Από το συγγραφικό έργο του Μητροπολίτου
Κείμενα για την επίσκεψη του Πάπα στην Ελλάδα
 
 

Καταλύτες μιας αθέμιτης πολιτικής;

«Δέν ήθελα νά μένω στούς κόλπους ενός ψευδούς χριστιανισμού, πού εκμεταλλευόταν τό Ευαγγέλιο γιά τήν υπηρεσία τών ιμπεριαλιστικών σκοπών τού παποκαισαρισμού»
[π. Παύλος Κονβελιέρ, πρ. παπικός, μεταστραφείς στήν Ορθοδοξία, παρ' αρχιμ. Εμμανουήλ Καλύβα, Η καταδίκη τού παπισμού, σ. 61. Βλ. καί περ. ΚΙΒΩΤΟΣ (επίτομη ανατύπωση), εκδ. ΑΣΤΗΡ, Αθήνα: 1991, σσ. 385­394].

ΓΙΑΤΙ νά μή δεχθούμε τήν επίσκεψη τού Πάπα; Πόσο χριστιανική θά ήταν η άρνησή μας, όταν κηρύσσουμε τήν αγάπη; ΤΙ φοβόμαστε εμείς, άν είμαστε σταθεροί στήν πίστη μας; ΜΠΟΡΕΙ μιά επίσκεψη νά μάς αλλάξει τά θρησκευτικά “πιστεύω”; ΕΠΙΤΕΛΟΥΣ, εφόσον στήν Ε.Ε. ανήκουμε μαζί μέ παραδοσιακά Ρκαθολικού θρησκεύματος κράτη, εφόσον συμμετέχουμε σέ θεολογικούς διαλόγους μέ τούς Ρκαθολικούς, δέν είναι παράλογη μιά άρνηση επικοινωνίας μέ τόν Πάπα; ΔΕΝ θά ήταν αγενές νά τόν αποπέμπαμε μέ μιάν άρνηση; Στό κάτω κάτω έρχεται προσκεκλημένος τού Προέδρου τής Δημοκρατίας ως αρχηγός κράτους.

Τά προηγούμενα ερωτήματα είναι ΤΕΧΝΗΤΑ, ΔΙΚΟΛΑΒΙΣΤΙΚΑ, ΠΑΡΑΠΕΙΣΤΙΚΑ. Αγνοούν παντελώς καί δέν εξετάζουν καθόλου τήν ιδιαίτερη θρησκευτικο­κοσμική ταυτότητα τού Πάπα καί τής Εκκλησίας του (ότι αυτή η ταυτότητα είναι μιά πνευματικά άρρωστη κατάσταση καί ισοδυναμεί μέ κάθετη απόρριψη τής αρχαίας κοινής σέ Δύση καί Ανατολή Ορθόδοξης θεολογίας­εκκλησιολογίας). Μάς εγκλωβίζουν στή λογική ότι δέν έχουμε δικαίωμα στό ΟΧΙ (δικαίωμα αρνήσεως, απορρίψεως, έντιμης διαφοροποιήσεως), ότι μόνο τό ΝΑΙ είναι επιλέξιμο, δηλαδή ο ενδοτισμός καί ο συμβιβασμός.

Δυστυχώς τό δικαίωμα αρνήσεως ενοχλεί τήν μεθοδευόμενη παγκοσμίως ισοπέδωση συνειδήσεων καί προσώπων. Μάς πειθαναγκάζει μέ αξιώματα επικοινωνιακής πολιτικής νά υποκύψουμε σέ πρακτικές υπονομευτικές τής αυτοσυνειδησίας καί τού ήθους μας. Νά παραδεχθούμε ότι όλοι οι θρησκευτικοί δρόμοι έχουν κάποιαν αλήθεια, νά βρεθούμε μαζί μέ τούς θιασώτές τους, όχι γιά νά διακριβωθεί η αλήθεια, αλλά γιά νά τούς νομιμοποιήσουμε επικοινωνιακά πλήρως από τήν πλευρά μας.

* * *

ΘΑ ΕΡΩΤΟΥΣΑΜΕ μέ τήν κοινή αντίληψη τούς εκ τού κοσμικού περιγύρου θερμούς θιασώτες τής επικοινωνιακής λογικής: ΓΙΑΤΙ νά μή δεχθούμε καί τόν τέως βασιλιά ως προσκυνητή τής πατρώας γής;
Μπορεί μιά επίσκεψη τού τ. βασιλιά ως βασιλιά νά αλλάξει τά δημοκρατικά μας “πιστεύω”; Επιτέλους, αφού σέ άλλα κράτη τής Ε.Ε. υπάρχει βασιλιάς, κι αυτό δέν παρεμποδίζει τόν πρωτοποριακό τους ρόλο στήν Ε.Ε., γιατί εμείς νά επιμένουμε σέ εγκυστώσεις αντιπαλότητος απέναντί του; Δέν είναι άκρως αγενές γιά τό φιλόξενο λαό μας, νά τού στερεί στοιχειώδη ατομικά δικαιώματα; Τί θά απολογηθούμε διεθνώς γι' αυτήν τή στάση;

Κι άν ο τ. βασιλιάς μεθόδευε πρόσκληση τής Ελλαδικής Εκκλησίας γιά προσκυνηματική έλευση καί Μνημόσυνο στούς τάφους τών προγόνων του, θά υπεχρεούτο εξ αλληλεγγύης η πολιτική ηγεσία νά τόν υποδεχθεί;

* * *

'Ας προχωρήσουμε καί στά περί τού Πάπα, ο οποίος πιθανότατα δέν θά ερχόταν στήν Ελλάδα, εάν έμενε ευπρεπώς, αλλά καί ανυποστόλως αντίθετη η Εκκλησία τής Ελλάδος, όπως έπραξε πρός έπαινό της η Εκκλησία τής χειμαζόμενης Ρωσίας. Νά ερωτήσουμε, λοιπόν:

ΠΟΙΑ ανάγκη επέβαλε στόν γηραιότατο Πάπα νά ρθεί στήν Ελλάδα; Η προσκύνηση στά βήματα τού αποστόλου Παύλου όπως ισχυρίζεται ή κάποια άλλη σκοπιμότητα; Αλλά καί στή Ρουμανία πού επήγε πρό διετίας καί στή Ρωσία πού θέλησε επί ματαί'ω νά μεταβή καί στή Βουλγαρία πού τελικώς θά επελάσει, τά βήματα τού Παύλου θά ήθελε νά προσκυνήσει; 'Αλλωστε ΤΙ ΕΙΔΟΥΣ προσκυνηματική χρεία αναγκάζει τόν Ποντίφηκα, μετά τήν εξασφάλιση τής πρώτης υποχωρήσεώς μας, ώστε νά θέλει νά πρωτοστατήσει σέ μιά τεράστια υπαίθρια “λειτουργία” εν μέσαις Αθήναις μέ μετακλητούς πιστούς; ΠΟΣΗ πνευματικότητα αφήνεται νά εμφιλοχωρήσει μέσα από πολιτικές οδούς προσκλήσεως καί διεργασίες διπλωματικών πιέσεων γιά υφαρπαγή καί εξαναγκασμό τής εκκλησιαστικής μας συμπράξεως; Τά βήματα τού Αποστόλου εφευρέθηκαν ως πρόσχημα καί, τουλάχιστον κατά τούτο, τό “προσκύνημα τής Α. Αγιότητος” σ' αυτά συνιστά  βεβήλωση.

ΑΣ κάνουμε άλλη μιά υπόθεση εργασίας: ότι πλανώμεθα καί όντως θά ήθελε νά τόν αποδεχθούμε ως προσκυνητή. ΠΟΣΟ σέβεται τήν ταυτότητά μας ως Ορθοδόξων, τή δική μας άγια καί νόμιμη ευαισθησία πίστεως, όταν στήν έδρα τής Ελλαδικής Εκκλησίας έχει άμεσα (παπο)διορισμένο Ουνίτη επίσκοπο, τ.έ. πλήρως παπικό επίσκοπο αλλά μέ ορθόδοξη εξωτερική μεταμφίεση καί τελετουργία, γιά λόγους εξαπατήσεως καί προσηλυτισμού; 'Οταν τό αυτό πράττει (καί ο σημερινός Πάπας) στά Ιεροσόλυμα πρός αθέμιτο προσηλυτισμό τών αραβορθοδόξων, σέ συνδυασμό μέ τή διακρατική συμφωνία μέ τό Ισραήλ γιά ανατροπή τού καθεστώτος τών Ιερών Προσκυνημάτων πρός όφελος τής Παπικής Εκκλησίας, σέ βάρος καί ευθεία προσβολή τών Ορθοδόξων ; 'Οταν τό αυτό πράττει (καί ο σημερινός Πάπας, ο τάχα προσκυνητής) σέ Ουκρανία, Τρανσυλβανία καί αλλαχού, όπερ προδίδει πάγια δόλια επεκτατική πολιτική, κάθε άλλο παρά χριστιανική; 'Οταν λοιπόν εξ ορισμού μάς υπονομεύει, χριστιανός ηγέτης ών,  καί μάλιστα σκληρύνει τελευταία τή στάση του στό ζήτημα τής Ουνίας, πώς μπορεί νά καλλιεργηθεί κλίμα έντιμης καί ειλικρινούς επικοινωνίας;

Λοιπόν, ακόμη καί μέ τήν κοινή κοσμική λογική, γιά τή σύγχρονη πολιτική τού Βατικανού έχουμε τεκμηριωμένο αντίλογο απέναντι στίς οποιεσδήποτε αιτιάσεις.

* * *

ΚΑΙ Η ΑΓΑΠΗ; θά επιμείνει ο απλός καί μή ενημερωμένος άνθρωπος. Η χριστιανική πίστη καί ιδιόώητα τήν οποία καί εκείνος φέρει, όπως καί εμείς φέρουμε; Δέν θά έπρεπε νά μάς οδηγήσουν σέ προσέγγιση; Σέ μιά αμοιβαία επικοινωνία;

Νά απαντήσουμε καί σ' αυτόν τόν προβληματισμό μέ τήν απλή λογική. Δέν έχουμε κανένα απολύτως μίσος πρός τό πρόσωπο τού Πάπα ούτε καί πρός τόν θεσμό τής παπικής λεγομένης εκκλησίας. Δέν έχουμε μίσος καί κακία γιά τή φρικτή εκκλησιαστική κι εθνική μας υπονόμευση από τήν Παπική εκκλησία. Υπάρχει επικοινωνία σέ επίπεδο θεολογικού διαλόγου μέ αντιπροσωπείες εκατέρωθεν, ώστε νά αναζητηθεί η μόνη έντιμη καί θεάρεστη προσέγγιση, πάνω στήν κοινή πίστη τών πρώτων αιώνων.

'Ομως στήν παρούσα περίσταση είναι ΕΝΤΕΛΩΣ διαφορετικό τό πλαίσιο επικοινωνίας. 'Εχουμε απέναντί μας μιά εκβιαστική (διά πολιτικών διαύλων) επιβολή τής παγιωμένης πολιτικής τού Βατικανού. Δέν έρχεται ούτε γιά νά μάς δεί καί νά τόν δούμε, έτσι απλά καί χριστιανικά, ούτε γιά νά προσκυνήσει στά βήματα τού απ. Παύλου· κάθε άλλο! Η παγιωμένη παπική μοναρχική αυθεντία του “γυρεύει” ένα καί μόνο πράγμα: νά κατοχυρώσει εν τοίς πράγμασι καί νά προβάλει παγκοσμίως από τά ΜΜΕ τήν οικουμενική του αναγνώριση κι από τούς Ορθοδόξους.

ΛΟΙΠΟΝ; Τί είδους αγάπη είναι αυτή, όταν θά παίξουμε ένα επικοινωνιακό θέατρο;

'Εκείνος μέν στά λόγια προσκυνητής, αλλά στή διάθεση καί τήν πράξη ως μεταμοντέρνος Σταυροφόρος· εμείς δέ τάχα ως αγαπιστές, αλλά στήν πράξη ως κομπάρσοι φοβούμενοι τή διεθνή κατακραυγή.

'Εκείνος μέν γιά νά εξασφαλίσει κι από μάς τήν αποδοχή τής ανιέρου φεουδαρχικής ιδιότητός του ως υπερεπισκόπου καί βικαρίου τού Χριστού εφ' όλης τής γής· εμείς δέ, γιά νά αποτρέψουμε κάθε έξωθεν μομφή, ωσάν νά αντλούμε τό δικαίωμα τής υπάρξεώς μας από τόν πρός ημάς κοσμικό οίκτο. Αυτή η αντίδρασή μας είναι εκδήλωση ελληνικής φιλοξενίας ή γραικυλισμός;

Κι ενώ είναι αμοιβαίως γνωστά τά κίνητρα, καθόλου κομψά (πόσο μάλλον χριστιανικά!), γιατί νά νομιμοποιήσουμε εκκλησιαστικώς πανηγυρικά μιά τέτοια φιέστα; Αυτό πώς μεταφράζεται μέ απλά λόγια; ευγένεια ή διπλωματία; αγάπη ή υποκρισία; χριστιανικότητα ή ηθοποιΐα; αρετή ή δειλία;

* * *

ΚΑΙ ποιόν θά ωφελήσει αυτό τό θέατρο;

ΕΜΑΣ; πού αυτοαναγορευόμεθα διακριτικότεροι τών Πατέρων καί εναρετότεροι τών Θεοφόρων, γιά νά κατοχυρώσουμε στό διηνεκές τήν αδιαλλαξία τής πολιτικής τού Βατικανού; γιά νά δημιουργήσουμε ενδο(καί εξω­)ελλαδικά  τήν ψευδέστατη εντύπωση πώς τίποτε δέ μάς χωρίζει καί τού αναγνωρίζουμε σωτηριώδη πνευματική ισοδυναμία; γιά νά προκαλέσουμε σκανδαλισμό τής συνειδήσεως τών πιστών καί απευκταίους ενδοεκκλησιαστικούς κραδασμούς;

ΕΚΕΙΝΟΝ; πού ζήτησε μέν συγγνώμη γιά τά διαπραχθέντα λάθη, αλλ' άφησε ανέγγιχτη τή “μάνα” όλων τών ολεθρίων λαθών (τό εκκοσμικευμένο καί αλλότριο τού Χριστού “παπικό πρωτείο”, τό αντιεκκλησιολογικό κι αλλότριο τής αληθείας “αλάθητο”);

ΕΙΝΑΙ δυστυχώς κανόνας τής μετανεωτερικής ηθικής τό φαίνεσθαι καί όχι τό είναι, η επιφάνεια αντί τής ουσίας, η διπλωματική επικοινωνία πού απεχθάνεται τήν διαλεκτική τής αλήθειας.

* * *

Καί ο μέν Πάπας είναι ΥΠΕΡ τήν Παπική εκκλησία. Εμείς, όμως, είμεθα ΥΠΟ καί ΕΝΤΟΣ καί ΕΚ τής Εκκλησίας. Δέν μάς ανήκει, αλλά Τής ανήκουμε, μέ φόβο Θεού καί όχι φόβο ανθρώπων. Ως χριστιανοί έχουμε διδαχθεί τό “πειθαρχείν δεί Θε'ώ μάλλον ή ανθρώποις”.

