Ε π ι σ τ ρ ο φ ή

 

ΑΓΙΟΥ ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑΣ

ΛΟΓΟΣ  ΚΑΤΑ ΕΙΔΩΛΩΝ

 

Εισαγωγή - Περίληψη

Ο λόγος αυτός του Μ. Αθανασίου γράφτηκε πιθανόν περί τα έτη 317-319 μ.Χ.,

και όπως φαίνεται και από τον τίτλο του, καταφέρεται

κατά της αρχαίας ειδωλολατρικής θρησκείας που επικρατούσε στον τότε

γνωστό κόσμο σε διάφορες συγκριτιστικές παραλλαγές.

Στο πρώτο μέρος ο άγιος Αθανάσιος καταγγέλει το ψέμα

της ειδωλολατρείας. Θεωρεί ως αιτία της την κακία. Αναιρεί την

ειδωλολατρεία αποδεικνύοντας τον παραλογισμό και την ασέβεια μιας

τέτοιας πίστης.

Στο δεύτερο μέρος του λόγου περιγράφει την οδό της ανύψωσης προς

την αληθινή γνώση του Θεού και Λόγου με την ενόραση και τη θεώρηση

του εξωτερικού κόσμου μέσα στην αρμονία και ωραιότητά του.

Η γνώση του Θεού ξεκινά από τη γνώση της ψυχής. Η οδός του Θεού

είναι μέσα μας. Για να γνωρίσει όμως η ψυχή μας το Θεό πρέπει να είναι καθαρή.

Η γνώση του Θεού συνεχίζεται με την ενόραση της κτίσεως. Η τάξη και

η αρμονία της μας οδηγεί στο Λόγο του Θεού. Ο Υιός και Λόγος κινεί και

προνοεί τον κόσμο ως εκπρόσωπος του Πατέρα. Επομένως, μέσω της

κτίσεως γνωρίζουμε  τον Λόγο και Αυτός μας οδηγεί στον Πατέρα.

 

Σε μια εποχή που φυτρώνουν παράξενες θρησκείες μη λογικές· που

γίνονται προσπάθειες να επανέλθουμε σε μια νέα μορφή ειδωλολατρείας·

αξίξει, νομίζουμε, να μελετήσει κανείς το λόγο του Μ. Αθανασίου, διότι

παρουσιάζουν μεγάλο ενδιαφέρον τα επιχειρήματά του για την απόρριψη

της ειδωλολατρείας· ταυτόχρονα, μας προσανατολίζει στην ορθή πίστη

στο μόνο αληθινό Θεό.

 

 

 

ΛΟΓΟΣ  ΚΑΤΑ ΕΙΔΩΛΩΝ

Κείμενο – Μετάφραση (Αρχιμ. Δωρόθεος Πάπαρης)

 

1. ῾Η μὲν περὶ τῆς θεοσεβείας καὶ τῆς τῶν ὅλων ἀληθείας γνῶσις οὐ

Η γνώση της αλήθειας για τον Θεό και τον κόσμο

τοσοῦτον τῆς παρὰ τῶν ἀνθρώπων διδασκαλίας δεῖται, ὅσον ἀφ᾿

δεν είναι τόσο ανάγκη να έχει ως δασκάλους ανθρώπους.

ἑαυτῆς ἔχει τὸ γνώριμον· μόνον γὰρ οὐχὶ καθ᾿ ἡμέραν τοῖς ἔργοις

Μπορεί από μόνη της να γίνει γνωστή. Την καθιστούν γνωστή

κέκραγε, καὶ ἡλίου λαμπρότερον ἑαυτὴν διὰ τῆς  Χριστοῦ διδασκαλίας

τα έργα της και κυρίως η διδασκαλία του Χριστού που την παρουσιάζει πιο   

ἐπιδείκνυται·

λαμπρή κι από τον ήλιο.

 

ποθοῦντι δέ σοι ὅμως τὰ περὶ ταύτης ἀκοῦσαι, φέρε, ὦ

Επειδή όμως ποθείς ν' ακούσεις τα σχετικά μ' αυτή τη

μακάριε, ὡς ἂν οἷοί τε ὦμεν, ὀλίγα τῆς κατὰ  Χριστὸν πίστεως

γνώση, έλα, αγαπητέ μου, να σου πω λίγα, απ' όσα γνωρίζω, για τη

ἐκθώμεθα, δυναμένῳ μέν σοι καὶ ἀπὸ τῶν θείων λογίων ταύτην εὑρεῖν,

χριστιανική πίστη. Μπορείς βέβαια να τα μάθεις κι από την Αγία Γραφή, αλλά 

φιλοκάλως δὲ ὅμως καὶ παρ᾿ ἑτέρων ἀκούοντι. αὐτάρκεις μὲν γάρ εἰσιν

κι απ' άλλους, αφού αγαπάς τη γνώση. Η Αγία Γραφή,

αἱ ἅγιαι καὶ θεόπνευστοι γραφαὶ πρὸς τὴν τῆς ἀληθείας ἀπαγγελίαν·

όντας θεόπνευστη, αρκεί από μόνη της να σου γνωρίσει την αλήθεια.

εἰσὶ δὲ καὶ πολλοὶ τῶν μακαρίων ἡμῶν διδασκάλων εἰς ταῦτα

Υπάρχουν ακόμη γι' αυτό το σκοπό και πολλά συγγράμματα των αγίων

συνταχθέντες λόγοι· οἷς ἐάν τις ἐντύχοι, εἴσεται μέν πως τὴν τῶν

Πατέρων. Όποιος τα μελετά, θα μάθει την ορθή ερμηνεία της Γραφής

γραφῶν ἑρμηνείαν, ἧς δὲ ὀρέγεται γνώσεως τυχεῖν δυνήσεται. ἀλλ᾿

Και θα πάρει τη γνώση που επιθυμεί.

ἐπειδὴ τὰς τῶν διδασκάλων συντάξεις ἐν χερσὶ νῦν οὐκ ἔχομεν,

Επειδή όμως δεν έχω στα χέρια μου τα συγγράμματα των Πατέρων,

ἀναγκαῖόν ἐστιν ἃ παρ᾿ ἐκείνων ἐμάθομεν, ταῦτα καὶ ἀπαγγέλλειν καὶ

οφείλω να σου πω και να σου γράψω όσα έμαθα από εκείνους.

γράφειν σοι· λέγω δὴ τὴν κατὰ τὸν  Σωτῆρα  Χριστὸν πίστιν· ἵνα μήτε

Εννοώ βέβαια για την πίστη στο Σωτήρα Χριστό. Έτσι, κανείς δεν θα

εὐτελῆ τις τὴν τοῦ καθ᾿ ἡμᾶς λόγου διδασκαλίαν ἡγήσηται, μήτε

θεωρεί ανάξια λόγου τη χριστιανική μας διδασκαλία, αλλά και ούτε θα την

ἄλογον τὴν εἰς  Χριστὸν πίστιν ὑπολάβῃ·

πιστεύει για ανόητη.

 

ὁποῖα διαβάλλοντες ῞Ελληνες χλευάζουσι, καὶ πλατὺ γελῶσι

Διότι οι ειδωλολάτρες, με πρόσχημα το σταυρό του Χριστού,

καθ᾿ ἡμῶν,  οὐδὲν ἕτερον ἢ τὸν σταυρὸν τοῦ  Χριστοῦ προφέροντες·

μας συκοφαντούν χλευάζοντας και κοροϊδεύοντας την πίστη μας.

ἐφ᾿ ᾧ μάλιστα καὶ τὴν ἀναισθησίαν αὐτῶν οἰκτειρήσειεν ἄν τις,

Κι είναι εύκολο να γκρεμίσει κανείς τις ανόητες απόψεις τους

ὅτι, τὸν σταυρὸν διαβάλλοντες,

για το σταυρό του Κυρίου.

οὐχ ὁρῶσι τὴν τούτου δύναμιν πᾶσαν τὴν οἰκουμένην

Δεν βλέπουν τη δύναμη του σταυρού που διαδόθηκε σ' όλο τον κόσμο;

πεπληρωκυῖαν, καὶ ὅτι δι᾿ αὐτοῦ τὰ τῆς θεογνωσίας ἔργα πᾶσι

Δεν βλέπουν πως με τη δύναμή του φανερώνονται σ' όλους τα έργα του Θεού;

πεφανέρωται. οὐκ ἂν γάρ, εἴπερ ἦσαν καὶ αὐτοὶ γνησίως ἐπιστήσαντες

Δεν θα κορόϊδευαν το τόσο μεγάλο σημείο του σταυρού, αν και οι ίδιοι είχαν

αὐτοῦ τῇ θεότητι τὸν νοῦν, ἐχλεύαζον τὸ τηλικοῦτον· ἀλλὰ μᾶλλον

στ' αλήθεια παραδεχθεί τη θεότητα του Κυρίου. Το αντίθετο μάλιστα·

καὶ αὐτοὶ τοῦτον ἐπεγίνωσκον  Σωτῆρα τοῦ παντός, καὶ τὸν σταυρὸν

κι αυτοί μαζί μας θά πίστευαν το Σωτήρα του κόσμου και θα παραδέχονταν

μὴ βλάβην ἀλλὰ θεραπείαν τῆς κτίσεως γεγονέναι.

ότι ο σταυρός δεν αποτελεί ζημιά αλλά μεγάλη ωφέλεια του κόσμου.

 

εἰ γὰρ τοῦ σταυροῦ γενομένου, πᾶσα μὲν εἰδωλολατρεία καθῃρέθη,

Διότι με τη σταύρωση του Κυρίου έσβησε η δύναμη της ειδωλολατρείας.

πᾶσα δὲ δαιμόνων φαντασία τῷ σημείῳ τούτῳ ἀπελαύνεται,

Ακόμη, με το σημείο του σταυρού  φυγαδεύεται κάθε ψεύτικη δύναμη του

καὶ μόνος ὁ Χριστὸς προσκυνεῖται, καὶ δι᾿ αὐτοῦ γινώσκεται ὁ  Πατήρ,

σατανά. Με το σταυρό, μόνο το Χριστό προσκυνάμε και χάρη σ' αυτόν

καὶ οἱ μὲν ἀντιλέγοντες καταισχύνονται, ὁ δὲ τῶν ἀντιλεγόντων

γνωρίζουμε και το Θεό Πατέρα. Ντροπιάζονται οι αντίθετοι.

ὁσημέραι τὰς ψυχὰς ἀφανῶς μεταπείθει·

Ο σταυρός καθημερινά φωτίζει και αλλάζει μυστικά τις καρδιές των εχθρών του.

πῶς εἰκότως γὰρ ἄν τις εἴποι πρὸς αὐτούς ἔτι ἀνθρώπινον ἔστιν

Μετά απ' όλ' αυτά, πώς μπορεί να ισχυρίζεται κάποιος

ἐπινοεῖν τὸ πρᾶγμα, καὶ οὐ μᾶλλον ὁμολογεῖν Θεοῦ  Λόγον

ότι πρόκειται γι' ανθρώπινο τέχνασμα και να μην παραδέχεται ότι αυτός που

καὶ  Σωτῆρα εἶναι τοῦ παντὸς τὸν ἐπὶ τοῦ σταυροῦ ἀναβάντα;

ανέβηκε στο σταυρό δεν είναι άνθρωπος αλλά ο Θεός Λόγος και Σωτήρας

Κύριος;

 

πάσχειν δὲ καὶ οὗτοί μοι δοκοῦσιν ὅμοιον, ὡς εἴ τις τὸν μὲν

Μου φαίνεται ότι οι συκοφάντες του σταυρού είναι σαν εκείνον που,

ἥλιον ὑπὸ νεφῶν σκεπόμενον διαβάλλοι, τὸ δὲ τούτου φῶς θαυμάζοι,

ενώ θαυμάζει το φως του ήλιου που φωτίζει όλη την κτίση,

βλέπων ὅτι πᾶσα ἡ κτίσις ὑπὸ τούτου καταλάμπεται.

κατηγορεί όμως τον ίδιο τον ήλιο όταν τον βλέπει σκεπασμένο με σύννεφα.

ὡς γὰρ καλὸν τὸ φῶς, καὶ καλλίων ὁ τοῦ φωτὸς ἀρχηγὸς ἥλιος·

 Και όπως το φως μας οδηγεί στο ανώτερό του, τον ήλιο, που είναι η πηγή του

οὕτω θείου πράγματος ὄντος τοῦ τὴν οἰκουμένην πᾶσαν τὴν αὐτοῦ

φωτός, έτσι και η θεία γνώση που κατέκλυσε όλο τον κόσμο 

γνώσεως πεπληρῶσθαι, ἀνάγκη τὸν ἀρχηγὸν καὶ ἡγεμόνα τοῦ

μας παραπέμπει υποχρεωτικά στον αίτιο και δημιουργό αυτού του

τοιούτου κατορθώματος εἶναι Θεὸν καὶ Θεοῦ Λόγον.

κατορθώματος, που δεν είναι άλλος από το Θεό και τον Υιό Λόγο του.

 

Λέγομεν οὖν ὡς ἐφικτὸν ἡμῖν, πρότερον διελέγξαντες τὴν τῶν

Θα μιλήσουμε, όσο μας είναι δυνατό, ελέγχοντας πρώτα την αμάθεια

ἀπίστων ἀμαθίαν· ἵνα, τῶν ψευδῶν διελεγχθέντων, λοιπὸν ἡ ἀλήθεια

όσων δεν πιστεύουν. Έτσι, αφού αποδειχθούν τα ψέμματά τους, θα λάμψει

δι᾿ ἑαυτῆς ἐπιλάμψῃ, καὶ θαρρῇς καὶ αὐτός, ὦ ἄνθρωπε, ὅτι ἀληθείᾳ

η αλήθεια από μόνη της. Και συ, άνθρωπέ μου, που ασπάζεσαι την αλήθεια

πεπίστευκας, καὶ τὸν  Χριστὸν γινώσκων οὐκ ἠπατήθης. πρέπειν δέ σοι

θα πάρεις θάρρος· δεν διαψεύστηκες για την εμπιστοσύνη σου στο Χριστό.

ἡγοῦμαι φιλοχρίστῳ ὄντι τὰ περὶ  Χριστοῦ διαλέγεσθαι, ἐπεὶ καὶ

Επειδή αγαπάς το Χριστό, θέλεις και να συζητείς για Εκείνον.

πάντων τιμιωτέραν τὴν περὶ τούτου γνῶσιν καὶ πίστιν ἡγεῖσθαί σε

Γι' αυτό, πιστεύω ακράδαντα ότι η γνώση για τον Χριστό και η πίστη σ' Αυτόν

πεπίστευκα.

αποτελεί το πολυτιμότερο αγαθό απ' όλα.

 

2. ᾿Εξ ἀρχῆς μὲν οὐκ ἦν κακία· οὐδὲ γὰρ οὐδὲ νῦν ἐν τοῖς ἁγίοις ἐστίν,

Από την αρχή δεν υπήρχε κακία. Ούτε και τώρα δεν υπάρχει μεταξύ των

οὐδ᾿ ὅλως κατ᾿ αὐτοὺς ὑπάρχει αὕτη· ἄνθρωποι δὲ ταύτην ὕστερον

αγίων, καθόλου μάλιστα. Στη συνέχεια, οι άνθρωποι δημιούργησαν την

ἐπινοεῖν ἤρξαντο, καὶ καθ᾿ ἑαυτῶν ἀνατυποῦσθαι· ὅθεν δὴ  καὶ τὴν

κακία και τη χρησιμοποιούν ο ένας εναντίον του άλλου. Έτσι έφτασαν στο

τῶν εἰδώλων ἐπίνοιαν ἑαυτοῖς ἀνεπλάσαντο, τὰ οὐκ ὄντα ὡς ὄντα

σημείο να πλάθουν στο νου τους τη φαντασία των ειδώλων. Φαντάζονται 

λογιζόμενοι.

να υπάρχουν αυτά που δεν υπάρχουν.

 

ὁ μὲν γὰρ τοῦ παντὸς δημιουργὸς καὶ παμβασιλεὺς Θεός, ὁ ὑπερέκεινα

Διότι, ο δημιουργός και βασιλέας του κόσμου Θεός, που είναι πάνω από κάθε

πάσης οὐσίας καὶ ἀνθρωπίνης ἐπινοίας ὑπάρχων, ἅτε δὴ ἀγαθὸς καὶ

ανθρώπινη ύπαρξη και νόηση, επειδή είναι αγαθός και υπέρκαλλος,

ὑπέρκαλος ὤν, διὰ τοῦ ἰδίου Λόγου τοῦ  Σωτῆρος ἡμῶν ᾿Ιησοῦ

δημιούργησε τον άνθρωπο όμοιο με τη δική του εικόνα. Τον

Χριστοῦ τὸ ἀνθρώπινον γένος κατ᾿ ἰδίαν εἰκόνα πεποίηκε· καὶ τῶν

δημιούργησε ο ίδιος  ο Υιός του Θεού και Λόγος, ο Κύριός μας Ιησούς

ὄντων αὐτὸν θεωρητὴν καὶ ἐπιστήμονα διὰ τῆς πρὸς αὐτὸν ὁμοιώσεως

Χριστός. Κατασκεύασε τον άνθρωπο όμοιο με τον εαυτό Του, να μπορεί

κατεσκεύασε, δοὺς αὐτῷ καὶ τῆς ἰδίας ἀϊδιότητος ἔννοιαν καὶ γνῶσιν,

να μελετά και να γνωρίζει όλα τα δημιουργήματα. Τον προίκισε με τη

δυνατότητα να γνωρίζει την αϊδιότητα του Θεού.

 

ἵνα, τὴν ταυτότητα σώζων, μήτε τῆς περὶ Θεοῦ φαντασίας ποτὲ

Έτσι, διατηρεί την ομοιότητα με το Θεό και ποτέ δεν ξεφεύγει από την

ἀποστῇ, μήτε τῆς τῶν ἁγίων συζήσεως ἀποπηδήσῃ, ἀλλ᾿, ἔχων τὴν

ορθή αντίληψη για Εκείνον. Έχοντας ο άνθρωπος τη Χάρη του Θεού,

τοῦ δεδωκότος χάριν, ἔχων καὶ τὴν ἰδίαν ἐκ τοῦ πατρικοῦ Λόγου

δεν  διακόπτει την κοινωνία με τους Αγίους. Με τη δύναμη του Θεού

δύναμιν, ἀγάλληται καὶ συνομιλῇ τῷ  Θείῳ, ζῶν τὸν ἀπήμονα καὶ

ο άνθρωπος χαίρεται να συνομιλεί με το Θεό.  Ζει την ανώδυνη και

μακάριον ὄντως ἀθάνατον βίον. οὐδὲν γὰρ ἔχων ἐμπόδιον εἰς τὴν περὶ

ευτυχισμένη ζωή που δεν γνωρίζει θάνατο. Τίποτε δεν τον εμποδίζει

τοῦ Θείου γνῶσιν, θεωρεῖ μὲν ἀεὶ διὰ τῆς αὐτοῦ καθαρότητος τὴν τοῦ

στη γνώση του Θεού. Ανάλογα με τη καθαρότητά του βλέπει την εικόνα

Πατρὸς εἰκόνα, τὸν Θεὸν Λόγον, οὗ καὶ κατ᾿ εἰκόνα γέγονεν·

του Θεού Πατέρα, δηλαδή τον Υιό Λόγο, τον οποίο και εικονίζει.

 

ὑπερεκπλήττεται δὲ κατανοῶν τὴν δι᾿ αὐτοῦ εἰς τὸ πᾶν πρόνοιαν,

Μένει κατάπληκτος από τη πρόνοια του Θεού για τον κόσμο.

ὑπεράνω μὲν τῶν αἰσθητῶν καὶ πάσης σωματικῆς φαντασίας

Ο κατ' εικόνα Θεού άνθρωπος ξεπερνά κάθε τι το αισθητό, ακόμη και το

γινόμενος, πρὸς δὲ τὰ ἐν οὐρανοῖς θεῖα νοητὰ τῇ δυνάμει τοῦ νοῦ

ίδιο του το σώμα, και ενώνεται νοητά με τα ουράνια θεία ενεργήματα.

συναπτόμενος. ὅτε γὰρ οὐ συνομιλεῖ τοῖς σώμασιν ὁ νοῦς ὁ τῶν

 Όταν ο ανθρώπινος νους ξεφύγει από τα αισθητά

ἀνθρώπων, οὐδέ τι τῆς ἐκ τούτων ἐπιθυμίας μεμιγμένον ἔξωθεν ἔχει,

και δεν επιθυμεί τίποτε απ' αυτά τα γήϊνα, τότε υπερβαίνει τον εαυτό του

ἀλλ᾿ ὅλος ἐστὶν ἄνω ἑαυτῷ συνὼν ὡς γέγονεν ἐξ ἀρχῆς· τότε δή, τὰ

και βρίσκεται στην αρχική κατάσταση της δημιουργίας πριν την πτώση.

αἰσθητὰ καὶ πάντα τὰ ἀνθρώπινα διαβάς, ἄνω μετάρσιος γίνεται, καὶ

Υπερβαίνει κάθε τι το ανθρώπινο και αισθητό, μεταρσιώνεται και

τὸν Λόγον ἰδών, ὁρᾷ ἐν αὐτῷ καὶ τὸν τοῦ  Λόγου Πατέρα, ἡδόμενος

βλέπει τον Υιό Λόγο και μαζί και τον Πατέρα Του. Χαίρεται σ' αυτή

ἐπὶ τῇ τούτου θεωρίᾳ, καὶ ἀνακαινούμενος ἐπὶ τῷ πρὸς τοῦτον πόθῳ.

τη θεοπτία και ανανεώνεται μέσα του ο θείος πόθος.

 

ὥσπερ οὖν τὸν πρῶτον τῶν ἀνθρώπων γενόμενον, ὃς καὶ κατὰ τὴν

Συμβαίνει ό,τι έγινε με τον πρώτο άνθρωπο, που στα εβραϊκά

῾Εβραίων γλῶτταν ᾿Αδὰμ ὠνομάσθη, λέγουσιν αἱ ἱεραὶ γραφαὶ κατὰ

ονομαζόταν Αδάμ. Λέει η Αγία Γραφή, ότι ο πρώτος άνθρωπος χωρίς

τὴν ἀρχὴν ἀνεπαισχύντῳ παρρησίᾳ τὸν νοῦν ἐσχηκέναι πρὸς τὸν Θεόν,

ντροπή και με παρρησία είχε στραμμένο το νου του προς το Θεό.

καὶ συνδιαιτᾶσθαι τοῖς ἁγίοις ἐν τῇ τῶν νοητῶν θεωρίᾳ, ἣν εἶχεν ἐν

Απολάμβανε με τους αγίους (αγγέλους) τη θεωρία των νοητών που

ἐκείνῳ τῷ τόπῳ, ὃν καὶ ὁ ἅγιος Μωϋσῆς τροπικῶς παράδεισον

ζούσαν σ' εκείνο τον τόπο του παραδείσου, όπως τον έλεγε μεταφορικά

ὠνόμασεν. ἱκανὴ δὲ ἡ τῆς ψυχῆς καθαρότης ἐστὶ καὶ τὸν Θεὸν δι᾿ ἑαυτῆς

ο Μωϋσής. Διότι, η καθαρότητα της ψυχής είναι ικανή να καθρεπτίσει

κατοπτρίζεσθαι, καθάπερ καὶ ὁ Κύριός φησι· «Μακάριοι οἱ καθαροὶ τῇ

το Θεό μέσα της. Το λέει και ο ίδιος ο Κύριος: «Ευτυχισμένοι όσοι έχουν

καρδίᾳ, ὅτι αὐτοὶ τὸν Θεὸν ὄψονται».

καθαρή καρδιά, διότι αυτοί θα δουν με τα ίδια τους τα μάτια το Θεό».

 

3. Οὕτω μὲν οὖν ὁ Δημιουργός, ὥσπερ εἴρηται, τὸ τῶν ἀνθρώπων

Έτσι, λοιπόν, όπως διηγηθήκαμε παραπάνω, ο Δημιουργός έφτιαξε το

γένος κατεσκεύασε, καὶ μένειν ἠθέλησεν· οἱ δὲ ἄνθρωποι,

ανθρώπινο γένος· κι έτσι θέλει να μείνει για πάντα. Οι άνθρωποι, όμως,

κατολιγωρήσαντες τῶν κρειττόνων, καὶ ὀκνήσαντες περὶ τὴν τούτων

παραμέλησαν τα υψηλά και αδιαφόρησαν για την σπουδή τους.

κατάληψιν, τὰ ἐγγυτέρω μᾶλλον ἑαυτῶν ἐζήτησαν, ἐγγύτερα δὲ

Αγάπησαν περισσότερο ό,τι βρίσκεται κοντά τους· και πιο κοντά τους

τούτοις ἦν τὸ σῶμα, καὶ αἱ τούτου αἰσθήσεις.

είναι το σώμα και οι αισθήσεις του.

 

ὅθεν τῶν μὲν νοητῶν ἀπέστησαν ἑαυτῶν τὸν νοῦν, ἑαυτοὺς δὲ

Έτσι, λοιπόν, απομάκρυναν το νου τους από τα πνευματικά και

κατανοεῖν ἤρξαντο. ἑαυτοὺς δὲ κατανοοῦντες, καὶ τοῦ τε σώματος

στράφηκαν προς τα σωματικά. Η στροφή όμως του νου προς το σώμα

καὶ τῶν ἄλλων αἰσθητῶν ἀντιλαμβανόμενοι, καὶ ὡς ἐν ἰδίοις

και τα αισθητά οδήγησε σε απατηλή εκτίμηση του εαυτού τους.

ἀπατώμενοι, εἰς ἑαυτῶν ἐπιθυμίαν ἔπεσαν, τὰ ἴδια προτιμήσαντες

Έπεσαν σε επιθυμία του εαυτού τους γιατί προτίμησαν τα ανθρώπινα

τῆς πρὸς τὰ θεῖα θεωρίας· ἐνδιατρίψαντες δὲ τούτοις, καὶ τῶν

από τα θεία. Απορροφήθηκαν στ' ανθρώπινα και δεν θέλουν να  

ἐγγυτέρω μὴ ἀποστῆναι θέλοντες, ταῖς μὲν τοῦ σώματος ἡδοναῖς

ξεφύγουν από τα γήϊνα. Καταδίκασαν την ψυχή τους στις σωματικές

συνέκλεισαν ἑαυτῶν τὴν ψυχήν, τεταραγμένην καὶ πεφυρμένην πάσαις

ηδονές, να είναι πάντα ταραγμένη και ζυμωμένη με τα πάθη.

ἐπιθυμίαις· τέλεον δὲ ἐπελάθοντο τῆς ἐξ ἀρχῆς αὐτῶν παρὰ Θεοῦ

Στο τέλος, λησμόνησαν και την εξουσία με την οποία τους προίκισε ο

δυνάμεως. Τοῦτο δ᾿ ἄν τις ἴδοι καὶ ἐκ τοῦ πρώτου πλασθέντος

Δημιουργός. Και την αλήθεια για όλα αυτά μπορεί κανείς να τη

ἀνθρώπου ἀληθές, ὡς αἱ ἱεραὶ περὶ αὐτοῦ λέγουσι γραφαί.

διαπιστώσει από τη διήγηση της Αγίας Γραφής για τους πρωτοπλάστους.

 

κἀκεῖνος γάρ, ἕως μὲν τὸν νοῦν εἶχε πρὸς τὸ Θεὸν καὶ τὴν τούτου

Διότι και ο Αδάμ, έως ότου είχε το νου στραμμένο προς το Θεό,

θεωρίαν, ἀπεστρέφετο τὴν πρὸς τὸ σῶμα θεωρίαν· ὅτε δὲ συμβουλίᾳ

απέφευγε την ενασχόληση με τα γήϊνα. Όταν όμως άκουσε τη συμβουλή

τοῦ ὄφεως ἀπέστη μὲν τῆς πρὸς τὸν Θεὸν διανοίας, ἑαυτὸν δὲ

του διαβόλου που είχε τη μορφή φιδιού και αποστάτησε από τη θέα του

κατανοεῖν ἤρξατο, τηνικαῦτα καὶ εἰς ἐπιθυμίαν τοῦ σώματος ἔπεσαν,

Θεού, τότε στράφηκε εγωϊστικά προς τον εαυτό του. Έτσι οι

καὶ ἔγνωσαν ὅτι γυμνοὶ ἦσαν, καὶ γνόντες ᾐσχύνθησαν. ἔγνωσαν δὲ

πρωτόπλαστοι έπεσαν στις σαρκικές επιθυμίες και αντιμετώπισαν τη

γυμνότητα με πονηρία. Γι' αυτήν ένιωσαν ντροπή.

ἑαυτοὺς γυμνοὺς οὐ τοσοῦτον ἀπὸ ἐνδύματος, ἀλλ᾿ ὅτι γυμνοὶ τῆς

Δεν ένιωσαν ντροπή για την έλλειψη ενδυμάτων αλλά γιατί έχασαν

τῶν θείων θεωρίας γεγόνασι, καὶ πρὸς τὰ ἐναντία τὴν διάνοιαν

την επαφή τους με το Θεό και στράφηκε ο νους τους προς τα πονηρά.

μετήνεγκαν.

 

ἀποστάντες γὰρ τῆς πρὸς τὸν ἕνα καὶ ὄντα, Θεὸν λέγω,

Η αποστασία από τη γνώση και τον πόθο του ενός και

κατανοήσεως καὶ τοῦ πρὸς αὐτὸν πόθου, λοιπὸν εἰς διαφόρους καὶ εἰς

μοναδικού Θεού, οδήγησε τους ανθρώπους σε διάφορες και επί μέρους

τὰς κατὰ μέρος ἐπιθυμίας ἐνέβησαν τοῦ σώματος. εἶτα, οἷα φιλεῖ

σωματικές επιθυμίες. Στη συνέχεια, όπως συνήθως συμβαίνει,

γίνεσθαι, ἑκάστου καὶ πολλῶν ἐπιθυμίαν λαβόντες, ἤρξαντο καὶ τὴν

οι επιμέρους και πολλές επιθυμίες δημιούργησαν μια καταναγκαστική

πρὸς αὐτὰς σχέσιν ἔχειν· ὥστε καὶ φοβεῖσθαι ταύτας καταλεῖψαι.

μεταξύ τους εξάρτηση, ώστε να φοβούνται να τις εγκαταλείψουν.

ὅθεν δὴ καὶ δειλίαι, καὶ φόβοι, καὶ ἡδοναί, καὶ θνητὰ φρονεῖν τῇ ψυχῇ

Γι' αυτό το λόγο προκλήθηκαν στη ψυχή τους φόβοι, δειλία, ηδονές και

προσγέγονεν. οὐ θέλουσα γὰρ ἀποστῆναι τῶν ἐπιθυμιῶν, φοβεῖται

γήϊνο φρόνημα. Δεν θέλει να χάσει η ψυχή τις σωματικές επιθυμίες· και

τὸν θάνατον καὶ τὸν χωρισμὸν τοῦ σώματος. ἐπιθυμοῦσα δὲ πάλιν,

γι' αυτό φοβάται το θάνατο και το χωρισμό από το σώμα. Και το

καὶ μὴ τυγχάνουσα τῶν ὁμοίων, ἔμαθε φονεύειν καὶ ἀδικεῖν. πῶς δὲ καὶ

χειρότερο, όταν δεν ικανοποιούνται οι επιθυμίες της ψυχής, τότε οδηγούν

ταῦτα ποιεῖ, εὔλογον κατὰ δύναμιν σημᾶναι.

σε φόνους και αδικίες. Ας εξηγήσουμε τον τρόπο που τα κάμει αυτά.

 

4. ᾿Αποστᾶσα τῆς τῶν νοητῶν θεωρίας, καὶ ταῖς κατὰ μέρος τοῦ

Η ψυχή, μετά την αποστασία από τη θεωρία των θείων, κάνοντας

σώματος ἐνεργείαις καταχρωμένη, καὶ ἡσθεῖσα τῇ τοῦ σώματος

 κατάχρηση των επιμέρους σωματικών επιθυμιών, ευχαριστείται από την

θεωρίᾳ καὶ ἰδοῦσα καλὸν ἑαυτῇ εἶναι τὴν ἡδονήν, πλανηθεῖσα

απόλαυση του σώματος. Της άρεσε η ηδονή. Πλανήθηκε και στη χρήση

κατεχρήσατο τῷ τοῦ καλοῦ ὀνόματι, καὶ ἐνόμισεν εἶναι τὴν ἡδονὴν

ονόματος του καλού. Νόμισε ότι αυτή η ηδονή αποτελεί το όντως καλό.

αὐτὸ τὸ ὄντως καλόν· ὥσπερ εἴ τις, τὴν διάνοιαν παραπληγείς, καὶ

Συνέβη κάτι παρόμοιο μ' εκείνον που σάλεψε στο μυαλό νομίζει ότι

ἀπαιτῶν ξίφος κατὰ τῶν ἀπαντώντων, νομίζοι τοῦτο εἶναι τὸ

θα φέρει την τάξη στην κοινωνία, αν χρησιμοποιεί το ξίφος και τα όπλα

σωφρονεῖν.

ενάντια στους απειθείς.

 

ἐρασθεῖσα δὲ τῆς ἡδονῆς, ποικίλως αὐτὴν ἐνεργεῖν ἤρξατο.

Η ψυχή ερωτεύθηκε την ηδονή και άρχισε να την απολαμβάνει

οὖσα γὰρ τὴν φύσιν εὐκίνητος, εἰ καὶ τὰ καλὰ ἀπεστράφη, ἀλλὰ τοῦ

ποικιλότροπα. Επειδή είναι ευκίνητη η ψυχή, ακόμη κι όταν απομακρυνθεί

κινεῖσθαι οὐ παύεται. κινεῖται οὖν οὐκ ἔτι μὲν κατὰ ἀρετήν, οὐδὲ ὥστε

από το καλό, δεν χάνει την ευκινησία της. Μόνο που τώρα δεν κινείται

τὸν Θεὸν ὁρᾷν· ἀλλὰ τὰ μὴ ὄντα λογιζομένη, τὸ ἑαυτῆς δυνατὸν

προς την αρετή ούτε προς τη θέα του Θεού. Σκέφτεται τα ανύπαρκτα.

μεταποιεῖ, καταχρωμένη τούτῳ εἰς ἃς ἐπενόησεν ἐπιθυμίας, ἐπεὶ καὶ

Σαν αυτεξούσια που είναι, αλλοιώνει την εξουσία που έχει μέσα της και

αὐτεξούσιος γέγονε. δύναται γὰρ ὥσπερ πρὸς τὰ καλὰ νεύειν, οὕτω

κάνει κατάχρηση σε ψεύτικες επιθυμίες. Όπως μπορεί να στραφεί προς τα

καὶ τὰ καλὰ ἀποστρέφεσθαι· ἀποστρεφομένη δὲ τὸ καλόν, πάντως τὰ

καλά, μπορεί και το αντίθετο. Η αποστροφή των καλών οδηγεί σίγουρα

ἐναντία λογίζεται·

στη θεωρία των αντιθέτων.

 

παύσασθαι γᾶρ καθόλου τοῦ κινεῖσθαι οὐ δύναται,

Διότι ποτέ η ψυχή δεν σταματά να κινείται,

τὴν φύσιν οὖσα, ὡς προεῖπον, εὐκίνητος. καὶ γινώσκουσα τὸ

επειδή έχει στη φύση της την κίνηση. Κατανοώντας το αυτεξούσιό της,

αὐτεξούσιον ἑαυτῆς, ὁρᾷ ἑαυτὴν δύνασθαι κατ᾿ ἀμφότερα τοῖς τοῦ

διαπιστώνει τη δυνατότητα που έχει να κινεί τα μέλη του σώματος και

σώματος μέλεσι χρᾶσθαι εἴς τε τὰ ὄντα καὶ τὰ μὴ ὄντα· ὄντα δέ ἐστι

προς τα δύο, και προς υπάρχοντα και προς τα μη υπάρχοντα. Υπάρχοντα

τὰ καλά, οὐκ ὄντα δὲ τὰ φαῦλα. ὄντα δέ φημι τὰ καλά, καθότι ἐκ τοῦ

είναι τα καλά και μη υπάρχοντα είναι τα κακά. Λέω τα υπάρχοντα καλά,

ὄντος Θεοῦ τὰ παραδείγματα ἔχει· οὐκ ὄντα δὲ τὰ κακὰ λέγω, καθότι

διότι έχουν το πρότυπό τους στο Θεό που είναι ο υπάρχων. Και λέω τα

μη υπάρχοντα κακά, διότι

ἐπινοίαις ἀνθρώπων οὐκ ὄντα ἀναπέπλασται.

τα έχει πλάσει η φαντασία των ανθρώπων· γι' αυτό είναι ανύπαρκτα.

 

ἔχοντος γὰρ τοῦ σώματος ὀφθαλμοὺς εἰς τὸ τὴν κτίσιν ὁρᾷν, καὶ διὰ

Και συμβαίνει το εξής παράδοξο: το σώμα έχει τα μάτια για να βλέπει

τῆς παναρμονίου ταύτης συντάξεως γινώσκειν τὸν Δημιουργόν·

τα δημιουργήματα και από την αρμονία της τάξης του σύμπαντος ν'

αναγνωρίζει το Δημιουργό·

ἔχοντος δὲ καὶ ἀκοὴν εἰς ἐπακρόασιν τῶν θείων λογίων καὶ τῶν τοῦ

παρόμοια, έχει και αυτιά γιά ν' ακούει τα λόγια του Θεού και τις εντολές

Θεοῦ νόμων· ἔχοντος δὲ καὶ χεῖρας, εἴς τε τὴν τῶν ἀναγκαίων

Του· το ίδιο έχει και χέρια, για τις αναγκαίες εργασίες και για να τα

ἐνέργειαν καὶ ἔκτασιν τῆς πρὸς τὸν Θεὸν εὐχῆς· ἡ ψυχὴ ἀποστᾶσα τῆς

υψώνει στη διάρκεια της προσευχής προς το Θεό. Αντίθετα, η ψυχή,

πρὸς τὰ καλὰ θεωρίας, καὶ τῆς ἐν αὐτοῖς κινήσεως, λοιπὸν πλανωμένη

επειδή αποστάτησε από τη θεωρία των καλών και την κίνηση προς αυτά,

κινεῖται εἰς τὰ ἐναντία.

βρίσκεται σε πλάνη και κινείται προς τα κακά.

 

εἶτα τὸ δυνατὸν ἑαυτῆς, ὡς προεῖπον, ὁρῶσα, καὶ τούτῳ

Έπειτα, όπως είπα παραπάνω, βλέποντας η ψυχή τις δυνατότητές της

καταχρωμένη, ἐνενόησεν ὅτι καὶ εἰς τὰ ἐναντία δύναται κινεῖν τὰ τοῦ

να κάνει κακή χρήση, σκέφτηκε ότι μπορεί να κινήσει τα μέλη του

σώματος μέλη· καὶ διὰ τοῦτο ἀντὶ τοῦ τὴν κτίσιν ὁρᾷν, εἰς ἐπιθυμίας

σώματος και προς τα αντίθετα. Με αποτέλεσμα, το μάτι αντί να βλέπει

τὸν ὀφθαλμὸν ἀποστρέφει, δεικνύουσα ὅτι καὶ τοῦτο δύναται καὶ

τα δημιουργήματα, να κινείται προς τις επιθυμίες. Πιστεύει ότι κι αυτό

μπορεί να το κάνει.

νομίζουσα ὅτι, ἅπαξ κινουμένη, σώζει τὴν ἑαυτῆς ἀξίαν, καὶ οὐχ

Νομίζει η ψυχή ότι, εφόσον κινείται, πιστοποιεί την αξία της και ότι δεν

ἁμαρτάνει ποιοῦσα ὃ δύναται· οὐκ εἰδυῖα ὅτι οὐχ ἁπλῶς κινεῖσθαι,

αμαρτάνει εφόσον κινεί τις δυνάμεις της. Απατάται, διότι δεν γνωρίζει

ότι δημιουργήθηκε όχι απλά για να κινείται,  

ἀλλ᾿ εἰς ἃ δεῖ κινεῖσθαι γέγονε· τούτου γὰρ χάριν καὶ ἀποστολικὴ

αλλά να κινείται σε όσα αρμόζει. Σχετικά μ' αυτό μαρτυρεί και ο λόγος

παρεγγυᾷ φωνή· «Πάντα ἔξεστιν, ἀλλ᾿ οὐ πάντα συμφέρει».

του Αποστόλου: «Όλα επιτρέπονται, αλλά δεν συμφέρουν όλα».  

 

5. ᾿Αλλὰ τῶν ἀνθρώπων ἡ τόλμα οὐκ εἰς τὸ συμφέρον καὶ πρέπον,

Η ανταρσία όμως των ανθρώπων δεν κοίταξε το συμφέρον και πρέπον,  

ἀλλ᾿ εἰς τὸ δυνατὸν σκοπήσασα, τὰ ἐναντία ποιεῖν ἤρξατο· ὅθεν, καὶ

αλλά τι μπορεί να κάνει· έτσι, κινήθηκε προς τα αντίθετα. Γι'  αυτό,

τὰς χεῖρας εἰς τὸ ἐναντίον κινουμένη, φονεύειν πεποίηκε, καὶ τὴν ἀκοὴν

κίνησε τα χέρια προς τα αντίθετα και άρχισε τους φόνους· οδήγησε την

εἰς παρακοὴν παρήγαγε, καὶ τὰ ἄλλα μέλη εἰς τὸ μοιχεύειν ἀντὶ νομίμης

ακοή σε ανυπακοή· και τα υπόλοιπα μέλη του σώματος στη μοιχεία αντί

τεκνογονίας· καὶ τὴν μὲν γλῶτταν ἀντὶ εὐφημίας εἰς βλασφημίας καὶ

για τη νόμιμη συζυγία. Η γλώσσα κινείται αντί για ευλογίες σε

λοιδορίας καὶ ἐπιορκίας, τὰς δὲ χεῖρας αὖ πάλιν εἰς τὸ κλέπτειν καὶ

βλασφημίες, ύβρεις και επιορκίες. Τα χέρια πάλι κινούνται στην κλοπή

τύπτειν τοὺς ὁμοίους ἀνθρώπους· καὶ τὴν μὲν ὄσφρησιν εἰς ὀδμῶν

και τη χειροδικία των αδελφών. Η όσφρηση ξέπεσε σε ποικίλα  

ἐρωτικῶν ποικιλίας· τοὺς δὲ πόδας εἰς ὀξύτητα τοῦ ἐκχέαι αἷμα· καὶ

ερωτικά αρώματα. Τα πόδια τρέχουν να χύσουν αίμα. Το στομάχι δεν

τὴν μὲν γαστέρα εἰς μέθην καὶ κόρον ἀπλήρωτον· ἅπερ πάντα κακία

χορταίνει το μεθύσι και την πολυφαγία. Συμπερασματικά, όλα αυτά

καὶ ἁμαρτία ψυχῆς ἐστιν.

συνιστούν την κακία και την αμαρτία της ψυχής.

