Από το συγγραφικό έργο του Μητροπολίτου |
Η ταυτότητα της Ιεραρχίας και της Διαρκούς Ι. Συνόδου
και το εκκλησιολογικό χρέος του Μακαριωτάτου Προέδρου
Μακαριώτατον Αρχιεπίσκοπον Αθηνών και Πάσης Ελλάδος
κ. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΝ
καί Σεβασμιωτάτους Μητροπολίτας
της Εκκλησίας της Ελλάδος
Μακαριώτατε άγιε Πρόεδρε, Σεβασμιώτατοι άγιοι Αδελφοί,
από την παρελθούσα τακτική Σύνοδο της Ιεραρχίας ( Οκτώβριος π.έ..) προέκυψε κατά την ταπεινή μας γνώμη και ένα πολύ θετικό αποτέλεσμα: ο ενδοϊεραρχικός προβληματισμός για την εκκλησιολογική ταυτότητα και τον συσχετισμό μεταξύ της Ιεραρχίας ως του μόνου Κανονικού κυριαρχικού Σώματος και της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου ως εντολοδόχου εκτελεστικού οργάνου, υφισταμένου μόνο για τα τρέχοντα ζητήματα.
Επ' αυτού του ζητήματος επανερχόμενος, υπογραμμίζω εμφαντικότερα ορισμένες καίριες πτυχές, προκειμένου να αποσαφηνισθή πλήρως η θεμελιώδης σημασία του για την περαιτέρω πορεία της καθ' Ελλάδα Αγίας μας Εκκλησίας. Πρός τεκμηρίωσιν της αγωνιώδους επιμονής μου, κατ' ανάγκην θα επικαλεσθώ θέσεις από την Αρχιεπισκοπική εισαγωγική ομιλία του Οκτωβρίου 2001, η οποία μας διανεμήθηκε μόλις την προτελευταία ημέρα των συνεδριών υπό μορφήν ενδεικτικών αποσπασμάτων, μολονότι στο δημοσιογραφικό κόσμο είχε προδιανεμηθεί.
ΠΡΟΟΙΜΙΟ
Χωρίς ουσιαστική διαγνώμη λειτουργεί Συνοδικό γεγονός;Εκ προοιμίου επισημαίνω ότι, τουλάχιστον αμέσως μετά την εκφώνηση της Αρχιεπισκοπικής εισαγωγικής ομιλίας, θα έπρεπε να λάβουμε πλήρες αντίγραφο και να μας παρασχεθή περιθώριο οπωσδήποτε μιάς ημέρας, ώστε να αποκτήσουμε σαφή γνώση, να σχηματίσουμε αποκρυσταλλωμένη γνώμη και να την συνεισφέρουμε ενώπιον της Συνόδου με άνεση χρόνου, με βάση τα ιεροκανονικώς και εκκλησιολογικώς δεδογμένα, ώστε να υπάρξει ουσιαστική Συνοδική συζήτηση και πραγματική Συνοδική διαγνώμη. Εδώ έγκειται η πρώτη μεγάλη ευθύνη και το χρέος της Προεδρίας. Και τούτο, διότι μονίμως επιχειρεί διά της εισαγωγικής ομιλίας να εξασφαλίσει συνοπτική έγκριση εν λευκω για ένα ευρύτατο πλαίσιο απόψεων και προγραμμάτων προσωπικής εμπνεύσεως. Υποβάλλεται στους Συνοδικούς Συνέδρους η εντύπωση της Συνοδικής ενημερώσεως. Κύριος όμως στόχος είναι, η αδιαμαρτύρητη και απόλυτη συμμόρφωση της Ιεραρχίας με τις απόψεις και προτάσεις της Εισαγωγικής ομιλίας χωρίς να διερευνηθούν αναλυτικά και να υπάρξει επ' αυτών υπεύθυνη Συνοδικο-ϊεραρχική διαγνώμη!
Κατά πάγια τακτική "ερωτάται" το Σώμα της Ιεραρχίας να τοποθετηθή από μνήμης επί των ποικίλων θεμάτων και σχεδιασμών πολυώρου μακροσκελούς ομιλίας, η οποία συντάχθηκε νηφαλίως. Μετά από ορισμένες γενικές τοποθετήσεις ενίων Ιεραρχών χωρίς ειδική ανάλυση εκάστου ζητήματος, καλείται το Σώμα να εγκρίνει συλλήβδην τα πάντα! Αυτό είναι Συνοδικό γεγονός; Δι' αυτού του τρόπου λειτούργησαν οι ιερές Σύνοδοι της Ορθοδόξου Εκκλησίας; Έτσι συντάχθηκαν οι ιεροί Κανόνες και τα εκκλησιαστικά νόμιμα; Από Συνοδικά Σώματα παρωθούμενα σε ρόλους βοηθητικούς; Αυτή η μέθοδος παρωθεί το κυρίαρχο αποφασιστικό Συνοδικό Σώμα σε ρόλο συναινούντος ακροατηρίου.
Κι αν κάποιοι τολμήσουν να διαφωνήσουν, κρίνονται ως αντιπολιτευόμενοι την προεδρική γνώμη. Ώστε συγκαλούμεθα ως Ιεραρχία, μόνο και μόνο να ακούσουμε, χωρίς πρακτική ευχέρεια ενδελεχούς γνώσεως και ουσιαστικής παρεμβάσεως; Μιά τέτοια μεθόδευση μόνο σε εκείνα τα κόμματα μπορεί να υφίσταται όπου επιβάλλεται η αρχηγική γραμμή. Μέ τέτοιες προϋποθέσεις δεν μπορεί να λειτουργήσει όντως ως Σύνοδος η Ιεραρχία.
Δι' αυτού του τρόπου και τα προηγούμενα χρόνια, υφηρπάγη η υιοθέτηση της αντιστοίχου Ομιλίας ως απολογισμός και προγραμματισμός της Εκκλησίας και δεσμευτική εντολή προς την Δ.Ι.Σ. για περαιτέρω υλοποίηση! Δεν είχε προηγηθεί η προβλεπόμενη Συνοδική εξέταση κάθε ζητήματος. Δεν υπήρξε καν Συνοδική διαγνώμη, παρά μόνο μερικές ενστάσεις και παρατηρήσεις και έγκριση διά βοής. Και όχι μόνον αυτό· η πολύωρη επί τροχάδην εκφώνηση καταπόνησε το Σώμα και άμβλυνε την αντοχή των πλειόνων, ώστε αδιαμαρτυρήτως να παρεισαχθούν καινοφανείς δοξασίες μη συνάδουσαι στην Ορθόδοξη Εκκλησιολογία, χωρίς να συνειδητοποιήσουμε την ειδική τους βαρύτητα τη στιγμή της ακροάσεως (όπως κατέδειξα σε προγενέστερα υπομνήματα). Και το Σώμα της Ιεραρχίας συναίνεσε σε αντιεκκλησιολογικές θέσεις, καθιστάμενο συνένοχο.
