Από το συγγραφικό έργο του Μητροπολίτου

 
Προτάσεις για τον τρόπο εκλογής Επισκόπων

 
Μακαριώτατον Αρχιεπίσκοπον Αθηνών και Πάσης Ελλάδος
κ. ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΝ

καί Σεβασμιωτάτους Μητροπολίτας
τής Εκκλησίας της Ελλάδος
 

Μακαριώτατε άγιε Πρόεδρε, Σεβασμιώτατοι άγιοι Αδελφοί,

από την κριτική παρέμβαση Σεβασμιωτάτων Μητροπολιτών για τις επικείμενες μητροπολιτικές εκλογές αφορμώμενος, έκρινα επάναγκες να τοποθετηθώ συνολικά στο καίριο ζήτημα της αναδείξεως των ημετέρων Συνιεραρχών στη Συνοδική διακυβέρνηση της καθ’ Ελλάδα Εκκλησίας. Δεν είναι εμπρέπον να παρατηρώ “εστώς και θερμαινόμενος” εκ του ασφαλούς τις εξελίξεις, όταν δεν διακυβεύεται απλώς το προσωρινό κύρος εκάστου ημών ή των ομάδων εξουσίας, αλλ’ υποθηκεύεται η διαχρονία της Αγίας μας Εκκλησίας και η ενάσκηση της σωτηριώδους αποστολής Της στον ήδη εφεκτικό και δίψυχο κόσμο μας.

Καταγγέλθηκε η προεδρική αυταπομόνωση σε ολιγοπρόσωπο κύκλωμα χρίσεως υποψηφίων και επιπλέον ετέθη πάλι μετ’ επιφάσεως το ζήτημα της αναδείξεως ως νέων Μητροπολιτών ανδρών εχόντων την “έξωθεν καλήν μαρτυρίαν” (πρβλ. Α΄ Τιμ. γ, 7). Αμφότερα είναι σοβαρότατα ζητήματα, τα οποία μόνον ο μετά φόβου Θεού, πίστεως και αγάπης σεβασμός προς το Μυστήριο της (τελικώς) θεοκυβερνωμένης Εκκλησίας επιλύει  αποτελεσματικά.

1ον) Εάν έχεται αληθείας η πρώτη καταγγελία, τότε αντί “νέου προφίλ” έχουμε εκθεμελιωτικό ευτελισμό του Συνοδικού πολιτεύματος, οι δε Ιεράρχες (οι εκκλησιολογικώς εν ισομοιρία συγκυβερνήτες της καθ’ Ελλάδα Εκκλησίας) αντιμετωπιζόμεθα ωσεί…“παπαδάκια” που θα κληθούν να παρασταθούν στον Άρχοντα Πρώτον και τους Οφικιάλους. Το επίσης χείριστον (εάν ευσταθούν τα καταγγελλόμενα) είναι ότι υποδεικνύεται στους υποψηφίους η “αποτελεσματική” επισκοποιητική μέθοδος: ο κατάλληλος προσεταιρισμός της ομάδος χρίσεως επισκόπων. Ακόμη κι αν κάποιος “άριστος” εξαναγκασθή να υποκύψει σε τέτοιες πρακτικές, αμφιβάλλω αν θα δυνηθή να υπερβή εαυτόν και να μεταβληθή από οσφυοκάμπτη σε υψιπέτη θεοδρόμο, ορθοτομούντα τον λόγο της Χριστού αληθείας. Επιτρέψτε μου να υπενθυμίσω τις εναγώνιες ημέτερες αιτιάσεις για τον υποβιβασμό της Ιεραρχίας σε άβουλο “ακροατήριο εξαγγελιών”, “θεωρείο δράσεων” και “ομάδα κομπάρσων” ή και την καταγγελία του “ιδιοτύπου πριγκηπάτου καρδιναλίων”. Άπαντα θεραπεύονται μόνο με την αυτοθυσιαστική προσωπική άθληση του Μακαριωτάτου και ημών απάντων στην απαρέγκλιτη εκκλησιολογική και ιεροσυνοδική πιστότητα.