'Ο Κύριος αποδέχθηκε τόν Πέτρο κλαύσαντα πικρώς καί μετά από τριπλή δημόσια δοκιμασία τής πιστότητος τής αγάπης του. Ο Πάπας ως θεσμός, ανιστορήτως καί αντιεκκλησιολογικώς αναγορευθείς διάδοχος τού Πέτρου καί τού ανυπάρκτου πρωτείου του, είναι διαποτισμένος μέ τήν αιρετική δογματική πεποίθηση τού αλαθήτου. Πώς νά μετανοήσει; Θά πρέπει νά ανατρέψει ριζικά τήν ίδια τήν αυτοσυνειδησία του, τά ίδια τά θεολογικώς σαθρά, αλλά ενδοκοσμικώς μοναδικά θεμέλια τής ιδιότητός του καί τής Εκκλησίας του. Τά πάντα μπορούν νά αλλάξουν στήν Παπική Εκκλησία· ο Παπισμός δέν αλλάζει! Παρ' ότι τίς τελευταίες δεκαετίες επιχειρείται μέ τούς θεολογικούς διαλόγους καί μεγάλη διακινδύνευση μιά ανεκτή ιστορικοδογματική ερμηνευτική προσέγγιση, δυστυχώς δέν αλλάζει τίποτε θεολογικά πρός τό καλύτερο επί 1000 περίπου χρόνια. Επισωρεύονται σέ μάς κι άλλες τραγικές εμπειρίες, παγιώθηκε πλέον σ' εκείνους η αιρετική αγκύλωση τού “πρωτείου” καί τού “αλαθήτου”, έγινε αμετάθετο δόγμα η εκθεμελιωτική εκκλησιολογική αλλοτρίωση. Αυτά είναι δεδομένα.

* * *

ΓΙ' ΑΥΤΟ, λοιπόν, πρό πάσης αποφάσεως θά έπρεπε νά αναζητηθεί (μέ έμπονη προσευχητική άσκηση) τό θέλημα τού Θεού. Πόσο αναγκαιότατο είναι αυτό, μάς τό επισημαίνει η ίδια η Αγία Γραφή λέγουσα: “εις τό δοκιμάζειν υμάς τί τό θέλημα τού Θεού τό αγαθόν καί ευάρεστον καί τέλειον” (Ρωμ. ιβ΄, 2). Κι αυτό τό θέλημα σέ τόσο κρίσιμες αποφάσεις, πού αποτολμούν νεωτερίζουσα τομή στήν άγια Παράδοσή μας, δέν διακριβώνεται ερήμην τής Παραδόσεως καί τού εκκλησιαστικού σώματος, μέσα από επιτελικές μόνο συσκέψεις μέ ολιγομελή όργανα μή εξουσιοδοτημένα πρός τούτο, καθ' υπέρβασιν εκκλησιολογικής, κανονικής καί καταστατικής αρμοδιότητος.

'Η γνώμη τών ολίγων “μή επομένη τοίς Πατράσι” δέν ταυτίζεται μέ τήν άνωθεν σοφία ούτε προϋποθέτει εξ ορισμού θεοφώτιστη διάκριση. Τό κυριότερο, δέν αποκλείει νά αναδυθεί άλλοθεν μιά γνησιότερη εκκλησιαστική διαγνώμη, μέ διαφορετική πρακτική αντιμετώπιση μιάς, ως μή ώφελε, σοβαροτάτης αθέσμου εξελίξεως.

Μέ κίνητρα πνευματικά κι εκκλησιολογικά

μέ τήν ευλογημένη διάκριση τής υπακοής στή θεοφώτιστη πείρα τών Αγίων Πατέρων  (Μ. Φωτίου, αγ. Μάρκου Ευγενικού, αγ. Αθανασίου Παρίου, αγ. Νικοδήμου Αγιορείτου, αγ. Κοσμά Αιτωλού) καί τής αντιστοίχου καθαγιασμένης Συνοδικής διαγνώμης (τής εκκλησιαστικής ιστορίας από τού σχίσματος καί εξής),

μέ ιδιαίτερη ποιμαντορική ευαισθησία απέναντι στήν αγωνία κληρικών, μοναχών καί λαϊκών

ΟΦΕΙΛΟΥΜΕ νά μελετήσουμε τό ζήτημα αυτό ΑΠΟ ΜΗΔΕΝΙΚΗ ΒΑΣΗ ως πρός τήν παρασχεθείσα συγκατάθεση οιασδήποτε εθιμοτυπικής συμμετοχής.

Γουμένισσα, Απρίλιος 2001



 

Πρός
τήν Αγίαν καί Ιεράν Σύνοδον
τής Εκκλησίας τής Ελλάδος
 

απογοήτευση καί απέραντη θλίψη μάς προκάλεσε καί τό τελευταίο Ανακοινωθέν Υμών, μόλις χθές τό απόγευμα ληφθέν, τό οποίο διέψευσε καί τήν ελαχίστη έσχατη ελπίδα μας γιά αναθεώρηση τής στάσεως Υμών στό επίδικο ζήτημα. Τό Ανακοινωθέν αυτό μάς γνωστοποιεί τήν ομόφωνη έγκριση τών εκφωνηθησομένων “αυστηρών” προσφωνήσεων πρός τόν Λατίνο Ποντίφηκα, τόν (κατ' ουσίαν, σύμφωνα μέ τήν αλλοτριωμένη “εκκλησιολογία” του ως 'Ακρου Επισκόπου καί Βικαρίου τού Χριστού επί πάντα χριστιανό!!!) ιεροσυνοδικώς πανηγυρικώς πλέον αποδεκτό.

'Ισως σφάλλομαι, νομίζων ότι συνιστά αυτοκατάργηση τό νά διαφοροποιείται κάποιος στά λόγια, ενώ συμβιβάζεται στήν πράξη. Διότι Υμείς θά εκφράσετε διά λόγων τίς ενστάσεις πάντων ημών, αλλά δυστυχώς θά έχετε περιφρονήσει τήν κύρια καί μοναδική μας αταλάντευτη ΕΝΣΤΑΣΗ: νά μήν αποδεχθούμε καθόλου τόν Πάπα ως Εκκλησία. Υμείς θά διατυπώσετε μέ πνευματικήν ανδρεία τίς αντιρρήσεις πάντων ημών, αλλά —τί ειρωνεία!— θεωρήσατε εξαρχής ευτελιστέα τήν μοναδική μας ΑΝΤΙΡΡΗΣΗ: νά μήν παράσχουμε στόν Πάπα εκείνο ακριβώς στό οποίο αποβλέπει πατώντας μέ τόν “νεοσταυροφορικό” του πόδα στήν Ελλάδα, τήν αποδοχή του ως Πάπα!

'Οντως θά επιτευχθή διεθνώς μέγα επικοινωνιακό άλμα, αλλά δυστυχώς θά πρόκειται γιά ένα άλμα στό κενό από πλευράς ορθοδόξου παραδόσεως, υπό τά χειροκροτήματα τής παγκοσμίου κοινής γνώμης. Τής αυτής γνώμης πού επέχαιρε γιά τίς χιλιάδες φονικές βόμβες βορειότερα ημών. Τής αυτής κοινής γνώμης πού καλύπτει όσους διαχειρίζονται τίς τύχες τών εκατοντάδων εκατομμυρίων πληβείων τής γής ερήμην τού Χριστού, τόν οποίο μολαταύτα περιφέρουν αναιδώς στά χείλη. Τής αυτής κοινής γνώμης, η οποία εκκίνησε από τήν φρικτή θεολογική κι εκκλησιαστική αλλοτρίωση τού Παπισμού, τ.έ. τού βιωματικού αθεϊσμού, γιά νά φθάσει μετέπειτα στόν επισήμως διακηρυχθέντα θεωρητικό αθεϊσμό. 'Οντως, έχουμε χρείαν τοιούτων χειροκροτημάτων, γιά νά επιβεβαιώσουμε «τήν πνευματική μας ανδρεία καί τόν σαφή μας εκκλησιολογικό προσανατολισμό» (βλ. Υμέτερον Ανακοινωθέν)!

'Αν τοιαύτα κριτήρια πρυτάνευαν στήν πρακτική τών Μεγάλων Πατέρων τής εκκλησιαστικής (καί υπερεθνικώς εθνικής) μας παραδόσεως (η λεκτική διαφοροποίηση καί ο πρακτικός συμβιβασμός), τότε αναμφιβόλως θά είχαν εκλείψει πολλές ηρωϊκές καί Αγιοπνευματικώς μεγαλειώδεις μορφές από τό Αγιολόγιό μας, ενώ ταυτόχρονα ίσως θά είχε συνεκλείψει καί η στρατεία τής Εκκλησίας επί γής, αφού θά είχε “μωρανθή τό άλας” καί θά είχαν επέλθει τά Αποκαλυπτικώς έσχατα. Ευτυχώς καί δέν συμβιβάσθηκαν σέ επικοινωνιακά διλήμματα ενδοτισμού παρά τίς αφόρητες παντοίων πιέσεις οι θεοφόροι καί θεοφώτιστοι 'Αγιοί μας, Μ. Αθανάσιος, άγιος Μάξιμος, οι επί Εικονομαχίας Ομολογηταί, Γρηγόριος ο Παλαμάς, Μάρκος ο ('Ορθοδόξως) Ευγενικός καί τόσοι άλλοι.

Θά μπορούσα νά παραθέσω επί τού προκειμένου ζητήματος τήν θεοπνεύστως αστασίαστη διάγνωση Ιερών Συνόδων καί θεοφόρων Πατέρων, αλλά καί τήν (εκ θεοκινήτου διακρίσεως) ομόφωνη διαγνώμη νεοπατερικών μορφών, ή καί τήν οδυνηρή εξ εμπειρίας γνώση πρώην παπικών μεταστραφέντων στήν Ορθοδοξία. Οι πάντες σαφέστατα προσδιορίζουν τήν αθεράπευτη έκπτωση τού Παπισμού σέ παναίρεση (κατά τήν εκκλησιαστική διάγνωση) καί εκκοσμικευμένη θρησκευτικο­πολιτική απολυταρχία (κατά τήν κοσμική διάγνωση) καί μάλιστα… “θείω δικαίω”, η οποία ουδόλως θυμίζει τόν Χριστό καί τήν Ευαγγελική καινή πολιτεία. 'Ισως δέν είναι τυχαίο ότι, μόλις σήμερα, ανεγνώσαμε στήν Ευαγγελική περικοπή τού Σαββάτου Β΄Κυριακής από τού Πάσχα ('Ιωάν. ς, 14­22) τό υπόδειγμα τού Κυρίου μας ο οποίος διεχώρισεν εαυτόν από τά πλήθη πού θά ήθελαν νά τόν αναγορεύσουν επίγειο βασιλιά.

Καί παρά ταύτα, ως εάν εφέραμε όχι τήν ιερώτατη ταυτότητα Ιεραρχών εντολοδόχων μιάς ΑγιοΠνευματικής παραδόσεως “εν Ιησού Χριστού γνώμη”, αλλά τήν ιδιότητα ηγετών θρησκευτικής διπλωματίας, προχωρούμε πρός πανηγυρικήν εθιμοτυπική υποδοχή (δηλαδή πρός αποδοχήν επικοινωνιακή, τ.έ. αποδοχήν εν τοίς πράγμασι) εκείνου τόν οποίο “απορρίπτουμε” θεολογικώς ως αλλότριο τού Χριστού καί τής Εκκλησίας Του!

Δέν επιθυμώ λοιπόν νά επαναλάβω τά εγνωσμένα ή μάλλον τά κατεγνωσμένα. Νά ερωτήσω μόνο διά μίαν ακόμη φορά: ο Πάπας ως τί έρχεται στήν Ελλάδα; υπό ποίαν ιδιότητα θά τόν υποδεχθούν οι πολιτικοί μας άρχοντες καί Υμείς; υπό ποίαν ιδιότητα θά “λειτουργήσει” χάριν τών χιλιάδων μετακλητών (καί από τό εξωτερικό) “καθολικών”; υπό ποίαν ιδιότητα θά συνεπικυρώσει τό “Κοινό Μήνυμα” από τόν 'Αρειο Πάγο; μήπως όχι ως Πάπας, ως φορεύς «τής αλλόκοτης καί τυφωμένης μοναρχικής του ιδιότητος»; μήπως όχι ως “Βικάριος τού Χριστού καί μόνος κύριος καί επίσκοπος τής οικουμένης όλης καί… υπεράνω τών Συνόδων”;

Κατά συνέπειαν, άς ομολογήσουμε ΕΝΤΙΜΩΣ, ΕΙΛΙΚΡΙΝΩΣ καί ΑΠΕΡΙΦΡΑΣΤΩΣ: η δική μας καταλυτική συγκατάθεση στήν έλευσή του, η δική μας νομιμοποιητική ορθόδοξη παρουσία δίπλα του, ο δικός μας εθιμικός συναγελασμός μετ' αυτού (ή μάλλον μετ' αυτόν ή παρ' αυτ'ώ) ΤΙ ΑΛΛΟ κατοχυρώνει ΠΑΡΑ αυτό τό ουσιώδες αντι­εκκλησιολογικό καί τελικώς αντι­χριστιανικό παμμέλαν υπόστρωμα τής λευκοφορούσης ενδυμασίας του;

Αυτό τελικώς θά ανέμενε από ημάς ως έμπρακτη μαρτυρία, μέ πολλαπλούς ανά τόν κόσμον αποδέκτες μέσ'ω τών διεθνών ΜΜΕ, η καταδυναστευθείσα καί κατακερματισθείσα δυτική χριστιανοσύνη, θύτης καί θύμα τού εκφραγγευμένου παπισμού; Τόν εύκολο κοσμικόφρονα ενδοτισμό, ο οποίος θά φέρεται διά τών τηλεοπτικών εικόνων (μία τηλεοπτική εικόνα=χίλιες λέξεις!) ότι αναγνωρίζει εμπράκτως καί πανηγυρικώς σέ λίαν υψηλό επίπεδο όχι μόνον πνευματική ισοδυναμία, αλλά καί υπεροχή στό σύστημα τής νοητής Βαβυλώνος, όπως χαρακτήριζε τόν παπισμό ο μακαριστός Ναζιανζού καί πρώην παπικός Paul Fr. Ballester Convelier (βλ. ΚΙΒΩΤΟΣ (επίτομη ανατύπωση), ΑΣΤΗΡ, Αθήνα: 1991, σσ. 385­394); 'Οντως, θ' αποτελεί μέγα… επίτευγμα τής Συνόδου η συνεισφορά στό θρησκευτικό συγκρητισμό πού επαγγέλλεται η Νέα Εποχή.