Διαμαρτυρόμενος, τονίζω κατηγορηματικά ότι είναι μονόδρομος για κάθε Ιερά Σύνοδο της Ιεραρχίας η Συνοδική διαδικασία την οποία περιγράφει η εν Καρθαγέν η Σύνοδος: «Κατά ταύτα ψηλαφηθέντων και κατανοηθέντων πάντων των εν τ ή εκκλησιαστικ ή χρησιμότητι συντρέχειν δοκούντων, επινεύσαντος και ενηχήσαντος του Πνεύματος του Θεού, επελεξάμεθα» (Ξς΄ Κανών). Όλα όσα αποφασίζονται ή εγκρίνονται στην Ι.Σ.Ι. πρέπει να είναι καρπός σοβαρής ερεύνης όλης της Συνόδου και μάλιστα με προϋποθέσεις και κριτήρια αγιοπνευματικού φρονήματος και ήθους. Τοιουτοτρόπως θα λειτουργεί πραγματικά η προβλεπόμενη Συνοδική διαδικασία και θα αποφαίνεται όντως η Ι.Σ.Ι. ως Ανωτάτη Αρχή.
Εάν και στις επόμενες Ι.Σ.Ι. υπάρχει πρόθεση της Προεδρίας να απευθύνει στο Σώμα τόσο εκτενείς Εισαγωγικές Ομιλίες, υποχρεούται να σέβεται την Ιεραρχία ως πραγματική Ανωτάτη Αρχή, να μας αποστέλλει την εισήγηση προ μηνός, ώστε να μελετάται, να τίθεται υπό συζήτησιν κατά τα ανωτέρω το κάθε ζήτημα και η κάθε προγραμματική πρόταση και να επακολουθεί η αποφασιστική Συνοδική απόφανση-ψηφοφορία.
Α. ΕΚΚΛΗΣΙΟΛΟΓΙΚΗ ΑΝΑΛΥΣΗ
Η Ιεραρχία είναι "όργανο" της ΔΙΣ; ή η ΔΙΣ της Ιεραρχίας;
Ποιά είναι τα εκκλησιολογικά δικαιώματα ημών των Επισκόπων;
Ποιά η ουσία και η λειτουργία του ΣΥΝΟΔΙΚΟΥ ΘΕΣΜΟΥ;Κατηγορηθήκαμε -αορίστως βεβαίως- γιά"αμφισβήτηση προς το Συνοδικό σύστημα" και για "τό κοσμικό φαινόμενο της αντιπολίτευσης". Τούτο απεδόθη σε "παρανόηση των ορίων των δικαιοδοτικών αρμοδιοτήτων της ΔΙΣ σε σχέση προς την ΙΣΙ και τα δικαιώματα των επιμέρους ποιμεναρχών".
Φοβούμαι ότι δεν κατανοήθηκαν οι Εκκλησιολογικώς-Κανονικώς εδρασμένες αναλύσεις μας:
Περί της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου
Είναι εντολοδόχον όργανο της ΑΠΟΦΑΙΝΟΜΕΝΗΣ Ιεραρχίας, με περιορισμένες Εκκλησιολογικά- ΙεροΚανονικά (ακόμη και Καταστατικά) αρμοδιότητες σε τρεχούσης φύσεως ζητήματα. Αυτό παραδέχεται και αναλύει ο Καθηγητής κ. Βλάσιος Φειδάς, εκ των βασικών μελών της συντακτικής επιτροπής του Κ.Χ. σε Κανονικό του Σημείωμα με ημερομηνία 7.6.2001 επί ερωτημάτων εξ άλλης αφορμής, περιελθόν εις γνώσίν μας μόλις τον παρελθόντα Οκτώβριο.
Η Δ.Ι.Σ. αποτελεί αναγκαίο κατάλοιπο της προτεσταντιζούσης Βαυαροκρατίας. Κατ' άκραν ανοχήν του Ορθοδόξου Κανονικού Δικαίου και της Εκκλησιολογίας υφίσταται σεβαστή στην διεκπεραιωτική της διακονία ως Διαρκής Σύνοδος (κατ' ουσίαν "Διαλειμματική", εφόσον δεν συνεδριάζει διαρκώς).
Περί της Ιεραρχίας
Είναι ο ΜΟΝΟΣ ΚΑΝΟΝΙΚΟΣ και εκκλησιολογικώς ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΟΣ ΦΟΡΕΑΣ εξουσίας στην εν Ελλάδι Εκκλησία, της τοιαύτης εξουσίας θεωρουμένης με κριτήρια Αγιοπνευματικά και Αγιοπατερικά (όχι κοσμικά). Αποφαίνεται περί παντός εκκλησιαστικού ζητήματος και μάλιστα με αναφαίρετη και αναντίρρητη αποκλειστικότητα, η οποία ποτέ δεν εκχωρείται εν λευκω στην Δ.Ι.Σ. Η Ιεραρχία συνιστά φορέα όχι απροσώπως εκλαμβανόμενο, αλλ' υποστασιαζόμενο στα πρόσωπα απάντων ημών των Μελών της.
Περί των Ιεραρχών-Μελών της Ι.Σ.Ι.
Εκπροσωπούμε ισοδυνάμως στην Ι.Σ.Ι. πλήρεις και ακέραιες τοπικές Εκκλησίες-Μητροπόλεις και με την συμμετοχή μας νομιμοποιούμε κατ' ισομοιρίαν το μοναδικό κατά κυριολεξίαν Συνοδικό όργανο, τ.έ. την Ιεραρχία της εν Ελλάδι Εκκλησίας.
Περί του Συνοδικού θεσμού στην Ορθόδοξη Εκκλησία
Δεν αποτελεί κάποιον πυραμιδικώς ανώτατο εξουσιαστικό φορέα· είναι σύναξη και ταύτιση "εν Ιησού Χριστού γνώμ η" εν είδει ομοκέντρων κύκλων όλων των Μητροπόλεων διά των Μητροπολιτών. Μέ άλλα λόγια, όλοι ημείς αλληλεγγύως παρέχουμε με την συμμετοχή μας πρωτογενώς εκκλησιολογική υπόσταση στην Ιεραρχία. Και η Ιεραρχία κατ' αμοιβαιότητα αναγνωρίζει στον καθένα μας εκκλησιολογική εγκυρότητα (βεβαιώνει ότι έκαστον Μέλος της είναι ταυτισμένο "εν Ιησού Χριστού γνώμ η" με τους λοιπούς Επισκόπους-Μέλη της).
Περί υπακοής στις Συνοδικο-ϊεραρχικές αποφάσεις
Δεν έχει σε καμιά περίπτωση την έννοια της υποταγής υφισταμένων οργάνων σε προϊσταμένη ανωτάτη εξουσία. Είναι ο αναπόδραστος σεβασμός των συλλογικών αποφάσεων, στη διαδικασία λήψεως των οποίων και οι ίδιοι μετείχαμε, ενώ η περιφρόνησή τους σημαίνει προσωπική ιδιοτροπία και ανακολουθία και αυθαιρεσία. Εάν υποθετικώς αποσφαλή η Ιεραρχία ακόμη και σε πλειοψηφικές αποφάσεις, δεν δεσμεύονται οι μη συναινούντες Επίσκοποι να υποταχθούν αντίθετα προς την ορθόδοξη αγιοπνευματική παράδοση και παρά συνείδησιν, όπως τεκμηριώνει η εκκλησιαστική ιστορία π.χ. περί των θεοφόρων Πατέρων μας. Σύνοδοι επί Συνόδων διολίσθησαν και έσφαλαν, αποδοκιμασθείσαι από τη συνείδηση της Εκκλησίας, μολονότι επεκαλούντο υπέρ εαυτών συλλογικότητα, πλειοψηφία ή και ομοφωνία, ως και το αλάθητο ή το ανέκκλητο!
