαν.
Σοφ. Σειρ. 20,28 Εκείνός που καλλιεργεί επιμελώς τους αγρούς
του, θα ανυψώση τα δεμάτια του εις μεγάλες θημωνιές. Ετσι και εκείνος που με τα
συνετά του λόγια ευαρεστεί στους άρχοντας της πολιτείας, θα εξιλεωθή δια τας
τυχόν αδικίας του.
Σοφ. Σειρ.
20,29 ξένια
καὶ δῶρα ἀποτυφλοῖ ὀφθαλμοὺς σοφῶν καὶ
ὡς φιμὸς ἐν στόματι ἀποτρέπει ἐλεγμούς.
Σοφ. Σειρ. 20,29 Συμπόσια και δώρα τυφλώνουν τους οφθαλμούς
και αυτών ακόμη των συνετών δικαστών. Αυτά είναι ως ένα φίμωτρον στο στόμα,
ώστε να μη λαλή την αλήθειαν, και αποτρέπουν τους δικαίους ελέγχους.
Σοφ. Σειρ.
20,30 σοφία
κεκρυμμένη καὶ θησαυρὸς ἀφανής, τίς ὠφέλεια ἐν ἀμφοτέροις;
Σοφ. Σειρ. 20,30 Σοφία κρυμμένη και θησαυρός αφανής ποίαν
ωφέλειαν και τα δύο ημπορούν να αποφέρουν στους ανθρώπους;
Σοφ. Σειρ.
20,31 κρείσσων
ἄνθρωπος ἀποκρύπτων τὴν μωρίαν αὐτοῦ ἢ ἄνθρωπος
ἀποκρύπτων τὴν σοφίαν αὐτοῦ.
Σοφ. Σειρ. 20,31 Προτιμότερος είναι ο άνθρωπος, που κρύπτει
την μωρίαν του, από εκείνον που κρύπτει την σοφίαν του.
ΣΟΦΙΑ ΣΕΙΡΑΧ 21
Σοφ. Σειρ.
21,1 Τέκνον,
ἥμαρτες, μὴ προσθῇς μηκέτι καὶ περὶ τῶν
προτέρων σου δεήθητι.
Σοφ. Σειρ. 21,1 Παιδί μου, εάν παρασυρθής εις την
αμαρτίαν, μη προσθέτης και νέας εις αυτήν αμαρτίας. Περί δε των προηγουμένων
σου αμαρτιών παρακάλεσε τον Θεόν, να σε συγχωρήση.
Σοφ. Σειρ.
21,2 ὡς
ἀπὸ προσώπου ὄφεως φεῦγε ἀπὸ ἁμαρτίας,
ἐὰν γὰρ προσέλθῃς, δήξεταί σε· ὀδόντες
λέοντος οἱ ὀδόντες αὐτῆς ἀναιροῦντες ψυχὰς
ἀνθρώπων.
Σοφ. Σειρ. 21,2 Οπως αποφεύγστο φίδι, έτσι να αποφύγης
και την αμαρτίαν, διότι εάν πλησιάσης προς αυτήν, θα σε δαγκώση κατά τρόπον
επικίνδυνον. Δοντια λέοντος είναι τα δόντια της αμαρτίας, φονεύοντα τας ψυχάς
των ανθρώπων.
Σοφ. Σειρ.
21,3 ὡς
ῥομφαία δίστομος πᾶσα ἀνομία, τῇ πληγῇ αὐτῆς
οὐκ ἔστιν ἴασις.
Σοφ. Σειρ. 21,3 Καθε παρανομία είναι ένα δίκοπο μαχαίρι,
από την πληγήν του οποίου δεν υπάρχει θεραπεία.
Σοφ. Σειρ.
21,4 καταπληγμὸς
καὶ ὕβρις ἐρημώσουσι πλοῦτον· οὕτως οἶκος
ὑπερηφάνου ἐρημωθήσεται.
Σοφ. Σειρ. 21,4 Βιοπραγίαι και αλαζονείαι καταστρέφουν
τον πλούτον· έτσι και ο οίκος των υπερηφάνων θα ερημωθή.
Σοφ. Σειρ.
21,5 δέησις
πτωχοῦ ἐκ στόματος ἕως ὠτίων αὐτοῦ, καὶ
τὸ κρίμα αὐτοῦ κατὰ σπουδὴν ἔρχεται.
Σοφ. Σειρ. 21,5 Η δέησις, που βγαίνει από το στόμα του
πτωχού, φθάνει έως τα αυτιά του Θεού, και η δικαιοσύνη αυτού δεν θα βραδύνη να
επέλθη.
Σοφ. Σειρ.
21,6 μισῶν
ἐλεγμὸν ἐν ἴχνει ἁμαρτωλοῦ, καὶ ὁ
φοβούμενος Κύριον ἐπιστρέψει ἐν καρδίᾳ.
Σοφ. Σειρ. 21,6 Εκείνος, που μισεί τους δικαίους
ελέγχους, βαδίζει εις τα ίχνη των αμαρτωλών. Εκείνος όμως, που φοβείται τον
Κυριον, θα επιστρέψη προς αυτόν με όλην του την καρδίαν.
Σοφ. Σειρ.
21,7 γνωστὸς
μακρόθεν ὁ δυνατὸς ἐν γλώσσῃ, ὁ δὲ νοήμων οἶδεν
ἐν τῷ ὀλισθαίνειν αὐτόν.
Σοφ. Σειρ. 21,7 Από μακράν αναγνωρίζεται ο ασυγκράτητος
κατά την γλώσσαν, δε συνετός άνθρωπος γνωρίζει αυτόν και τα ολισθήματά του και
τον αποφεύγει.
Σοφ. Σειρ.
21,8 ὁ
οἰκοδομῶν τὴν οἰκίαν αὐτοῦ ἐν
χρήμασιν ἀλλοτρίοις, ὡς ὁ συνάγων αὐτοῦ τοὺς
λίθους εἰς χειμῶνα.
Σοφ. Σειρ. 21,8 Εκείνος, που οικοδομεί το σπίτι του με
ξένα άδικα χρήματα, ομοιάζει με τον άνθρωπον, που συγκεντρώνει λίθους- αντί ξύλων-
δια τον χειμώνα!
Σοφ. Σειρ.
21,9 στυππεῖον
συνηγμένον συναγωγὴ ἀνόμων, καὶ ἡ συντέλεια αὐτῶν
φλὸξ πυρός.
Σοφ. Σειρ. 21,9 Η συγκέντρωσις των ασεβών είναι σαν ενας
σωρός στουπί, και το τέλος των θα είναι να καούν εις φλόγα πυρός.
Σοφ. Σειρ.
21,10 ὁδὸς
ἁμαρτωλῶν ὡμαλισμένη ἐκ λίθων, καὶ ἐπ᾿
ἐσχάτῳ αὐτῆς βόθρος ᾅδου.
Σοφ. Σειρ. 21,10 Ο δρόμος των αμαρτωλών είναι ομαλός,
καθαρισμένος από λίθους. Το τέλος όμως του δρόμου είναι το βάραθρον του άδου.
Σοφ. Σειρ.
21,11 Ὁ
φυλάσσων νόμον κατακρατεῖ τοῦ ἐννοήματος αὐτοῦ,
καὶ συντέλεια τοῦ φόβου Κυρίου σοφία.
Σοφ. Σειρ. 21,11 Εκείνος που τηρεί τον νόμον του Θεού,
κατανοεί βαθύτερον τα υψηλά αυτού νοήματα. Αποτέλεσμα δε της ευλαβείας προς τον
Κυριον είναι το δώρον της αληθινής σοφίας.
Σοφ. Σειρ.
21,12 οὐ
παιδευθήσεται ὃς οὐκ ἔστι πανοῦργος· ἔστι
πανουργία πληθύνουσα πικρίαν.
Σοφ. Σειρ. 21,12 Δεν θα εκπαιδευθή. και δεν θα μορφωθή
εκείνος, ο οποίος δεν έχει τας αναλόγους ικανότητας. Υπάρχει όμως και ικανότης,
η οποία πολλαπλασιάζει τας θλίψεις και τας πικρίας.
Σοφ. Σειρ.
21,13 γνῶσις
σοφοῦ ὡς κατακλυσμὸς πληθυνθήσεται καὶ ἡ βουλὴ
αὐτοῦ ὡς πηγὴ ζωῆς.
Σοφ. Σειρ. 21,13 Η γνώσις του σοφού πληθύνεται ωσάν
κατακλυσμός πολλών υδάτων, και η συμβουλή του γίνεται πηγή ζωής δι' εκείνους,
που την δέχονται.
Σοφ. Σειρ.
21,14 ἔγκατα
μωροῦ ὡς ἀγγεῖον συντετριμμένον καὶ πᾶσαν
γνῶσιν οὐ κρατήσει.
Σοφ. Σειρ. 21,14 Το εσωτερικόν του μωρού είναι σαν ένα
πήλινον σπασμένον αγγείον, και δεν είναι δυνατόν να συγκρατήση αυτός καμμίαν
γνώσιν.
Σοφ. Σειρ.
21,15 λόγον
σοφὸν ἐὰν ἀκούσῃ ἐπιστήμων, αἰνέσει αὐτὸν
καὶ ἐπ᾿ αὐτὸν προσθήσει· ἤκουσεν ὁ
σπαταλῶν καὶ ἀπήρεσεν αὐτῷ, καὶ ἀπέστρεψεν
αὐτὸν ὀπίσω τοῦ νώτου αὐτοῦ.
Σοφ. Σειρ. 21,15 Ο πραγματικά συνετός, εάν ακούση κανένα
σοφόν λόγον, θα τον επαινέση και επάνω εις αυτόν θα προσθέση και ο ίδιος
κάποιον άλλον. Ο άσωτος όμως και μωρός εάν ακούση σοφόν λόγον, δεν
ευχαριστείται εις αυτόν, αλλά τον καταφρονεί και τον πετά όπισθέν του.
Σοφ. Σειρ.
21,16 ἐξήγησις
μωροῦ ὡς ἐν ὁδῷ φορτίον, ἐπὶ δὲ
χείλους συνετοῦ εὑρεθήσεται χάρις.
Σοφ. Σειρ. 21,16 Η εξήγησις, την οποίαν ένας μωρός θα
θελήση να δώση εις τα μεγάλα θέματα, είναι σαν ένα ενοχλητικόν φορτίον στον
οδοιπόρον. Εις τα χείλη όμως του σοφού ανθρώπου υπάρχει πάντοτε χάρις.
Σοφ. Σειρ.
21,17 στόμα
φρονίμου ζητηθήσεται ἐν ἐκκλησίᾳ, καὶ τοὺς λόγους
αὐτοῦ διανοηθήσονται ἐν καρδίᾳ.
Σοφ. Σειρ. 21,17 Το στόμα του σοφού θα αναζητηθή εις
συγκέντρωσιν ανθρώπων, και τους λόγους του θα τους σκεφθούν, θα τους βάλουν και
θα τους μελετήσουν μέσα εις την καρδιάν των.
Σοφ. Σειρ.
21,18 ὡς
οἶκος ἠφανισμένος οὕτως μωρῷ σοφία, καὶ γνῶσις
ἀσυνέτου ἀδιεξέταστοι λόγοι.
Σοφ. Σειρ. 21,18 Ωσάν ερειπωμένο σπίτι είναι δια τον μωρόν
η σοφία. Αι δε γνώσστου ασυνέτου και τα λόγια του είναι ασυνάρτητα.
Σοφ. Σειρ.
21,19 πέδαι
ἐν ποσὶν ἀνοήτοις παιδεία καὶ ὡς χειροπέδαι ἐπὶ
χειρὸς δεξιᾶς.
Σοφ. Σειρ. 21,19 Η μόρφωσις είναι ωσάν πεδούκλι εις τα
πόδια των ανοήτων και ωσάν χειροπέδες στο δεξιόν των χέρι.