Πέραν δέ τών επαπειλουμένων μεγάλων αντιδράσεων από μέρους τής μαχητικότερης μερίδος τού θρησκεύοντος λαού μας (καί ασφαλώς όχι αδίκως καί απροκλήτως), νομίζετε πώς ουδέν ποιμαντικόν πρόβλημα θά υπάρξει στά ευρύτερα στρώματα τών εχόντων ευεπίφορη θρησκευτική συμπεριφορά, μετά τούς αναμενομένους θλιβερούς εθιμοτυπικούς χαιρετισμούς καί εναγκαλισμούς;

Ελαχίστη ζημία προκλήθηκε από τήν πρό διετίας τηλεοπτική προβολή Επισκόπων τής Ρουμανίας (άραγε μόνο Ουνιτών; καί ποιός ηδύνατο νά τούς αναγνωρίσει;) οι οποίοι ασπάζονταν τό χέρι τού Ποντίφηκα; Ο κλυδωνισμός τής Ρουμανικής Εκκλησίας είναι αμελητέο προηγούμενο;

Η δραστηριοποίηση τών παλαιοημερολογιτών, καταβοώντων ήδη ημών γιά υπαρκτές ή ανύπαρκτες μειοδοσίες, ουδόλως ανησυχεί τό ιεροσυνοδικό μας κέντρο;

'Επειτα, καί οι 'Ελληνες μετανάστες μέ αμβλυμένη θρησκευτική ταυτότητα (καί κατά τούτο καί εθνική) λόγ'ω τού τεραστίου προβλήματος τών μεικτών γάμων κατά πολύ μεγάλο ποσοστό, οι ήδη “παρακολουθούντες” ιεροπραξίες σέ Ρκαθολικούς ναούς, φαντάζεσθε πώς θά εποικοδομηθούν στήν ακραιφνή ορθόδοξη πίστη καί συμπεριφορά, μετά τήν Παπική “προσκυνηματική” επέλαση;

Νά μήν αναφέρω τό τεράστιο πρόβλημα πού θά προκύψει μέ τήν Ορθόδοξη Ιεραποστολή στήν Αφρικανική 'Ηπειρο, όταν πρό τών οφθαλμών πάντων θά προβληθούμε “ετεροζυγούντες” μέ τόν Πάπα.

'Ακόμη καί άν δέν είχαμε οπίσω ημών τόσους Αγίους, ζώντα θεμέλια ορθοπραξίας, ακόμη καί άν δέν διαθέταμε ευαισθησία ταπεινόφρονος καί υπεικούσης πιστότητος στίς Αγιοσυνοδικές καί Αγιοπατερικές ρήτρες, τουλάχιστον έναντι τού αναμενομένου σκανδαλισμού όλων τών προειρημένων ελαχίστων ημετέρων αδελφών θά έπρεπε νά ανακρούσουμε πρύμναν, τελείως ελπίζοντες μόνο στόν Θεό τών Πατέρων ημών.

'Ολα αυτά ελέχθησαν, εγράφησαν, επισημάνθηκαν αγωνιωδώς υπό πολλών, αλλ' επί ματαίω. Δυστυχώς, “η ψήφος τών ελαχίστων εκράτησεν”! Η Σεπτή Ιεραρχία τής Εκκλησίας τής Ελλάδος, η μόνη αρμοδία νά αποφασίσει γιά ένα τόσο καίριο καί καταλυτικώς κρισιμώτατο ζήτημα, από έσχατο 'Οργανο εκφράσεως τής εκκλησιαστικής διαγνώμης υποβιβάσθηκε σέ αποδέκτη Ανακοινωθέντων καί Δελτίων Τύπου!

Οι εναγώνιες εκκλήσεις πολλών εξ ημών τών Ιεραρχών ως εκφραστών τής καθ' ημάς εκκλησιαστικής δικαιοδοσίας, λοιπών Κληρικών, Μοναχών καί Θεολόγων καί λαϊκών, τ.έ. βασικών συνιστωσών τής αγρυπνούσης συνειδήσεως τής καθ' Ελλάδα Ορθοδόξου Εκκλησίας, φιμώθηκαν.

Τό λέγω μέ αφόρητη θλίψη καί διαμαρτύρομαι εντονότατα ότι αντί τής Ιεραρχίας τής Εκκλησίας τής Ελλάδος προτιμήθηκαν η μή εντολοδόχος επί τού προκειμένου μικρά Σύνοδος, καθώς καί η ιδιότυπη “κουρία” καί οι επικοινωνιολόγοι. Αυτό συνιστά πραξικόπημα καί μάλιστα κατά τούτο χείρον ή χείριστον παντός προγενομένου, διότι δέν αφορά σέ διοικητικά ζητήματα ή έστω σέ ανατροπή τής Κανονικής τάξεως γιά ενδοελλαδικά ζητήματα (όπως άλλοτε κατ' άλλων καταγγελλόταν), αλλ' αφορά μιά καταλυτική επιλογή ενάντια στήν εκκλησιαστική μας παράδοση καί ιστορία, ενάντια στίς επιταγές τών Αγίων καί τών Συνόδων, (νά τολμήσω νά πώ;) ενάντια στό θέλημα τού Θεού, τό οποίο πάντως δέν διακριβώνεται μέσ'ω τών ΜΜΕ καί τής εγκοσμίου πολιτικής.
 

Μακαριώτατε,

δέν ήταν ούτε είναι στίς προθέσεις μου γενικώς ουδεμία αντιπολιτευτική πρακτική έναντι τής Συνόδου ή Υμών ως Προέδρου Αυτής. 'Ομως, τό παρόν ζήτημα απαιτεί ευθαρσή καί έντιμη διαμαρτυρία ορθοδόξου επισκοπικής αυτοσυνειδησίας. Δέν διακυβεύεται η πολιτική τινος, αλλ' η ενότητα καί πιστότητα τής Εκκλησίας μας πρός τήν θεόπνευστη παράδοσή Της! Η αλήθεια προσυποδέχεται τήν εκκήρυκτη θεσμοποιημένη πλάνη καί ετοιμάζεται νά συναπευθύνει μήνυμα μαζί της ως ισόκυρη εκ λόγων αβροφροσύνης!!!

Πώς λοιπόν νά σιωπήσω; Πώς νά εφησυχάσω; Πώς νά επικυρώσω τά ανεπικύρωτα, τά έκθεσμα, τά αποκηρυκτέα; Πώς, ακόμη, νά καθησυχάσω τό πλήρωμα τής εκκλησιαστικής επαρχίας στήν οποία επισκοπώ, όταν κληρικοί, μοναχοί καί λαϊκοί καταβοώσιν Υμών, τού Αρχιεπισκόπου προσωπικώς, αλλά καί τής Συνόδου γιά τίς εγκρίσεις καί συμπάσης τής Ιεραρχίας ημών γιά τήν απραξία της;

'Ως Επίσκοπος υπόλογος έναντι τού Θεού καί τής Εκκλησίας, συνεπής πρός τίς υποσχέσεις μου κατενώπιον τού Ιερού Θυσιαστηρίου, υποχρεούμαι ανυπερθέτως νά καταθέσω τήν διαμαρτυρία καί μαρτυρία μου, χωρίς νά παραμειώνεται ο κατά τά λοιπά σεβασμός μου πρός τά πρόσωπα Υμών. Αξιοσέβαστοι πάντες, φίλος καί Πλάτων, φιλτέρα ή μάλλον μόνη φίλη η Ορθοδοξία.

'Επιλέγων λοιπόν διαμαρτύρομαι εντονότατα καί τονίζω μέ βαθύτατη απογοήτευση ότι πρός τίς ειρημένες επίμαχες καί επίψογες αποφάσεις Υμών ευρίσκομαι κατηγορηματικώς αντίθετος, προτιμών τά τού Θεού αντί οιασδήποτε “ειρήνης χωριζούσης Θεού”.

Γουμένισσα, 28-4-2001



 

ΔΙΑΜΑΡΤΥΡΙΑ ΕΠΙΣΚΟΠΙΚΗΣ ΑΥΤΟΣΥΝΕΙΔΗΣΙΑΣ

[κείμενο-χαιρετισμός στην συγγέντρωση διαμαρτυρίας στην πλατεία
Μητροπόλεως Αθηνών (2-5-2001) για την έλευση του Πάπα στην Ελλάδα]


Χριστός ανέστη!
Αλλά κατά παραχώρησιν Θεού, “όπως άν αποκαλυφθώσιν εκ πολλών καρδιών διαλογισμοί”, γιά τήν  Εκκλησία μας εφέτος παρατείνεται η Μεγάλη Εβδομάδα. Η Ορθόδοξος Εκκλησία τής Ελλάδος ανασταυρώνεται. Η ενθουσιώσα εκκλησιαστική ομοφωνία δέχεται μέγιστο πλήγμα· είθε νά μήν παραχωρήση η ευσπλαχνία τού Θεού καί αποβή ανιάτρευτο. Τό πλήρωμα τής καθ Ελλάδα Αποστολικής Εκκλησίας κλυδωνίζεται εξαιτίας μιάς παράτολμης καί πρωτοφανούς επικοινωνιακής πολιτικής, προαποφασισμένης στά κρυφά καί αναγκαστικά εγκεκριμένης από τούς ολίγους. Μέ τήν θεωρητική επίκληση τής θεοφόρου Παραδόσεώς μας από τή μιά καί τόν πανηγυρικό ενταφιασμό της από τήν άλλη κάτω από επιχειρήματα τού τύπου “αγκυλώσεις, μειονεξίες, εσωστρέφεια καί μονολιθικότητα”. 'Ωστε η πιστότητα στήν αλήθεια καί η αποκήρυξη τής θεσμοποιημένης αιρέσεως είναι “αγκύλωση”; Η άρνηση στό θεοστυγή συμβιβασμό είναι “μειονεξία”; Η εμμονή στήν Παράδοση τών θεοτιμήτων Πατέρων μας είναι “εσωστρέφεια”; Η υπακοή στή θεοφώτιστη διαγνώμη Συνόδων καί Θεοφόρων είναι “μονολιθικότητα”; Καί μέ ποιό εκκλησιολογικό, κανονικό καί καταστατικό δικαίωμα αυτές τίς δήθεν προοδευτικές διαγνώσεις καί πρακτικές (πού ανατρέπουν αστασίαστη παράδοση αιώνων) θέλουν νά τίς επιβάλουν οι ελάχιστοι καί η ελίτ, επί τής Ιεραρχίας, επί τού ιερού Κλήρου, επί τής παρεμβολής τών Μοναχών, επί τού λαού;

Διαφημίζεται πώς θά τά ψάλουμε στόν Πάπα. Ναί· θά τά ψάλουμε κατ ιδίαν, αλλά θά τόν αναβαθμίσουμε ανά τήν υφήλιο. Θά τού προκαλέσουμε ολίγον κνησμό στήν ακοή, αλλά θά τόν νομιμοποιήσουμε επί τής διεθνούς σκηνής. Κοντός ψαλμός! “Τό κάστρο έπεσε”! Μόνον οι ολίγοι φαίνεται νά μήν τό αντιλαμβάνονται. Η διπλωματική σταυροφορία τού μοναρχικού Παπισμού θά στεφθή από τόν Μακαριώτατο σ ένα ιερώτατο Βήμα τής μαρτυρικής Ανατολής!

Δέν θέλουμε ακόμη νά τό πιστέψουμε ότι η εκπροσώπηση τής αλήθειας τού Θεού θά συρθή ως θεραπαινίς δίπλα στήν εκπροσώπηση τής παγιωμένης παναιρέσεως. Γιά νά συναπευθύνουν “Κοινό Μήνυμα”, χρησιμοποιώντας τά θεόπνευστα λόγια τής Αγίας Γραφής! Ο ποτέ σταυροφόρος τών Αγίων Τόπων, τής Βασιλεύουσας, τής Βαλκανικής, τής Ουκρανίας, ο τάχα προσκυνητής τής Ελλάδος —μέ βούλα τού Αρχιεπισκόπου καί τής Δ.Ι.Σ.— θά νομιμοποιηθή ως Κατηχητής τής Ορθοδόξου Ελλάδος καί όλου τού κόσμου! Ο πανταίτιος τών δύο μεγίστων ιστορικών σχισμάτων θά μάς μιλήσει από πρώτης θέσεως γιά τό σχίσμα! Ο αλλοτριώσας τόν χριστιανισμό σέ εφθαρμένη κοσμικότητα θά επαγγελθή τόν Αποστολικό Ποιμένα τής Εκκλησίας, καί μάλιστα υπέρ τόν Αρχιεπίσκοπο!

Δέν μάς χρειαζόταν τέτοια κατήχηση καί τέτοιος κατηχητής. Δι ημάς τούς Ορθοδόξους τά λόγια τής Αγίας Γραφής εκφράζουν τήν διαιώνια ενθεωτική εμπειρία, από τών θεωμένων τής θείας Αποκαλύψεως μέχρι τών θεουμένων τής εσχατολικής Αποκαλύψεως. Ενώ γιά τόν αλάθητο υπερεπίσκοπο καί μονάρχη Πάπα τά ίδια λόγια γίνονται αναιδώς προκάλυμμα τόσων θρησκευτικών πλανών καί τόσων ιστορικών εγκλημάτων, πού (άν δέν διέθετε πολιτική ισχύ καί πακτωλό χρημάτων κι άν δέν ευνοούσε τήν Νέα Τάξη πραγμάτων) θά ήταν ο πρώτος υπόδικος στήν πανανθρώπινη δικαιοσύνη. Δέν έχουμε μίσος, αλλά ζώσα μνήμη. Ούτε διπλωματία, αλλά φόβο Θεού. Δέν υστερούμε σέ αγάπη, αλλά σέ υποκρισία. Δέν δαιμονοποιούμε ανθρώπους, αλλά καί δέν αγγελοποιούμε τόν εκπεσόντα καί μή ανιστάμενον. Τό είπε διατόρως ένας πρώην παπικός: «Δέν ήθελα νά μένω στούς κόλπους ενός ψευδούς χριστιανισμού, πού εκμεταλλευόταν τό Ευαγγέλιο γιά τήν υπηρεσία τών ιμπεριαλιστικών σκοπών τού παποκαισαρισμού». Αυτόν τόν παποκαισαρισμό νομιμοποιούμε στήν πράξη, μέ προφανέστατα κίνητρα τό “ευπροσωπήσαι εν σαρκί”  καί “αρέσκειν ανθρώποις”.

Δέν κρίνουμε ουδένα· πονούμε καί αποκλαίουμε τήν κοινή συμφορά, τήν οποία πασχίσαμε νά αποτρέψουμε, καί μάς περιφρόνησαν. Δέν καταδικάζουμε ουδένα· θρηνούμε τόν αυτεγκλωβισμό στήν επικίνδυνη επικοινωνιακή πολιτική,  πού εγκωμιάζει λεκτικά καί ευτελίζει πρακτικά τήν διάκριση τών Θεοφόρων. Δέν αντιμαχόμεθα ουδένα· συναλγούμε μέ τήν τραυματισμένη ορθόδοξη αυτοσυνειδησία Επισκόπων, Κληρικών, Μοναχών καί Λαϊκών. Δέν αποκηρύσσουμε ουδένα· ιστάμεθα παρά τώ Σταυρώ τού Ιησού, τόν Οποίο κατατραυματίζει ο Παπισμός κραδαίνων τό ξίφος ενός συμμείκτου Πιλάτου­Καϊάφα.

Καί διακηρύσσουμε ευθαρσώς. Δέν μάς εκφράζουν τά επικοινωνιακά άλματα. Προσδοκούμε καί εκλιπαρούμε καί προσευχόμεθα, έστω καί τήν υστάτην ώρα, γιά τό θαύμα τής μετανοίας. Καί δέν αποδεχόμεθα ούτε υποδεχόμεθα ως Εκκλησία τόν Πάπα. Διότι δέν τόν αποδέχεται η άγια καί θεόπνευστη καί θεοβράβευτη Παράδοσή μας.