 

αἰτία δὲ τούτων οὐδεμία, ἀλλ᾿ ἡ τῶν κρειττόνων ἀποστροφή. ὡς γὰρ

Αἰτία όλων αυτών των κακών δεν είναι άλλη από την απομάκρυνση από

ἐὰν ἡνίοχος, ἐπιβὰς ἵπποις ἐν σταδίῳ καταφρονήσῃ μὲν τοῦ σκοποῦ, εἰς

τα καλύτερα. Συμβαίνει ό,τι και με τον ηνίοχο, που αδιαφορεί για τον

σκοπό για τον οποίο οδηγεί τα άλογα στο στάδιο.

ὃν ἐλαύνειν αὐτὸν προσήκει, ἀποστραφεὶς δὲ τοῦτον, ἁπλῶς ἐλαύνῃ

Διότι οδηγώντας χωρίς σκοπό, οδηγεί τα άλογα απλά όπου μπορεί·  

τὸν ἵππον ὡς ἂν δύνηται· δύναται δὲ ὡς βούλεται· καὶ πολλάκις μὲν

και μπορεί όπου θέλει. Και πολλές φορές

εἰς τοὺς ἀπαντῶντας ὁρμᾷ, πολλάκις δὲ καὶ κατὰ κρημνῶν ἐλαύνει,

άλλοτε πέφτει πάνω στους περαστικούς και άλλοτε στούς γκρεμούς.

φερόμενος ὅπου δ᾿ ἂν ἑαυτὸν τῇ ὀξύτητι τῶν ἵππων φέροι, νομίζων

Κατευθύνεται όπου τον παρασύρει η ταχύτητα των αλόγων. Έχει την

ὅτι οὕτω τρέχων, οὐκ ἐσφάλη τοῦ σκοποῦ· πρὸς γὰρ μόνον τὸν

ψευδαίσθηση ότι, τρέχοντας έτσι, δεν αστοχεί στο στόχο του. Διότι

δρόμον ἀποβλέπει, καὶ οὐχ ὁρᾷ ὅτι ἔξω τοῦ σκοποῦ γέγονεν·

προσέχει μόνο το δρόμο και δεν αντιλαμβάνεται ότι ξέφυγε από το σκοπό

του.

 

οὕτω καὶ ἡ ψυχὴ ἀποστραφεῖσα τὴν πρὸς τὸν Θεὸν ὁδόν, καὶ

Όπως λοιπόν γίνεται με τον ηνίοχο, έτσι και με την ψυχή που ξέφυγε από

ἐλαύνουσα παρὰ τὸ πρέπον τὰ τοῦ σώματος μέλη, μᾶλλον δὲ καὶ

το δρόμο του Θεού και ικανοποιεί άπρεπα τα μέλη του σώματος. Ή

αὐτὴ μετ᾿ αὐτῶν ὑφ᾿ ἑαυτῆς ἐλαυνομένη, ἁμαρτάνει καὶ τὸ κακὸν

καλύτερα, μαζί με  το σώμα, η ψυχή εξωθείται κι από τον εαυτό της ν'

ἑαυτῇ πλάττει, οὐχ ὁρῶσα ὅτι πεπλάνηται τῆς ὁδοῦ, καὶ ἔξω γέγονε

αμαρτάνει και να κυοφορεί μέσα της το κακό. Δεν αντιλαμβάνεται ότι

έχασε το δρόμο της και βγήκε έξω

τοῦ τῆς ἀληθείας σκοποῦ, εἰς ὃν ὁ χριστοφόρος ἀνὴρ ὁ μακάριος

από τον αληθινό σκοπό της. Γι' αυτόν το σκοπό είναι που λέει ο μακάριος

Παῦλος ἀποβλέπων ἔλεγε· «Κατὰ σκοπὸν διώκω, εἰς τὸ βραβεῖον

και χριστοφόρος απόστολος Παύλος: «Επιδιώκω το σκοπό που δεν είναι

τῆς ἄνω κλήσεως ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ»· σκοπῶν γοῦν τὸ καλὸν ὁ ἅγιος,

άλλος από το βραβείο της ουράνιας πρόσκλησης του Ιησού Χριστού».

Έχοντας λοιπόν ο απόστολος ως στόχο πάντοτε το καλό,

οὐδέποτε τὸ κακὸν ἐποίει.

ποτέ δεν ξέφυγε να κάμει τα κακό.

 

6. ῾Ελλήνων μὲν οὖν τινες, πλανηθέντες τῆς ὁδοῦ, καὶ τὸν Χριστὸν οὐκ

Ορισμένοι λοιπόν ειδωλολάτρες πλανήθηκαν από τον ορθό δρόμο και δεν

ἐγνωκότες, ἐν ὑποστάσει καὶ καθ᾿ ἑαυτὴν εἶναι τὴν κακίαν ἀπεφήναντο,

γνώρισαν το Χριστό· θεωρούν ότι το κακό υπάρχει αυθύπαρκτα.

ἁμαρτάνοντες κατὰ δύο ταῦτα· ἢ τὸν Δημιουργὸν ἀποστεροῦντες τοῦ

Κάνουν διπλό σφάλμα. Από τη μιά, θεωρούν ότι ο Θεός ως Δημιουργός

εἶναι ποιητὴν τῶν ὄντων· οὐκ ἂν γὰρ εἴη τῶν ὄντων Κύριος, εἴ γε κατ᾿

δεν έπλασε τα όντα. Γιατί αν η κακία είναι κι αυτή ον, υπάρχει δηλαδή

αὐτοὺς ἡ κακία ὑπόστασιν ἔχει καθ᾿ ἑαυτὴν καὶ οὐσίαν· ἢ πάλιν,

από μόνη της,τότε δεν μπορεί ο Θεός να δημιουργεί τα όντα, ό,τι υπάρχει.

θέλοντες αὐτὸν ποιητὴν εἶναι τῶν ὅλων, ἐξ ἀνάγκης καὶ τοῦ κακοῦ

Διότι, από την άλλη, αν θεωρούν το Θεό δημιουργό των όντων, πρέπει να

δώσουσιν εἶναι· ἐν γὰρ τοῖς οὖσι καὶ τὸ κακὸν κατ᾿ αὐτούς ἐστι.

Τον δεχθούν ότι είναι και δημιουργός του κακού. Διότι, γι' αὐτούς, και το

κακό ανήκει στα όντα (έχει ύπαρξη).

τοῦτο δὲ ἄτοπον καὶ ἀδύνατον ἂν φανείη· οὐ γὰρ ἐκ τοῦ καλοῦ τὸ

Αυτό όμως είναι παράλογο και αδύνατο. Διότι τό κακό δεν προέρχεται   

κακόν, οὐδὲ ἐν αὐτῷ ἐστιν, οὐδὲ δι᾿ αὐτοῦ· ἐπεὶ οὐκέτι καλὸν ἂν εἴη

κακό, ούτε υπάρχει μέσα σ' αυτό, ούτε μέσῳ αυτού. Γιατί το καλό δεν θα

μεμιγμένην ἔχον τὴν φύσιν, ἢ αἴτιον γινόμενον κακοῦ.

ήταν καλό αν είχε μικτή φύση ή ήταν αίτιο του κακού.

 

Οἱ δὲ ἀπὸ τῶν αἱρέσεων, ἐκπεσόντες τῆς ἐκκλησιαστικῆς διδασκαλίας,

Δυστυχώς, οι αιρετικοί ξέφυγαν από τη διδασκαλία της Εκκλησίας και

καὶ περὶ τὴν πίστιν ναυαγήσαντες, καὶ οὗτοι μὲν ὑπόστασιν τοῦ κακοῦ

πλανήθηκαν στην πίστη. Αυτοί πιστεύουν λαθεμένα ότι το κακό έχει

παραφρονοῦσιν εἶναι· ἀναπλάττονται δὲ ἑαυτοῖς παρὰ τὸν ἀληθινὸν

ύπαρξη αληθινή. Κατασκευάζουν για τους εαυτούς τους, εκτός από τον

τοῦ Χριστοῦ Πατέρα θεὸν ἕτερον, καὶ τοῦτον ἀγέννητον τοῦ κακοῦ

αληθινό Θεό Πατέρα του Χριστού, έναν άλλο θεό. Τον θεωρούν κι αυτόν

ποιητὴν καὶ τῆς κακίας ἀρχηγόν, τὸν καὶ τῆς κτίσεως δημιουργόν.

αδημιούργητο και δημιουργό του κακού και κάθε κακίας. Τον ταυτίζουν

με το δημιουργό του κόσμου.

 

τούτους δὲ εὐχερῶς ἄν τις ἐλέγξειεν ἔκ τε τῶν γραφῶν καὶ ἐξ αὐτῆς

Εύκολα κανείς και από την Αγία Γραφή και με την κοινή λογική

τῆς ἐν ἀνθρώποις διανοίας, ἀφ᾿ ἧς καὶ ταῦτα ἀναπλασάμενοι

ανατρέπει τις πλάνες τους. Διότι με τη λογική διατύπωσαν αυτές τις τρελές

μαίνονται. ὁ μὲν οὖν Κύριος καὶ Σωτὴρ ἡμῶν ᾿Ιησοῦς  Χριστὸς ἐν τοῖς

ιδέες. Ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός στο ευαγγέλιό του πιστοποιεί

ἑαυτοῦ εὐαγγελίοις φησὶ βεβαιῶν τὰ Μωϋσέως ῥήματα, «ὅτι Κύριος ὁ

τα λόγια του Μωϋσή, «ότι, ένας είναι ο Θεός και Δημιουργός». Και αλλού

Θεὸς εἷς ἐστι»· καί, «᾿Εξομολογοῦμαί σοι, Πάτερ, Κύριε τοῦ οὐρανοῦ

λέει: «Εσένα δοξάζω, Θεέ Πατέρα, που δημιούργησες τον ουρανό και τη

καὶ τῆς γῆς». εἰ δὲ εἷς ἐστιν ὁ Θεός, καὶ οὗτος οὐρανοῦ καὶ γῆς Κύριος,

γη». Αν, λοιπόν, ένας είναι ο Θεός και ο ίδιος που δημιούρησε τη γη και

πῶς ἄλλος ἂν εἴη θεὸς παρὰ τοῦτον; ποῦ δὲ καὶ ἔσται ὁ κατ᾿ αὐτοὺς

τον ουρανό, πώς είναι δυνατό να υπάρχει άλλος θεός εκτός απ' αυτόν;

Επίσης, σε ποιό τόπο θα βρίσκεται αυτός ο άλλος δικός τους 

θεός, τὰ πάντα τοῦ μόνου καὶ ἀληθινοῦ Θεοῦ πληροῦντος κατὰ τὴν

θεός αφού παντού, και στον ουρανό και στη γη, βρίσκεται ο μοναδικός 

τοῦ οὐρανοῦ καὶ γῆς περίληψιν; πῶς δὲ καὶ ἄλλος ἂν εἴη ποιητής, ὧν

αληθινός Θεός; Πώς είναι δυνατόν να υπάρχει άλλος δημιουργός των

αὐτὸς ὁ Θεὸς καὶ  Πατὴρ τοῦ Χριστοῦ ἐστι Κύριος κατὰ τὴν τοῦ

όντων, όταν σύμφωνα με τη μαρτυρία του Σωτήρα, δημιουργός των όντων

Σωτῆρος φωνήν;

είναι ο Θεός που εἰναι και Πατέρας του Κυρίου Ιησού Χριστού;

 

εἰ μὴ ἄρα, ὡς ἐν ἰσοστασίῳ, καὶ τῶν τοῦ ἀγαθοῦ Θεοῦ τὸν φαῦλον

Εκτός πια αν υποστηρίξουν ότι μπορεί ο θεός του κακού να διεκδικεί και

δύνασθαι γενέσθαι κύριον εἴποιεν. ἀλλ᾿ ἐὰν τοῦτο λέγωσιν, ὅρα εἰς

τα έργα του καλού Θεού, για να υπάρχει μεταξύ τους ισότητα. Αν όμως

ὅσην ἀσέβειαν ἐκπίπτουσιν· ἐν γὰρ τοῖς τὰ ἴσα δυναμένοις τὸ ὑπερέχον

λένε κάτι τέτοιο, πρόσεξε σε πόση ασέβεια πέφτουν! Διότι μεταξύ ίσων

καὶ κρεῖττον οὐκ ἂν εὑρεθείη. καὶ γὰρ εἰ μὴ θέλοντος τοῦ ἑτέρου, τὸ

δεν υπάρχει ανώτερο και καλύτερο. Επειδή, ανεξάρτητα από τη θέληση

ἕτερον ἔστιν· ἴση ἀμφοτέρων ἡ δύναμις καὶ ἡ ἀσθένειά ἐστιν· ἴση μέν, ὅτι

του ενός, το άλλο υπάρχει. Με αποτέλεσμα, και η δύναμη και η αδυναμία

και των δύο να είναι εξίσου ίδια. Είναι ίση η δύναμή τους, διότι, με το

νικῶσιν ἀλλήλων τὴν βούλησιν ἐν τῷ εἶναι· ἀσθένεια δὲ ἀμφοτέρων

υπάρχουν, νικά το ένα τη θέληση του άλλου. Και είναι ίδια η αδυναμία

ἐστίν, ὅτι μὴ βουλομένοις αὐτοῖς παρὰ γνώμην ἀποβαίνει τὰ

και των δύο, διότι εξελίσσονται τα πράγματα ανεξάρτητα από τη θέληση

πράγματα· ἔστι γὰρ καὶ ὁ ἀγαθὸς παρὰ γνώμην τοῦ φαύλου, ἔστι καὶ

του καθένα. Ο καλός υπάρχει ανεξάρτητα από τη γνώμη του κακού· το

ὁ φαῦλος παρὰ βούλησιν τοῦ ἀγαθοῦ.

ίδιο και ο κακός υπάρχει ανεξάρτητα από τη θέληση του καλού.

 

7. ῎Αλλως τε· καὶ τοῦτο γὰρ ἄν τις αὐτοῖς εἴποι· εἰ τὰ φαινόμενα ἔργα

Εξάλλου, θα μπορούσε να πει κανείς και το εξής στους ειδωλολάτρες: αν

τοῦ φαύλου ἐστί, τί τὸ ἔργον τοῦ ἀγαθοῦ; φαίνεται γὰρ οὐδὲν πλὴν

δημιουργήματα ανήκουν στον κακό θεό, ποιό είναι το έργο του αγαθού

Θεού; Τίποτε άλλο εκτός από τό ότι

μόνης τῆς τοῦ δημιουργοῦ κτίσεως. τί δὲ καὶ τοῦ εἶναι τὸν ἀγαθὸν

έφτιαξε το δημιουργό. Και ποιό είναι το χαρακτηριστικό γνώρισμα του

γνώρισμα, οὐκ ὄντων αὐτοῦ ἔργων δι᾿ ὧν ἂν γνωσθείη; ἐκ γὰρ τῶν

Θεού, εφόσον δεν έχει έργα από τα οποία να τον γνωρίσουμε; Διότι τον

ἔργων ὁ δημιουργὸς γινώσκεται. πῶς δὲ ὅλως καὶ δύο ἂν εἴη ἐναντία

δημιουργό τον γνωρίζεις από τα έργα του. Και πως είναι δυνατόν να

ἀλλήλων, ἢ τί τὸ διαιροῦν ἐστι ταῦτα, ἵνα χωρὶς ἀλλήλων γένωνται;

υπάρχουν δύο αντίθετοι θεοί; Τί είναι αυτό που τους ξεχωρίζει ώστε να

υπάρχει ο ένας χωρίς τον άλλον;

 

εἶναι γὰρ αὐτὰ ἅμα ἀδύνατον, διὰ τὸ ἀναιρετικὰ ἀλλήλων εἶναι. ἀλλ᾿

Είναι αδύνατο να υπάρχουν συγχρόνως οι δυο θεοί, εφόσον ο ένας

αναιρεί τον άλλο·

οὐδὲ ἕτερον ἐν ἑτέρῳ δυνηθείη ἂν εἶναι διὰ τὸ ἄμικτον καὶ ἀνόμοιον

ούτε και ο ένας μπορεί ν' αναμειχθεί μέ τον άλλο, επειδή η φύση τους είναι

αὐτῶν τῆς φύσεως. οὐκοῦν ἐκ τρίτου τὸ διαιροῦν φανήσεται, καὶ αὐτὸ

διαφορετική και αταίριαστη. Αναγκαστικά θα εμφανιστεί μια τρίτη

Θεός. ἀλλὰ ποίας ἂν εἴη καὶ τὸ τρίτον φύσεως; πότερον τῆς τοῦ καλοῦ,

δύναμη που είναι κι αυτή θεός. Και τί είδους φύση θα έχει αυτός ο τρίτος

ἢ τοῦ φαύλου; ἄδηλον φανήσεται. τῆς γὰρ ἀμφοτέρων εἶναι αὐτό,

θεός; καλή ή κακή; Αδιευκρίνιστο. Ένα είναι σίγουρο: δεν μπορεί να έχει

ἀδύνατον.

τη φύση και των δύο.

 

Σαθρᾶς δὴ τοίνυν τῆς τοιαύτης αὐτῶν διανοίας φαινομένης, ἀνάγκη

Συμπερασματικά, αυτές οι θεωρίες είναι αβάσιμες. Καιρός είναι να λάμψει

τὴν ἀλήθειαν διαλάμπειν τῆς ἐκκλησιαστικῆς γνώσεως· ὅτι τὸ κακὸν οὐ

η αλήθεια που πηγάζει από τη θεολογία της Εκκλησίας. Κι αυτή είναι: το

παρὰ Θεοῦ οὐδὲ ἐν Θεῷ οὔτε ἐξ ἀρχῆς γέγονεν, οὔτε οὐσία τίς ἐστιν

κακό δεν προέρχεται από το Θεό· ούτε υπάρχει μέσα Του ούτε το

δημιούργησε από την αρχή ούτε αποτελεί μέρος της φύσης του Θεού.

αὐτοῦ. ἀλλὰ ἄνθρωποι κατὰ στέρησιν τῆς τοῦ καλοῦ φαντασίας

Το δημιούργησαν οι άνθρωποι: έχασαν την έννοια του καλού κι έτσι

ἑαυτοῖς ἐπινοεῖν ἤρξαντο καὶ ἀναπλάττειν τὰ οὐκ ὄντα, καὶ ἅπερ

άρχισαν να φαντάζονται και να δημιουργούν, σύμφωνα με τις επιθυμίες

βούλονται.

τους, κι αυτά που δεν έφτιαξε ο Θεός.

 

ὡς γὰρ ἄν τις ἡλίου φαίνοντος, καὶ πάσης τῆς γῆς τῷ φωτὶ τούτου

Συμβαίνει ό,τι και με τον ήλιο· ενώ φέγγει και φωτίζει όλη τη γη με τη

καταλαμπομένης, καμμύων τοὺς ὀφθαλμούς, σκότος ἑαυτῷ ἐπινοῇ

λαμπρότητά του, αν εμείς κλείσουμε τα μάτια, νομίζουμε ότι είμαστε στο

οὐκ ὄντος σκότους, καὶ λοιπὸν ὡς ἐν σκότει πλανώμενος περιπατῇ,

σκοτάδι, ενώ στην πραγματικότητα δέν υπάρχει· κι έτσι περπατάμε σαν

πολλάκις πίπτων καὶ κατὰ κρημνῶν ὑπάγων, νομίζων οὐκ εἶναι φῶς,

τυφλοί στο σκοτάδι, πέφτουμε κάτω και βαδίζουμε στο γκρεμό· νομίζουμε

ἀλλὰ σκότος· δοκῶν γὰρ βλέπειν, οὐδ᾿ ὅλως ὁρᾷ·

ότι δεν υπάρχει φως αλλά σκοτάδι. Νομίζουμε ότι βλέπουμε, ενώ δεν

βλέπουμε καθόλου.

 

οὕτω καὶ ἡ ψυχὴ τῶν ἀνθρώπων, καμμύσασα τὸν ὀφθαλμὸν δι᾿ οὗ

Έτσι έκανε και η ψυχή των ανθρώπων. Σφράγισε τα μάτια με τα οποία

τὸν Θεὸν ὁρᾷν δύναται, ἑαυτῇ τὰ κακὰ ἐπενόησεν, ἐν οἷς κινουμένη,

μπορεί να βλέπει το Θεό και επινόησε μέσα της το κακό μέσα στο οποίο

οὐκ οἶδεν ὅτι δοκοῦσά τι ποιεῖν, οὐδὲν ποιεῖ· τὰ οὐκ ὄντα γὰρ

κινείται. Νομίζει ότι κάνει κάτι, ενώ δεν κάνει τίποτε. Διότι φαντάζεται

ἀναπλάττεται. καὶ οὐχ ὁποία γέγονε, τοιαύτη καὶ ἔμεινεν· ἀλλ᾿ ὁποίαν

πράγματα ανύπαρκτα. Η ψυχή δέν είναι όπως τη δημιούργησε ο Θεός αλλά

ἑαυτὴν ἐνέφυρε, τοιαύτη καὶ φαίνεται. γέγονε μὲν γὰρ εἰς τὸ ὁρᾷν τὸν

φαίνεται όπως η ιδια κατάντησε τον εαυτό της. Τη δημιούργησε ο Θεός

Θεὸν καὶ ὑπ᾿ αὐτοῦ φωτίζεσθαι· αὕτη δὲ ἀντὶ τοῦ Θεοῦ τὰ φθαρτὰ καὶ

για να Τον βλέπει και να τη φωτίζει. Εκείνη όμως προτίμησε στη θέση του

τὸ σκότος ἐζήτησεν, ὥς που καὶ τὸ Πνεῦμα ἐγγράφως φησίν· ῾Ο «Θεὸς

Θεού τα φθαρτά και το σκοτάδι, όπως λέει και το ’γιο Πνεύμα στην Αγία

τὸν ἄνθρωπον ἐποίησεν εὐθῆ· αὐτοὶ δὲ ἐζήτησαν λογισμοὺς πολλούς».

Γραφή: «ο Θεός έπλασε τον άνθρωπο απλό· εκείνος όμως διανοείται

πολλούς ψευδείς λογισμούς».

 

κακίας δὴ οὖν εὕρεσις καὶ ἐπίνοια τοῖς ἀνθρώποις ἐξ ἀρχῆς οὕτω

Έτσι λοιπόν από την αρχή προέκυψε και διαμορφώθηκε η εφεύρεση και

γέγονε καὶ πέπλασται. Πῶς δὲ καὶ εἰς τὴν τῶν εἰδώλων μανίαν

η επινόηση της κακίας. Πρέπει όμως τώρα να διηγηθούμε, πώς ξέπεσαν οι

καταβεβήκασιν, ἤδη λέγειν ἀναγκαῖον, ἵνα γινώσκῃς ὅτι ὅλως ἡ τῶν

άνθρωποι στη μανία της ειδωλολατρείας· για να γνωρίζεις ότι η επινόηση

εἰδώλων εὕρεσις οὐκ ἀπὸ ἀγαθοῦ, ἀλλ᾿ ἀπὸ κακίας γέγονε. τὸ δὲ τὴν

των ειδώλων καθόλου δεν προέρχεται από το καλό αλλά από το κακό. Κι

ἀρχὴν ἔχον κακὴν ἐν οὐδενί ποτε καλὸν κριθείη, ὅλον ὂν φαῦλον.

αυτό που από την κατασκευή του είναι κακό, με τίποτε δεν μπορεί να

θεωρηθεί καλό, διότι όλο είναι κακό.

 

8. Οὐκ ἀρκεσθεῖσα τῇ τῆς κακίας ἐπινοίᾳ τῶν ἀνθρώπων ἡ ψυχή, κατ᾿

Παρ' όλ' αυτά η ψυχή των ανθρώπων δεν αρκέστηκε στην επινόηση της

ὀλίγον καὶ εἰς τὰ χείρονα ἑαυτὴν ἐξάγειν ἤρξατο. μαθοῦσα γὰρ

κακίας και άρχισε να οδηγεί τον εαυτό της στα χειρότερα. Επειδή

διαφορὰς ἡδονῶν καὶ ζωσαμένη τὴν τῶν θείων λήθην, ἡδομένη δὲ καὶ

συνήθισε στις ποικίλες ηδονές και λησμόνησε τα θεία, ικανοποιούνταν

πρὸς τὰ τοῦ σώματος πάθη καὶ πρὸς μόνα τὰ παρόντα καὶ τὰς

μόνο στα σωματικά πάθη. Αποβλέποντας μόνο στα παρόντα και την

τούτων δόξας ἀποβλέπουσα, ἐνόμισε μηδὲν ἔτι πλέον εἶναι τῶν

πρόσκαιρη καλοπέρασή τους, πίστεψε ότι δεν υπάρχει τίποτε πέρα απ'

βλεπομένων, ἀλλὰ μόνα τὰ πρόσκαιρα καὶ τὰ σωματικὰ εἶναι τὰ καλά.

αυτά που βλέπουν τά μάτια. Μόνο οι πρόσκαιρες σωματικές ηδονές είναι

το καλό.

 

ἀποστραφεῖσα δὲ καὶ ἐπιλαθομένη ἑαυτὴν εἶναι κατ᾿ εἰκόνα τοῦ ἀγαθοῦ

Αφού λοιπόν άλλαξε κατεύθυνση και λησμόνησε ότι είναι πλασμένη κατ'

Θεοῦ, οὐκ ἔτι μὲν διὰ τῆς ἐν αὐτῇ δυνάμεως τὸν Θεὸν  Λόγον, καθ᾿ ὃν

εικόνα του αγαθού Θεού, έφτασε στο σημείο να μήν μπορεί να δει με τη

δική της δύναμη το Λόγο του Θεού,

καὶ γέγονεν, ὁρᾷ· ἔξω δὲ ἑαυτῆς γενομένη, τὰ οὐκ ὄντα λογίζεται καὶ

σύμφωνα με τον οποίο πλάστηκε. Βγήκε έξω από το δημιουργικό σκοπό

ἀνατυποῦται. ἐπικρύψασα γὰρ ταῖς ἐπιπλοκαῖς τῶν σωματικῶν

της και επινοεί και φαντάζεται τα ανύπαρκτα. Με τη μαυρίλα των

ἐπιθυμιῶν τὸ ὡς ἐν αὐτῇ κάτοπτρον, δι᾿ οὗ μόνον ὁρᾷν ἠδύνατο τὴν

σωματικών επιθυμιών λέρωσε τον εσωτερικό της καθρέφτη, στον οποίο

εἰκόνα τοῦ Πατρός, οὐκέτι μὲν ὁρᾷ ἃ δεῖ ψυχὴν νοεῖν· παντὶ δὲ

μπορεί ν' αντικατοπτριστεί η εικόνα του Θεού Πατέρα. Έτσι η ψυχή δεν

μπορεί να δει μέσα της αυτά που πρέπει. Αποσπάται σε κάθε τι άλλο

περιφέρεται, καὶ μόνα ἐκεῖνα ὁρᾷ τὰ τῇ αἰσθήσει προσπίπτοντα.

και βλέπει μόνον εκείνα που γίνονται αντιληπτά με τις αισθήσεις.

 

ὅθεν δὴ πάσης σαρκικῆς ἐπιθυμίας γέμουσα, καὶ ἐν ταῖς τούτων δόξαις

Για το λόγο αυτό, η ψυχή κορεσμένη από κάθε σαρκική επιθυμία και

ταραττομένη, λοιπόν, ὃν ἐπελάθετο τῇ διανοίᾳ Θεόν, τοῦτον ἐν

ταραγμένη από τους λογισμούς που οι επιθυμίες προκαλούν, αναπαριστά

σωματικοῖς καὶ αἰσθητοῖς ἀναπλάττεται, τοῖς φαινομένοις τὴν Θεοῦ

φανταστικά τον λησμονημένο Θεό με αισθητές παραστάσεις. Έτσι

προσηγορίαν ἀνατιθεῖσα, καὶ μόνα ταῦτα δοξάζουσα ἅπερ αὐτὴ

ονοματίζει τα ορατά φαινόμενα με το όνομα του Θεού. Εξυμνεί μόνον

βούλεται, καὶ ὡς ἡδέα ὁρᾷ.

αυτά που η ίδια θέλει και τα θεωρεί ευχάριστα σ' αυτήν.

 

προηγεῖται τοίνυν αἰτία τῆς εἰδωλολατρείας ἡ κακία. μαθόντες γὰρ οἱ

Επομένως, η κακία αποτελεί την αιτία της ειδωλολατρείας. Πρώτα έμαθαν

ἄνθρωποι τὴν οὐκ οὖσαν κακίαν ἑαυτοῖς ἐπινοεῖν, οὕτω καὶ τοὺς οὐκ

οι άνθρωποι να επινοούν σε βάρος τους την ανύπαρκτη κακία, και στη

ὄντας θεοὺς ἑαυτοῖς ἀνεπλάσαντο. οἷον δὲ εἴ τις, εἰς βυθὸν καταδύς,

συνέχεια έπλασαν για τον εαυτό τους τους ανύπαρκτους θεούς. Όπως

μηκέτι μὲν βλέποι τὸ φῶς, μηδὲ τὰ ἐν τῷ φωτὶ φαινόμενα, διὰ τὸ τῶν

κάποιος βυθίστηκε στο βυθό και δεν βλέπει πλέον το φως ούτε όσα

ὀφθαλμῶν αὐτοῦ πρὸς τὸ κάτω νεῦμα, καὶ τὴν τοῦ ὕδατος ἐπικειμένην

υπάρχουν στο φως· τα μάτια του είναι στραμένα προς τα κάτω και τον

ἐπίχυσιν αὐτῷ· μόνα δὲ τὰ ἐν τῷ βυθῷ αἰσθόμενος, νομίζοι μηδὲν πλέον

σκεπάζει το νερό. Επειδή βλέπει μόνο αυτά που είναι στο βυθό, νομίζει ότι

ἐκείνων εἶναι, ἀλλ᾿ αὐτὰ τὰ φαινόμενα αὐτῷ τῶν ὄντων εἶναι τὰ κύρια·

τίποτε εκτός από αυτά δεν υπάρχει· θεωρεί ότι αυτά που βλέπει είναι τα

πιο σπουδαία απ' όλα που υπάρχουν.

 

οὕτω καὶ οἱ πάλαι τῶν ἀνθρώπων παράφρονες, καταδύντες εἰς τὰς

Κατά παρόμοιο τρόπο, από την αρχαία εποχή οι άνθρωποι παραφρόνησαν

τῶν σαρκῶν ἐπιθυμίας καὶ φαντασίας, καὶ ἐπιλαθόμενοι τῆς περὶ  Θεοῦ

και βυθίστηκαν στις σαρκικές επιθυμίες και φαντασιώσεις· λησμόνησαν

ἐννοίας καὶ δόξης, ἀμυδρῷ τῷ λογισμῷ, μᾶλλον δὲ ἀλογίᾳ χρησάμενοι,

το Θεό και τη λατρεία Του. Έχοντας σκοτισμένο το νου ή, το χειρότερο,

τὰ φαινόμενα θεοὺς ἀνετυπώσαντο, τὴν κτίσιν παρὰ τὸν κτίσαντα

χωρίς καθόλου λογική, πίστεψαν σαν θεούς τα αισθητά φαινόμενα.

δοξάζοντες, καὶ τὰ ἔργα μᾶλλον ἐκθειάζοντες ἤπερ τὸν τούτων αἴτιον

Λάτρεψαν αντί για το Δημιουργό τα δημιουργήματα· θεοποίησαν τ'

καὶ δημιουργὸν δεσπότην Θεόν.

ανθρώπινα έργα στη θέση του Κυρίου και Θεού που τα έπλασε.

 

ὥσπερ δὲ κατὰ τὸ προλεχθὲν παράδειγμα, οἱ εἰς τὸν βυθὸν

Σύμφωνα με το προηγούμενο παράδειγμα, εκείνοι που βυθίζονται στο

καταδυόμενοι, ὅσῳ μᾶλλον ἐπικαταβαίνουσι, τοσοῦτον εἰς τὰ

βυθό, όσο κατεβαίνουν προς τα κάτω, τόσο περισσότερο ορμούν σε πιο

σκοτεινότερα καὶ βαθύτερα ὁρμῶσιν· οὕτω καὶ τὸ τῶν ἀνθρώπων

σκοτεινά και βαθιά νερά. Έτσι έπαθε και το γένος των ανθρώπων.

πέπονθε γένος. οὐ γὰρ ἁπλῆν ἔσχον τὴν εἰδωλολατρείαν, οὐδὲ ἀφ᾿ ὧν

Δεν έμπλεξαν σε μια απλή μορφή ειδωλολατρείας, ούτε παρέμειναν στο

ἤρξαντο ἐν τούτοις καὶ διέμειναν· ἀλλ᾿ ὅσον τοῖς πρώτοις ἐνεχρόνιζον,

στο αρχικό της στάδιο· όσο περισσότερο καιρό έμεναν στο πρώτο στάδιο,

τοσοῦτον ἑαυτοῖς καινοτέρας ἐφεύρισκον δεισιδαιμονίας· καὶ κόρον οὐ

τόσες περισσότερες δεισιδαιμονίες σκαρφίζονταν. Δεν χόρταιναν με τα

λαμβάνοντες τῶν πρώτων, ἄλλοις πάλιν ἐνεπίμπλαντο κακοῖς,

πρώτα αλλά έμπλεκαν σε άλλες χειρότερες κακίες.

προκόπτοντες ἐν τοῖς αἰσχίστοις, καὶ πλεῖον ἑαυτῶν ἐπεκτείνοντες τὴν

Πρόκοβαν στην αισχρότητα και επέκτειναν την ασέβεια πέρα από τον

ἀσέβειαν. τοῦτο δὲ καὶ ἡ θεία γραφὴ μαρτύρεται λέγουσα· «῞Οταν

εαυτό τους. Αυτό το ομολογεί και η Αγία Γραφή: «Όταν ο ασεβής

ἔλθῃ ἀσεβὴς εἰς βάθος κακῶν, καταφρονεῖ».

προοδεύσει στο κακό, τότε περιφρονεί (και γίνεται χειρότερος)».

 

9. ῎Αρτι γὰρ ἀπεπήδησεν ἡ διάνοια τῶν ἀνθρώπων ἀπὸ Θεοῦ, καὶ

Μόλις ο νους των ανθρώπων απομακρύνθηκε από το Θεό, άρχισαν οι

καταβαίνοντες ταῖς ἐννοίαις καὶ τοῖς λογισμοῖς οἱ ἄνθρωποι, πρώτοις

άνθρωποι να πέφτουν στους λογισμούς και τις σκέψεις. Πρώτα έδωσαν

οὐρανῷ καὶ ἡλίῳ καὶ σελήνῃ καὶ τοῖς ἄστροις τὴν τοῦ Θεοῦ τιμὴν

θεϊκή τιμή στον ουρανό, τον ήλιο, τη σελήνη και τα άστρα·

ἀνέθηκαν, ἐκείνους οὐ μόνον θεοὺς εἶναι νομίζοντες, ἀλλὰ καὶ τῶν

τα πίστεψαν όχι μόνο ως θεούς αλλά τα θεώρησαν και ως δημιουργούς  

ἄλλων τῶν μετ᾿ αὐτοὺς αἰτίους τυγχάνειν·

των άλλων δημιουργημάτων που έγιναν μετά απ' αυτά.

 

εἶτ᾿, ἐπικαταβαίνοντες τοῖς σκοτεινοῖς λογισμοῖς, αἰθέρα καὶ τὸν ἀέρα

Έπειτα, οι άνθρωποι έπεσαν σε χειρότερους λογισμούς· αποκάλεσαν θεούς

καὶ τὰ ἐν τῷ ἀέρι προσηγόρευσαν θεούς. προβαίνοντες δὲ τοῖς κακοῖς,

τον αιθέρα, τον αέρα κι όσα βρίσκονται σ' αυτά. Προχωρώντας ακόμη

ἤδη καὶ τὰ στοιχεῖα, καὶ τὰς ἀρχὰς τῆς τῶν σωμάτων συστάσεως, τὴν

στην κακία, λάτρεψαν ως θεούς ακόμη και τις συστατικές ιδιότητες

θερμὴν καὶ τὴν ψυχρὰν καὶ τὴν ξηρὰν καὶ τὴν ὑγρὰν οὐσίαν θεοὺς

των σωμάτων, δηλαδή τη θερμότητα, ψυχρότητα και υγρασία.

ἀνύμνησαν.

 

ὡς δὲ οἱ τέλεον πεσόντες περὶ τὴν γῆν ἰλυσπῶνται δίκην τῶν ἐν τῇ

Το χειρότερο απ' όλα ήταν όπως συμβαίνει μ' αυτούς που πέφτουν

χέρσῳ κοχλιῶν· οὕτως οἱ ἀσεβέστατοι τῶν ἀνθρώπων, πεσόντες καὶ

ολοκληρωτικά στη γη και σύρονται στο χώμα σαν τα σαλιγκάρια. Έτσι

καταπεσόντες ἀπὸ τῆς περὶ Θεοῦ φαντασίας, λοιπὸν καὶ ἀνθρώπους

και οι πιο ασεβείς από τους ανθρώπους ξέπεσαν από τη θεωρία του Θεού  

καὶ ἀνθρώπων μορφάς, τῶν μὲν ἔτι ζώντων, τῶν δὲ καὶ μετὰ θάνατον

και θεοποίησαν ανθρώπους ή ανθρωπομορφές, άλλους ακόμη ζωντανούς

εἰς θεοὺς ἀνέθηκαν.

και άλλους ήδη νεκρούς.

 

ἔτι δὲ καὶ χείρονα βουλευόμενοι καὶ λογιζόμενοι, ἤδη καὶ εἰς λίθους, καὶ

Ήδη όμως μηχανεύθηκαν κι άλλα χειρότερα, και απέδωσαν το θείο και

ξύλα καὶ ἑρπετά, ἔνυδρά τε καὶ χερσαῖα, καὶ εἰς τὰ τῶν ἀλόγων

υπερκόσμιο όνομα του Θεού σε πέτρες, ξύλα, θαλάσσια ζώα και ερπετά

ἀνήμερα ζῶα, τὴν θείαν καὶ ὑπερκόσμιον τοῦ  Θεοῦ προσηγορίαν

της γης, και σ' αυτά ακόμη τα άγρια άλογα ζώα.

μετήνεγκαν, πᾶσαν τιμὴν αὐτοῖς Θεοῦ ἀπονέμοντες, καὶ τὸν ἀληθινὸν

Απονέμουν σ' αυτά όλες τις τιμές που αρμόζουν στο Θεό, ενώ παράλληλα

καὶ ὄντως ὄντα Θεὸν τὸν τοῦ Χριστοῦ  Πατέρα ἀποστρεφόμενοι.

αποστρέφονται τον όντως αληθινό Θεό και Πατέρα του Χριστού.

 

Εἴθε δὲ κἂν μέχρι τούτων εἱστήκει τῶν ἀφρόνων ἡ τόλμα, καὶ μὴ

Και μακάρι το θράσος των ανοήτων ανθρώπων να έφτανε ώς αυτό το

περαιτέρω βαίνοντες ἑαυτοὺς ταῖς ἀσεβείαις ἐνέφυρον. τοσοῦτον γάρ

σημείο και να μην αναμειγνύονταν σε μεγαλύτερες ασέβειες. Γιατί

τινες καταπεπτώκασι τῇ διανοίᾳ καὶ ἐσκοτίσθησαν τὸν νοῦν, ὥστε καὶ

ορισμένοι τόσο ξέπεσαν και σκοτίσθηκαν στο νου ώστε να επινοούν και

τὰ μηδ᾿ ὅλως μηδαμῶς ὑπάρχοντα, μηδὲ ἐν τοῖς γενομένοις φαινόμενα,

να θέλουν να θεοποιούν αυτά που είναι ανύπαρκτα και ούτε φαίνονται

ὅμως ἑαυτοῖς ἐπινοῆσαι καὶ θεοποιῆσαι. λογικὰ γὰρ ἀλόγοις

ανάμεσα στα δημιουργήματα. Ανάμιξαν λογικά πλάσματα με άλογα·

ἐπιμίξαντες, καὶ ἀνόμοια τῇ φύσει ἐνείραντες ὡς θεοὺς θρησκεύουσιν·

έμπλεξαν πράγματα ανόμοια στη φύση τους και τα προσκυνούν ως θεούς.

 

οἷοί εἰσιν οἱ παρ᾿ Αἰγυπτίοις κυνοκέφαλοι καὶ ὀφιοκέφαλοι καὶ

Τέτοιοι είναι οι θεοί των Αιγυπτίων που έχουν κεφάλι σκύλου ή φιδιού ή

ὀνοκέφαλοι, καὶ ὁ παρὰ Λίβυσι κριοκέφαλος ῎Αμμων. ἄλλοι δὲ τὰ μέρη

γαϊδουριού· ακόμη και ο θεός των Λιβύων ’μμωνας πού έχει κεφάλι κριού.

τῶν σωμάτων, κεφαλὴν καὶ ὦμον καὶ χεῖρα καὶ πόδα καθ᾿ ἑαυτὰ

’λλοι πάλι διαίρεσαν τα μέρη του σώματος σε κεφάλι, ώμο, χέρια και  

διελόντες, ἕκαστον εἰς θεοὺς ἀνέθηκαν καὶ ἐξεθείασαν, ὥσπερ οὐκ

πόδια και το καθένα ξεχωριστά το ανύψωσαν σε θεό και το προσκύνησαν.

ἀρκούμενοι ἐξ ὁλοκλήρου τοῦ ὅλου σώματος ἔχειν τὴν θρησκείαν.

Δεν τους έφτανε φαίνεται να λατρεύουν γενικά όλο το σώμα!

 

ἐπιτείνοντες δὲ τὴν ἀσέβειαν ἕτεροι, τὴν πρόφασιν τῆς τούτων

’λλοι πάλι αύξησαν τόσο την ασέβειά τους ώστε θεοποίησαν ακόμη και

εὑρέσεως καὶ τῆς ἑαυτῶν κακίας τὴν ἡδονὴν καὶ τὴν ἐπιθυμίαν

την ηδονή και τις σαρκικές επιθυμίες που προκαλούν αυτές και την κακία

θεοποιήσαντες προσκυνοῦσιν· οἷός ἐστιν ὁ παρ᾿ αὐτοῖς ῎Ερως, καὶ ἡ ἐν

και τις προσκυνούν. Τέτοιοι θεοί είναι ο Έρωτας και η Αφροδίτη της

Πάφῳ ᾿Αφροδίτη.

Πάφου.

 

οἱ δὲ αὐτῶν, ὥσπερ φιλοτιμούμενοι τοῖς χείροσιν, ἐτόλμησαν τοὺς

’λλοι πάλι απ' αυτούς, σαν να φιλοδοξούν τα χειρότερα, τόλμησαν ν'

παρ᾿ αὐτῶν ἄρχοντας ἢ καὶ τοὺς τούτων παῖδας εἰς θεοὺς ἀναθεῖναι,

ανυψώσουν ως θεούς τους άρχοντές τους ή και τους νεαρούς ερωμένους

ἢ διὰ τιμὴν τῶν ἀρξάντων ἢ διὰ φόβον τῆς αὐτῶν τυραννίδος·

των αρχόντων· τό έκαναν ή προς τιμήν των αρχόντων ή από το φόβο της

ὡς ὁ ἐν Κρήτῃ παρ᾿ αὐτοῖς περιβόητος  Ζεύς, καὶ ἐν᾿Αρκαδίᾳ ῾Ερμῆς

εξουσίας. Για παράδειγμα, στην Κρήτη είναι ο φοβερός Ζεύς, στην

καὶ παρὰ μὲν ᾿Ινδοῖς Διόνυσος, παρὰ δὲ Αἰγυπτίοις῏Ισις, καὶ ῎Οσιρις,

Αρκαδία ο Ερμής, στην Ινδία ο Διόνυσος, στην Αίγυπτο η Ίσις, ο Όσιρις

καὶ ῟Ωρος, καὶ ὁ νῦν ᾿Αδριανοῦ τοῦ ῾Ρωμαίων βασιλέως παιδικὸς

και ο Ώρος· και τώρα ο Αντίνοος ο νεαρός ερωμένος του Ρωμαίου

᾿Αντίνοος, ὃν καίπερ εἰδότες ἄνθρωπον, καὶ ἄνθρωπον οὐ σεμνόν, ἀλλ᾿

αυτοκράτορα Αδριανού. Αυτόν τον προσκυνούν διότι φοβούνται αυτόν

ἀσελγείας ἔμπλεων, διὰ φόβον τοῦ προστάξαντος σέβουσιν.