Σοφ. Σειρ.
21,20 μωρὸς
ἐν γέλωτι ἀνυψοῖ φωνὴν αὐτοῦ, ἀνὴρ
δὲ πανοῦργος μόλις ἡσυχῇ μειδιάσει.
Σοφ. Σειρ. 21,20 Ο μωρός ξέσπά εις θορυβώδεις γέλωτας, ο
φρόνιμος άνθρωπος μόλις και ησύχως θα μειδιάση.
Σοφ. Σειρ.
21,21 ὡς
κόσμος χρυσοῦ φρονίμῳ παιδεία καὶ ὡς χλιδὼν ἐπὶ
βραχίονι δεξιῷ.
Σοφ. Σειρ. 21,21 Η μόρφωσις είναι δια τον συνετόν ωσάν ένα
χρυσούν κόσμημα και ωσάν πολύτιμον βραχιόλι εις την δεξιάν του χείρα.
Σοφ. Σειρ.
21,22 ποὺς
μωροῦ ταχὺς εἰς οἰκίαν, ἄνθρωπος δὲ
πολύπειρος αἰσχυνθήσεται ἀπὸ προσώπου.
Σοφ. Σειρ. 21,22 Το πόδι του ασυνέτου είναι ταχύ στο να
επισκέπτεται οικίας, ο μορφωμένος όμως και πολύπειρος άνθρωπος αισθάνεται
συστολήν εις τας επισκέψστου.
Σοφ. Σειρ.
21,23 ἄφρων
ἀπὸ θύρας παρακύπτει εἰς οἰκίαν, ἀνὴρ δὲ
πεπαιδευμένος ἔξω στήσεται.
Σοφ. Σειρ. 21,23 Ο μωρός σκύβει εις τας θύρας των ξένων
οικιών και παρακολουθεί, όσα γίνονται εις αυτάς· ο συνετός όμως και ο μορφωμένος
στέκεται έξω μακράν.
Σοφ. Σειρ.
21,24 ἀπαιδευσία
ἀνθρώπου ἀκροᾶσθαι παρὰ θύραν, ὁ δὲ
φρόνιμος βαρυνθήσεται ἀτιμίᾳ.
Σοφ. Σειρ. 21,24 Είναι απρέπεια και έλλειψις μορφώσεως δια
τον άνθρωπον να κρυφακούη από την θύραν ξένου σπιτιού. Ο συνετός άνθρωπος το
θεωρεί αυτό βαρύ και εξευτελιστικόν πράγμα, δι' αυτό και το αποφεύγει.
Σοφ. Σειρ.
21,25 χείλη
ἀλλοτρίων ἐν τούτοις βαρυνθήσεται, λόγοι δὲ φρονίμων ἐν
ζυγῷ σταθήσονται.
Σοφ. Σειρ. 21,25 Τα χείλη των μωρών και φλυάρων ανθρώπων
επαναλαμβάνουν τα λόγια των ξένων, οι λόγοι όμως των φρονίμων ζυγίζονται από
αυτούς με ακρίβειαν και κατόπιν λέγονται.
Σοφ. Σειρ.
21,26 ἐν
στόματι μωρῶν ἡ καρδία αὐτῶν, καρδία δὲ σοφῶν
στόμα αὐτῶν.
Σοφ. Σειρ. 21,26 Η καρδία των μωρών είναι στο στόμα των και
συνεχώς εξωτερικεύεται, ενώ το στόμα των σοφών είναι η καρδία των.
Σοφ. Σειρ.
21,27 ἐν
τῷ καταρᾶσθαι ἀσεβῆ τὸν σατανᾶν αὐτὸς
καταρᾶται τὴν ἑαυτοῦ ψυχήν.
Σοφ. Σειρ. 21,27 Οταν ο ασεβής καταράται τον σατανάν, είναι
το ίδιον ως εάν καταράται τον εαυτόν του.
Σοφ. Σειρ.
21,28 μολύνει
τὴν ἑαυτοῦ ψυχὴν ὁ ψιθυρίζων καὶ ἐν
παροικήσει μισηθήσεται.
Σοφ. Σειρ. 21,28 Εκείνος που ψιθυρίζει επικρίσεις και
κατακρίσεις εις βάρος του άλλου, μολύνει την ψυχήν του. Αυτός θα μισηθή από το
περιβάλλον, μέσα στο οποίον ζη.
ΣΟΦΙΑ ΣΕΙΡΑΧ 22
Σοφ. Σειρ.
22,1 Λίθῳ
ἠρδαλωμένῳ συνεβλήθη ὀκνηρός, καὶ πᾶς ἐκσυριεῖ
ἐπὶ τῇ ἀτιμίᾳ αὐτοῦ.
Σοφ. Σειρ. 22,1 Ο οκνηρός ομοιάζει με λίθον λερωμένον από
αηδείς ακαθαρσίας. Καθε άνθρωπος σφυρίζει με αποδοκιμασίαν δια τον εξευτελισμόν
αυτού.
Σοφ. Σειρ.
22,2 βολβίτῳ
κοπρίων συνεβλήθη ὀκνηρός, πᾶς ὁ ἀναιρούμενος αὐτὸν
ἐκτινάξει χεῖρα.
Σοφ. Σειρ. 22,2 Με σιχαμερήν κόπρον ομοιάζει ο οκνηρός.
Καθένας που σηκώνει αυτήν, θα τινάξη κατόπιν τα χέρια του. Ετσι θα συμβή και με
τον οκνηρόν.
Σοφ. Σειρ.
22,3 αἰσχύνη
πατρὸς ἐν γεννήσει ἀπαιδεύτου, θυγάτηρ δὲ ἐπ᾿
ἐλαττώσει γίνεται.
Σοφ. Σειρ. 22,3 Παιδί αμόρφωτον είναι εντροπή δια τον
πατέρα. Απαίδευτος δε κόρη γίνεται αφορμή, να μειώνεται η καλή φήμη του πατρός
της.
Σοφ. Σειρ.
22,4 θυγάτηρ
φρονίμη κληρονομήσει ἄνδρα αὐτῆς, καὶ ἡ καταισχύνουσα
εἰς λύπην γεννήσαντος·
Σοφ. Σειρ. 22,4 Η φρόνιμος κόρη θα κερδήση τον σύζυγόν
της· θυγάτηρ δέ, η οποία με την έλλειψιν μορφώσεως και την κακήν συμπεριφοράν
της προκαλεί εντροπήν, θα είναι λύπη δια τον πατέρα, που την εγέννησεν.
Σοφ. Σειρ.
22,5 πατέρα
καὶ ἄνδρα καταισχύνει ἡ θρασεῖα καὶ ὑπὸ
ἀμφοτέρων ἀτιμασθήσεται.
Σοφ. Σειρ. 22,5 Η αυθάδης και βάναυσος γυναίκα
κατεντροπιάζει τον πατέρα και τον σύζυγον· θα καταφρονηθή όμως και από τους
δύο.
Σοφ. Σειρ.
22,6 Μουσικὰ
ἐν πένθει ἄκαιρος διήγησις, μάστιγες δὲ καὶ παιδεία ἐν
παντὶ καιρῷ σοφίας.
Σοφ. Σειρ. 22,6 Η χαρμόσυνος μουσική εις καιρόν πένθους
είναι αταίριαστος· έτσι και η μακρά διήγησις εις ακατάλληλον χρόνον. Αι
παιδαγωγικαί όμως τιμωρίαι και η μόρφωσις είναι εις πάντα χρόνον συντελεστικαί σοφίας.
Σοφ. Σειρ.
22,7 συγκολλῶν
ὄστρακον ὁ διδάσκων μωρόν, ἐξεγείρων καθεύδοντα ἐκ
βαθέως ὕπνου.
Σοφ. Σειρ. 22,7 Οποιος διδάσκει άνθρωπον μωρόν, ομοιάζει
με εκείνον, που προσπαθεί να συγκολλήση τα θραύσματα ενός πηλίνου δοχείου·
ομοιάζει επίσης με εκείνον, ο οποίος προσπαθεί να εξυπνήση άνθρωπον που
κοιμάται βαθέως.
Σοφ. Σειρ.
22,8 διηγούμενος
νυστάζοντι ὁ διηγούμενος μωρῷ, καὶ ἐπὶ συντελείᾳ
ἐρεῖ, τί ἐστιν;
Σοφ. Σειρ. 22,8 Με άνθρωπον που διηγείται ιστορίας εις
κάποιον νυστάζοντα, ομοιάζει ο διδάσκαλος που διδάσκει μωρόν και, όταν τελειώση
την διδασκαλίαν του, ο μωρός θα του είπη· τι συμβαίνει;
Σοφ. Σειρ.
22,11 ἐπὶ
νεκρῷ κλαῦσον, ἐξέλιπε γὰρ φῶς, καὶ ἐπὶ
μωρῷ κλαῦσον, ἐξέλιπε γὰρ σύνεσις. ἥδιον κλαῦσον
ἐπὶ νεκρῷ, ὅτι ἀνεπαύσατο, τοῦ δὲ
μωροῦ ὑπὲρ θάνατον ἡ ζωὴ πονηρά.
Σοφ. Σειρ. 22,11 Κλαύσε δι' ένα νεκρόν, διότι εσβέσθη το
φως της ζωής· κλαύσε και δια τον μωρόν, διότι δεν υπάρχει εις αυτόν σύνεσις.
Ηπιώτερα κλαύσε δια τον νεκρόν, διότι επιτέλους αυτός ανεπαύθη από τας
ταλαιπωρίας της παρούσης ζωής. Η ζωή όμως του μωρού είναι χειροτέρα και από
αυτόν τον θάνατον.
Σοφ. Σειρ.
22,12 πένθος
νεκροῦ ἑπτὰ ἡμέραι, μωροῦ δὲ καὶ ἀσεβοῦς
πᾶσαι αἱ ἡμέραι τῆς ζωῆς αὐτοῦ.
Σοφ. Σειρ. 22,12 Το πένθος δι' ένα νεκρόν διαρκεί επτά
ημέρας, το πένθος όμως δι' ένα μωρόν διαρκεί όλας τας ημέρας της ζωής του.
Σοφ. Σειρ.
22,13 μετὰ
ἄφρονος μὴ πληθύνῃς λόγον, καὶ πρὸς ἀσύνετον
μὴ πορεύου· φύλαξαι ἀπ᾿ αὐτοῦ, ἵνα μὴ
κόπον ἔχῃς, καὶ οὐ μὴ μολυνθῇς ἐν τῷ
ἐντιναγμῷ αὐτοῦ· ἔκκλινον ἀπ᾿ αὐτοῦ
καὶ εὑρήσεις ἀνάπαυσιν καὶ οὐ μὴ ἀκηδιάσῃς
ἐν τῇ ἀπονοίᾳ αὐτοῦ.
Σοφ. Σειρ. 22,13 Με μωρόν και ασύνετον μη ανοίγης μακράς
συνομιλίας· και στο σπίτι απερίσκεπτου ανθρώπου μη πορευθής· φυλάξου από αυτόν
και την συναναστροφήν του, δια να μη κουρασθής ψυχικώς και δια να μη μολυνθής,
από όσα εκτινάσσονται από το στόμα του. Παραμέρισε και φύγε από αυτόν και έτσι
θα εύρης ανάπαυσιν· δεν θα αθυμήσης από τας ανοησίας του.
Σοφ. Σειρ.
22,14 ὑπὲρ
μόλυβδον τί βαρυνθήσεται; καὶ τί αὐτῷ ὄνομα ἀλλ᾿
ἢ μωρός;
Σοφ. Σειρ. 22,14 Τι υπάρχει βαρύτερον από τον μόλυβδον και
πως ονομάζεται; Ονομάζεται μωρός.
Σοφ. Σειρ.