Περί Κανονικών υποχρεώσεων των Επισκόπων
Έχουμε Κανονική υποχρέωση να ασχολούμεθα έκαστος όχι μόνο με τη διοίκηση και διαχείριση της επαρχίας μας (ως υπεστηρίχθη περιοριστικώς από πλευράς Μακαριωτάτου)· αλλά και με τα μείζονα εκκλησιαστικά ζητήματα που εμπίπτουν στην αρμοδιότητα και ευθύνη της Συνόδου της Ιεραρχίας, στην οποία η συμμετοχή μας παρέχει κατ' ισομοιρίαν εκκλησιολογική εγκυρότητα. Εφόσον το Σύνταγμα και ο Καταστατικός Χάρτης προβλέπουν ρητά τη συγκρότηση και λειτουργία της Ι.Σ.Ι. και της Δ.Ι.Σ. με βάση τους ιερούς κανόνες και τις ιερές παραδόσεις, το ανωτέρω Κανονικό δικαίωμα εκάστου Μητροπολίτου έχει επιπλέον και συνταγματικό-νόμιμο κύρος.
Β. ΝΟΜΟΚΑΝΟΝΙΚΗ ΚΡΙΤΙΚΗ
Έχει η Δ.Ι.Σ. απεριόριστα δικαιώματα;Τα ανωτέρω ισχύουν με βάση την Εκκλησιολογία και το Κανονικό Δίκαιο. Τα υποστηρίξαμε διά μακρών σε περυσινά υπομνήματα. Η ενσυνείδητη παραχάραξή τους συνιστά παραβατική υπέρβαση δικαιοδοσίας. Δεν μας εμπιστεύθηκε ο Κύριος απεριόριστες ασυδοσίες επί της Εκκλησίας Του.
Στό διανεμηθέν σημείωμα της Αρχιεπισκοπικής Εισαγωγικής ομιλίας, τα αντεπιχειρήματα του Α΄ μέρους δεν αντλούνται από την Εκκλησιολογία και το Κανονικό Δίκαιο, αλλά κυρίως από την προσωπική (υποκειμενική) ερμηνεία των άρθρων 4, 6 και 9 του Καταστατικού Χάρτου της Εκκλησίας της Ελλάδος. Θα προσπαθήσουμε να κινηθούμε στην αυτή λογική, διαλεγόμενοι δι' αντιστοίχων επιχειρημάτων, με ευπρέπεια προς τα πρόσωπα, αλλά και σεβασμό προς την Αγία μας Εκκλησία.
1. Κεφαλή ο Χριστός, κυρίαρχος φορεύς η ΙΣΙ, δευτερογενές όργανο η ΔΙΣ
Στό Σύνταγμα (ά. 3) αναφέρεται ότι: « Επικρατούσα θρησκεία εν Ελλάδι είναι η της Ανατολικής Ορθοδόξου του Χριστού Εκκλησίας. Η Ορθόδοξος Εκκλησία της Ελλάδος, κεφαλήν γνωρίζουσα τον Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν, υπάρχει αναποσπάστως ηνωμένη δογματικώς μετά της εν Κωνσταντινουπόλει Μεγάλης και πάσης άλλης ομοδόξου του Χριστού Εκκλησίας, τηρούσα απαρασαλεύτως, ως εκείναι, τους ιερούς αποστολικούς και συνοδικούς κανόνας και τας ιεράς παραδόσεις. Είναι αυτοκέφαλος και διοικείται υπό της Ιεράς Συνόδου των εν ενεργεί α Αρχιερέων και της εκ ταύτης προερχομένης Διαρκούς Ιεράς Συνόδου, συγκροτουμένης ως ο Καταστατικός Χάρτης ορίζει, τηρουμένων των διατάξεων του Πατριαρχικού Τόμου της κθ΄ (29) Ιουνίου του έτους 1850 και της Συνοδικής Πράξεως της 4ης Σεπτεμβρίου 1928».
Κεφαλή της εν Ελλάδι Εκκλησίας δεν είναι η Δ.Ι.Σ. ουδέ καν η Ι.Σ.Ι., αλλ' ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός. Η προς Αυτόν πιστότητα της Ι.Σ.Ι. και της Δ.Ι.Σ. τεκμαίρεται όχι από την αόριστη επίκληση, αλλ' από την ευλαβική ευπείθεια επακριβώς στους ιερούς Κανόνες και την ιερά Παράδοση. Όποια ενδοεκκλησιαστική πρακτική αντίκειται στους Ι. Κανόνες είναι Αντισυνταγματική· όποια συμφωνεί με τους Ιερούς Κανόνες, μόνον αυτή είναι επιπλέον και σύννομη.
Υπ' αυτήν την θεμελιώδη προϋπόθεση, η καθ' Ελλάδα Εκκλησία -προσοχή στην συνταγματική διατύπωση- διοικείται όχι από την Δ.Ι.Σ. την προερχόμενη εκ της Ι.Σ.Ι., αλλά πρωτογενώς από την Ιεραρχία και δευτερογενώς από την εξ αυτής προερχόμενη Δ.Ι.Σ. την συγκροτούμενη με βάση τις ισχύουσες Καταστατικές και Πατριαρχικές διατάξεις.
Η συνταγματική πρόβλεψη περί Κανόνων και Παραδόσεων δεν νομιμοποιεί την υφαίρεση των κυριαρχικών δικαιοδοσιών της Ιεραρχίας από την ολιγομελή Δ.Ι.Σ.
Η Δ.Ι.Σ., επιζήσασα από τα χρόνια του Μάουερ και του Φαρμακίδη με αρκετές μεταλλαγές, κατ' ανάγκην αναγνωρίσθηκε από τις ανωτέρω Πατριαρχικές αποφάσεις, με ασφαλιστική δικλείδα την υποχρεωτική ανανέωση εκ περιτροπής. Ολιγομελές διαχειριστικό όργανο, ΥΠΟ ΟΡΟΥΣ και ΑΤΕΛΕΣ σε σχέση προς την Ι.Σ.Ι. Άν το Σύνταγμα κατοχύρωνε διοικητική ισοδυναμία ή υπεροχή της Δ.Ι.Σ., θα έπρεπε να έχει διαφορετική διατύπωση. Θα προέβλεπε π.χ. ότι η εν Ελλάδι Εκκλησία «διοικείται από την Δ.Ι.Σ. που προέρχεται εκ της Ι.Σ.Ι.» ή «από την Δ.Ι.Σ. και την Ι.Σ.Ι.». Τοιαύτη διατύπωση δεν υπάρχει.
2. Η Δ.Ι.Σ. ασκεί την ανατεθειμένη σ' αυτήν εξουσία από τις Ι.Σ.Ι.
Ο Κ.Χ. (ά. 9 §2) λέγει: «Η ΔΙΣ κατά το μεσολαβούν μέχρι συγκλήσεως της ΙΣΙ χρονικόν διάστημα ασκεί πάσαν εκκλησιαστικήν-διοικητικήν εξουσίαν κατά τους ιερούς κανόνας, τας ιεράς παραδόσεις και τους νόμους, εξαιρέσει των εν τω άρθρω 4 του παρόντος, υπό στοιχεία ζ΄, θ΄, ι΄ και ια΄ οριζομένων, καθ' ο δε διάστημα συνεδριάζει η ΙΣΙ, η ΔΙΣ λειτουργεί ασκούσα τας ιδίας αυτής αρμοδιότητας».