που τους διέταξε να το κάνουν, αν και γνωρίζουν πώς είναι άνθρωπος, και

μάλιστα όχι σεμνός αλλά γεμάτος από ασέλγεια.

 

ἐπιδημήσας γὰρ ᾿Αδριανὸς τῇ χώρᾳ τῶν  Αἰγυπτίων, τελευτήσαντα

Διότι, όταν ο Αδριανός επισκέφτηκε τη χώρα της Αιγύπτου και πέθανε

τὸν τῆς ἡδονῆς αὐτοῦ ὑπηρέτην ᾿Αντίνοον ἐκέλευσε θρησκεύεσθαι,

εκεί ο δούλος του Αντίνοος, που του ικανοποιούσε τα πάθη, έδωσε εντολή

αὐτὸς μὲν καὶ μετὰ θάνατον ἐρῶν τοῦ παιδός, ἔλεγχον δὲ ὅμως καθ᾿

να τον λατρεύουν ως θεό. Ο Αδριανός λοιπόν ήταν ερωτευμένος με το

δούλο ακόμη και μετά το θάνατο αυτού· σε μας όμως έδωσε μια απόδειξη  

ἑαυτοῦ, καὶ γνώρισμα κατὰ πάσης εἰδωλολατρείας παρέχων, ὅτι οὐκ

κι ένα επιχείρημα εναντίον κάθε μορφής ειδωλολατρεία, ότι δηλαδή την

ἄλλως ἐφευρέθη παρὰ τοῖς ἀνθρώποις αὕτη ἢ δι᾿ ἐπιθυμίαν τῶν

εφεύραν οι άνθρωποι όχι για κανένα άλλο λόγο αλλά για τα πάθη τους.

πλασαμένων, καθὼς καὶ ἡ σοφία τοῦ Θεοῦ προμαρτύρεται λέγουσα·

Αυτό το μαρτυρεί από την Παλαιά Διαθήκη και η σοφία του Θεού, που

«᾿Αρχὴ πορνείας ἐπίνοια εἰδώλων».

λέει: «Η επινόηση των ειδώλων έχει ως αιτία την πορνεία».

 

Καὶ μήτοι θαυμάσῃς μηδὲ μακρὰν πίστεως νομίσῃς εἶναι τὸ λεγόμενον,

Και να μην απορήσεις ούτε να θεωρήσεις αναξιόπιστο αυτό που λέω·

ὅπου γε καὶ οὐ πολλῷ πρότερον, ἢ τάχα καὶ μέχρι νῦν ἡ ῾Ρωμαίων

αφού πριν από λίγο καιρό, ίσως και μέχρι τώρα, η σύγκλητος των Ρωμαίων

σύγκλητος τοὺς πώποτε αὐτῶν ἐξ ἀρχῆς ἄρξαντας βασιλέας, ἢ

αναγορεύει ως θεούς αυτούς που βασίλεψαν από τα αρχαία χρόνια·

πάντας, ἢ οὓς ἂν αὐτοὶ βούλωνται καὶ κρίνωσι, δογματίζουσιν ἐν θεοῖς

νομοθετεί να προσκυνούν ως θεούς όλους αυτούς ή όποιους αυτή

εἶναι, καὶ θρησκεύεσθαι θεοὺς γράφουσιν.

θέλει και αποφασίζει.

 

οἷς μὲν γὰρ ἀπεχθάνονται,τούτους ὡς πολεμίους τὴν φύσιν

Οι συγκλητικοί, όσους βέβαια βασιλείς τους μισούν, τους κηρύσσουν

ὁμολογοῦσι, καὶ ἀνθρώπους ὀνομάζουσιν· οὓς δὲ καταθυμίους ἔχουσι,

φυσικούς εχθρούς τους και τους ονομάζουν κοινούς θνητούς· όσους όμως

τούτους δι᾿ ἀνδραγαθίαν θρησκεύεσθαι προστάττουσιν, ὥσπερ ἐπ᾿

συμπαθούν, γι' αυτούς διατάζουν να λατρεύονται ως τάχα καλοί άνδρες.

ἐξουσίας ἔχοντες τὸ θεοποιεῖν, αὐτοὶ ἄνθρωποι τυγχάνοντες, καὶ εἶναι

Λες και έχουν την εξουσία να αναγορεύουν θεούς, ενώ οι ίδιοι είναι

θνητοὶ μὴ ἀρνούμενοι. ἔδει δὲ θεοποιοῦντας αὐτοὺς μᾶλλον αὐτοὺς

άνθρωποι και μάλιστα κοινοί θνητοί. Θα έπρεπε όμως, εφόσον

εἶναι θεούς·

αναγορεύουν θεούς, οι ίδιοι να είναι θεοί.

 

τὸ γὰρ ποιοῦν τοῦ ποιουμένου κρεῖττον εἶναι δεῖ, καὶ ὁ κρίνων τοῦ

Διότι πρέπει ο τεχνίτης να είναι ανώτερος από το δημιούργημα και ο

κρινομένου ἐξ ἀνάγκης ἄρχει, καὶ ὁ διδοὺς πάντως ὃ ἔχει χαρίζεται·

δικαστής να εξουσιάζει αυτόν που κρίνει· το ίδιο, αυτός που προσφέρει

ὥσπερ ἀμέλει καὶ πᾶς βασιλεὺς ὃ μὲν ἔχει χαρίζεται, τῶν δὲ

να χαρίζει οπωσδήποτε αυτό που έχει.Έτσι και ο βασιλιάς να χαρίζει

λαμβανόντων κρείττων καὶ μείζων ἐστίν. εἴπερ οὖν οὓς θέλουσιν αὐτοὶ

αυτό που έχει, καθώς είναι πιο ισχυρός και  μεγάλος απ' αυτούς που

τούτους θεοὺς δογματίζουσιν εἶναι, ἔδει καὶ αὐτοὺς πρῶτον εἶναι θεούς.

παίρνουν. Εφόσον λοιπόν αυτοί αναγορεύουν ως θεούς αυτούς που θέλουν,

ἀλλὰ τὸ θαυμαστόν ἐστι τοῦτο, ὅτι αὐτοὶ ἀποθνήσκοντες ὡς

πρέπει πρώτα οι ίδιοι να είναι θεοί. Το παράδοξο όμως είναι το εξής: οι

ἄνθρωποι ἐλέγχουσι τὴν ἑαυτῶν περὶ τῶν θεοποιηθέντων ὑπ᾿ αὐτῶν

ίδιοι που θεοποιούν πεθαίνουν ως άνθρωποι, κι έτσι αποδεικνύουν ότι

ψῆφον εἶναι ψευδῆ.

η απόφασή τους είναι άκυρη.

 

10. Τοῦτο δὲ τὸ ἔθος οὐ καινόν, οὐδὲ ἀπὸ τῆς ῾Ρωμαίων ἤρξατο βουλῆς,

Αυτή η συνήθεια δεν είναι νέα, ούτε άρχισε με απόφαση της ρωμαϊκής

ἀλλ᾿ ἦν ἄνωθεν προγιγνόμενον καὶ προμελετώμενον ἐπὶ τὴν τῶν

συγκλήτου, αλλά από την αρχή τη μελετούσαν με σκοπό την επινόηση

εἰδώλων ἔννοιαν. καὶ γὰρ οἱ πάλαι παρ᾿ ῞Ελλησι διαβεβοημένοι θεοὶ

των ειδώλων. Διότι και οι περίφημοι αρχαίοι θεοί των Ελλήνων όπως ο

Ζεὺς καὶ Ποσειδῶν καὶ ᾿Απόλλων καὶ ῞Ηφαιστος καὶ ῾Ερμῆς, καὶ ἐν

Δίας, ο Ποσειδών, ο Απόλλων, ο Ήφαιστος και ο Ερμής και οι γυναικείες

θηλείαις ῞Ηρα καὶ Δήμητρα καὶ ᾿Αθηνᾶ καὶ ῎Αρτεμις, ταῖς  Θησέως τοῦ

θεότητες Ήρα, Δήμητρα, Αθηνά και ’ρτεμις, ανακηρύχθηκαν θεοί με

παρὰ τοῖς ῞Ελλησιν ἱστορουμένου διαταγαῖς ἐκρίθησαν λέγεσθαι θεοί·

εντολή του Θησέα, για τον οποίο μας διηγούνται οι Έλληνες.

 

καὶ οἱ μὲν διαταξάμενοι, ὡς ἄνθρωποι ἀποθνήσκοντες, θρηνοῦνται·

Και αυτοί που έδωσαν την εντολή πέθαναν ως άνθρωποι και τους θρηνούν.

οὓς δὲ διετάξαντο, οὗτοι ὡς θεοὶ προσκυνοῦνται. ὢ πολλῆς

Ενώ, αυτοί για τους οποίους βγήκε η εντολή, προσκυνούνται ως θεοί.

ἐναντιότητος καὶ μανίας. τὸν διαταξάμενον εἰδότες, οὓς διετάξατο

Αλίμονο στη μεγάλη τους αντινομία και παραφροσύνη! Ενώ γνωρίζουν

προτιμῶσι. καὶ εἴθε μέχρις ἀρρένων εἱστήκει τούτων ἡ εἰδωλομανία,

αυτόν που έδωσε την εντολή, προτιμούν να λατρεύουν αυτούς για τους

οποίους εκδόθηκε. Μακάρι η μανία τους για τα είδωλα να περιοριζόταν

μέχρι τις ανδρικές θεότητες

καὶ μὴ εἰς θηλείας κατέφερον τὴν θείαν προσηγορίαν.

και να μην αποδιδόταν το όνομα του Θεού και σε γυναικείες μορφές.

 

καὶ γὰρ καὶ γυναῖκας, ἃς οὐδὲ εἰς κοινὴν περὶ πραγμάτων συμβουλίαν

Ακόμη και τις γυναίκες, με τις οποίες είναι ανασφαλές ν' αποφασίζει

λαμβάνειν ἀσφαλές, ταύτας τῇ τοῦ Θεοῦ τιμῇ θρησκεύουσι καὶ

κανείς από κοινού, κι αυτές τις λατρεύουν και τις προσκυνούν ως θεότητες.  

σέβουσιν, ὡς αἱ μὲν παρὰ Θησέως διαταγεῖσαι, ὡς προειρήκαμεν, παρὰ

Αυτές είναι όσες προβλέπουν οι διαταγές του Θησέα, όπως ήδη αναφέραμε.

δὲ Αἰγυπτίοις ῏Ισις καὶ Κόρη καὶ Νεωτέρα, καὶ παρ᾿ ἄλλοις ᾿Αφροδίτη.

Στους Αιγύπτιους είναι η Ίσις, που λέγεται Κόρη και Νεαρότερη· σέ

τὰ γὰρ τῶν ἄλλων ὀνόματα οὐδὲ λέγειν εὐαγὲς ἡγοῦμαι, πάσης

άλλους ανήκει η Αφροδίτη. Τα ονόματα των υπολοίπων θεωρώ απρέπεια

χλεύης ὄντα μεστά.

και να τα αναφέρω, διότι προκαλούν ντροπή.

 

πολλοὶ γὰρ οὐ μόνον ἐν τοῖς πάλαι, ἀλλὰ καὶ ἐν τοῖς καθ᾿ ἡμᾶς χρόνοις,

Πολλοί πάλι, όχι μόνο τα αρχαία χρόνια αλλά και τα σημερινά, έχασαν

ἀποβαλόντες φίλτατα καὶ ἀδελφοὺς καὶ συγγενεῖς καὶ γυναῖκας,

αγαπητά πρόσωπα, αδέλφια, συγγενείς και γυναίκες· και πολλές γυναίκες

πολλαὶ δὲ καὶ ἄνδρας ἀποβαλοῦσαι, οὓς πάντας ἡ φύσις ἤλεγξεν

έχασαν τους άνδρεςτους. Όλους αυτούς, που η ζωή απέδειξε ότι είναι

ἀνθρώπους εἶναι θνητούς, τούτους καὶ ταύτας διὰ τὸ πολὺ περὶ αὐτῶν

θνητοί άνθρωποι, αυτούς από το μεγάλο τους πένθος τούς ζωγράφησαν

πένθος ἀναζωγραφήσαντες, καὶ θυσίας ἀναπλάσαντες, ἀνέθηκαν, οὓς

και τους έκαναν αγάλματα και τους πρόσφεραν θυσίες. Αυτούς οι

οἱ μετὰ ταῦτα διὰ τὴν πλάσιν, καὶ τὴν τοῦ τεχνίτου φιλοτιμίαν θεοὺς

μετέπειτα, λόγω της τέχνης και της ικανότητας του τεχνίτη του

ἐθρήσκευσαν, πρᾶγμα πάσχοντες οὐ κατὰ φύσιν.

αναθήματος, τους θεοποίησαν, πράγμα αφύσικο.

 

οὓς γὰρ οἱ γονεῖς ὡς μὴ ὄντας θεοὺς ἐθρήνησαν οὐκ ἂν γάρ, εἴπερ

Όλους αυτούς οι γονείς τους τους έκλαψαν διότι ήξεραν ότι δεν είναι θεοί·

ᾔδεισαν αὐτοὺς θεούς, ὡς ἀπολομένους ἐκόψαντο· τούτου γὰρ χάριν,

αν το γνώριζαν, δεν θα τους θρηνούσαν σαν χαμένους. ’λλωστε, όχι μόνο

οὐ μόνον οὐ νομίζοντες αὐτοὺς εἶναι θεούς, ἀλλὰ μηδ᾿ ὅλως ὑπάρχειν,

δεν τους θεωρούσαν θεούς, αλλά επειδή πίστευαν ότι δεν υπάρχουν

ἐν εἰκόνι τούτους ἐτυπώσαντο, ἵνα τοῦ μηκέτι εἶναι, τὴν διὰ τῆς εἰκόνος

καθόλου, τους αναπαράστησαν σε εικόνες ώστε, βλέποντας την εικόνα

δόκησιν ὁρῶντες, παραμυθῶνται, τούτοις ὅμως οἱ ἄφρονες ὡς θεοῖς

τους, να παρηγορούνται για την ανυπαρξία τους. Σ' αυτούς όμως οι

εὔχονται, καὶ τὴν τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ τιμὴν τούτοις περιτιθέασιν.

ανόητοι προσεύχονται και τους αποδίδουν τις τιμές του αληθινού Θεού.

ἐν γοῦν Αἰγύπτῳ εἰσέτι καὶ νῦν ὁ περὶ ᾿Οσίρεως καὶ ῞Ωρου καὶ

Έτσι λοιπόν, στην Αίγυπτο ακόμη και τώρα γίνεται θρήνος για το θάνατο

Τυφῶνος καὶ τῶν ἄλλων θρῆνος τῆς ἀπωλείας ἐπιτελεῖται·

του Όσιρι, του Ώρου, του Τυφώνα και των υπολοίπων.

 

καὶ τὰ ἐν Δωδώνῃ χαλκεῖα, καὶ οἱ ἐν Κρήτῃ  Κορύβαντες, τὸν Δία μὴ

Και οι χάλκινοι λέβητες στη Δωδώνη και οι κορύβαντες στην Κρήτη

εἶναι θεὸν ἐλέγχουσιν, ἀλλ᾿ ἄνθρωπον, καὶ τοῦτον ἐκ πατρὸς ὠμοβόρου

αποδεικνύουν ότι ο Δίας δεν είναι θεός αλλά άνθρωπος· κατάγεται

γενόμενον. καὶ τό γε θαυμαστόν, ὅτι καὶ ὁ πάνυ παρ᾿ ῞Ελλησι σοφὸς

μάλιστα από ανθρωποφάγο πατέρα. Και το αξιοθαύμαστο, ο μεγαλύτερος

καὶ πολλὰ καυχησάμενος ὡς περὶ  Θεοῦ διανοηθείς, ὁ Πλάτων, εἰς τὸν

Έλληνας φιλόσοφος, που καυχήθηκε ότι φιλοσόφησε πολλά για το Θεό, ο

Πειραῖα μετὰ Σωκράτους κατέρχεται, τὴν ἀνθρώπου τέχνῃ

Πλάτωνας, κατέβηκε κι αυτός στον Πειραιά με το Σωκράτη, για να

πλασθεῖσαν ῎Αρτεμιν προσκυνήσων.

προσκυνήσει την ’ρτεμη, έργο ανθρώπινης τέχνης!

 

11. Ταύτας δὲ καὶ τὰς τοιαύτας τῆς εἰδωλομανίας εὑρέσεις ἄνωθεν καὶ

Όλες αυτές τίς επινοήσεις της λατρείας των ειδώλων η Αγία Γραφή τίς

πρὸ πολλοῦ προεδίδασκεν ἡ γραφὴ λέγουσα· «᾿Αρχὴ πορνείας ἐπίνοια

σημείωνε από καιρό, λέγοντας: «Η ειδωλολατρεία έχει για θεμέλιο την

εἰδώλων· εὕρεσις δὲ αὐτῶν φθορὰ ζωῆς». οὔτε γὰρ ἦν ἀπ᾿ ἀρχῆς, οὔτε

πορνεία. Η επινόησή της καταστρέφει τη ζωή». Διότι ούτε στην αρχή της

εἰς τὸν αἰῶνα ἔσται. κενοδοξίᾳ γὰρ ἀνθρώπων ἦλθεν εἰς τὸν κόσμον,

ζωής υπήρχε ούτε στο μέλλον θα υπάρξει. Την έφερε στον κόσμο η

καὶ διὰ τοῦτο σύντομον αὐτῶν τέλος ἐπενοήθη.

κενοδοξία των ανθρώπων, και γι' αυτό θά έχει σύντομο τέλος.

 

ἀώρῳ γὰρ πένθει τρυχόμενος πατήρ, τοῦ ταχέως ἀφαιρεθέντος

Ένας πατέρας πού πενθεί το νεκρό παιδί του, φτιάχνει εικόνα του πρόωρα

τέκνου εἰκόνα ποιήσας, τὸν τότε νεκρὸν ἄνθρωπον νῦν ὡς ζῶντα

πεθαμένου παιδιού του· έτσι, τιμά τώρα σαν ζωντανό το νεκρό παιδί του

ἐτίμησε, καὶ παρέδωκε τοῖς ὑποχειρίοις μυστήρια καὶ τελετάς. εἶτ᾿ ἐν

και τελεί με τους δούλους του μυστήρια και λατρευτικές τελετές. Με το

χρόνῳ κρατυνθὲν τὸ ἀσεβὲς ἔθος, ὡς νόμος ἐφυλάχθη.

πέρασμα του χρόνου το ασεβές έθιμο γίνεται μόνιμη τελετή.

 

καὶ τυράννων ἐπιταγαῖς ἐθρησκεύετο τὰ γλυπτά, οὓς ἐν ὄψει μὴ

Με διαταγή των τυράννων λατρεύονταν και τα αγάλματά τους. Διότι,

δυνάμενοι τιμᾷν ἄνθρωποι, διὰ τὸ μακρὰν οἰκεῖν, τὴν πόρρωθεν ὄψιν

όσοι υπήκοοί τους κατοικούσαν μακριά και δεν τους έβλεπαν

ἀνατυπωσάμενοι, ἐμφανῆ εἰκόνα τοῦ τετιμημένου βασιλέως ἐποίησαν,

αυτοπροσώπως για να τους τιμήσουν, έφτιαξαν το άγαλμα του βασιλιά

ἵνα τὸν ἀπόντα ὡς παρόντα κολακεύωσι διὰ τῆς σπουδῆς. εἰς ἐπίτασιν

σε εμφανές σημείο, γιά να τιμούν δουλικά τον απόντα ως παρόντα. Και η  

δὲ θρησκείας καὶ τοὺς ἀγνοοῦντας ἡ τοῦ τεχνίτου προετρέψατο

καλλιτεχνία του δημιουργού παρότρυνε τά θύματα της άγνοιας σε

φιλοτιμία·

υπερβολική λατρεία.

 

ὁ μὲν γάρ, ἴσως τῷ κρατοῦντι βουλόμενος ἀρέσαι, ἐξεβιάσατο τῇ

Ο μεν τεχνίτης, επειδή θέλει να αρέσει στον άρχοντα, προσπαθεί ν'

τέχνῃ τὴν ὁμοιότητα ἐπὶ τὸ κάλλιον· τὸ δὲ πλῆθος, ἐφελκόμενον διὰ τὸ

αποδώσει τέλεια την ομοιότητα της εικόνας. Ο λαός όμως, παρασύρεται  

εὔχαρι τῆς ἐργασίας, τὸν πρὸ ὀλίγου τιμηθέντα ἄνθρωπον νῦν

από το καλλιτεχνικό αποτέλεσμα και θεωρεί τον πριν από λίγο τιμώμενο

σέβασμα ἐλογίσαντο· καὶ τοῦτο ἐγεγόνει τῷ βίῳ εἰς ἔνεδρον· ὅτι, ἢ

άνθρωπο ως σεβάσμιο θεό. Κι αυτό υπήρξε ολίσθημα στη ζωή. Διότι, οι

συμφορᾷ ἢ τυραννίδι δουλεύσαντες ἄνθρωποι, «τὸ ἀκοινώνητον

άνθρωποι, όντας εξαρτώμενοι σε συμφορά ή τυραννία, «απέδωσαν

ὄνομα λίθοις καὶ ξύλοις περιέθηκαν».

το σεβάσμιο όνομα του Θεού σέ πέτρες και ξύλα».

 

τοιαύτης τοίνυν τῆς εἰδώλων εὑρέσεως ἐπὶ μάρτυρι τῇ γραφῇ παρὰ

Αφού, λοιπόν, αυτή είναι, σύμφωνα με την Αγία Γραφή, η επινόηση των

τοῖς ἀνθρώποις ἀρξαμένης καὶ ἀναπλασθείσης, ὥρα λοιπόν σοι καὶ

ειδώλων που έπλασαν οι άνθρωποι, είναι ώρα να προχωρήσω για χάρη

τὸν κατ᾿ αὐτῆς ἔλεγχον ἀποδεῖξαι, οὐ τοσοῦτον ἔξωθεν, ὅσον ἀφ᾿ ὧν

σου και στην ανατροπή της. Θα χρησιμοποιήσω αποδείξεις όχι από ξένες

οὗτοι περὶ αὐτῶν φρονοῦσι τὰ τεκμήρια λαμβανόντας.  

πηγές αλλά από τα δικά τους φρονήματα.

 

Εἰ γάρ τις τῶν παρ᾿ αὐτοῖς λεγομένων θεῶν, ἵνα πρῶτον ἀπὸ τούτων

Ας ξεκινήσω πρώτα από τα πιό ελαφρά επιχειρήματα. Ἄν εξετάσεις κανείς

τῶν κάτωθεν ἄρξωμαι, λάβοι τὰς πράξεις, εὑρήσει μὴ μόνον οὐκ εἶναι

τίς πράξεις των θεωρουμένων ως θεών, θα διαπιστώσει ότι όχι μόνο θεοί

αὐτοὺς θεούς, ἀλλὰ καὶ τῶν ἀνθρώπων τοὺς αἰσχίστους γεγονότας.

δεν είναι, αλλά φανερώνονται ως οι πιο αισχροί από τους ανθρώπους.

 

οἷον γάρ, οἷόν ἐστιν ἰδεῖν τοὺς παρὰ ποιηταῖς τοῦ Διὸς ἔρωτας, καὶ τὰς

Για παράδειγμα, τί σημαίνει να διαβάζει κανείς στους ποιητές τους έρωτες

ἀσελγείας. οἷόν ἐστιν αὐτὸν ἀκούειν ἁρπάζοντα μὲν τὸν Γανυμήδην,

και τις αισχρότητες του Δία; Τί σημαίνει ν' ακούει ότι αυτός αρπάζει τον

καὶ τὰς κλοπιμαίους ἐργαζόμενον μοιχείας, δεδιότα δὲ καὶ δειλιῶντα μὴ

Γανυμήδη και διαπράτει κρυφές μοιχείες; Τί σημαίνει να φοβάται, μήπως,

παρὰ γνώμην αὐτοῦ τὰ τῶν Τρώων ἀπόληται τείχη. οἷόν ἐστιν ἰδεῖν

παρά τη θέλησή του, καταστραφούν τα τείχη της Τροίας; Τί σημαίνει να

αὐτὸν ἀχθόμενον ἐπὶ τῷ θανάτῳ τοῦ υἱέος αὐτοῦ Σαρπηδόνος, καὶ

βλέπει το Δία να λυπάται για το θάνατο του γιού του Σαρπηδόνα και να

βουλόμενον αὐτῷ βοηθῆσαι καὶ μὴ δυνάμενον·

μή μπορεί να τον βοηθήσει, αν και το θέλει;

 

καὶ ἐπιβουλευόμενον μὲν ὑπὸ τῶν ἄλλων λεγομένων θεῶν, ᾿Αθηνᾶς δὴ

Επίσης, τι σημαίνει να βλέπει κανείς το Δία να πέφτει θύμα συνομωσίας

λέγω καὶ ῞Ηρας καὶ Ποσειδῶνος, βοηθούμενον δὲ ὑπὸ  Θέτιδος

από άλλους δήθεν θεούς, όπως η Ήρα και ο Ποσειδώνας, ενώ τον βοηθεί

γυναικὸς καὶ τοῦ ἑκατονταχείρου Αἰγαίωνος· καὶ νικώμενον ὑπὸ

μια γυναίκα, η Θέτιδα και ο Αιγαίωνας με τα εκατό χέρια; Ακόμη, να τον

ἡδονῶν, δουλεύοντα δὲ γυναιξί, καὶ δι᾿ αὐτὰς ἐν ἀλόγοις ζώοις

νικούν οι ηδονές, να γίνεται δούλος γυναικών και για χάρη τους να  

τετράποσί τε καὶ πτηνοῖς ταῖς φαντασίαις παρακινδυνεύοντα·

ριψοκινδυνεύει μεταμορφούμενος σε τετράποδο ζώο ή σε πτηνό·

 

καὶ πάλιν αὐτὸν μὲν κρυπτόμενον διὰ τὴν τοῦ πατρὸς ἐπιβουλήν,

Καί πάλι τί σημαίνει ο Δίας να κρύβεται επειδή τον κυνηγά ο πατέρας του,

τὸν δὲ  Κρόνον ὑπ᾿ αὐτοῦ δεσμευόμενον, κἀκεῖνον ἀποτέμνοντα τὸν

ενώ ο ίδιος έκλεισε στη φυλακή τον πατέρα του Κρόνο και στη συνέχεια  

πατέρα. ἆρ᾿ οὖν ἄξιον τοῦτον ὑπονοεῖν θεόν, τοσαῦτα δράσαντα, καὶ

τον ευνούχισε; Συμπερασματικά, αξίζει αυτόν να τον θεωρούν θεό, που

διαβληθέντα, ἃ μηδὲ οἱ κοινοὶ ῾Ρωμαίων νόμοι καὶ τοὺς ἁπλῶς

έκανε τόσα και έχει κατηγορηθεί για αδικήματα τα οποία το κοινό

ἀνθρώπους ἐπιτρέπουσι ποιεῖν;

ρωμαϊκό δίκαιο δεν επιτρέπει ούτε σε κοινούς ανθρώπους;  

 

12. ῞Ινα γὰρ ἐκ πολλῶν ὀλίγα μνημονεύσω διὰ τὸ πλῆθος, τίς ἰδὼν

Και επειδή είναι πολλά, αναφέρω λίγα απ' αυτά. Ποιός άνθρωπος δεν θα

αὐτοῦ τὴν εἰς Σεμέλην καὶ Λήδαν καὶ ᾿Αλκμήνην καὶ ῎Αρτεμιν καὶ

χλευάσει και καταδικάσει σε θάνατο τον Δία, όταν δει τη μοιχεία και τη 

Λητὼ καὶ Μαῖαν καὶ Εὐρώπην καὶ Δανάην καὶ ᾿Αντιόπην παρανομίαν

διακόρευση που έκανε στη Σεμέλη, τη Λήδα, την Αλκμήνη, την ’ρτεμη,

καὶ φθοράν· ἢ τίς, ἰδὼν τὴν εἰς τὴν ἰδίαν ἀδελφὴν αὐτοῦ ἐπιχείρησιν καὶ

τη Λητώ, τη Μαία, την Ευρώπη, τη Δανάη και την Αντιόπη; Ή για το

τόλμαν, ὅτι τὴν αὐτὴν ἀδελφὴν εἶχε καὶ γυναῖκα, οὐκ ἂν χλευάσειε,

θράσος να έχει την ίδια και αδελφή και γυναίκα, δεν θα τον χλευάσει και

καὶ ζημιώσειε θανάτῳ;

τιμωρήσει με θάνατο;

 

ὅτι μὴ μόνον ἐμοίχευσεν, ἀλλὰ καὶ τοὺς ἐκ τῆς μοιχείας γενομένους

Και όχι μόνο διέπραξε μοιχεία, αλλά και τα παιδιά πού απόκτησε απ'

αὐτῷ παῖδας θεοποιήσας ἀνέθηκεν, ἐπικάλυμμα τῆς παρανομίας αὐτοῦ

αυτήν τα θεοποίησε και απέδωσε λατρευτικές τιμές. Ως κάλυμμα τῆς

τὴν τῆς θεοποιίας φαντασίαν κατασκευάζων· ὧν εἰσι Διόνυσος καὶ

ασέλγειάς του είχε την επινόηση της θεοποίησης. Τέτοια θεοποιηθέντα

῾Ηρακλῆς καὶ  Διόσκουροι καὶ ῾Ερμῆς καὶ Περσεὺς καὶ Σώτειρα.

παιδιά του Δία είναι ο Ηρακλής, οι Διόσκουροι, ο Ερμής, ο Περσέας και η

Σώτειρα.

 

τίς, ἰδὼν τὴν τῶν λεγομένων θεῶν ἀκατάλλακτον πρὸς ἑαυτοὺς ἔριν

Ακόμη, ποιός, όταν δει στην Τροία την αδιάλλακτη φαγωμάρα μεταξύ

ἐν ᾿Ιλίῳ τῶν ῾Ελλήνων καὶ τῶν Τρώων χάριν, οὐ καταγνώσεται τῆς

των δήθεν θεών για χατήρι των Ελλήνων ή των Τρώων, δεν θα

ἀσθενείας αὐτῶν, ὅτι διὰ τὴν πρὸς ἀλλήλους φιλονεικίαν καὶ τοὺς

καταδικάσει την αδυναμία τους; Με τη φιλονικεία τους ερέθισαν και τους

ἀνθρώπους παρώξυναν;

ανθρώπους.

 

τίς, ἰδὼν ὑπὸ μὲν Διομήδους τιτρωσκομένους ῎Αρεα καὶ ᾿Αφροδίτην,

Επιπλέον, ποιός θα δει το Διομήδη να πληγώνει τον ’ρη και την

ὑπὸ δὲ ῾Ηρακλέους τὴν ῞Ηραν καὶ τὸν῾Υποχθόνιον ὃν καλοῦσι θεὸν

Αφροδίτη, ή τον Ηρακλή την Ήρα και τον υποχθόνιο θεό του ’δη, ή τον

᾿Αϊδωνέα, καὶ Διόνυσον μὲν ὑπὸ Περσέως, ᾿Αθηνᾶν δὲ ὑπὸ ᾿Αρκάδος,

Περσέα να πληγώνει το Διόνυσο και τον Αρκάδα την Αθηνά, ή τον

καὶ τὸν ῞Ηφαιστον ῥιπτόμενον καὶ χωλαίνοντα, οὐ καταγνώσεται τῆς

Ήφαιστο να τον γκρεμίζουν και να μένει κουτσός, ποιός λογικός άνθρωπος

φύσεως, καὶ ἀποστραφήσεται μὲν τοῦ λέγειν αὐτοὺς ἔτι εἶναι θεούς,

για όλα αυτά δεν θα αμφιβάλλει για τη φύση τους και θ' αποφύγει να τους

φθαρτοὺς δὲ καὶ παθητοὺς αὐτοὺς ἀκούων, οὐδὲν ἄλλο ἢ ἀνθρώπους

ονομάζει θεούς; Εφόσον υπόκεινται στη φθορά και έχουν πάθη, δεν είναι

αὐτούς, καὶ ἀνθρώπους ἀσθενεῖς ἐπιγνώσεται, καὶ μᾶλλον τοὺς

τίποτε άλλο παρά άνθρωποι, και μάλιστα αδύναμοι. Θ' απορεί κανείς,

τρώσαντας ἢ τοὺς τρωθέντας θαυμάσειεν;

ποιούς να θαυμάζει περισσότερο, αυτούς που πλήγωσαν ή αυτούς που

πληγώθηκαν!

 

ἢ τίς, ἰδὼν τὴν ῎Αρεως πρὸς ᾿Αφροδίτην μοιχείαν, καὶ τὸν ῾Ηφαίστου

Ποιός, επίσης, δεν θα γελάσει και δεν θα κατηγορήσει για διαφθορά, όταν

κατ᾿ ἀμφοτέρων κατασκευαζόμενον δόλον, καὶ τοὺς ἄλλους

πληροφορηθεί τη μοιχεία του ’ρη σε βάρος της Αφροδίτης· ή το δόλο του

λεγομένους θεοὺς ἐπὶ θέαν τῆς μοιχείας ὑπὸ τοῦ ῾Ηφαίστου

Ήφαιστου σε βάρος των δύο παραπάνω· και ακόμη τους υπόλοιπους θεούς

καλουμένους, καὶ αὐτοὺς ἐρχομένους, καὶ ὁρῶντας αὐτῶν τὴν

που καλέστηκαν από τον Ήφαιστο καί πήραν μέρος στη μοιχεία και

ἀσέλγειαν, οὐκ ἂν γελάσειε καὶ καταγνώσεται τῆς φαυλότητος αὐτῶν;

ασέλγεια ως θεατές;

 ἢ τίς οὐκ ἂν γελάσειεν ὁρῶν τὴν ῾Ηρακλέους πρὸς τὴν ᾿Ομφάλην ἐκ

Ή ποιός δεν θα γελάσει βλέποντας τον εκτος εαυτού μεθυσμένο Ηρακλή

μέθης παραφροσύνην καὶ ἀσωτίαν;

ν' ασωτεύει με την Αμφιάλη;  

 

Τὰς γὰρ καθ᾿ ἡδονὴν αὐτῶν πράξεις, καὶ τοὺς παραλόγους αὐτῶν

Δεν είναι ανάγκη να ελέγξουμε αναλυτικά τις φιλήδονες πράξεις των θεών,

ἔρωτας, καὶ τὰς ἐν χρυσῷ καὶ ἀργύρῳ, καὶ χαλκῷ καὶ σιδήρῳ, καὶ

τους παράλογους έρωτές τους, την κατασκευή ειδώλων από χρυσό, ασήμι,

λίθοις καὶ ξύλοις θεοπλαστίας, οὐ δεῖ διελέγχειν μετὰ σπουδῆς, τῶν

χαλκό, σίδερο, πέτρα και ξύλο. Όλ' αυτά τα πράγματα από μόνα τους

πραγμάτων καὶ ἀφ᾿ ἑαυτῶν ἐχόντων τὸ μύσος, καὶ δι᾿ ἑαυτῶν

προκαλούν αποστροφή και από μόνα τους φανερώνουν το βάθος της

ἐπιδεικνυμένων τὸ τῆς πλάνης γνώρισμα·

πλάνης.

 

ἐφ᾿ οἷς μάλιστα καὶ οἰκτειρήσειεν ἄν τις τοὺς ἀπατωμένους ἐν αὐτοῖς.

Ένα μόνο· λυπάται κανείς εκείνους οι οποίοι έχουν ξεγελαστεί και

παρασυρθεί απ' όλα αυτά.

τῇ γὰρ ἑαυτῶν γυναικὶ μισοῦντες τὸν ἐπιβαίνοντα μοιχόν, τοὺς

Διότι, ενώ μισούν θανάσιμα το μοιχό που παρασύρει τη γυναίκα τους,

τῆς μοιχείας διδασκάλους θεοποιοῦντες οὐκ αἰσχύνονται· καὶ ταῖς

αντίθετα δεν ντρέπονται να θεοποιούν αυτούς που διδάσκουν τη μοιχεία.

ἀδελφαῖς αὐτοὶ οὐκ ἐπιμισγόμενοι τοὺς τοῦτο ποιήσαντας

Και ενώ απορρίπτουν σαρκική σχέση με την αδελφή τους, όμως λατρεύουν

προσκυνοῦσι· καὶ ὁμολογοῦντες εἶναι κακὸν τὴν παιδοφθορίαν, τοὺς

αυτούς που το έκαναν. Και ενώ παραδέχονται ως κακό την παιδεραστία,

ἐπὶ ταύτῃ διαβαλλομένους θρησκεύουσι· καὶ ἃ μηδὲ ἐν ἀνθρώποις εἶναι

παρ' όλα αυτά λατρεύουν αυτούς που κατηγορούνται ότι την έκαναν.

ἐπιτρέπουσιν οἱ νόμοι, ταῦτα τοῖς ὑπ᾿ αὐτῶν ὀνομαζομένοις εἶναι θεοῖς

Γενικά, αυτά που απαγορεύουν οι νόμοι στους ανθρώπους να τα κάνουν,

περιτιθέντες οὐκ ἐρυθριῶσιν.

αυτά δεν ντρέπονται να τ' αποδίδουν ως χαρακτηριστικά των ψευτοθεών

τους! 

 

13. Εἶτα προσκυνοῦντες λίθοις καὶ ξύλοις, οὐχ ὁρῶσιν ὅτι τὰ μὲν ὅμοια

Έπειτα, προσκυνώντας τίς πέτρες και τα ξύλα, δεν βλέπουν ότι όλα αυτά

 τοῖς ποσὶ πατοῦσι καὶ καίουσι, τὰ δὲ τούτων μέρη θεοὺς

είτε τα πατούν με τα πόδια είτε τα καίνε· δυστυχώς, όμως, μερικά

προσαγορεύουσι· καὶ ἃ πρὸ ὀλίγου εἰς χρῆσιν εἶχον, ταῦτα διὰ

κομμάτια τους τα αναγορεύουν σε θεότητες. Αυτά που πριν από λίγο

παραφροσύνην γλύψαντες σέβουσιν· οὐχ ὁρῶντες, οὐδὲ λογιζόμενοι

χρησιμοποιούσαν, τώρα με μανία τα λαξεύουν και τα λατρεύουν.

τὸ σύνολον, ὅτι οὐ θεούς, ἀλλὰ τὴν τέχνην τοῦ γλύψαντος

Δεν βλέπουν ούτε σκέφτονται ότι λατρεύουν την τέχνη του γλύπτη και

προσκυνοῦσιν.

όχι θεούς.

 

ἕως μὲν γὰρ ἄξυστός ἐστιν ὁ λίθος, καὶ ἡ ὕλη ἀργή, ἐπὶ τοσοῦτον

Όσο καιρό οι πέτρες είναι απελέκητες και τα υλικά ακατέργαστα, τόσο

ταῦτα πατοῦσι, καὶ τούτοις εἰς ὑπηρεσίας τὰς ἑαυτῶν πολλάκις καὶ

τα καταπατούν και τα χρησιμοποιούν ακόμη και στις πιο εξευτελιστικές

τὰς ἀτιμοτέρας χρῶνται· ἐπειδὰν δὲ ὁ τεχνίτης εἰς αὐτὰ τῆς ἰδίας

εργασίες. Μόλις όμως ο τεχνίτης επιβάλλει στα υλικά αυτά τη συμμετρία

ἐπιστήμης ἐπιβάλῃ τὰς συμμετρίας, καὶ ἀνδρὸς ἢ γυναικὸς εἰς τὴν ὕλην

της επιστήμης του και χαράξει σ' αυτά τη μορφή ενός άνδρα ή μιας

σχῆμα τυπώσῃ, τότε δή, χάριν ὁμολογήσαντες τῷ τεχνίτῃ, λοιπὸν ὡς

γυναίκας, τότε ευγνωμονούν τον τεχνίτη και τα προσκυνούν ως θεότητες·

θεοὺς προσκυνοῦσι, μισθοῦ παρὰ τοῦ γλύψαντος αὐτοὺς ἀγοράσαντες.

σαν να μην έδωσαν χρήματα στον αγαλματοποιό για να τα αγοράσουν!

 

πολλάκις δὲ καὶ αὐτὸς ὁ ἀγαλματοποιός, ὥσπερ ἐπιλαθόμενος ὧν

Πολλές φορές μάλιστα και ο ίδιος ο τεχνίτης των γλυπτών, σαν να ξέχασε

αὐτὸς εἰργάσατο, τοῖς ἰδίοις ἔργοις προσεύχεται· καὶ ἃ πρὸ ὀλίγου

ότι ο ίδιος τα έφτιαξε, προσεύχεται στα δικά του έργα! Αυτά που πριν

κατέξεε καὶ κατέκοπτε, ταῦτα μετὰ τὴν τέχνην θεοὺς προσαγορεύει.

από λίγο κομμάτιαζε και σμίλευε, τά ίδια μετά την επεξεργασία τους τα

ἔδει δέ, εἴπερ ἦν θαυμάζειν ταῦτα, τὴν τοῦ ἐπιστήμονος τέχνην

ονομάζει θεούς. Θα έπρεπε, αν αυτά τα έργα ήταν άξια θαυμασμού, να

ἀποδέχεσθαι, καὶ μὴ τὰ ὑπ᾿ αὐτοῦ πλασθέντα τοῦ πεποιηκότος

προτιμούν την τέχνη του δημιουργού και όχι τα ίδια τα δημιουργήματα.

προτιμᾷν. οὐ γὰρ ἡ ὕλη τὴν τέχνην, ἀλλ᾿ ἡ τέχνη τὴν ὕλην ἐκόσμησε

Διότι, δεν στολίζει ούτε θεοποιεί η ύλη την τέχνη, αλλά η τέχνη την ύλη.

καὶ ἐθεοποίησε.