* * *

2ον) Το κριτήριο της “καλής μαρτυρίας από των έξωθεν” είναι η στοιχειώδης ελάσσων προϋπόθεση, την οποία ωστόσο θα μπορούσαν να κατέχουν και κληρικοί αμέτοχοι της ενθεωτικής εμπειρίας, ως θέλει κατ’ απόλυτο μέτρο η ιερή εκκλησιαστική μας Παράδοση! Ενίοτε οι όντως αξιώτατοι εθεωρούντο και επολεμούντο ως δήθεν αναξιώτατοι “από των έξωθεν” ή και “από των έσωθεν”, ως συνέβη π.χ. προεκλογικώς με τον Μέγα Βασίλειο ή μετεκλογικώς με άλλους Πατέρας της Εκκλησίας μας! Άν αυτά συνέβαιναν στο παρελθόν, όταν πλεόναζε η αγιοσύνη, σήμερα (πού έχει ενσκήψει δυστυχώς τόση αλλοτρίωση στον ενδοεκκλησιαστικό μας χώρο και ακόμη περισσότερη στο εξωεκκλησιαστικό περιβάλλον) πολλές φορές “η καλή μαρτυρία από των έξωθεν” συνιστά μάλλον τεκμήριο ανθρωπάρεσκης προϋπηρεσίας και κοσμικού συσχηματισμού παρά πειστήριο γνησίας θεαρέστου εκκλησιαστικής προδιακονίας.

Κατά την αστασίαστη Παράδοσή μας οι θεοφόροι Πατέρες, ενθεωτικώς φορείς της Αποστολικής διαδοχής­διδαχής, παρουσίασαν ως μόνο κριτήριο θεοπροβλήτου εκλογής και θεαρέστου αναδοχής της Αρχιερατείας την αγιότητα, όπερ μεταφράζεται με τις πνευματικές καταστάσεις φωτισμού και θεώσεως. Ο προσφάτως κοιμηθείς π. Ιωάννης Ρωμανίδης έγραφε σχετικώς: «Δεν είναι μόνον η καλή θέλησις, η καλή απόφασις, η ηθική πράξις και η αφοσίωσις εις την Ορθόδοξον Παράδοσιν που κάμνει τον Ορθόδοξον, αλλά η κάθαρσις, ο φωτισμός και η θέωσις. Τα στάδια αυτά θεραπείας είναι ο σκοπός της μυστηριακής ζωής της Εκκλησίας, όπως μαρτυρούν τα λειτουργικά κείμενα. Υποτίθεται ότι οι κατεξοχήν θεραπευταί, που οδηγούν τους αρρώστους εις τα θεραπευτικά αυτά στάδια, είναι οι επίσκοποι και πρεσβύτεροι… μετά ενάμισυ αιώνα καταστροφικής νεοελληνικής προπαγάνδας εναντίον του ησυχασμού, τέτοιοι κληρικοί σπανίζουν. Ο κλήρος όπως τον περιγράφει ο Διονύσιος Αρεοπαγίτης έχει σχεδόν αφανισθή» (“Ρωμαίοι ή Ρωμηοί Πατέρες της Εκκλησίας”, 1, 1984, Πρόλογος).

Στήν κατ’ ανάθεσιν της Ιεράς Συνόδου εισήγησή μας με τίτλο “Ζητήματα αυτοκριτικής και επαναπροσδιορισμού της επισκοπικής μας ευθύνης” (τήν ανατεθείσαν, υποβληθείσαν, αλλά και παροραθείσαν!), ειλικρινώς αυτελεγχόμενος, ανέφερα τα κριτήρια των κατά Χριστόν παν­ευ­φήμων Αποστόλων και Πατέρων (κατά κόσμον “εκκηρύκτων” και “απωστέων”!), επί τή βάσει των οποίων και μόνων αυτών θα έπρεπε να προβαίνουμε σε δοκιμασία των εκλογίμων και εκλογή των αρίστων στις μητροπολιτικές έδρες.