 
 

Τό μέγα αγνόημα τών λαϊκών
καί τό μείζον αμάρτημα τών κληρικών
 

A. Κέρδη μικροπολιτικής καί μακροπολιτικής
σέ ΒΑΡΟΣ τής ταπεινωμένης αγίας Παραδόσεώς μας

"΄Ολοι κέρδισαν από την επίσκεψη Αγάπης", "Πάπας και Χριστόδουλος βγήκαν νικητές",

"Ιστορική συγγνώμη από τον Πάπα. Θαρραλέος και υπερήφανος ο λόγος Χριστόδουλου", "Νέοι ορίζοντες στις σχέσεις των δύο Εκκλησιών",

"Τριπλή νίκη Χριστόδουλου (εννοείται: έναντι τής Κυβερνήσεως, τού Βατικανού­διεθνούς γνώμης καί τών “συντηρητικών κύκλων” τής Εκκλησίας)", "Εθνικός ηγέτης ο Χριστόδουλος",

"Κέρδη γιά τρείς" (αναφέρεται σέ: Μακαριώτατο, Πάπα καί Κυβέρνηση)…

Αυτά διατυμπάνιζαν οι εφημερίδες, τά σύγχρονα κριτήρια… ορθοφροσύνης, ορθοδοξίας καί ορθοπραξίας! Ναί· κατά τά ΜΜΕ, “όλοι κέρδισαν”!

ΟΜΩΣ, η θεοβράβευτη αντίσταση τών θεοφωτίστων Αγίων  αποκηρύχθηκε στήν πράξη· διότι ποιός από τούς θριαμβολόγους δημοσιογράφους αναρωτήθηκε γιά τήν αναφορά τού Μακαριωτάτου στόν άγνωστό τους άγιο Μάρκο Εφέσου ή γιά τήν ιστορικοδογματική αιτιολογία αποσχίσεως τής Δύσεως;

Η αγρυπνούσα συνείδηση τού μικρού ποιμνίου εξ Επισκόπων, Ιερέων, Μοναχών καί Λαϊκών περιφρονήθηκε καί αφέθηκε στούς ονειδισμούς τών ΜΜΕ, πού ονειδίζουν τήν θεοσέβεια· πόσοι καί πόσοι δέν μίλησαν γιά “παραθρησκευτική ζάλη”!

Ο απληροφόρητος πολύς κόσμος διδάχθηκε τόν αντορθόδοξο νεο­εποχήτικο ψευδαγαπισμό ως πεμπτουσία τής χριστιανικής ζωής καί τήν ισοπεδωτική άμβλυνση τών ορθοδόξων κριτηρίων. Γιά παράδειγμα, οι πιό νουνεχείς από τούς ακατηχήτους αυτό πού κατάλαβαν από τή συνάντηση ήταν: “τό πρόβλημα τής Καθολικής καί τής Ορθοδόξου Εκκλησίας είναι κοινό, δηλαδή η αποχριστιανοποίηση τής Ευρώπης”· “έλυωσε ο πάγος” δήλωσαν άλλοι· “υπάρχει αναγνώριση αποστολικής διαδοχής καί μυστηρίων” μάς διεφώτισαν μερικοί κληρικοί… “ειδότες”.

Τά ΜΜΕ μάς επικρότησαν γιά τά πολιτικά καί οικονομικά οφέλη πού (τάχα) αποκομίσαμε υπέρ τής Ελλάδος καί τής Ορθοδοξίας.

Οι αθεϊστές επιβεβαίωσαν χαιρεκάκως τήν αυταπατώσα γνώμη τους πώς η Εκκλησία είναι απλώς ένας οργανισμός ασκήσεως θρησκευτικής πολιτικής.

Τά διεθνή κέντρα εξουσίας αποκόμισαν σαφή εκτίμηση γιά τίς αντοχές τής εκκλησιαστικής μας αντιστάσεως.

Ο παπισμός επιβεβαίωσε τήν πολιτική διαίσθησή του ότι πνέει νέος άνεμος στήν εκκλησιαστική ηγεσία τής Ελλάδος, εκμεταλλεύτηκε τήν συγκυρία, άπλωσε πόδι στήν Ελλάδα ως μέγας θρησκευτικός ηγέτης μετά από τόσους αιώνες καταγνώσεώς του, αναβαθμίστηκε μέ ελληνική αναγνώριση καί βλέποντας στό μέλλον επάτησε στέρεα στό παραχωρημένο από μάς σημαντικότατο βήμα γιά νέες διεκδικήσεις κοσμικής επικοινωνίας καί θρησκευτικής διακοινωνίας.

Πράγματι όσοι βγήκαν κερδισμένοι αποκόμισαν κέρδη επί τού επιπέδου τής μικροπολιτικής ή τής μακροπολιτικής. Τά κέρδη όμως αυτά τά αποκόμισαν από τήν επικοινωνιακή απομείωση τής αλήθειας (καθ' ότι εμείς μέν κοινωνούμε τήν Αλήθεια, οι δέ Παπικοί κοινωνούν τήν παραφθορά τής αλήθειας, τήν πλάνη καί τήν αίρεση). Αποκόμισαν λοιπόν κέρδη από τήν ταπείνωση τής ορθοδόξου παραδόσεως (καθ' ότι οι ημέτεροι τήν εμφάνισαν ανά τόν κόσμο πώς “μπήκε στό ίδιο τσουβάλι” μέ τήν αλαζόνα Πλάνη, πού λέγεται Παπισμός).

*  *  *

Εμείς λοιπόν οι εκκλησιαστικοί, χωρίς ψευδαισθήσεις καί διθυράμβους, τουλάχιστον μέ ασυμβίβαστο αισθητήριο αυτοκριτικής, άς προβληματισθούμε.

'Ας αξιολογήσουμε όχι τήν παρούσα “επ­ εισοδιακή” επικοινωνία μέ τόν Πάπα, αλλά τό επί 21 χρόνια εποικοδόμημα τού πρώτου Ορθοδοξο­Παπικού “αγαπισμού”: τόν επίσημο διάλογο, πού μάς προέκυψε ως καρπός τής πρώτης μεγάλης… αγάπης τού 1963.

Υπάρχει ένα δεδομένο απτό, αδιάσειστο: η πικρή πείρα τής παταγώδους αποτυχίας τού μέχρι σήμερον επισήμου θεολογικού διαλόγου μεταξύ Ορθοδόξων καί Ρκαθολικών λόγω πεισματικής εμμονής τού νύν Πάπα υπέρ τών Ουνιτών (βλ. ά. τής Σ.Ε. Διορθοδόξων καί Διαχριστιανικών Σχέσεων, Εκκλησία, τ. 10/2000, σ. 934 καί Ιω. Χατζηφώτη “Ορθοδοξία, ουνία καί παπισμός” στό “Ορθοδοξία καί Ελληνισμός”, Αθήνα: 2000, σσ. 74­91).

Δέν χρειάζεται πολλή φιλοσοφία, γιά νά αντιληφθεί κανείς ότι δέν ομιλούμε τήν ίδια γλώσσα μέ κείνους. Υποχωρούμε εμείς, καί σκληρότεροι στίς αξιώσεις τους αποβαίνουν. Η μόνη τους υποχώρηση είναι στήν διπλωματική παρουσίαση κάποιων “δογμάτων”. Π.χ. τό Filioque παρόντων ημών τό αποσιωπούν στήν ελληνική, οι ίδιοι όμως καί τό πιστεύουν καί τό προφέρουν στά λατινικά! Τό παπικό πρωτείο αποτελεί ­όπως ισχυρίζονται­ ορατό σημείο αναφοράς καί ενότητος! Συνεπώς, στά ολέθρια “δόγματα” τής αιρέσεώς τους στέκονται βράχοι γρανιτένιοι! (εμείς ­λένε­ είμαστε η Μία, Αγία, Καθολική καί Αποστολική Εκκλησία, η UNA SANCTA, εξ ού προέκυψε η Ουνία, ότι κάποιοι Ορθόδοξοι, Μονοφυσίτες, Μονοθελήτες ενώθηκαν μέ τήν UNA SANCTA).

Αυτό σημαίνει ότι, παρά τήν θεολογική συναναζήτηση στόν επίσημο Διάλογο καί τήν επ­ανεύρεση τών πηγών τής αρχαίας ενιαίας παραδόσεως, ουδόλως αφίστανται από τήν θεμελιώδη εκκλησιολογία  τους (ότι τάχα εκείνοι είναι η UNA SANCTA, η ΜΙΑ ΑΓΙΑ, διότι έχουν τόν Πάπα, ορατό σημείο ενότητος καί αλαθήτου).

Παρά τίς υποχωρήσεις τους μέ τήν Β΄ Βατικανή Σύνοδο (1962­1965) μέ αποφάσεις τής οποίας έκαναν ανοίγματα πρός τήν Ανατολή καί μάς… αναγνώρισαν αποστολική διαδοχή καί έγκυρη θεία Ευχαριστία, όμως ουδόλως αφίστανται καί από τίς παγκοσμιοκρατορικές βλέψεις τους (ότι οι πάντες πρέπει νά ενωθούν μέ τόν Πάπα καί ότι μόνο όσοι είναι ενωμένοι μέ τόν Πάπα έχουν “πληρότητα εκκλησιαστική”!).

Τό ότι λοιπόν ο αμετανόητος Παπισμός καί η αταπείνωτη παγκοσμιοκρατία του (αυτή η εκκοσμίκευση καί έκπτωση καί αίρεση) βάζουν νερό στό κρασί τους (γιά νά μάς τό πουλήσουν καί σ' εμάς, βέβαια), προδίδει χάσμα μέγα στά κριτήρια θεολογίας καί θεογνωσίας μεταξύ ημών καί εκείνων.

*  *  *

Μίλησε ο Πάπας γιά “οικουμενισμό αγιοσύνης”, ότι αυτός θά μάς φέρει πιό κοντά. Μά γιά ποιά αγιοσύνη ομίλησε, όταν δέν πιστεύουν στίς άκτιστες αγιαστικές ενέργειες τού Θεού, δέν πιστεύουν στήν θέωση διά τής μετοχής τών ακτίστων ενεργειών τού Θεού (δηλαδή στήν πραγματική ένωση μέ τόν Θεό διά τών ακτίστων ενεργειών Του); 'Οταν πιστεύουν στή διανοητική προσέγγιση τού Θεού μέ τήν Αριστοτελική Σχολαστική “θεολογία” τού μεσαίωνα καί νομικιστική δικαίωση;

Μετά τό Σχίσμα, οι δικοί μας 'Αγιοι μέχρι σήμερα (όπως ο π. Φιλόθεος, ο π. Παΐσιος, ο π. Πορφύριος, ο π. Ιάκωβος), όπως καί οι παλαιότεροι 'Αγιοί μας (ο π. Κοσμάς ο Αιτωλός, ο π. Νικόδημος ο Αγιορείτης), όπως καί οι παλαιότεροι αυτών (ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς καί οι Ησυχαστές 'Οσιοι) είχαν τήν θεοκοινωνία τών αγίων Πατέρων τού Δ΄ αιώνος, τών Μαρτύρων, τών Αποστόλων, τών Προφητών.

Οι δικοί τους “άγιοι”, πού τούς ανακηρύσσει αγίους ο Πάπας (όχι ότι “αναγνωρίζει τήν πραγματική τους αγιότητα”, όπως κάνει σέ μάς τό Πατριαρχείο, αλλά τούς ανακηρύσσει­τούς “κατασκευάζει”), μπορεί νά είναι καί κοινοί εγκληματίες, σάν τόν καρδινάλιο Στέπινατς, πού τόν “αγιοποίησε” ο σημερινός Πάπας, κι άς είναι ο ηθικός αυτουργός φρικτών εγκλημάτων πολέμου στήν Κροατία στό Β΄Παγκ. Πόλεμο!

Λοιπόν, εμείς έχουμε κοινωνία μέ τόν Θεό πραγματική διά τών ακτίστων ενεργειών Του. Εκείνοι δέν πιστεύουν σέ τέτοια κοινωνία, θεωρούν ότι ο Θεός προσεγγίζεται μέ τήν διανοητική σχολαστική σκέψη καί μέ τά καλά έργα, τά συγχωροχάρτια, τίς καλές υπηρεσίες πρός τόν Πάπα (πρόσφατα “αγιοποίησε” κι ένα εκλιπόν ηγετικό στέλεχος τών λαϊκών υπαλλήλων τού Βατικανού, γιά λόγους ικανοποιήσεως τού αισθήματος τών αφιερωμένων λαϊκών τού Κράτους του!!!)

Χάσμα μέγιστο!

Καί στήν πράξη τής θεογνωσίας (σέ μάς πραγματική, σ' εκείνους φανταστική).

Καί στή θεολογία τής θεογνωσίας (σέ μάς διά τών ακτίστων ενεργειών, σ' εκείνους μέ τή διανόηση­δηλαδή μέ τά ευσεβή παραμύθια).

Καί στήν πνευματικότητα (σέ μάς υπάρχει αδιάκοπη συνέχεια Αγίας πνευματικότητος, μέ τούς Αγίους μέχρι σήμερα, ενώ σ' εκείνους η πνευματικότητα είναι μιά θρησκευτική συναισθηματικότητα καί μιά διανοητικότητα, τά οποία οι ησυχαστές Πατέρες τού 14ου αιώνος θεωρούσαν αθεΐα καί απιστία, βιωματικό έλλειμμα ενθεώσεως καί πίστεως).

Λοιπόν; Δέν μάς χωρίζουν μεγάλες διαφορές; Δέν μάς χωρίζει μέγα χάσμα; Δέν μάς χωρίζουν τόσο πολλά;

Τί κι άν έχουν τό ίδιο Ευαγγέλιο. 'Ομως, δέν έχουν τό “επόπται γεννηθέντες τής Χριστού μεγαλειότητος”, τήν ζώσα εμπειρία τής Μεταμορφώσεως, τού ακτίστου Φωτός, πού λέει ο Απόστολος Πέτρος στήν Α΄ Επιστολή του. Δέν τό έχουν, αλλά καί δέν τό πιστεύουν. Κι αφού δέν τό επιζητούν, ούτε μπορούν νά τό βρούν μέ τόν δρόμο τής πλανεμένης πίστης, γι' αυτό δέν πρόκειται νά τό λάβουν.

Συνεπώς, δέν υπάρχει ούτε διαφαίνεται νά υπάρξει μετάνοια σ' εκείνους, επιστροφή στό βίωμα τής ενιαίας Εκκλησίας (δηλαδή τής σημερινής Ορθοδόξου).

Κι αφού δέν υπάχουν όλα αυτά τά ουσιαστικά, δέν διαφαίνεται νά υπάρξει κοινωνία πίστεως καί ακολούθως κοινωνία μυστηρίων τών παπικών πρός ημάς, δηλαδή πραγματική επιστροφή τους στήν απολεσθείσα Παράδοση αποστολικής διαδοχής, δόγματος καί πνευματικότητος. Δέν υπάρχει φώς στόν ορίζοντα τού διαχριστιανικού διαλόγου.

Γι' αυτό, παρά τό ανοικτό αυτό παράθυρο, εκείνοι αναβαθμίζουν βιαίως διά ποικίλων μέσων τήν προσηλυτιστική τους δράση στήν κεντρική κι ανατολική Ευρώπη, στή Μέση Ανατολή καί τήν Αφρική σέ βάρος τών Ορθοδόξων. Κι εμείς βεβαίως αναγκαζόμαστε νά επαναφέρουμε τήν Ορθοδοξία εκεί όπου απωλέσθηκε πρό χιλιετίας, στήν καρδιά τού Παπισμού, τήν Ιταλία, τήν Κάτω Ιταλία, τήν πάλαι ποτέ ορθοδοξούσα, από τήν οποία μάλιστα αναδείχθηκαν καί μεγάλοι 'Αγιοι καί Ομολογητές.