 

πολλῷ οὖν μᾶλλον δικαιότερον ἦν τὸν τεχνίτην αὐτοὺς προσκυνεῖν,

Θα ήταν πιο δίκαιο να προσκυνούν τον τεχνίτη των αγαλμάτων και όχι

ἤπερ τὰ ὑπ᾿ αὐτοῦ πεποιημένα, ὅτι τε καὶ προϋπῆρχε τῶν ἐκ τέχνης

τα δημιουργήματά του. Για δύο λόγους, πρώτα γιατί αυτός υπήρχε πριν

θεῶν, καὶ ὅτι ὡς ἐβουλήθη, οὕτω καὶ γεγόνασι. νῦν δὲ

τα γλυπτά-θεούς κι έπειτα διότι τα έφτιαξε όπως αυτός ήθελε. Τώρα όμως

παραγκωνισάμενοι τὸ δίκαιον, καὶ τὴν ἐπιστήμην καὶ τὴν τέχνην

άφησαν στην άκρη το δίκαιο και περιφρόνησαν την επιστήμη και την

ἀτιμάσαντες, τὰ μετ᾿ ἐπιστήμης καὶ τέχνης γεγονότα προσκυνοῦσι·

τέχνη· προσκυνούν πλέον τα δημιουργήματα της επιστήμης και τέχνης.

 

καὶ τοῦ ποιήσαντος ἀνθρώπου ἀποθνήσκοντος, τὰ ὑπ᾿ αὐτοῦ

Και ενώ πεθαίνει ο άνθρωπος κατασκευαστής των ειδώλων, τα έργα του

γενόμενα, ὡς ἀθάνατα τιμῶσιν· ἅ, εἰ μὴ τύχοιεν τῆς καθ᾿ ἡμέραν

τα τιμούν ως αθάνατα. Κι αυτά όμως, αν δεν τα φροντίσουν καθημερινά,

ἐπιμελείας, πάντως τῷ χρόνῳ διὰ τὴν φύσιν ἀφανίζονται. πῶς δὲ οὐκ

με την πάροδο του χρόνου, λόγῳ του υλικού κατασκευής της,

ἄν τις αὐτοὺς οἰκτειρήσειε καὶ κατὰ τοῦτο, ὅτι βλέποντες αὐτοὶ τοὺς

καταστρέφονται. Πώς, λοιπόν, δεν θα τους λυπόταν κανείς και στο εξής:

μὴ βλέποντας προσκυνοῦσι, καὶ ἀκούοντες αὐτοὶ τοῖς μὴ ἀκούουσι

αυτοί που βλέπουν προσκυνούν τους τυφλούς, κι αυτοί που ακούν

προσεύχονται·

προσεύχονται στους κωφούς.

 

καὶ ἔμψυχοι καὶ λογικοὶ κατὰ φύσιν ὄντες οἱ ἄνθρωποι, τοὺς μηδ᾿ ὅλως

Δυστυχώς, οι άνθρωποι, που έχουν από τη φύση τους ψυχή και λογική,

κινουμένους, ἀλλὰ ἀψύχους ὄντας, ὡς θεοὺς προσαγορεύουσι· καὶ τό

ονομάζουν θεούς αυτούς που δεν κινούνται καθόλου και δεν έχουν ψυχή.

γε θαυμαστόν, ὅτι οὓς αὐτοὶ φυλάττουσιν ὑπ᾿ ἐξουσίαν ἔχοντες,

Και δεν είναι το πιο παράδοξο, αυτούς που οι ίδιοι εξουσιάζουν

τούτοις ὡς δεσπόταις δουλεύουσι; καὶ μή τοι νομίσῃς ταῦτά με λέγειν

σ' αυτούς να είναι υπόδουλοι σαν αφεντικά τους; Και μη θεωρείς ότι αυτά

ἁπλῶς, ἢ ψεύδεσθαι κατ᾿ αὐτῶν· ἔστι μὲν γὰρ καὶ τοῖς ὀφθαλμοῖς ἡ

που λέω σε βάρος τους είναι ψευδή και αβάσιμα· είναι ολοφάνερη η

πίστις ἀπαντῶσα τούτων, καὶ πάρεστι τοῖς βουλομένοις ὁρᾷν τὰ

αξιοπιστία τους· μπορούν εύκολα να τη διαπιστώσουν όσοι το επιθυμούν.

τοιαῦτα.

 

 

14. Κρείττων δὲ μαρτυρία περὶ τούτων ἐστὶ καὶ παρὰ τῆς θείας

Γιά ὅλα αυτά υπάρχει η καλύτερη μαρτυρία από την Αγία Γραφή που

γραφῆς προδιδασκούσης ἄνωθεν καὶ λεγούσης· «Τὰ εἴδωλα τῶν ἐθνῶν

διδάσκει και λέει: «Τα αγάλματα των ειδωλολατρικών λαών είναι από

ἀργύριον καὶ χρύσιον, ἔργα χειρῶν ἀνθρώπων. ὀφθαλμοὺς ἔχουσι, καὶ

ασήμι και χρυσάφι, ανθρώπινα κατασκευάσματα. Έχουν μάτια αλλά δεν

οὐκ ὄψονται· στόμα ἔχουσι, καὶ οὐ λαλήσουσιν· ὦτα ἔχουσι, καὶ οὐκ

βλέπουν· έχουν στόμα, αλλά δεν μιλούν· έχουν αυτιά αλλά δεν ακούν·

ἀκούσονται· ῥῖνας ἔχουσι, καὶ οὐκ ὀσφρανθήσονται· χεῖρας ἔχουσι, καὶ

έχουν μύτη αλλά δεν οσφραίνονται. Έχουν χέρια αλλά δεν μπορούν να

οὐ ψηλαφήσουσι· πόδας ἔχουσι, καὶ οὐ περιπατήσουσιν· οὐ φωνήσουσιν

ψηλαφίσουν· πόδια έχουν και δεν περπατούν· δεν μπορούν ν' αρθρώσουν

ἐν τῷ λάρυγγι αὐτῶν. ὅμοιοι αὐτοῖς γένοιντο πάντες οἱ ποιοῦντες

φωνή. Όσοι τα κατασκευάζουν ομοιάζουν σ' όλα μ' αυτά». (Ψαλμός 113)

αὐτά».

 

οὐδὲ προφητικὴ δὲ τούτων ἄπεστι μέμψις, ἀλλ᾿ ἔστι καὶ ἐν τούτοις ὁ

Αὐτά τα είδωλα τα καταδικάζουν οι προφήτες με ελεγκτικό λόγο του

κατ᾿ αὐτῶν ἔλεγχος, λέγοντος τοῦ  Πνεύματος· «Αἰσχυνθήσονται οἱ

Ἁγίου Πνεύματος: «Θα ντραπούν αυτοί που πλάθουν θεούς και μάταια

πλάσσοντες Θεόν, καὶ γλύφοντες πάντες μάταια· καὶ πάντες ὅθεν

κατασκευάζουν είδωλα· όλοι οι ψευτοθεοί, απ' όποιον κι αν φτιάχτηκαν,

ἐγένοντο, ἐξηράνθησαν· καὶ κωφοὶ ἀπὸ ἀνθρώπων συναχθήτωσαν

ξεράθηκαν κι εξαφανίστηκαν. Κι όσοι από τους ανθρώπους είναι κουφοί

πάντες, καὶ στήτωσαν ἅμα, καὶ ἐντραπήτωσαν καὶ αἰσχυνθήτωσαν

πνευματικά και επιμένουν στήν πλάνη, ας συγκεντρωθούν όλοι μαζί·

ἅμα·

θα ντραπούν για την πλάνη τους και τους ψευτοθεούς τους.

 

»ὅτι ὤξυνε τέκτων σίδηρον, καὶ σκεπάρνῳ εἰργάσατο αὐτό, καὶ ἐν

»Να, πώς έγιναν οι θεοί τους! Ὁ σιδεράς λεπταίνει το σίδερο, με το σφυρί

τερέτρῳ ἐρρύθμισεν αὐτό, καὶ ἔστησεν αὐτὸ τῷ βραχίονι τῆς ἰσχύος

το κατεργάζεται, το τρυπά κατάλληλα με το τρυπάνι και το στήνει όρθιο.

αὐτοῦ· καὶ πεινάσει καὶ ἀσθενήσει, καὶ οὐ μὴ πίῃ ὕδωρ.

Το δουλεύει με τη δύναμη των χεριών του· και μάλιστα νηστικός,

αποκαμωμένος και διψασμένος.

 

»ξύλον γὰρ ἐκλεξάμενος τέκτων, ἔστησεν αὐτὸ ἐν μέτρῳ, καὶ ἐν κόλλῃ

»Το ίδιο και ο ξυλουργός· διαλέγει το ξύλο, απλώνει το μέτρο του, το

ἐρρύθμισεν αὐτό, καὶ ἐποίησεν αὐτὸ ὡς μορφὴν ἀνδρὸς καὶ ὡς

κόβει, το κολλά και το διαρρυθμίζει. Έτσι δίνει σ' αυτό μορφή ωραίου

ὡραιότητα ἀνθρώπου, ἔστησεν αὐτὸ ἐν οἴκῳ ὃ ἔκοψε ξύλον ἐκ τοῦ

άνδρα και το στήνει στο ναό. Ο ξυλουργός έκοψε ξύλο από το δάσος, το

δρυμοῦ, ὃ ἐφύτευσεν ὁ Κύριος, καὶ ὑετὸς ἐμήκυνεν, ἵνα ᾖ ἀνθρώποις εἰς

οποίο όμως ο Κύριος το φύτεψε, η βροχή το πότισε και το μεγάλωσε· έτσι

καῦσιν, καὶ λαβὼν ἀπ᾿ αὐτοῦ θερμανθῇ. καὶ καύσαντες ἔπεψαν ἄρτους

ώστε να το χρησιμοποιήσουν οι άνθρωποι να θερμανθούν με τη φωτιά.

ἐπ᾿ αὐτῷ, τὸ δὲ λοιπὸν εἰργάσαντο εἰς θεούς, καὶ προσεκύνησαν αὐτοῖς,

Καίγοντάς το, έψησαν ψωμί πάνω σ' αυτό, ενώ από ένα κομμάτι του οι

γλύπτες έφτιαξαν είδωλα θεών και τα προσκύνησαν.

οὗ τὸ ἥμισυ αὐτοῦ κατέκαυσαν πυρί. καὶ ἐπὶ τοῦ ἡμίσεος αὐτοῦ κρέας

Έτσι λοιπόν το μισό ξύλου του ειδώλου το έκαψαν στη φωτιά· και στο

ὀπτήσας, ἔφαγε καὶ ἐνεπλήσθη· καὶ θερμανθεὶς εἶπεν· ῾Ηδύ μοι, ὅτι

μισό έψησαν κρέας, έφαγαν και χόρτασαν· ζεστάθηκαν και είπαν:

ἐθερμάνθην, καὶ εἶδον πῦρ».

Ευχάριστο πράγμα η θερμότητα και η θέα της φωτιάς».    

 

τὸ «δὲ λοιπὸν προσεκύνει λέγων· ᾿Εξέλου με, ὅτι Θεός μου εἶ σύ. οὐκ

»Το υπόλοιπο ξύλο το προσκυνούσε λέγοντας: βοήθησέ με, επειδή είσαι

ἔγνωσαν φρονῆσαι, ὅτι ἀπημαυρώθησαν τοῦ βλέπειν τοῖς ὀφθαλμοῖς

θεός. Δεν είχαν σύνεση, διότι σκοτίσθηκαν ώστε να μη βλέπουν τα μάτια

αὐτῶν, καὶ τοῦ νοῆσαι τῇ καρδίᾳ· καὶ οὐκ ἀνελογίσατο ἐν τῇ καρδίᾳ

της ψυχής τους και να καταλαβαίνουν με το νου. Ο ξυλουργός που σκάλισε

αὐτοῦ, οὐδὲ ἀνελογίσατο τῇ ψυχῇ αὐτοῦ, οὐδὲ ἔγνω τῇ φρονήσει, ὅτι

το είδωλο δεν σκέφτηκε με το νου ούτε με την ψυχή ούτε με τη στοιχειώδη

τὸ ἥμισυ αὐτοῦ κατέκαυσεν ἐν πυρὶ καὶ ἔπεψεν ἐπὶ τῶν ἀνθράκων

σύνεση ότι το μισό ξύλο το έκαψε για να θερμανθεί και έψησε σ΄ αυτό

αὐτοῦ ἄρτους»· καὶ «ὀπτήσας κρέας ἔφαγε, καὶ τὸ λοιπὸν αὐτοῦ εἰς

ψωμιά· έψησε και κρέας και έφαγε. Το υπόλοιπο ξύλο το έκανε βδελυρό

βδέλυγμα ἐποίησε, καὶ προσκυνοῦσιν αὐτό.

εἰδωλο και το προσκυνούν.

 

»γνῶτε, ὅτι σποδὸς ἡ καρδία αὐτῶν, καὶ πλανῶνται, καὶ οὐδεὶς

»Μάθετε ότι η καρδιά τους είναι στάχτη και βρίσκονται στην πλάνη·

δύναται ἐξελέσθαι τὴν ψυχὴν αὐτῶν. ἴδετε, καὶ οὐκ ἐρεῖτε, ὅτι ψεῦδος

κανείς δεν μπορεί να τους σώσει. Δέστε σεις που φτιάξατε τα είδωλα·

ἐν τῇ δεξιᾷ μου».

δεν θα πείτε ότι με το δεξί μας χέρι κάναμε ψεύτικα είδωλα;».

(Ησαΐας, 44).

 

πῶς οὖν οὐκ ἄθεοι παρὰ πᾶσι κριθεῖεν οἱ καὶ παρὰ τῆς θείας γραφῆς

Πώς λοιπόν δεν θα ελεγχθούν ως άθεοι μπροστά σ' όλους όσοι θεωρούνται

ἀσεβείας κατηγορούμενοι; ἢ πῶς οὐκ ἂν εἶεν κακοδαίμονες οἱ οὕτω

και από την ίδια την Αγία Γραφή ασεβείς; Ή πώς δεν είναι κακότυχοι

φανερῶς ἐλεγχόμενοι τὰ ἄψυχα θρησκεύοντες ἀντὶ τῆς ἀληθείας;

όσοι τόσο φανερά αποδεικνύεται ότι λατρεύουν τα άψυχα αντί τα  

ποία δὲ τούτοις ἐλπίς, ἢ τίς ἂν αὐτοῖς γένοιτο συγγνώμη, πεποιθόσιν

αληθινά; Τί ελπίδα έχουν και ποιός μπορεί να τους συγχωρήσει, αφού

ἐπὶ τὰ ἄλογα καὶ ἀκίνητα, ἃ ἀντὶ τοῦ ἀληθινοῦ  Θεοῦ σέβουσιν;

πιστεύουν σε μη λογικά και ψεύτικα όντα, αντί να προσκυνούν τον

αληθινό Θεό;

 

15. Εἴθε γάρ, εἴθε κἂν χωρὶς σχήματος αὐτοῖς τοὺς θεοὺς ἔπλαττεν ὁ

Μακάρι ο τεχνίτης να έφτιαχνε τους θεούς τους χωρίς μορφή, ώστε να μην

τεχνίτης, ἵνα μὴ τῆς ἀναισθησίας φανερὸν ἔχωσι τὸν ἔλεγχον.

είναι ολοφάνερη η απόδειξη της αδιαντροπιάς τους.

ὑπέκλεψαν γὰρ ἂν τὴν ὑπόνοιαν τῶν ἀκεραίων, ὡς αἰσθομένων τῶν

Διότι θα ξεγελούσαν τους απλοϊκούς ότι δήθεν τα είδωλα καταλαβαίνουν,

εἰδώλων, εἰ μὴ τὰ σύμβολα τῶν αἰσθήσεων, οἷον ὀφθαλμοὺς καὶ ῥῖνας

αν βέβαια τα αισθητήρια όργανά τους (μάτια, μύτες, αυτιά, χέρια και

καὶ ὦτα καὶ χεῖρας καὶ στόμα εἶχον ἀκινήτως κείμενα πρὸς τὴν τῆς

στόμα) δεν ήταν  ανίκανα να κινηθούν και να χρησιμοποιήσουν τις

αἰσθήσεως χρῆσιν καὶ τὴν τῶν αἰσθητῶν ἀντίληψιν.

αισθήσεις τους για ν' αντιληφθούν τα αισθητά αντικείμενα.

 

νῦν δὲ ἔχοντες οὐκ ἔχουσι καὶ στήκοντες οὐ στήκουσι, καὶ καθεζόμενοι

Τώρα όμως τα είδωλα έχουν αισθητήρια χωρίς να αισθάνονται, πόδια

οὐ καθέζονται. οὐ γὰρ ἔχουσι τούτων τὴν ἐνέργειαν, ἀλλ᾿ ὡς ὁ πλάσας

χωρίς να στέκονται, και ενώ κάθονται δεν κάθονται. Διότι δεν έχουν την

ἠθέλησεν, οὕτω καὶ μένουσι κείμενοι, Θεοῦ μὲν γνώρισμα μηδὲν

ενέργεια των αισθητηρίων, αλλά μένουν ακίνητοι ως θεοί όπως θέλησε ο

παρέχοντες, ἄψυχοι δὲ καθόλου μόνον ἀνθρώπου τέχνῃ φαινόμενοι

κατασκευαστής τους. Δεν έχουν κανένα γνώρισμα του Θεού, εντελώς

τεθέντες.

άψυχοι, όπως τους έφτιαξε ο τεχνίτης.  

 

Εἴθε δὲ καὶ οἱ τῶν τοιούτων ψευδοθέων κήρυκες καὶ μάντεις, ποιηταὶ

Μακάρι οι κήρυκες και μάντεις αυτών των θεών, εννοώ τους ποιητές και

λέγω καὶ συγγραφεῖς, ἁπλῶς θεοὺς αὐτοὺς εἶναι γεγραφήκεισαν· ἀλλὰ

συγγραφείς, να τους ονομάτιζαν απλά ως θεούς και τίποτε άλλο· να μην

μὴ καὶ τὰς πράξεις αὐτῶν πρὸς ἔλεγχον ἀθεότητος καὶ αἰσχροποιοῦ

ανέφεραν καθόλου τις πράξεις τους, διότι αυτές αποδεικνύουν ότι δεν

πολιτείας ἀναγεγραφήκεισαν. ἠδύναντο γὰρ καὶ μόνῳ τῷ τῆς

είναι θεοί και ότι είναι αισχρή η ζωή τους. Γιατί,  και με μόνο την

θεότητος ὀνόματι τὴν ἀλήθειαν ὑφαρπάσαι, μᾶλλον δὲ τοὺς πολλοὺς

αναφορά στο όνομα  "θεός", μπορεί να γίνει υποκλοπή της αλήθειας και να

ἀπὸ τῆς ἀληθείας πλανῆσαι.

ξεγελαστούν πολλοί.

 

νῦν δὲ ἔρωτας καὶ ἀσελγείας διηγούμενοι τοῦ Διός, καὶ παιδοφθορίας

Τώρα όμως, οι ποιητές διηγούνται τους έρωτες και τις αισχότητες του Δία,

τῶν ἄλλων, καὶ ζηλοτυπίας πρὸς ἡδονὴν τῶν θηλειῶν, καὶ φόβους καὶ

τις παιδεραστίες των υπολοίπων, τίς ερωτικές ζηλοτυπίες των γυναικών,

δειλίας, καὶ τὰς ἄλλας κακίας, οὐδὲν ἄλλο ἢ ἑαυτοὺς ἐλέγχουσιν, ὅτι οὐ

τους φόβους, τις δειλίες και τις άλλες κακίες. Μ' όλα αυτά όμως

μόνον οὐ περὶ θεῶν διηγοῦνται, ἀλλ᾿ οὐδὲ περὶ ἀνθρώπων σεμνῶν,

στιγματίζουν τον εαυτό τους, ότι όχι μόνο για θεούς δεν διηγούνται αλλ'

περὶ δὲ αἰσχρῶν καὶ τοῦ καλοῦ μακρὰν ὄντων μυθολογοῦσιν.

ούτε για σεμνούς ανθρώπους και πλάθουν μύθους αισχρούς και κακούς.

 

16. ᾿Αλλ᾿ ἴσως περὶ τούτων οἱ δυσσεβεῖς ἐπὶ τὴν ἰδιότητα τῶν ποιητῶν

Ίσως όμως, για να δικαιολογηθούν οι ασεβείς, να χρησιμοποιήσουν την

καταφεύξονται, λέγοντες τῶν ποιητῶν ἴδιον εἶναι χαρακτῆρα τὰ μὴ

ιδιότητα των ποιητών λέγοντας ότι έχουν το δικαίωμα να πλάθουν

ὄντα πλάττεσθαι καὶ ψεύδεσθαι περὶ μύθων εἰς ἡδονὴν τῶν ἀκουόντων,

ανύπαρκτα πράγματα και ψεύτικους μύθους για ευχαρίστηση των

οὗ χάριν καὶ τὰ περὶ θεῶν αὐτοὺς πεποιηκέναι φήσουσιν. ἀλλ᾿ αὕτη καὶ

ακροατών. Χάρη σ' αυτό έπλασαν και τα σχετικά με τους θεούς. Κι αυτή

πάντων μᾶλλον ἡ πρόφασις αὐτοῖς ἕωλος δειχθήσεται ἀφ᾿ ὧν αὐτοὶ

όμως η δικαιολογία θα φανεί μετέωρη απ' όλους τους μύθους που 

περὶ τούτων ἔχουσι δόξαν καὶ προτίθενται.

αραδιάζουν για τους θεούς.

 

εἰ γὰρ τὰ παρὰ ποιηταῖς ἐστι πλάσματα καὶ ψευδῆ, ψευδὴς ἂν εἴη καὶ

Διότι, αν όλα όσα λένε οι ποιητές είναι μυθεύματα, τότε ψεύτικο θα ήταν

αὐτὴ ἡ περὶ τοῦ Διὸς καὶ Κρόνου καὶ ῞Ηρας καὶ ῎Αρεως καὶ τῶν ἄλλων

και το όνομα του Δία, του Κρόνου, της Ήρας και των υπόλοιπων θεών.

ὀνομασία. ἴσως γάρ, ὡς αὐτοί φασι, καὶ τὰ ὀνόματα πέπλασται, καὶ

Ίσως βέβαια, όπως λένε αυτοί, και τα ονόματα να είναι πλαστά και στην  

οὐκ ἔστι μὲν ὅλως Ζεύς, οὐδὲ Κρόνος, οὐδὲ ῎Αρης· πλάττονται δὲ

πραγματικότητα δεν υπάρχει καθόλου Δίας ή Κρόνος ή ’ρης. Τους

τούτους ὡς ὄντας οἱ ποιηταὶ πρὸς ἀπάτην τῶν ἀκουόντων.

δημιουργούν οι ποιητές, για να ξεγελούν τους ακροατές τους.

 

πλαττόντων δὲ τῶν ποιητῶν τὰ μὴ ὄντα, πῶς ὡς ὄντας αὐτοὺς

Εφόσον όμως οι ποιητές πλάθουν αυτούς  που δεν υπάρχουν, πώς θα τους

θρησκεύουσιν; ἢ ἴσως γὰρ ἂν πάλιν φήσουσι, τὰ μὲν ὀνόματα οὐ

θεωρούμε αληθινούς θεούς; Ή μήπως θα μας πουν ότι δεν πλάθουν ψευδή

πλάττονται, τὰς δὲ πράξεις ψεύδονται κατ᾿ αὐτῶν; ἀλλὰ καὶ τοῦτο

ονόματα, αλλά ψευδείς πράξεις σε βάρος τους; Κι αυτό όμως δεν αποτελεί

οὐδὲν ἧττον πρὸς ἀπολογίαν αὐτῶν οὐκ ἀσφαλές. εἰ γὰρ τὰς πράξεις

ισχυρό επιχείρημα για να τους απαλλάξει στην απολογία τους. Διότι, αν

ἐψεύσαντο, ἐψεύσαντο πάντως καὶ τὰ ὀνόματα, ὧν καὶ τὰς πράξεις

πλάθουν ψεύτικες πράξεις, ψεύτικα θα είναι και τα ονόματα των

εἶναι διηγήσαντο. ἢ εἰ ἀληθεύουσι περὶ τὰ ὀνόματα, ἀληθεύουσι καὶ

πρωταγωνιστών. Το αντίθετο: αν λένε αλήθεια στα ονόματα, οπωσδήποτε

περὶ τὰς πράξεις ἐξ ἀνάγκης.

αληθινές θα είναι και οι πράξεις.

 

ἄλλως τε οἱ εἶναι τούτους θεοὺς μυθολογήσαντες ἴσασιν ἀληθῶς καὶ ἃ

’λλωστε αυτοί που πλάθουν τους μύθους των θεών γνωρίζουν πολύ καλά

δεῖ θεοὺς πράττειν, καὶ οὐκ ἄν ποτε τὰς ἀνθρώπων θεοῖς προσάψοιεν

και ποιά πρέπει να είναι τα έργα τους. Ποτέ δεν θα απέδιδαν ανθρώπινες

ἐννοίας· ὥσπερ οὐδὲ τὸ τοῦ πυρὸς ἔργον τῷ ὕδατί τις ἀναθήσει· τὸ μὲν

ιδιότητες στους θεούς· όπως δεν αποδίδει κανείς την ιδιότητα της φωτιάς

γὰρ καίει, τὸ δὲ ἔμπαλιν τὴν οὐσίαν ἔχει ψυχράν. εἰ μὲν οὖν αἱ πράξεις

στο νερό· η μία είναι καυτή και το άλλο ψυχρό. Αν οι πράξεις των θεών

εἰσὶ θεῶν ἄξιαι, θεοὶ ἂν εἶεν καὶ οἱ τούτων ἐργάται· εἰ δὲ ἀνθρώπων

είναι αντάξιές τους, τότε θα ήταν θεοί και όσοι τις έκαμαν. Αν όμως

ἐστὶ καὶ ἀνθρώπων οὐ καλῶν τὸ μοιχεύειν καὶ τὰ προειρημένα ἔργα,

οι πράξεις της μοιχείας και οι παρόμοιες χαρακτηρίζουν κακούς

ἄνθρωποι ἂν εἶεν οἱ ταῦτα πράξαντες, καὶ οὐ θεοί.

ανθρώπους, τότε οι δράστες τους είναι άνθρωποι και όχι θεοί.

 

κατ᾿ ἀλλήλους γὰρ ταῖς οὐσίαις καὶ τὰς πράξεις εἶναι χρή, ἵνα καὶ ἐκ τῆς

Διότι οι πράξεις πρέπει να συμφωνούν με τη φύση του δράστη τους· ώστε

ἐνεργείας ὁ πράξας μαρτυρηθῇ, καὶ ἐκ τῆς οὐσίας ἡ πρᾶξις γνωσθῆναι

η ενέργεια να φανερώση τον δράστη και η πράξη να γίνει αντιληπτή από

δυνηθῇ. ὥσπερ οὖν εἴ τις, διαλεγόμενος περὶ ὕδατος καὶ πυρός, καὶ τὰς

την ουσία της. Όπως ακριβώς συμβαίνει με κάποιον που μιλάει για το νερό

τούτων ἐνεργείας ἀπαγγέλλων, οὐκ ἂν εἶπε τὸ μὲν ὕδωρ καίειν, τὸ δὲ

και τη φωτιά· αναφέροντας τις ενέργειές τους, δεν λέει ότι το νερό καίει

πῦρ ψύχειν· οὐδ᾿ εἴ τις περὶ ἡλίου καὶ γῆς διηγεῖτο, ἔλεγεν ἂν τὴν μὲν

ούτε ότι η φωτιά ψυχραίνει. Παρόμοια, σχετικά με τον ήλιο και τη γη, δεν

γῆν φωτίζειν, τὸν δὲ ἥλιον βοτάνας καὶ καρποὺς σπείρεσθαι, ἀλλὰ καὶ

λέει ότι η γη φωτίζει και ο ήλιος βγάζει βότανα και καρπούς· αν έλεγε κάτι

λέγων, πᾶσαν παραπληξίαν ὑπερέβαλεν·

τέτοιο, θα ξεπερνούσε κάθε τρέλα.

 

οὕτως οὐκ ἂν οἱ παρ᾿ αὐτοῖς συγγραφεῖς, καὶ μάλιστα ὁ πάντων

Έτσι λοιπόν οι δικοί τους ποιητές και μάλιστα ο πιο σπουδαίος (εννοεί

ἐξοχώτατος ποιητής, εἴπερ ᾔδεισαν θεοὺς εἶναι τὸν Δία καὶ τοὺς

τον Όμηρο), αν πίστευαν ότι ο Δίας και οι λοιποί είναι θεοί, δεν θα τους

ἄλλους, τοιαύτας αὐτοῖς περιέθηκαν πράξεις, αἳ μὴ εἶναι θεοὺς αὐτοὺς

απέδιδαν τέτοιου είδους πράξεις. Διότι αυτές αποδείχνουν ότι δεν είναι

ἐλέγχουσιν, ἀλλὰ μᾶλλον ἀνθρώπους εἶναι, καὶ ἀνθρώπους οὐ

θεοί αλλά περισσότερο άνθρωποι, καί μάλιστα χωρίς αρετή.

σώφρονας.

 

ἢ εἰ ἐψεύσαντο ὡς ποιηταί, καὶ σὺ τούτων καταψεύδῃ, διὰ τί μὴ καὶ ἐπὶ

Αν όμως κατηγορείς τους ποιητές ότι λόγῳ της ιδιότητάς τους λένε ψέματα,

τῆς ἀνδρείας τῶν ἡρώων ἐψεύσαντο, καὶ ἀντὶ μὲν ἀνδρείας ἀσθένειαν,

γιατί να μη λένε ψέματα και για τα κατορθώματα των ηρώων; Να πλάθουν,

ἀντὶ δὲ ἀσθενείας ἀνδρείαν ἐπλάσαντο; ἔδει γὰρ ὥσπερ ἐπὶ τοῦ Διὸς

δηλαδή, δειλία αντί για ανδρεία και το αντίστροφο; Έπρεπε όπως είπαν

καὶ τῆς ῞Ηρας, οὕτω καὶ τοῦ μὲν ᾿Αχιλλέως ἀνανδρίαν καταψεύσασθαι,

ψέματα για τον Δία και την Ήρα, έτσι να προσάπτουν ψευδώς στον

τοῦ δὲ Θερσίτου δύναμιν θαυμάσαι· καὶ τοῦ μὲν ᾿Οδυσσέως ἀσυνεσίαν

Αχιλλέα δειλία, ενώ στο Θερσίτη (ο πιο δειλός Έλληνας στην εκστρατεία

της Τροίας) δύναμη· να συκοφαντούν τον Οδυσσέα για επιπολαιότητα

διαβαλεῖν, τοῦ δὲ Νέστορος παραφροσύνην πλάσασθαι· καὶ τοῦ μὲν

και τον σοφό Νέστορα για παρανοϊκότητα. Να διηγούνται για τον

Διομήδους καὶ ῞Εκτορος γυναικείας πράξεις, τῆς δὲ ῾Εκάβης ἀνδρείαν

Διομήδη και τον Έκτορα γυναικείες (δειλές) πράξεις, ενώ για την Εκάβη

(γυναίκα του Πριάμου που δείλιασε στην αιχμαλωσία της) ανδρεία.

μυθολογῆσαι. ἐπὶ πάντων γάρ, ὡς αὐτοὶ λέγουσιν, ἔδει τοὺς ποιητὰς

Εφόσον λένε αυτοί ότι οι ποιητές πλάθουν ψέμματα, θα έπρεπε για όλες

πλάττεσθαι καὶ ψεύδεσθαι.

τις περιπτώσεις να το κάνουν.

 

νῦν δὲ τοῖς μὲν ἀνθρώποις τὴν ἀλήθειαν ἐφύλαξαν, τῶν δὲ λεγομένων

Τώρα όμως συμβαίνει το εξής στους ποιητές : ενώ για τους ανθρώπους λένε

θεῶν οὐκ ἐφοβήθησαν καταψεύδεσθαι. καὶ τοῦτο γὰρ ἄν τις αὐτῶν

την αλήθεια, δεν διστάζουν να λένε ψέματα για τους δήθεν θεούς. Ίσως,

εἴποι, ἐν μὲν ταῖς περὶ ἀσελγείας αὐτῶν πράξεσι ψεύδονται· ἐν δὲ τοῖς

βέβαια, να πει κάποιος ότι λένε ψέματα για τις αδιάντροπες πράξεις τους·

ἐπαίνοις, ὅταν πατέρα θεῶν καὶ ὕπατον καὶ ᾿Ολύμπιον καὶ ἐν οὐρανῷ

ενώ, αντίθετα, λένε την αλήθεια στους επαίνους, όταν υμνούν τον Δία ότι

βασιλεύοντα λέγωσι τὸν Δία, οὐ πλάττονται, ἀλλ᾿ ἀληθεύοντες

κυβερνά στον Όλυμπο και τον ουρανό ως πατέρας και ανώτερος όλων των

λέγουσι.

θεών.

 

τοῦτον δὲ οὐ μόνος ἐγώ, ἀλλὰ καὶ πᾶς ὅστις ἐλέγξειε κατ᾿ αὐτῶν εἶναι

Την αλήθεια αυτού του συλλογισμού μπορεί να την καταρρίψει ο καθένας, 

τὸν λόγον. πάλιν γὰρ ταῖς πρώταις ἀποδείξεσιν ἡ ἀλήθεια κατ᾿ αὐτῶν

όχι μόνον εγώ. Με τα πρώτα επιχειρήματα θα λάμψει σε βάρος τους η

φανήσεται. αἱ μὲν γὰρ πράξεις ἀνθρώπους αὐτοὺς εἶναι ἐλέγχουσι, τὰ

αλήθεια. Διότι οι πράξεις που διηγούνται δείχνουν ότι πρόκειται για

δὲ ἐγκώμια ὑπὲρ τὴν ἀνθρώπων ἐστὶ φύσιν· ἑκάτερον δὲ τούτων

ανθρώπους, ενώ οι έπαινοι για υπερανθρώπους. Το καθένα απ' αὐτά δεν

ἀκατάλληλόν ἐστι πρὸς ἑαυτό· οὔτε γὰρ τῶν ἐν οὐρανοῖς ἴδιόν ἐστι

συμφωνεί με το άλλο. Διότι δεν αποτελεί ίδιο των ουράνιων θεών να   

τοιαῦτα πράττειν, οὔτε τοὺς τὰ τοιαῦτα πράττοντας ὑπονοεῖν τις

κάνουν τέτοιες πράξεις, ούτε όσοι τις κάνουν μπορεί να ονομάζονται

δύναται θεούς.

θεοί.

 

17. Τί οὖν ὑπολείπεται νοεῖν, ἢ ὅτι τὰ μὲν ἐγκώμια ψευδῆ καὶ

Τί μας μένει να σκεφθούμε από το ότι τα εγκώμια για τους θεούς είναι

κεχαρισμένα τυγχάνει, αἱ δὲ πράξεις ἀληθεύονται κατ᾿ αὐτῶν; καὶ

ψεύτικα και χαριστικά, ενώ οι αισχρές τους πράξεις αληθινές. Την   

τοῦτο ἀληθὲς ἐκ τῆς συνηθείας ἄν τις ἐπιγνώσεται. οὐδεὶς γὰρ

πραγματικότητα αυτού την επιβεβαιώνει κανείς από πείρα. Κανείς δεν 

ἐγκωμιάζων τινά, καὶ κατηγορεῖ τῆς τούτου πολιτείας· ἀλλὰ μᾶλλον

εγκωμιάζει κάποιον και ταυτόχρονα κατηγορεί τις πράξεις του. Αλλά 

οἷς εἰσιν αἱ πράξεις αἰσχραί, τούτους διὰ τὸν ἐκ τούτων ψόγον

συμβαίνει το εξής: όποιον έχει αισχρή ζωή προσπαθούν με επαίνους να τον

ἐπαίρουσι τοῖς ἐγκωμίοις, ἵνα τῇ τούτων ὑπερβολῇ τοὺς ἀκούοντας

υψώσουν, για να εξαπατήσουν τους ανθρώπους που ακούν για την κακή

ἀπατήσαντες ἐπικρύψωσι τὴν ἐκείνων παρανομίαν.

ζωή του κι έτσι ν' αποκρύψουν την αισχρότητά του.

 

ὥσπερ οὖν εἴ τις, ἐγκωμιάσαι τινὰ προθέμενος, μὴ εὑρίσκοι μὲν ἐκ

Συμβαίνει, όπως ένας που θέλει να εγκωμιάσει κάποιον  και δεν βρίσκει

πολιτείας μηδὲ ἐξ ἀρετῆς τῆς ψυχῆς τὴν πρόφασιν τῶν ἐγκωμίων διὰ

τίποτε άξιο επαίνου ούτε στη συμπεριφορά ούτε στην ψυχή, καθώς αυτά

τὴν ἐν τούτοις αἰσχύνην, ἄλλως δὲ αὐτοὺς ἐπαίροι, τὰ ὑπὲρ αὐτοὺς

προκαλούν ντροπή· τον εξυψώνει τότε με διαφορετικό τρόπο και του

αὐτοῖς χαριζόμενος· οὕτω καὶ οἱ παρ᾿ αὐτοῖς θαυμαστοὶ ποιηταί,

αποδίδει χαρίσματα ανώτερα από την αξία του. Έτσι κάνουν και οι

δυσωπούμενοι ἐπὶ ταῖς αἰσχραῖς πράξεσι τῶν λεγομένων παρ᾿ αὐτοῖς

διάσημοι ποιητές των ειδωλολατρών· ντρέπονται για τις ασιχρές πράξεις

θεῶν, τὸ ὑπὲρ ἄνθρωπον αὐτοῖς προσῆψαν ὄνομα, οὐκ εἰδότες ὅτι οὐ

των δήθεν θεών και τους αποδίδουν υπεράνθρωπο όνομα, αυτό της

ταῖς ὑπὲρ ἄνθρωπον ὑπονοίαις ἐπισκιάσουσιν αὐτῶν τὰ ἀνθρώπινα,

θεότητας. Δεν καταλαβαίνουν ότι η ιδιότητα του υπεράνθρωπης θεότητας

όχι μόνο δεν θα καλύψει τις ανθρώπινες αδυναμίες των ψευτοθεών, 

ἀλλὰ μᾶλλον τοῖς ἀνθρωπίνοις αὐτῶν ἐλαττώμασι τὰς Θεοῦ ἐννοίας

αλλά μάλλον θα τους ξεσκεπάσει, επειδή οι ανθρώπινες αδυναμίες δεν

μὴ ἁρμόζειν αὐτοῖς διελέγξουσι.

ταιριάζουν σε αντιλήψεις για το Θεό.

 

καὶ ἔγωγε νομίζω καὶ παρὰ γνώμην αὐτοῖς εἰρῆσθαι τὰ τούτων πάθη

Εγώ μάλιστα πιστεύω ότι οι ποιητές παρά τη θέλησή τους αναφέρουν τα

καὶ τὰς τούτων πράξεις. ἐπειδὴ γὰρ τὴν τοῦ Θεοῦ ἀκοινώνητον, ὡς

πάθη και τις πράξεις των θεών. Επειδή, όπως λέει η Αγία Γραφή,

εἶπεν ἡ γραφή, προσηγορίαν καὶ τιμὴν τοῖς οὐκ οὖσι θεοῖς, ἀλλ᾿

προσπάθησαν ν' αποδώσουν το όνομα και την τιμή που ανήκει στο Θεό σ'

ἀνθρώποις θνητοῖς ἐσπούδαζον ἀναθεῖναι, καὶ μέγα καὶ δυσσεβὲς ἦν τὸ

αυτούς που δεν είναι θεοί αλλά κοινοί θνητοί· κάτι τέτοιο αποτελεί

ὑπ᾿ αὐτῶν τολμώμενον, τούτου ἕνεκεν καὶ ἄκοντες ὑπὸ τῆς ἀληθείας

μεγάλη ασέβεια. Εξαιτίας αυτής της ασέβειας τους υποχρέωσε η αλήθεια,

ἠναγκάσθησαν τὰ τούτων ἐκθέσθαι πάθη, ἵνα τοῖς μετὰ ταῦτα τὰ

χωρίς τη θέλησή τους, να εκθέσουν τα πάθη των ψευτοθεών. Κι έτσι

τούτων πάθη πρὸς ἔλεγχον τοῦ μὴ εἶναι τούτους θεοὺς ἐν ταῖς περὶ

οι απόγονοί τους να διαβάζουν στα βιβλία τους τα πάθη των θεών και να

αὐτῶν γραφαῖς κείμενα πᾶσι φαίνηται.

αποδείχνεται ότι δεν είναι θεοί.

 

 

18. Τίς οὖν ἀπολογία, τίς ἀπόδειξις περὶ τοῦ εἶναι τούτους θεοὺς γένοιτ᾿

Ποιά λοιπόν δικαιολογία ή απόδειξη για τη θεότητα αυτών θα είχαν

ἂν τοῖς ἐν τούτοις δεισιδαιμονοῦσιν; ἐκ μὲν γὰρ τῶν λεχθέντων μικρῷ

εκείνοι που είναι γεμάτοι από δεισιδαιμονίες; Απ' όσα είπαμε παραπάνω,

πρότερον, ἀνθρώπους αὐτούς, καὶ ἀνθρώπους οὐ σεμνοὺς ὄντας, ὁ

αποδείχτηκε ότι οι θεοί είναι άνθρωποι, και μάλιστα γεμάτοι πάθη.  

λόγος ἀπέδειξεν·

 

εἰς ἐκεῖνο δὲ τάχα τραπήσονται, καὶ μέγα φρονήσουσιν ἐπὶ τοῖς ὑπ᾿

Ίσως όμως θα χρησιμοποιήσουν με καύχηση εκείνο το επιχείρημα, ότι

αὐτῶν εὑρεθεῖσι τῷ βίῳ χρησίμοις, λέγοντες διὰ ταῦτα αὐτοὺς καὶ

οι δήθεν θεοί ανακάλυψαν πράγματα χρήσιμα για τη ζωή των ανθρώπων,

θεοὺς ἡγεῖσθαι, ὅτι τοῖς ἀνθρώποις χρήσιμοι γεγόνασι. Ζεὺς μὲν γὰρ

και γι' αυτό τους λένε θεούς, διότι αποδείχτηκαν χρήσιμοι στους

λέγεται πλαστικὴν τέχνην ἐσχηκέναι, Ποσειδῶν δὲ τὴν τοῦ κυβερνήτου·

ανθρώπους. Λένε ότι ο Δίας ανακάλυψε την τέχνη της πλαστικής, ο 

καὶ ῞Ηφαιστος μὲν χαλκευτικήν, ᾿Αθηνᾶ δὲ τὴν ὑφαντικήν· καὶ

Ποσειδώνας την κυβερνητική, ο Ήφαιστος την κατεργασία του χαλκού, η

᾿Απόλλων μὲν τὴν μουσικήν, ῎Αρτεμις δὲ τὴν κυνηγετικήν, καὶ ῞Ηρα

Αθηνά την υφαντική, ο Απόλλων τη μουσική, η ’ρτεμη το κυνήγι, η Ήρα

στολισμόν, Δήμητρα γεωργίαν, καὶ οἱ ἄλλοι ἄλλας, ὡς οἱ ἱστοροῦντες

τον καλλωπισμό, η Δήμητρα τη γεωργία και άλλοι θεοί άλλες τέχνες, όπως

περὶ αὐτῶν ἐξηγήσαντο.

μας διηγούνται οι ιστορικοί.

 

ἀλλὰ ταύτας καὶ τὰς τοιαύτας ἐπιστήμας οὐκ αὐτοῖς μόνοις ἔδει τοὺς

Αυτές όμως τις τέχνες και τις παρόμοιες επιστήμες έπρεπε οι άνθρωποι να

ἀνθρώπους ἀναθεῖναι, ἀλλὰ τῇ κοινῇ τῶν ἀνθρώπων φύσει, εἰς ἣν

τις αποδώσουν όχι μόνο στους (ψευτο)θεούς αλλά στην ανθρώπινη φύση.