22,15 ἄμμον
καὶ ἅλα καὶ βῶλον σιδήρου εὔκοπον ὑπενεγκεῖν
ἢ ἄνθρωπον ἀσύνετον. -
Σοφ. Σειρ. 22,15 Αμμον και αλάτι και όγκον σιδήρου είναι
ευκολώτερον να σηκώση κανείς στους ώμους του και να μεταφέρη, παρά να υποφέρη
ασύνετον άνθρωπον.
Σοφ. Σειρ.
22,16 Ἱμάντωσις
ξυλίνη ἐνδεδεμένη εἰς οἰκοδομὴν ἐν συσσεισμῷ
οὐ διαλυθήσεται· οὕτως καρδία ἐστηριγμένη ἐπὶ
διανοήματος βουλῆς ἐν καιρῷ οὐ δειλιάσει.
Σοφ. Σειρ. 22,16 Ξυλίνη δέσις εις μίαν οικοδομήν εις καιρόν
σεισμού δεν θα διαλυθή· ετσι και μία καρδία, εστηριγμένη εις ώριμον σοφήν
σκέψιν, δεν θα δειλιάση εις ώραν κινδύνου.
Σοφ. Σειρ.
22,17 καρδία
ἡδρασμένη ἐπὶ διανοίας συνέσεως ὡς κόσμος ψαμμωτὸς
τοίχου ξυστοῦ.
Σοφ. Σειρ. 22,17 Καρδία η οποία είναι στερεωμένη επάνω εις
συνετήν διάνοιαν, ομοιάζει με ωραίον στόλισμα αμμοκονιάματος επάνω εις ομαλόν
τοίχον.
Σοφ. Σειρ.
22,18 χάρακες
ἐπὶ μετεώρου κείμενοι κατέναντι ἀνέμου οὐ μὴ ὑπομείνωσιν·
οὕτως καρδία δειλὴ ἐπὶ διανοήματος μωροῦ
κατέναντι παντὸς φόβου οὐ μὴ ὑπομείνῃ.
Σοφ. Σειρ. 22,18 Φράκται από πασσάλους εις υψηλόν ακάλυπτον
μέρος δεν θα ανθέξουν εις την ορμήν των ανέμων· έτσι και η δειλή καρδία, που
στηρίζεται, εις τας σκέψεις ενός μωρού, δεν θα ανθέξη εις διαφόρους
επικινδύνους δυσκολίας.
Σοφ. Σειρ.
22,19 Ὁ
νύσσων ὀφθαλμὸν κατάξει δάκρυα, καὶ ὁ νύσσων καρδίαν ἐκφαίνει
αἴσθησιν.
Σοφ. Σειρ. 22,19 Εκείνος που κεντά τον οφθαλμόν του, θα
προκαλέση δάκρυα· όποιος όμως κεντά την καρδίαν του άλλου προκαλεί πόνον.
Σοφ. Σειρ.
22,20 βάλλων
λίθον ἐπὶ πετεινὰ ἀποσοβεῖ αὐτά, καὶ ὁ
ὀνειδίζων φίλον διαλύσει φιλίαν.
Σοφ. Σειρ. 22,20 Εκείνος που ρίπτει λίθον εναντίον των
πτηνών, τα τρομάζει και τα κάμνει να φεύγουν· όποιος υβρίζει τον φίλον του, θα
διαλύση την φιλίαν του με αυτόν.
Σοφ. Σειρ.
22,21 ἐπὶ
φίλον ἐὰν σπάσῃς ῥομφαίαν, μὴ ἀπελπίσῃς,
ἔστι γὰρ ἐπάνοδος·
Σοφ. Σειρ. 22,21 Εάν εις στιγμήν παραφοράς ανασύρης φανερά
την μάχαιραν εναντίον του φίλου σου, μη απελπισθής, διότι είναι δυνατή η
επανόρθωσις και αποκατάστασις της φιλίας.
Σοφ. Σειρ.
22,22 ἐπὶ
φίλον ἐὰν ἀνοίξῃς στόμα, μὴ εὐλαβηθῇς,
ἔστι γὰρ διαλλαγή· πλὴν ὀνειδισμοῦ καὶ
ὑπερηφανίας καὶ μυστηρίου ἀποκαλύψεως καὶ πληγῆς
δολίας, ἐν τούτοις ἀποφεύξεται πᾶς φίλος.
Σοφ. Σειρ. 22,22 Εάν ανοίξης το στόμα σου και καταφερθής
εναντίον του φίλου σου, μη φοβηθής, διότι είναι δυνατόν να υπάρξη συνδιαλλαγή
και συμφιλίωσις. Μονον εάν τον υβρίσης και φερθής προς αυτόν με υπερηφάνειαν
και φανερώσης τα μυστικά του και δολίως τον πληγώσης, τότε ο φίλος σου θα
απομακρυνθή οριστικώς από σέ.
Σοφ. Σειρ.
22,23 πίστιν
κτῆσαι ἐν πτωχείᾳ μετὰ τοῦ πλησίον, ἵνα ἐν
τοῖς ἀγαθοῖς αὐτοῦ ὁμοῦ πλησθῇς·
ἐν καιρῷ θλίψεως διάμενε αὐτῷ, ἵνα ἐν τῇ
κληρονομίᾳ αὐτοῦ συγκληρονομήσῃς.
Σοφ. Σειρ. 22,23 Απόκτησε και κράτησε την εμπιστοσύνην του
πλησίον σου εις περίοδον πτωχείας του, δια να χαρής έτσι και απολαύσης τα αγαθά
του εις περίοδον ευτυχίας του. Εις περίστασιν θλίψεως και ανάγκης του μένε
κοντά του, δια να έχης και συ κατόπιν μερίδιον εις τα αγαθά, τα οποία αργότερον
αυτός θα αποκτήση.
Σοφ. Σειρ.
22,24 πρὸ
πυρὸς ἀτμὶς καμίνου καὶ καπνός· οὕτως πρὸ
αἱμάτων λοιδορίαι.
Σοφ. Σειρ. 22,24 Από την φωτιά μιας καμίνου προηγείται ο
ατμός και ο καπνός. Ετσι και από τας φονικάς συμπλοκάς προηγούνται αι ύβρεις
και αι αντεγκλήσεις.
Σοφ. Σειρ.
22,25 φίλον
σκεπάσαι οὐκ αἰσχυνθήσομαι καὶ ἀπὸ προσώπου αὐτοῦ
οὐ μὴ κρυβῶ.
Σοφ. Σειρ. 22,25 Δεν θα εντραπώ να συγκαλύψω τας εκτροπάς του
φίλου μου και δεν θα κρυβώ, δια να μη αντικρύσω τυ πρόσωπόν του.
Σοφ. Σειρ.
22,26 καὶ
εἰ κακά μοι συμβῇ δι᾿ αὐτόν, πᾶς ὁ ἀκούων
φυλάξεται ἀπ᾿ αὐτοῦ. -
Σοφ. Σειρ. 22,26 Εάν δε και κάποιο κακόν μου συμβή εκ μέρους
αυτού, τότε κάθε άνθρωπος, ο οποίος θα πληροφορηθή το γεγονός, θα τον αποστροφή
και θα τον αποφύγη.
Σοφ. Σειρ.
22,27 Τίς
δώσει μοι ἐπὶ στόμα μου φυλακὴν καὶ ἐπὶ τῶν
χειλέων μου σφραγίδα πανοῦργον, ἵνα μὴ πέσω ἀπ᾿ αὐτῆς
καὶ ἡ γλῶσσά μου ἀπολέσῃ με;
Σοφ. Σειρ. 22,27 Ποιός θα βάλη ένα φρουρόν στο στόμα μου και
εις τα χείλη μου σφραγίδα διακρίσεως, δια να μη περιπέσω εις σφάλματα λόγων και
η γλώσσα μου γίνη αφορμή να καταστραφώ;
ΣΟΦΙΑ ΣΕΙΡΑΧ 23
Σοφ. Σειρ.
23,1 Κύριε,
πάτερ καὶ δέσποτα ζωῆς μου, μὴ ἐγκαταλίπῃς με ἐν
βουλῇ αὐτῶν, μὴ ἀφῇς με πεσεῖν ἐν
αὐτοῖς.
Σοφ. Σειρ. 23,1 Κυριε, Πατερ και Δέσποτα της ζωής μου,
μη επιτρέψης και μου ξεφύγουν ασύνετα λόγια και μη με αφήσης να πέσω θύμα
αυτών.
Σοφ. Σειρ.
23,2 τίς
ἐπιστήσει ἐπὶ τοῦ διανοήματός μου μάστιγας καὶ ἐπὶ
τῆς καρδίας μου παιδείαν σοφίας, ἵνα ἐπὶ τοῖς ἀγνοήμασί
μου μὴ φείσωνται καὶ οὐ μὴ παρῇ τὰ ἁμαρτήματα
αὐτῶν,
Σοφ. Σειρ. 23,2 Ποιός θα πάρη μαστίγιον εναντίον των
σκέψεών μου και ποιός θα δώση εις την καρδίαν μου διαπαιδαγώγησιν και μόρφωσιν
σοφίας, δια να μη δειχθούν αυταί επιεικείς, αλλά να ελέγξουν τα εξ αγνοίας
αμαρτήματά μου και να προλάβουν άλλα μεγαλύτερα αμαρτήματα;
Σοφ. Σειρ.
23,3 ὅπως
μὴ πληθύνωσιν αἱ ἄγνοιαί μου καὶ αἱ ἁμαρτίαι
μου πλεονάσωσι καὶ πεσοῦμαι ἔναντι τῶν ὑπεναντίων
καὶ ἐπιχαρεῖταί μοι ὁ ἐχθρός μου;
Σοφ. Σειρ. 23,3 Και δια να δράσουν ετσι ανασταλτικώς,
ώστε να μη αυξηθούν τα εξ αγνοίας αμαρτήματά μου, και αι αμαρτίαι μου να μη
πλεονάσουν, δια να μη πέσω ενώπιον των εχθρών μου και χαιρεκακήσουν εκείνοι δια
την πτώσιν μου;
Σοφ. Σειρ.
23,4 Κύριε,
πάτερ καὶ Θεὲ ζωῆς μου, μετεωρισμὸν ὀφθαλμῶν
μὴ δῷς μοι
Σοφ. Σειρ. 23,4 Κυριε, πάτερ και Θεέ της ζωής μου, μη
επιτρέψης να έχω οφθαλμούς υπερηφάνους και περιέργους.
Σοφ. Σειρ.
23,5 καὶ
ἐπιθυμίαν ἀπόστρεψον ἀπ᾿ ἐμοῦ·
Σοφ. Σειρ. 23,5 Απομάκρυνε δε από εμέ κάθε επιθυμίαν
κακήν.
Σοφ. Σειρ.
23,6 κοιλίας
ὄρεξις καὶ συνουσιασμὸς μὴ καταλαβέτωσάν με, καὶ
ψυχῇ ἀναιδεῖ μὴ παραδῷς με.
Σοφ. Σειρ. 23,6 Ας μη με καταλάβη και ας μη κυριαρχήση
επάνω μου η κοιλιοδουλεία και αι σαρκικαί επιθυμίαι του συνουσιασμού· μη με
παραδώσης εις την κυριαρχίαν αδιαντρόπου ψυχής.
ΠΑΙΔΕΙΑ ΣΤΟΜΑΤΟΣ
ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΙΣ
ΤΟΥ ΣΤΟΜΑΤΟΣ ΜΑΣ
Σοφ. Σειρ.
23,7 Παιδείαν
στόματος ἀκούσατε, τέκνα, καὶ ὁ φυλάσσων οὐ μὴ ἁλῷ.
Σοφ. Σειρ. 23,7 Παιδιά μου, ακούσατε λόγους μορφωτικούς
δια την γλώσσαν· εκείνος ο οποίος θα τους τηρήση, δεν θα κυριευθή από άκριτον
γλώσσαν.
Σοφ. Σειρ.
23,8 ἐν
τοῖς χείλεσιν αὐτοῦ καταληφθήσεται ἁμαρτωλός, καὶ
λοίδορος καὶ ὑπερήφανος σκανδαλισθήσονται ἐν αὐτοῖς.