Λοιπόν, παρά τίς ουσιαστικές υποχωρήσεις μας καί τίς ελάχιστες αναδιπλώσεις τους, παρά τίς καλές σέ μερικούς εκατέρωθεν προθέσεις, παρά τίς μεμονωμένες προσπάθειες παπικών κληρικών καί θεολόγων (πού ανακαλύπτουν στά κείμενα τών αγίων Πατέρων τόν άγνωστο πνευματικό χώρο καί τρόπο τής καταγωγής τους, τήν οποία προσαπώλεσαν), δέν υπάρχει ελπίδα ριζικής ανανήψεως καί μετανοίας τού Παπικού θεσμού, καί κατά συνέπεια δέν διαφαίνεται ούτε ως αμυδρό λυκαυγές κάποια ελπίδα πραγματικής επανενώσεως.

Κατά συνέπεια, άς διερωτηθούμε:

Οι πρόσφατοι επικοινωνιακοί αγαπισμοί, τί άλλο ευνόησαν παρά τήν άμβλυνση τού αναιμικού ορθοδόξου κριτηρίου στόν πολύ κόσμο; Ο πολύς κόσμος, ο δυστυχώς ποιμαντικά απληροφόρητος, σχημάτισε τήν εντύπωση πώς τάχα όλοι είμαστε τό ίδιο, μέ κάποιες ασήμαντες μικροδιαφορές· πώς “επιτρέπεται” στό εξωτερικό νά εκκλησιαζόμαστε καί σέ καθολικούς ναούς καί σέ αγγλικανικούς· πώς δυνάμεθα νά παντρευόμαστε ελεύθερα μέ καθολικούς κ.λπ. καί άλλα τοιαύτα.

Οι πρόσφατοι επικοινωνιακοί αγαπισμοί τί άλλο διεύρυναν ακόμη περισσότερο; Τό ημερολογιακό σχίσμα ή μάλλον χάσμα, τό οποίο θά έπρεπε βαθειά νά μάς προβληματίσει ως τεράστιο μέν ενδοελλαδικό καί εξωελλαδικό ποιμαντικό πρόβλημα (παρατάξεις τού παλαιού ημερολογίου τής Ελλάδος δραστηριοποιούνται παντού), τής τελευταίας όμως εκατονταετίας καί χωρίς καμιά δογματική διαφορά. Τουναντίον, εμείς σπεύσαμε τάχα νά γεφυρώσουμε χάσμα μέγα χιλίων ετών, διευρυμένο σέ απίστευτο βαθμό, χωρίς ερείσματα αγιοπατερικά καί αγιοπνευματικά, μόνο μέ τίς ανθρώπινες εξαίρετες επικοινωνιακές μας δυνατότητες!

Τελικά, αυτοί οι βεβιασμένοι αγαπισμοί μέ τόν Πάπα τί άλλο εξυπηρέτησαν, παρά τήν θεατρική διεθνή αναβάθμιση τού παπισμού; Μιά τέτοια αναβάθμιση τήν χρειαζόταν, σίγουρα γιά εντυπωσιασμό καί ενδεχομένως γιά αναχαίτιση τού ρεύματος τών χιλιάδων παπικών πού αποσκιρτούν κατ' έτος καί γίνονται μέχρι καί μουσουλμάνοι ­παρακαλώ­ στή Γαλλία ή ινδουϊστές κ.λπ. Ενώ μέ τέτοιες υποδοχές, αναβαθμίζεται καί εκεί, αλλά κυρίως στήν Ανατολική Ευρώπη, στή λατινική Αμερική, στήν Αφρική, στή Μέση Ανατολή, ότι είναι η πρώτη χριστιανική δύναμη, ότι τόν αναγνωρίζουμε καί οι Ορθόδοξοι ως πρώτο θρησκευτικό ηγέτη (όπως τούς παλιούς πρό τού Σχίσματος ρωμηούς καί ορθόδοξους Πάπες μέ πρωτείο τιμής).

'Ηταν μέγα σφάλμα, μέγα ατόπημα, μεγάλη μειοδοσία (στήν πράξη) έναντι τής Ορθοδόξου παραδόσεώς μας καί τών δικαίων μας. Ευτυχώς, πού συμμετείχαν ελάχιστοι εκπρόσωποι εαυτών.


Β. Η αντιευαγγελική πολιτική διάσταση τού Βατικανού,
τά ιστορικά εγκλήματά του καί η ανούσια “συγγνώμη”.

Κάποιοι υποστηρίζουν πώς ήταν αναγκαία η επικοινωνία, διότι εκ τής επικοινωνίας προέκυψε τό κοινό Μήνυμα έναντι τών μεγάλων οικονομικο­πολιτικών δυνάμεων τού κόσμου.

Μά, ο δυτικός κόσμος δέν πάσχει από έλλειψη θρησκευτικών ιδεών. Πάσχει τήν εκούσια αποστασία του από τόν Θεό τής αποκαλύψεως, τήν οποία (αποστασία) θρησκειοποίησε μέ τόν παπισμό καί τόν προτεσταντισμό. Ο δυτικός χριστιανισμός πιστεύει στό είδωλο τής θρησκευτικής φαντασίας τών φιλοσοφούντων “θεολόγων” του.

Πιστεύει στόν θεό μονάρχη, στόν θεό φεουδάρχη, στόν θεό τιμωρό, στόν θεό απόλυτο προγραμματιστή (απόλυτος προορισμός τών προτεσταντών), στόν θεό ενός αλάθητου ανθρωποθεού­τού Πάπα ή τών πολλών ανθρωποθεών­προτεσταντών.

'Ολοι αυτοί ως λαοί μέχρι σήμερα απομυζούν τούς πτωχούς λαούς τού κόσμου. Επιμένουν νά τυραννούν τήν παγκόσμια ιστορία μέ τήν αγέρωχη έπαρση τών φραγκοτευτόνων φεουδαρχών.

*  *  *

'Επειτα, ποιός έχει τήν αφέλεια νά πιστεύει ότι ο Πάπας είναι έξω από τό παιχνίδι τών Μεγάλων, ώστε νά διατυπώνει μηνύματα ηθικής έναντι αυτών, ωσάν νά ήταν απέξω;

Διαβάζω καί υπογραμμίζω: «Η θέση του ήταν πάντοτε στο πλευρό των τυραννικών καθεστώτων. Ο Γερμανός συγγραφέας Χ. Μπώλλ υπενθυμίζει ότι τό Βατικανό ήταν το πρώτο κράτος που συνομολόγησε συνθήκη με τοιν Χίτλερ. Μετά την κατάρρευσή του η παπική συμμορία ανέλαβε την προστασία και την φυγάδευση χιλιάδων εγκληματιών πολέμου και συνεργατών τους. Τους ξέπλενε από τα κακουργήματά τους, τους εφοδίαζε με πλαστά διαβατήρια και μτους έστελνε στη Ν. Αμερική. Το 1990 ο σημερινός Πάπας Βοϊτίλα επισκεπτεται την Βραζιλία και την Αργεντινή. Οι δαπάνες της περιοδείας του καλύπτονται σχεδόν εξ ολοκλήρου από δωρεές Βραζιλιάνων και Αργεντινών μεγιστάνων του πλούτου, ανταπόδοση στους αγώνες του Πάπα να αγελοποιήσει τις πειναλέες μάζες και να τις καταστήσει ακίνδυνες για τα συμφέροντά τους. Καμμιά καταγγελία για την ένδεια και την εξαθλίωση στις χώρες της Λατινικής Αμερικής. Προτροπές μόνο για γεννήσεις. Η παπική λαίλαπα σαρώνει και την Αφρική. Η προσηλυτιστική έξόρμηση των μισιοναρίων του Βατικανού στη Μαύρη Ήπειρο θυμίζει τον επαίσχυντο ρόλο τους στους αιώνες της αποικιοκρατίας. Οι “ιεραπόστολοι” άνοιγαν το δρόμο στά κατακάθια της Δύσεως. Μπροστά ο σταυρός, πίσω το ξίφος, η γνωστή συνταγή των σταυροφοριών. Ληστρικές επιχειρήσεις με ιδεολογικό περιεχόμενο. Σταυροφορίες: η μεγαλύτερη απάτη της παγκόσμιας ιστορίας. Υπεύθυνος ο Πάπας» (Δημήτρη Νατσιού, “Φραγκέψαμε”, ά. στήν εφ. “Χρόνος”, Κιλκίς: 4.5.01, σ. 14).

Θά μάς πούν μερικοί ότι ο Πάπας δέν φαίνεται αυτοπροσώπως. Αλλά στό όνομα τού πρώτου καί αλαθήτου “Αγίου Πατέρα” ομνύουν οι οπαδοί τής “Εκκλησίας” του.

Εκείνος ως θεσμός δέν έφταιγε γιά τήν καταλήστευση τής Κωνσταντινουπόλεως από ορισμένα “τέκνα τής Καθολικής Εκκλησίας”, τούς Σταυροφόρους, τούς “Λατίνους χριστιανούς”; Τάχα δέν τούς είχε ευλογήσει ο τότε Πάπας, αλλά “τό μυστήριον τής ανομίας” (όπως είπε στήν ομιλία του ο Ιωάννης Παύλος β΄). 'Ομως, η αλήθεια είναι άλλη. Ο τότε Πάπας Ιννοκέντιος Γ΄ έγραφε πρός τόν αυτοκράτορα τής Νίκαιας Θεόδωρο Λάσκαρι: «ότι οι Λατίνοι υπήρξαν όργανο τής Θείας Προνοίας, πού τιμώρησε τούς 'Ελληνες γιά τήν άρνησί τους νά δεχθούν τήν ηγεσία τής Ρωμαϊκής Εκκλησίας» (Αρχιεπισκόπου πρ. Θυατείρων καί Μ. Βρεταννίας Μεθοδίου Γ. Φούγια, Μητροπολίτου Πισιδίας, “'Ελληνες καί Λατίνοι”, Α.Δ.Ε.Ε., Αθήνα: 19942, σ. 278, ένθα βλ. καί γνώμες ιστορικών σσ. 269­288).

Μήπως στήν πρόσφατη διάλυση τής πρώην Γιουγκοσλαβίας δέν συνεργάσθηκε τό Βατικανό μέ τήν παλαιά σύμμαχό του Γερμανία (βλ. ά. τού Ανδρέα Παπανδρέου στά “Νέα”, Πέμπτη 17.6.1993, αναδημοσίευση στό περ. “Παρακαταθήκη”, τ. 17, Μάρτιος­Απρίλιος 2001, σ. 48);

Καί σέ τί απέβλεπε τό Βατικανό υπογράφοντας τήν σπουδαιότερη διακρατική καί διαθρησκειακή συμφωνία τού 20ού αιώνος μέ τό Ισραήλ στίς 30.12.1993; Σέ τί άλλο παρά στήν περαιτέρω πολιτική διεθνή ισχυροποίηση σέ βάρος τών Ορθοδόξων(ένθ. αν.).

«Ο “Economist”(τ. 14.1.1995) αναφέρει ότι τό Κέντρον Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων τού Ο.Η.Ε. στήν πρωτεύουσα Κιγκάλι (τής Ρουάντα) καταγγέλλει βάσει ισχυρότατων τεκμηρίων ότι Παπικοί κληρικοί διέπραξαν οι ίδιοι φόνους  ή επέβλεπαν συμμορίες δολοφόνων. Τά γεγονότα αυτά επέφεραν αρνητικές συνέπειες γιά τό κύρος τής Λατινικής Εκκλησίας στήν Ρουάντα. 'Οπως ομολογεί ένας ιερεύς τής φυλής τών Τούτσι στόν “Economist”: “Πρίν από τή γενοκτονία (κατά τών Χούτου) πολλοί άνθρωποι πίστευαν στό Θεό. Τώρα, η πίστη κλονίζεται, διότι θεωρούν δολοφόνους εκείνους πού εκήρυτταν τόν θείο λόγο”. Ωραία ιεραποστολή!» ( Αρχιμ. Ιωαννικίου Κοτσώνη “Τό πρόσωπον καί τό προσωπείον τού παπισμού”, Κουφάλια: 1999, σσ. 29­30).

'Αλλαξε τίποτε στήν πρακτική τού Βατικανού; 'Οχι. Επεκτατική πολιτική μέ κάθε μέσο, καθότι ο (ιερός) σκοπός αγιάζει τά (ανίερα) μέσα!

*  *  *

Λοιπόν, ποιός κοσμικός ή εκκλησιαστικός αναλυτής αμφιβάλλει ότι επειδή έχει τέτοια κοσμική δύναμη, μάς ανάγκασε (διά ψυχολογικής υποβολής ή διά πολιτικής επιβολής) νά τόν αποδεχθούμε εκκλησιαστικά μέ ασημένια στεφάνια στήν Αθήνα; Είχαμε τήν αφέλεια νά “πιστέψουμε” μαζί μέ τόν Μακαριώτατο καί τούς δημοσιογράφους πώς τού επιβάλαμε μέ τό σκληρό μας προσφωνητήριο λόγο νά μάς ζητήσει συγγνώμη καί μάλιστα πώς ήταν η πρώτη φορά πού ζήτησε από τούς Ορθοδόξους “συγγνώμη”. Καταρχήν ουδείς τόν ανάγκασε νά διατυπώσει ό,τι διατύπωσε, αλλ' ήταν έτοιμος νά εκφράσει από μόνος του τή θλίψη του γιά κείνα τά ιστορικά γεγονότα, σύμφωνα μέ επίσημες δηλώσεις τού εκπροσώπου του (βλ. εφ. “Η Καθημερινή” 4.5.01, σ. 7: “Θείο δώρο για τον Πάπα η επίσκεψη στην Αθήνα”). 'Αρα, δέν τόν ανάγκασε ο Μακαριώτατος διά τής προσφωνήσεώς του, όπως θέλησαν νά τό παρουσιάσουν οι εφημερίδες.

'Επειτα, όπως σχολιάζει προσφυώς ο Γ. Καλοκαιρινός στήν “Καθημερινή” (6.5.01, σ. 14): ο Πάπας «… “ξεπέρασε” χωρίς κανένα κόστος επισημάνσεις του κ. Χριστόδουλου, που αφορούσαν σημεία αιχμής στις σχέσεις Ορθοδοξίας και Ρωμαιοκαθολικισμού, όπως η συγγνώμη για τις Σταυροφορίες που του ζητήθηκε, το θέμα της Ουνίας το οποίο αποτελεί “αγκάθι” μεταξύ των δύο Εκκλησιών Ανατολής και Δύσεως, καθώς και το Κυπριακό πρόβλημα… Ο Ποντίφικας τα αντιπαρήλθε όλα μόνον με μία συγχώρεση εκ μέρους των Λατίνων από τον Θεό για τα όσα υπέστησαν οι Ελληνες Ορθόδοξοι μέσα στους αιώνες, από τους δυτικούς».

Βάσει τών ιστορικών δεδομένων γιά τήν πολιτική τού Βατικανού, παλαιοτέρων καί συγχρόνων, ορθώς ο Πρωτοπρεσβύτερος­Καθηγητής π. Θεόδωρος Ζήσης αναλύει τή σημασία τής “μετανοίας” τού Πάπα: «Συγγνώμη γιά τίς παλιές Σταυροφορίες· οι καινούργιες θά είναι καλύτερες!»