Στήν Αρχιεπισκοπική ομιλία υποστηρίχθηκε: «η εκ της Ι.Σ.Ι. προερχομένη εκάστοτε Δ.Ι.Σ., όργανο γνήσια αντιπροσωπευτικό και συλλογικό, έχει όλες τις κατά νόμον αρμοδιότητες της Ι.Σ.Ι., εκτός εκείνων… που ρητά και περιοριστικά κατονομάζονται ως επιφυλασσόμενες αποκλειστικά για την Ι.Σ.Ι. και μη υποκείμενες σε μεταβίβαση, ασκώντας ως εντολοδόχος "πάσαν εκκλησιαστικήν-διοικητικήν εξουσίαν". Άρα η Δ.Ι.Σ. δικαιούται να επιλαμβάνεται όλων σχεδόν των χρόνιων, εκτάκτων και περιστασιακών προβλημάτων της Εκκλησίας και να αναζητά τις λύσεις τους, ενώ η τυχόν παραπομπή ενός θέματος αρμοδιότητάς της στην Ι.Σ.Ι. υπόκειται σε ορισμένη διαδικασία, κρινόμενη με κριτήρια εκκλησιαστικά… περί των οποίων ανέκκλητη κρίση επαφίεται σ' αυτήν ή και στα μέλη της Ι.Σ.Ι.».
Ο Καθηγητής κ. Βλ. Φειδάς, εκ των βασικών μελών της συντακτικής επιτροπής του Κ.Χ., στο από 7.6.2001 Κανονικό Σημείωμά του παρατηρεί: η επίμαχη διάταξη του ά. 9 §2 είναι σαφώς περιοριστική. Η Δ.Ι.Σ. ασκεί κάθε εκκλησιαστική διοικητική εξουσία μόνο για τα τρεχούσης φύσεως εκκλησιαστικά ζητήματα και όχι για όλα τα μείζονος σημασίας ή σπουδαιότητος θέματα. Οι ρητώς κατονομαζόμενες στο ά. 9 §2 εξαιρέσεις δεν εξαντλούν όλα τα σοβαρά ζητήματα στα οποία μόνον η Ι.Σ.Ι. δικαιούται να αποφαίνεται. Π.χ. τα υπό στοιχεία δ΄ (εκκλησιαστική οικονομία) και θ΄(ποινή αφορισμού) θέματα αρμοδιότητος της Ιεραρχίας δεν απαριθμούνται στις εξαιρέσεις του ά. 9 §2, αλλά περί αυτών προβλέπεται ειδική διαδικασία στο ά. 6 §3ε αποκλειστικά της Ιεραρχίας. Επίσης θεμελιώδους σημασίας ζήτημα είναι η ίδρυση, η κατάργηση, η συγχώνευση και η τροποποίηση των ορίων μιάς Μητροπόλεως, περί του οποίου υπάρχει ειδική διάταξη στο ά. 11 §2.
Λοιπόν; Πώς να αποδεχθούμε τον ισχυρισμό ότι η Δ.Ι.Σ. έχει όλες τις κατά νόμον αρμοδιότητες της Ι.Σ.Ι. πλήν των ελαχίστων περιοριστικώς κατονομαζομένων στο ά. 9 §2; Όχι μόνο οι διακελεύοντες ι. Κανόνες, αλλ' ούτε ο Κ.Χ. αντικειμενικά μελετώμενος αναγνωρίζει στη Δ.Ι.Σ. τέτοια δικαιοδοτική ασυδοσία.
Ο κ. Καθηγητής επισημαίνει σαφέστατα: «η εξουσιοδότηση του ά. 9, παρ. 2, προς τη Δ.Ι.Σ. να ασκή "πάσαν εκκλησιαστικήν διοικητικήν εξουσίαν", ως εντολοδόχος των Ι.Σ.Ι., αναφέρεται σαφώς και μόνο στην εκτέλεση των αποφάσεων της Ι.Σ.Ι. και όχι βεβαίως στην υποκατάστασή της ακόμη και κατά τη λήψη των αποφάσεων. Η αρχή αυτή έχει απόλυτο κύρος όχι μόνο για τα θέματα των μνημονευομένων στο άρθρο 9, παρ. 2, "εξαιρέσεων", υπό στοιχεία θ΄, ι΄ και ια΄, αλλά και για όλα τα θέματα των υπό στοιχεία α΄-ιγ΄ του άρθρου 4 περιγραφομένων αρμοδιοτήτων της Ι.Σ.Ι.».
Το υπογραμμίζουμε εμφαντικά: υπάρχουν τρέχουσες υποθέσεις στις οποίες βάσει των Ιεραρχικών γενικών οδηγιών η Δ.Ι.Σ. ασκεί εξουσία. Στά περισσότερα όμως και μάλιστα στα κρίσιμα ζητήματα ούτε κυριαρχικώς βουλεύεται η Δ.Ι.Σ. ούτε αποφαίνεται. Μόνη η Ιεραρχία αποφαίνεται και εντέλλεται στη Δ.Ι.Σ. την περαιτέρω εκτέλεση των αποφασισθέντων.
3. Η ΙΣΙ ΕΧΕΙ πάσαν εξουσίαν, η ΔΙΣ ΑΣΚΕΙ εντεταλμένη υπηρεσία
Συμφωνούμε πλήρως, Μακαριώτατε, ότι η Δ.Ι.Σ. είναι ΕΝΤΟΛΟΔΟΧΟΝ όργανο, μη αυθύπαρκτο, αλλ' υποκείμενο στην Ανωτάτη Αρχή-Ι.Σ.Ι., όπως διατυπώνεται στον Κ.Χ. (ά. 9 §1α-γ) και υπονοείται από τις ρητές προβλέψεις περί ι. Κανόνων και Παραδόσεων (ά. 9 §2). Διαφωνούμε πλήρως στο ότι η υποκειμένη Δ.Ι.Σ. μεταμφιέζεται σε υπερκειμένη, με εντολή εν λευκ ώ, για τις 360 μέρες του χρόνου (εκτός από τις 4-5 ημέρες συνεδριών της Ι.Σ.Ι.).
Η Ι.Σ.Ι. έχει πάσαν αρμοδιότητα, ενώ η Δ.Ι.Σ. ασκεί εντεταλμένη διαχείριση· άλλο πράγμα το "έχειν", άλλο το "ασκείν", ιδίως όταν εισδύσουμε στο πνεύμα του νομοθέτη και όχι στην απομονωμένη κατά γράμμα ερμηνεία τεσσάρων γραμμών του Κ.Χ.
