Από το συγγραφικό έργο του Μητροπολίτου |
Περί του Γ΄ Πανελ. Λειτουργικού Συμποσίου
και της Ημερίδος για την αμφίεση των Κληρικών
Προς την Αγίαν και Ιεράν Σύνοδον
της Εκκλησίας της Ελλάδος
Α θ ή ν αΜακαριώτατε,
καθώς επίκειται η πραγματοποίηση τού Γ΄ Πανελ. Λειτουργικού Συμποσίου καί τής Ημερίδος «μέ κεντρικόν θέμα προβληματισμού τά ιερά 'Αμφια καί τήν εξωτερική αμφίεση τού Ιερού Κλήρου», μεθ’ ικανόν προβληματισμόν καταστρώνω καί δημοσιοποιώ οφειλετικώς τίς παρατηρήσεις μου.Ομολογουμένως φαίνεται εντυπωσιακή η υπερπαραγωγή συμποσίων, ημερίδων, εκθέσεων, εκδόσεων, εκπροσωπήσεων, συμμετοχών κ.τ.ό., διά τών οποίων επιδιώκεται οργανωτικώς νά προωθηθή η Εκκλησία μας εκ τού… “περιθωρίου” στό προσκήνιο τής δημοσιότητος καί τής ενδοκοσμικής προβολής. Η Εκκλησία όμως, ως ορθώς ομολογείται στήν εισαγωγική ομιλία τού Μακαριωτάτου στήν Ι.Σ.Ι. τού Οκτωβρίου 1999 είναι «η ευχαριστιακή Σύναξη τού Σώματος τού Χριστού». Θά συμπληρώναμε επί τού προκειμένου ότι ζώσα εν κόσμω επί 2000 έτη ως Σώμα Χριστού αναδεικνύει αγίους κληρικούς, μοναχούς, λαϊκούς μέ τό αυτό καθαγιασμένο θεόσδοτο καί θεοβράβευτο φρόνημα καί ήθος, διά τών οποίων εμβιώνεται τό Ευαγγέλιο καί η μυσταγωγία Της. Δέν είναι σωματείο η Εκκλησία, πού έχει ανάγκη πομπωδώς διαφημιζομένου εκσυγχρονισμού, μέ προτεσταντικώς νεωτερίζουσα νοοτροπία καί παπική συγκεντρωτική μεθόδευση. 'Εχω τήν αίσθηση ότι τοιουτοτρόπως διασαλεύονται μεθοδικώς θεσμοί εκκλησιαστικής οργανώσεως καί επιχειρούνται επικίνδυνοι νεωτερισμοί έναντι βασικών συνιστωσών εκκλησιαστικής ζωής καί παραδόσεως.
Θά ευχόμουν νά αποδειχθώ υπερβολικός, αλλά θέτων υπό τήν κρίση τής Ιεράς Συνόδου καί τών λοιπών Σεβασμιωτάτων Ιεραρχών τής Εκκλησίας μας τήν προσωπική μου γνώμη τονίζω τά εξής:
Δέν διαπίστωσα σέ προηγούμενες συνεδρίες τής Ιεραρχίας νά έχουν συζητηθή καθ’ έκαστον καί εξαντλητικώς οι γενικόλογοι προβληματισμοί επί ζητημάτων πού υποτίθεται ότι θά αναλύσουν τό ανηγγελμένο Συμπόσιο καί η Ημερίδα. Ελέχθησαν αορίστως κάποιες απόψεις κατά τήν εισαγωγική ομιλία τού Μακαριωτάτου τόν Οκτώβριο τού 2000. Τίποτε πέραν αυτών.