ἀτενίζοντες ἄνθρωποι τὰς τέχνας ἐφευρίσκουσι. τὴν γὰρ τέχνην καὶ οἱ

Διότι αυτή εφευρίσκει τις τέχνες. Εξάλλου πολλοί θεωρούν την τέχνη

πολλοὶ λέγουσι φύσεως αὐτὴν εἶναι μίμημα. εἰ τοίνυν ἐπιστήμονες περὶ

απομίμηση των ιδιοτήτων της ανθρώπινης φύσης. Αν λοιπόν έγιναν

ἃς ἐσπούδασαν τέχνας γεγόνασιν, οὐ διὰ τοῦτο καὶ θεοὺς αὐτοὺς

επιστήμονες, επειδή σπούδασαν τις τέχνες, δεν σημαίνει ότι πρέπει να τους  

νομίζειν ἀνάγκη, ἀλλὰ μᾶλλον ἀνθρώπους.

θεωρούμε και θεούς, αφού είναι άνθρωποι.

 

οὐ γὰρ ἐξ αὐτῶν αἱ τέχναι, ἀλλ᾿ ἐν ταύταις καὶ αὐτοὶ τὴν φύσιν

Διότι δεν προήλθαν οι τέχνες από τους θεούς, αλλά στις τέχνες οι ίδιοι οι

ἐμιμήσαντο. ὄντες γὰρ ἄνθρωποι κατὰ φύσιν δεκτικοὶ ἐπιστήμης κατὰ

άνθρωποι αντίγραψαν την φύση τους. Όντας λοιπόν άνθρωποι με φυσική

τὸν περὶ αὐτῶν τεθέντα ὅρον, οὐδὲν θαυμαστὸν εἰ τῇ ἀνθρωπίνῃ

την ικανότητα να μάθουν, όπως και το είπαμε, δεν είναι παράδοξο που  

διανοίᾳ καὶ αὐτοὶ εἰς τὴν ἑαυτῶν φύσιν ἀποβλέποντες, καὶ ταύτης

επινόησαν τις τέχνες· διότι με το νου τους μελέτησαν τη δική τους φύση

ἐπιστήμην λαβόντες, τὰς τέχνας ἐπενόησαν.

και απ' αυτήν προήλθαν οι γνώσεις.

 

ἢ εἰ διὰ τὰς τῶν τεχνῶν εὑρέσεις θεοὺς αὐτοὺς ἄξιον ἀναγορεύεσθαι

Κι αν ισχυρίζονται ότι πρέπει να τους αναγορεύσουμε θεούς, επειδή

λέγουσιν, ὥρα καὶ τοὺς τῶν ἄλλων τεχνῶν εὑρετὰς θεοὺς ἀναγορεύειν,

ανακάλυψαν τις τέχνες, τότε είναι καιρός να ονομάσουμε θεούς και τους

καθ᾿ ὃν λόγον κἀκεῖνοι τῆς τοιαύτης ὀνομασίας ἠξιώθησαν.

εφευρέτες των άλλων τεχνών, για τον ίδιο λόγο που και οι πρώτοι

ονομάστηκαν.

 

γράμματα μὲν γὰρ ἐφεῦρον Φοίνικες, ποίησιν δὲ ἡρωϊκὴν ῞Ομηρος· καὶ

Για παράδειγμα, είναι κι άλλοι τέτοιοι εφευρέτες. Οι Φοίνικες ανακάλυψαν

διαλεκτικὴν μὲν Ζήνων ὁ ᾿Ελεάτης, ῥητορικὴν δὲ τέχνην Κόραξ ὁ

το αλφάβητο, ο Όμηρος την ηρωϊκή ποίηση, ο Ζήνων ο Ελεάτης τη

Συρακούσιος· καὶ καρπὸν μὲν μελισσῶν ᾿Αρισταῖος, σίτου δὲ σπορὰν

διαλεκτική,ο Συρακούσιος Κόραξ τη ρητορική τέχνη· ο Αρισταίος τη

Τριπτόλεμος· καὶ νόμους μὲν Λυκοῦργος ὁ Σπαρτιάτης καὶ Σόλων ὁ

μελισσοκομία, ο Τριπτόλεμος την καλλιέργεια των σιτηρών· ο Σπαρτιάτης

᾿Αθηναῖος· τῶν δὲ γραμμάτων τὴν σύνταξιν καὶ ἀριθμοὺς καὶ μέτρα

Λυκούργος και ο Αθηναίος Σόλων τη νομοθεσία· ο Παλαμήδης εφεύρεσε

καὶ στάθμια Παλαμήδης ἐφεῦρε· καὶ ἄλλοι ἄλλα καὶ διάφορα τῷ βίῳ

το συντακτικό και την αριθμητική. Και άλλοι πολλοί ανακάλυψαν πολλά

τῶν ἀνθρώπων ἀπήγγειλαν χρήσιμα, κατὰ τὴν τῶν ἱστορησάντων

και διάφορα χρήσιμα για το βίο των ανθρώπων, όπως μας τα διηγούνται

μαρτυρίαν.

οι ιστορικοί.

 

εἴπερ οὖν αἱ ἐπιστῆμαι θεοποιοῦσι, καὶ διὰ ταύτας εἰσὶ θεοὶ γλυπτοί,

Αν λοιπόν η εφεύρεση των επιστημών φτιάχνει τους θεούς και τη λατρεία

ἀνάγκη καὶ τοὺς ὕστερον ἐκείνων ἐφευρετὰς τῶν ἄλλων γενομένους

τους, υποχρεωτικά πρέπει καί όσοι έγιναν κατόπιν εφευρέτες, να

εἶναι κατ᾿ αὐτοὺς θεούς· ἢ εἰ μὴ τούτους ἀξιοῦσι τῆς τοῦ Θεοῦ τιμῆς,

θεωρούνται κι αυτοί θεοί. Αν όμως αυτούς δεν τους αξιώνουν ως θεούς

ἀλλ᾿ ἀνθρώπους ἐπιγινώσκουσιν, ἀκολουθεῖ καὶ τὸν Δία καὶ τὴν ῞Ηραν

αλλά τους κατατάσσουν στην κατηγορία των ανθρώπων, τότε κατ'  

καὶ τοὺς ἄλλους μηδὲ ὀνομάζεσθαι θεούς, ἀλλὰ καὶ αὐτοὺς ἀνθρώπους

ακολουθία πρέπει ο Δίας, η Ήρα και οι λοιποί να μήν καλούνται θεοί· να

γεγενῆσθαι πιστεύειν, καὶ κατὰ περιττὸν ὅτι μηδὲ σεμνοὶ γεγόνασιν,

θεωρείται ότι κι αυτοί υπήρξαν άνθρωποι. Ακόμη περισσότερο διότι δεν

ὡς καὶ ἀπ᾿ αὐτῆς τῆς τῶν ἀγαλμάτων γλυφῆς οὐδὲν ἕτερον ἢ

ήταν σεμνοί, όπως το δείχνουν και τα αγάλματά τους· αποδεικνύουν ότι

ἀνθρώπους αὐτοὺς ἐλέγχουσι.

τίποτε άλλο δεν ήταν παρά μόνον άνθρωποι.

 

19. Τίνα γὰρ ἄλλην αὐτοῖς γλύφοντες ἐπιβάλλουσι μορφὴν ἢ τὴν

Διότι, με τη γλυπτική, ποιά άλλη μορφή δίνουν στους (ψευτο)θεούς παρά

ἀρρένων καὶ γυναικῶν, καὶ τῶν ἔτι κατωτέρω τούτων καὶ ἀλόγων

ανδρών ή γυναικών; Και ακόμη δίνουν μορφές κατώτερων όντων που δεν

ὄντων τὴν φύσιν πετεινῶν παντοίων, τετραπόδων ἡμέρων τε καὶ

έχουν φύση λογική, όπως κάθε είδους πτηνά, ήμερα και άγρια τετράποδα,

ἀγρίων, καὶ ἑρπετῶν, ὅσα γῆ καὶ θάλαττα καὶ πᾶσα τῶν ὑδάτων ἡ

ερπετά, όσα περιέχει η γη, η θάλασσα και κάθε είδους νερά.

φύσις φέρει;

 

εἰς γὰρ τὴν τῶν παθῶν καὶ ἡδονῶν ἀλογίαν πεσόντες οἱ ἄνθρωποι,

Διότι οι άνθρωποι έπεσαν στον παραλογισμό των παθών και των ηδονών·

καὶ πλέον οὐδὲν ὁρῶντες ἢ ἡδονὰς καὶ σαρκὸς ἐπιθυμίας, ὡς ἐν τούτοις

δεν σκέπτονταν τίποτε άλλο παρά ηδονές και σαρκικές επιθυμίες. Με το  

τοῖς ἀλόγοις τὴν διάνοιαν ἔχοντες, ἐν ἀλόγοις καὶ τὸ  Θεῖον

νου λοιπόν στραμμένο σ' αυτά τα παράλογα, αναπαράστησαν το θείο με

ἀνεπλάσαντο κατὰ τὴν ποικιλίαν τῶν παθῶν ἑαυτῶν, καὶ θεοὺς

μη λογικές παραστάσεις σύμφωνα με τα πάθη τους, και έτσι με τα γλυπτά

τοσούτους γλύψαντες.

παράστησαν πολλούς θεούς.

 

τετραπόδων τε γὰρ εἰκόνες καὶ ἑρπετῶν, καὶ πετεινῶν εἰσι παρ᾿ αὐτοῖς,

Έχουν λοιπόν ως θεούς παραστάσεις ζώων, ερπετών και πτηνών, όπως το

καθὼς καὶ ὁ τῆς θείας καὶ ἀληθοῦς εὐσεβείας ἑρμηνεύς φησιν·

λέει ο θείος και αληθινός ερμηνευτής της Αγίας Γραφής: «Απατήθηκαν με

«᾿Εματαιώθησαν ἐν τοῖς διαλογισμοῖς αὐτῶν, καὶ ἐσκοτίσθη ἡ ἀσύνετος

με τις μάταιες σκέψεις τους και σκοτείνιασε η ανόητη καρδιά τους.

αὐτῶν καρδία· φάσκοντες εἶναι σοφοί, ἐμωράνθησαν, καὶ ἤλλαξαν τὴν

Ενώ ισχυρίζονταν πως είναι σοφοί, αποδείχθηκαν ανόητοι· προτίμησαν,

δόξαν τοῦ ἀφθάρτου Θεοῦ ἐν ὁμοιώματι εἰκόνος φθαρτοῦ ἀνθρώπου,

αντί τη δόξα του αιώνιου Θεού, είδωλα εικόνας θνητών ανθρώπων και

καὶ πετεινῶν καὶ τετραπόδων καὶ ἑρπετῶν· διὸ καὶ παρέδωκεν αὐτοὺς

πτηνών, ζώων και ερπετών. Γι' αυτό επίτρεψε ο Θεός να πέσουν σε  

ὁ Θεὸς εἰς πάθη ἀτιμίας».

ατιμωτικά πάθη».

 

προπαθόντες γὰρ τὴν ψυχὴν ταῖς τῶν ἡδονῶν ἀλογίαις, ὡς προεῖπον,

Αφού λοιπόν, όπως προείπαμε, πρώτα χτυπήθηκε η ψυχή τους με τις

ἐπὶ τὴν τοιαύτην θεοπλαστίαν κατέπεσον· καὶ πεσόντες, λοιπὸν ὡς

παράλογες ηδονές, ύστερα ξέπεσαν σε τέτοιου είδους ειδωλολατρεία. Για

παραδοθέντες ἐν τῷ ἀποστραφῆναι τὸν Θεὸν αὐτοὺς οὕτως ἐν αὐτοῖς

την πτώση τους αυτή στην άρνηση του αληθινού Θεού, επέτρεψε Εκείνος

κυλίονται, καὶ ἐν ἀλόγοις τὸν τοῦ Λόγου Πατέρα  Θεὸν ἀπεικάζουσι.

να κυλίονται στα πάθη και ν' απεικονίζουν το Θεό Πατέρα του Κυρίου με

παράλογα είδωλα.

 

Περὶ ὧν οἱ παρ᾿ ῞Ελλησι λεγόμενοι φιλόσοφοι καὶ ἐπιστήμονες,

Σχετικά μ' αυτά, οι θεωρούμενοι φιλόσοφοι και επιστήμονες από τους

ἐλεγχόμενοι μὲν οὐκ ἀρνοῦνται ἀνθρώπων εἶναι καὶ ἀλόγων μορφὰς

ειδωλολάτρες, όταν τους κατηγορούν, δεν αρνούνται ότι οι δήθεν θεοί

καὶ τύπους τοὺς φαινομένους αὐτῶν θεούς· ἀπολογούμενοι δὲ λέγουσι

είναι μορφές ανθρώπων και κτηνών· κι όταν απολογούνται, λένε ότι έχουν

διὰ τοῦτο αὐτοὺς ἔχειν, ἵνα διὰ τούτων τὸ Θεῖον αὐτοῖς ἀποκρίνηται

αυτά τα είδωλα, για να τους απαντά και παρουσιάζεται ο θεός μέσῳ

καὶ φαίνηται· οὐκ ἄλλως γὰρ αὐτὸν τὸν ἀόρατον δύνασθαι γνῶναι ἢ

αυτών. Διότι, δεν είναι δυνατό με άλλο τρόπο να γνωρίσουν τον αόρατο

διὰ τῶν τοιούτων ἀγαλμάτων καὶ τελετῶν.

θεό παρά με τέτοια αγάλματα και λατρευτικές τελετές.

 

οἱ δὲ ἔτι τούτων φιλοσοφώτεροι καὶ βαθύτερα λέγειν νομίζοντές φασι

Οι πιο φιλόσοφοι και βαθυστόχαστοι βέβαια απ' αυτούς ισχυρίζονται ότι

διὰ τοῦτο ταῦτα κατεσκευάσθαι καὶ τετυπῶσθαι πρὸς ἐπίκλησιν καὶ

παριστάνουν τους θεούς με τέτοια είδωλα, για να επικαλούνται μ' αυτά

ἐπιφάνειαν θείων ἀγγέλων καὶ δυνάμεων, ἵνα διὰ τούτων

την εμφάνιση αγγέλων και θείων δυνάμεων· έτσι με τις εμφανίσεις

ἐπιφαινόμενοι γνωρίζωσιν αὐτοῖς περὶ τῆς τοῦ Θεοῦ γνώσεως·

τους θα τους διδάξουν τη γνώση του Θεού.

 

καὶ εἶναι τούτους ὥσπερ γράμματα τοῖς ἀνθρώποις, οἷς ἐντυγχάνοντες

Λένε ότι τα είδωλα είναι για τους ανθρώπους σαν τα γράμματα που τα

δύνανται γινώσκειν περὶ τῆς τοῦ Θεοῦ καταλήψεως, ἀπὸ τῆς δι᾿ αὐτῶν

διαβάζουν και μπορούν να κατανοήσουν το Θεό με τη βοήθεια αγγελικών

γινομένης τῶν θείων ἀγγέλων ἐπιφανείας. ταῦτα μὲν οὕτως ἐκεῖνοι

εμφανίσεων. Αυτά βέβαια εκείνοι με τέτοιους μύθους τα αξιολογούν.

μυθολογοῦσιν· οὐ γὰρ θεολογοῦσι· μὴ γένοιτο. ἐὰν δέ τις ἐξετάσῃ τὸν

Και βέβαια δεν θεολογούν· ευτυχώς, που δεν το κάνουν. Αν κανείς όμως

λόγον μετ᾿ ἐπιμελείας, εὑρήσει τούτων οὐκ ἔλαττον τῶν πρότερον

εξετάσει με επιμέλεια τα λεγόμενά τους, θα διαπιστώσει ότι και αυτές οι

δειχθέντων τὴν δόξαν εἶναι ψευδῆ.

απόψεις είναι εξίσου ψευδείς με τίς προηγούμενες.

 

20. Εἴποι γὰρ ἄν τις πρὸς αὐτοὺς παρελθὼν ἐπ᾿ ἀληθείᾳ κρινούσῃ· πῶς

Θα μπορούσε βέβαια να τους πει κάποιος την αλήθεια που θα τους κρίνει.

ἀποκρίνεται ἢ γνωρίζεται Θεὸς διὰ τούτων; πότερον διὰ τὴν

Πώς μ' αυτά τα είδωλα διακρίνεται και γνωρίζεται ο Θεός; Με ποιό από

περικειμένην αὐτοῖς ὕλην, ἢ διὰ τὴν ἐν αὐτοῖς μορφήν; εἰ μὲν γὰρ διὰ

δύο; Με το υλικό κατασκευής τους ή με τη μορφή που εικονίζουν; Αν

τὴν ὕλην, τίς ἡ χρεία τῆς μορφῆς, καὶ μή, πρὶν πλασθῆναι ταῦτα, διὰ

γίνεται με το υλικό, τί χρειάζεται η μορφή; Και μήπως δεν εμφανιζόταν

πάσης ἁπλῶς ὕλης ἐπιφαίνεσθαι τὸν Θεόν; μάτην δὲ καὶ τοὺς ναοὺς

ο Θεός με ασχημάτιστη την ύλη, πριν από τη δημιουργία των ειδώλων;

περιετείχισαν, συγκλείοντες ἕνα λίθον ἢ ξύλον ἢ χρυσοῦ μέρος, πάσης

Μάταια αυτοί περιβάλλουν τους ναούς με τείχη, κλείνοντας μέσα τους μια

τῆς γῆς πεπληρωμένης τῆς τούτων οὐσίας.

πέτρα ή ένα κομμάτι ξύλου ή χρυσού, εφόσον όλη η γη είναι γεμάτη από

τέτοιου είδους υλικά.

 

εἰ δὲ ἡ ἐπικειμένη μορφὴ αἰτία γίνεται τῆς θείας ἐπιφανείας, τίς ἡ χρεία

Εάν πάλι η μορφή που εικονίζεται στα είδωλα γίνεται αιτία της εμφάνισης

τῆς ὕλης τοῦ χρυσοῦ καὶ τῶν ἄλλων, καὶ μὴ μᾶλλον δι᾿ αὐτῶν τῶν

του Θεού, τί χρειάζεται η ύλη του χρυσού και των άλλων υλικών; Και δεν

φύσει ζώων, ὧν εἰσι μορφαὶ τὰ γλύμματα, τὸν Θεὸν ἐπιφαίνεσθαι;

εμφανίζεται καλύτερα ο Θεός με τα ίδια τα φυσικά ζώα, τα οποία

καλλίων γὰρ ἂν ἡ περὶ τοῦ Θεοῦ δόξα κατὰ τὸν αὐτὸν λόγον ἐγεγόνει,

εικονίζοντα στα αγάλματα;  Διότι με τον τρόπο αυτό θα σχηματιζόταν

εἰ διὰ ζώων ἐμψύχων λογικῶν τε καὶ ἀλόγων ἐπεφαίνετο, καὶ μὴ ἐν

καλύτερη η αντίληψη για το Θεό, αν εμφανιζόταν καθεαυτός με έμψυχα

ἀψύχοις καὶ ἀκινήτοις προσεδοκᾶτο· ἐφ᾿ οἷς μάλιστα καθ᾿ ἑαυτῶν

ζώα, λογικά ή μη, και όχι με άψυχα και ακίνητα, τα οποία συνιστούν

ἀσέβειαν ἐργάζονται.

μεγάλη ασέβεια.

 

τὰ γὰρ φύσει ζῶα τετράποδά τε καὶ πετεινὰ καὶ ἑρπετὰ βδελυττόμενοι

Ενώ σιχαίνονται και αποστρέφονται τα φυσικά ζώα, είτε είναι τετράποδα

καὶ ἀποστρεφόμενοι ἢ διὰ τὴν ἀγριότητα ἢ διὰ τὴν ῥυπαρίαν, ὅμως

είτε πτηνά και ερπετά, εξαιτίας της αγριότητας και ακαθαρσίας τους, 

τοὺς τούτων τύπους ἐν λίθοις καὶ ξύλοις καὶ χρυσῷ γλύψαντες

παρ' όλ' αυτά αποτυπώνουν τις μορφές τους σε πέτρες, ξύλα και χρυσό και 

θεοποιοῦσιν. ἔδει δὲ αὐτὰ μᾶλλον τὰ ζῶντα θρησκεύειν αὐτοὺς ἢ τοὺς

τα θεοποιούν. Το σωστό βέβαια θα ήταν να θεοποιούν τα ίδια τα ζώα και

τούτων τύπους ἐν τούτοις προσκυνεῖσθαι.

όχι να λατρεύουν τα είδωλά τους.

 

ἢ τάχα τούτων μὲν οὐδέν, οὔτε ἡ μορφὴ οὔτε ἡ ὕλη αἰτία τῆς Θεοῦ

Ίσως, κανένα από τα δύο, ούτε η μορφή ούτε το υλικό κατασκευής να

παρουσίας ἐστί· μόνη δὲ ἡ μετ᾿ ἐπιστήμης τέχνη τὸ Θεῖον ἐκκαλεῖται,

είναι αιτία της παρουσίας του Θεού. Μόνο η επιστημονική τέχνη καλεί το

ἅτε δὴ μίμημα τῆς φύσεως αὐτὴ τυγχάνουσα. ἀλλ᾿ εἰ διὰ τὴν

Θεό να εμφανιστεί, επειδή αυτή μιμείται τη φύση. Αν όμως πάλι, εξαιτίας

ἐπιστήμην ἐπιφοιτᾷ τὸ Θεῖον τοῖς γλύμμασι, τίς πάλιν ἡ χρεία τῆς ὕλης,

της επιστήμης εμφανίζεται ο Θεός στα αγάλματα, τότε τί χρειαζόμαστε την

οὔσης τῆς ἐπιστήμης ἐν τοῖς ἀνθρώποις; εἰ γὰρ ὅλως διὰ τὴν τέχνην

ύλη, αφού έχουμε την επιστήμη; Ἄν τέλος παρουσιάζεται ο Θεός εξαιτίας

ἐπιφαίνεται ὁ Θεός, καὶ διὰ τοῦτο θρησκεύονται ὡς θεοὶ τὰ γλύμματα,

της τέχνης, και για το λόγο αυτό προσκυνούνται τα γλυπτά ως θεοί, τότε

ἔδει τοὺς ἀνθρώπους τῆς τέχνης ὄντας ἀρχηγοὺς προσκυνεῖσθαι καὶ

θα έπρεπε οι άνθρωποι που δημιουργούν την τέχνη, να προσκυνοῦνται και

θρησκεύεσθαι, ὅσῳ καὶ λογικοὶ καὶ τὴν ἐπιστήμην ἔχουσιν ἐν ἑαυτοῖς.

να λατρεύονται, αφού και λογική έχουν και την επιστήμη κατέχουν.

 

21. Περὶ δὲ τῆς δευτέρας αὐτῶν καὶ βαθυτέρας δῆθεν ἀπολογίας, καὶ

Όσον αφορά τη δεύτερη και σπουδαιότερη δικαιολογία τους, θα μπορούσε

ταῦτα ἄν τις ἀκολούθως εἴποι· εἰ οὐ διὰ τὴν αὐτοῦ τοῦ Θεοῦ

κανείς να πει τα εξής: αν, ειδωλολάτρες, έχετε κατασκευάσει τα είδωλα όχι

ἐπιφάνειαν ταῦτα ὑμῖν πεποίηται, ὦ ῞Ελληνες, ἀλλὰ διὰ τὴν ἀγγέλων

για να εμφανιστεί ο Θεός αλλά να παρουσιαστούν σ' αυτά άγγελοι,

ἐκεῖ παρουσίαν, διὰ τί τὰ ἀγάλματα, δι᾿ ὧν ἐπικαλεῖσθε τὰς δυνάμεις,

για ποιό λόγο αποδίδετε μεγαλύτερη αξία στα αγάλματα με τα οποία

κρείττονα καὶ ὑπὲρ αὐτὰς τὰς ἐπικληθείσας δυνάμεις ποιεῖτε;

επικαλείστε τις δυνάμεις, παρά σ' αυτές τις ίδιες τις δυνάμεις που

επικαλείστε;

 

χάριν γὰρ τῆς περὶ Θεοῦ καταλήψεως γλύφοντες τὰς μορφάς, ὥς φατε,

Όπως ισχυρίζεστε, φτιάχνετε αγάλματα για να γνωρίσετε το Θεό· δίδετε

αὐτοῦ τοῦ Θεοῦ τὴν τιμὴν καὶ προσηγορίαν αὐτοῖς τοῖς γλύμμασι

το όνομα και την τιμή του ίδιου του Θεού σ' αυτά τα αγάλματα και έτσι

περιτίθετε, πρᾶγμα πάσχοντες οὐκ εὐαγές. ὁμολογοῦντες γὰρ

καταντάτε σε μεγάλη ασέβεια. Ενώ ομολογείτε ότι η δύναμη του Θεού

ὑπεραίρειν τὴν τοῦ Θεοῦ δύναμιν τῆς τῶν ἀγαλμάτων σμικρότητος,

ξεπερνά την αδυναμία των αγαλμάτων, δεν τολμάτε να επικαλεστείτε το  

καὶ διὰ τοῦτο μὴ τολμῶντες τὸν Θεὸν δι᾿ αὐτῶν, τὰς δὲ ἐλάττω

Θεό διά μέσου αυτών, αλλά επικαλείστε τις ασθενέστερες δυνάμεις.

δυνάμεις ἐπικαλεῖσθαι, αὐτοὶ ταύτας ὑπερβάντες, οὗ τὴν παρουσίαν

Και παρ' όλ' αυτά, παραβλέπετε και αυτές τις δυνάμεις καί δώσατε το

ἐφοβήθητε, τούτου τὴν προσηγορίαν τοῖς λίθοις καὶ ξύλοις ἀνεθήκατε,

όνομα του Θεού, του οποίου φοβείστε την παρουσία, σε πέτρες και ξύλα.

καὶ θεοὺς ἀντὶ λίθων καὶ τέχνης ἀνθρώπων ὀνομάζετε καὶ προσκυνεῖτε.

Τα ονομάζετε αυτά θεούς, αντί για πέτρες και αντικείμενα της τέχνης των

ανθρώπων, και μάλιστα τα προσκυνείτε.

 

εἰ γὰρ καὶ ὡς γράμματά εἰσιν ὑμῖν ταῦτα, ὡς ψεύδεσθε, τῆς ἐπὶ Θεὸν

Κι αν αυτά τα είδωλα, όπως ψευδώς το λέτε, σας χρησιμεύουν σαν

θεωρίας, οὐ δίκαιον τὰ σημαίνοντα τοῦ σημαινομένου προτιμᾷν. οὐδὲ

γράμματα, για ν' ανεβείτε στο Θεό, δεν είναι σωστό να προτιμάτε τα

γὰρ εἰ γράφοι τις τὸ βασιλέως ὄνομα, ἀκινδύνως ἔχοι τὸ γράμμα

σύμβολα από το συμβολιζόμενο. Διότι, αν κανείς γράψει το όνομα του

προτιμῶν τοῦ βασιλέως· ἀλλ᾿ ὁ τοιοῦτος θάνατον μὲν ἔχει τὴν ζημίαν,

βασιλιά, δεν κινδυνεύει λιγότερο αν προτιμήσει το γράμμα από το βασιλιά·

τὸ δὲ γράμμα τῇ τοῦ γράψαντος ἐπιστήμῃ τετύπωται.

θα τιμωρηθεί με θάνατο, ενώ το γράμμα τυπώνεται με την επιστήμη της

γραφής.

 

οὕτω καὶ ὑμεῖς, εἴπερ ἐρρωμένον εἴχετε τὸν λογισμόν, οὐκ ἂν τὸ

Έτσι και σεις, αν έχετε υγιή το νου σας, δεν θα αποδίδατε το τόσο μεγάλο

τηλικοῦτον τῆς θεότητος γνώρισμα εἰς ὕλην κατεφέρετε· ἀλλὰ καὶ τὸ

γνώρισμα της θεότητος στην ύλη· ούτε θα προτιμούσατε περισσότερο το

γλύμμα οὐκ ἂν προετιμήσατε τοῦ γλύψαντος ἀνθρώπου. εἰ γὰρ καὶ

γλυπτό από τον γλύπτη άνθρωπο που το κατασκεύασε. Διότι, αν τα

ὅλως ὡς γράμματα σημαίνουσι τὴν τοῦ Θεοῦ ἐπιφάνειαν, καὶ διὰ

γράμματα δηλώνουν την παρουσία του Θεού, εξαιτίας αυτού, επειδή

τοῦτο ὡς Θεὸν σημαίνοντα, θεοποιίας εἰσὶν ἄξια· ἀλλὰ γοῦν τὸν ταῦτα

παριστάνουν το Θεό, αξίζει να θεοποιηθούν. Πολύ περισσότερο όμως

γλύψαντα καὶ χαράξαντα, φημὶ δὴ πάλιν τὸν τεχνίτην, πολλῷ πλέον

αξίζει να θεοποιηθεί ο τεχνίτης που τα σμίλευσε και χάραξε, διότι είναι

ἔδει θεοποιηθῆναι, ὡς μᾶλλον ἐκείνων δυνατώτερον καὶ θειότερον

πιό ισχυρός και πιο κοντά στο Θεό από εκείνους· καθόσον και τα

ὑπάρχοντα, ὅσῳ κἀκεῖνα κατὰ τὴν αὐτοῦ βούλησιν ἐξέσθη καὶ

αγάλματα τα πελέκησε και τα μορφοποίησε ο τεχνίτης σύμφωνα με την

τετύπωται.

καλαισθησία του.

 

εἰ τοίνυν τὰ γράμματα θαύματός εἰσιν ἄξια, πολλῷ πλέον ὁ γράψας

Αν λοιπόν τα είδωλα είναι άξια θαυμασμού, πολύ περισσότερο θαυμασμό

ὑπεραίρει τῷ θαύματι διὰ τὴν τέχνην καὶ τὴν τῆς ψυχῆς ἐπιστήμην.

αξίζει ο τεχνίτης που τα χάραξε λόγῳ της τέχνης και της ιδιοφυίας του.

οὐκοῦν εἰ μὴ διὰ τοῦτο θεοὺς αὐτοὺς ἄξιον νομίζειν, πάλιν αὐτοὺς ἄν

Επομένως, αν γι' αυτό δεν αξίζει να θεωρούνται θεοί, πάλι θα τους

τις ἔροιτο περὶ τῆς τῶν εἰδώλων μανίας, τὴν αἰτίαν τῆς τοιαύτης

ρωτούσε κανείς για την παραφροσύνη των ειδώλων, ζητώντας να μάθει

αὐτῶν μορφῆς παρ᾿ αὐτῶν ἀξιῶν μαθεῖν.

απ' αυτούς για ποιό λόγο δόθηκε σ' αυτά μια τέτοια μορφή.

 

22. Εἰ μὲν γὰρ ὅτι ἀνθρωπόμορφόν ἐστι τὸ Θεῖον, διὰ τοῦτο οὕτω

Αν όμως ο Θεός απεικονίζεται μόνον με μορφή ανθρώπου, τότε γιατί

τετύπωται, διὰ τί καὶ ἀλόγων αὐτῷ τύπους περιτιθέασιν; εἰ δὲ ζώων

τον παριστάνουν με μορφή αλόγων ζώων; Αν πάλι η εικόνα του είναι

ἀλόγων ἐστὶν ὁ τούτου τύπος, διὰ τί καὶ λογικῶν αὐτῷ περιτιθέασι

ζωόμορφη, τότε γιατί τον παριστάνουν με μορφή λογικών όντων; Και αν  

γλυφάς; εἰ δὲ τὸ συναμφότερόν ἐστι, καὶ ἐξ ἀμφοτέρων κατειλήφασι τὸν

πάλι και τα δύο είνα σωστά και απεικονίζουν το Θεό και με τους δύο

Θεόν, ὅτι τε ἀλόγων καὶ λογικῶν ἔχει τοὺς τύπους, τί διαιροῦσι τὰ

τύπους μορφής, διότι είναι και ζωόμορφος και ανθρωπόμορφος, τότε γιατί

συνημμένα, καὶ χωρίζουσι τὴν ἀλόγων καὶ ἀνθρώπων γλυφήν, καὶ οὐ

ξεχωρίζουν αυτά που συνδέονται και διακρίνουν το άγαλμα του ζώου

πάντοτε ἐξ ἀμφοτέρων αὐτὸν γλύφουσιν, ὁποῖα τὰ παρὰ τοῖς μύθοις

απ' αυτό του ανθρώπου; Γιατί δεν φτιάχνουν το Θεό και με τις δύο μορφές

ἐστὶ πλάσματα, ἡ Σκύλλα καὶ ἡ Χάρυβδις καὶ ὁ ῾Ιπποκένταυρος καὶ ὁ

όπως είναι τα μυθικά πλάσματα Σκύλλα και Χάρυβδις, ο Ιπποκένταυρος

παρ᾿ Αἰγυπτίοις κυνοκέφαλος ῎Ανουβις; ἔδει γὰρ ἢ μόνους αὐτοὺς οὕτω

και ο σκυλοκέφαλος ’ννουβις των Αιγυπτίων; Θα έπρεπε ή να έχουν έτσι

γράφεσθαι διφυεῖς, ἢ μίαν αὐτῶν ἐχόντων μορφήν, μὴ καὶ τὴν ἄλλην

δύο μορφές ή να έχουν μόνο μία μορφή και να μη φτιάχνουν άλλη που θα

ἀναπλάττεσθαι κατ᾿ αὐτῶν.

είναι σε αντίθετη της άλλης.

 

καὶ πάλιν εἰ ἀρρενικαὶ τούτων εἰσὶν αἱ μορφαί, διὰ τί καὶ θηλειῶν αὐτοῖς

Εάν πάλι η μορφή των θεών είναι αρσενικού γένους, γιατί τους αποδίδουν

περιτιθέασι τύπους; εἰ δὲ θηλυκῶν εἰσι, διὰ τί καὶ ἀρρενικῶν κατ᾿ αὐτῶν

και θηλυκή μορφή; Αν όμως είναι θηλυκού γένους, γιατί τους παριστάνουν

ψεύδονται τὰς μορφάς; εἰ δὲ πάλιν τὸ συναμφότερόν εἰσιν, ἔδει μὴ

με αρσενική μορφή λέγοντας ψέμματα; Κι αν τέλος έχουν δύο γένη, θα

διαιρεῖσθαι, ἀλλὰ ἀμφότερα συνάπτεσθαι, καὶ γίνεσθαι κατὰ τοὺς

έπρεπε να μη τα χωρίζουν, αλλά να τα εικονίζουν μαζί· να είναι σαν τους

λεγομένους ἑρμαφροδίτους, ἵνα μὴ μόνον ἀσέβειαν καὶ συκοφαντίαν,

λεγόμενους ερμαφρόδιτους. Έτσι, η δεισιδαιμονία τους θα δίνει αφορμή

ἀλλὰ καὶ γέλωτας αὐτῶν ἡ δεισιδαιμονία τοῖς ὁρῶσι παράσχῃ·

στους θεατές των ειδώλων όχι μόνο για ασέβεια και κακολογία αλλά και

για γέλια.

 

καὶ ὅλως εἰ σωματοειδὲς τὸ Θεῖον ὑπολαμβάνουσιν, ὥστε καὶ γαστέρα

Γενικά, αν θεωρούν το θείο με μορφή σωματική, ώστε να επινοούν και να

καὶ χεῖρας καὶ πόδας, καὶ πάλιν αὐχένα καὶ στήθη καὶ τὰ ἄλλα τὰ πρὸς

φαντάζονται ότι έχει κοιλιά, χέρια, πόδια, αυχένα, στήθη και τα υπόλοιπα

γένεσιν ἀνθρώπων μέλη ἐπινοεῖν αὐτῷ καὶ ἀναπλάττειν, ὅρα εἰς ὅσην

μέλη του σώματος για αναπαραγωγή, πρόσεξε σε πόση ασέβεια και αθεΐα

ἀσέβειαν καὶ ἀθεότητα καταπέπτωκε τούτων ὁ νοῦς, ὥστε τοιαῦτα

κατέπεσε ο νους τους, ώστε τέτοια να σκέφτονται για το Θεό!

ὑπονοεῖν περὶ τοῦ Θείου.

 

ἀκολουθεῖ γὰρ αὐτῷ καὶ τὰ ἄλλα τοῦ σώματος πάντως πάσχειν,

Διότι ακολουθούν οπωσδήποτε και τα υπόλουπα πάθη του σώματος,

ὥστε καὶ τέμνεσθαι, καὶ διαιρεῖσθαι, καὶ πάλιν ἐξ ὅλου φθείρεσθαι·

δηλαδή να τέμνεται, να διαιρείται και ολοκληρωτικά να καταστρέφεται.

ταῦτα δὲ καὶ τὰ τοιαῦτα οὐκ ἴδια  Θεοῦ, ἀλλὰ μᾶλλον τῶν ἐπὶ γῆς

Αυτά όμως και τα παρόμοιά τους δεν χαρακτηρίζουν το Θεό, αλλά τα

σωμάτων ἐστίν. ὁ μὲν γὰρ Θεὸς ἀσώματός ἐστι καὶ ἄφθαρτος καὶ

γήϊνα σώματα. Διότι ο Θεός είναι και ασώματος και άφθαρτος και

ἀθάνατος, οὐδενὸς εἰς ὁτιοῦν δεόμενος· ταῦτα δὲ καὶ φθαρτὰ καὶ

αθάνατος· δεν χρειάζεται τίποτε απ' αυτά σέ καμιά περίπτωση. Ενώ αυτά

σωμάτων εἰσὶ τύποι, καὶ τῆς παρ᾿ αὐτῶν ἐπιδεόμενα χρείας, ὥσπερ

είναι φθαρτά και μορφές σωμάτων και έχουν ανάγκη φροντίδας, όπως το

καὶ πρότερον εἴρηται· πολλάκις γοῦν ὁρῶμεν ἀνακαινουμένους τοὺς

είπαμε προηγουμένως. Πολλές φορές βλέπουμε να επισκευάζονται όσοι

παλαιωθέντας, καὶ οὓς ὁ χρόνος ἢ ὑετὸς ἢ ἄλλο τι τῶν ἐπὶ γῆς ζώων

πάλιωσαν και όσους εξαφάνισε ο χρόνος, η βροχή ή κάτι άλλο από τα ζώα

ἠφάνισε, τούτους ἀναπλαττομένους.

της γης· αυτοί ξαναφτιάχνονται.

 

ἐφ᾿ ᾧ ἄν τις αὐτῶν καταγνώσεται τῆς παραφροσύνης· ὅτι ὧν αὐτοὶ

Θα μπορούσε κάποιος να τους κατηγορήσει για την παραφροσύνη τους

ποιηταὶ τυγχάνουσι, τούτους θεοὺς ἀναγορεύουσι· καὶ οὓς αὐτοὶ ταῖς

και στα εξής: Ονομάζουν θεούς αυτούς που οι ίδιοι δημιούργησαν. Ζητούν

τέχναις περικοσμοῦσιν ἕνεκα τοῦ μὴ φθαρῆναι παρὰ τούτων, αὐτοὶ

την λύτρωση απ' αυτούς που οι ίδιοι με τις τέχνες τους συντήρησαν, για

σωτηρίαν αἰτοῦσι· καὶ οὓς οὐκ ἀγνοοῦσι δεομένους τῆς αὐτῶν

να μην καταστραφούν. Ζητούν να ικανοποιήσουν τις ανάγκες τους αυτοί

ἐπιμελείας, παρὰ τούτων αὐτοὶ τὰς ἑαυτῶν χρείας ἀξιοῦσιν

που γνωρίζουν ότι έχουν ανάγκη τη δική τους φροντίδα (των ανθρώπων).

ἀναπληροῦσθαι· καὶ οὓς ἐν μικροῖς οἰκίσκοις κατακλείουσι, τούτους

Δεν ντρέπονται ν' αποκαλούν κύριους του ουρανού και της γης αυτούς

οὐρανοῦ καὶ γῆς ἁπάσης δεσπότας οὐκ αἰσχύνονται καλοῦντες.

που τους κλείνουν σε μικρά σπιτάκια (ειδωλολατρικοί ναοί).

 

23. Οὐ μόνον δὲ ἐκ τούτων ἄν τις αὐτῶν τὴν ἀθεότητα καταμάθοι,

Για την αθεῒα τους μπορεί κανείς να πληροφορηθεί όχι μόνο απ' αυτά,

ἀλλὰ καὶ ἀφ᾿ ὧν ἐν αὐτοῖς τοῖς εἰδώλοις αὐτῶν ἐστιν ἀσύμφωνος ἡ

αλλά και από το ότι δεν συμφωνούν στην τιμή που αποδίδουν στα είδωλα.

δόξα. εἰ γὰρ αὐτοὶ θεοί εἰσιν, ὡς λέγουσι καὶ περὶ αὐτῶν φιλοσοφοῦσι,

Διότι αν είναι θεοί, όπως λένε και φιλοσοφούν γι' αυτούς, ποιόν απ'

τίνι τις πρόσθηται τούτων, καὶ ποίους ἂν αὐτῶν κρίνῃ κυριωτέρους,

αυτούς να προτιμήσει κανείς και ποιούς να θεωρήσει σπουδαιότερους

ἵνα ἢ τὸν Θεὸν θαρρήσῃ προσκυνῶν, ἤ, ὥς φασιν, ἐν αὐτοῖς μὴ διστάζῃ

ώστε ή να είναι σίγουρος ότι προσκυνεί το Θεό ή, όπως λένε, να μην

γινώσκων τὸ Θεῖον; οὐ γὰρ οἱ αὐτοὶ παρὰ πᾶσιν ὀνομάζονται θεοί·

αμφιβάλλει ότι στα είδωλα γνωρίζει το Θεό; Διότι δεν αναγνωρίζουν όλοι

ἀλλ᾿ ὅσα κατὰ τὸ πλεῖστόν ἐστιν ἔθνη, τοσοῦτοι καὶ θεοὶ

τους ίδιους θεούς. Όσα περισσότερα έθνη υπάρχουν, τόσοι και θεοί

ἀναπλάττονται. ἔστι δὲ ὅπου καὶ μία χώρα, καὶ μία πόλις πρὸς ἑαυτὰς

επινοούνται. Σε πολλές περιπτώσεις οι κάτοικοι μιας χώρας ή πόλης

στασιάζουσι περὶ τῆς τῶν εἰδώλων δεισιδαιμονίας.

διαφωνούν μεταξύ τους για την λατρευτική τιμή προς τα είδωλα.