Ο Καταστατικός Χάρτης στο ά. 4, τονίζει σαφέστατα: « Η Ι.Σ.Ι. της Εκκλησίας της Ελλάδος αποφαίνεται επί παντός ζητήματος αφορώντος εις την Εκκλησίαν. Ειδικώτερον αύτη: α)… ιγ)…». Η Ι.Σ.Ι. αποφαίνεται, δηλ. σε απλά ελληνικά ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ, για κάθε ζήτημα της Εκκλησίας και ΕΙΔΙΚΟΤΕΡΑ για τις απαριθμούμενες περιπτώσεις. Εφόσον η Ι.Σ.Ι. αποφασίζει γενικώς και ειδικώς, πως έχει τις ίδιες αρμοδιότητες η Δ.Ι.Σ.;
Η Δ.Ι.Σ. ουδόλως έχει «όλες τις κατά νόμον αρμοδιότητες της Ι.Σ.Ι. πλήν των ρητώς εξαιρουμένων». Γιά την Δ.Ι.Σ. προβλέπεται η άσκηση εκτελεστικού ρόλου στις αποφάσεις της Ι.Σ.Ι., καθώς και στις τρέχουσες υποθέσεις, εκπροσωπούσα το Ν.Π.Δ.Δ. της Εκκλησίας της Ελλάδος και προασπίζουσα το γενικό πλαίσιο των νομικών συμφερόντων των εκκλησιαστικών Ν.Π.Δ.Δ.
4. Δεν έχει η Δ.Ι.Σ. καταστατικό δικαίωμα ανεκκλήτου αποφάσεως
Ουδόλως επαφίεται στα Μέλη της Δ.Ι.Σ. η τελεσίδικη απόφαση αν θα παραπέμψουν στην Ι.Σ.Ι. ένα μείζονος σημασίας ζήτημα. Είναι λανθασμένη αυτή η άποψη που διατυπώθηκε στην εισαγωγική ομιλία. Ουδόλως εκχωρείται στα Μέλη της Δ.Ι.Σ. η αρμοδιότητα να αποφασίζουν καθ' εαυτά τελεσιδίκως περί μιάς σοβαρής εκκρεμότητος ή νά… παραχωρούν το τοιούτον "δικαίωμα" επιπλέον και στα Μέλη της Ι.Σ.Ι.
Πρόκειται για αυθαίρετη και καταχρηστική ερμηνεία της διατάξεως του Καταστατικού Χάρτη (ά. 6 §1). Στό εδάφιο αυτό προβλέπεται αυτοδικαίως η τακτική σύγκληση της Ιεραρχίας και επιπλέον η έκτακτη σύγκλησή της με απόφαση της Δ.Ι.Σ. καθ' εαυτήν ή κατόπιν αιτιολογημένης αιτήσεως του 1/3 των Μητροπολιτών, περί της οποίας προβλέπται ειδική διαδικασία.
Η διαδικασία αυτή ισχύει προκειμένου περί οιουδήποτε προβλήματος για το οποίο αιτούνται την σύγκληση Ι.Σ.Ι. το 1/3 των Ιεραρχών. Και μάλιστα, αν η Δ.Ι.Σ. απορρίψει το αίτημα, οι δε Ιεράρχες επανέλθουν εκ δευτέρου και το ζητήσουν από τον Αρχιεπίσκοπο, υποχρεούται αμετακλήτως ο ίδιος να συγκαλέσει την Ι.Σ.Ι. Συνεπώς, και σ' αυτήν ακόμη την περίπτωση μιάς απορριπτικής αποφάσεως, δεν έχει απεριόριστη εξουσία η Δ.Ι.Σ., εφόσον παρακάμπτεται η ίδια και υποχρεώνεται ο Αρχιεπίσκοπος να συμμορφωθή με το αίτημα.
Όταν όμως το ζήτημα είναι μείζονος σημασίας, δεν εμπίπτει στις δικαιοδοσίες της Δ.Ι.Σ. να αποφασίζει για την επίλυσή του μόνη της, ερήμην της Ιεραρχίας. Υποχρεούται να συγκαλέσει οπωσδήποτε την Ιεραρχία, σύμφωνα με την ορθή ερμηνεία του γράμματος και του νοήματος του Καταστατικού Χάρτη. Βάσει του Κ.Χ. (ά. 4) απόκειται κατ' αποκλειστικότητα στην Ιεραρχία να αποφαίνεται περί παντός (καί δη σοβαροτάτου) ζητήματος αφορώντος στην Εκκλησία, ως και να παρεισάγει επιπλέον θέματα κατά την τακτική της σύγκληση (ά. 6 §2).
Επομένως, ΥΠΟΧΡΕΟΥΤΑΙ και η Δ.Ι.Σ. και ο εκάστοτε Αρχιεπίσκοπος-Πρόεδρος να ΔΙΑΣΦΑΛΙΖΟΥΝ με ευλάβεια τα Κανονικά δικαιώματα της Ιεραρχίας. Αυτό είναι το θεμελιώδες Προεδρικό του δικαίωμα και έτσι καταξιώνεται ως Πρόεδρος Συνόδου.
Όλα αυτά, ορθώς μεταφραζόμενα, σημαίνουν ότι: ΔΕΝ ΔΙΚΑΙΟΥΤΑΙ η Δ.Ι.Σ. να νοσφίζεται το αποκλειστικό δικαίωμα της Ι.Σ.Ι., να υποκρίνεται νομιμότητα λαμβάνουσα μόνη της αποφάσεις μη τρεχούσης φύσεως και να διισχυρίζεται πως έχει δήθεν το δικαίωμα "ανεκκλήτου κρίσεως". Δεν δικαιούται να επικαλείται τον τρόπο-διαδικασία συγκλήσεως της Ι.Σ.Ι., για να αποσείσει την Κανονική (καί Καταστατική) ΥΠΟΧΡΕΩΣΗ συγκλήσεως σε θέματα μείζονος σημασίας, στα οποία μόνη η Ι.Σ.Ι. αποφαίνεται. Σ' αυτήν την περίπτωση η Δ.Ι.Σ. αποσφάλλεται κατά τους ιερούς Κανόνες και τις ιερές Παραδόσεις, άρα και κατά το Σύνταγμα και τον Καταστατικό Χάρτη.
Εάν η εντολοδόχος Δ.Ι.Σ. είχε όντως απεριόριστες ασυδοσίες να αποφασίζει ανεκκλήτως: αν και πότε θά… εκχωρεί στην Ανωτάτη Αρχή (τήν Ι.Σ.Ι.) δικαιοδοσίες αποφάσεων, αν και πότε θα σέβεται τον ΕΝΤΟΛΕΑ της (τήν Ι.Σ.Ι.) ή θα τον παρακάμπτει-παραθεωρεί με επίφαση παρερμηνευτικής νομιμότητος, δεν θα λειτουργούσε ποτέ η Ι.Σ.Ι. ως Ανωτάτη Αρχή της Εκκλησίας της Ελλάδος. Ή μήπως αρκούν οι 4-5 μέρες τακτικής συγκλήσεως, τ.έ. το 1/73 του έτους;
Μέ τέτοιες παρερμηνείες και πρακτικές η Δ.Ι.Σ. αποβαίνει τόσο γνήσια αντιπροσωπευτικό όργανο, ώστε να μη χρειάζεται καθόλου η Ιεραρχία, αφού υπάρχει το αντιπροσωπευτικό της όργανο! Μέ την ίδια λογική ενδεχομένως στο μέλλον να μη συγκαλούμεθα ως Ιεραρχία, αλλά να μας ενημερώνει η "αντιπροσωπευτική" Δ.Ι.Σ. διά του διαδικτύου ή του τηλεομοιοτύπου.
5. Η Δ.Ι.Σ. όργανο με κολοβωμένες αρμοδιότητες· άρα ατελές.