Τολμώ να υποβάλω μερικά βασικά (βασανιστικά για την ευσυνειδησία μας) ερωτήματα:

εάν εκλέκτορές μας ήσαν οι 'Αγιοι Πνευματοφόροι Ιεράρχες (ών τα πνευματικά δικαιώματα και την επισκοπική περιωπή επικαλούμεθα υπέρ ημών προς τους υφ’ ημάς), ποίοι εξ ημών θα είμεθα όχι μόνον εκλεγμένοι, αλλ’ απλώς εκλόγιμοι;

μήπως θητεύουμε σε μιά πρόσκαιρη εξουσιαστική διαπάλη, υποθηκεύοντες και το ημέτερον αιώνιο μέλλον και το θεόσωστο παρόν της Εκκλησίας μας;

είναι κατ’ ευδοκίαν Θεού οι εκλογές μας ή κατ’ ανοχήν;

οι εκλέκτορες μήπως έχουμε την εντύπωση ότι εκχωρούμε απλώς γενναιόδωρες ευλογίες, αδιαφορώντας για την προσωπική μας ευθύνη ενώπιον του αναποδράστου κριτηρίου για την καθ’ εκάστην εκλογή προσωπική ψήφο;

με ποιά κριτήρια επιλέγουμε; της Αγίας Γραφής, των ι. Κανόνων, των θεοφόρων Πατέρων ή αναπαράγοντες εαυτούς απλώς και μόνον ως πρόσωπα διοικήσεως ΝΠΔΔ;

* * *

Πιστεύω ότι πολλά χρήζουν αναθεωρήσεως στο ισχύον σύστημα διαλογής υποψηφίων και εκλογής των εκλογίμων. Και το υποστηρίζω όχι εκ του ασφαλούς, όπως ίσως κάποιοι με κατηγορήσουν, επειδή είμαι Επίσκοπος, εφόσον κατά Θεόν είναι αμφίβολο αν θα είμεθα μέτοχοι του τοιούτου ιερωτάτου ισαποστολικού Χαρίσματος στην προσδοκωμένη και στοχευομένη αιωνιότητα. Γενικώς θεωρώ ότι είναι οξύμωρο να εγγράφεται κάποιος στον κατάλογο εκλογίμων, και να κρίνεται έπειτα ανάξιος εκλογής, εκτός αν υπήρξαν περί αυτού εκ των υστέρων αποδείξεις είτε Κανονικής ενοχής είτε ελλειμματικού εκκλησιαστικού ήθους.

Λοιπόν, τι δέον γενέσθαι; Αφενός να αλλάξει άρδην το σύστημα της προεπιλογής και αφετέρου να παύσει επιτέλους η πρακτική της προεκλογικής χρίσεως ενός μόνον υποψηφίου και της παρωθήσεως της Ιεραρχίας στη μονοπρόσωπη εκλογή ελαφρά τή καρδία. Γιά να αποσεισθούν ακόμη και οι υπόνοιες —όχι πάντοτε αβάσιμες— περί ποικίλων παρασκηνιακών συναλλαγών ή και εξωσυνοδικών παρεμβάσεων.

Τοιούτου είδους μεθοδεύσεις να εκλείψουν. Και θα εκλείψουν με θεσμικά μέτρα, ιεροκανονικώς καθιερούμενα από την Ιεραρχία.

α) Από το στάδιο της εγγραφής των υποψηφίων στον κατάλογο των εκλογίμων, με τη θεσμοθέτηση ειδικών μέτρων επιλογής πρέπει να λάβει γνώση η Ιεραρχία των δυνατοτήτων εκάστου και έπειτα να προχωρεί στην εγγραφή του στον κατάλογο εκλογίμων (πλείονα βλ. στο ημέτερον “Ζητήματα αυτοκριτικής…”).

β) Κατά τις εκλογές να προτείνονται οπωσδήποτε πλείονες υποψήφιοι για κάθε Μητρόπολη, και η Ιεραρχία να αφήνεται ελεύθερη κι ανεπηρέαστη, αφού προηγηθή επί Συνόδου συζήτηση για τους επικρατεστέρους.

'Ισως θα έπρεπε να καθιερώσουμε, με αλλαγή του Καταστατικού Χάρτη στο σημείο αυτό, την διά ψήφου κατάρτιση τριπροσώπου και την διά κλήρου τελική ανάδειξη, κατά το πρότυπο της πρώτης Αποστολικής εκλογής. Τοιουτοτρόπως απομειώνεται η δική μας ευθύνη. Επαφίεται στην Πρόνοια του Θεού εμφανέστερη η πρόκριση.