 

Φοίνικες γοῦν οὐκ ἴσασι τοὺς παρ᾿ Αἰγυπτίοις λεγομένους θεούς, οὐδὲ

Οι Φοίνικες δεν γνωρίζουν τους θεούς των Αιγυπτίων, ούτε οι Αιγύπτιοι

 Αἰγύπτιοι τὰ αὐτὰ τοῖς παρὰ Φοίνιξι προσκυνοῦσιν εἴδωλα. καὶ

προσκυνούν τα ίδια είδωλα με τους Φοίνικες. Οι Σκύθες δεν δέχονται τους

Σκύθαι μὲν τοὺς Περσῶν, Πέρσαι δὲ τοὺς Σύρων οὐ παραδέχονται

θεούς των Περσών ούτε οι Πέρσες των Σύρων. Οι Πελασγοί πάλι

θεούς. ἀλλὰ καὶ Πελασγοὶ μὲν τοὺς ἐν Θρᾴκῃ θεοὺς διαβάλλουσι·

κατηγορούν τους θεούς της Θράκης. Οι Θράκες παρόμοια δεν γνωρίζουν 

Θρᾷκες δὲ τοὺς παρὰ Θηβαίοις οὐ γινώσκουσιν. ᾿Ινδοὶ δὲ κατὰ

τους θεούς των Θηβαίων. Οι Ινδοί στρέφονται εναντίον των Αράβων,

᾿Αράβων, καὶ ῎Αραβες κατ᾿ Αἰθιόπων, καὶ Αἰθίοπες κατ᾿ αὐτῶν ἐν τοῖς

οι ’ραβες εναντίον των Αιθιόπων και οι Αιθίοπες εναντίον όλων αυτών,

εἰδώλοις διαφέρονται. καὶ Σύροι μὲν τὰ Κιλίκων οὐ σέβουσι·

σχετικά με την προσκύνηση των ειδώλων. Οι Σύροι δεν τιμούν τους ίδιους

Καππαδοκῶν δὲ τὸ γένος ἄλλους παρὰ τούτους ὀνομάζουσι θεούς. καὶ

θεούς με τους Κίλικες. Οι Καππαδόκες έχουν διαφορετικούς θεούς· οι

Βιθυνοὶ μὲν ἑτέρους, ᾿Αρμένιοι δὲ ἄλλους ἑαυτοῖς ἀνεπλάσαντο.

Βιθυνοί επινόησαν άλλους και οι Αρμένιοι άλλους για τον εαυτό τους.

 

καὶ τί μοι πολλῶν; ἠπειρῶται παρὰ τοὺς ἐν ταῖς νήσοις ἄλλους θεοὺς

Και τί μου χρειάζονται πολλά παραδείγματα; Οι κάτοικοι της ξηράς έχουν

προσκυνοῦσι· καὶ νησιῶται παρὰ τοὺς ἐν ταῖς ἠπείροις θρησκεύουσι. καὶ

διαφορετικούς θεούς από τους νησιώτες, και το αντίστροφο. Γενικά, κάθε

ὅλως ἑκάστη πόλις καὶ κώμη, τοὺς ἐκ γειτόνων οὐκ εἰδυῖα θεούς, τοὺς

πόλη και χωριό αγνοούν τους θεούς των γειτόνων και προσκυνούν τους

ἑαυτῆς προκρίνει, καὶ μόνους εἶναι τούτους νομίζει θεούς.

δικούς τους· διότι τους θεωρούν ανώτερους.

 

περὶ γὰρ τῶν ἐν Αἰγύπτῳ μυσαρῶν οὐδὲ λέγειν ἐστί, πᾶσιν ἐπ᾿

Δεν χρειάζεται καθόλου ν' αναφέρουμε τη μιαρή λατρεία των Αιγυπτίων·

ὀφθαλμῶν ὄντων ὅτι ἐναντίας καὶ μαχομένας ἀλλήλαις ἔχουσι τὰς

όλοι βλέπουν ξεκάθαρα ότι οι πόλεις έχουν μεταξύ τους εχθρική την

θρησκείας αἱ πόλεις, καὶ οἱ ἐκ γειτόνων ἀεὶ σπουδάζουσι κατὰ τῶν

θρησκεία. Οι μεταξύ τους γείτονες φροντίζουν να προσκυνούν εχθρικούς

πλησίων τὰ ἐναντία σέβειν. ὁ γοῦν παρ᾿ ἑτέροις προσκυνούμενος ὡς

θεούς. Τον κροκόδειλο, για παράδειγμα, κάποιοι τον προσκυνούν ως θεό,

θεὸς κροκόδειλος, οὗτος παρὰ τοῖς πλησίον βδέλυγμα νομίζεται· καὶ ὁ

άλλοι όμως τον θεωρούν βδέλυγμα. Τό ίδιο και το λιοντάρι, ορισμένοι το

παρ᾿ ἑτέροις λέων ὡς θεὸς θρησκευόμενος, τοῦτον οἱ ἀστυγείτονες οὐ

λατρεύουν ως θεό· οι γείτονές τους όμως, όχι μόνο το λατρεύουν, αλλά,

μόνον οὐ θρησκεύουσιν, ἀλλὰ καὶ εὑρόντες ἀποκτείνουσιν ὡς θηρίον·

όπου το συναντήσουν, το σκοτώνουν κιόλας ως άγριο θηρίο. Παρόμοια

καὶ ὁ παρ᾿ ἄλλοις ἀνατεθεὶς ἰχθύς, οὗτος ἄλλων ἀλήθεται τροφή.

και το ψάρι που άλλοι το θεωρούν θεό, άλλοι όμως το καταναλώνουν ως

τροφή.

 

ὅθεν δὴ πόλεμοι καὶ στάσεις καὶ πᾶσα φόνων πρόφασις καὶ πᾶσα τῶν

Για όλες αυτές τις διαφορές συμβαίνουν και οι μεταξύ τους πόλεμοι, οι

παθῶν ἡδονὴ παρ᾿ αὐτοῖς ἐστι. καὶ τό γε θαυμαστόν, ὅτι ὡς οἱ

επαναστάσεις, οι φόνοι και οι εμπαθείς ηδονές. Και το πιο παράδοξο,

ἱστορήσαντες ἐξηγοῦνται, παρ᾿ Αἰγυπτίων οἱ Πελασγοὶ μαθόντες τὰ

όπως διηγούνται οι ιστορικοί, οι Πελασγοί πήραν τα ονόματα των θεών

ὀνόματα τῶν θεῶν, οὐκ ἴσασιν οὗτοι τοὺς παρ᾿ Αἰγυπτίοις θεούς, ἀλλὰ

των Αιγυπτίων και, χωρίς να γνωρίζουν τους θεούς αυτούς, προσκυνούν

ἄλλους παρ᾿ ἐκείνους θρησκεύουσι. καὶ ὅλως πάντων τῶν ἐν εἰδώλοις

με τα ίδια ονόματα άλλους θεούς! Η ειδωλολατρεία των διαφόρων εθνών

μανέντων ἐθνῶν διάφορός ἐστιν ἡ δόξα καὶ ἡ θρησκεία, καὶ οὐ τὰ αὐτὰ

διαφέρει από λαό σε λαό, και δεν έχουν όλοι ακριβώς την ίδια πίστη και

παρὰ τοῖς αὐτοῖς εὑρίσκεται.

θρησκεία.

 

καὶ εἰκότως γε τοῦτο πάσχουσιν. ἐκπεσόντες γὰρ ἀπὸ τῆς πρὸς τὸν

Δικαιολογημένα έπαθαν κάτι τέτοιο. Διότι λησμόνησαν τη γνώση του ενός

ἕνα Θεὸν κατανοήσεως, εἰς πολλὰ καὶ διάφορα καταπεπτώκασι· καὶ

και μοναδικού Θεού· έτσι έπεσαν σε πολλές δεισιδαιμονίες. Αρνήθηκαν

ἀποστραφέντες τὸν ἀληθῶς τοῦ Πατρὸς Λόγον, τὸν πάντων Σωτῆρα

τον αληθινό Υιό του Θεού Πατέρα, τον Σωτήρα όλων Ιησού Χριστό, με

 Χριστόν, εἰκότως εἰς πολλὰ τὴν διάνοιαν ἔχουσι ῥεμβομένην. καὶ

αποτέλεσμα ο νους τους να ξεφεύγει σε πολλά μάταια. Συμβαίνει όπως μ'

ὥσπερ οἱ τὸν ἥλιον ἀποστραφέντες καὶ ἐν σκοτεινοῖς γενόμενοι τόποις,

αυτούς που κρύβονται από τον ήλιο και γυρνούν σε σκοτεινά καταγώγια·

πολλὰς ἀνόδους κυκλεύουσιν ὁδούς, καὶ τοὺς μὲν παρόντας οὐχ ὁρῶσι,

περιπλανούνται σε πολλούς δρόμους, δεν βλέπουν τους διαβάτες που

τοὺς δὲ μὴ ὄντας φαντάζονται ὡς παρόντας, καὶ «βλέποντες οὐ

συναντούν και φαντάζονται τους απόντες ως παρόντες·  «ενώ φαίνεται ότι

βλέπουσι»· τὸν αὐτὸν τρόπον οἱ τὸν Θεὸν ἀποστραφέντες καὶ

βλέπουν, στην πραγματικότητα δεν βλέπουν». Τό ίδιο, και όσοι

σκοτισθέντες τὴν ψυχὴν ῥεμβόμενον ἔχουσι τὸν νοῦν, καὶ τὰ οὐκ ὄντα

αρνήθηκαν τον αληθινό Θεό και σκοτίσθηκε η ψυχή τους, πλάθουν

ὡς μεθύοντες καὶ μὴ ὁρῶντες φαντάζονται.

ανύπαρκτους θεούς, όπως οι μεθυσμένοι και οι τυφλοί.

 

24. Ταῦτα δὲ οὐ μικρὸς ἔλεγχός ἐστι τῆς ἀληθῶς ἀθεότητος αὐτῶν.

Όλα αυτά δεν αποτελούν μικρή απόδειξη της πραγματικής αθεΐας τους.

διαφόρων γὰρ ὄντων καὶ πολλῶν κατὰ πόλιν καὶ χώραν θεῶν, καὶ

Σε κάθε πόλη και χώρα έχουν πολλούς και διαφορετικούς θεούς που ο ένας

τοῦ ἑτέρου τὸν τοῦ ἑτέρου ἀναιροῦντος θεόν, οἱ πάντες παρὰ πάντων

καταργεί τον άλλον και όλοι αλληλοκαταργούνται. Επίσης, εκείνοι που

ἀναιροῦνται. καὶ γὰρ οἱ παρ᾿ ἄλλοις νομιζόμενοι θεοὶ τῶν παρ᾿ ἄλλοις

από ορισμένους θεωρούνται ως θεοί, από τους άλλους προσφέρονται

λεγομένων θεῶν γίγνονται θυσίαι καὶ σπονδαί· καὶ ἄλλων αἱ θυσίαι,

σπονδή και θυσία σε άλλους δήθεν θεούς. Και το αντίστροφο: οι θυσίες

ἄλλων ἔμπαλίν εἰσι θεοί.

των άλλων θεωρούνται θεοί από τους άλλους.

 

Αἰγύπτιοι δὲ τὸν βοῦν καὶ τὸν ῎Απιν μόσχον ὄντα σέβουσι· καὶ τούτους

Για παράδειγμα, οι Αιγύπτιοι σέβονται ως θεό το βόδι και τον ’πι, που

ἄλλοι τῷ Διὶ θύουσι. κἂν γὰρ μὴ αὐτοὺς ἐκείνους οὓς ἀνατεθείκασι

είναι μοσχάρι· αυτά όμως οι άλλοι τα προσφέρουν θυσία στο Δία. Κι αν

θύσωσιν, ἀλλὰ τὰ ὅμοια θύοντες, τὰ αὐτὰ προσάγειν δοκοῦσι. Λίβυες

ακόμη δεν θυσιάζουν τα ίδια ζώα αλλά παρόμοια, πιστεύουν ότι τα ίδια

πρόβατον, ὃ καλοῦσιν ῎Αμμωνα, θεὸν ἔχουσι· καὶ τοῦτο πολλοῖς παρ᾿

προσφέρουν. Οι Λίβυοι το πρόβατο που το ονομάζουν ’μμωνα, το έχουν

ἑτέρων εἰς θυσίαν σφάζεται. ᾿Ινδοὶ τὸν Διόνυσον θρησκεύουσι,

θεό· αυτό όμως πολλοί άλλοι το θυσιάζουν ως σφάγιο. Οι Ινδοί λατρεύουν

συμβολικῶς οἶνον αὐτὸν ὀνομάζοντες· καὶ τοῦτον τοῖς ἄλλοις

το Διόνυσο αποκαλώντας τον συμβολικά "κρασί". Τό κρασί όμως αυτό οι

σπένδουσιν ἕτεροι.

άλλοι το χύνουν ως σπονδή.

 

ἄλλοι ποταμοὺς καὶ κρήνας, καὶ πάντων μάλιστα Αἰγύπτιοι τὸ ὕδωρ

’λλοι τιμούν και αναγορεύουν ως θεότητες τα ποτάμια και τις βρύσες· οι

προτετιμήκασι, καὶ θεοὺς ἀναγορεύουσι· καὶ ὅμως ἄλλοι, καὶ αὐτοὶ δὲ

Αιγύπτιοι ιδιαίτερα τιμούν το νερό. Κι όμως άλλοι, ακόμη και οι ίδιοι οι

οἱ ταῦτα θρησκεύοντες Αἰγύπτιοι, τοὺς τῶν ἄλλων ῥύπους, καὶ τοὺς

Αιγύπτιοι που λατρεύουν το νερό, καθαρίζουν τις ακαθαρσίες των άλλων

ἑαυτῶν ἀπονίπτονται τοῖς ὕδασι, καὶ τὸ λείψανον μετὰ ἀτιμίας

και του εαυτού τους με το νερό, το οποίο μετά τη χρήση το χύνουν με

ἐκρίπτουσι. σχεδὸν δὲ πᾶσα ἡ τῶν Αἰγυπτίων εἰδωλοποιία τῶν παρ᾿

αηδία. Σχεδόν όλα τα είδωλα των Αιγυπτίων προσφέρονται ως θυσία

ἄλλοις θεῶν ἐστι θυσία· ὥστ᾿ ἂν αὐτοὺς καὶ παρ᾿ αὐτῶν ἐκείνων

στους θεούς των άλλων λαών. Έτσι, οι άλλοι τους κοροϊδεύουν διότι

χλευάζεσθαι, ὅτι μὴ θεούς, ἀλλὰ τὰ τῶν ἄλλων ἔτι τε καὶ παρ᾿ αὐτοῖς

λατρεύουν ως θεούς αυτούς που δεν είναι θεοί· αλλά, και αυτοί

ἀποτροπιάσματα καὶ θυσίας ὄντα θεοποιοῦσιν.

απεχθάνονται και προσφέρουν θυσία όσα οι άλλοι πιστεύουν ως θεούς.

 

25. ῎Ηδη δέ τινες εἰς τοσαύτην ἀσέβειαν καὶ παραφροσύνην

Ορισμένοι μάλιστα έφτασαν σε τόση ασέβεια και παραφροσύνη ώστε να

ἐξηνέχθησαν, ὡς καὶ αὐτοὺς τοὺς ἀνθρώπους, ὧν εἰσι τύποι καὶ μορφαί,

σφάζουν ακόμη και ανθρώπους, με τους οποίους έχουν την ίδια φύση και

τοῖς παρ᾿ αὐτοῖς ψευδοθέοις κατασφάττειν καὶ θυσίας προσάγειν. καὶ

μορφή, και να τους προσφέρουν θυσία στους ψευτοθεούς τους. Και δεν

οὐχ ὁρῶσιν οἱ κακοδαίμονες ὅτι τὰ σφαγιαζόμενα θύματα ἀρχέτυπά

βλέπουν οι κακορίζικοι ότι τα σφαγιαζόμενα θύματα αποτελούν τα

εἰσι τῶν ὑπ᾿ αὐτῶν πλασθέντων καὶ προσκυνουμένων θεῶν, καὶ οἷς

πρότυπα των ειδώλων των θεών που έφτιαξαν και προσκυνούν· και σ'

προσάγουσι τοὺς ἀνθρώπους. σχεδὸν γὰρ τὰ ὅμοια τοῖς ὁμοίοις ἢ

αυτά προσφέρουν θυσία τους ανθρώπους. Σχεδόν θυσιάζουν τα όμοια στα

μᾶλλον τὰ κρείττονα τοῖς ἐλάττοσι προσάγουσιν. ἔμψυχα γὰρ

όμοια ή μάλλον τα ανώτερα στα κατώτερα· διότι θυσιάζουν τα έμψυχα

ἀψύχοις θύουσι, καὶ λογικὰ τοῖς ἀκινήτοις προσάγουσι.

στα άψυχα και προσφέρουν τα λογικά στα άλογα και ακίνητα.

 

Σκύθαι γὰρ οἱ καλούμενοι Ταύρειοι τῇ παρ᾿ αὐτοῖς Παρθένῳ

Οι Σκύθες, για παράδειγμα, που λέγονται Ταύρειοι, θυσιάζουν στη θεά

καλουμένῃ τοὺς ἀπὸ ναυαγίων καὶ ὅσους ἂν λάβωσι τῶν ῾Ελλήνων

τους που ονομάζεται Παρθένος τους ναυαγούς και όσους Έλληνες

εἰς θυσίας ἀναφέρουσι, τοσοῦτον ἀσεβοῦντες κατὰ τῶν ὁμογενῶν

συλλαμβάνουν. Δείχνουν πολλή μεγάλη ασέβεια σε συνανθρώπους τους

ἀνθρώπων, καὶ οὕτως ἐλέγχοντες τῶν θεῶν αὑτῶν τὴν ὠμότητα·

και φανερώνουν έτσι την ωμότητα των θεών τους. Διότι, αυτούς που η

ὅτι οὓς ἡ  Πρόνοια ἀπὸ θαλάσσης ἐκ κινδύνων διέσωσε, τούτους αὐτοὶ

θεία Πρόνοια έσωσε από κινδύνους της θάλασσας, οι ιδιοι τους

κατασφάττουσι, μονονουχὶ κατὰ τῆς Προνοίας γινόμενοι· ὅτι τὴν

κατακρεουργούν και γίνονται εχθροί της θείας Πρόνοιας· με την

ἐκείνης εὐεργεσίαν τῇ ἑαυτῶν θηριώδει ψυχῇ κατακρύπτουσιν.

απάνθρωπη συμπεριφορά τους εξαλείφουν την σωτηρία της Πρόνοιας

στους ναυαγούς.

 

ἄλλοι δὲ τῷ ῎Αρει, ἐπειδὰν ἐκ πολέμων ἐπανέλθωσι καὶ νίκας φέρωσι,

’λλοι πάλι, όταν επιστρέψουν νικητές από τον πόλεμο, αμέσως

τὸ τηνικαῦτα εἰς ἑκατοντάδας διελόντες τοὺς ληφθέντας, καὶ ἀφ᾿

κατατάσσουν σε εκατοντάδες τους αιχμαλώτους και διαλέγουν ένα από

ἑκάστης ἕνα λαμβάνοντες, τοσούτους κατασφάζουσιν, ὅσους ἂν κατὰ

κάθε εκατοντάδα. Και σφάζουν όλους αυτούς που διαλέγουν, ένα από   

μίαν ἑκατοντάδα ἐκλέξωνται.

κάθε εκατοντάδα.

 

οὐ μόνοι δὲ Σκύθαι διὰ τὴν ἐν βαρβάροις ἔμφυτον αὐτοῖς ἀγριότητα

Δεν κάνουν τόσα απάνθρωπα μόνον οι Σκύθες που ως άγριοι έχουν

τὰ τοιαῦτα μυσαρὰ δρῶσιν, ἀλλ᾿ ἴδιόν ἐστι τῆς τῶν εἰδώλων καὶ

έμφυτη μέσα τους την βαρβαρότητα· αυτή η κακία είναι χαρακτηριστικό

δαιμόνων κακίας τοῦτο τὸ δρᾶμα. καὶ γὰρ καὶ Αἰγύπτιοι ἔθυον μὲν

γνώρισμα της ειδωλολατρείας και της πονηρίας των δαιμόνων. Διότι και

πάλαι τῇ ῞Ηρᾳ τοιαῦτα σφάγια· Φοίνικες δὲ καὶ Κρῆτες τὸν Κρόνον ἐν

οι Αιγύπτιοι παλιότερα θυσίαζαν στην Ήρα τέτοια σφάγια. Επίσης, οι  

ταῖς τεκνοθυσίαις ἑαυτῶν ἱλάσκοντο. καὶ οἱ πάλαι δὲ ῾Ρωμαῖοι τὸν

Φοίνικες και οι Κρήτες εξιλέωναν τον Κρόνο με θυσίες των παιδιών τους.

καλούμενον Λατιάριον Δία ἀνθρωποθυσίαις ἐθρήσκευον· καὶ ἄλλοι

Και οι αρχαίοι Ρωμαίοι λάτρευαν με ανθρωποθυσίες τον ονομαζόμενο

Δία τον Λατιάριο. Καί άλλοι με άλλο τρόπο,

ἄλλως, καὶ πάντες ἁπλῶς ἐμίαινον καὶ ἐμιαίνοντο. ἐμιαίνοντο μὲν

πάντως όλοι γενικά και μόλυναν και μολύνονταν. Μολύνονταν επειδή οι

αὐτοὶ δρῶντες τὰ φονικά· ἐμίαινον δὲ τοὺς ἑαυτῶν ναοὺς τοιαύταις

ίδιοι έκαναν τους φόνους· και μόλυναν τους ναούς τους επειδή πρόσφεραν

καπνίζοντες θυσίαις.

τέτοιου είδους θυσίες.

 

ἀπὸ δὴ τούτων τὰ κακὰ τοῖς ἀνθρώποις εἰς πλῆθος ἔφθασεν· ὁρῶντες

Απ' όλα αυτά πολλαπλασιάστηκαν τα κακά ανάμεσα στους ανθρώπους.

γὰρ ἐν τούτοις τοὺς παρ᾿ αὐτοῖς ἡδομένους δαίμονας, εὐθέως καὶ

Διότι, βλέποντας ότι οι δαιμονικοί θεοί τους ευφραίνονταν μ' αυτά,

αὐτοὶ τοῖς τοιούτοις πλημμελήμασι τοὺς ἑαυτῶν θεοὺς ἐμιμήσαντο,

αμέσως και οι ίδιοι μιμήθηκαν τους θεούς τους σε τέτοια παραπτώματα.

ἴδιον ἡγούμενοι κατόρθωμα τὴν πρὸς τὰ κρείττονα, ὡς αὐτοὶ

Θεωρούν σπουδαίο κατόρθωμα να μιμούνται, όπως νομίζουν, τις πράξεις

νομίζουσι, μίμησιν. ἔνθεν ἀνδροφονίαις καὶ τεκνοκτονίαις καὶ πάσαις

των ανωτέρων. Από την αντίληψη αυτή οι άνθρωποι ξέπεσαν σε φόνους,

ἀσελγείαις ἡττήθησαν οἱ ἄνθρωποι. καὶ γὰρ σχεδὸν πᾶσα πόλις πάσης

παιδοκτονίες και κάθε είδους ασέλγεια. Έτσι, σχεδόν κάθε πόλη είναι

ἀσελγείας ἐστὶ μεστὴ δι᾿ ὁμοιότητα τρόπων τῶν παρ᾿ αὐτοῖς θεῶν

γεμάτη από κάθε ακολασία, επειδή προσπαθούν να μιμηθούν τις πράξεις

γινομένη· καὶ οὐκ ἔστι σώφρων ἐν τοῖς εἰδώλοις, εἰ μὴ μόνος ὁ παρ᾿

των θεών τους. Στους ειδωλολάτρες κανείς δεν θεωρείται συνετός παρά

αὐτοῖς ἐπ᾿ ἀσελγείᾳ μαρτυρούμενος.

μόνον ο αποδεδειγμένα ακόλαστος.

 

26. Γυναῖκες γοῦν ἐν εἰδώλοις τῆς Φοινίκης πάλαι προεκαθέζοντο,

Την παλιά εποχή στα ειδωλεία της Φοινίκης εκδίδονται γυναίκες, για να

ἀπαρχόμεναι τοῖς ἐκεῖ θεοῖς ἑαυτῶν τὴν τοῦ σώματος ἑαυτῶν

προσφέρουν στους εκεί θεούς το μίσθωμα της εκδόσως του σώματός τους.

μισθαρνίαν, νομίζουσαι τῇ πορνείᾳ τὴν θεὸν ἑαυτῶν ἱλάσκεσθαι, καὶ εἰς

Πίστευαν ότι με την πορνεία θα εξιλεώσουν τη θεά τους και με τις πράξεις

εὐμένειαν ἄγειν αὐτὴν διὰ τούτων.

τους θα την εξευμενίσουν.

 

ἄνδρες δέ, τὴν φύσιν ἀρνούμενοι καὶ μηκέτι εἶναι θέλοντες ἄρρενες, τὴν

Οι άνδρες πάλι αρνούνται το φύλο τους και μη θέλοντας να είναι πλέον

γυναικῶν πλάττονται φύσιν, ὡς ἐκ τούτων καταθύμια καὶ τιμὴν τῇ

άνδρες, μιμούνται τη γυναικεία φύση. Μ' αυτό τον τρόπο ευχαριστούν

μητρὶ τῶν παρ᾿ αὐτοῖς λεγομένων θεῶν ποιοῦντες. πάντες δὲ ὁμοῦ

και τιμούν τη μητέρα των δήθεν θεών τους! Έτσι, όλοι μαζί ζουν ακόλαστο

τοῖς αἰσχίστοις βιοῦσι, καὶ τοῖς χείροσιν ἑαυτοῖς ἁμιλλῶνται· καὶ ὡς

βίο και συναγωνίζονται ποιος θα πετύχει τα χειρότερα. Το είπε αυτό και ο

εἶπεν ὁ ἅγιος τοῦ Χριστοῦ διάκονος Παῦλος· «Αἵ τε γὰρ θήλειαι αὐτῶν

απόστολος του Χριστού Παύλος: «Οι γυναίκες των ειδωλολατρών

μετήλλαξαν τὴν φυσικὴν χρῆσιν εἰς τὴν παρὰ φύσιν. ὁμοίως δὲ καὶ οἱ

μετάλλαξαν τη φυσική χρήση του σώματος σε αφύσικη· το ίδιο και οι

ἄρρενες, ἀφέντες τὴν φυσικὴν χρῆσιν τῆς θηλείας, ἐξεκαύθησαν ἐν τῇ

άντρες άφησαν τη φυσική επιθυμία της γυναίκας και κατακάηκαν στην

ὀρέξει αὐτῶν εἰς ἀλλήλους, ἄρρενες ἐν ἄρσεσι τὴν ἀσχημοσύνην

επιθυμία του ενός προς τον άλλον, άντρες με άντρες. Έτσι κατεργάζονται

κατεργαζόμενοι».

την ακολασία.

 

ταῦτα δὲ καὶ τὰ τοιαῦτα πράσσοντες, ὁμολογοῦσι καὶ ἐλέγχουσι καὶ

Κάνοντας όλα αυτά και τα παρόμοιά τους ομολογούν και αποδεικνύουν

τοὺς λεγομένους αὐτῶν θεοὺς τοιοῦτον ἐσχηκέναι τὸν βίον. ἐκ μὲν γὰρ

ότι οι ψευτοθεοί τους ζουν τέτοιο βίο. Έτσι διδάχτηκαν από το Δία την

Διὸς τὴν παιδοφθορίαν καὶ τὴν μοιχείαν, ἐκ δὲ ᾿Αφροδίτης τὴν πορνείαν,

παιδεραστία και τη μοιχεία, από την Αφροδίτη την πορνεία, από τη Ρέα

καὶ ἐκ μὲν ῾Ρέας τὴν ἀσέλγειαν, ἐκ δὲ ῎Αρεος τοὺς φόνους, καὶ ἐξ ἄλλων

την ακολασία, από τον ’ρη τους φόνους και από τους υπόλοιπους θεούς

ἄλλα τοιαῦτα μεμαθήκασιν, ἃ οἱ νόμοι μὲν κολάζουσι, πᾶς δὲ σώφρων

παρόμοια. Όλα αυτά όμως οι νόμοι τα τιμωρούν και οι συνετοί άνθρωποι

ἀνὴρ ἀποστρέφεται.

τα αποστρέφονται.

 

ἆρ᾿ οὖν ἄξιον ἔτι τούτους νομίζειν εἶναι θεούς,τοὺς τὰ τοιαῦτα

Επομένως, αξίζει να θεωρούμε θεούς αυτούς που τα κάνουν αυτά;

ποιοῦντας, καὶ μὴ μᾶλλον τῶν ἀλόγων ἀλογωτέρους ἡγεῖσθαι

Καλύτερα δεν είναι να τους θεωρούμε για την ακόλαστη συμπεριφορά

τούτους διὰ τὴν ἀσέλγειαν τῶν τρόπων; ἆρα ἄξιον τοὺς

τους χειρότερους κι από τα ζώα, που στερούνται λογική; Αξίζει να

θρησκεύοντας αὐτοὺς νομίζειν ἀνθρώπους, καὶ μὴ μᾶλλον ὡς ἀλόγων

θεωρούμε ανθρώπους όσους προσκυνούν αυτούς τους θεούς και να μην

ἀλογωτέρους, καὶ τῶν ἀψύχων ἀψυχοτέρους, οἰκτείρειν; εἰ γὰρ

τους λυπόμαστε σαν πιο ανόητους και αναίσθητους από τα ζώα, που δεν  

ἐλογίζοντο τῆς ἑαυτῶν ψυχῆς τὸν νοῦν, οὐκ ἂν ἐν τούτοις

έχουν λογικό; Διότι, αν υπολόγιζαν το λογικό της ψυχής τους, δεν θα είχαν

κατεπεπτώκεισαν ὅλοι πρηνεῖς, καὶ τὸν ἀληθινὸν ἠρνοῦντο τοῦ

καταπέσει όλοι τελείως και ούτε θα αρνούνταν τον αληθινό Θεό, τον

Χριστοῦ  Πατέρα Θεόν.

Πατέρα του Χριστού.

 

27. ᾿Αλλ᾿ ἴσως οἱ ἐπαναβεβηκότες τούτων καὶ περὶ τὴν κτίσιν

Αλλ' αυτοί που είναι μυημένοι σ' αυτά και λατρεύουν τα δημιουργήματα,

ἐπτοημένοι, δυσωπούμενοι τοῖς περὶ τῶν βδελυγμάτων ἐλέγχοις,

όταν τους ελέγχουν κατηγορηματικά για τα μιαρά είδωλα, δεν θα

εὐκατάγνωστα μὲν καὶ εὐέλεγκτα παρὰ πᾶσιν ὄντα ταῦτα οὐκ

αρνηθούν και αυτοί ότι είναι εύκολο όλοι να τα κατακρίνουν αυτά και

ἀρνήσονται καὶ αὐτοί· ἐκείνην δὲ αὐτοῖς ἀσφαλῆ τὴν δόξαν καὶ

ελέγξουν. Ακράδαντο και αναντίρρητο όμως δικαίωμά τους θα θεωρήσουν

ἀναντίρρητον εἶναι οἰήσονται τὴν πρὸς τὸν κόσμον καὶ τὰ τοῦ κόσμου

ότι είναι να να απονέμουν λατρεία προς τη δημιουργία και τα μέρη της.

μέρη θρησκείαν· καυχήσονται γὰρ οὐχ ὡς λίθους καὶ ξύλα καὶ μορφὰς

Θα καυχηθούν μάλιστα ότι δεν λατρεύουν και προσκυνούν απλά πέτρες,

ἀνθρώπων καὶ ἀλόγων πτηνῶν τε καὶ ἑρπετῶν καὶ τετραπόδων

ξύλα, εικόνες ανθρώπων ή αλόγων πτηνών, ερπετών και ζώων, αλλά

ἁπλῶς, ἀλλ᾿ ἥλιον καὶ σελήνην καὶ πάντα τὸν κατ᾿ οὐρανὸν κόσμον,

λατρεύουν τον ίδιο τον ήλιο, την σελήνη και όλο τον ουράνιο κόσμο,

καὶ γῆν αὖ πάλιν καὶ σύμπασαν τοῦ ὑγροῦ τὴν φύσιν σέβοντες καὶ

ακόμη και ολόκληρη τη γη και όλα τα νερά.

θρησκεύοντες·

 

καὶ φήσουσι μὴ δύνασθαί τινας ἀποδεῖξαι καὶ τούτους μὴ εἶναι φύσει

Θα ισχυριστούν επίσης ότι δεν μπορεί κάποιος ν' αποδείξει ότι και αυτά

θεούς, πᾶσιν ὄντος φανεροῦ ὅτι οὔτε ἄψυχα οὔτε ἄλογα τυγχάνει,

δεν είναι θεοί· διότι όλοι αντιλαμβάνονται ότι αυτά δεν είναι ούτε άψυχα

ἀλλὰ καὶ τὴν ἀνθρώπων ὑπεραίρει φύσιν, τῷ τὰ μὲν ἐν οὐρανοῖς, τὰ

ούτε ζώα, αλλά ξεπερνούν τη φύση των ανθρώπων, διότι άλλα κατοικούν

δὲ ἐπὶ τῆς γῆς κατοικεῖν. ἄξιον οὖν καὶ περὶ τούτων ἰδεῖν καὶ

στη γη και άλλα στον ουρανό. Αξίζει λοιπόν να εξετάσουμε και να

διερευνῆσαι. πάντως γὰρ καὶ ἐν τούτοις εὑρήσει ὁ λόγος τὸν ἔλεγχον

ερευνήσουμε και γι' αυτά. Είναι βέβαιο ότι και γι' αυτά η λογική θ'

ἀληθῆ κατ᾿ αὐτῶν.

αποδείξει την αλήθεια. 

 

Πρὶν δὲ ἡμᾶς ἰδεῖν καὶ τῆς ἀποδείξεως ἄρξασθαι, ἀρκεῖ τὴν κτίσιν

Πριν εξετάσουμε λοιπόν και προσάγουμε τις αποδείξεις, αρκεί η ίδια η

αὐτὴν κατ᾿ αὐτῶν μονονουχὶ βοῆσαι, καὶ δεῖξαι τὸν αὐτῆς ποιητὴν καὶ

κτίση να φωνάξει προς αυτούς και να δείξει τον πλάστη και δημιουργό

δημιουργὸν θεόν, τὸν καὶ ταύτης καὶ τοῦ παντὸς βασιλεύοντα τὸν

της Θεό, τον Πατέρα του Κυρίου μας Ιησού Χριστό που κυβερνά και 

Πατέρα τοῦ Κυρίου ἡμῶν ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ· ὃν ἀποστρέφονται μὲν οἱ

αυτήν και το παν. Αυτόν βέβαια τον περιφρονούν οι ψευτοφιλόσοφοι·

δοκησίσοφοι, τὴν δὲ παρ᾿ αὐτοῦ γενομένην κτίσιν προσκυνοῦσι καὶ

προσκυνούν και θεοποιούν την κτίση που Αυτός δημιούργησε· παρ' όλο

θεοποιοῦσι, καίτοι προσκυνοῦσαν καὶ αὐτὴν καὶ ὁμολογοῦσαν ὃν

που και αυτή η ίδια προσκυνεί και ομολογεί πίστη στον Κύριο που

ἐκεῖνοι δι᾿ αὐτὴν ἀρνοῦνται Κύριον.

εκείνοι προς τιμήν της αρνούνται.

 

οὕτω γὰρ τοὺς ἀνθρώπους εἰς τὰ ταύτης μέρη κεχηνότας καὶ θεοὺς

Έτσι, λοιπόν, οι άνθρωποι, που με ανοιχτό στόμα θεωρούν ότι τα μέρη της

νομίζοντας ταῦτα, δυσωπήσῃ ἂν καλῶς αὐτοὺς ἡ τῶν μερῶν πρὸς

κτίσης είναι θεοί, θα ντροπιαστούν για τα καλά από την ανάγκη που έχει  

ἄλληλα χρεία· γνωρίζει δὲ καὶ σημαίνει τὸν καὶ αὐτῶν ὄντα Κύριον καὶ

το ένα από τό άλλο. Η κτίση γνωρίζει και παραδέχεται ότι δημιουργός και

ποιητὴν τὸν τοῦ Λόγου  Πατέρα, τῇ ἀναντιρρήτῳ προστάξει τῆς εἰς

Κύριος όλων είναι ο Πατέρας του Λόγου· στις εντολές Αυτού υπακούει

αὐτὸν ὑπακοῆς, ᾗ φησι καὶ ἡ θεία νομοθεσία· «Οἱ οὐρανοὶ διηγοῦνται

αναντίρρητα, όπως το λέει και ο νόμος του Θεού: «Οι ουρανοί διηγούνται

δόξαν Θεοῦ· ποίησιν δὲ χειρῶν αὐτοῦ ἀναγγέλλει τὸ στερέωμα».

το μεγαλείο του Θεού· το σύμπαν φανερώνει ότι Αυτός με τα χέρια του

το έπλασε».

 

πίστις δὲ τούτων οὐκ ἀφανής, ἀλλὰ καὶ λίαν ἐναργής ἐστι τοῖς τὸν

Για όλα αυτά είναι ολοφάνερη η απόδειξη σε όσους δεν έχουν τα μάτια

ὀφθαλμὸν τῆς διανοίας μὴ πάντη πεπηρωμένον ἔχουσιν. εἰ γάρ τις καθ᾿

της ψυχής τους εντελώς κατεστραμμένα. Διότι αν καθένας πάρει ένα ένα

ἑαυτὰ τὰ μέρη τῆς κτίσεως λάβοι καὶ ἕκαστον ἰδίᾳ νοήσει, οἷον ἥλιον

τα μέρη της δημιουργίας και τα εξετάσει χωριστά, π.χ. τον ήλιο μόνο του,

καθ᾿ ἑαυτὸν μόνον, καὶ σελήνην χωρίς, καὶ γῆν αὖ καὶ ἀέρα, καὶ τὴν

τη σελήνη χωριστά, το ίδιο τη γη και τον αέρα, τη θερμότητα, ψυχρότητα,

θερμὴν καὶ ψυχρὰν καὶ ξηρὰν καὶ ὑγρὰν οὐσίαν διελὼν ἀπὸ τῆς πρὸς

ξηρασία και υγρασία· αν τα απομονώσει από τη μεταξύ τους συνάφεια

ἄλληλα συναφῆς, ἕκαστον ἐκλάβοι καθ᾿ ἑαυτὸ καὶ ἰδίᾳ θεωρήσειεν·

και εξετάσει το καθένα χωριστά και ιδιαίτερα· τότε σίγουρα θα

εὑρήσει πάντως μηδὲν ἱκανούμενον ἑαυτῷ, ἀλλὰ πάντα τῆς ἀλλήλων

διαπιστώσει ότι το καθένα σε τίποτε δεν είναι αυτάρκες, αλλά όλα

χρείας δεόμενα, καὶ ταῖς παρ᾿ ἀλλήλων ἐπικουρίαις συνιστάμενα.

χρειάζονται το ένα το άλλο· σύστασή τους αποτελεί η αλληλοβοήθεια.

 

ἥλιος μὲν γὰρ τῷ σύμπαντι οὐρανῷ συμπεριφέρεται καὶ ἐμπεριέχεται,

Για παράδειγμα, ο ήλιος βρίσκεται και περιφέρεται μέσα στο ουράνιο

καὶ ἐκτὸς τῆς ἐκείνου κυκλοφορίας οὐκ ἄν ποτε γένοιτο· σελήνη δὲ καὶ

σύμπαν και δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς την κίνησή του μέσα σ' αυτό.

τὰ ἄλλα ἄστρα μαρτυροῦσι τὴν παρὰ ἡλίου γιγνομένην αὐτοῖς

Η σελήνη πάλι και τα άλλα άστρα δείχνουν τη βοήθεια που τους

ἐπικουρίαν· γῆ δὲ πάλιν οὐκ ἄνευ ὑετῶν τοὺς καρποὺς ἀποδιδοῦσα

προσφέρει ο ήλιος. Η γη επίσης δεν μπορεί να δώσει καρπούς χωρίς τις  

φαίνεται· οἱ δὲ ὑετοὶ χωρὶς τῆς τῶν νεφελῶν χρείας οὐκ ἂν καταβαῖεν

βροχές· και οι βροχές με τη σειρά τους δεν πέφτουν στη γη χωρίς τα

ἐπὶ γῆς· ἀλλ᾿ οὐδὲ νέφη χωρὶς τοῦ ἀέρος καθ᾿ ἑαυτὰ ἂν φανείη καὶ

αναγκαία σύννεφα. Ούτε όμως και τα σύννεφα χωρίς τον αέρα δεν μπορεί

συσταίη ποτέ.

να σχηματισθούν.

 

ὅ τε ἀὴρ οὐχ ὑφ᾿ ἑαυτοῦ, ἀλλ᾿ ὑπὸ μὲν τοῦ αἰθέρος διακαίεται, ὑπὸ δὲ

Ο αέρας πάλι όχι από μόνος του αλλά θερμαίνεται από τον αιθέρα· ο

τοῦ ἡλίου καταλαμπόμενος λαμπρύνεται. καὶ πηγαὶ μὲν καὶ ποταμοὶ

αέρας φωτίζεται ακόμη από τη λάμψη του ήλιου. Το ίδιο, οι πηγές και τα

οὐκ ἄνευ τῆς γῆς συστήσονταί ποτε· γῆ δὲ οὐκ ἀφ᾿ ἑαυτῆς ἐρήρεισται,

ποτάμια δεν μπορούν να συσταθούν χωρίς τη γη. Η γη πάλι δεν στέκεται

ἀλλ᾿ ἐπὶ μὲν τὴν τῶν ὑδάτων οὐσίαν συνέστηκεν, ἐμπεριέχεται δὲ καὶ

από μόνη της, αλλά στηρίζεται στη φύση των υδάτων· βρίσκεται στο

αὕτη κατὰ τὸ μέσον συνδεθεῖσα τοῦ παντός.

μέσον του σύμπαντος και περιέχεται μέσα σ' αυτό.

 

ἥ τε θάλασσα καὶ ὁ ἔξωθεν περιρρέων τὴν σύμπασαν γῆν μέγας

Τη θάλασσα πάλι και το μεγάλο ωκεανό που περιβρέχει απ' έξω όλη τη γη,

ὠκεανὸς ὑπὸ ἀνέμων κινεῖται καὶ φέρεται ὅποι δ᾿ ἂν αὐτὸν ἡ τῶν

τα κινούν οι άνεμοι και κατευθύνονται όπου τους οδηγεί η ορμή των

ἀνέμων προσρήσσῃ βία. καὶ αὐτοὶ δὲ οἱ ἄνεμοι οὐκ ἐν ἑαυτοῖς, ἀλλά,

ανέμων. Αλλά και οι άνεμοι όχι μόνοι τους, αλλά, σύμφωνα με την άποψη

κατὰ τοὺς περὶ τούτων εἰπόντας, ἐκ τῆς πρὸς τὸν ἀέρα τοῦ αἰθέρος

των ειδικών επιστημόνων, συνίστανται μέσα στον αέρα από την καυστική

διακαύσεως καὶ θερμότητος ἐν αὐτῷ τῷ ἀέρι συνίστανται, καὶ δι᾿

ενέργεια του αιθέρα που εκπέμπεται προς τον αέρα· Με τη βοήθεια του

αὐτοῦ πανταχοῦ πνέουσι.

αέρα πάλι πνέουν προς όλες τις κατευθύνσεις.