Δίχως ενδελεχή συζήτηση καί αποσαφήνιση κάθε επιμέρους ιδέας από μιά τόσο μακροσκελή εισήγηση (κινούμενη παλινδρομικά μεταξύ νεωτεριστικών σχεδίων καί παραδοσιακής επιφάσεως), μπορούμε νά ομιλούμε γιά Συνοδικό προβληματισμό καί απόφανση; 'Οταν όμως θίγονται τόσα επιμέρους θέματα όσες καί οι πολλές δεκάδες σελίδες μιάς διήμερης εισηγήσεως, είναι αντικειμενικώς δυνατόν στή μισή διαθέσιμη ημέρα νά συζητηθούν λεπτομερώς καί νά ληφθούν γιά κάθε ένα θέμα υπεύθυνες Συνοδικές αποφάσεις;
'Επειτα, υφίστανται τέτοιες ποιμαντικές εκκρεμότητες ή τόσος προβληματισμός σέ άλλες Μητροπόλεις, πού νά δικαιολογούν τήν άγνωστη σέ μάς ειδική θεματική τών δύο συνεδρίων; Διότι από εμέ δέν ζητήθηκε νά εκθέσω τήν υπεύθυνη ως ποιμενάρχης γνώμη μου. Επί παραδείγματι, τίθεται ζήτημα περί τής εξωτερικής αμφιέσεως τών Κληρικών; Υπάρχει τέτοιο πρόβλημα στήν Ελλάδα; 'Η μήπως σκοπεύουμε νά τό προκαλέσουμε εμείς μέ τέτοια Συνέδρια;
Κατά συνέπειαν, η Ιεραρχία δέν φαίνεται νά αποφάσισε τίς συγκεκριμένες διοργανώσεις ούτε έχει ορίσει τήν ειδικότερη θεματική τους ούτε καί ετοποθετήθη επί τού υπό συζήτησιν αορίστως λεγομένου "προβληματισμού"· αντ’ αυτής (ως μή ευχειρώτου οργάνου) προτιμώνται οι επιλεγμένοι ειδικοί επιστήμονες καί οι ακροώμενοι εκπρόσωποι τών Μητροπόλεων…
Αμφιβάλλω, επίσης, άν μετέσχε ουσιωδώς καί εξαντλητικώς (τ.έ. αποφασιστικώς, υπευθύνως καί υπολόγως) η προγενομένη Δ.Ι.Σ. τού τοιούτου προβληματισμού καί προγραμματισμού· άν έκρινε η ίδια η Δ.Ι.Σ. αναγκαία τήν διοργάνωση Συνεδρίων πρός επίλυση τοιούτων υπαρκτών ή… επιθυμητών προβλημάτων· άν όρισε η ίδια τήν προοπτική τους (μέ βάση τούς ι. Κανόνες καί τήν παράδοσή μας ως όρους θεραπείας καί σωτηρίας), ως επίσης καί τά θέματα καί τούς κατάλληλους εισηγητές, ή απλώς συγκατένευσε.
Καί όχι μόνο στά προκείμενα θέματα, αλλά γενικώς έχω τήν εντύπωση ότι:
α) η μέν Ι.Σ.Ι. παρωθείται κάθε φορά απλώς νά απαντήσει όχι ερευνητικάδιαγνωστικά (όπως προβλέπει ο 2ος κανών τής Ζ΄Οικουμενικής Συνόδου), αλλά συνοπτικά στήν αορίστως διατυπουμένην ερώτηση “Εγκρίνονται τά θέματα τής εισαγωγικής ομιλίας; Προωθούνται πρός υλοποίησιν;” Αυτό είναι Συνοδική απόφανση; 'Η παρωδία;
β) η Δ.Ι.Σ., τάχα δεσμευόμενη από τήν ούτω πως ειλημμένη “απόφαση” τής Ι.Σ.Ι., συγκατανεύει σέ όσα “κατά διάνοιαν έχει” ο Μακαριώτατος. Αυτό είναι Συνοδική διαγνώμη;
Τοιουτοτρόπως, παρά τίς μεγαλόστομες διακηρύξεις πιστότητος στό Συνοδικό Σύστημα, η Δ.Ι.Σ. καί η Ι.Σ.Ι. καί είς έκαστος ημών αντιμετωπιζόμεθα ως “παρίες” ή “κομπάρσοι” ενός έργου, τό οποίον είς καί μόνος επινοεί, καταστρώνει καί πραγματοποιεί στίς λεπτομέρειές του. 'Οσο προωθημένες ιδέες κι άν διαθέτει ο Μακαριώτατος, δέν δικαιούται νά τίς ενυλώνει μέ ένα τρόπο πού μετατρέπει τόν θεσμό τής Ιεραρχίας σέ πλατεία θεατών καί τό Συνοδικό σύστημα σέ υποθεσμό, υποομάδα καί υποδιαίρεση τής Αρχιεπισκοπής. Γιά νά ευοδωθή εκκλησιαστικά μιά φιλότιμη προσπάθεια, ανυπερθέτως πρέπει νά διέλθει ως προβληματισμός καί διαγνώμη διά πάσης τής Ιεραρχίας μέ εξαντλητική συμμελέτη, συνεξέταση, συναπόφαση, συνεκτέλεση. Καλύτερα νά μήν παραχθή τό οποιοδήποτε υπερέργο, παρά νά καταλυθή η εκκλησιολογία καί η συνοδικότητα.