Σοφ. Σειρ. 23,8 Από τα λόγια του στόματός του
συλλαμβάνεται ο αμαρτωλός, ο δε υβριστής και υπερήφανος πάλιν εξ αιτίας των
λόγων του θα σκοντάψη και θα πέση.
Σοφ. Σειρ.
23,9 ὅρκῳ
μὴ ἐθίσῃς τὸ στόμα σου καὶ ὀνομασίᾳ
τοῦ ἁγίου μὴ συνεθισθῇς·
Σοφ. Σειρ. 23,9 Μη συνηθίσης το στόμα σου στους όρκους
ούτε και να προφέρης το όνομα του αγίου Θεού.
Σοφ. Σειρ.
23,10 ὥσπερ
γὰρ οἰκέτης ἐξεταζόμενος ἐνδελεχῶς ἀπὸ
μώλωπος οὐκ ἐλαττωθήσεται, οὕτως καὶ ὁ ὀμνύων
καὶ ὀνομάζων διαπαντὸς ἀπὸ ἁμαρτίας οὐ
μὴ καθαρισθῇ.
Σοφ. Σειρ. 23,10 Οπως ένας δούλος, ο οποίος βρίσκεται
πάντοτε κάτω από το βλέμμα και την εξέτασιν του κυρίου του, δεν θα διαφύγη τους
ραβδιαμούς δια τα σφάλματά του, έτσι και εκείνος, ο οποίος ορκίζεται και έχει
πάντοτε στο στόμα του το όνομα του Θεού, δεν απαλλάσσεται από την εύθυνην της
αμαρτίας αυτής.
Σοφ. Σειρ.
23,11 ἀνὴρ
πολύορκος πλησθήσεται ἀνομίας, καὶ οὐκ ἀποστήσεται ἀπὸ
τοῦ οἴκου αὐτοῦ μάστιξ· ἐὰν πλημμελήσῃ,
ἁμαρτία αὐτοῦ ἐπ᾿ αὐτῷ, κἂν ὑπερίδῃ,
ἥμαρτε δισσῶς· καὶ εἰ διακενῆς ὤμοσεν,
οὐ δικαιωθήσεται, πλησθήσεται γὰρ ἐπαγωγῶν ὁ οἶκος
αὐτοῦ. -
Σοφ. Σειρ. 23,11 Ανθρωπος, ο οποίος κάμνει πολλούς όρκους,
θα γεμίση από παρανομίας και από το σπίτι του δεν θα λείψη ποτέ η μάστιξ των
θλίψεων. Εάν περιπέση στο αμάρτημα των πολλών ορκών, επάνω του θα πέση η ενοχή.
Εάν δε αδιαφορήση δια τον όρκον, αμαρτάνει δύο φοράς. Εάν δε εν γνώσει ορκισθή
ψευδώς, δεν θα εύρη καμμίαν δικαίωσιν και συγχώρησιν. Το δε σπίτι του θα γεμίση
από τιμωρίας και συμφοράς.
Σοφ. Σειρ.
23,12 Ἔστι
λέξις ἀντιπεριβεβλημένη θανάτῳ, μὴ εὑρεθήτω ἐν
κληρονομίᾳ Ἰακώβ· ἀπὸ γὰρ εὐσεβῶν
ταῦτα πάντα ἀποστήσεται, καὶ ἐν ἁμαρτίαις οὐκ
ἐγκυλισθήσονται.
Σοφ. Σειρ. 23,12 Υπάρχουν τόσον βαρείαι και βλάσφημοι
φράσεις, αι οποίαι επισύρουν ως ποινήν τον θάνατον. Τέτοιες φράσεις επ' ουδενί
λόγω δεν πρέπει να υπάρχουν μεταξύ των απογόνων του Ιακώβ. Ολαι αυταί πρέπει να
αποφεύγωνται επιμελώς από τους ευσεβείς ανθρώπους, ώστε να μη κυλίωνται αυτοί
μέσα στον βόρβορον των φοβερών αυτών αμαρτιών.
Σοφ. Σειρ.
23,13 ἀπαιδευσίαν
ἀσυρῆ μὴ συνεθίσῃς τὸ στόμα σου, ἔστι γὰρ
ἐν αὐτῇ λόγος ἁμαρτίας.
Σοφ. Σειρ. 23,13 Μη συνηθίσης το στόμα σου εις αναισχύντους
λόγους, διότι μέσα εις αυτούς υπάρχουν πάντοτε φράσεις αμαρτωλαί.
Σοφ. Σειρ.
23,14 μνήσθητι
πατρὸς καὶ μητρός σου, ἀνὰ μέσον γὰρ μεγιστάνων
συνεδρεύεις· μήποτ᾿ ἐπιλάθῃ ἐνώπιον αὐτῶν
καὶ τῷ ἐθισμῷ σου μωρανθῇς καὶ θελήσεις εἰ
μὴ ἐγεννήθης καὶ τὴν ἡμέραν τοῦ τοκετοῦ
σου καταράσῃ.
Σοφ. Σειρ. 23,14 Να ενθυμήσαι πάντοτε τον πατέρα σου και την
μητέρα σου και τας συμβουλάς, που σου έχουν δώσει, και όταν κάθησαι εν μέσω των
αρχόντων. Πρόσεξε μη λησμονήσης ενώπιον αυτών των αρχόντων τους γονείς σου και
με την συνήθειαν της αδιακρίτου σου γλώσσης αποβλακωθής. Τοτε ίσως θα είπης,
ότι θα ήθελες να μη είχες γεννηθή και ενδεχομένως να καταρασθής την ημέραν της
γεννήσεώς σου.
Σοφ. Σειρ.
23,15 ἄνθρωπος
συνεθιζόμενος λόγοις ὀνειδισμοῦ ἐν πάσαις ταῖς ἡμέραις
αὐτοῦ οὐ μὴ παιδευθῇ.
Σοφ. Σειρ. 23,15 Ανθρωπος, ο οποίος έχει συνηθίσει να
εκστομίζη υβριστικούς και εμπαικτικούς λόγους όλας τας ημέρας της ζωής του, δεν
είναι δυνατόν να μορφωθή και προοδεύση.
Σοφ. Σειρ.
23,16 Δύο
εἴδη πληθύνουσιν ἁμαρτίας, καὶ τὸ τρίτον ἐπάξει ὀργήν·
Σοφ. Σειρ. 23,16 Δυο είδη ανθρώπων πολλαπλασιάζουν συνεχώς
τας αμαρτίας των και το τρίτον είδος εφελκύει επάνω του την οργήν του Θεού.
Σοφ. Σειρ.
23,17 ψυχὴ
θερμὴ ὡς πῦρ καιόμενον, οὐ μὴ σβεσθῇ ἕως
ἂν καταποθῇ· ἄνθρωπος πόρνος ἐν σώματι σαρκὸς
αὐτοῦ, οὐ μὴ παύσηται ἕως ἂν ἐκκαύσῃ
πῦρ· ἀνθρώπω πόρνῳ πᾶς ἄρτος ἡδύς, οὐ
μὴ κοπάσῃ ἕως ἂν τελευτήσῃ.
Σοφ. Σειρ. 23,17 Ψυχή θερμαινομένη από το πάθος γίνεται ως
καιομένη φωτιά και η φωτιά αυτή δεν θα σβήση, έως ότου κατακαή εξ ολοκλήρου η
ψυχή. Ανθρωπος ο οποίος αμαρτάνει επάνω εις αυτό τούτο το σώμα του, δεν θα
σταματήση διαπράττων την αμαρτίαν, έως ότου το πυρ της απωλείας τον κατακαύση.
Δια τον πορνεύοντα άνθρωπον κάθε σαρξ είναι γλυκεία προς απόλαυσιν. Δεν θα σταματήση
την αμαρτίαν του μέχρι και του θανάτου του.
Σοφ. Σειρ.
23,18 ἄνθρωπος
παραβαίνων ἀπὸ τῆς κλίνης αὐτοῦ, λέγων ἐν τῇ
ψυχῇ αὐτοῦ· τίς με ὁρᾷ; σκότος κύκλῳ
μου, καὶ οἱ τοῖχοί με καλύπτουσι, καὶ οὐθείς με ὁρᾷ·
τί εὐλαβοῦμαι; τῶν ἁμαρτιῶν μου οὐ μὴ
μνησθήσεται ὁ Ὕψιστος.
Σοφ. Σειρ. 23,18 Ανθρωπος, ο οποίος μολύνει την συζυγικήν
του κλίνην, λέγει εσωτερικώς· ποιός με βλέπει αμαρτάνοντα; Σκοτάδι υπάρχει
ολόγυρά μου και οι τοίχοι με σκεπάζουν· κανείς λοιπόν δεν με βλέπει· τι
φοβούμαι; Ο Υψιστος δεν θα ενθυμηθή τας αμαρτίας μου.
Σοφ. Σειρ.
23,19 καὶ
ὀφθαλμοὶ ἀνθρώπων ὁ φόβος αὐτοῦ, καὶ
οὐκ ἔγνω ὅτι ὀφθαλμοὶ Κυρίου μυριοπλασίως ἡλίου
φωτεινότεροι, ἐπιβλέποντες πάσας ὁδοὺς ἀνθρώπων καὶ
κατανοοῦντες εἰς ἀπόκρυφα μέρη.
Σοφ. Σειρ. 23,19 Το μόνον που αυτός φοβείται είναι οι
οφθαλμοί των ανθρώπων. Δεν έμαθεν όμως ότι οι οφθαλμοί του Κυρίου είναι
απειροπλασίως φωτεινότεροι από τον ήλιον, επιβλέπουν εις όλους τους δρόμους της
ζωής των ανθρώπων και έχουν γνώσιν όλων των αμαρτιών, τας οποίας και εις τα
πλέον απόκρυφα μέρη διαπράττουν οι άνθρωποι.
Σοφ. Σειρ.
23,20 πρὶν
ἢ κτισθῆναι τὰ πάντα, ἔγνωσται αὐτῷ, οὕτως
καὶ μετὰ τὸ συντελεσθῆναι.
Σοφ. Σειρ. 23,20 Πριν δημιουργηθούν τα σύμπαντα ήσαν όλα
γνωστά στον Θεόν. Ετσι και μετά την δημιουργίαν των αυτός τα πάντα επιβλέπει
και γνωρίζει.
Σοφ. Σειρ.
23,21 οὗτος
ἐν πλατείαις πόλεως ἐκδικηθήσεται, καὶ οὗ οὐχ ὑπενόησεν
πιασθήσεται. -
Σοφ. Σειρ. 23,21 Αυτός ο πόρνος εις τας κοσμοβριθείς
πλατείας της πόλεως θα τιμωρηθή και εκεί, όπου δεν υπωπτεύετο τον κίνδυνον, θα
συλληφθή επ' αυτοφώρω.
Σοφ. Σειρ.
23,22 Οὕτως
καὶ γυνὴ καταλιποῦσα τὸν ἄνδρα καὶ παριστῶσα
κληρονόμον ἐξ ἀλλοτρίου·
Σοφ. Σειρ. 23,22 Ετσι θα τιμωρηθή και η γυναίκα, η οποία έχει
εγκαταλείψει τον άνδρα της και έφερεν στον κόσμον παιδί από ξένον άνδρα.
Σοφ. Σειρ.
23,23 πρῶτον
μὲν γὰρ ἐν νόμῳ Ὑψίστου ἠπείθησε, καὶ
δεύτερον εἰς ἄνδρα ἑαυτῆς ἐπλημμέλησε, καὶ
τὸ τρίτον ἐν πορνείᾳ ἐμοιχεύθη, ἐξ ἀλλοτρίου
ἀνδρὸς τέκνα παρέστησεν.