Πάντως, ακόμη και με τον ισχύοντα Καταστατικό Χάρτη, δυνάμεθα να προχωρούμε στις εκάστοτε εκλογές αποφεύγοντες την κατ’ αποκλειστικότητα χρίση ενός, όπερ συνιστά πολλάκις εμπαιγμό της ιερότητος της εκλογής και της σοβαρότητος της Ιεραρχίας. Πρέπει με υποδειγματική αυτοσυγκράτηση να δεσμευθούμε άπαντες στο ζήτημα αυτό, αναλογιζόμενοι τις τεράστιες πνευματικές ευθύνες μας.

* * *

3ον) Τέλος, φημολογείται ότι θα συγκληθή η Ιεραρχία για εκλογές στις κενωθείσες Μητροπόλεις ολίγον προ των Χριστουγέννων. Μήπως παρήλθε το προβλεπόμενο διάστημα χηρείας των Μητροπόλεων αυτών; Μήπως υπάρχει κατεπείγουσα ανάγκη, οι εκλεγησόμενοι να εορτάσουν το 'Αγιο Δωδεκαήμερο στις έδρες τους, όπερ αδύνατον; Γιατί να μην αναμείνουμε την πολιτειακή έγκριση για την διχοτόμηση —έστω και αντικανονικώς αποφασισθείσαν— της Ι. Μητροπόλεως Νέας Σμύρνης, ώστε να γίνουν ενιαία οι εκλογές;

Υπάρχουν τόσα φλέγοντα ζητήματα βαθειάς αλλοτριώσεως του κόσμου μας (πρωτειά στις αμβλώσεις, πρωτειά στα ναρκωτικά, αύξηση των αλκοολικών, αύξηση των αυτοκτονιών και των διαζυγίων κ.τ.ά.) τα οποία τεκμηριώνουν την ευρύτερη αποστασία από το θείο θέλημα και τη νέκρωση των ψυχών, συνιστώντα άμεση πρόκληση για την ποιμαντική μας ευθύνη. Και όμως, δεν προβλέπεται άμεση σύγκληση της Ιεραρχίας, προς κατεπείγουσα συζήτηση και επαναπροσδιορισμό της ευθύνης και των μεθόδων δράσεώς μας.

Αντ’ αυτού διαρρέει η πληροφορία περί εξωθεσμικού προκαθορισμού εκτάκτου Συνόδου της Ιεραρχίας για την διενέργεια μέρους των εκλογών!!! Μήπως προς κατεπείγουσαν ανάδειξιν των πλέον αρίστων; 'Η προς αναπαραγωγήν ημών ως προτύπων;

 

Μακαριώτατε άγιε Πρόεδρε, Σεβασμιώτατοι άγιοι Αδελφοί,

μαθητεύων πρωτίστως εγώ στις Πατερικές υπομνήσεις, προκρίνω να κατακλείσω την μετά χείρας αναφορά μου με τα Χρυσοστομικά λόγια: «Δεν νομίζω ότι είναι πολλοί ανάμεσα στούς ιερείς εκείνοι που σώζονται, αλλά πολύ περισσότεροι είναι εκείνοι που χάνονται, και αιτία είναι πως αυτό το λειτούργημα χρειάζεται γενναία ψυχή. Διότι έχει πολλές ανάγκες που τον αναγκάζουν να εξέλθει από το γνωστό χαρακτήρα του και χρειάζεται από παντού μυρίους οφθαλμούς… 'Ωστε, αν έσπευδε κάποιος να πεί ότι η αρχιερωσύνη είναι για την προστασία του ποιμνίου, κανένας δεν θα την δεχόταν αμέσως. Τώρα δέ, όπως ακριβώς τις κοσμικές εξουσίες, έτσι επιδιώκουμε κι αυτή. Διότι, για να δοξασθούμε, για να τιμηθούμε από τους ανθρώπους, χάνουμε τη σωτηρία μας κοντά στο Θεό».

Τουλάχιστον ας διασφαλίσουμε ως κόρην οφθαλμού την τοιαύτην ευαισθησία και συναίσθηση ευθύνης με τον τρόπο αναδείξεως των διαδόχων συνιεραρχών μας.

 Γουμένισσα,  30-11-2001

Πάνω