Ο δέ Σεβ. Μητροπολίτης Ναυπάκτου κ. Ιερόθεος (Το Βήμα: 10.5.01) κρίνοντας αυτήν τήν περίεργη “συγγνώμη”, εντόπισε τήν προβληματικότητά της στό ότι:

α) η συγγνώμη αυτή ζητήθηκε από τόν Θεό γιά μερικά σφάλματα μελών τής “Καθολικής Εκκλησίας” χωρίς αυτό νά είναι κάτι εξαιρετικό (θά συμπληρώναμε: δέν ζήτησε συγγνώμη κι από εμάς, τούς καταφώρως αδικηθέντες Ορθοδόξους)·

β) τό πρόβλημα εντοπίζεται στό όλο αποκλίνον καί αιρετικό σύστημα τού Παπισμού, τό οποίο καί έναντι τού Θεού είναι βδελυκτό καί έναντι τών ανθρώπων ευθύνεται γιά τήν αλλοτρίωση τής Ευρώπης·

γ) μάς θυμίζει τό αιρετικό παπικό δόγμα περί ικανοποιήσεως τής θείας Δικαιοσύνης, τό οποίο γέννησε τούς θρησκευτικούς πολέμους τής δύσεως καί τόν αθεϊσμό, καί επειδή δέν τό αποδεχόμαστε οι Ορθόδοξοι, οι Παπικοί “μάς αφόρισαν” μέ τήν εν Τριδέντω Σύνοδο τού 1545—1563!


Γ. Πολιτικές πιέσεις από τό θρησκευτικό πλανητάρχη
γιά εκκλησιαστική υποχώρηση στή θρησκευτική
υποδοχή­νομιμοποίησή του

Αναντιρρήτως, λοιπόν, ο Πάπας χρησιμοποίησε τήν τεράστια πολιτική­διπλωματική του ισχύ, προκειμένου νά κάμψει τίς ασθενείς επίσημες αντιρρήσεις τής Εκκλησίας τής Ελλάδος, ώστε νά γίνει αποδεκτός όχι ως πολιτικός ηγέτης, αλλ' ως θρησκευτικός πανηγέτης­υπερεπίσκοπος­πλανητάρχης.

Αφορμή τό κατά τούς παπικούς Ιωβηλαίο τού 2000 (συνειρμικά αναλογίσου τήν παπική πλάνη περί παυσιποίνων αφέσεων κατά τά Ιωβηλαία, τά συγχωροχάρτια κάποτε κ.λπ.). Πρόσχημα η τάχα προσκυνηματική πρόθεση γιά τά βήματα τού Αποστόλου Παύλου. 'Ηδη πρό πολλού, από τόν Ιανουάριο, επισημάνθηκε ότι «στρατηγικός στόχος του Βατικανού είναι (ήταν) να επιτευχθεί η επίσκεψη στις Εκκλησίες της Ελλάδος και της Ρωσίας, που είναι δυναμικές, δεν έχουν εξάρτηση από τις κυβερνήσεις τους και εφαρμόζουν πιστά την ορθόδοξη εκκλησιολογία» (Γ. Ν. Παπαθανασόπουλου “Ιωάννης­Παύλος Β΄: Τι κρύβει η επιθυμία του για επίσκεψη”, Ελεύθερος Τύπος: 26.1.01, σ. 12).

Δημοσιεύθηκε στήν “Ταυτότητα” (20.4.01, σ. 8) κατ' αποκλειστικότητα πληροφοριών καί τών δύο πλευρών, ότι από πλευράς Εκκλησίας τής Ελλάδος απαιτήθηκε “για να είναι μαζί ο Μακαριότατος, δεν θέλουμε να γίνει οποιαδήποτε λατρευτική εκδήλωση στο χώρο στον οποίο μίλησε ο Απόστολος Παύλος στους Αθηναίους”. Παρασχέθηκε η διαβεβαίωση από τούς παπικούς: “Αυτό το υποσχόμαστε”, μαζί μέ τήν απαίτηση “Ομως δεν θέλουμε να φανεί η επίσκεψη ως ενός πολιτικού ηγέτου…”. Γιά νά τούς ικανοποιήσουμε, τούς προτείναμε: “Οχι. Θα υπάρχει μία εικόνα του Αποστόλου Παύλου και θα διαβασθεί το απόσπασμα του λόγου του Απ. των Εθνών από τις Πράξεις των Αποστόλων…”. Λοιπόν, δέν θά ερχόταν ως απλός πολιτικός ηγέτης, αλλά ως θρησκευτικός ηγέτης! Αυτό ήταν σαφές.

*  *  *

Ουδείς πλέον αμφιβάλλει ότι υπήρξαν “διπλωματικές” διαβουλεύσεις καί διαπλοκές, στίς οποίες ενεπλάκησαν Πολιτεία, Εκκλησία καί Βατικανό μέσω τής εδώ Πρεσβείας του (βλ. “Τό Βήμα”, 6.5.01, Α3: ΔΙΠΛΩΜΑΤΙΑ/ “Ο αθέατος καρδινάλιος”) καί τών κατά καιρούς “εκκλησιαστικών” εκπροσώπων του (Καρδινάλιος Κάσσιντυ, στό διαχριστιανικό συμπόσιο τής Βέροιας, Σεπτέμβριος 1999, βλ. Ιω. Χατζηφώτη, ένθ. αν. καί κυρίως σ. 79, μνεία προκαταρκτικών επιστολών τού καρδιναλίου Κάσσιντυ γιά επιθυμία τού Πάπα νά γίνει δεκτός από τήν Ορθόδοξη Εκκλησία.

Ουδείς επίσης αμφιβάλλει ότι η διπλωματική συγκατάνευση τής Εκκλησίας τής Ελλάδος στήν έλευση τού Πάπα (η δήλωση περί εθιμοτυπικής υποδοχής υπό όρους), ήταν ο “διπλωματικός” θετικός καταλύτης τών όλων διεργασιών. Παρά τίς προσπάθειες δημιουργίας εντυπώσεων μέ τήν επαναλαμβανόμενη προσεκτική στερεότυπη δήλωση πώς τάχα η Εκκλησία τής Ελλάδος δέν τόν προσκάλεσε (προκειμένου νά δημιουργηθεί εντέχνως η εντύπωση πώς τάχα δέν τόν ήθελε, αλλά “αναγκάσθηκε”).

'Αλλωστε αυτό εσήμαιναν καί οι δηλώσεις τού Μακαριωτάτου στόν κ. Γ. Παπαθανασόπουλο περί υποδοχής τού Πάπα καί συζητήσεως εν αγάπη (Ταυτότητα:16.3.01, σ. 9). 'Οπως καί η σαφής δήλωση τού εκπροσώπου Τύπου τού Πάπα Χοακίν Ναβάρο Βάλς «Ο Πάπας είναι ιδιαίτερα ευγνώμων στην ελληνική πολιτεία και ακόμη περισσότερο στον μακαριώτατο Αρχιεπίσκοπο Χριστόδουλο που του προσέφεραν την ευκαιρία να κάνει αυτό το όνειρο πραγματικότητα» (ΕΘΝΟΣ: 4.5.01, σ. 9).

Τό επιβεβαίωσαν καί τά γενόμενα μέ τά χειροκροτήματα, τόν εναγκαλισμό, τήν ψυχική ευφορία, τήν κατά τόν εκπρόσωπο τού Πάπα συμπροσευχή στό δείπνο, τό διπλωματικό ευχαριστήριο τηλεγράφημα καί τήν πρόσκληση πρός τόν νέο πρόεδρο τού ανωτάτου ποντιφικίου συμβουλίου γιά τήν ενότητα τών Εκκλησιών καρδιναλίου Κάσπερ νά επανέλθει γιά συζητήσεις (“Κυρ. Ελευθεροτυπία”, 6.5.01, σ. 8).

'Οντως, ο τάχα ελευσόμενος ως Αρχηγός τού Βατικανού­προσκεκλημένος τού Προέδρου

--- μετεξελίχθηκε σέ Αρχηγό τού Βατικανού­προσκυνητή τού Απ. Παύλου άνευ αντιρρήσεων τής Δ.Ι.Σ.,

--- βαθμιαία σέ Αγιώτατο Πάπα­αποδεκτό από τήν Εκκλησία τής Ελλάδος

--- καί τελικά σέ Επίσκοπο Ρώμης­υπερεπίσκοπο τής παγκόσμιας “Καθολικής Εκκλησίας”­πανηγυρικώς νομιμοποιούμενο επί καθαρώς θρησκευτικού πεδίου καί από μάς.

Αυτό ακριβώς ζητούσε από μάς. Καί υπό τήν ιδιότητά του αυτή συνυπέγραψε ένα επικοινωνιακώς ενωσιακό Μήνυμα, προσβλέποντας μέ διπλωματική υπομονή στά επόμενα βήματα.

Πρέπει δέ νά τονίσουμε ότι αυτό τό άκρως επιτυχές πολιτικό βήμα δέν τό έκανε ο σημερινός άρρωστος καί υπέργηρος Πάπας, γιά νά προσκυνήσει τόν Απ. Παύλο μέ πρόσχημα τό κομβικό Ιωβηλαίο τού 2000 (συμπλήρωση εκατονταετίας, πού συμπίπτει όμως καί μέ τή νέα χιλιετία). 'Ενας καί μοναδικός ήταν ο στόχος του: νά τού ανοίξουμε τήν πόρτα μόνοι μας καί νά τήν αφήσουμε ανοιχτή γιά τόν επόμενο θρησκευτικό πλανητάρχη Πάπα καί γενικώς γιά τό Βατικανό.

Καί όχι απλά ο σημερινός Πάπας μόνος του, αφού πίσω από τόν Ιωάννη­Παύλο Β΄είναι η θρησκευτικο-πολιτική κρατική οργάνωση τού Βατικανού (η διοικούσα “Σύνοδος” τής παπικής “Εκκλησίας καί όλος ο μηχανισμός, πού λέγονται Curia­Κουρία). Αυτοί μέ επικεφαλής τόν Πάπα σχεδίασαν αριστοτεχνικά τό ταξίδι. Τό αντιλαμβάνονται οι πάντες, ακόμη καί οι παρά τή Εκκλησία δημοσιογράφοι (βλ. “Ταυτότητα” 26.4.01, σ. 9): «Ο Πάπας έχει καταβληθεί πολύ το τελευταίο διάστημα από το πάρκινσον από το οποίο πάσχει. Παρά ταύτα η Κουρία επιμένει να κάνει ακόμη ταξίδια».

Πρός αυτόν τόν αντικειμενικό σκοπό απέβλεπαν οι ελάχιστες λεκτικές υποχωρήσεις τού Πάπα (έντεχνη “μεταμέλεια”), η αποδοχή όλων τών τυπικών όρων τού Αρχιεπισκόπου (αποφυγή συμπροσευχής, μή ένδυση μέ άμφια, αποκλεισμός τού ουνίτη καρδιναλίου) καί η ανοχή πρός τό αυστηρό ύφος καί περιεχόμενο τής Αρχιεπισκοπικής προσφωνήσεως. Ο αντικειμενικός στόχος τού Πάπα (δηλαδή τού Βατικανού, δηλαδή καί τών επομένων Παπών) επετεύχθη σχεδόν τέλεια, μέ άριστη τελετουργική διοργάνωση (π.χ. στόν 'Αρειο Πάγο) καί μέ τεράστια διεθνή επικοινωνιακή απήχηση.

Μάλιστα, σέ διπλωματικό επίπεδο ουδόλως ταπεινώθηκαν τά συμφέροντα τού Βατικανού, αφού επισήμως υπέβαλε τήν πρόσκληση­αίτημα ελεύσεως στόν Πάπα ο δικός μας (τών Ορθοδόξων Ελλήνων) ύπατος πολιτειακός θεσμός.

*  *  *

Συνεπώς, όλα τά άλλα, περί προσωπικής θρησκευτικής επιθυμίας τού νύν Πάπα, περί Προσκυνήματος, περί Απ. Παύλου, περί αποκλειστικής καί καταλυτικής πολιτικής προσκλήσεως, όταν τά δούμε μέ ρεαλισμό καί ειλικρίνεια,  πληγώνουν ακόμη πιό πολύ τό ρωμέϊκο φιλότιμό μας, τήν ταπεινή μά ασυμβίβαστη ευαισθησία μας. Διότι αντιλαμβανόμαστε πώς όλα αυτά, κι άν ακόμη περιέχουν δόση αληθείας, πάντως δέν αποκρύπτουν τό κυριότερο ΚΙΝΗΤΡΟ τής επισκέψεως τού Πάπα: τήν κατάλυση άλλου ενός φραγμού στά επεκτατικά σχέδια τού Παπισμού, τήν εκπόρθηση άλλου ενός στέρεου προπυργίου τής Οικουμενικής Ορθοδοξίας πού αντιστεκόταν μέχρι πρίν τρία χρόνια, γιατί αντιστέκονταν οι φρουροί του μέ τήν άγια απλότητα, τήν άγια ταπεινωσύνη, τήν άγια παραδοσιακότητα, τήν άγια θεοσέβεια, τήν άγια σοφία τής διακρίσεως, τήν άγια ποιμαντική ευαισθησία, τήν άγια μεγαλοσύνη τής υπακοής.

'Οσο γιά τόν θαυμασμό πού εξέφρασε ο Πάπας πρός τήν αρχαία Ελλάδα (ενθυμίζοντα τήν δυτική Αναγέννηση) καί πρός τό Βυζάντιο καί πρός τήν ακαινοτόμητη λατρευτική παράδοση καί τούς Μεγάλους Πατέρες (κι αυτό πηγάζει εκ τού θαυμασμού τού ι. Αυγουστίνου, τόν οποίο θεωρούν μέγιστο οι Δυτικοί), αυτός ακριβώς υποδηλώνει τή σημασία τής εκπορθήσεως τού οχυρού τής Ορθοδόξου Εκκλησίας τής Ελλάδος. 'Αν ήταν ειλικρινής αυτός ο θαυμασμός (καθότι θαυμάζει κάποιος ό,τι σπουδαίο βλέπει στούς άλλους), άν πράγματι απέμεινε στόν Παπισμό κάποια νοσταλγία τού απολεσθέντος Παραδείσου, τότε τί νόημα έχει η παγιωμένη κι αμετάπειστη εμμονή του στήν αλλοτρίωση;

Ο εκπρόσωπός του επί τού Τύπου στήν αυτή συνέντευξή του εδήλωσε πώς ο σημερινός Πάπας ομιλεί γιά τούς δύο πνεύμονες τής χριστιανοσύνης. 'Ισως. Παρά ταύτα ουδόλως αμφιβάλλει γιά τήν ολέθρια πλάνη του νά θέτει τόν παπικό θεσμό ως μοναδική επί γής κεφαλή τής χριστιανοσύνης, από τήν οποία κεφαλή αντλεί στοιχεία πληρότητας καί η Ανατολή.


Δ. Η ενωσιακή προοπτική τού Βατικανού
αντικειμενικώς καί ορθοδόξως κρινομένη

Ο Παπικός νούντσιος στήν Αθήνα δήλωσε: «Η Καθολική Εκκλησία είναι συνηθισμένη σε αντιδράσεις. Είμαστε αμετάκλητα προσανατολισμένοι και στρατευμένοι στην προσπάθεια της ενότητας» (Το Βήμα: 6.5.01, Α3).