Σοφ. Σειρ. 23,23 Αυτή πρώτον μεν παρήκουσε τον νόμον του
Υψίστου, δεύτερον ημάρτησεν απέναντι του συζύγου της και τρίτον διέπραξε
μοιχείαν και απέκτησε τέκνα από άλλον άνδρα.
Σοφ. Σειρ.
23,24 αὕτη
εἰς ἐκκλησίαν ἐξαχθήσεται, καὶ ἐπὶ τὰ
τέκνα αὐτῆς ἐπισκοπὴ ἔσται.
Σοφ. Σειρ. 23,24 Αυτή βιαίως θα οδηγηθή έξω από την οικίαν
της και θα παρουσιασθή ενώπιον του λαού, δια να δικασθή· αλλά και τα τέκνα της
θα συναντήσουν δοκιμασίας εις την ζωήν των.
Σοφ. Σειρ.
23,25 οὐ
διαδώσουσι τὰ τέκνα αὐτῆς εἰς ῥίζαν, καὶ οἱ
κλάδοι αὐτῆς οὐ δώσουσι καρπόν.
Σοφ. Σειρ. 23,25 Τα τέκνα αυτής δεν θα απλώσουν τας ρίζας των
και δεν θα ριζοβολήσουν. Και οι κλάδοι της δεν θα αποφέρουν καρπόν, δεν θα
αφήσουν απογόνους.
Σοφ. Σειρ.
23,26 καταλείψει
εἰς κατάραν τὸ μνημόσυνον αὐτῆς, καὶ τὸ ὄνειδος
αὐτῆς οὐκ ἐξαλειφθήσεται.
Σοφ. Σειρ. 23,26 Θα αφήση κατηραμένην ανάμνησιν και η καταισχύνη
της ποτέ δεν θα εξαλειφθή.
Σοφ. Σειρ.
23,27 καὶ
ἐπιγνώσονται οἱ καταλειφθέντες ὅτι οὐθὲν κρεῖττον
φόβου Κυρίου καὶ οὐθὲν γλυκύτερον τοῦ προσέχειν ἐντολαῖς
Κυρίου.
Σοφ. Σειρ. 23,27 Ετσι δε θα διδαχθούν από τα πράγματα και θα
μάθουν οι υπόλοιποι άνθρωποι, ότι δεν υπάρχει τίποτε καλύτερον από τον σεβασμόν
και την ευλάβειαν προς τον Κυριον· και τίποτε γλυκύτερον, από το να προσέχη και
να τηρή κανείς τας εντολάς του Κυρίου.
ΣΟΦΙΑ ΣΕΙΡΑΧ 24
Σοφ. Σειρ.
24,1 ΑΙΝΕΣΙΣ
ΣΟΦΙΑΣ. - Ἡ σοφία αἰνέσει ψυχὴν αὐτῆς καὶ ἐν
μέσῳ λαοῦ αὐτῆς καυχήσεται.
Σοφ. Σειρ. 24,1 ΕΓΚΩΜΙΟΝ ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΣΟΦΙΑΝ. - Η σοφία θα
επαινέση τον εαυτόν της και εν μέσω του λαού θα δοξασθή.
Σοφ. Σειρ.
24,2 ἐν
ἐκκλησίᾳ Ὑψίστου στόμα αὐτῆς ἀνοίξει καὶ
ἔναντι δυνάμεως αὐτοῦ καυχήσεται·
Σοφ. Σειρ. 24,2 Εις συγκέντρωσιν πιστών εν ονόματι του
Κυρίου θα ανοίξη το στόμα της και ενώπιον των θείων δυνάμεων θα εγκωμιασθή.
Σοφ. Σειρ.
24,3 ἐγὼ
ἀπὸ στόματος Ὑψίστου ἐξῆλθον, καὶ ὡς ὁμίχλη
κατεκάλυψα γῆν·
Σοφ. Σειρ. 24,3 Εγώ, θα είπη, έχω βγη από στόμα του
Υψίστου Θεού και ωσάν ομίχλη εσκεπασα ολόκληρον την γην.
Σοφ. Σειρ.
24,4 ἐγὼ
ἐν ὑψηλοῖς κατεσκήνωσα, καὶ ὁ θρόνος μου ἐν
στύλῳ νεφέλης·
Σοφ. Σειρ. 24,4 Εγώ έχω κατασκηνώσει εις τα ύψη του
ουρανού και ο θρόνος μου είναι επάνω εις στύλον νεφέλης.
Σοφ. Σειρ.
24,5 γῦρον
οὐρανοῦ ἐκύκλωσα μόνη καὶ ἐν βάθει ἀβύσσων
περιεπάτησα·
Σοφ. Σειρ. 24,5 Τον ουράνιον θόλον εγώ μόνη περιήλθον και
εις τα βάθη των θαλασσών μόνη εγώ περιεπάτησα.
Σοφ. Σειρ.
24,6 ἐν
κύμασι θαλάσσης καὶ ἐν πάσῃ τῇ γῇ καὶ ἐν
παντὶ λαῷ καὶ ἔθνει ἐκτησάμην.
Σοφ. Σειρ. 24,6 Επάνω εις τα κύματα της θαλάσσης και εις
όλην την γην και εις κάθε λαόν και έθνος εγώ εβασίλευσα.
Σοφ. Σειρ.
24,7 μετὰ
τούτων πάντων ἀνάπαυσιν ἐζήτησα καὶ ἐν κληρονομίᾳ
τίνος αὐλισθήσομαι.
Σοφ. Σειρ. 24,7 Ανάμεσα εις όλους τούτους τους λαούς και
τα έθνη εζήτησα κατοικίαν προς ανάπαυσίν μου. Ανεζήτησα εις ποίου την χώραν θα
εγκατασταθώ.
Σοφ. Σειρ.
24,8 τότε
ἐνετείλατό μοι ὁ κτίστης ἁπάντων, καὶ ὁ κτίσας με
κατέπαυσε τὴν σκηνήν μου καὶ εἶπεν· ἐν Ἰακὼβ
κατασκήνωσον καὶ ἐν Ἰσραὴλ κατακληρονομήθητι.
Σοφ. Σειρ. 24,8 Τοτε μου έδωσε την εντολήν ο Δημιουργός
του σύμπαντος. Αυτός ο οποίος εμέ εδημιούργησεν, εστερέωσε την σκηνήν της
αναπαύσεώς μου και μου είπε· Θα κατοικήσης στον λαόν Ιακώβ, πάρε ως ιδιοκτησίαν
σου την χώραν του Ισραήλ.
Σοφ. Σειρ.
24,9 πρὸ
τοῦ αἰῶνος ἀπ᾿ ἀρχῆς ἔκτισέ με,
καὶ ἕως αἰῶνος οὐ μὴ ἐκλίπω.
Σοφ. Σειρ. 24,9 Προ πάντων των αιώνων και προ πάσης αρχής
με εδημιούργησε και δεν θα παύσω να υπάρχω αιωνίως.
Σοφ. Σειρ.
24,10 ἐν
σκηνῇ ἁγίᾳ ἐνώπιον αὐτοῦ ἐλειτούργησα
καὶ οὕτως ἐν Σιὼν ἐστηρίχθην·
Σοφ. Σειρ. 24,10 Εις την αγίαν Σκηνήν του Μαρτυρίου ενώπιον
αυτού εγώ ελειτούργησα και έτσι εστερέωσα μόνιμον την κατοικίαν μου ειςτήν
Ιερουσαλήμ.
Σοφ. Σειρ.
24,11 ἐν
πόλει ἠγαπημένῃ ὁμοίως με κατέπαυσε, καὶ ἐν Ἱερουσαλὴμ
ἡ ἐξουσία μου·
Σοφ. Σειρ. 24,11 Αυτός ο ίδιος με εγκατέστησε με πάσαν
άνεσιν εις την αγαπημένην του πόλιν και έτσι εις την Ιερουσαλήμ υπάρχει ο
θρόνος και η εξουσία μου.
Σοφ. Σειρ.
24,12 καὶ
ἐῤῥίζωσα ἐν λαῷ δεδοξασμένῳ, ἐν
μερίδι Κυρίου κληρονομίας αὐτοῦ.
Σοφ. Σειρ. 24,12 Ερριζοβόλησα εις ένα ένδοξον λαόν εις
ιδιοκτησίαν του Κυρίου εις την ιδικήν του κληρονομίαν.
Σοφ. Σειρ.
24,13 ὡς
κέδρος ἀνυψώθην ἐν τῷ Λιβάνῳ καὶ ὡς
κυπάρισσος ἐν ὄρεσιν Ἀερμών·
Σοφ. Σειρ. 24,13 Ανυψώθην και εμεγαλύνθην, όπως ανυψώνεται μεγαλοπρεπής
η κέδρος στον Λιβανον, και όπως η κυπάρισσος εις τα όρη Αερμών.
Σοφ. Σειρ.
24,14 ὡς
φοῖνιξ ἀνυψώθην ἐν αἰγιαλοῖς καὶ ὡς
φυτὰ ῥόδου ἐν Ἱεριχώ, ὡς ἐλαία εὐπρεπὴς
ἐν πεδίῳ, καὶ ἀνυψώθην ὡς πλάτανος.
Σοφ. Σειρ. 24,14 Ανυψώθην μεγαλοπρεπής, όπως ο φοίνιξ εις
τας παραλίους περιοχάς, όπως αι τριανταφυλλέαι εις την Ιεριχώ, όπως η ωραιοτάτη
ελαία εις τας πεδιάδας. Ανυψώθην μεγαλοπρεπής ωσάν πλάτανος.
Σοφ. Σειρ.
24,15 ὡς
κιννάμωμον καὶ ἀσπάλαθος ἀρωμάτων δέδωκα ὀσμὴν καὶ
ὡς σμύρνα ἐκλεκτὴ διέδωκα εὐωδίαν, ὡς χαλβάνη καὶ
ὄνυξ καὶ στακτὴ καὶ ὡς λιβάνου ἀτμὶς ἐν
σκηνῇ.
Σοφ. Σειρ. 24,15 Οπως η εύοσμος κανέλλα και ο αρωματικός
ασπάλαθος έδωσα και δίδω εγώ την ευωδίαν. Και όπως η εκλεκτή σμύρνα,
διασκορπίζω το άρωμα· όπως η χαλβάνη και ο όνυξ και η στακτή και το θυμίαμα του
λιβανιού εις την Σκηνήν του Μαρτυρίου.
Σοφ. Σειρ.
24,16 ἐγὼ
ὡς τερέμινθος ἐξέτεινα κλάδους μου, καὶ οἱ κλάδοι μου
κλάδοι δόξης καὶ χάριτος.
Σοφ. Σειρ. 24,16 Εγώ ήπλωσα τους κλάδους μου ωσάν την
τερέμινθον και αυτοί οι κλάδοι μου είναι κλάδοι δόξης και χάριτος.
Σοφ. Σειρ.
24,17 ἐγὼ
ὡς ἄμπελος βλαστήσασα χάριν, καὶ τὰ ἄνθη μου καρπὸς
δόξης καὶ πλούτου.
Σοφ. Σειρ. 24,17 'Εγω, όπως η θαλλερή άμπελος που βλαστάνει
ωραίους και καρποφόρους τους κλάδους της, έχω άνθη, τα οποία καρποφορούν δόξαν
και πλούτον.
Σοφ. Σειρ.
24,18 [ἐγὼ
μήτηρ τῆς ἀγαπήσεως τῆς καλῆς, καὶ φόβου καὶ
γνώσεως καὶ τῆς ὁσίας ἐλπίδος, δίδομαι οὖν πᾶσι
τοῖς τέκνοις μου, ἀειγενὴς τοῖς λεγομένοις ὑπ᾿
αὐτοῦ].
Σοφ. Σειρ. 24,18 Εγώ είμαι η μητέρα της πλέον αγνής και
αδόλου αγάπης, του θείου φόβου και της υγιούς γνώσεως και της αγίας ελπίδος.