Υποστηρίχθηκε ότι το ά. 9 §2 του Καταστατικού Χάρτη δήθεν κατοχυρώνει τις ασυδοσίες της Δ.Ι.Σ. Όμως αυτό το άρθρο ρητώς εξαιρεί από την Δ.Ι.Σ. την εκλογή Αρχιεπισκόπου και Μητροπολιτών ως και άλλα δικαιώματα. Μέ άλλα λόγια, σαφώς ορίζει ότι η Δ.Ι.Σ. έχει κολοβωμένες αρμοδιότητες. Λοιπόν! Είναι δυνατόν ένα όργανο με κολοβωμένες αρμοδιότητες να εκλαμβάνεται ισοδύναμο προς την υπερκειμένη Αρχή του;
Μέ το αυτό άρθρο του Καταστατικού Χάρτη, κατά το διάστημα συνεδριών της Ι.Σ.Ι., προβλέπεται η παράλληλη λειτουργία και της Δ.Ι.Σ. «ασκούσης τας ιδίας αυτής αρμοδιότητας». Εφόσον είναι δυνατόν να λειτουργούν παράλληλα, τούτο σημαίνει κατά την κοινή λογική ότι η Δ.Ι.Σ. είναι διεκπεραιωτικό όργανο και όχι ισοδύναμο προς την Ι.Σ.Ι.
6. Η Δ.Ι.Σ. δεν είναι όργανο γνήσια αντιπροσωπευτικό
Ελέχθη πως η Δ.Ι.Σ. είναι «όργανο γνήσια αντιπροσωπευτικό» (εισαγωγική ομιλία), προφανώς λόγω της εκ περιτροπής ετησίας ανασυνθέσεώς της. Ο ισχυρισμός αυτός προβάλλει αληθοφανής και φαίνεται πως κινείται στη λογική του Καταστατικού Χάρτη, που είναι ένα νομικό κείμενο.
Όμως, η Δ.Ι.Σ. δεν είναι κάποιο πολιτειακό όργανο, ώστε να προσεγγίζεται αποκλειστικά από τη νομική της πλευρά. Είναι εκκλησιαστικό όργανο, και υπ' αυτήν την ιδιότητα ο Κ.Χ. και το Σύνταγμα της αναγνωρίζουν νομική υπόσταση. Πρέπει, λοιπόν, να εξετάσουμε αν είναι όργανο εκκλησιαστικώς αντιπροσωπευτικό. Άν δεν είναι όργανο εκκλησιολογικώς αντιπροσωπευτικό, ούτε νομικώς-πολιτειακώς υφίσταται ως τοιούτον όργανο αντιπροσωπευτικό.
Εκκλησιολογικώς (εκκλησιαστικώς) η Δ.Ι.Σ. θα εθεωρείτο γνήσια αντιπροσωπευτικό όργανο, τότε μόνον, εάν υποθετικώς ήτο δυνατόν να ορίζουμε εμείς οι ίδιοι τους αντιπροσώπους μας Μητροπολίτες, όπερ ούτε γίνεται ούτε είναι δυνατόν να γίνει. Έκαστος ημών εκπροσωπεί την Μητρόπολή του χωρίς εκκλησιολογικό έλλειμμα. Συνεπώς, μόνον εμείς οι ίδιοι καθ' εαυτούς την εκπροσωπούμε, παρ' ουδενός ετέρου αντιπροσωπευόμενοι. Μόνον εμείς οι ίδιοι δικαιούμεθα να ορίζουμε κωλυόμενοι τον ανθ' ημών μεθέξοντα μιάς Συνοδικής διαδικασίας.
Όμως, τα Μέλη της Δ.Ι.Σ. είναι άλλοθεν καθορισμένο πως αναλαμβάνουν Συνοδική υποχρέωση· δεν ορίζουμε εμείς τους αντιπροσώπους μας Συνοδικούς. Δεν αποτελούν τους αντιπροσώπους μας ή τους αντιπροσώπους μερίδων εξουσίας της Ιεραρχίας, όπως ισχύει για τους εκλεγμένους αντιπροσώπους του λαού ή των συλλόγων.
Υπό ποίαν λοιπόν εκκλησιαστική ερμηνεία η εκάστοτε Δ.Ι.Σ. αποτελεί "γνήσια αντιπροσωπευτικό όργανο"; Ο κύριος υποστηρικτικός ισχυρισμός περί της υπεράγαν Συνοδικής ισχύος της Δ.Ι.Σ. (διότι τάχα είναι αντιπροσωπευτικό όργανο) μετεωρίζεται στη νομικιστική θεώρησή της, χωρίς εκκλησιολογικό έρεισμα· άρα, ούτε συνταγματικό ή καταστατικό έρεισμα έχει.
7. Επικίνδυνη παρασυνοδική τακτική της ΔΙΣ: ακυρωτέες αποφάσεις
Και όμως! Επί των ως άνωθεν ισχυρισμών επιχειρείται να θεμελιωθή -αντικανονικώς μέν, τάχα δε νομίμως- δικαίωμα της Δ.Ι.Σ. «να επιλαμβάνεται όλων σχεδόν των χρόνιων, εκτάκτων και περιστασιακών προβλημάτων της Εκκλησίας και να αναζητά τις λύσεις τους» (εισαγωγική ομιλία).
Εάν τα εξυπονοούμενα προβλήματα εμπίπτουν στις τρεχούσης φύσεως εντεταλμένες αρμοδιότητες της Δ.Ι.Σ., ουδεμία αντίρρηση να μεριμνήσει για την επίλυσή τους, αναγόμενη πάντοτε καθηκόντως στους λοιπούς Μητροπολίτες, τ.έ. στα Μέλη της Ιεραρχίας- Εντολέως. Εάν όμως τα προβλήματα είναι "χρόνια", τ.έ. υφίστανται επί μακρόν και κατά συνέπειαν δύναται να επιληφθή αυτών η Ιεραρχία στις τακτικές συνεδρίες, για ποιό λόγο δικαιούται να τα επιλύει η εκάστοτε Δ.Ι.Σ. αντί της Ι.Σ.Ι.;
Εάν πάλι είναι έκτακτα και περιστασιακά, αλλ' ενέχουν και ιδιαίτερη σοβαρότητα-κρισιμότητα, πόθεν αρύεται η τάχα εντολοδόχος-υφισταμένη Δ.Ι.Σ. το δικαίωμα να υπερκεράσει την ανωτάτη αρχή της-Ι.Σ.Ι. και δεν την συγκαλεί για να τα επιλύσει ως αποφαστικό κυρίαρχο Σώμα; Πώς η Δ.Ι.Σ. χωρίς συγκεκριμένη εντολή της Συνόδου της Ιεραρχίας λαμβάνει σοβαρές και κρίσιμες αποφάσεις δεσμευτικές για ολόκληρη την Εκκλησία, την οποία μόνη η Ι.Σ.Ι. με εκκλησιολογικήν εγκυρότητα εκπροσωπεί; Πρόκειται για συγκαλυμμένη ΠΑΡΑΝΟΜΙΑ.
Εάν η Δ.Ι.Σ. προβαίνει σε διαχείριση του Συνοδικού θεσμού με κοσμικόφρονα παρασυνοδική αντίληψη και δήθεν σύννομες μεθοδεύσεις ερήμην της Ιεραρχίας, παρέχει νόμιμο έρεισμα στην Πολιτεία ή στα ακυρωτικά της όργανα να επικαλεσθούν τις Συνταγματικές προβλέψεις περί ιερών κανόνων και ιερών παραδόσεων και να απορρίψουν ή ακυρώσουν τις αποφάσεις της.