Ουσιαστικά, λοιπόν, διατελών κι εγώ αμέτοχος τών τοιούτων διεργασιών, εκλήθην νά ορίσω εκπροσώπους στά ειρημένα Συνέδρια άνευ γνώσεως τών θεμάτων καί τών εισηγητών, ώστε οι μέν ορισθησόμενοι εκπρόσωποί μας νά είναι απλοί παρατηρητές, εγώ δέ νά αναμένω τήν ενημέρωσή τους γιά νά σχηματίσω γνώμη περί θεμάτων καί προτάσεων, επί τών οποίων θά έδει νά τοποθετηθούν οι εκπρόσωποί μας. Καί άν ηρνούμην νά αποστείλω εκπροσώπους, τ.έ. τούς ανθ’ ημών τυπικούς παρατηρητές-ακροατές, ίσως εισέπραττα παρατηρήσεις τού τύπου «χαλάρωση τών δεσμών πού πρέπει νά συνδέουν τόν Επίσκοπο μέ τήν κυρίαρχη εκκλησιαστική Αρχή του», καθότι «πάν ό,τι ζητεί η Ιερά Σύνοδος παρά τών Ιεραρχών της, τό ζητεί διότι υπάρχει σοβαρός λόγος» (εισαγωγική ομιλία στήν ΙΣΙ 1999, Πρακτικά σ. 43), παρατηρήσεις λίαν περιέργου εκκλησιολογίας.
Δυστυχώς, ενώ μέχρι πρό τινος ήμουν καλοπροαιρέτως ανυποψίαστος, μελετώντας διερευνητικά τό νόημα τών δύο μακροσκελών ομιλιών τού Μακαριωτάτου στίς Ι.Σ.Ι. τού 1999 καί τού 2000, διαπίστωσα θέσεις εκκλησιολογικώς αποκλίνουσες, ως καί σχεδιασμό αντιστοίχων μέτρων, τά οποία σταδιακώς αρχίζουν νά προωθούνται μέ τόν ως άνωθεν περιγραφόμενο τρόπο.
Συνεπώς επιχειρείται (μέ ακάθεκτη παντολμία) η ορθοδόξως απαράδεκτη καί καταδικαστέα άσκηση πανελλαδικής πανεκκλησιαστικής ποιμαντορίας καί ποιμαντικής, μέ στόχο τόν διαφημιζόμενο εκσυγχρονισμό τής ουδέποτε παλαιουμένης αλλά πάντοτε "καινής πολιτείας" τής Εκκλησίας, τής Νύμφης τού Χριστού, τού Ναού τού Αγίου Πνεύματος.
Επί πλέον, ως πρός αυτές καθ’ εαυτές τίς δύο επίμαχες διοργανώσεις, θεωρώ πρόβλημα αφενός ότι διοργανώνεται Λειτουργικό Συμπόσιο περί τής Θείας Ευχαριστίας σέ Θέατρο καί αφετέρου ότι τίθεται πρός συζήτησιν ως προβληματισμός η εξωτερική αμφίεση τών Κληρικών, τ.έ. τά ράσα. Μέ εύλογη λοιπόν ανησυχία καί αγωνία ποιμαντική έχω νά παρατηρήσω: * * *
ότι συνιστά σταδιακή σαρωτική εισβολή τής εκκοσμικεύσεως τό ότι η θεία Λειτουργία σέ πρώτη φάση από εκκλησιαστική σύναξη μετεχόντων πιστών έγινε θέαμα τηλεοπτικό, σέ δεύτερη φάση αποτολμάται η ποιμαντική της προσέγγιση καί μελέτη σέ Θέατρο, ενώ δέν αποκλείεται νά δούμε πάλι τήν τέλεσή της σέ Θέατρο κατά τό πρότυπο τού τηλεοπτικώς καλυφθέντος γεν. ιερατικού συνεδρίου τής Αρχιεπισκοπής Αθηνών μέ Αρχιερατικό συλλείτουργο στό "άγος" ενός χώρου, όπου τελούνται ποικίλες παραστάσεις καί εκδηλώσεις. Επιτέλους, δέν υπάρχουν Ναοί ευρυχωρότατοι στή συμπρωτεύουσα γιά ένα Λειτουργικό Συμπόσιο καί μάλιστα περί τής Θείας Ευχαριστίας; Τίνος επιλογή ήταν τό Θέατρο; τής Δ.Ι.Σ.; τού Μακαριωτάτου; τού φιλοξενούντος Ποιμενάρχου κατ’ εαυτόν; Μία τοιαύτη διοργάνωση δέν υποδηλώνει συμβιβασμό στή λογική τού κόσμου, πού αρέσκεται στό θέατρο καί τίς κοσμικές διοργανώσεις καί απορρίπτει τήν ιερότητα καί τόν καθαγιασμένο λειτουργικό χώρο καί χρόνο; Τί νά μελετηθή από κεί καί πέρα, όταν η ιερότητα (λατρειακή προϋπόθεση αγιογραφικώς, αγιοπατερικώς καί αγιοπαραδοσιακώς επιβεβλημένη) θεωρείται δευτερεύουσα έναντι άλλων τάχα ποιμαντικών προτεραιοτήτων; Μήπως διολισθαίνουμε σέ απαράδεκτες καί υπονομευτικές εκκοσμικεύσεις, πού εξαπλώνονται ως μόδα μέ τελέσεις λειτουργιών σέ “προσκυνηματικές” κρουαζιέρες, μέ τελέσεις γάμων σέ ειδυλλιακά τοπία κ.