Εγώ χαρίζομαι υπό του Θεού εις όλα τα τέκνα μου, πάντοτε υπάρχουσα εις τα λόγια
του Θεού.
Σοφ. Σειρ.
24,19 προσέλθετε
πρός με οἱ ἐπιθυμοῦντές μου, καὶ ἀπὸ τῶν
γεννημάτων μου ἐμπλήσθητε·
Σοφ. Σειρ. 24,19 Ελάτε, λοιπόν, προς εμέ όλοι σεις οι οποίοι
επιθυμείτε να με αποκτήσετε, και χορτάσατε από τους καρπούς μου.
Σοφ. Σειρ.
24,20 τὸ
γὰρ μνημόσυνόν μου ὑπὲρ τὸ μέλι γλυκύ, καὶ ἡ
κληρονομία μου ὑπὲρ μέλιτος κηρίον.
Σοφ. Σειρ. 24,20 Και μόνη η σκέψις και ανάμνησίς σας περί
εμού είναι γλυκυτέρα από το μέλι και η απόκτησίς μου είναι ανωτέρα από την
απόκτησιν κηρήθρας.
Σοφ. Σειρ.
24,21 οἱ
ἐσθίοντές με ἔτι πεινάσουσι, καὶ οἱ πίνοντές με ἔτι
διψήσουσιν.
Σοφ. Σειρ. 24,21 Εκείνοι οι οποίοι με τρώγουν, θα έχουν
ακόμη όρεξιν και πείναν δι' εμέ· και εκείνοι οι οποίοι θα με πίνουν θα διψούν
πάλιν δι' εμέ.
Σοφ. Σειρ.
24,22 ὁ
ὑπακούων μου οὐκ αἰσχυνθήσεται, καὶ οἱ ἐργαζόμενοι
ἐν ἐμοὶ οὐχ ἁμαρτήσουσι.
Σοφ. Σειρ. 24,22 Οποιος με προσέχει και υπακούει στους λόγους
μου, ποτέ δεν θα εντροπιασθή· και όσοι εργάζονται υπό την έμπνευσίν μου, δεν θα
περιπέσουν εις σφάλματα.
Σοφ. Σειρ.
24,23 ταῦτα
πάντα βίβλος διαθήκης Θεοῦ Ὑψίστου, νόμον ὃν ἐνετείλατο
ἡμῖν Μωυσῆς κληρονομίαν συναγωγαῖς Ἰακώβ.
Σοφ. Σειρ. 24,23 Ολα αυτά είναι η Βιβλος της Διαθήκης Θεού
του Υψίστου· ο Νομος, τον οποίον διέταξεν εις ημάς ο Μωϋσής, η ιερά κληρονομία
στους λαούς του Ισραήλ.
Σοφ. Σειρ.
24,24 [μὴ
ἐκλύεσθε ἰσχὺν ἐν Κυρίῳ, κολλᾶσθε δὲ
πρὸς αὐτόν, ἵνα κραταιώσῃ ὑμᾶς, Κύριος
παντοκράτωρ Θεὸς μόνος ἐστί, καὶ οὐκ ἔστιν ἔτι
πλὴν αὐτοῦ σωτήρ].
Σοφ. Σειρ. 24,24 Μη παραλύετε και μη χάνετε την δύναμίν σας
ενώπιον του Κυρίου, αλλά προσκολληθήτε εις αυτόν, δια να σας ενισχύση, διότι ο
Κυριος είναι ο μόνος παντοκράτωρ Θεός, και κανείς άλλος σωτήρ πλην αυτού δεν
υπάρχει.
Σοφ. Σειρ.
24,25 ὁ
πιμπλῶν ὡς Φεισὼν σοφίαν καὶ ὡς Τίγρις ἐν ἡμέραις
νέων,
Σοφ. Σειρ. 24,25 Αυτός κάμνει να πλημμυρίζη η σοφία, όπως τα
ύδατα του ποταμού Φεισών και όπως τα ύδατα του Τιγρητος κατά την εποχήν των
νέων καρπών.
Σοφ. Σειρ.
24,26 ὁ
ἀναπληρῶν ὡς Εὐφράτης σύνεσιν καὶ ὡς Ἰορδάνης
ἐν ἡμέραις θερισμοῦ,
Σοφ. Σειρ. 24,26 Αυτός, που υπερεκχειλίζει την γνώσιν και την
σοφίαν, όπως ο Ευφράτης τα ύδατά του και όπως ο Ιορδάνης κατά την περίοδον του
θερισμού.
Σοφ. Σειρ.
24,27 ὁ
ἐκφαίνων ὡς φῶς παιδείαν, ὡς Γηὼν ἐν ἡμέραις
τρυγητοῦ.
Σοφ. Σειρ. 24,27 Αυτός που αποστέλλει ωσάν ολόλαμπρον φως την
υγιά μόρφωσιν, όπως ο Γηών τα πλούσια νερά του εις περίοδον τρυγητού.
Σοφ. Σειρ.
24,28 οὐ
συνετέλεσεν ὁ πρῶτος γνῶναι αὐτήν, καὶ οὕτως
ὁ ἔσχατος οὐκ ἐξιχνίασεν αὐτήν·
Σοφ. Σειρ. 24,28 Ούτε ο πρώτος άνθρωπος εγνώρισεν εις βάθος
και πλάτος την θείαν σοφίαν, ούτε και ο τελευταίος θα εξιχνιάση ποτέ αυτήν.
Σοφ. Σειρ.
24,29 ἀπὸ
γὰρ θαλάσσης ἐπληθύνθη διανόημα αὐτῆς καὶ ἡ
βουλὴ αὐτῆς ἀπὸ ἀβύσσου μεγάλης.
Σοφ. Σειρ. 24,29 Αι υψηλαί αλήθειαι της θείας σοφίας είναι
περισσότεραι από τα ύδατα της θαλάσσης, και αι αναρίθμητοι σομβουλαί της, ως
εάν προσέρχωνται από απέραντον ωκεανόν.
Σοφ. Σειρ.
24,30 κἀγὼ
ὡς διῶρυξ ἀπὸ ποταμοῦ καὶ ὡς ὑδραγωγὸς
ἐξῆλθον εἰς παράδεισον·
Σοφ. Σειρ. 24,30 Εγώ, η σοφία, είμαι ωσάν πλουσία διώρυξ
ύδατος από κάποιον ποταμόν και σαν υδραγωγός, ο οποίος εξήλθα, δια να ποτίσω
τον κήπον.
Σοφ. Σειρ.
24,31 εἶπα·
ποτιῶ μου τὸν κῆπον καὶ μεθύσω μου τὴν
πρασιάν· καὶ ἰδοὺ ἐγένετό μοι ἡ διῶρυξ
εἰς ποταμόν, καὶ ὁ ποταμός μου ἐγένετο εἰς
θάλασσαν.
Σοφ. Σειρ. 24,31 Είπα, θα ποτίσω τον κήπον μου, θα μεθύσω με
τα άφθονα ύδατά μου τας πρασιάς· και ιδού ότι η διώρυξ έγινε ποταμός και ο
ποταμός έγινε θάλασσα.
Σοφ. Σειρ.
24,32 ἔτι
παιδείαν ὡς ὄρθρον φωτιῶ καὶ ἐκφανῶ αὐτὰ
ἕως εἰς μακράν·
Σοφ. Σειρ. 24,32 Απλώνω ακόμη την μόρφωσιν όπως διαχέεται το
ορθρινόν φως, και θα φανερώσω τα σοφά αυτής διδάγματα έως στον πλέον μακρυνόν
κόσμον.
Σοφ. Σειρ.
24,33 ἔτι
διδασκαλίαν ὡς προφητείαν ἐκχεῶ καὶ καταλείψω αὐτὴν
εἰς γενεὰς αἰώνων.
Σοφ. Σειρ. 24,33 Διαχύνω την διδασκαλίαν μου ως
σπουδαιότατον κήρυγμα του Θεού, και θα κληροδοτήσω αυτήν εις τας δια μέσου των
αιώνων γενεάς των ανθρώπων.
Σοφ. Σειρ.
24,34 ἴδετε
ὅτι οὐκ ἐμοὶ μόνῳ ἐκοπίασα, ἀλλὰ
πᾶσι τοῖς ἐκζητοῦσιν αὐτήν.
Σοφ. Σειρ. 24,34 Προσέξατε, εγώ που γράφω αυτά τα σχετικά με
την σοφίαν, δεν εκοπίασα μόνον δια τον εαυτόν μου, αλλά και δι' όλους εκείνους,
οι οποίοι αναζητούν και θέλουν να εύρουν την σοφίαν.
ΣΟΦΙΑ ΣΕΙΡΑΧ 25
Σοφ. Σειρ.
25,1 Ἐν
τρισὶν ὡραΐσθην καὶ ἀνέστην ὡραία ἔναντι
Κυρίου καὶ ἀνθρώπων· ὁμόνοια ἀδελφῶν, καὶ
φιλία τῶν πλησίον, καὶ γυνὴ καὶ ἀνὴρ ἑαυτοῖς
συμπεριφερόμενοι.
Σοφ. Σειρ. 25,1 Τρία πράγματά με στολίζουν κατά τρόπον
ωραίον, και ωραία παρουσιάζομαι ενώπιον Θεού και ανθρώπων. Πρώτον· ομόνοια
μεταξύ των αδελφών. Δεύτερον· φιλία μεταξύ των φίλων και των γειτόνων. Τρίτον·
καλή συμπεριφορά των συζύγων μεταξύ των.
Σοφ. Σειρ.
25,2 τρία
δὲ εἴδη ἐμίσησεν ἡ ψυχή μου καὶ προσώχθισα σφόδρα
τῇ ζωῇ αὐτῶν· πτωχὸν ὑπερήφανον, καὶ
πλούσιον ψεύστην, γέροντα μοιχὸν ἐλαττούμενον συνέσει. -
Σοφ. Σειρ. 25,2 Τρεις τάξεις ανθρώπων εμίσησεν η ψυχή μου
και εδυσφόρησα πάρα πολύ δια την ύπαρξίν των. Πτωχόν υπερήφανον, πλούσιον
ψεύστην, και γέροντα μοιχόν, ο οποίος συνεχώς χάνει την ορθοφροσύνην του.
Σοφ. Σειρ.
25,3 Ἐν
νεότητι οὐ συναγήοχας, καὶ πῶς ἂν εὕροις ἐν
τῷ γήρᾳ σου;
Σοφ. Σειρ. 25,3 Εφ' όσον κατά την νεότητά σου δεν
απεθησαύρισες σοφίαν και σύνεσιν, πως θα την έχης κατά τα γηρατεία σου;
Σοφ. Σειρ.
25,4 ὡς
ὡραῖον πολιαῖς κρίσις καὶ πρεσβυτέροις ἐπιγνῶναι
βουλήν.
Σοφ. Σειρ. 25,4 Ποσον ωραίον είναι δια κεφαλάς, που έχουν
κάτασπρα μαλλιά, η ορθοφροσύνη, και δια τους πρεσβυτέρους κατά την ηλικίαν να
γνωρίζουν και να δίδουν καλάς συμβουλάς!
Σοφ. Σειρ.
25,5 ὡς
ὡραία γερόντων σοφία καὶ δεδοξασμένοις διανόημα καὶ βουλή.
Σοφ. Σειρ. 25,5 Ποσον ωραία και ταιριαστή είναι η σοφία
δια τους γέροντας, εις δε τους μεγάλους και δοξασμένους επί της γης η ορθή
σκέψις και συμβουλή!
Σοφ. Σειρ.
25,6 στέφανος
γερόντων πολυπειρία, καὶ τὸ καύχημα αὐτῶν φόβος Κυρίου.
-
Σοφ. Σειρ. 25,6 Ωραίος ταιριαστός στέφανος εις την
κεφαλήν των γερόντων είναι η πλουσία υγιής πείρα καύχημά των δε η ευλάβεια προς
τον Κυριον.
Σοφ. Σειρ.