 

περὶ γὰρ τῶν τεσσάρων στοιχείων, ἐξ ὧν καὶ συνέστηκεν ἡ τῶν

Σχετικά με τα τέσσερα στοιχεία που συνιστούν τη φύση των σωμάτων,

σωμάτων φύσις, τὴν θερμὴν λέγω καὶ τὴν ψυχράν, ξηράν τε καὶ ὑγρὰν

εννοώ τη θερμότητα, ψυχρότητα, ξηρασία και υγρασία· ποιος έχει χάσει

οὐσίαν, τίς τοσοῦτον ἀπέστραπται τὴν διάνοιαν, ὥστε μὴ εἰδέναι ὅτι

τόσο πολύ το μυαλό του ώστε να μην γνωρίζει ότι όλα αυτά υπάρχουν

ὁμοῦ μὲν συνημμένα ταῦτα συνίσταται, διαιρούμενα δὲ καὶ καθ᾿ ἑαυτὰ

μόνον όταν είναι ενωμένα μεταξύ τους; Αν τα χωρίσουμε και τ' αφήσουμε

γινόμενα, λοιπὸν καὶ ἀλλήλων εἰσὶν ἀναιρετικὰ ταῦτα κατὰ τὴν τοῦ

μόνα τους, τότε το ένα εξαφανίζει το άλλο και επικρατεί εκείνο που

πλεονάζοντος ἐν αὐτοῖς ἐπικρατείαν; θερμόν τε γὰρ ὑπὸ ψυχροῦ

πλεονάζει στην ποσότητα. Για παράδειγμα, η θερμότητα χάνεται αν είναι

πλεονάσαντος ἀναιρεῖται· καὶ ψυχρὸν πάλιν ὑπὸ τῆς θερμῆς

περισσότερη η ψυχρότητα· και το αντίστροφο, η ψυχρότητα εξαφανίζεται

ἀφανίζεται δυνάμεως· ξηρόν τε αὖ ὑπὸ τοῦ ὑγροῦ διυγραίνεται, καὶ

από το πλεόνασμα της θερμότητας. Η ξηρασία πάλι διαποτίζεται από την

τοῦτο ὑπὸ τοῦ ἑτέρου ξηραίνεται.

υγρασία και η υγρασία ξηραίνεται από την ξηρασία.

 

28. Πῶς οὖν ταῦτα ἂν εἶεν θεοὶ δεόμενα τῆς παρ᾿ ἑτέρων ἐπικουρίας;

Πως λοιπόν αυτά μπορεί να είναι θεοί, όταν το ένα έχει ανάγκη το άλλο;

ἢ πῶς παρὰ τούτων αἰτεῖσθαί τι προσῆκεν, καὶ αὐτῶν ἀπαιτούντων

Πως ταιριάζει να ζητήσουμε κάτι απ' αυτά, όταν κι αυτά ζητούν για τις

παρ᾿ ἀλλήλων τὴν εἰς ἑαυτὰ χρείαν; εἰ γὰρ περὶ Θεοῦ λόγος ἐστὶ

ανάγκες τους βοήθεια από τα άλλα; Διότι, λέγεται για το Θεό ότι δεν

μηδενὸς αὐτὸν ἐπιδεᾶ εἶναι, ἀλλ᾿ αὐτάρκη καὶ πλήρη ἑαυτοῦ, καὶ ἐν

έχει καμιά ανάγκη από κανέναν, αλλά είναι αυτάρκης και πλήρης· τα

αὐτῷ τὰ πάντα συστήκειν, καὶ μᾶλλον αὐτὸν τοῖς πᾶσιν ἐπιδιδόναι·

έχει όλα στην ύπαρξή του και Αυτός είναι που προσφέρει σέ όλους. Πως

πῶς ἥλιον καὶ σελήνην, καὶ τὰ ἄλλα μέρη τῆς κτίσεως οὐκ ὄντα

λοιπόν, τον ήλιος και τη σελήνη και τα λοιπά δημιουργήματα που δεν

τοιαῦτα, ἀλλὰ καὶ λειπόμενα τῆς ἀλλήλων χρείας, ἀναγορεύειν ἄξιον

έχουν από τον εαυτό τους τη ύπαρξη αλλά χρειάζονται βοήθεια από τους

θεούς;

άλλους, θα τους ανακηρύξουμε ως θεούς;  

 

ἀλλ᾿ ἴσως διαιρούμενα μὲν καὶ καθ᾿ ἑαυτὰ λαμβανόμενα, ἐπιδεῆ εἶναι

Θα συμφωνήσουν βέβαια κι αυτοί ότι, όταν τα χωρίσουμε και τα πάρουμε

αὐτὰ καὶ αὐτοὶ συνομολογοῦσι, τῆς ἀποδείξεως ἐπ᾿ ὀφθαλμῶν οὔσης·

το καθένα χωριστά, τότε χρειάζεται το ένα το άλλο. Ολοφάνερη είναι η

ὁμοῦ δὲ πάντα συνάπτοντες, καὶ ὡς ἓν ἀποτελοῦντες μέγα σῶμα, τὸ

απόδειξη. Θα ισχυριστούν όμως ότι, αν τα βάλουμε όλα μαζί και

ὅλον Θεὸν εἶναι φήσουσι. συστάντος γὰρ τοῦ ὅλου, οὐκ ἔτι μὲν ἔξωθεν

αποτελέσουν ένα μεγάλο σώμα, τότε όλο αυτό είναι ο Θεός! Η σύσταση

αὐτοῖς χρεία γενήσεται· ἑαυτῷ δὲ τὸ ὅλον ἱκανὸν καὶ αὔταρκες

του συνόλου δεν γεννά καμιά εξωτερική ανάγκη. Λένε οι φιλοσοφούντες

γενήσεται πρὸς πάντα, λέξουσιν οἱ δοκησίσοφοι, ἵνα καὶ ἐντεῦθεν

ότι το σύνολο είναι από μόνο του ικανό και αυτάρκες σε όλα. Κι εδώ όμως

ἐλεγχθῶσιν· οὗτος δὲ ὁ λόγος καὶ μᾶλλον αὐτῶν τὴν ἀσέβειαν μετὰ

θ' αποδειχθεί το ψέμα. Ο λόγος που θα πω θ' αποδείξει όχι λιγότερο από

μεγάλης ἀπαιδευσίας οὐκ ἔλαττον τῶν πρόσθεν ἀποδείξει.

τα προηγούμενα τη μεγάλη ασέβεια και αμορφωσιά τους.

 

εἰ γὰρ τὸ καθ᾿ ἕκαστον συναφθὲν τὸ ὅλον ἀναπληροῖ, καὶ τὸ ὅλον ἐκ

Διότι, αν τα επί μέρους ενωθούν και αναπληρώσουν το όλον και το όλον

τῶν καθ᾿ ἓν συνίσταται· τὸ ὅλον ἄρα ἐκ μερῶν συνέστη, καὶ ἕκαστον

αποτελείται από τα επιμέρους, τότε το όλον αποτελείται από τα μέρη του

τοῦ ὅλου μέρος τυγχάνει. τοῦτο δὲ τῶν περὶ Θεοῦ ἐννοιῶν πολὺ

και το καθένα αποτελεί μέρος του συνόλου. Κάτι τέτοιο όμως είναι μακριά

πόρρωθεν καθέστηκεν. ὁ γὰρ Θεὸς ὅλον ἐστὶ καὶ οὐ μέρη, καὶ οὐκ ἐκ

από την αντίληψη για το Θεό. Διότι ο Θεός είναι όλο και όχι μέρη· δεν

διαφόρων συνέστηκεν, ἀλλ᾿ αὐτὸς τῆς πάντων συστάσεώς ἐστι

συνίσταται από διάφορα μέρη αλλά αυτός είναι η αιτία της ύπαρξης και

ποιητής.

δημιουργίας όλων τψν κτισμάτων.

 

θέα γὰρ ὅσην ἀσέβειαν κατὰ τοῦ  Θείου ταῦτα λέγοντες ἐξηγοῦνται.

Πρόσεξε πόση ασέβεια αποδίδουν στο Θεό λέγοντας αυτά. Διότι, αν ο

εἰ γὰρ ἐκ μερῶν συνέστηκε, πάντως αὐτὸς ἑαυτοῦ ἀνόμοιος φανήσεται,

Θεός αποτελείται από μέρη, ο ίδιος θ' αποδειχθεί ανόμοιος προς τον εαυτό

καὶ ἐξ ἀνομοίων ἔχων τὴν συμπλήρωσιν. εἰ γὰρ ἥλιός ἐστιν, οὐκ ἔστι

του και αποτελείται από ανόμοια μέρη. Αν, για παράδειγμα, είναι ήλιος

σελήνη· καὶ εἰ σελήνη ἐστίν, οὐκ ἔστι γῆ· καὶ εἰ γῆ τυγχάνει, οὐκ ἂν εἴη

δεν μπορεί να είναι σελήνη· αν είναι σελήνη, δεν μπορεί να είναι γη· κι αν

θάλασσα· καὶ οὕτως ἐφ᾿ ἑκάστου λαμβάνων ἄν τις εὑρήσει τὴν ἀτοπίαν

είναι γη, δεν μπορεί να είναι θάλασσα. Παίρνοντας έτσι ένα ένα τα μέρη,

τοῦ τοιούτου αὐτῶν λόγου.

θα διαπιστώσει το παράλογο αυτής της θεωρίας.

 

Τοῦτο δ᾿ ἄν τις καὶ ἐκ τοῦ καθ᾿ ἡμᾶς ἀνθρωπείου σώματος ἰδὼν

Μπορεί να τους καταδικάσει κανείς βλέποντας το δικό μας ανθρώπινο

καταγνοίη τούτων. ὡς γὰρ ὁ ὀφθαλμὸς οὐκ ἔστιν ἀκοή, οὐδὲ ἡ ἀκοὴ

σώμα. Όπως το μάτι δεν είναι αυτί, ούτε το αυτί χέρι, ούτε η κοιλιά

χείρ, οὐδὲ ἡ γαστήρ ἐστι στέρνα, οὐδ᾿ αὖ πάλιν ὁ αὐχήν ἐστι ποῦς·

στήθος, ούτε πάλι ο λαιμός είναι πόδι. Το κάθε μέρος του σώματος έχει

ἀλλ᾿ ἕκαστον τούτων ἰδίαν ἔχει τὴν ἐνέργειαν, καὶ ἐκ τούτων

δική του ενέργεια· απ' αυτά τα διαφορετικά μέρη συνίσταται το ένα σώμα·

διαφόρων ὄντων ἓν συνίσταται σῶμα, συνημμένα μὲν ἔχον τὰ μέρη

έχει ενωμένα μέρη σύμφωνα με τις ανάγκες του κάθε μέρους.

κατὰ τὴν χρείαν, διαιρούμενα δὲ κατὰ τὴν τοῦ χρόνου παρουσίαν,

Διαλύονται με το πέρασμα του χρόνου, όταν τα διαλύσει η φύση που τα

ὅταν ἡ φύσις ἡ συνάξασα ταῦτα διέλῃ, ὡς ὁ προστάξας Θεὸς βούλεται·

συνένωσε, σύμφωνα με το θέλημα του Θεού.

 

οὕτω συγγνώμην δὲ ὁ λόγος ἐχέτω παρ᾿ αὐτοῦ τοῦ κρείττονος, εἰ τὰ

Έτσι, κι ας μας συγχωρήσει ο Ύψιστος Θεός για τα λόγια μας, αν τα μέρη

μέρη τῆς κτίσεως συνάπτοντες εἰς ἓν σῶμα θεὸν ἀναγορεύουσιν,

της δημιουργίας τα ενώσουμε σ' ένα σύνολο και τα αναγορεύσουμε θεό,

ἀνάγκη αὐτὸν μὲν καθ᾿ ἑαυτὸν ἀνόμοιον ἑαυτῷ εἶναι, ὥσπερ ἐδείχθη,

είναι βέβαιο ότι αυτός δεν θα μοιάζει με τον εαυτό του. Το αποδείξαμε.

διαιρεῖσθαι δὲ πάλιν κατὰ τὴν τῶν μερῶν εἰς τὸ μερίζεσθαι γενομένην

Θα διαιρείται πάλι στα μέρη του· διότι τα μέρη από τη φύση τους είναι  

φύσιν.

να χωρίζονται.

 

29. Καὶ ἄλλως δ᾿ ἄν τις αὐτῶν ἐλέγξειε τὴν ἀθεότητα κατὰ τὴν τῆς

Και με άλλο τρόπο μπορούμε ν' αποδείξουμε την αθεΐα τους με βάση την

ἀληθείας θεωρίαν. εἰ γὰρ ὁ Θεὸς ἀσώματός ἐστι, καὶ ἀόρατος, καὶ

αλήθεια. Αν ο Θεός είναι στην ουσία του ασώματος, αόρατος και

ἄψαυστος τῇ φύσει, πῶς σῶμα τὸν Θεὸν ἐπινοοῦσι, καὶ τὰ φαινόμενα

αψηλάφητος, πώς τολμούν και φαντάζονται το Θεό να έχει σώμα; Πώς

τοῖς ὀφθαλμοῖς καὶ ὧν ψαύομεν τῇ χειρὶ θρησκεύουσι τῇ Θεοῦ τιμῇ;

αποδίδουν τη τιμή του Θεού σ' αυτά που είναι ορατά και τα ψηλαφούν

τα χέρια;

 

καὶ πάλιν, εἰ ὁ περὶ Θεοῦ κρατεῖ λόγος, δυνατὸν αὐτὸν εἶναι κατὰ

Και πάλι, αν είναι ορθός ο συλλογισμός για το Θεό ότι είναι

πάντα, καὶ μηδὲν μὲν αὐτοῦ κρατεῖν, αὐτὸν δὲ τῶν πάντων κρατεῖν

παντοδύναμος και τίποτε δεν τον εξουσιάζει ενώ αυτός εξουσιάζει και

καὶ δεσπόζειν· πῶς οἱ τὴν κτίσιν θεοποιοῦντες οὐχ ὁρῶσιν αὐτὴν ἐκτὸς

διαφεντεύει τα πάντα, πώς αυτοί που θεοποιούν την κτίση δεν βλέπουν

οὖσαν τοῦ τοιούτου περὶ Θεοῦ ὅρου;

ότι δεν εκπληρώνει τον όρο αυτό της θεότητος;

 

ἡλίου μὲν γὰρ ὑπὸ γῆν γενομένου, τὸ φῶς ἡ γῆ σκιάζει μὴ ὁρᾶσθαι·

Διότι, όταν ο ήλιος βρίσκεται στο κάτω μέρος της γῆς, η γη κάνει σκιά και

σελήνην δὲ μεθ᾿ ἡμέραν ὁ ἥλιος ἐπικρύπτει τῇ τοῦ φωτὸς λαμπηδόνι.

δεν φαίνεται το φως. Και ο ήλιος με τη λαμπρότητα του φωτός κρύβει τη

καὶ γῆς μὲν τοὺς καρποὺς πολλάκις χάλαζα βλάπτει· τὸ πῦρ δέ, εἰ

σελήνη στη διάρκεια της ημέρας. Το χαλάζι πολλές φορές καταστρέφειτους

γένοιτό τις ὑδάτων πλημμύρα, σβέννυται. καὶ χειμῶνα μὲν ἔαρ

καρπούς της γης·  και η φωτιά σβήνει με την πλημμύρα. Η άνοιξη διώχνει

παραγκωνίζεται, θέρος δὲ τὸ ἔαρ ὑπερβῆναι τοὺς ὅρους οὐκ ἐπιτρέπει,

το χειμώνα και το καλοκαίρι δεν αφήνει την άνοιξη να ξεπεράσει τα όριά

καὶ αὐτὸ πάλιν ὑπὸ τοῦ μετοπώρου κωλυόμενον τὰς ἰδίας ὥρας

της. Και το φθινόπωρο με τη σειρά του καθορίζει τα όρια του καλοκαιριού.

ἐξέρχεσθαι.

 

εἴπερ οὖν ἦσαν θεοί, ἔδει τούτους μὴ ὑπ᾿ ἀλλήλων ἡττᾶσθαι καὶ

Εάν λοιπόν ήταν οι εποχές θεοί, έπρεπε να μην περιορίζει η μία την άλλη

ἐπικρύπτεσθαι, ἀλλὰ πάντοτε ἀλλήλοις συνεῖναι, καὶ κοινὰς ἅμα τὰς

και την εξαφανίζει, αλλά πάντα να υπάρχουν μαζί και να έχουν κοινή

 ἐνεργείας ἐπιτελεῖν· ἔδει μεθ᾿ ἡμέραν καὶ μετὰ νύκτα ἥλιον ὁμοῦ καὶ

ενέργεια. Έπρεπε νύχτα και μέρα ο ήλιος, η σελήνη καί όλα μαζί τα

σελήνην καὶ τὸν ἄλλον τῶν ἀστέρων χορὸν ἴσον ἔχειν τὸ φῶς, καὶ

υπόλοιπα άστρα να έχουν το ίδιο φως· να λάμπουν το ίδιο παντού και όλα

τοῦτο πᾶσι λάμπειν, καὶ πάντα παρ᾿ αὐτῶν καταυγάζεσθαι·

να φωτίζονται απ' αυτά.

 

ἔδει θέρος ὁμοῦ καὶ χειμῶνα καὶ ἔαρ καὶ μετόπωρον ἀπαραλλάκτως

Έπρεπε αμετάβλητα να συνυπάρχουν μαζί το καλοκαίρι, ο χειμώνας, η

καὶ κατὰ τὸ αὐτὸ συνίστασθαι· ἔδει τὴν θάλασσαν ταῖς πηγαῖς

άνοιξη και το φθινόπωρο. Έπρεπε η θάλασσα να έχει αναμιχθεί με τις

ἐπιμίγνυσθαι καὶ κοινὸν ἀνθρώποις τὸ πόμα παρέχειν· ἔδει νηνεμίας καὶ

πηγές και να παρέχει το ίδιο νερό στους ανθρώπους. Έπρεπε να υπάρχει

τῶν ἀνέμων τὰς πνοὰς ἐν ταὐτῷ γίνεσθαι· ἔδει τὸ πῦρ ὁμοῦ καὶ τὸ

ταυτόχρονα νηνεμία και φύσημα ανέμων. Έπρεπε η φωτιά και το νερό

ὕδωρ κοινὴν καὶ μίαν ἀνθρώποις τὴν χρείαν παρέχειν.

να προσφέρουν κοινή εξυπηρέτηση στους ανθρώπους.

 

οὐδὲ γὰρ οὐδὲ βλάβην ἄν τις ἐξ αὐτῶν ὑπέμεινε, θεῶν ὄντων κατ᾿

Ποτέ μα ποτέ δεν έπρεπε να βλάπτεται κανείς απ' αυτά, αφού κατά τη

αὐτούς, καὶ μηδὲν ἐπὶ βλάβῃ, ἐπ᾿ ὠφελείᾳ δὲ μᾶλλον πάντα ποιούντων.

γνώμη τους είναι θεοί και δεν προξενούν καμία βλάβη αλλά όλα τα κάνουν

εἰ δὲ ταῦτα γίνεσθαι ἀδύνατον διὰ τὴν πρὸς ἄλληλα ἐναντιότητα, πῶς

προς ωφέλεια. Αν όμως αυτά δεν γίνονται, επειδή μεταξύ τους είναι

οἷόν τε ταῦτα ἀλλήλοις ἐναντία καὶ μαχόμενα, καὶ μὴ δυνάμενα

αντίθετα, πώς είναι δυνατόν να τα ονομάζουμε θεούς και να τα

ἀλλήλοις συστῆναι, ἔτι θεοὺς ὀνομάζειν ἢ Θεοῦ θρησκεύεσθαι τιμαῖς;

αποδίδουμε τιμές, εφόσον αντιμάχονται μεταξύ τους και δεν

τὰ δὲ πρὸς ἑαυτὰ ἀσύμφωνον τὴν φύσιν ἔχοντα πῶς ἂν ἄλλοις

συνεργάζονται; Αυτά που δεν συμφωνούν μεταξύ τους, πώς μπορεί να 

εὐχομένοις εἰρήνην παρέχοιεν, καὶ ὁμονοίας αὐτοῖς γένοιντο πρυτάνεις;

ειρηνεύσουν τους προσευχομένους και να γίνουν ρυθμιστές της ομόνοιας;

 

οὔτε οὖν ἥλιος εἰκότως, οὔτε σελήνην, οὔτε ἄλλο τι μέρος τῆς κτίσεως,

Έτσι, απέδειξε ο λόγος ότι ούτε ο ήλιος ούτε η σελήνη ούτε κάποιο άλλο

πολλῷ δὲ πλέον οὐδὲ τὰ ἐν λίθοις καὶ χρυσῷ καὶ ταῖς ἄλλαις ὕλαις

κτίσμα μπορεί νά είναι αληθινός θεός· πολύ περισσότερο δεν μπορεί να

ἀγάλματα, οὐδὲ οἱ παρὰ ποιηταῖς μυθολογούμενοι Ζεὺς καὶ ᾿Απόλλων

είναι θεοί τα πέτρινα, χρυσά ή από άλλα υλικά αγάλματα ούτε οι

καὶ οἱ ἄλλοι εἶεν ἀληθῶς θεοί, ὡς ὁ λόγος ἀπέδειξεν· ἀλλὰ τὰ μὲν αὐτῶν

μυθολογούμενοι από τους ποιητές Δίας και Απόλλων. Απ' αυτά άλλα είναι

μέρη τῆς κτίσεώς ἐστι, τὰ δὲ αὐτῶν ἄψυχα τυγχάνει, τὰ δὲ μόνον

μέρος της κτίσεως, άλλα είναι άψυχα και άλλα είναι μόνον κοινοί θνητοί.

ἄνθρωποι θνητοὶ γεγόνασι. διὸ καὶ ἡ περὶ ταῦτα θρησκεία καὶ θεοποιία

Για το λόγο αυτό, η θεοποίηση και η λατρεία τους δεν εισάγει ευσέβεια

οὐκ εὐσεβείας, ἀλλὰ ἀθεότητος καὶ πάσης ἀσεβείας ἐστὶν εἰσήγησις, καὶ

αλλά αθεΐα και κάθε είδους ασέβεια. Αποτελεί απόδειξη μεγάλης

μεγάλης πλάνης ἔλεγχος ἀπὸ τῆς πρὸς τὸν ἕνα καὶ μόνον ἀληθινὸν

απομάκρυνσης από τη γνώση του μόνου και αληθινού Θεού, του Πατέρα

Θεὸν γνώσεως, λέγω δὴ τὸν τοῦ Χριστοῦ Πατέρα.

του Κυρίου μας Ιησού Χριστού.

 

῞Οτε τοίνυν ταῦθ᾿ οὕτως ἐλέγχεται καὶ δέδεικται ἡ παρὰ τοῖς ῞Ελλησιν

Όταν, λοιπόν, αυτά ξεσκεπάζονται,αποδεικνύουν ότι η ειδωλολατρεία

εἰδωλολατρεία πάσης ἀθεότητος οὖσα μεστή, καὶ οὐκ ἐπ᾿ ὠφελείᾳ,

των Ελλήνων είναι γεμάτη από κάθε αθεΐα και φέρνει την καταστροφή

ἀλλ᾿ ἐπ᾿ ἀπωλείᾳ τῷ βίῳ τῶν ἀνθρώπων εἰσαχθεῖσα·

 και όχι το κέρδος στη ζωή των ανθρώπων.

 

φέρε λοιπόν, ὡς ἐξ ἀρχῆς ὁ λόγος ἐπηγγείλατο, τῆς πλάνης

Εμπρός, λοιπόν, όπως το είπαμε από την αρχή, αφού αποδείξαμε την

διελεγχθείσης, τὴν τῆς ἀληθείας ὁδὸν ὁδεύσωμεν, καὶ θεωρήσωμεν τὸν

πλάνη τους, ας βαδίσουμε τώρα το δρόμο της αλήθειας· να θεωρήσουμε τον

ἡγεμόνα καὶ δημιουργὸν τοῦ παντὸς τὸν τοῦ Πατρὸς Λόγον, ἵνα δι᾿

Υιό και Λόγο του Πατέρα ως κύριο και δημιουργό του κόσμου. Έτσι θα

αὐτοῦ καὶ τὸν τούτου Πατέρα Θεὸν κατανοήσωμεν, καὶ γνῶσιν

γνωρίσουμε και τον Θεό Πατέρα Του και θα πληροφορηθούν οι

῞Ελληνες ὅσον τῆς ἀληθείας ἑαυτοὺς ἀπεσχοίνισαν.

ειδωλολάτρες πόσο απομακρύνθηκαν από την αλήθεια.

 

30. Τὰ μὲν προειρημένα οὐδὲν ἕτερον ἢ πλάνη τῷ βίῳ διηλέγχθη· ἡ δὲ

Όσα είπαμε προηγουμένως δεν είναι τίποτε άλλο παρά ο πλανεμένος

τῆς ἀληθείας ὁδὸς πρὸς τὸν ὄντως ὄντα Θεὸν ἕξει τὸν σκοπόν. πρὸς δὲ

δρόμος της ζωής. Ο αληθινός δρόμος θα έχει σκοπό να οδηγήσει στον

τὴν ταύτης γνῶσιν καὶ ἀπλανῆ κατάληψιν οὐκ ἄλλων ἐστὶν ἡμῖν χρεία,

αληθινό Θεό. Για να την γνωρίσουμε και κατανοήσουμε δεν χρειάζεται

ἀλλ᾿ ἡμῶν αὐτῶν· οὐδ᾿, ὥσπερ ἐστὶν αὐτὸς ὁ Θεὸς ὑπεράνω πάντων,

τίποτε άλλο παρά η γνώση του εαυτού μας. Η οδός προς το Θεό δεν είναι

οὕτω καὶ ἡ πρὸς τοῦτον ὁδὸς πόρρωθεν ἢ ἔξωθεν ἡμῶν ἐστιν· ἀλλ᾿ ἐν

όπως ο Θεός που βρίσκεται πάνω απ' όλα· δεν είναι ούτε μακριά μας ούτε

ἡμῖν ἐστι, καὶ ἀφ᾿ ἡμῶν εὑρεῖν τὴν ἀρχὴν δυνατόν, καθὼς καὶ Μωϋσῆς

έξω από τον εαυτό μας. Υπάρχει μέσα μας· από τον εαυτό μας αρχίζει ο

ἐδίδασκε λέγων· «Τὸ ῥῆμα τῆς πίστεως ἐντὸς τῆς καρδίας σοῦ ἐστιν».

δρόμος του Θεού, όπως το έλεγε και ο Μωϋσής: «Η πίστη είναι μέσα στην

ὅπερ καὶ ὁ Σωτὴρ σημαίνων καὶ βεβαιῶν ἔλεγεν· ῾Η «βασιλεία τοῦ

καρδιά σου». Το ίδιο και ο Σωτήρας Χριστός το λέει και βεβαιώνει: «Η

Θεοῦ ἐντὸς ὑμῶν ἐστιν».

βασιλεία του Θεού υπάρχει μέσα σας».

 

ἔνδον γὰρ ἐν ἑαυτοῖς ἔχοντες τὴν πίστιν καὶ τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ,

Έχοντας λοιπόν μέσα μας την πίστη και τη βασιλεία του Θεού, μπορούμε

δυνάμεθα ταχέως θεωρῆσαι καὶ νοῆσαι τὸν τοῦ παντὸς βασιλέα, τοῦ

γρήγορα να γνωρίσουμε και κατανοήσουμε τον Κύριο του σύμπαντος, τον

Πατρὸς σωτήριον Λόγον. καὶ μὴ προφασιζέσθωσαν ῞Ελληνες οἱ τοῖς

Σωτήρα και Υιό Λόγο του Πατέρα. Και ας μη ζητούν δικαιολογίες οι

εἰδώλοις θρησκεύοντες· μηδὲ ἄλλος τις ἁπλῶς ἑαυτὸν ἀπατάτω, ὡς

Έλληνες ειδωλολάτρες. Και κανείς άλλος να μην κοροϊδεύει τον εαυτό

τὴν τοιαύτην ὁδὸν οὐκ ἔχων, καὶ διὰ τοῦτο τῆς ἀθεότητος ἑαυτοῦ

του, ότι, επειδή δεν γνωρίζει αυτό το δρόμο της αλήθειας, γι' αυτό να

πρόφασιν εὑρίσκων. πάντες γὰρ εἰς αὐτὴν ἐπιβεβήκαμεν καὶ ἔχομεν, εἰ

προφασίζεται ότι είναι και άθεος. Διότι όλοι περπατήσαμε αυτό το δρόμο,

καὶ μὴ πάντες αὐτὴν ὁδεύειν, ἀλλὰ παροδεύειν ἐκβαίνοντες θέλουσι διὰ

έστω κι αν ορισμένοι δεν τον περπατούν· διότι θέλουν να παραστρατούν 

τὰς ἔξωθεν αὐτοὺς ἑλκούσας ἡδονὰς τοῦ βίου.

παρασυρμένοι από τις ηδονές του βίου που θέλγουν προς τα έξω. 

 

καὶ εἴ τις ἂν ἔροιτο, τίς ἂν εἴη αὕτη· φημὶ δὴ τὴν ἑκάστου ψυχὴν εἶναι,

Κι αν κάποιος ρωτήσει, ποιός είναι αυτός ο δρόμος της αλήθειας; Θα

καὶ τὸν ἐν αὐτῇ νοῦν. δι᾿ αὐτοῦ γὰρ μόνου δύναται Θεὸς θεωρεῖσθαι

απαντήσω, η ψυχή του καθένα και ο ενυπάρχων νους. Διότι, μόνο με το

καὶ νοεῖσθαι· ἐκτὸς εἰ μή, ὥσπερ τὸν Θεὸν ἠρνήσαντο, οὕτω καὶ ψυχὴν

νου είναι δυνατόν να δούμε το Θεό. Εκτός αν οι ασεβείς, όπως αρνήθηκαν

ἔχειν παραιτήσονται οἱ ἀσεβεῖς, εἰκότως τοῦτο πρὸ τῶν ἄλλων

το Θεό, έτσι θ' αρνηθούν και την ύπαρξη της ψυχής· κι αυτό αποτελεί για

λέγοντες. οὐ γὰρ ἐχόντων ἔστι νοῦν ἀρνεῖσθαι τὸν τούτου ποιητὴν

τους αρνητές μια εύλογη δικαιολογία. Διότι δεν είναι ίδιο των ανθρώπων

καὶ δημιουργὸν Θεόν.

που έχουν νου να αρνούνται το Θεό, που έφτιαξε και δημιούργησε το νου.

 

ὅτι μὲν οὖν ψυχὴν ἕκαστος ἀνθρώπων ἔχει καὶ ταύτην λογικήν, καὶ

Είναι ανάγκη μάλιστα ν' αποδείξουμε με λίγα λόγια, για χάρη των

τοῦτο ἀναγκαῖόν ἐστι δεῖξαι δι᾿ ὀλίγων διὰ τοὺς ἀκεραίους, ἐπεὶ

απονήρευτων, ότι κάθε άνθρωπος έχει ψυχή, και μάλιστα με λογικό νου.

μάλιστά τινες ἀπὸ τῶν αἱρέσεων ἀρνοῦνται καὶ τοῦτο, οἰόμενοι

Κι αυτό, επειδή ορισμένοι αιρετικοί το αρνούνται ακόμη κι αυτό,

μηδὲν πλέον εἶναι τὸν ἄνθρωπον, ἢ τὸ φαινόμενον εἶδος τοῦ σώματος·

θεωρώντας ότι τίποτε περισσότερο δεν είναι ο άνθρωπος παρά το σώμα

ἵνα ταύτης δειχθείσης, φανερώτερον δι᾿ ἑαυτῶν τὸν κατὰ τῶν εἰδώλων

του που φαίνεται. Διότι, αν αποδείξουμε την ύπαρξη της ψυχής, θα έχουν

ἔλεγχον ἔχειν δυνηθῶσι.

από τον ίδιο τους τον εαυτό τους ολοφάνερη απόδειξη ενάντια στα είδωλα.

 

31. Πρῶτον μὲν οὖν οὐ μικρὸν γνώρισμα τοῦ λογικὴν εἶναι τὴν τῶν

Πρώτα πρώτα δεν είναι ελάχιστη απόδειξη ότι οι άνθρωποι έχουν λογική

ἀνθρώπων ψυχὴν ἐκ τοῦ πρὸς τὰ ἄλογα διαλλάττειν αὐτήν· διὰ τοῦτο

ψυχή, το ότι αυτή διαφέρει από τα άλογα ζώα. Γι'αυτό το λόγο συνηθίζουν

γὰρ ἐκεῖνα μὲν ἄλογα καλεῖν ἡ φύσις εἴωθεν, ἐπειδὴ τῶν ἀνθρώπων τὸ

να ονομάζουν εκείνα ά-λογα, ενώ το ανθρώπινο είδος είναι λογικό.

γένος ἐστὶ λογικόν· ἔπειτα δὲ καὶ τοῦτο πρὸς ἀπόδειξιν οὐ τὸ τυχὸν ἂν

Δεύτερον, δεν είναι καθόλου τυχαία η ακόλουθη απόδειξη: μόνον ο  

εἴη, ἐκ τοῦ μόνον τὸν ἄνθρωπον τὰ ἔξωθεν ἑαυτοῦ λογίζεσθαι, καὶ

άνθρωπος σκέφτεται όσα είναι έξω από τον εαυτό του, θυμάται τα

ἐνθυμεῖσθαι τὰ μὴ παρόντα, καὶ πάλιν ἐπιλογίζεσθαι καὶ κρίσει τὸ

περασμένα και επιπλέον συλλογίζεται και με την κριτική επιλέγει την

κρεῖττον τῶν λογισμῶν αἱρεῖσθαι· τὰ μὲν γὰρ ἄλογα μόνα τὰ παρόντα

καλύτερη απόφαση. Αντίθετα, τα άλογα βλέπουν μόνον τα παρόντα και

βλέπει, καὶ πρὸς μόνα τὰ ἐν ὀφθαλμοῖς ὁρμᾷ, κἂν μετὰ ταῦτα τὴν

ορμούν μόνο σέ όσα βλέπουν μπροστά τους, κι όταν ακόμα κρύβεται από

βλάβην ἔχῃ.

πίσω τους παγίδα.

 

ὁ δὲ ἄνθρωπος οὐ πρὸς τὰ βλεπόμενα ὁρμᾷ, ἀλλὰ τῷ λογισμῷ τὰ διὰ

Ο άνθρωπος όμως δεν ορμά σ' αυτά που βλέπει, αλλά με τη λογική κρίνει

τῶν ὀφθαλμῶν ὁρώμενα κρίνει· πολλάκις γοῦν ὁρμήσας κεκράτηται

τις παραστάσεις των ματιών. Πολλές φορές συγκρατούνται οι ορμές από  

τῷ λογισμῷ· καὶ λογισάμενος, πάλιν ἐπελογίσατο, καὶ αἰσθάνεται

τη λογική. Όταν σκέφτεται, σκέφτεται ξανά και ξανά. Καθένας που αγαπά

ἕκαστος, εἰ τῆς ἀληθείας γένοιτο φίλος, ὅτι ἄλλος παρὰ τὰς σωματικὰς

την αλήθεια αντιλαμβάνεται ότι ο νους είναι τελείως διαφορετικός από

αἰσθήσεις ἐστὶν ὁ τῶν ἀνθρώπων νοῦς. διὰ τοῦτο γοῦν ὡς ἄλλος ὤν,

τις αισθήσεις του σώματος. Γι' αυτό, λοιπόν, επειδή είναι διαφορετικός,

αὐτῶν τῶν αἰσθήσεων γίνεται κριτής· καὶ ὧν ἐκεῖναι ἀντιλαμβάνονται,

γίνεται κριτής των αισθήσεων. Αυτά που εκείνες αντιλαμβάνονται, αυτός

ταῦτα οὗτος διακρίνει, καὶ ἀναμιμνήσκει, καὶ δείκνυσιν αὐταῖς τὸ

τα κρίνει με τη λογική, τα σκέφτεται πάλι και υποδεικνύει σ' αυτές το

κρεῖττον.

καλύτερο τις γίνει.

 

ὀφθαλμοῦ μὲν γάρ ἐστι μόνον τὸ ὁρᾷν, καὶ ὤτων τὸ ἀκούειν, καὶ

Διότι το μάτι είναι μόνο για να βλέπει, τ' αυτιά ν' ακούν και το στόμα να

στόματος γεύεσθαι, καὶ ῥινὸς ὀδμῶν ἀντιλαμβάνεσθαι, καὶ χειρῶν τὸ

γεύεται· η μύτη να οσφραίνεται, τα χέρια να πιάνουν. Αλλά τί πρέπει να

ἅπτεσθαι· ἀλλ᾿ ἃ δεῖ ὁρᾷν καὶ ἀκούειν, καὶ ὧν ἅπτεσθαι δεῖ καὶ γεύεσθαι

να βλέπουν, τί ν' ακούν, τί ν' αγγίζουν, τί να γεύονται καί τί να

καὶ ὀδμᾶσθαι, οὐκέτι τῶν αἰσθήσεών ἐστιν, ἀλλὰ τῆς ψυχῆς καὶ τοῦ

οσφραίνονται,  αυτό δεν είναι έργο των αισθήσεων αλλά της διάκρισης

ταύτης νοῦ διακρῖναι. ἀμέλει καὶ ξίφους λαβέσθαι δύναται ἡ χείρ, καὶ

της ψυχής και του νου της. Βέβαια, το χέρι μπορεί να πιάσει ξίφος και το

δηλητηρίου γεύσασθαι τὸ στόμα· ἀλλ᾿ οὐκ οἶδεν, ὅτι βλάπτει ταῦτα,

στόμα να γευθεί δηλητήριο. Αγνοούν όμως ότι αυτά βλάπτουν, αν δεν το

εἰ μὴ ὁ νοῦς διακρίνῃ.

διακρίνει ο νους.   

 

Καὶ ἔοικέ γε τὸ τοιοῦτον, ἵνα ἐπὶ εἰκόνος αὐτὸ θεωρήσωμεν, λύρᾳ

Αυτό μοιάζει, για να το δούμε ως παράδειγμα, με λύρα καλής κατασκευής

καλῶς κατεσκευασμένῃ, καὶ τῷ ταύτην κρατοῦντι μουσικῷ μετ᾿

που την παίζει ένας δεξιοτέχνης μουσικός· όπως οι χορδές της λύρας, έχει

ἐπιστήμης. ὡς γὰρ αἱ ἐν τῇ λύρᾳ νευραὶ ἑκάστη μὲν ἔχει τὸν ἴδιον

η καθεμιά τον ιδιαίτερο φθόγγο της, άλλη βαρύτονο, άλλη οξύτονο, άλλη 

φθόγγον, ἡ μὲν βαρύν, ἡ δὲ ὀξύν, ἡ δὲ μέσον, ἡ δὲ ὀξύτονον, ἡ δὲ ἄλλον·

μέσο και άλλη κάποιον άλλον. Χωρίς όμως το δεξιοτέχνη μουσικό δεν

ἀδιάκριτος δέ ἐστιν αὐτῶν ἡ ἁρμονία καὶ ἀδιάγνωστος ἡ σύνθεσις

μπορείς να ξεχωρίσεις την αρμονία των φθόγγων και να διαγνώσεις τη 

χωρὶς τοῦ ἐπιστήμονος· τότε γὰρ καὶ ἡ ἁρμονία αὐτῶν δείκνυται καὶ

σύνθεση των ήχων. Διότι τότε μόνο γίνεται αντιληπτή η αρμονία και η   

ἡ σύνταξις ὀρθή, ὅταν ὁ κατέχων τὴν λύραν πλήξῃ τὰς νευράς, καὶ

καλή σύνθεση, όταν ο λυράρης παίξει τις χορδές και κινήσει την 

ἁρμοδίως ἑκάστης ἅψηται·

κατάλληλη σε κάθε περίπτωση.

 

τοῦτον τὸν τρόπον καὶ τῶν αἰσθήσεων ἐν τῷ σώματι ὡς λύρας

Με τον ίδιο τρόπο και οι αισθήσεις είναι αρμονικά δεμένες με το σώμα,

ἡρμοσμένων, ὅταν ὁ ἐπιστήμων νοῦς αὐτῶν ἡγεμονεύῃ· τότε καὶ

όταν βέβαια τις κατευθύνει ο ηγεμόνας νους. Τότε μπορεί και διακρίνει η

διακρίνει ἡ ψυχή, καὶ οἶδεν ὃ ποιεῖ καὶ πράττει. τοῦτο δὲ μόνον ἴδιον

ψυχή και γνωρίζει τί κάμει. Αυτό αποτελεί το ιδιαίτερο γνώρισμα των

ἀνθρώπων ἐστί, καὶ τοῦτό ἐστι τὸ λογικὸν τῆς ψυχῆς τῶν ἀνθρώπων,

ανθρώπων· είναι το λογικό της ψυχής τους. Με τη χρήση του λογικού η

ᾧ χρωμένη διαλλάττει τῶν ἀλόγων, καὶ δείκνυσιν ὅτι ἀληθῶς ἄλλη

ψυχή του ανθρώπου διαφέρει από τα ά-λογα ζώα και αποδεικνύει ότι στ'  

παρὰ τὰ φαινόμενα ἐν σώματί ἐστιν.

αλήθεια είναι διαφορετική από το σώμα που φαίνεται.

 

πολλάκις γοῦν κειμένου τοῦ σώματος ἐπὶ γῆς, τὰ ἐν οὐρανοῖς

Πολλές φορές, ενώ το σώμα ξαπλώνει στη γη, ο άνθρωπος φαντάζεται και

φαντάζεται καὶ θεωρεῖ ὁ ἄνθρωπος· καὶ πολλάκις τοῦ σώματος

σκέφτεται τα επουράνια. Πολλές φορές, επίσης, όταν το σώμα ηρεμεί,  

ἠρεμοῦντος καὶ ἡσυχάζοντος καὶ καθεύδοντος, κινεῖται ἔνδον ὁ

ησυχάζει και κοιμάται, ο έσω άνθρωπος κινείται και φαντάζεται αυτά

ἄνθρωπος, καὶ τὰ ἔξωθεν ἑαυτοῦ θεωρεῖ, χώρας ἀποδημῶν καὶ

που βρίσκονται έξω από τον εαυτό του· αποδημεί και περιοδεύει σε

περιπατῶν, καὶ ἀπαντῶν τοῖς γνωρίμοις, καὶ πολλάκις διὰ τούτων

άλλους τόπους· συναντά γνωστούς και πολλές φορές μ' αυτούς μαντεύει

τὰς μεθ᾿ ἡμέραν πράξεις ἑαυτοῦ μαντευόμενος καὶ προγινώσκων.