Ο Ρκαθολικός π. Βιδάλης θύμισε στίς 3.5.01 στήν πρωινή εκπομπή τού “ΑάΡΗΑ” τήν υπεραισιοδοξία τού μακαριστού Πατριάρχου Αθηναγόρα πρός τόν Πάπα Παύλο τόν ΣΤ΄, καθώς συνοδοιπορούσαν στήν Ιερουσαλήμ επευφημούμενοι: “άγιε Πατέρα, νά η ένωση, η ένωση στή βάση”!!!

Καί ο καρδινάλιος Βάλτερ Κάσπερ, πρόεδρος τού παπικού συμβουλίου γιά τήν ενότητα τών Εκκλησιών (προσέξτε: όχι ένωση τών δύο, αλλά ενότητα μ' εκείνους)  δηλώνει πώς «μετά τη συγγνώμη του πάπα, οι συνέπειες θα είναι πολλαπλώς θετικές στο μέλλον… δημιουργήσαμε την ψυχολογική προϋπόθεση για ένα νηφάλιο και γόνιμο διάλογο… φυσικά (είμαστε πολύ κοντά), τα κοινά είναι πάρα πολλά, γι' αυτό και θεωρούμε την Ορθόδοξη Εκκλησία αδελφή εκκλησία… θα έρθω ξανά στην Αθήνα. με κάλεσε ο αρχιεπίσκοπος… θα γνωρισθούμε καλύτερα, χωρίς την αμοιβαία εμπιστοσύνη, δεν είναι δυνατός ο διάλογος» (Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία, 6.5.01, σ. 8).

'Ομως, ο διάλογος μεταξύ Ορθοδόξου Εκκλησίας καί Παπικής ξεκίνησε πρό 21 ετών υπό τήν αιγίδα τού Οικουμενικού Πατριαρχείου, καθ' ά εδήλωνε σέ συνέντευξή του πρός τό περιοδικό τού Ελληνικού Γραφείου Τύπου Ρώμης ο Μακαριώτατος. 'Οπως δέ είναι γνωστό, αυτός ο διάλογος τελμάτωσε μόλις πέρυσι στή Βαλτιμόρη τών Η.Π.Α. μέ υπαιτιότητα τού νύν Πάπα, γιά τήν προάσπιση τής Ουνίας! Είναι επίσης γνωστό ότι στήν έλευσή του στήν Αθήνα επρόκειτο νά τόν συνοδεύσει καί ο Πρόεδρος τού θρησκευτικο­κρατικού Ανωτάτου Συμβουλίου γιά τίς Ουνιτικές “Εκκλησίες” ουνίτης καρδινάλιος Ιγνάτιος Μούσα Ναούντ, εάν δέν αντιδρούσε σθεναρά ο Μακαριώτατος.

Λοιπόν; Επί ποίου επιπέδου θά συνομιλήσουν ο Μακαριώτατος καί ο Καρδινάλιος Κάσπερ;

Τού Θεολογικού; Μά, τελμάτωσε καί δέν διαφαίνεται προοπτική συνεχείας.

Επί τού διπλωματικού ή, άλλως, επικοινωνιακού;

Τότε, μέ ποιά προοπτική ή σκοπιμότητα; Πολιτική; Απλώς διπλωματική;

Εάν κρίνουμε τά προαναγγελλόμενα περί προαγωγής τής ενότητος μέ τόση ρητορική ευκολία, τότε όντως διανοίχθηκε πληγή γιά τό μέλλον.

*  *  *

Ποιά είναι επί τού προκειμένου η πεποίθηση τού Παπισμού;

α) Η τελευταία σχετική Βατικανή Εγκύκλιος­Διακήρυξη Dominus Jesus (Κύριος Ιησούς), πού εκδόθηκε στίς 6.8.2000 μέ έγκριση τού Πάπα τονίζει: «Οι Εκκλησίες οι οποίες, ενώ δεν βρίσκονται σε τέλεια κοινωνία με την Καθολική Εκκλησία, εν τούτοις παραμένουν ενωμένες με αυτήν μέσω δυνατών δεσμών, ήτοι της αποστολικής διαδοχής και της έγκυρης Ευχαριστίας, αποτελούν αληθινές ιδιαίτερες Εκκλησίες. Συνεπώς, η Εκκλησία του Χριστού είναι παρούσα και ενεργής και σε αυτές τις Εκκλησίες, παρά το γεγονός ότι υπολείπονται πλήρους κοινωνίας με την Καθολική Εκκλησία, μια και δεν αποδέχονται το καθολικό δόγμα του Πρωτείου, το οποίο, σύμφωνα με τη θεία βούληση, ο επίσκοπος της Ρώμης αντικειμενικά κατέχει και ασκεί πάνω στο σύνολο του πληρώματος της Εκκλησίας».

β) Αυτό υπογραμμίζει καί η «Παρατήρηση πάνω στην έκφραση “Αδελφές Εκκλησίες”» τής Επιτροπής γιά τή Διδασκαλία τής Πίστεως μέ έγκριση τού Πάπα 9.6.20000: «Στην πραγματικότητα, με τη σωστή έννοια “Αδελφές Εκκλησίες” εννοούμε αποκλειστικά τις συγκεκριμένες Εκκλησίες ή ομάδες συγκεκριμένων Εκκλησιών (για παράδειγμα τα Πατριαρχεία των μητροπολιτικών επαρχιών) μεταξύ τους. Θα πρέπει πάντως να καθίσταται σαφές, όταν χρησιμοποείται η έκφραση “Αδελφές Εκκλησίες” με τη σωστή αυτή έννοια, ότι η μία αγία, καθολική και αποστολική παγκόσμια Εκκλησία δεν είναι αδελφή, αλλά μητέρα όλων των συγκεκριμένων Εκκλησιών». Μέ τόν όρο “παγκόσμια”, σύμφωνα μέ τήν Εγκύκλιο­Διακήρυξη Dominus Jesus εννοούν τήν παγκόσμια ιστορική εξάπλωση τής Καθολικής Εκκλησίας, μετά προφανώς τήν αναγνώριση τού παπικού πρωτείου από τήν Ορθόδοξη Εκκλησία!!!

γ) Ο καρδινάλιος Κάσπερ στήν αυτή συνέντευξή του (βλ. ανωτ.) απεριφράστως είπε: «Είμαστε έτοιμοι να αποδεχθούμε την Ορθόδοξη Εκκλησία όπως είναι. Η πλήρης κοινωνία με το δυτικό μέρος της Εκκλησίας δεν σημαίνει οποιαδήποτε αλλαγή για τον απλό ορθόδοξο, ούτε έχει την παραμικρή πρόθεση ο πάπας να αναμειχθεί στα εσωτερικά της Ορθόδοξης Εκκλησίας… Πίσω από το πρόβλημα της ουνίας βρίσκεται ουσιαστικά το πρόβλημα του πρωτείου. Έχουμε κάνει ήδη δύο διακηρύξεις, οι οποίες μπορούν να βοηθήσουν: οι ουνιτικές εκκλησίες έχουν μεν το δικαίωμα να εξακολουθήσουν να υπάρχουν, αν το επιθυμούν, αλλά η ουνία δεν αποτελεί πλέον για μας μέθοδο επανένωσης».

Αυτό σημαίνει ότι ουδόλως αποποιούνται τήν Ουνία ούτε καί ζητούν “συγγνώμη” γι' αυτήν τήν ιμπεριαλιστική θρησκευτική πολιτική τους, από τήν οποία σέ άλλα μέρη σήμερα καρπώνονται τά πολλά οφέλη τόσων εκτεταμένων προσηλυτισμών. Γιά παράδειγμα, ο ουνίτης καί καρδινάλιος Ιγνάτιος Μούσα Ναούντ­πρόεδρος του Ανωτάτου ποντιφικίου Συμβουλίου γιά τίς Ανατολικές Εκκλησίες (Ουνιτικές)­πατριάρχης τών Σύρων Καθολικών από τήν επίσημη αποστολή γιά τήν Αθήνα, αλλά παραβρέθηκε στή Δαμασκό, εκεί όπου οι παπικοί μέ τή μέθοδο τής Ουνίας απέσπασαν 200.000 χριστιανούς από τό πλήρωμα τού Ορθοδόξου Πατριαρχείου Αντιοχείας καί βεβαίως πολλές εκατοντάδες κι από τούς Αντιχαλκηδονίους, εξ ών καί ο εξονομασθείς Ουνίτης Καρδινάλιος! Πράγματι, άν εδώ στήν Ελλάδα κατόρθωναν νά εξαπατήσουν περισσοτέρους καί είχαν κάποια αριθμητική ισχύ καί κοσμική επιφάνεια, τότε διαφορετική θά ήταν η αντίδραση τού Βατικανού. Πάντως, στήν υποδοχή τού Πάπα ως “'Ακρου Αρχιερέως” στόν “Καθολικό Ναό τού Αγίου Διονυσίου” συμμετείχε καί ο εγκατεστημένος Ουνίτης Επίσκοπος στήν Αθήνα, ο δέ πρεσβευτής τού Βατικανού στήν Αθήνα Πόλ Τάμπετ είναι Λιβανέζος στήν καταγωγή Μαρωνίτης (δηλαδή από τούς αρχαίους “Μονοθελήτες” πού προσχώρησαν ως Ουνίτες στόν παπισμό τόν 11ο αιώνα, γιά νά εκλατινισθούν πλήρως αργότερα).

δ) Πρό 30ετίας ο εκλιπών Πάπας Παύλος Στ΄«ομιλών πρός τά πλήθη εν τή πλατεία τού αγ. Πέτρου εις τήν Ρώμην, τήν Κυριακήν 9-7-1972, εξ αφορμής τού θανάτου τού Οικουμενικού Πατριάρχου Αθηναγόρα, εχαρακτήρισε τήν μέν Ορθόδοξον Εκκλησίαν “όχι ακόμη τελείως ηνωμένην μετά τής Καθολικής Εκκλησίας”, τόν δέ εκδημήσαντα εις Κύριον Πατριάρχην ως “οπαδόν καί απόστολον τής ενανενώσεως τής Ορθοδόξου Εκκλησίας μετά τής Εκκλησίας τής Ρώμης”!» (Νικ. Π. Βασιλειάδη “Μάρκος ο Ευγενικός καί η 'Ενωσις τών Εκκλησιών”, Ο ΣΩΤΗΡ, Αθήναι: 19732, σ. 258 υποσ.).

 Πρόκειται λοιπόν, όπως διαπιστώνουμε, γιά αμετακίνητη καί πάγια “θεολογική γραμμή” τής Φραγκολατινικής Εκκλησίας: μάς δέχονται όπως είμεθα, αρκεί νά αναγνωρίσουμε τό “Πρωτείο” καί πίσω απ' αυτόν βέβαια νά αποδεχθούμε όλον τόν αντιπατερικό, αντιευαγγελικό, αντιχριστιανικό καί αντιπνευματικό εκκοσμικευμένο Παπικό θεσμό.

*  *  *

 Ολόκληρες Σύνοδοι, όπως η Η΄επί Μ. Φωτίου (879-880), οι Ησυχαστικές Σύνοδοι τού 1341, 1347, 1451 (Θ΄Οικουμενική), οι νεότερες πατριαρχικές Σύνοδοι τής ΚΠόλεως (1722, 1727, 1838 κ.ά), αλλά καί οι θεοφώτιστοι άγιοι Πατέρες άγιος Μάρκος Εφέσου, άγιος Αθανάσιος Πάριος, άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, άγιος Νεκτάριος Πενταπόλεως μέ ευαγγελική, πατερική καί αγιοσυνοδική θεολογική τεκμηρίωση καταδικάζουν απερίφραστα ως αιρετικούς τούς Λατίνους ή τούς Λατινόφρονες. Κατά κανόνα μάλιστα αι Σύνοδοι καί αι Πατριαρχικές Εγκύκλιοι από ποιμαντική επιταγή περιφρουρήσεως τού λαού από τίς προπαγάνδες τών Φραγκολατίνων, χρησιμοποιούν χαρακτηρισμούς εντονότατα οξείς, όχι όμως αναληθείς ή εμπαθείς. Τό αυτό παρατηρούμε καί στό “Συνοδικό τής Ορθοδοξίας”, τό οποίο περιελήφθη στό Τριώδιο καί αναγινώσκεται στά Μοναστήρια. Βάσει τοιούτων Ορθοδόξων Συνοδικών καί Πατερικών κριτηρίων, σέ πρόσφατο άρθρο ο Σεβ. Ναυπάκτου, τονίζει ότι δέν υπάρχει αποστολική διαδοχή (παράδοσις Χάριτος καί αληθείας) ούτε Μυστήρια ούτε κυριολεκτουμένη Εκκλησία στόν Παπισμό. Διαφορετικά, άν η ιστορική διαδοχή αποτελούσε τό εχέγγυο τής αποστολικότητος ερήμην τής αληθείας (ορθοδοξίας), τότε θά έπρεπε νά τήν αναγνωρίζουμε καί στούς λοιπούς αιρετικούς καί αιρεσιάρχες, όπερ έωλον.

Συνεπώς, τό ζήτημα δέν είναι πώς μάς δέχονται οι Παπικοί. Τό μέγα ζήτημα είναι άν τούς δέχεται ο Θεός αμετανοήτους στήν αλλοτρίωση πού θεσμοποίησαν, κι άν μάς επιτρέπεται νά αποδεχθούμε εμείς ως “οικεία μέλη” στό Σώμα Χριστού τά από αιώνων αποκοπέντα καί ως εκ τούτου απονεκρωθέντα μέλη πού συνιστούν σήμερα τήν Παπική Εκκλησία. Η Αποστολική εντολή μάς επιτάσσει νά νουθετούμε τούς αιρετικούς μία καί δύο φορές κι έπειτα νά παραιτούμεθα, μέ τήν βεβαιότητα ότι εθελούσια αμαρτάνουν καί εκτρέπονται καί οδηγούνται στήν αυτοκαταδίκη. Αντιθέτως, η σύγχρονη λογική μάς διδάσκει τήν σεσοφισμένη παρα­μυθία τής επικοινωνιακής συναδελφώσεως (πρβλ. τά περί αδελφών Εκκλησιών) γιά ουμανιστικούς σκοπούς. 'Ετσι, όμως, υποβιβαζόμεθα σέ εντολοδόχους όχι τής Χριστο­σωτηρίας τού κόσμου, αλλά τής ενδοκοσμικής αυτοβελτιώσεως τού κόσμου, πού είναι η αρχαία αποστασία τών πρωτοπλάστων.

*  *  *

'Ομως, καμιά ένωση δέν μπορεί νά πραγματοποιηθεί μέ τήν παγιωμένη αγκύλωση τών δογματικών αποκλίσεων τής απεσχισμένης, αιρετικής καί υψηλόφρονος χριστιανοσύνης τής Δύσεως. Μόνον ο Θεός μπορεί νά εμπνεύσει τήν μεταστροφή τών καρδιών σέ όσους δέν πάσχουν από ανίατο σκοτασμό τής καρδιάς, όπως καί συνέβη μέ αρκετούς πρώην Παπικούς καί Προτεστάντες, πού επέστρεψαν επί τόν Θεόν τών Πατέρων διά τής μόνης Μητρός Αγίας Ορθοδόξου Εκκλησίας.