25,7 Ἐννέα
ὑπονοήματα ἐμακάρισα ἐν καρδίᾳ καὶ τὸ
δέκατον ἐρῶ ἐπὶ γλώσσης· ἄνθρωπος εὐφραινόμενος
ἐπὶ τέκνοις, ζῶν καὶ βλέπων ἐπὶ πτώσει ἐχθρῶν·
Σοφ. Σειρ. 25,7 Εννέα τάξεις εμακάρισα με όλην μου την
καρδίαν. Και την δεκάτην τάξιν θα την διακηρύξω με τους λόγους μου. Πρώτον,
άνθρωπον ο οποίος ευφραίνεται δια τα καλά του παιδιά. Δεύτερον, εκείνον που ζη
και βλέπει την καταστροφήν των εχθρών του.
Σοφ. Σειρ.
25,8 μακάριος
ὁ συνοικῶν γυναικὶ συνετῇ, καὶ ὃς ἐν
γλώσσῃ οὐκ ὠλίσθησε, καὶ ὃς οὐκ ἐδούλευσεν
ἀναξίῳ αὐτοῦ·
Σοφ. Σειρ. 25,8 Τρίτον, ευτυχή εκείνον, ο οποίος συνοικεί
με συνετήν και σώφρονα σύζυγον. Τέταρτον, εκείνον ο οποίος δεν εξολισθαίνει εις
αμαρτήματα γλώσσης. Πέμπτον, εκείνον που δεν υπηρέτησεν ως προϊστάμενον
κατώτερόν του.
Σοφ. Σειρ.
25,9 μακάριος
ὃς εὗρε φρόνησιν, καὶ ὁ διηγούμενος εἰς ὦτα
ἀκουόντων·
Σοφ. Σειρ. 25,9 Μακάριος εκείνος, ο οποίος εύρε και απέκτησε
σύνεσιν, εκείνος ο οποίος διδάσκει εις ανθρώπους, οι οποίοι τον ακούουν με
προθυμίαν.
Σοφ. Σειρ.
25,10 ὡς
μέγας ὁ εὑρὼν σοφίαν· ἀλλ᾿ οὐκ ἔστιν
ὑπὲρ τὸν φοβούμενον τὸν Κύριον·
Σοφ. Σειρ. 25,10 Ποσον μέγας είναι εκείνος, ο οποίος ευρήκε
και απέκτησε σοφίαν! Αυτός όμως παρ' όλην την σοφίαν του δεν είναι ανώτερος από
εκείνον, ο οποίος φοβείται τον Κοριον.
Σοφ. Σειρ.
25,11 φόβος
Κυρίου ὑπὲρ πᾶν ὑπερέβαλεν, ὁ κρατῶν αὐτοῦ
τίνι ὁμοιωθήσεται;
Σοφ. Σειρ. 25,11 Ο φόβος του Κυρίου είναι ανώτερος από κάθε
τι· και προς ποίον θα παρομοιάσωμεν εκείνον, που έχει και κρατεί μέσα του αυτόν
τον φόβον;
Σοφ. Σειρ.
25,12 [φόβος
Κυρίου ἀρχὴ ἀγαπήσεως αὐτοῦ, πίστις δὲ ἀρχὴ
κολλήσεως αὐτοῦ].
Σοφ. Σειρ. 25,12 Ο φόβος του Κυρίου είναι η αρχή και η
προϋπόθεσις της αγάπης μας προς αυτόν, η δε πίστις μας είναι η αρχή της
προσκολλήσεώς μας εις αυτόν.
Σοφ. Σειρ.
25,13 Πᾶσαν
πληγὴν καὶ μὴ πληγὴν καρδίας, καὶ πᾶσαν
πονηρίαν καὶ μὴ πονηρίαν γυναικός·
Σοφ. Σειρ. 25,13 Καθε άλλην πληγήν την υπομένει κανείς, οχι
όμως και την πληγήν της καρδίας. Καθε άλλην πονηρίαν την υπομένει, οχι όμως και
την πονηρίαν της γυναικός.
Σοφ. Σειρ.
25,14 πᾶσαν
ἐπαγωγὴν καὶ μὴ ἐπαγωγὴν μισούντων, καὶ
πᾶσαν ἐκδίκησιν καὶ μὴ ἐκδίκησιν ἐχθρῶν.
Σοφ. Σειρ. 25,14 Καθε συμφοράν την υπομένω, πλην συμφοράς
προερχομένης από εκείνους, που με μισούν, όπως και κάθε εκδίκησιν και μη
εκδίκησιν, προερχομένην από εχθρούς.
Σοφ. Σειρ.
25,15 οὐκ
ἔστι κεφαλὴ ὑπὲρ κεφαλὴν ὄφεως, καὶ οὐκ
ἔστι θυμὸς ὑπὲρ θυμὸν ἐχθροῦ.
Σοφ. Σειρ. 25,15 Δεν υπάρχει περισσότερον κακή και επικίνδυνος
κεφαλή από την δηλητηριώδη κεφαλήν του όφεως· και δεν υπάρχει χειρότερος θυμός
από τον θυμόν του εχθρού.
Σοφ. Σειρ.
25,16 συνοικῆσαι
λέοντι καὶ δράκοντι εὐδοκήσω ἢ ἐνοικῆσαι μετὰ
γυναικὸς πονηρᾶς.
Σοφ. Σειρ. 25,16 Προτιμώ να συνοικήσω με λέοντα και δράκοντα,
παρά να συγκατοικώ με κακήν γυναίκα.
Σοφ. Σειρ.
25,17 πονηρία
γυναικὸς ἀλλοιοῖ τὴν ὅρασιν αὐτῆς καὶ
σκοτοῖ τὸ πρόσωπον αὐτῆς ὡς ἄρκος.
Σοφ. Σειρ. 25,17 Η κακία της γυναικός αλλοιώνει την
εμφάνισίν της γενικώς· κάμνει σκοτεινόν το πρόσωπόν της, ωσάν το πρόσωπον της
άρκτου.
Σοφ. Σειρ.
25,18 ἀνὰ
μέσον τοῦ πλησίον αὐτοῦ ἀναπεσεῖται ὁ ἀνὴρ
αὐτῆς, καὶ ἀκούσας ἀνεστέναξε πικρά.
Σοφ. Σειρ. 25,18 Ο σύζυγός της θα καθίση εν ανέσει ανάμεσα
στους φίλους του, όταν όμως ακουση δι' αυτήν θα αναστενάξη με μεγάλην πικρίαν.
Σοφ. Σειρ.
25,19 μικρὰ
πᾶσα κακία πρὸς κακίαν γυναικός, κλῆρος ἁμαρτωλοῦ
ἐπιπέσοι αὐτῇ.
Σοφ. Σειρ. 25,19 Καθε άλλη κακία είναι μικρά εμπρός εις την
κακίαν της γυναικός. Ως κακόν μερίδιον ας πέση επάνω της κλήρος και κατάντημα
αμαρτωλού.
Σοφ. Σειρ.
25,20 ἀνάβασις
ἀμμώδης ἐν ποσὶ πρεσβυτέρου, οὕτως γυνὴ γλωσσώδης
ἀνδρὶ ἡσύχῳ.
Σοφ. Σειρ. 25,20 Ο,τι είναι η αμμουδερή ανωφέρεια δια τα
πόδια του γέροντος, έτσι είναι και η γλωσσώδης γυνή δια τον φιλήσυχον άνδρα
της.
Σοφ. Σειρ.
25,21 μὴ
προσπέσῃς ἐπὶ κάλλος γυναικὸς καὶ γυναῖκα μὴ
ἐπιποθήσῃς.
Σοφ. Σειρ. 25,21 Μη παρασυρθής από το κάλλος της γυναικός.
Καμμίαν γυναίκα ας μη επιθυμήσης μετά πόθου.
Σοφ. Σειρ.
25,22 ὀργὴ
καὶ ἀναίδεια καὶ αἰσχύνη μεγάλη γυνὴ ἐὰν
ἐπιχορηγῇ τῷ ἀνδρὶ αὐτῆς.
Σοφ. Σειρ. 25,22 Είναι κάτι το εξοργιστικόν, το αναιδές, το
εξευτελιστικόν, η γυνή να επιχορηγή και διατρέφη τον άνδρα της.
Σοφ. Σειρ.
25,23 καρδία
ταπεινὴ καὶ πρόσωπον σκυθρωπὸν καὶ πληγὴ καρδίας
γυνὴ πονηρά· χεῖρες παρειμέναι καὶ γόνατα παραλελυμένα ἥτις
οὐ μακαριεῖ τὸν ἄνδρα αὐτῆς.
Σοφ. Σειρ. 25,23 Γυνή με χυδαίαν ψυχήν, με σκυθρωπόν το
πρόσωπον και με πικραμμένην καρδίαν, είναι κακή σύζυγος. Χείρες συζύγου
αδρανείς και γόνατα παραλελυμένα δεν είναι δυνατόν να κάμουν ευτυχισμένον τον
σύζυγόν της.
Σοφ. Σειρ.
25,24 ἀπὸ
γυναικὸς ἀρχὴ ἁμαρτίας, καὶ δι᾿ αὐτὴν
ἀποθνήσκομεν πάντες.
Σοφ. Σειρ. 25,24 Από την γυναίκα, από την Εύαν, ήλθεν η αρχή
της αμαρτίας, και εξ αιτίας αυτής αποθνήσκομεν όλοι.
Σοφ. Σειρ.
25,25 μὴ
δῷς ὕδατι διέξοδον μηδὲ γυναικὶ πονηρᾷ ἐξουσίαν.
Σοφ. Σειρ. 25,25 Μη δίδης ελευθέραν ροήν στο ύδωρ, ούτε
εξουσίαν εις κακήν γυναίκα.
Σοφ. Σειρ.
25,26 εἰ
μὴ πορεύεται κατὰ χεῖρά σου, ἀπὸ τῶν σαρκῶν
σου ἀπότεμε αὐτήν.
Σοφ. Σειρ. 25,26 Εάν η γυναίκα σου δεν σε ακολουθή και δεν σε
υπακούη, απόκοψέ την από το σπίτι σου με διαζύγιον.
ΣΟΦΙΑ ΣΕΙΡΑΧ 26
Σοφ. Σειρ.
26,1 Γυναικὸς
ἀγαθῆς μακάριος ὁ ἀνήρ, καὶ ἀριθμὸς τῶν
ἡμερῶν αὐτοῦ διπλάσιος.
Σοφ. Σειρ. 26,1 Ευτυχής είναι ο άνδρας εκείνος, ο οποίος
έχει ενάρετον σύζυγον. Ο αριθμός των ετών της ζωής του θα διπλασιασθή.
Σοφ. Σειρ.
26,2 γυνὴ
ἀνδρεία εὐφραίνει τὸν ἄνδρα αὐτῆς, καὶ
τὰ ἔτη αὐτοῦ πληρώσει ἐν εἰρήνῃ.
Σοφ. Σειρ. 26,2 Γυνή δραστηρία και εργατική ευφραίνει τον
άνδρα της, τα δε έτη της ζωής του θα είναι γεμάτα από ειρήνην.
Σοφ. Σειρ.
26,3 γυνὴ
ἀγαθὴ μερὶς ἀγαθή, ἐν μερίδι φοβουμένων Κύριον
δοθήσεται.
Σοφ. Σειρ. 26,3 Ενάρετος γυνή είναι αγαθόν δώρον, που
προσφέρεται από τον Κυριον εις εκείνους, οι οποίοι τον φοβούνται.
Σοφ. Σειρ.
26,4 πλουσίου
δὲ καὶ πτωχοῦ καρδία ἀγαθή, ἐν παντὶ καιρῷ
πρόσωπον ἱλαρόν.
Σοφ. Σειρ. 26,4 Του πλουσίου και του πτωχού η καρδία
είναι χαρούμενη και εις κάθε περίστασιν το πρόσωπον των είναι ιλαρόν, εάν έχουν
σύζυγον αγαθήν.