και προγνωρίζει τις μελλοντικές του πράξεις. Αυτό τί άλλο θα μπορούσε

τοῦτο δὲ τί ἂν εἴη ἕτερον ἢ ψυχὴ λογική, ἐν ᾗ λογίζεται καὶ νοεῖ τὰ

να ήταν, παρά λογική ψυχή με την οποία ο άνθρωπος σκέφτεται και

ὑπὲρ ἑαυτὸν ὁ ἄνθρωπος;

κατανοεί πράγματα πάνω από τις δυνάμεις του;

 

32. Καὶ τοῦτο δ᾿ ἂν εἴη πρὸς ἀπόδειξιν ἀκριβῆ τοῖς ἔτι πρὸς ἀναίδειαν

Και το εξής αποτελεί τέλεια απόδειξη προς αυτούς οι οποίοι βρίσκονται

τῆς ἀλογίας τετραμμένοις· πῶς, τοῦ σώματος θνητοῦ κατὰ φύσιν

στην ασέβεια και την αναισθησία: πώς, ενώ το σώμα είναι θνητό στη φύση

ὄντος, λογίζεται ἄνθρωπος τὰ περὶ ἀθανασίας, καὶ πολλάκις ἑαυτῷ

του, ο άνθρωπος σκέφτεται τα σχετικά με την αθανασία και πολλές φορές

τὸν θάνατον ὑπὲρ ἀρετῆς προκαλεῖται; ἢ πῶς, προσκαίρου τοῦ

προτιμά το θάνατο για χάρη της αρετής; Ή πώς συμβαίνει, ενώ το σώμα  

σώματος ὄντος, τὰ αἰώνια φαντάζεται ἄνθρωπος, ὥστε τῶν μὲν

είναι θνητό, να διαλογίζεται ο άνθρωπος τα αιώνια, ώστε να καταφρονεί

ἐμποδὼν καταφρονεῖν, εἰς ἐκεῖνα δὲ τὸν πόθον ἔχειν;

τα πρόσκαιρα και να ποθεί τα αιώνια;

 

τὸ μὲν οὖν σῶμα οὐκ ἂν ἑαυτὸ περὶ ἑαυτοῦ τοιαῦτα λογίσηται, καὶ οὐκ

Το σώμα λοιπόν δεν μπορεί να κάνει τέτοιες σκέψεις για τον εαυτό του·

ἂν τὰ ἔξωθεν ἑαυτοῦ λογίζοιτο· θνητὸν γὰρ καὶ πρόσκαιρόν ἐστιν·

ούτε μπορεί να σκεφτεί τα έξω από τον εαυτό του· διότι είναι θνητό και

ἀνάγκη δὲ ἕτερον εἶναι τὸ τὰ ἐναντία καὶ παρὰ τὴν φύσιν τοῦ σώματος

πρόσκαιρο. Κατ' ανάγκη κάτι άλλο είναι αυτό που σκέφτεται αντίθετα και

λογιζόμενον. τί οὖν ἂν εἴη τοῦτο πάλιν, ἢ ψυχὴ λογικὴ καὶ ἀθάνατος;

πέρα από τη φύση του σώματος. Τί άλλο είναι αυτό παρά η λογική και

καὶ γὰρ οὐκ ἔξωθεν, ἀλλ᾿ ἔνδοθεν αὕτη τῷ σώματι, ὡς ὁ μουσικὸς τῇ

αθάνατη ψυχή; Διότι αυτή εμπνέει από μέσα κι όχι απέξω στο σώμα τα

λύρᾳ, ἐνηχεῖ τὰ κρείττονα.

καλύτερα, όπως ο μουσικός τη λύρα.

 

πῶς δὲ πάλιν κατὰ φύσιν ὢν ὁ ὀφθαλμὸς εἰς τὸ ὁρᾷν, καὶ ἡ ἀκοὴ εἰς τὸ

Πώς πάλι, αφού είναι πλασμένα το μάτια να βλέπουν και η ακοή ν' ακούει,

ἀκούειν, τὰ μὲν ἀποστρέφονται, τὰ δὲ αἱροῦνται; τίς γὰρ ὁ τὸν

συμβαίνει άλλα ν' αποστρέφονται και άλλα να προτιμούν; Ποιός είναι

ὀφθαλμὸν τοῦ ὁρᾷν ἀποστρέφων; ἢ τίς τὴν ἀκοὴν κατὰ φύσιν οὖσαν

αυτός που εμποδίζει το μάτι να βλέπει; Ποιός εμποδίζει τ' αυτιά ν' ακούν,

ἀκουστικὴν ἀποκλείει τοῦ ἀκούειν; ἢ τίς τὴν γεῦσιν, κατὰ φύσιν οὖσαν

αφού η ακουστική είναι φυσική; Ή τη γεύση, που είναι πλασμένη να

γευστικήν, κωλύει πολλάκις τῆς φυσικῆς ὁρμῆς; τίς δὲ τὴν χεῖρα, κατὰ

γεύεται, ποιός την εμποδίζει πολλές φορές να το κάνει αυτό; Το χέρι πάλι

φύσιν οὖσαν εἰς τὸ ἐνεργεῖν, ἐπέχει τοῦ ψαύειν τινός; τίς δὲ τὴν

που είναι για να ενεργεί, ποιός το εμποδίζει να ψηλαφά κάτι; Το ίδιο και

ὄσφρησιν, καὶ αὐτὴν εἰς τὸ ὀδμᾶσθαι γενομένην, ἀποστρέφει τοῦ μὴ

την όσφρηση, που έχει σκοπό να οσφραίνεται, ποιός την εμποδίζει να

ἀντιλαμβάνεσθαι; τίς ὁ ταῦτα κατὰ τῶν φυσικῶν τοῦ σώματος

αισθάνεται οσμές; Ποιός είναι αυτός που ενεργεί ενάντια στις φυσικές

ἐνεργῶν; ἢ πῶς τὸ σῶμα, τὴν φύσιν ἀποστραφέν, ἐπιστρέφεται πρὸς

ροπές του σώματος; Ή πώς το σώμα αρνείται τη φύση του και ακούει τις

τὰς ἑτέρου συμβουλίας, καὶ πρὸς τὸ ἐκείνου νεῦμα ἡνιοχεῖται;

συμβουλές κάποιου άλλου ο οποίος με το νεύμα του το κυβερνά;

 

ταῦτα γὰρ οὐδὲν ἕτερον ἢ ψυχὴν λογικὴν ἀποδείκνυσιν ἡγεμονεύουσαν

Όλα αυτά τα παραδείγματα δείχνουν ότι υπάρχει λογική ψυχή που

τοῦ σώματος. οὐδὲ γὰρ ἑαυτὸ τὸ σῶμα πέφυκεν ἐλαύνειν, ἀλλ᾿ ὑφ᾿

κυβερνά το σώμα. Διότι, το σώμα δεν πλάστηκε από μόνο του να

ἑτέρου ἄγεται καὶ φέρεται, ὥσπερ οὐδὲ ἵππος ἑαυτὸν ὑποζεύγνυσιν,

κατευθύνει τον εαυτό του αλλά άλλος να το εξουσιάζει· όπως το άλογο,

ἀλλ᾿ ὑπὸ τοῦ κρατοῦντος ἐλαύνεται. διὰ τοῦτο γοῦν καὶ νόμοι μὲν

δεν ζεύει τον εαυτό του αλλά το οδηγεί ο ιππέας. Στους ανθρώπους όμως

ἀνθρώποις τὰ καλὰ μὲν πράττειν, τὴν δὲ κακίαν ἀποστρέφεσθαι· τοῖς

υπάρχουν οι νόμοι, για να κάνουν το καλό και ν' αποφεύγουν το κακό.

δὲ ἀλόγοις ἀλόγιστα τὰ κακὰ καὶ ἄκριτα μένει, ἅτε δὴ τῆς λογικότητος

Αντίθετα, στα ά-λογα ζώα, επειδή στερούνται τη λογική και την κρίση,

καὶ τῆς κατὰ λόγον διανοίας ἐκτὸς τυγχάνουσιν. εἶναι μὲν οὖν ψυχὴν

τα κακά μένουν ακαταλόγιστα και άκριτα. Νομίζω, λοιπόν, ότι, απ' όσα

λογικὴν ἐν ἀνθρώποις ἐκ τῶν προειρημένων, νομίζω δεδεῖχθαι.

είπαμε, αποδείξαμε ότι οι άνθρωποι έχουν λογική ψυχή.

 

33. ῞Οτι δὲ καὶ ἀθάνατος γέγονεν ἡ ψυχή, καὶ τοῦτο ἀναγκαῖον εἰδέναι

Πρέπει όμως να μάθουμε επιπλέον από τη διδασκαλία της Εκκλησίας ότι

ἐν τῇ ἐκκλησιαστικῇ διδασκαλίᾳ πρὸς ἔλεγχον τῆς τῶν εἰδώλων

είναι και αθάνατη η ψυχή, για να ανατρέψουμε τη διδασκαλία των

ἀναιρέσεως. γένοιτο δ᾿ ἂν οὖν ἡ περὶ τούτων γνῶσις ἐγγυτέρω

ειδωλολατρών. Θα το μάθουμε αυτό συγκρίνοντας με τη γνώση που έχουμε

μᾶλλον ἐκ τῆς περὶ τοῦ σώματος γνώσεως, καὶ ἐκ τοῦ πρὸς τὸ σῶμα

για το σώμα και βρίσκοντας τη διαφορά που έχει μ' αυτήν η γνώση της

διαλλάττειν αὐτήν. εἰ γὰρ ἄλλην αὐτὴν ὁ λόγος ἀπέδειξε παρὰ τὸ

ψυχής. Διότι, η λογική απέδειξε ότι η ψυχή διαφέρει από το σώμα και ότι

σῶμα, ἔστι δὲ τὸ σῶμα φύσει θνητόν· ἀνάγκη τὴν ψυχὴν ἀθάνατον

το σώμα είναι θνητό από τη φύση του. Επομένως, η ψυχή, εφόσον δεν

εἶναι, τῷ μὴ εἶναι κατὰ τὸ σῶμα.

είναι ίδια με το σώμα, είναι αθάνατη.

 

καὶ πάλιν εἰ ἡ ψυχὴ τὸ σῶμα κινεῖ, ὡς δέδεικται, καὶ οὐχὶ ὑπὸ ἄλλων

Και πάλι, όπως αποδείξαμε, εφόσον η ψυχή κινεί το σώμα και δεν την

αὐτὴ κινεῖται, ἀκόλουθόν ἐστιν ὑφ᾿ ἑαυτῆς κινουμένην τὴν ψυχήν, καὶ

οδηγεί κάποιος άλλος, είναι επόμενο η ψυχή να είναι αυτοκινούμενη·

μετὰ τὴν εἰς γῆν ἀπόθεσιν τοῦ σώματος κινεῖσθαι πάλιν αὐτὴν ἀφ᾿

μάλιστα, μετά το θάνατο του σώματος, εξακολουθεί η ψυχή να ζει αφ'  

ἑαυτῆς. οὐ γὰρ ἡ ψυχή ἐστιν ἡ ἀποθνήσκουσα· ἀλλὰ διὰ τὴν ταύτης

εαυτής. Διότι, δεν πεθαίνει η ψυχή· αλλά, μετά τον αποχωρισμό της από

ἀναχώρησιν ἀποθνήσκει τὸ σῶμα.

το σώμα, είναι αυτό που πεθαίνει.

 

εἰ μὲν οὖν καὶ αὕτη ὑπὸ τοῦ σώματος ἐκινεῖτο, ἀκόλουθον ἦν,

Αν βέβαια και η ψυχή οδηγούνταν από το σώμα, θα ήταν επόμενο, μετά το

ἀναχωροῦντος τοῦ κινοῦντος, ἀποθνήσκειν αὐτήν· εἰ δὲ ἡ ψυχὴ κινεῖ

θάνατο του οδηγού (σώματος), να πέθαινε κι αυτή. Αν όμως η ψυχή οδηγεί

καὶ τὸ σῶμα, ἀνάγκη μᾶλλον αὐτὴν ἑαυτὴν κινεῖν. ἑαυτῇ δὲ κινουμένη,

και το σώμα, τότε σίγουρα οδηγεί και τον εαυτό της. Και εφόσον

ἐξ ἀνάγκης καὶ μετὰ τὸν τοῦ σώματος θάνατον ζῇ. ἡ γὰρ κίνησις τῆς

αυτοκινείται, ζει υποχρεωτικά και μετά το θάνατο του σώματος. Διότι,

ψυχῆς οὐδὲν ἕτερόν ἐστιν ἢ ἡ ζωὴ αὐτῆς· ὥσπερ ἀμέλει καὶ τὸ σῶμα

η κίνηση της ψυχής ταυτίζεται με τη ζωή της· όπως ακριβώς λέμε και για το

τότε ζῇν λέγομεν ὅτε κινεῖται, καὶ τότε θάνατον αὐτοῦ εἶναι ὅτε τῆς

σώμα: ζει όταν κινείται και τότε επέρχεται ο θάνατός του, όταν σταματά

κινήσεως παύεται.

την κίνηση.

 

τοῦτο δὲ καὶ ἀπὸ τῆς ἐν σώματι καθάπαξ ἐνεργείας αὐτῆς

Την αεικίνηση της ψυχής τη διαπιστώνει κανείς και από το διάστημα που

φανερώτερον ἄν τις ἴδοι. εἰ γὰρ καὶ ὅτε τῷ σώματι ἐπιβέβηκε καὶ

βρίσκεται μέσα στο σώμα. Διότι, όταν είναι μέσα στο σώμα και συνδέεται

συνδέδεται τούτῳ, οὐ κατὰ τὴν τοῦ σώματος σμικρότητα

μ' αυτό, δεν συστέλλεται ούτε μετριέται από το μέγεθος του σώματος·

συστέλλεται καὶ συμμετρεῖται, ἀλλὰ πολλάκις, ἐπὶ κλίνης τούτου

αντίθετα, πολλές φορές, ακόμη κι όταν το σώμα βρίσκεται ασθενικό

κειμένου καὶ μὴ κινουμένου, ἀλλ᾿ ὡς ἐν θανάτῳ κοιμωμένου, αὕτη κατὰ

στο κρεβάτι, έτοιμο να παραδοθεί στο θάνατο, παρ' όλ' αυτά αυτή, με τη

τὴν ἑαυτῆς δύναμιν γρηγορεῖ, καὶ ὑπερεκβαίνει τὴν τοῦ σώματος φύσιν·

δική της δύναμη, είναι ξάγρυπνη και ξεπερνά τη φύση του σώματος.

 καὶ ὥσπερ ἀποδημοῦσα τούτου, μένουσα ἐν τῷ σώματι, τὰ ὑπὲρ γῆν

Ενώ μένει η ψυχή στό σώμα, μοιάζει ν' αποδημεί· σκέφτεται και θεωρεί

φαντάζεται καὶ θεωρεῖ, πολλάκις δὲ καὶ τοῖς ἔξω τῶν γηΐνων σωμάτων

αυτά που ξεπερνούν τα γήϊνα. Πολλές φορές συναντά τους ασώματους

ἁγίοις καὶ ἀγγέλοις συναντᾷ, καὶ πρὸς αὐτοὺς ἀφικνεῖται τῇ τοῦ νοῦ

αγίους και αγγέλους· τους βλέπει με την καθαρότητα του νου της.

θαρροῦσα καθαρότητι·

 

πῶς οὐχὶ μᾶλλον καὶ πολλῷ πλέον, ἀπολυθεῖσα τοῦ σώματος ὅτε ὁ

Πώς, λοιπόν, και πολύ περισσότερο δεν θα συμβεί όταν θα χωριστεί από

συνδήσας αὐτὴν βούλεται Θεός, φανερωτέραν ἕξει τὴν τῆς ἀθανασίας

το σώμα, σύμφωνα με τη βούληση του Θεού! Δεν θα έχει τότε πιο ξεκάθαρη

γνῶσιν; εἰ γὰρ καὶ συνδεθεῖσα σώματι τὴν ἐκτὸς τοῦ σώματος ζωὴν

τη γνώση της αθανασίας της; Αφού, όταν ήταν προσκολημμένη στό σώμα,

ἔζη, πολλῷ πλέον καὶ μετὰ θάνατον τοῦ σώματος ζήσεται, καὶ οὐ

ζούσε πιο πολύ τη ζωή έξω από το σώμα· πολύ περισσότερο, μετά το

παύσεται τοῦ ζῇν διὰ τὸν οὕτως αὐτὴν ποιήσαντα  Θεὸν διὰ τοῦ

θάνατο του σώματος, θα ζήσει αυτή τη ζωή. Δεν θα πάψει να τη ζει, επειδή

ἑαυτοῦ Λόγου, τοῦ Κυρίου ἡμῶν ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ.

έτσι την έπλασε ο Θεός με τον Υιό και Λόγο του Κύριό μας Ιησού Χριστό.

 

διὰ τοῦτο γὰρ καὶ ἀθάνατα καὶ αἰώνια λογίζεται καὶ φρονεῖ, ἐπεὶ καὶ

Επειδή λοιπόν είναι αθάνατη η ψυχή, σκέφτεται και φρονεί αθάνατα και

ἀθάνατός ἐστι. καὶ ὥσπερ, τοῦ σώματος θνητοῦ τυγχάνοντος, θνητὰ

αιώνια. Όπως συμβαίνει με το σώμα που είναι θνητό, και οι αισθήσεις του

καὶ αἱ τούτου θεωροῦσιν αἰσθήσεις, οὕτως ἀθάνατα θεωροῦσαν καὶ

να βλέπουν τα θνητά, αντίστοιχα και η ψυχή, επειδή θεωρεί και σκέφτεται

λογιζομένην τὴν ψυχήν, ἀνάγκη καὶ αὐτὴν ἀθάνατον εἶναι καὶ ἀεὶ ζῇν.

τα αθάνατα, είναι κι αυτή αθάνατη και αιώνια.

αἱ γὰρ περὶ τῆς ἀθανασίας ἔννοιαι καὶ θεωρίαι οὐδέποτε αὐτὴν ἀφιᾶσι

Διότι η έννοια και θεωρία της αθανασίας ποτέ δεν εγκαταλείπουν αλλά

μένουσαι ἐν αὐτῇ, καὶ ὥσπερ ἔκκαυμα ἐν αὐτῇ γινόμεναι πρὸς

μένουν μέσα στην ψυχή· γίνονται σ' αυτήν μόνιμο αποτύπωμα ώστε να

ἀσφάλειαν τῆς ἀθανασίας. διὰ τοῦτο γοῦν καὶ τῆς περὶ  Θεοῦ θεωρίας

εξασφαλίζεται η αθανασία. Γι' αυτό και η ψυχή έχει την έφεση να θεωρεί

ἔχει τὴν ἔννοιαν, καὶ αὐτὴ ἑαυτῆς γίνεται ὁδός, οὐκ ἔξωθεν, ἀλλ᾿ ἐξ

το Θεό. Η ίδια γίνεται για τον εαυτό της οδηγός· παίρνει τη γνώση και τη

ἑαυτῆς λαμβάνουσα τὴν τοῦ Θεοῦ Λόγου γνῶσιν καὶ κατάληψιν.

κατανόηση του Θεού όχι από τον έξω κόσμο αλλά από τον εαυτό της.

 

34. Λέγομεν οὖν, καθάπερ εἴρηται πρότερον, ὥσπερ τὸν Θεὸν

Λέμε λοιπόν, όπως το είπαμε και προηγουμένως, ότι όπως αρνήθηκαν το

ἠρνήσαντο καὶ ἄψυχα θρησκεύουσιν, οὕτω καὶ ψυχὴν οὐκ ἔχειν λογικὴν

Θεό και λατρεύουν τα άψυχα, έτσι και πίστεψαν ότι δεν έχουν λογική

νομίζοντες, αὐτόθεν ἔχουσι τῆς παραφροσύνης τὴν ἐπιτιμίαν ἐν ἀλόγοις

ψυχή. Απ' αυτό κατηγορούνται ως παράφρονες και καταριθμούνται

καταριθμούμενοι· καὶ διὰ τοῦτο ὡς ἄψυχοι ἐν ἀψύχοις ἔχοντες τὴν

μεταξύ των α-λόγων. Είναι αξιολύπητοι και χρειάζονται καθοδήγηση,

δεισιδαιμονίαν, ἐλέους καὶ χειραγωγίας εἰσὶν ἄξιοι.

διότι ως άψυχοι λατρεύουν τα άψυχα.  

 

εἰ δὲ ψυχὴν ἀξιοῦσιν ἔχειν, καὶ ἐπὶ τῷ λογικῷ μέγα φρονοῦσιν, εἰκότως

Αν βέβαια ισχυρίζονται ότι έχουν ψυχή και είναι περήφανοι για τη λογική,

τοῦτο ποιοῦντες· διὰ τί ὡς μὴ ἔχοντες ψυχὴν παρὰ λόγον τολμῶσι,

—και σωστά κάνουν κάτι τέτοιο— γιατί ενεργούν παράλογα, λες και δεν

καὶ οὐχ ἃ δεῖ φρονεῖν φρονοῦσιν, ἀλλὰ κρείττονας ἑαυτοὺς καὶ τοῦ

έχουν ψυχή; Γιατί δεν σκέφτονται αυτά που πρέπει, αλλά θεωρούν τον

Θείου ποιοῦσι; ψυχὴν γὰρ ἀθάνατον ἔχοντες καὶ μὴ βλεπομένην αὐτοῖς,

εαυτό τους ανώτερο από το Θεό; Διότι, ενώ έχουν αθάνατη ψυχή την οποία

τὸν Θεὸν ἐν τοῖς βλεπομένοις καὶ θνητοῖς ἀπεικάζουσιν.

δεν βλέπουν, τολμούν και εικονίζουν το Θεό με ορατά και θνητά είδωλα.

 

ἢ διὰ τί, ὥσπερ ἀπέστησαν ἀπὸ τοῦ Θεοῦ, οὕτως οὐ καταφεύγουσι

Ή, γιατί, όπως απομακρύνθηκαν από το Θεό, δεν επιστρέφουν και πάλι

πάλιν πρὸς αὐτόν; δύνανται γάρ, ὥσπερ ἀπεστράφησαν τῇ διανοίᾳ

κοντά Του; Έχουν ασφαλώς τη δυνατότητα· όπως επαναστάτησαν με το

τὸν Θεὸν καὶ τὰ οὐκ ὄντα ἀνεπλάσαντο εἰς θεούς, οὕτως ἀναβῆναι τῷ

νου από το Θεό και έκαμαν θεούς τα ανύπαρκτα, έτσι μπορούν και πάλι

νῷ τῆς ψυχῆς, καὶ πάλιν ἐπιστρέψαι πρὸς τὸν Θεόν.

με το νου της ψυχής ν' ανεβούν και επιστρέψουν στο Θεό.

 

ἐπιστρέψαι δὲ δύνανται, ἐὰν ὃν ἐνεδύσαντο ῥύπον πάσης ἐπιθυμίας

Είναι δυνατή η επιστροφή στο Θεό, εφόσον αποβάλουν την ακαθαρσία

ἀπόθωνται, καὶ τοσοῦτον ἀπονίψωνται, ἕως ἂν ἀπόθωνται πᾶν τὸ

κάθε επιθυμίας που περιβλήθηκαν· εάν ξεπλυθούν τόσο πολύ, μέχρις ότου

συμβεβηκὸς ἀλλότριον τῇ ψυχῇ, καὶ μόνην αὐτὴν ὥσπερ γέγονεν

διώξουν κάθε ξένη αμαρτία που κόλλησε στην ψυχή· μόνον αν εμφανίσουν

ἀποδείξωσιν, ἵν᾿ οὕτως ἐν αὐτῇ θεωρῆσαι τὸν τοῦ Πατρὸς Λόγον,

την ψυχή καθαρή όπως πλάστηκε. Έτσι θα μπορούν να θεωρήσουν μέσα

καθ᾿ ὃν καὶ γεγόνασιν ἐξ ἀρχῆς, δυνηθῶσι. κατ᾿ εἰκόνα γὰρ Θεοῦ

της τον Υιό και Λόγο του Πατέρα, εικόνα του οποίου είναι εξαρχής. Διότι

πεποίηται καὶ καθ᾿ ὁμοίωσιν γέγονεν, ὡς καὶ ἡ θεία σημαίνει γραφὴ ἐκ

ο άνθρωπος δημιουργήθηκε εικόνα και ομοίωμα του Θεού, όπως το λέει η

προσώπου τοῦ Θεοῦ λέγουσα· «Ποιήσωμεν ἄνθρωπον κατ᾿ εἰκόνα καὶ

Αγία Γραφή εκ μέρους του Θεού: «Ας δημιουργήσουμε τον άνθρωπο

καθ᾿ ὁμοίωσιν ἡμετέραν».

εικόνα και ομοίωμα δικό μας».

 

ὅθεν καὶ ὅτε πάντα τὸν ἐπιχυθέντα ῥύπον τῆς ἁμαρτίας ἀφ᾿ ἑαυτῆς

Γι' αυτό, κι όταν η ψυχή αποβάλει από πάνω της κάθε ακαθαρσία της

ἀποτίθεται, καὶ μόνον τὸ κατ᾿ εἰκόνα καθαρὸν φυλάττει, εἰκότως,

αμαρτίας που φορτώθηκε και διατηρεί καθαρό το κατ' εικόνα, τότε

διαλαμπρυνθέντος τούτου, ὡς ἐν κατόπτρῳ θεωρεῖ τὴν εἰκόνα τοῦ

δίκαια, επειδή αυτό αστράφτει, βλέπει σαν σε καθρέφτη τον Υιό και Λόγο

Πατρὸς τὸν Λόγον, καὶ ἐν αὐτῷ τὸν Πατέρα, οὗ καὶ ἔστιν εἰκὼν ὁ

του Θεού Πατέρα. Μέσα σ' αυτό σκέφτεται τον Πατέρα, του οποίου

Σωτήρ, λογίζεται. 

εικόνα αποτελεί ο Υιός και Σωτήρας Χριστός.

 

῍Η εἰ μὴ αὐτάρκης ἐστὶν ἡ παρὰ τῆς ψυχῆς διδασκαλία διὰ τὰ

Μπορεί πάλι να μην είναι ικανοποιητική η διδασκαλία από την ίδια την

ἐπιθολοῦντα ταύτης ἔξωθεν τὸν νοῦν, καὶ μὴ ὁρᾷν αὐτὴν τὸ κρεῖττον·

ψυχή, διότι εξωτερικές επιδράσεις θολώνουν το νου και δεν βλέπει το

ἀλλ᾿ ἔστι πάλιν καὶ ἀπὸ τῶν φαινομένων τὴν περὶ τοῦ Θεοῦ γνῶσιν

καλύτερο. Τότε μπορεί να οδηγηθούμε στη γνώση του Θεού απ' όσα

καταλαβεῖν, τῆς κτίσεως ὥσπερ γράμμασι διὰ τῆς τάξεως καὶ ἁρμονίας

βλέπουμε γύρω μας· διότι η τάξη και αρμονία της δημιουργίας δείχνει και

τὸν ἑαυτῆς δεσπότην καὶ ποιητὴν σημαινούσης καὶ βοώσης.

διαλαλεί, σαν να πρόκειται για γράμματα, τον κύριο και πλάστη της.

 

35. ᾿Αγαθὸς γὰρ ὢν καὶ φιλάνθρωπος ὁ Θεός, καὶ κηδόμενος τῶν ὑπ᾿

Ο Θεός λοιπόν είναι αγαθός και φιλάνθρωπος· φροντίζει για τα πλάσματά

αὐτοῦ γενομένων ψυχῶν, ἐπειδὴ ἀόρατος καὶ ἀκατάληπτός ἐστι τὴν

Του. Επειδή όμως είναι αόρατος και μη καταληπτός στην ουσία του, διότι

φύσιν, ἐπέκεινα πάσης γενητῆς οὐσίας ὑπάρχων, καὶ διὰ τοῦτο ἔμελλε

υπάρχει πέρα από κάθε κτιστή ουσία, γι' αυτό και συνέβη οι άνθρωποι

τὸ ἀνθρώπινον γένος ἀτυχεῖν τῆς περὶ αὐτοῦ γνώσεως, τῷ τὰ μὲν ἐξ

ν' αποτύχουν στην προσπάθεια να Τον γνωρίσουν· για δύο λόγους, διότι

οὐκ ὄντων εἶναι, τὸν δὲ ἀγένητον·

αυτοί δημιουργήθηκαν, ενώ Εκείνος είναι αδημιούργητος.

 

τούτου ἕνεκεν τὴν κτίσιν οὕτω διεκόσμησε τῷ ἑαυτοῦ Λόγῳ ὁ Θεός,

Επειδή λοιπόν στην ουσία του ο Θεός είναι αόρατος, διακόσμησε με το

ἵν᾿, ἐπειδὴ τὴν φύσιν ἐστὶν ἀόρατος, κἂν ἐκ τῶν ἔργων γινώσκεσθαι

Λόγο του τα δημιουργήματα με τέτοιο τρόπο ώστε να μπορούν οι

δυνηθῇ τοῖς ἀνθρώποις. ἐκ γὰρ τῶν ἔργων πολλάκις ὁ τεχνίτης καὶ μὴ

άνθρωποι να τον γνωρίσουν από τα έργα του. Διότι συνήθως ο τεχνίτης,

ὁρώμενος γινώσκεται· καὶ οἷόν τι λέγουσι περὶ τοῦ ἀγαλματοποιοῦ

και χωρίς να είναι γνωστός, φαίνεται από τα έργα του. Κάτι τέτοιο

Φειδίου, ὡς τὰ τούτου δημιουργήματα ἐκ τῆς συμμετρίας καὶ τῆς πρὸς

λέγεται, για παράδειγμα, για το γλύπτη Φειδία· τ' αγάλματά του εξαιτίας

ἄλληλα τῶν μερῶν ἀναλογίας ἐμφαίνειν καὶ μὴ παρόντα Φειδίαν τοῖς

της συμμετρίας και των αρμονικών αναλογιών, τον καθιστούν

ὁρῶσιν·

αναγνωρίσιμο κι όταν δεν είναι ορατά παρών.

 

οὕτω δεῖ νοεῖν ἐκ τῆς τοῦ κόσμου τάξεως τὸν τούτου ποιητὴν καὶ

Κατά παρόμοιο τρόπο, γνωρίζουμε και πλάστη και δημιουργό Θεό από

δημιουργὸν Θεόν, κἂν τοῖς τοῦ σώματος ὀφθαλμοῖς μὴ θεωρῆται. οὐ

την αρμονία του κόσμου, ενώ μας είναι αόρατος με τα μάτια του σώματος.

γὰρ κατεχρήσατο τῇ ἀοράτῳ φύσει αὐτοῦ ὁ Θεός· μή τις τοῦτο

Διότι ο Θεός δεν κάνει κακή χρήση της αόρατης φύσης του. Δεν αποτελεί

προφασιζέσθω· καὶ παντελῶς ἑαυτὸν ἄγνωστον τοῖς ἀνθρώποις

πρόφαση η αορασία Του. Αντίθετα, δεν άφησε εντελώς άγνωστο τον

ἀφῆκεν· ἀλλ᾿ ὡς προεῖπον, οὕτω διεκόσμησε τὴν κτίσιν, ὥστε καὶ μὴ

εαυτό του στους ανθρώπους. Όπως προείπα, έτσι στόλισε τον κόσμο, ώστε

ὁρώμενον αὐτὸν τῇ φύσει, ὅμως ἐκ τῶν ἔργων γινώσκεσθαι.

κι αν ο Ίδιος είναι αόρατος στη φύση του, να γίνεται γνωστός από τα

δημιουργήματά του.

 

καὶ τοῦτο οὐ παρ᾿ ἐμαυτοῦ φημι, ἀλλ᾿ ἀφ᾿ ὧν παρὰ τῶν θεολόγων

Κι αυτό δεν το λέω εγώ αλλά το λένε άλλοι θεολόγοι άνδρες, μεταξύ των

ἀνδρῶν ἔμαθον, ὧν εἷς ἐστιν ὁ Παῦλος, ῾Ρωμαίοις μὲν γράφων οὕτω·

οποίων είναι και ο απόστολος Παύλος, που γράφει στην επιστολή του

«Τὰ γὰρ ἀόρατα αὐτοῦ ἀπὸ κτίσεως κόσμου τοῖς ποιήμασι νοούμενα

στους Ρωμαίους: «Η ύπαρξη του αόρατου Θεού πιστοποιείται από τα

καθορᾶται». Λυκάοσι δὲ παρρησιαζόμενος καὶ λέγων· «Καὶ ἡμεῖς

δημιουργήματά Του». Επίσης, γράφει στους Λυκαονείς: «Και μεις, ως

ὁμοιοπαθεῖς ἐσμεν ὑμῖν ἄνθρωποι, εὐαγγελιζόμενοι ὑμᾶς ἀπὸ τῶν

άνθρωποι, που σας κάνουμε τους δασκάλους, είμαστε αδύναμοι σαν εσας·

ματαίων ἐπιστρέφειν ἐπὶ Θεὸν ζῶντα, ὃς ἐποίησε τὸν οὐρανὸν καὶ τὴν

σας ευαγγελιζόμαστε όμως να επιστρέψετε από τα είδωλα στην πίστη του

γῆν καὶ τὴν θάλασσαν καὶ πάντα τὰ ἐν αὐτοῖς, ὃς ἐν ταῖς

αληθινού Θεού που έφτιαξε τον ουρανό, τη ξηρά και τη θάλασσα και όλα  

παρῳχημέναις γενεαῖς εἴασε πάντα τὰ ἔθνη πορεύεσθαι ταῖς ὁδοῖς

τα κατοικίδιά τους. Αυτός στις περασμένες γενιές άφησε όλα τα έθνη να  

αὐτῶν. καίτοι γε οὐκ ἀμάρτυρον ἑαυτὸν ἀφῆκεν ἀγαθουργῶν,

λατρεύουν όποιο θεό θέλουν. Και παρ' όλ' αυτά, φανέρωνε τον εαυτό Του

οὐρανόθεν ἡμῖν ὑετοὺς διδοὺς καὶ καιροὺς καρποφόρους, ἐμπιπλῶν

κάνοντας καλά έργα ως απόδειξη· μας έδινε βροχές από τον ουρανό και  

τροφῆς καὶ εὐφροσύνης τὰς καρδίας ἡμῶν».

περιόδους καρποφορίας· γέμιζε τις καρδιές μας από κάθε τροφή και χαρά».  

 

τίς γάρ, ὁρῶν τὸν οὐρανοῦ κύκλον καὶ τὸν δρόμον ἡλίου καὶ σελήνης,

Διότι, ποιός είναι αυτός που βλέπει το ουράνιο σύμπαν και την τροχιά  

καὶ τῶν ἄλλων ἀστέρων τὰς θέσεις καὶ τὰς περιπολήσεις, ἐναντίας μὲν

του ήλιου και της σελήνης, αλλά και τις θέσεις και περιφορές των άλλων

καὶ διαφόρους γιγνομένας, ἐν δὲ τῇ διαφορᾷ ὁμοίαν τὴν τάξιν παρὰ

άστρων να είναι αντίθετες μεταξύ τους και διαφορετικές· και να διατηρούν

πάντων ὁμοῦ σωζομένην, οὐκ ἐνθυμεῖται ὅτι οὐκ αὐτὰ ἑαυτά, ἀλλ᾿

όλα μαζί, παρά τις διαφορές τους, την τάξη· ποιός λοιπόν δεν θ' αναλογιστεί

ἕτερός ἐστιν ὁ διακοσμῶν αὐτὰ ποιητής;

ότι όχι  μόνα τους αλλά άλλος είναι ο πλάστης που τα ρυθμίζει;

 

τίς δέ, ὁρῶν ἥλιον μὲν ἀνατέλλοντα μεθ᾿ ἡμέραν, σελήνην δὲ φαίνουσαν

Ποιός πάλι που βλέπει τον ήλιο ν' ανατέλλει καθημερινά· που βλέπειτη

κατὰ νύκτα, καὶ φθίνουσαν, καὶ πληρουμένην ἀπαραλλάκτως κατὰ

σελήνη να φέγγει τη νύχτα, ν' αδειάζει και να γεμίζει απαράλλακτα σε ίσο

τὸν τῶν ἡμερῶν ἴσον πάντως ἀριθμόν, καὶ τῶν ἄστρων τὰ μὲν

αριθμό ημερών κάθε φορά· που βλέπει τα άστρα, άλλα να διατρέχουν τον

διατρέχοντα καὶ ποικίλως ἐναλλάττοντα τοὺς δρόμους, τὰ δὲ

ουράνιο θόλο και ν' αλλάζουν ποικίλες τροχιές και άλλα να κινούνται  

ἀπλανῶς κινούμενα, οὐκ ἂν ἔννοιαν λάβοι ὅτι πάντως ἐστὶν ὁ

στην ίδια τροχιά· ποιός βλέποντας όλα αυτά, δεν θα βγάλει το

κυβερνῶν αὐτὰ δημιουργός;

συμπέρασμα ότι υπάρχει ο δημιουργός τους που τα κυβερνά;

 

36. Τίς, ὁρῶν τὰ ἐναντία τῇ φύσει συνημμένα, καὶ σύμφωνον ἔχοντα

Όποιος βλέπει τα αντίθετα στη φύση να είναι ενωμένα και να συμφωνούν

τὴν ἁρμονίαν, οἷον, τίς, ἰδὼν πῦρ ψυχρῷ, καὶ ξηρὸν ὑγρῷ κεκραμμένον,

αρμονικά, όπως είναι αναμιγμένα η φωτιά με τον πάγο, η ξηρασία με την

καὶ ταῦτα μὴ ἀντιστατοῦντα πρὸς ἄλληλα, ἀλλ᾿ ἓν ἀποτελοῦντα ὡς

υγρασία· όποιος τα βλέπει να μην αντιδρά το ένα στο άλλο, αλλά ν'

ἐξ ἑνὸς τὸ σῶμα, οὐκ ἂν ἐνθυμηθείη ἔξωθεν εἶναι τούτων τὸν ταῦτα

αποτελούν ένα σώμα· αυτός που τα βλέπει, δεν θα σκεφτεί ότι αυτός που

συνάψαντα;

τα ένωσε αρμονικά μεταξύ τους θα υπάρχει έξω απ' αυτά;

  

τίς, ἰδὼν χειμῶνα παραχωροῦντα ἔαρι, καὶ ἔαρ θέρει, καὶ θέρος

Αυτός που βλέπει το χειμώνα να παραχωρεί τη θέση του στην άνοιξη, την

μετοπώρῳ, καὶ ὅτι ἐναντία ὄντα ταῦτα τῇ φύσει· τὸν μὲν γὰρ ψύχει,

άνοιξη στο καλοκαίρι κι αυτό στο φθινόπωρο και ότι μεταξύ τους αυτά

είναι αντίθετα στην ουσία· διότι το ένα ψυχραίνει,

τὸ δὲ καίει, τὸ δὲ τρέφει, τὸ δὲ φθίνει· ὅμως τὰ πάντα ἴσην καὶ ἀβλαβῆ

το άλλο καίει, το άλλο καρποφορεί και το άλλο καταστρέφει· όμως όλα

τοῖς ἀνθρώποις ἀποτελοῦντα τὴν χρῆσιν· οὐκ ἂν ἐννοήσειεν ὅτι ἐστί

προσφέρονται στους ανθρώπους για ίση και ασφαλή χρήση. Ποιός, λοιπόν,

τις κρείττων τούτων, ὁ τὴν ἰσότητα παρέχων πᾶσι καὶ κυβερνῶν τὰ

όταν τα δει όλα αυτά, δεν θα σκεφτεί ότι υπάρχει κάποιος ανώτερος απ'

πάντα, κἂν μὴ βλέπῃ τοῦτον;

αυτά, τον οποίο δεν βλέπουμε, αλλά τα κάνει όλα ίσα μεταξύ τους και

όλα τα κυβερνά;

 

τίς, ὁρῶν ἐν ἀέρι τὰς νεφέλας ὑποβασταζομένας, καὶ ἐν νεφέλαις τὴν

Ποιός είναι που βλέπει τον αέρα να βαστάζει τα σύννεφα, τα σύννεφα πάλι

τῶν ὑδάτων δεθεῖσαν βαρύτητα, οὐκ ἔννοιαν λαμβάνει τοῦ ταῦτα

να κρατούν το βάρος των βροχών, και δεν θα θα οδηγήσει τη σκέψη του σ'

δήσαντος καὶ προστάξαντος γενέσθαι; ἢ τίς, ὁρῶν αὐτὴν τὴν γῆν

αυτόν που τα έδεσε και έδωσε την εντολή να σχηματιστούν; Ή ποιός δεν

βαρυτάτην οὖσαν τῇ φύσει, ἐπὶ τὸ ὕδωρ ἑδρασθεῖσαν καὶ ἀκίνητον

βλέπει το νερό να βαστάζει το υπερβολικό βάρος της γης· η γη να μένει

μένουσαν ἐπὶ τὸ φύσει κινούμενον, οὐ διανοηθήσεται εἶναί τινα τὸν

ακίνητη πάνω στο νερό που από τη φύση του κινείται· απ' όλα αυτά δεν θα

ταῦτα διαταξάμενον καὶ ποιήσαντα Θεόν;

σκεφτεί ότι υπάρχει κάποιος, ο Θεός που τα πρόσταξε και τα δημιούργησε;

 

τίς, ἰδὼν τὴν κατὰ καιρὸν τῆς γῆς καρποφορίαν, καὶ οὐρανόθεν ὑετούς,

Ποιός, αφού δει την εποχιακή καρποφορία της γης, τις ουρανόσταλτες

καὶ ποταμῶν ἐπιρροίας, καὶ πηγῶν ἀναβλύσεις, καὶ ζώων ἐξ ἀνομοίων

βροχές, τα ρεύματα των ποταμών, τις πηγές που αναβλύζουν, τις γεννήσεις

γονάς, καὶ ταῦτα οὐκ ἀεὶ ἀλλὰ κατὰ καιροὺς ὡρισμένους γινόμενα·

ζώων από ανόμοια, και όλα αυτά να γίνονται όχι πάντοτε αλλά σε

καὶ ὅλως τίς, κατανοήσας ἐν ἀνομοίοις καὶ ἐναντίοις τὴν ἴσην καὶ

ορισμένες περιόδους· και αφού διακρίνει ότι η τάξη είναι ίση κι όμοια σε

ὁμοίαν παρ᾿ αὐτῶν ἀποτελουμένην τάξιν, οὐκ ἂν ἐνθυμηθείη ὅτι ἐστὶ

πράγματα ανόμοια και αντίθετα, δεν θ' αναλογιστεί ότι υπάρχει μια

μία δύναμις ἡ ταῦτα διακοσμησαμένη καὶ διέπουσα, ὡς ἂν αὐτῇ δοκῇ,

δύναμη που όλα αυτά τα διέπει και τα διακοσμεί όπως αυτή θέλει, και

μένουσα καλῶς;

μένει σταθερή;

 

αὐτὰ μὲν γὰρ καθ᾿ ἑαυτὰ οὐκ ἂν συσταίη καὶ φανῆναί ποτε δυνηθείη

Διότι αυτά μόνα τους ουδέποτε θα μπορούσαν να συσταθούν και

διὰ τὴν πρὸς ἄλληλα τῆς φύσεως ἐναντιότητα. τὸ μὲν γὰρ ὕδωρ φύσει

εμφανιστούν, επειδή έχουν αντίθετη μεταξύ τους φύση. Το νερό, για

βαρὺ καὶ κάτω ῥέον ἐστίν, αἱ δὲ νεφέλαι κοῦφαι καὶ τῶν ἐλαφρῶν καὶ

παράδειγμα, είναι βαρύ και χύνεται προς τα κάτω, ενώ τα σύννεφα είναι

τῶν ἀνωφερῶν τυγχάνουσι· καὶ ὅμως τὸ βαρύτερον ὕδωρ ὁρῶμεν ἐν

ελαφρά κι έτσι ανεβαίνουν προς τα πάνω. Κι όμως, παρατηρούμε το πιο

ταῖς νεφέλαις βασταζόμενον. καὶ πάλιν ἡ μὲν γῆ βαρυτάτη ἐστί, τὸ δ᾿