λπ.; Κι άν εμείς οι ποιμένες εθιζόμαστε σ’ αυτήν τήν ισοπεδωτική πρακτική, τότε πώς θά προσανατολίσουμε τό λαό μας στήν διά τής μυσταγωγίας θεοκοινωνία;'Αν η Σύνοδος αποφάσισε ή ενέκρινε τήν εν θεάτρω διοργάνωση ενδεχομένως καί τής θείας Λειτουργίας, εναγωνίως προβληματιζόμενοι θά θέλαμε νά πληροφορηθούμε τήν προσωπική τοποθέτηση εκάστου Συνοδικού, ώστε νά γνωρίζουμε ποιοί θά ευθύνονται γιά τήν εκσυγχρονιστικώς αλλοτριούμενη παράδοσή μας. Συγχωρήστέ μου τήν επιμονή, αλλά ολοέν καί απογοητεύομαι. Μήπως πρέπει νά στήσουμε ειδική πλάκα μέ αναγεγραμμένα τά ονόματα τών τοιαύτα τολμώντων "εις αΐδιον τού πράγματος μνήμην" καί κατάγνωσιν;
'Επειτα, τί υπονοείται μέ τήν διατύπωση: «Ημερίδα μέ κεντρικόν θέμα προβληματισμού τά άμφια καί τήν εξωτερική αμφίεση τού ι. Κλήρου»; 'Ωστε μάς προβληματίζει η αμφίεση τών Κληρικών; Μήπως επ’ αυτού μάς ενοχλεί η γνώμη τών Ευρωπαίων, πρός τούς οποίους προσφυώς ο πρ. υπουργός εξωτερικών κ. Πάγκαλος είχε αντείπει νά προσέξουν οι ίδιοι καλύτερα τήν υποχρεωτική αγαμία τού κλήρου μέ τά τόσα προβλήματα; Μήπως μεθοδεύεται ερήμην τής Ιεραρχίας η σταδιακή κατάργηση τού ράσου ένεκα εκσυγχρονισμού μέ απρόβλεπτες αρνητικές συνέπειες γιά όλη τήν Εκκλησία; Μήπως δι’ αυτού τού τρόπου ονειρεύονταί τινες τήν προσέλκυση νέου αίματος στόν Κλήρο εκ τών χειροκροτητών τού περιωνύμου "σάς πάω"; Καί τί θά επικαλούμεθα στό μέλλον αντί "τών ματωμένων ράσων"; Τά τιμημένα… κοστούμια καί κολάρα τών εκσυγχρονιστών; Μιά είναι η διάγνωση: όσοι δέν αποδέχονται τή μικρή θυσία τού ράσου, δέν πρόκειται νά υποβληθούν στίς μεγάλες θυσίες πού απαιτεί η θεοφιλής αναδοχή τής Ιερωσύνης τού Χριστού.
* * *
'Ολα αυτά προστιθέμενα σέ άλλα μέτρα, παρομοίως αποφασιζόμενα δυστυχώς "επί παρουσία" ή "τή επιδοκιμασία τής Συνόδου" (ως εν Βατικανώ), μήπως υποδηλώνουν σαρωτική εισβολή αλλοτρίου φρονήματος στήν Εκκλησία τής Ελλάδος, όπερ απευκταίο καί καταδικαστέο; "Εάν τό άλας μωρανθή, εν τίνι αλισθήσεται;"
Εκφράζων τήν αγωνία κλήρου, μοναζόντων καί λαού τής επαρχίας μου, παρακαλώ καί αντιβολώ καί εκλιπαρώ ως ελάχιστος τών Αδελφών μου Αγίων Αρχιερέων γιά αυτοσυγκράτηση τών νεωτεριζόντων καί μετ’ άκρας ευλαβείας υπείκοντα σεβασμό στά όρια πού θέτει η Παράδοσή μας καί οι Κανόνες μας, οι μόνες δοκιμασμένες οδοί θεοκοινωνίας. Δέν μάς χρειαζόταν ο εκθεμελιωτικός εκσυγχρονισμός, όσο κι άν τόν εξωραϊζουμε στά λόγια. Εξαγιασμός μάς χρειάζεται, ο οποίος μόνος προσλαμβάνει, καθαίρει καί καινοποιεί τά πάντα κι αποτελεί τήν ελπίδα καί καταφυγή τού ποιμνίου μας. 'Ολα τά άλλα είναι εύπρηστα “άχυρα”, κατά τήν αγιογραφική αποτίμηση, καί η αξία τους θά δοκιμασθή εν πυρί.