Τονίζουμε διατόρως: η Δ.Ι.Σ., κατά νόμον, υποχρεούται εις εκπλήρωσιν της εκκλησιολογικής δεοντολογίας. Ουδόλως αμνηστεύεται παραθεωρούσα την Ιεραρχία για μείζονος σημασίας θέματα. Κατά το Σύνταγμα, που κατοχυρώνει το Κανονικό Δίκαιο της Εκκλησίας, μόνη η Ιερά Σύνοδος της Ιεραρχίας ΑΠΟΦΑΙΝΕΤΑΙ περί παντός ζητήματος εκκλησιαστικού.
8. Δεν υπάρχουν Ιεράρχες χωρίς Συνόδου· ούτε Σύνοδος χωρίς Ιεραρχών
Άς μας επιτραπή να αναλύσουμε, άπαξ έτι, την υπόσταση της Ιεραρχίας ως ανωτάτης αρχής της Εκκλησίας της Ελλάδος. Η αρχιεπισκοπική εισαγωγική ομιλία αντιλαμβάνεται την Ι.Σ.Ι. ως εξουσιαστικό φορέα πυραμιδικώς ανώτερο των Μητροπολιτών. Αυτό προσπαθεί να το στηρίξει στη διάταξη του ά. 4 § ς΄ του Κ.Χ. Επιπλέον, με την εσφαλμένη άποψη πως η Δ.Ι.Σ. αντιπροσωπεύει (υποκαθιστά) σχεδόν πλήρως την Ι.Σ.Ι., αφήνει να αιωρείται η ιδέα πως και η Μικρά Σύνοδος είναι εξουσιαστικός φορεύς ανώτερος των Μητροπολιτών.
Γι' αυτό αιτιάται αορίστως και εμάς, διότι τάχα υποθάλπουμε κάποιο ανταγωνισμό των Επισκόπων προς την Σύνοδο, επειδή αναλύουμε ιστορικά και εκκλησιολογικά τον Συνοδικό θεσμό (ότι δεν είναι αόριστος εξουσιαστικός φορέας υπέρ τα πρόσωπα, αλλ' υποστασιάζεται με την αλληλέγγυο συμμετοχή των Μητροπολιτών). Οι αιτιάσεις αυτές είναι παραπειστικές.
Προσωπικά δεν παίζουμε με τις λέξεις ούτε με την σοβαρότητα της εκκλησιολογικής μας ευθύνης. Όπως δεν υπάρχει Σύνοδος άνευ ημών των Επισκόπων, κατ' αμοιβαιότητα δεν δυνάμεθα να υφιστάμεθα και εμείς αποκομμένοι της Συνόδου ή ανταγωνιζόμενοι την Σύνοδο ή δρώντες έκαστος ως απόλυτος κι ανεξάρτητος φορεύς εξουσίας.
Ωστόσο και η Συνοδικο-ϊεραρχική εξουσία δεν υφίσταται ως απόλυτο μέγεθος, αλλ' ως εκ της ταυτοποιητικής συνδρομής περί τον αυτόν Χριστοκεντρικόν άξονα των τοπικών Εκκλησιών-Μητροπόλεων δι' ημών των Επισκόπων τους. Η Συνοδικο-ϊεραρχική εξουσία δεν είναι τίποτε άλλο παρά η κοινή εξουσία των κατά τόπους Εκκλησιών, ουσών ομοκέντρων κύκλων και ταυτιζομένων εν μυστηρί ω, έστω και αν η μία τοπική Εκκλησία έχει την δικαιοδοτική "ευρυχωρία" της Αρχιεπισκοπής Αθηνών, ενώ η άλλη έχει την δικαιοδοτική "στενοχωρία" της ολιγαριθμότερης σε ποίμνιο Μητροπόλεως (π.χ. Κυθήρων ή Λήμνου). Γι' αυτό, στον Συνοδικο-ϊεραρχικό θεσμό η ψήφος του Αρχιεπισκόπου δεν έχει μεγαλύτερη ισχύ από του νεότερου Ιεράρχη. Επιπλέον δέ, η τοιαύτη εκάστου εκκλησιολογική εξουσία δεν παραχωρείται εν λευκω σε αντιπροσώπους.
Ο νομοθέτης προέβλεψε βεβαίως στον Κ.Χ. την ασφαλιστική δικλείδα της Συνοδικο-ϊεραρχικής εποπτείας, για την απευκταία περίπτωση κραυγαλέας επισκοπικής ασυνεπείας. Σ' αυτό συμφωνούμε, αναμιμνησκόμενοι της ιστορίας των Ι. Συνόδων και των τοπικών Εκκλησιών. Εκ του αντιθέτου, ανατέμνοντες μετά φόβου Θεού την εκκλησιολογική ουσία της Συνοδικής εξουσίας, απορρίπτουμε κάθε ενδεχόμενο κοσμικόφρονος συγκεντρωτικού αυταρχισμού, τον οποίο δεν επιχειρούν συνήθως τα πολυπρόσωπα σύνολα, αλλ' οι χαρισματικοί διαχειριστές των προνομιών τους.
9. Τυπική ή ουσιαστική νομιμότητα; εκκοσμίκευση ή παραδοσιακότητα;
Παραθέτω από την εισαγωγική ομιλία: «Ο δημοκρατικός θεσμικός ρόλος της Δ.Ι.Σ. συνιστά μέτρο διαρκούς συνοδικότητας… Το Συνοδικό σύστημα λειτουργεί άριστα και δημοκρατικά και ουδεμία απόπειρα αυταρχικής διοίκησης έχει σημειωθεί».
Τιμώ την πολιτειακή δημοκρατία εκ πεποιθήσεως. Όμως, ειλικρινά ξενίζομαι με τη χρήση όρων και τρόπων κοσμικής λογικής στο χώρο της Εκκλησίας, όπου ισχύουν άλλοι πατροπαράδοτοι ιεροί θεσμοί και όροι. Εμείς έχουμε την Συνοδικότητα υπέρ την δημοκρατικότητα. Εμείς έχουμε την ιερά Παράδοση και τους Κανόνες υπέρ την ιδιογνώμονα πολυφωνία.