Σοφ. Σειρ.
26,5 ἀπὸ
τριῶν εὐλαβήθη ἡ καρδία μου, καὶ ἐπὶ τῷ
τετάρτῳ προσώπῳ ἐδεήθην· διαβολὴν πόλεως, καὶ
ἐκκλησίαν ὄχλου, καὶ καταψευσμόν, ὑπὲρ θάνατον
πάντα μοχθηρά.
Σοφ. Σειρ. 26,5 Από τρία πράγματα εφοβήθη η καρδία μου,
δια δε το τέταρτον ηλλοιώθη από φόβον το πρόσωπόν μου. Πρώτον, συκοφαντίαν
ολοκλήρου πόλεως. Δεύτερον, στασιάσαντα όχλον. Τρίτον, φοβεράν ψευδολογίαν. Ολα
αυτά είναι χειρότερα και από τον θάνατον.
Σοφ. Σειρ.
26,6 ἄλγος
καρδίας καὶ πένθος γυνὴ ἀντίζηλος ἐπὶ γυναικὶ
καὶ μάστιξ γλώσσης πᾶσιν ἐπικοινωνοῦσα.
Σοφ. Σειρ. 26,6 Το τέταρτον όμως και φοβερότερον είναι ο
βαθύς πόνος της καρδίας και πένθος ψυχής εξ αιτίας γυναικός, η οποία ζηλεύει
άλλας γυναίκας. Η γλώσσα της γίνεται πλέον μαστίγιον εναντίον όλων εκείνων, με
τους οποίους έρχεται εις επικοινωνίαν.
Σοφ. Σειρ.
26,7 βοοζύγιον
σαλευόμενον γυνὴ πονηρά, ὁ κρατῶν αὐτῆς ὡς ὁ
δρασσόμενος σκορπίου.
Σοφ. Σειρ. 26,7 Η κακή γυναίκα είναι ένας αταίριαστος και
κλονιζόμενος ζυγός βοϊδιών. Οποιος θα επιχειρήση να έλθη εις επαφήν και να
κυριαρχήση εις αυτήν, είναι σαν εκείνον, που πιάνει με τα χέρια του σκορπιόν.
Σοφ. Σειρ.
26,8 ὀργὴ
μεγάλη γυνὴ μέθυσος καὶ ἀσχημοσύνην αὐτῆς οὐ
συγκαλύψει.
Σοφ. Σειρ. 26,8 Μεγάλη δυστυχία και οργή είναι η μέθυσος
γυναίκα. Αυτή δεν σκεπάζει όσα δια λόγους εντροπής πρέπει να είναι
συγκεκαλυμμένα.
Σοφ. Σειρ.
26,9 πορνεία
γυναικὸς ἐν μετεωρισμοῖς ὀφθαλμῶν καὶ ἐν
τοῖς βλεφάροις αὐτῆς γνωσθήσεται.
Σοφ. Σειρ. 26,9 Η πορνεία της γυναικός φαίνεται από την
ζωηρότητα και την αναισχυντίαν των οφθαλμών της, γίνεται γνωστή και από αυτά
ακόμη τα βλέφαρά της.
Σοφ. Σειρ.
26,10 ἐπὶ
θυγατρὶ ἀδιατρέπτῳ στερέωσον φυλακήν, ἵνα μὴ εὑροῦσα
ἄνεσιν ἑαυτῇ χρήσηται.
Σοφ. Σειρ. 26,10 Πρόσεξε πολύ και παρακολούθησε συνεχώς την
αδιάντροπον θυγατέρα, μήπως τυχόν αυτή, εκμεταλλευόμενη την αμέλειάν σου, κάμη
κακήν χρήσιν εις βάρος της.
Σοφ. Σειρ.
26,11 ὀπίσω
ἀναιδοῦς ὀφθαλμοῦ φύλαξαι, καὶ μὴ θαυμάσῃς
ἐὰν εἰς σὲ πλημμελήσῃ·
Σοφ. Σειρ. 26,11 Πρόσεξε τα αναιδή βλέμματα της και μη
εκπλαγής, εάν και προς σε τον ίδιον αυθαδιάση.
Σοφ. Σειρ.
26,12 ὡς
διψῶν ὁδοιπόρος τὸ στόμα ἀνοίξει, καὶ ἀπὸ
παντὸς ὕδατος τοῦ σύνεγγυς πίεται, κατέναντι παντὸς
πασσάλου καθήσεται καὶ ἔναντι βέλους ἀνοίξει φαρέτραν.
Σοφ. Σειρ. 26,12 Η κόρη αυτή, σαν διψασμένος οδοιπόρος, θα
ανοίξη το στόμα της, και θα ρουφήση κάθε νερό, που θα συναντήση. Θα καθίση
απέναντι οποιουδήποτε πασσάλου και εις κάθε πονηρόν βέλος θα ανοίξη την
φαρέτραν της.
Σοφ. Σειρ.
26,13 χάρις
γυναικὸς τέρψει τὸν ἄνδρα αὐτῆς, καὶ τὰ
ὀστᾶ αὐτοῦ πιανεῖ ἡ ἐπιστήμη αὐτῆς.
Σοφ. Σειρ. 26,13 Ομως η χάρις, η ψυχική ευγένεια και
καλωσύνη της συζύγου τέρπει τον άνδρα της. Η δε ορθοφροσύνη και η καλή διαγωγή
της θα στερεώσουν και θα θρέψουν τα οστά του.
Σοφ. Σειρ.
26,14 δόσις
Κυρίου γυνὴ σιγηρά, καὶ οὐκ ἔστιν ἀντάλλαγμα
πεπαιδευμένης ψυχῆς.
Σοφ. Σειρ. 26,14 Δωρεά Θεού είναι γυνή σιωπηλή. Δεν υπάρχει
δε κανένα αντάλλαγμα μιας γυναικείας ψυχής, μορφωμένης κατά Θεόν.
Σοφ. Σειρ.
26,15 χάρις
ἐπὶ χάριτι γυνὴ αἰσχυντηρά, καὶ οὐκ ἔστι
σταθμὸς πᾶς ἄξιος ἐγκρατοῦς ψυχῆς.
Σοφ. Σειρ. 26,15 Η εντροπαλή και συνεσταλμένη σύζυγος είναι
διπλή χάρις παρά του Θεού, και δεν υπάρχει ζύγι ικανόν, να σταθμίση την αξίαν
της ενάρετου αυτής ψυχής.
Σοφ. Σειρ.
26,16 ἥλιος
ἀνατέλλων ἐν ὑψίστοις Κυρίου καὶ κάλλος ἀγαθῆς
γυναικὸς ἐν κόσμῳ οἰκίας αὐτῆς.
Σοφ. Σειρ. 26,16 Οπως ο ανατέλλων ήλιος εις τα ύψη του
ουρανού του Κυρίου, έτσι και το ψυχικόν κάλλος της εναρέτου γυναικός λάμπει
μέσα στον στολισμόν της οικίας της.
Σοφ. Σειρ.
26,17 λύχνος
ἐκλάμπων ἐπὶ λυχνίας ἁγίας καὶ κάλλος προσώπου ἐπὶ
ἡλικίᾳ στασίμῃ.
Σοφ. Σειρ. 26,17 Οπως λάμπει ο λύχνος επάνω εις την ιεράν
επτάφωτον λυχνίαν, έτσι ακτινοβολεί και η ωραιότης του προσώπου της στο
καμαρωτόν σώμα της.
Σοφ. Σειρ.
26,18 στύλοι
χρύσεοι ἐπὶ βάσεως ἀργυρᾶς καὶ πόδες ὡραῖοι
ἐπὶ στέρνοις εὐσταθοῦς.
Σοφ. Σειρ. 26,18 Οπως είναι οι χρυσοί στύλοι επάνω εις τα
αργυρά βάθρα των, έτσι και οι ωραίοι πόδες στηρίζουν το καλοδεμένον στήθος, το
ωραίον σώμα της.
Σοφ. Σειρ.
26,19 Τέκνον,
ἀκμὴν ἡλικίας σου συντήρησον ὑγιῆ, καὶ μὴ
δῷς ἀλλοτρίοις τὴν ἰσχύν σου.
Σοφ. Σειρ. 26,19 Παιδί μου, κατά το άνθος της ηλικίας σου
φύλαξε υγιή τον εαυτόν σου, και μη εκδαπανήσης εις ξένα πρόσωπα την δύναμίν
σου.
Σοφ. Σειρ.
26,20 ἀναζητήσας
παντὸς πεδίου εὔγειον κλῆρον σπεῖρε τὰ ἴδια
σπέρματα πεποιθὼς τῇ εὐγενείᾳ σου·
Σοφ. Σειρ. 26,20 Αλλά, αφού αναζητήσης εις κάθε αγρόν καλόν
έδαφος, αγαθήν γυναίκα, σπείρε εκεί τα σπέρματά σου με την πεποίθησιν, ότι θα
αποκτήσης γνησίους και καλούς απογόνους.
Σοφ. Σειρ.
26,21 οὕτως
τὰ γενήματά σου περιόντα καὶ παῤῥησίαν εὐγενείας ἔχοντα
μεγαλυνοῦσι.
Σοφ. Σειρ. 26,21 Ετσι τα παιδιά σου θα ευρίσκονται γύρω σου
και με το θάρρος, που τους δίνει η γνησιότης και ευγένεια της καταγωγής των, θα
μεγαλώνουν.
Σοφ. Σειρ.
26,22 γυνὴ
μισθία ἴση σιάλῳ λογισθήσεται, ὕπανδρος δὲ πύργος
θανάτου τοῖς χρωμένοις λογισθήσεται.
Σοφ. Σειρ. 26,22 Γυνή που πωλείται αναιδώς είναι σιχαμερή
ωσάν το σάλιο, η δε πιστή σύζυγος θα φανή πύργος, που εκτοξεύει τον θάνατον
εναντίον εκείνων, οι οποίοι με πονηράν διάθεσιν θα σκεφθούν να την πλησιάσουν.
Σοφ. Σειρ.
26,23 γυνὴ
ἀσεβὴς ἀνόμῳ μερὶς δοθήσεται, εὐσεβὴς
δὲ δίδοται τῷ φοβουμένῳ τὸν Κύριον.
Σοφ. Σειρ. 26,23 Η ασεβής όμως γυνή παραχωρείται ως τιμωρία
στον ασεβή άνδρα, η δε ευσεβής γυναίκα δίδεται προς εκείνον, που φοβείται τον
Κυριον.
Σοφ. Σειρ.
26,24 γυνὴ
ἀσχήμων ἀτιμίαν κατατρίψει, θυγάτηρ δὲ εὐσχήμων καὶ
τὸν ἄνδρα ἐντραπήσεται.
Σοφ. Σειρ. 26,24 Γυνή αναίσχυντος θα περιπέση και θα καταπίη
κάθε αναισχυντίαν, η δε συνεσταλμένη και εντροπαλή κόρη θα εντραπή και τον
μέλλοντα σύζυγόν της.
Σοφ. Σειρ.
26,25 γυνὴ
ἀδιάτρεπτος ὡς κύων λογισθήσεται, ἡ δὲ ἔχουσα αἰσχύνην
τὸν Κύριον φοβηθήσεται.
Σοφ. Σειρ. 26,25 Γυνή αδιάντροπος θα θεωρήται ωσάν σκύλα, η
συνεσταλμένη όμως και ντροπαλή θα φοβήται τον Κυριον.
Σοφ. Σειρ. 26,26 γυνὴ ἄνδρα ἴδιον τιμῶσα σοφὴ πᾶσι φανήσεται, ἀτιμάζουσα δὲ ἐν ὑπερηφανίᾳ ἀσεβὴς πᾶσι γνωσθήσεται. γυναικὸς ἀγαθῆς μακάριος ὁ ἀνήρ, ὁ γὰρ ἀριθμ