Εκ τού αντιθέτου είναι μάλλον αδύνατο νά επιστρέψει ο Παπισμός εκεί όθεν κακώς καί υπερφιάλως παρεξέβη. Τά ιστορικά εγκλήματα κατά τής αληθείας καί κατά τής πολλάκις ανασταυρωθείσης Ορθοδοξίας, καρπός τελείας εγκαταλείψεως τού ανασταυρωθέντος υπ' αυτών Χριστού, συνιστούν βαριά νεκροποιό κληρονομικότητα, από τήν οποία μόνον ο Θεός μπορεί νά εξαναστήσει.

Κανείς αγαπισμός (μέ προφανέστατο τό κοσμικό κριτήριο τής αμοιβαίας ανοχής καί συνεπιβιώσεως) δέν αφύπνησε ούτε πρόκειται νά αφυπνίσει από τήν εθελούσια πνευματική τύφλωση τούς ταγούς τής Παπικής οφρύος. Ο Χριστός καί οι Απόστολοί Του δέν θώπευαν μέ επικοινωνιακούς αγαπισμούς τούς Φαρισαίους. Καί οι Πατέρες δέν έτρεφαν ψευδαισθήσεις ως πρός τίς σωτηριολογικές συνέπειες τών αιρέσεων. Γι' αυτό ποτέ δέν συμπεριφέρθηκαν μέ επικοινωνιακή ευκολία έναντι μιάς θεσμικά παγιωμένης καί αμετάθετης πλάνης. Φαντάζεσθε τόν Μ. Αθανάσιο μετασυνοδικώς συνομιλούντα καί υποδεχόμενο τόν 'Αρειο, κατά τίς επίμονες πιέσεις τού Αυτοκράτορος; 'Η τόν όσιο Μάξιμο τόν Ομολογητή συμβιβαζόμενο μέ τήν πολιτική τού αυτοκράτορος Κώνσταντος; 'Η τόν όσιο Ιωάννη τόν Δαμασκηνό καί τούς λοιπούς Ομολογητές μέ επικοινωνιακή συναίνεση πρός τήν πολιτική τών εικονομάχων αυτοκρατόρων καί πατριαρχών; 'Η τόν άγιο Γρηγόριο τόν Παλαμά υποκύπτοντα στήν άτεγκτη στάση τού πατριάρχη Ιωάννου Καλέκα, τού ευνοούντος τόν Ακίνδυνο καί καταδικάσαντα τόν 'Αγιο μέ ενδημούσα Σύνοδο σέ περιορισμό καί αποκοπή τής εκκλησιαστικής κοινωνίας; 'Η τόν απομονωθέντα άγιο Μάρκο Εφέσου ενδοτικό στίς αφόρητα εξουθενωτικές διετείς πιέσεις τών Φραγκολατίνων καί τών φιλενωτικών;

'Αν εμείς, πού έχουμε ζώσα τήν εμπειρία τού Θεού καί τής αγιωσύνης τής Εκκλησίας διά τής αδιακόπου διαδοχής τής μαρτυρικής Ιερωσύνης, διά τών θαυμάτων καί τών νεοφανών Αγίων, διά τών χαριτοβρύτων ή καί αφθάρτων ι. λειψάνων, διά τών συγχρόνων Οσίων, τόσο εύκολα παρεκκλίνομε πρός τήν εκκοσμίκευση, περιμένουμε από τόν Πάπα —τήν συνισταμένη τής παγιωμένης καί παγωμένης νεκρώσεως τού Βατικανού— νά συναισθανθεί τό χάος τών “σεσοφισμένης ιδεολογικά θεολογίας” καί νά επιστρέψει επί τόν Θεόν τών Αποστόλων, τών Πατέρων, τών Αγίων Συνόδων; Χάθηκαν πάρα πολλοί αιώνες. Απώλεσαν πάν ίχνος ορθοδόξου πνευματικής αισθήσεως. Κράτησαν μόνο τά δικαιώματα τής αρχαίας αμοιβαίας αναγνωρίσεως, τά οποία παραχάραξαν σέ παναιρετικά δόγματα καί καταχρώνται αυτών.

Ε. Ο πολύς κόσμος καί η ποιμαντική μας ευθύνη

 Ο πολύς κόσμος, η κοινή γνώμη, στήν συντριπτική πλειοψηφία (στήν Αττική καί τή Θεσσαλονίκη) έκρινε υπερβολικές τίς αντιδράσεις γιά τήν έλευση τού Πάπα. Σχημάτισε μάλλον θετική γνώμη γιά τόν Πάπα καί υιοθέτησε τήν απόφαση τής πολιτείας γιά τήν πρόσκλησή του (βλ. δημοσκόπηση δημοσιευθείσα στό “Βήμα”, 6.5.01). Μέ τά αυτά υψηλά ποσοστά “ψηφίζει” “υπέρ τής επανένωσης τών δύο Εκκλησιών”, ενώ βλέπει μέ περισσότερο σκεπτικισμό τή σημασία τής επίσκεψης τού Πάπα ή τό ενδεχόμενο νά προκύψει κάποια ωφέλεια γιά τή χώρα μας. Τέλος, μεγάλο ποσοστό ανθρώπων νομίζει πώς η Ρκαθολική Εκκλησία καί ο Πάπας αντιπροσωπεύουν “μιά άλλη ερμηνεία τών χριστιανικών κειμένων”.

Εκ τού αντιθέτου, ο αυτός λαός αντέδρασε εντονότατα γιά τήν τροποποίηση τού ασφαλιστικού, καί απέρριψε μέ καθολική σχεδόν αγανάκτηση τά ανακληθέντα τελικώς πολιτειακά μέτρα.

Επί τών ανωτέρω αναντιρρήτως πρέπει νά σημειώσουμε ότι γιά τό ζήτημα τού αλλοτριωμένου Παπικού θεσμού ελάχιστα ενημερώθηκε ο λαός μας, κυρίως από τίς αποσπασματικές παρουσίες αντιδρώντων κληρικών καί λαϊκών στά τηλεοπτικά “παράθυρα” ή σέ ελάχιστους διαλόγους ολίγων ημερών, επιχειρήθηκε κατά κανόνα η καθησυχαστική πρός τούς πολλούς δικαίωση τής εκκλησιαστικής αποφάσεως περί υποδοχής του, μέ τίς διαφημιστικές εικόνες εθίστηκε η κοινή γνώμη στή λογική τής ελεύσεώς του (μετά από τόσα ταξίδια καί μάλιστα σήμερα μέ τό τόσο αθώο γεροντικό παρουσιαστικό του) καί επιστρατεύθηκε η επικοινωνιακή λογική τής ανοχής, τής φιλοξενίας, τής παραδοσιακής ελληνικής αρχοντιάς. Ο λαός τής Αθήνας φάνηκε ότι απλώς καταπονήθηκε καί διαμαρτυρήθηκε γιά τά υπερβολικά μέτρα ασφαλείας.

Από τή συνεκτίμηση όλων αυτών τών στοιχείων προκύπτουν πολύτιμα συμπεράσματα γιά τήν ποιμαντική αυτοσυνειδησία μας.

α) Είναι πασιφανές ότι ο λαός μας διαμορφώνει μιά αμβλυμένη καί ξεθωριασμένη ορθόδοξη συνείδηση. Δέν διαθέτει κριτήρια ορθοδοξίας, αφού δέν τά βλέπει εμβιωμένα στίς Ενορίες του. 'Εχει αλλοτριωθεί από τήν καταιγιστική εισβολή τού καταναλωτισμού σέ υλικά αγαθά καί ευκαιρίες απολαύσεων. Δυστυχώς, υποβάθμισε τήν ορθόδοξη παράδοσή του σέ υποτυπώδη θρησκευτικότητα ψυχολογικών “άλλοθι” καί ιδιότυπη “προτεσταντίζουσα” επιλεξιμότητα. Διαπνέεται από συγκεχυμένες θρησκευτικές ιδέες καί αποσπασματική γνώση τής ορθοδόξου λατρείας καί ζωής.

β)'Ολα αυτά βαρύνουν τή δική μας ευθύνη τών κληρικών τής σήμερον. Απολέσαμε τήν κολλυβαδική Ορθοδοξία, αυτήν γιά τήν οποία ρητορικώς καυχώμεθα ότι έσωσε τό γένος μας κατά τήν Τουρκοκρατία. Απολέσαμε τήν αγιότητα τής ασκητικής καί νηπτικής μας Παραδόσεως, αυτήν πού υποτίθεται ότι ως κληρικοί καταφάσκουμε μέ τίς λειτουργικές Ευχές πρός τόν αληθινό Θεό. Απολέσαμε τήν αίσθηση τής κατενώπιον τού ζώντος Κυρίου μας απολύτως διαφανούς αρχιερατικής καί ιερατικής βιοτής καί πολιτείας. Απολέσαμε τόν πρώτο υπέρ τής Εκκλησίας ζήλο τής παιδικής μας αθωότητος καί τόν νοθεύσαμε μέ τόν ζήλο τής εργομανίας, τής νεωτεροποιΐας, τής επετειακής αναγνωρίσεως τών “αξιομισθιών” μας. Απολέσαμε τήν εσχατολογική έμπνευση τής ιστορικής μας δράσεως, ως συνέχειας τών εσχάτων πού εισέβαλαν μέ τήν ενανθρώπηση τού Κυρίου μας, αυτό τό “ιδού ο Νυμφίος έρχεται” καί τό “Ναί, έρχου Κύριε Ιησού”. 'Οχι! Νά είμεθα έντιμοι. Δέν Τόν θέλουμε τόσο γρήγορα τόν Κύριο Ιησού στήν ιερατική μας ζωή. Προσβλέπουμε αμεσότερα στήν αυτερωτική επιβεβαίωση τής θρησκευτικής μας αξίας καί εξουσίας (ως άλλοι “μικροπάπαι”), παρά στήν αυτοθυσιαστική πιστότητα πρός τόν Χριστό μας. Αυτό είναι τό πρώτο μέγα έγκλημα ημών. Γι' αυτό καί εθίζουμε τό λαό μας μόνο σέ ηθικιστικά κηρύγματα, σέ συναισθηματική θρησκευτικότητα καί σέ θρησκευτική εθνοκεντρικότητα,

γ) Οπότε δικαιλογημένα αυτός ο πολύς ακατήχητος κι αποίμαντος λαός, ο λαός μας, διαμαρτύρεται γιά τίς ακατανόητες δογματικές διαφορές, πού δέν τόν αγγίζουν καθόλου. Σάν νά μάς λέει: Μιλάτε γιά δογματικές διαφορές· άρα είστε μισαλλόδοξοι καί λησμονείτε τό κήρυγμα τής αγάπης τού Χριστού.

Ωραία! Νά αφήσουμε τά δόγματα στήν άκρη. Νά αφήσουμε στήν άκρη τήν πηγή, τήν τροφοδοσία καί τόν στόχο τής υπάρξεώς μας· διότι τό δόγμα τής Αγίας Τριάδος, τής Χριστοσωτηρίας καί Εκκλησίας αφορούν στό Α καί τό Ω τής ύπαρξής μας ως προσώπων καί ως κοινωνίας. Αλλ' άς αφήσουμε τό δόγμα, χάριν τής ουμανιστικής (ανθρωποκεντρικής) αγάπης.

Αγάπη, λοιπόν, μόνο αγάπη.

Αγάπη σημαίνει νά συναγελάζεσαι εθιμοτυπικά μέ τούς φορείς τής απάτης;

Αγάπη σημαίνει νά συμβιβάζεσαι μέ μιά ολόκληρη οργάνωση η οποία μέ δογματικές αυθαιρεσίες νοθεύσει τό Ευαγγέλιο καί τό εκμεταλλεύεται γιά άσκηση κοσμικής πολιτικής;

Αγάπη σημαίνει νά τιμάς τόν ηγέτη μιάς τραγικής διαστροφής τού Ευαγγελίου καί νά υποτιμάς όλους όσους εξώθησε στόν προτεσταντισμό καί τήν απώλεια κάθε ελπίδας μετανοίας­επιστροφής στήν Αλήθεια, όλους όσους συνεχίζει νά οδηγεί στήν απώλεια τής σωτηρίας υπό τήν αλόκοτη σημαία τού αλαθήτου πρωτείου του, αλλά καί όλους όσους εξ ημετέρων διώκει ακόμη καί σήμερα χάριν τής εξουσιαστικής πολιτικής του;

Αγάπη σημαίνει νά ασκείς διπλωματία, δηλαδή νά υποτάσσεται στή λογική πιθανών κερδών από επικοινωνιακά ανοίγματα;

Αγάπη σημαίνει, σέ τελική ανάλυση, νά γνωρίζεις ότι ο τάχα αγαπώμενος πλανάται καί χάνει τή σωτηρία του, κι εσύ νά τόν αποδέχεσαι όπως είναι, μήπως καί τόν δυσαρεστήσεις προσωρινά;

Αυτό δέν είναι αγάπη, αλλά έκπτωση τής χριστοκεντρικής αγάπης σέ επιδερμική θεατροφιλία καί επικοινωνιακή αγαπολογία. Μιά τέτοια κατ' όνομα αγάπη δέν τήν γεννά η αναγεννημένη πνευματικώς συνείδηση ούτε τήν τρέφει τό Πνεύμα τού Χριστού, αλλά τήν προκαλεί η ανθρωποκεντρική λογική τού κόσμου, καί γι' αυτό μιά τέτοια αγάπη δέν ανασταίνει, αλλ' ενταφιάζει, δέν ενώνει ενθέως ανισταμένους ανθρώπους, αλλά συνδέει υποκρινομένους τήν αγάπη χάριν γενικότερου καί ειδικότερου συμφέροντος. Τέτοια ΑΝΕΞΟΔΗ αγάπη, χωρίς υπαρξιακή μεταστροφή καί χωρίς τήν εν Χριστώ ανιστώσα μετάνοια, μπορείς νά τήν ανεύρεις καί εκτός τής Εκκλησίας.

*  *  *

Θά καταλήξουμε μέ τή διαπίστωση τού π. Θεοκλήτου Διονυσιάτου (Ορθόδοξος Τύπος, Αύγουστος­Σεπτέμβριος 1968, τ. 90­91, σ. 1): «Φρονούμεν ότι τό αίτιον εις τό νά μή βλέπωμεν διαφοράν μεταξύ Ορθοδοξίας καί τών έξω αυτής αιρετικών, είναι η απώλεια τής αισθήσεως τού καταυγάζοντος τήν Εκκλησίαν τού Χριστού Θαβωρείου φωτός. 'Οσον απομακρυνόμεθα από τήν λάμψιν του, τόσον τά κριτήριά μας υποχωρούν. Καί κατόπιν διαπορούμεν φυσικώτατα: 'Εχομεν διαφοράς; Ποίας; Καί όντως, αι διαφοραί αίρονται ημών κατερχομένων. Αλλ' ο κόσμος, οι λαοί, διψούν διά Θεόν. Διψούν δι' ελευθερίαν ψυχής υπέρ τά σχήματα καί τά εγκόσμια ακάθαρτα ύδατα. Πεινούν διά τόν ουράνιον άρτον τής Ορθοδοξίας. Τά “κεράτια” τής Δύσεως δέν είναι τροφή θεοπλάστων ανθρώπων…».

Πάνω