Επίσης ξενίζομαι και με την ρητορική επίκληση μιάς τυπικής νομιμότητος, ενώ οι πάντες γνωρίζουμε ότι ανέκαθεν η Προεδρία της Δ.Ι.Σ. διά της Αρχιγραμματείας διαχειρίζεται καταλλήλως και προωθεί "διπλωματικώς" τις υποθέσεις, οπότε η εν ονόματι της "δημοκρατικής ΔΙΣ" μόνιμη διαχείριση της εξουσίας απόκειται στον εκάστοτε Αρχιεπίσκοπο διά της Αρχιγραμματείας…
Επισημαίνω τον κίνδυνο, αν εμμείνουμε σε τέτοια κοσμικόφρονα λογική, να μας καταγνώσουν υποκριτικήν ανακολουθία, εφόσον ούτε "δημοκρατικώς" εκλεγόμεθα (αλλ' εξ "αριστοκρατικού" οργάνου) ούτε "δημοκρατικώς" φερόμεθα στους υφ' ημάς (αλλά κατά την θεωρητική δεοντολογία ιεροκανονικώς). Πρέπει επιτέλους να αποφασίσουμε για τα ερείσματα της εκκλησιαστικής μας συμπεριφοράς και διαγνώμης: θα είναι κοσμικά ή εκκλησιαστικά; θα εκτρέφουν την προϊούσα εκκοσμίκευση προς εντυπωσιασμό της κοινής γνώμης ή θα εμβαπτίζονται στην αγιοπατερική πιστότητα;
Τέλος, παρά τις αγαθές μας προθέσεις, η διαλειμματική Δ.Ι.Σ. δεν αποτελεί αξιομίμητο παράδειγμα διαρκούς συνοδικότητος. Πώς είναι διαρκής η συνοδικότητα δι' αντιπροσώπων και μάλιστα διαλειμματικώς συνερχομένων; Δεν υποστηρίζω ότι η Δ.Ι.Σ. είναι δυνατόν να συνεδριάζει αδιαλείπτως καθ' όλο το έτος. Ωστόσο και το ανωτέρω ρητορικό επιχείρημα δεν έχεται αληθείας'.
10. Λαϊκισμός στη θέση του Συνοδικο-ϊεραρχικού σεβασμού
Στήν επίμαχη ομιλία παρεισάγεται και μια αντίφαση: από τη μια (και μάλιστα, άνευ Συνοδικής διαγνώμης) ανακοινώνεται μελετωμένη «η λελογισμένη δημοσιότητα» ως νέος ενδεχομένως τρόπος Συνοδικής λειτουργίας και από την άλλη εκφράζεται επίμονη δυσφορία για την άσκηση νηφαλίου δημοσίου ελέγχου επί των επισήμων θέσεων και δηλώσεων. Υπομνηστέα και η αρχιεπισκοπική μομφή ότι τα Μ.Μ.Ε. εκμεταλλεύονται αποσπασματικά τις κατά καιρούς δηλώσεις.
Επί του πρώτου ζητήματος (λελογισμένη δημοσιότητα) παρατηρητέον: όταν διαδικαστικά παρωθείται η Ι.Σ.Ι. σε διακοσμητικό ρόλο ακροατού μακροσκελών εισηγήσεων και τυπικής εγκρίσεώς τους διά βοής, σε τι θα ωφελήσει η "λελογισμένη δημοσιότητα" των συνεδριών; στην πραγματική αναβάθμιση της Συνοδικής λειτουργίας κατά τις Κανονικές και Καταστατικές προβλέψεις; ή στην εφέλκυση επιπλέον χειροκροτητών και την επικοινωνιακή αναβάθμιση των χαρισματικών;
Και θέτω τα ερωτήματα αυτά, προβληματισμένος από την όλη στάση, να διανέμεται σχέδιο της Αρχιεπισκοπικής ομιλίας στους δημοσιογράφους από την πρώτη κιόλας ημέρα (ανακοινωθέν από ραδιοφώνου, άμα τ ή λήξει της πρώτης Συνεδρίας) και στα Μέλη της Ιεραρχίας μετά από δύο ημέρες! Κατά συνέπειαν, το τάχα μεγαλόπνοο σχέδιο αρχιεπισκοπικής εμπνεύσεως δεν εκπορεύεται από τον υποχρεωτικό ιεροκανονικό σεβασμό της Συνοδικής διαγνώμης και του Συνοδικού θεσμού, αλλά από την μεγαλοφυή ιδιογνώμονα μεθόδευση ηγεμονικής αναβαθμίσεως του Προέδρου έναντι της Συνόδου.
Επί δε του δευτέρου ζητήματος (γνωστοποίηση προς το Σώμα της Εκκλησίας θεμελιωδών αντιρρήσεων) λεκτέον: ότι ούτε έχουμε αντιπολιτευτική πρόθεση και ούτε ασκούμε αντιπολίτευση. Σεβόμενοι τα πρόσωπα, ασκούμε υπευθύνως ως κατ' ενώπιον Θεού το Ιεραρχικό μας χρέος έναντι της Εκκλησίας, της συναποτελουμένης από το όλον πλήρωμα, κλήρο και λαό, σε μια διαχρονία που έχει καθαγιασθή αναδείξασα αγίους κληρικούς και αγίους λαϊκούς, στη μαρτυρία των οποίων οφείλουμε να συστοιχούμε. Τα καθ' ημάς ούτως έχουν.
Ωστόσο οι πάντες γνωριζόμεθα και δεν λησμονούμε ότι επί των ημερών του αοιδίμου Αρχιεπισκόπου Σεραφείμ ησκείτο κριτική παρά Συνοδικών και "πρός το ούς" και "επί των δωμάτων", ενίοτε στην προοπτική προετοιμασίας της διαδοχής.
Μακαριώτατε άγιε Πρόεδρε,
δέν αμφιβάλλω ότι το Προεδρικό έργο είναι δυσχερές. Και θα ήταν προσώραν εισέτι δυσχερέστερο, αν αποφασίζατε να σεβασθήτε τον Συνοδικο-ϊεραρχικό θεσμό. Όχι ως άβουλο αποδέκτη των ιδικής Σας εμπνεύσεως και φιλοδοξίας ενοραματικών πρωτοβουλιών, αλλ' ως κυρίαρχο και αποφασιστικό Σώμα βουλευόμενο και διαβουλευόμενο περί της θεοχαράκτου θεανθρωπικής διακονίας της Εκκλησίας προς εγχρίστωση του κόσμου.
Ωστόσο θα αποδεικνυόταν τελικά εν Χριστω διά της Εκκλησίας ελαφρότερο το τοιούτον φορτίο και χρηστότερος ο ζυγός της προεδρικής ευθύνης με την εφαρμογή της Χρυσοστομικής οδηγίας: «Τα μέν… του παρόντος αξιώματα βίου τότε μείζονα φαίνεται, όταν εις ένα περιστ ή μόνον· επί δε των πνευματικών τουναντίον· τότε λάμπει το της τιμής, όταν πολλούς της προεδρίας έχ η κοινωνούς και όταν ο μετέχων μη εις ή, αλλά πολλούς έχ η τους των αυτών απολαύοντας» (πρβλ. ομιλία 7 εις Απόστολον Παύλον, ΡG 50, 509).
Βήματα προς την τοιαύτην κατεύθυνση δυστυχώς μέχρι σήμερα δεν είδαμε παρ' Υμών. Τουναντίον βλέπουμε "άλματα" εκκοσμικεύσεως (εξέδρες υπέρ την λοιπήν Ιεραρχία, δεδηλωμένη αυτοσυνειδησία ότι Υμείς είσθε η κεφαλή της Εκκλησίας, περιοδείες, χειροκροτήματα, εξώστες, ηγεμονικές εμφανίσεις, επικοινωνιακότητα αυτοπροβολής κ.τ.ό.). Και προβληματισμένοι αναμιμνησκόμεθα ημερών προτέρων, ημερών σεμνότητος και αυτοσυγκρατήσεως.
Είθε ο Κύριος -η μόνη Κεφαλή του Σώματος- να αντιστρέψει το όλον κλίμα προς έμπυρον ευδοκίμησιν των Χριστο-δούλων, Υμών τε και απάντων ημών.
Γουμένισσα, 10-1-2002